Περὶ σύγχρονων Ἁγιοκατατάξεων- Ἡ περίπτωση τοῦ ἁγίου Σωφρονίου.
Toῦ Βασίλειου Εὐσταθίου,
Δρ. Φυσικοῦ, πτ.
Θεολογίας (Τμ.Κοιν.Θ.ΕΚΠΑ)
1. Εἰσαγωγή.
Τὰ τελευταῖα χρόνια στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας εἰσήλθαν
γνωστοὶ μας γέροντες μετὰ ἀπὸ τὶς αἰτήσεις γιὰ τὴν ἁγιοκατάταξή τους, ποὺ ἀκολούθησαν
τὴν κοίμησή τους, οἱ ὁποῖες ἔγιναν τελικὰ ἀποδεκτὲς τὸν χρόνο ποὺ ἔκρινε ἡ Ἱερὰ
Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Παρακάτω θὰ ἐξετάσουμε συντόμως ποιὰ ἀναγκαία
στοιχεῖα συνηγοροῦν στὴν ἁγιότητα τῶν γερόντων αὐτῶν καὶ ὁδήγησαν τελικῶς στὴν ἁγιοκατάταξή
τους, ποὺ ἐφόσον ὑπήρχαν, καθιστοῦν τὶς τυχῶν ἀντιδράσεις καὶ ἀμφιβολίες σὲ
κάποιες λίγες μόνο περιπτώσεις, χωρὶς πραγματικὰ ἐρείσματα, ἀτυχεῖς καὶ ἄστοχες,
προερχόμενες κυρίως ἀπὸ τὴν ἀναξιοπιστία στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο γιὰ τὰ
κίνητρά του. Σὲ ὅσα γράφουμε παρακάτω δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τέτοιου εἴδους ὑποψίες,
ποὺ δὲν ἀγγίζουν τὸ θέμα καθαυτὸ στὴν οὐσία του, τὸ ὁποῖο εἶναι καὶ τὸ θέμα μας
ἐδῶ, δηλαδὴ ἄν ὄντως μαρτυρεῖται ἤ ὄχι ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἡ ἐν λόγω
καὶ ἐν ἔργω ἁγιότητα τῶν γερόντων αὐτῶν.
2. Περὶ τῆς Ἁγιοκατάταξης
τῶν Ἑλλήνων Γερόντων τοῦ τελευταίου αἰῶνα.
Θὰ ξεκινήσουμε μὲ τὸν ἅγιο Παΐσιο. Ὁ ἅγιος γέροντας Παΐσιος
μᾶς ἄφησε πλήθος σοφοὺς λόγους, συμβουλὲς καὶ προφητείες, ἐνῶ μὲ τὶς προσευχές
του βοήθησε χιλιάδες ἀνθρώπους καὶ ὅταν ἦταν ἐν ζωή, καὶ ἀκόμα βοηθάει ἀπὸ τὸν
οὐρανό, καὶ ἄς κατηγορήθηκε γιὰ πολλὰ καὶ διάφορα ἀπὸ διάφορους, καὶ ἐν ζωὴ καὶ
μετὰ θάνατον, ὅπως γιὰ ὑπερβολὲς στὰ λεγόμενά του ἤ γιὰ μὴ ἔγγυρες προφητείες.
Χρειάζεται προσοχὴ ὅμως, γιατὶ ὅντως κυκλοφοροὺν καὶ ὑπερβολικοὶ λογοὶ καὶ μὴ ἔγγυρες
προφητείες, ποὺ φέρονται νὰ ἀνηκοῦν στὸν ἅγιο Παΐσιο, ἐνῶ εἶναι δημιουργήματα
κάποιων ποὺ ἐκμεταλλεύονται τὸ ὄνομά του. Προσοχὴ λοιπὸν στὶς πηγὲς πρὶν
πιστέψουμε κάτι ὅτι εἶπε ὁ Ἅγιος. Ὄχι
βέβαια καὶ ὅτι ἀπὸ τὴν ἁγιότητά του κρίνεται καὶ τὸ ἀλάνθαστό του, ὅμως καὶ
κάτι λάθος ἤ ὑπερβολικὸ νὰ εἶχε πεῖ, δὲν θὰ ἔπαυε νὰ εἶναι Ἅγιος, κρίνοντας ἀπὸ
τὸ σύνολο τῶν ὅσων εἶπε καὶ τὸ παράδειγμα τῆς ἀκέραιας βιοτῆς του, ἔχοντας ὀρθόδοξο
φρόνημα λόγω καὶ ἔργω, ὅπου τὸ ἀσκητικὸ καὶ φιλόπονο, θυσιαστικὸ πνεῦμα του τὸ
συνόδευε καὶ τὸ πλήθος τῶν θαυμάτων, ποὺ ὁ Θεὸς ἐπιτελοῦσε μέσω τοῦ Ἁγίου του
ποὺ Τὸν εὐαρεστοῦσε, ἀλλὰ καὶ ἀκόμα μέσω αὐτοῦ ἐπιτελεῖ.
Προσωπικὰ μαρτυρώ μεταξὺ ἄλλων τὸ ἐξῆς γεγονός. Βάδιζα
σὲ κεντρικὸ δρόμο μεγάλης κυκλοφορίας στὴν Ἀθήνα ἐπιβαρυμένος πολὺ ψυχολογικὰ
λόγω κάποιας σοβαρῆς δυσκολίας ποὺ ἀντιμετώπιζα. Καθῶς περπατούσα καὶ ὅλα μοῦ
φάνταζαν μαῦρα, μὲ τὰ αὐτοκίνητα νὰ τρέχουν ἀσταμάτητα ἀριστερά μου καὶ πλήθος
κόσμου νὰ περιμένει τὰ λεωφορεία σὲ στάση δεξιά μου, καθὼς ἔσκυψα πρὸς στιγμὴ τὸ
βλέμμα μου, αὐτὸ συναντήθηκε μὲ μιὰ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου πάνω στὸ ὁδόστρωμα. Καθῶς
τὴν ἄγγιξα στὸ χέρι μου καὶ τὴν σήκωσα, ὁ οὐρανὸς ξανάγινε γαλανὸς ἀπὸ πάνω μου
καὶ μιὰ ἀνεξήγητη χαρὰ μὲ ἔκανε νὰ ξεχάσω τὸ πρόβλημά μου. Τελικά, μὲ τὸ
πέρασμα τοῦ καιροῦ τὸ τότε πρόβλημά μου εἶχε αἴσια ἔκβαση. Δὲν χρειάζεται ὁ Ἅγιος
νὰ ἀναστήσει νεκροὺς μπροστά μου ἤ νὰ μετακινήσει ὅρη γιὰ νὰ πιστέψω τὴν ἁγιότητά
του, ἀλλὰ αὐτὸ καὶ κάποια ἄλλα παρόμοια γεγονότα μοῦ ἀρκοῦν γιὰ νὰ πειστῶ.
Ὅμοιες εἶναι οἱ περιπτώσεις γιὰ τὸν ἅγιο Πορφύριο τὸν
Καυσοκαλυβίτη καὶ γιὰ τὸν ἅγιο Ἰάκωβο Τσαλίκη, ποὺ ἔζησαν μέσα στὸν κόσμο, βοηθῶντας
καὶ χαροποιῶντας ὅλους ὅσους πρόστρεχαν στὸ πετραχήλι τους, ἐνῶ ταυτόχρονα οἱ ἴδιοι
ἔφεραν τὸ βάρος τῶν δικῶν τους σοβαρῶν ἀσθενειῶν. Τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελέσαν ἦταν
πολλὰ καὶ ἐν ζωή, καὶ ἀκόμα περισσότερα μετὰ θάνατον. Ὁ ἅγιος Πορφύριος μᾶς ἄφησε καὶ τὸ νέο
μοναστήρι Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτήρος, ποὺ ἔκτισε μὲ πολλοὺς κόπους, στὸ Μήλεσι.
Ὅσο γιὰ τὸν ἅγιο Ἀμφιλόχιο Μακρὴ τῆς Πάτμου διακρίθηκε
ὡς λύχνος ἐπὶ τὴν λυχνίαν γιὰ τὴν προσφορά του μὲ θεῖο ζήλο καὶ μοναχικὸ
φρόνημα ὡς πνευματικὸς πατέρας ποὺ δίδασκε τὴν νοερὰ προσευχή, ὅπως τὴν εἶχε
μάθει ἀπὸ τὸν ἅγιο Νεκτάριο καὶ ἄλλους ἡσυχαστὲς καὶ ὡς ἱεραπόστολος στὰ
Δωδεκάνησα κατὰ τοῦ ἰταλικοῦ προσηλυτισμοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ. Ζώντας ὀρθόδοξα ὡς
τὸ τέλος μέσα ἀπὸ σταθερὸ ἀσκητικὸ ἀγώνα καὶ θυσιαστικὴ ἀφιέρωση στὸ θέλημα τοῦ
Θεοῦ, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου ἀφήνοντας πίσω του πλήθος
πιστῶν ποτισμένων μὲ τὰ νάματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ ἐνισχυμένων μὲ
πλήθος πνευματικῶν ἐφοδίων.
Αὐτὸ ἄξιζε καὶ ὁ ἅγιος Δανιήλ ὁ Κατουνακιώτης, ὁ ἀπλανῆς,
διακριτικός, σοφὸς πνευματικὸς ὁδηγὸς ποὺ ἵδρυσε τὸ ἡσυχαστήριο τῆς ὅμώνυμης ἁγιορείτικης
ἀδελφότητας καὶ ἔδειξε σὲ πλήθος ἀνθρώπων τὴν ὀρθόδοξη ὁδὸ καὶ συμβούλεψε,
παρηγόρησε καὶ στήριξε πολλοὺς μὲ τὶς ἐπιστολὲς καὶ τὶς πραγμάτειές του, ἐνῶ
καθοδήγησε ἀπλανῶς μὲ τὴν ἀσκητικὴ ἐμπειρία του καὶ τὸν φωτισμένο νοῦ του,
μετέπειτα ἁγίες μορφές, ὅμως τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἡσυχαστή, διατηρώντας βαθιὰ
πνευματικὴ ἐπικοινωνία μὲ σύγχρονά του πνευματικὰ ἀναστήματα, ὅπως ὁ ἅγιος
Νεκτάριος, καὶ δικαίως λοιπὸν ἁγιοκατάχθηκε.
Ὁ ἅγιος Ἱωσήφ ἀμφισβητήθηκε ὡς πρὸς τοὺς ἡσυχαστικοὺς
τρόπους του, ὅπως καὶ τὶς ἐπιλογές του ἐν καιρῶ κινδυνευούσης τῆς πίστεως. Ὅμως
τὰ ὁράματά του καὶ τὰ θεία μηνύματα ποὺ τὸν κράτησαν σὲ κοινωνία μὲ τὸ Οἰκουμενικὸ
Πατριαρχεῖο, πληροφορώντας τον ὅτι «ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται στὸ Οἰκουμενικὸ
Πατριαρχεῖο στὴν Κωνσταντινούπολη» ἔχουν ἀποδειχθεῖ μέσα στὸ πέρασμα τοῦ χρόνου
καὶ μὲ τὴν ἐξέλιξη τῶν γεγονότων γνήσια καὶ οἱ ἐπιλογές του ἀπλανεῖς καὶ ὀρθές.
Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ἁγιοκαταταχθεῖ αὐτὸς ὁ γνήσιος ἀσκητῆς καὶ ἐφάμιλλος
τῶν ἁγίων μεγάλων ἀσκητῶν τοῦ παρελθόντος, ποὺ χάρη στὴν πνευματική του
καθοδήγηση ἀναδείχθηκαν μετέπειτα πνευματικὰ ἀναστήματα, ποὺ συνέβαλλαν
καθοριστικὰ στὴν σύγχρονη ἀναγέννηση τοῦ μοναχισμοῦ;
Δὲν ἦταν λοιπὸν ἐπόμενο τὸ πνευματικό παιδί του, ὁ ἅγιος
Ἐφραῖμ ὁ Κατουνακιώτης, ποὺ ἀναδειχθηκε γνήσιο τέκνο τῆς θεομίμητης θυσιαστικῆς
ὑπακοῆς, ποὺ τὸν κατέστησε μοναχικὸ ὑπόδειγμα, ἀλλὰ καὶ μιμητῆς τοῦ ἅγιου γέροντος
Ἰωσὴφ στὴν ἡσυχαστικὴ ζωή, νὰ καταταγεῖ καὶ αὐτὸς μεταξὺ τῶν Ἁγιορειτῶν Ἁγίων;
Σχετικὰ μὲ τὸν ἅγιο Ἱερώνυμο τὸν Σιμωνοπετρίτη, δὲν ἦταν
τόσο ὁ ἀσκητικὸς ζήλος, μὲ τὴν λιτὴ δίαιτα καὶ τὸν ὕπνο σὲ καθιστὴ θέση, ὅσο τὸ
ὅτι ὑπέμεινε σιωπηλὰ μὲ ταπείνωση καὶ προσευχὴ τὶς συκοφαντίες ἐναντίων του γιὰ
κακὴ οἰκονομικὴ διαχείριση, ποὺ εἶχαν ἀποτέλεσμα τὴν ἄδικη ἐκδίωξή του ἀπὸ τὸν ἡγουμενικὸ
θρόνο, ὅπως καὶ ἐπίσης καὶ ἡ μετέπειτα φιλανθρωπικὴ προσφορὰ του πρὸς τὸν
πλησίον καὶ ἡ πνευματικὴ στήριξη πλήθος πιστῶν μὲ αὐταπάρνηση καὶ ἀγάπη γιὰ
περισσότερο τῶν δυόμιση δεκαετιῶν μέχρι τέλους στὸ μετόχι τῆς Ἀναλήψεως, ποὺ τὸν
κατέστησε ἐφάμιλλο τῶν Ἁγίων.
3. Περὶ τῆς Ἁγιοκατάταξης
τοῦ Γέροντος Σωφρονίου τοῦ Ἔσσεξ.
Μένει ἄλλη μιὰ περίπτωση ἁγιοκατάταξης ὡς σήμερα, τὴν ὁποία
ἀφήσαμε τελευταία, γιατὶ σὲ αὐτὴ θὰ χρειαστεῖ νὰ ἐμμείνουμε παρακάτω
περισσότερο, αὐτὴ τοῦ γέροντα Σωφρονίου τοῦ
Ἔσσεξ. Αὐτὴ ἔχει τὴν ἰδιαιτερότητα ὅτι ἀντίθετα ἀπὸ τὶς ἄλλες παραπάνω
περιπτώσεις, ὅπου οἱ ἅγιοι γέροντες ἦταν Ἕλληνες καὶ χωρὶς νὰ ἔχουν προχωρήσει
στὰ γράμματα, ἐκτὸς τὸν Ἅγιο Δανιήλ ποὺ εἶχε ἀποφοιτήσει ἀπὸ τὴν Εὐαγγελικὴ Σχολὴ τῆς Σμύρνης, καὶ μᾶς ἄφησε
χειρόγραφές του ἐπιστολὲς καὶ πραγματεῖες, ὁ γέροντας Σωφρόνιος ἦταν Ρώσος, καὶ
εἶχε ἀποφοιτήσει ἀπὸ τὴν Κρατική Σχολή Καλῶν Τεχνῶν τῆς Μόσχας, ἀφήνοντάς μας
βιβλία καὶ ἐπιστολὲς ποὺ ὁ ἴδιος ἔγραψε.
Πολλὲς ἀμφιβολίες ἀκούστηκαν ἀπὸ διάφορες φωνὲς γιὰ τὴν
ἁγιότητα τοῦ πατρός, ποὺ ἔκφρασαν τὶς διαφωνίες τους γιὰ τὴν ἁγιοκατάταξή του,
πρὶν, ἀλλὰ καὶ μετά, ἀπὸ αὐτὴν. Παρακάτω θὰ παραθέσουμε τὰ βασικὰ σημεῖα ἀμφισβητήσεως
τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα τοῦ γέροντα καὶ ἀντίρρησεως στὴν ἁγιοκατάταξή του, ἐξηγῶντας
γιὰ κάθε ἕνα ποιὲς παρανοήσεις, ποιὰ ἄγνωστα σχετικὰ στοιχεῖα, ἀλλὰ καὶ ποιὲς
παραβλέψεις καὶ συγχύσεις λόγω ἀδυναμίας ἤ καὶ ἀπὸ σκόπιμη πρόθεση ὁδήγησαν στὸ
νὰ ἐκφραστοῦν τέτοιες ἀπόψεις.
1) Τὸ πρῶτο ἐρώτημα ποὺ ἔχει τεθεῖ εἶναι πῶς εἶναι
δυνατὸν ὁ γέροντας νὰ χειροτονηθεῖ, ἀφοῦ εἶχε γίνει βουδιστὴς καὶ οἱ ἱεροὶ
κανόνες ἀπαγορεύουν νὰ χειροτονηθεῖ ὅποιος ἔχει στὸ παρελθὸν ἀλλαξοπιστήσει. Ἡ
παρανόηση ἐδῶ εἶναι ὅτι ὁ γέροντας δὲν ἦταν ποτὲ βουδιστής, ἀλλὰ μόνο γιὰ ἕνα
μεγάλο χρονικὸ διάστημα (ὁκτῶ ἔτη) εἶχε ἐφαρμόσει τὴν βουδιστικὴ πρακτικὴ τοῦ διαλογισμοῦ,
πράγμα ποὺ συμβαίνει σήμερα ἀπὸ πολλοὺς βαπτισμένους Χριστιανούς, ποὺ ναὶ μὲν
βρίσκονται σὲ πλάνη, κάνοντας διαλογισμό, ὅμως αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ἔχουν ἀπαρνηθεῖ
τὴν πίστη τους καὶ ἔχουν γίνει βουδιστές.
Ὁ γέροντας παρασύρθηκε λόγω τῆς ὅλης κατάστασης, ὅταν ἦταν
νέος, ἀπὸ τὴν μιὰ τοῦ πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ὅπου ἑκατομμύρια νέοι ποὺ
πολεμοῦσαν στὸ Μέτωπο, καὶ ὄχι μόνο, ἔχαναν τὴν ζωή τους, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τῆς
κομμουνιστικῆς λαίλαπας ἐντὸς τῆς Ρωσίας, μὲ ἐπίσης πολλὰ ἑκατομμύρια νεκρούς, γεγονότα
τὰ ὁποία ἡ εὐαίσθητη ψυχή του δὲν μποροῦσε νὰ τὰ διαχειριστεῖ, καὶ ἔτσι
βρέθηκε, ὅπως καὶ ὅλος ὁ κόσμος, σὲ ψυχολογικό ἀδιέξοδο, μπροστὰ στὸ ὁποῖο
κατέφυγε στὶς βουδιστικὲς πρακτικές, μὴ γνωρίζοντας τὴν δαιμονική τους φύση.
Μάλιστα αὐτὴ ἡ νεανικὴ περιπέτειά του, καὶ ἡ βιωματικὴ γνώση ἐκ τῶν ἔσω, ποὺ ἀπέκτησε ἐξαιτίας της, σχετικὰ μὲ τὶς πλάνες τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν ποὺ ἐκμηδενίζουν τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, στὴ κίνησή τους πρὸς τὸ «Μὴ Ὄν», ὅταν πιὰ ὁ γέροντας ἐπέστρεψε πιὰ στὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας, μετὰ ἀπὸ τὴν προσευχή του μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ τὸν εἰσάκουσε, τὸν φώτισε καὶ τὸν ἐλευθέρωσε, καὶ τὴν μετάνοιά του μετὰ δακρύων ἐφ’ ὅρου ζωῆς ποὺ ἀκολούθησε, τότε μέσω τῶν βιβλίων του ὅπου κατέγραψε ὅλη του αὐτὴ τὴν θλιβερὴ ἐμπειρία βοήθησε πλήθος ἀνθρώπων, ὅταν ὁ νεοβουδισμός σάρωνε τὸν Δυτικὸ Κόσμο. Γιὰ παράδειγμα ὁ Κλάους Κένεθ ποὺ ἦταν Καθολικός, ἀλλὰ στράφηκε στὶς ἀνατολικὲς θρησκείες γιὰ νὰ βρεῖ τὴν ἀλήθεια, μετὰ τὴν χρόνια σεξουαλικὴ κακοποιησή του ἀπό Καθολικό ἱερέα, ὅταν μετὰ ἀπὸ πολλὲς ταλαιπωρίες καὶ δαιμονικὲς ἐπιθέσεις, γνώρισε τὸν γέροντα Σωφρόνιο, τὸν ἐλευθέρωσε ὁ Κύριος ἀπὸ τὶς ἀνατολικὲς πλάνες καὶ τὸν ὁδήγησε νὰ βαπτιστεῖ Ὀρθόδοξος Χριστιανός.
Μάλιστα αὐτὴ ἡ νεανικὴ περιπέτειά του, καὶ ἡ βιωματικὴ γνώση ἐκ τῶν ἔσω, ποὺ ἀπέκτησε ἐξαιτίας της, σχετικὰ μὲ τὶς πλάνες τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν ποὺ ἐκμηδενίζουν τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, στὴ κίνησή τους πρὸς τὸ «Μὴ Ὄν», ὅταν πιὰ ὁ γέροντας ἐπέστρεψε πιὰ στὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας, μετὰ ἀπὸ τὴν προσευχή του μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ τὸν εἰσάκουσε, τὸν φώτισε καὶ τὸν ἐλευθέρωσε, καὶ τὴν μετάνοιά του μετὰ δακρύων ἐφ’ ὅρου ζωῆς ποὺ ἀκολούθησε, τότε μέσω τῶν βιβλίων του ὅπου κατέγραψε ὅλη του αὐτὴ τὴν θλιβερὴ ἐμπειρία βοήθησε πλήθος ἀνθρώπων, ὅταν ὁ νεοβουδισμός σάρωνε τὸν Δυτικὸ Κόσμο. Γιὰ παράδειγμα ὁ Κλάους Κένεθ ποὺ ἦταν Καθολικός, ἀλλὰ στράφηκε στὶς ἀνατολικὲς θρησκείες γιὰ νὰ βρεῖ τὴν ἀλήθεια, μετὰ τὴν χρόνια σεξουαλικὴ κακοποιησή του ἀπό Καθολικό ἱερέα, ὅταν μετὰ ἀπὸ πολλὲς ταλαιπωρίες καὶ δαιμονικὲς ἐπιθέσεις, γνώρισε τὸν γέροντα Σωφρόνιο, τὸν ἐλευθέρωσε ὁ Κύριος ἀπὸ τὶς ἀνατολικὲς πλάνες καὶ τὸν ὁδήγησε νὰ βαπτιστεῖ Ὀρθόδοξος Χριστιανός.
Ἐπομένως ὁ ἅγιος γέροντας δὲν εἶχε κώλυμα ἱεροσύνης καὶ σὲ αὐτὸ συνάδει ὅτι εἶχε χειροτονηθεῖ διάκονος ἀπὸ τὸν ἅγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς, ἐνῶ χειροτονήθηκε ἱερέας στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παντελεήμονος ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ, ὅπου προφανῶς γνώριζαν πολὺ καλὰ ὅλο τὸ ἱστορικό του καὶ τὴν νεανικὴ περιπέτειά του.
Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος γέροντας Σωφρόνιος εἶχε γράψει σχετικὰ
μὲ τὴν ἱερωσύνη του: « Ἡ ἀγαθὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐπέτρεψεν εἰς ἐμὲ ἐπὶ δεκάδας ἐτῶν
νὰ τελῶ τὴν Θείαν Λειτουργίαν, καὶ ἐκάστην φοράν, ἐν αὐτῶ ἤ ἐκείνω τῶ μέτρω, ἠσθανόμην
τὴν συγκατάβασιν τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τὴν λατρείαν ταῦτην. Διὰ τῆς λειτουργικῆς προσευχῆς
ἡ ψυχὴ βυθίζεται ἐν τῶ ὠκεανῶ τῶν ἀνθρωπίνων παθημάτων. Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ
Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, λίαν καταστρεπτικοῦ διὰ τὴν Ρωσίαν, ὕστερον δὲ κατὰ
τὴν διάρκειαν τῶν πρώτων ἐτῶν τῆς Ρωσικῆς Ἐπαναστάσεως (μετὰ τοῦ ἀπεριγράπτου χάους
τοῦ ἐμφυλίου πολέμου), ἀπετυπώθησαν ἐν τὴ ψυχή μου ἐσαεῖ τὰ ἀπαράκλητα μαρτύρια
πολλῶν ἐκατομμυρίων ἀνθρώπων.
Ἐγὼ ὁ ἴδιος εὑρισκόμην ὑπὸ συνθήκας ἐνδεχομένου ὀλέθρου ἐν τῆ ἀνενδότω καὶ ἀνεξελέγκτω ἐκείνη θυέλλη (τοῦ Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου). Ὁ Κύριος ὅμως διὰ θαυμαστοῦ τρόπου διεφύλαξεν ἐμὲ ἀπὸ πάσης συμμετοχῆς εἰς τὸν πόλεμον τοῦτον. Οὐδέποτε ἐφόνευσά τίνα. Ὅτε δὲ ἤγγισεν ἡ ὥρα νὰ λάβω τὴν εὐλογίαν τῆς ἱερωσύνης, τότε δὲν εὕρισκον λόγους εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Θεόν μου διὰ τὸ τοσοῦτον ἐξαίρετον ἔλεος Αὐτοῦ πρὸς ἐμέ. Οὐχὶ μόνον δὲν ἔβαλον κατὰ τίνος, ἀλλὰ ἐλπίζω ὅτι καὶ εἰς οὐδένα ἐπέφερον ἐκουσίως ὀρατὴν βλάβην – ἐκτὸς ἐὰν εἶναι δυνατὸν νὰ θλίψωμεν τίνα ἐκ τῶν περὶξ ἡμῶν ζώντων καὶ μόνον ἐκ τοῦ ἁπλοῦ γεγονότος τῆς παρουσίας ἡμῶν. Ἔνεκα τούτου δὲν ὑπήρξεν ἐν ταῖς πράξεσι τῆς ζωῆς μου κανονικὸν κώλυμα διὰ τὴν ἀποδοχὴν τῆς ἱερωσύνης».
2) Τὸ δεύτερο ἐρώτημα ποὺ ἔχει τεθεῖ εἶναι περὶ τοῦ τρόπου ἵδρυσης τῆς Μονῆς, καθὼς σὲ αὐτὴ ἐγκαταβιώνουν ἐκπρόσωποι καὶ τῶν δύο φύλων, πράγμα ρητῶς ἀπαγορευμένο ἀπὸ τοὺς ἱεροῦς κανόνες καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ὡς σαφῶς γνωστόν. Ὡστόσο ἡ δημιουργία τῆς ἱερᾶς μονῆς μὲ τὴν παρούσα μορφὴ ἔγινε ἀναμφισβήτητα ἐξ’ ἀνάγκης, κάτω ἀπὸ τὴν εὐλογία τῆς προϊσταμένης ἀρχῆς, ποὺ συμμερίστηκε τὸ πρόβλημα ποὺ ὑπήρχε γιὰ νὰ γίνει ἡ μονὴ κατὰ τὴν παράδοση καὶ τὸ ὁποῖο ἔγγειται στὴν ἰδιότυπη ἀντίληψη τῶν Ἄγγλων γιὰ τὰ δύο φύλα. Αὐτὴ γίνεται ἀντιληπτὴ ἄν ἀναλογιστοῦμε τὴν θέση τους γιὰ τὶς γυναίκες μέσα στὴν θρησκεία, ὅπου τοὺς ἦταν ἀδύνατον νὰ δεχθοῦν ὅτι μποροῦν σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς ἄνδρες νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὴν ἱερωσύνη, ἀλλὰ καὶ τὴν περαιτέρω «τόλμη» τῶν Ἀγγλικανῶν νὰ θεωρήσουν ὡς κάτι φυσικὸ καὶ ἀποδεκτὸ τὴν κατάσταση τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Ἔτσι, ἡ πιθανὴ φυλετικὴ διάκριση σὲ ἕνα «ἀνδρικὸ» μοναστήρι ποὺ βρίσκεται ἀνάμεσά τους, θὰ ἀποτελοῦσε γιὰ τοὺς Ἄγγλους πρόκληση καὶ δύσκολα θὰ τὸ ἀποδέχονταν εἰρηνικά, ὅπως ἀντιθέτως μπόρεσε νὰ συμβεῖ ὅταν στὸ ἴδιο μοναστήρι παρουσιάστηκαν νὰ μονάζουν κάποιοι καὶ ἀπὸ τὰ δύο φύλα. Αὐτὸ βέβαια μποροῦσε νὰ γίνει μόνο μὲ τὸν μεγάλο προσωπικὸ ἀγώνα τοῦ γέροντα καὶ τὴν ἄνωθεν εὐλογία καὶ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ γίνει τελικὰ εὐπρεπῶς, προσεκτικῶς καὶ ἐπιτυχῶς. Τὸ ἐγχείρημα ἦταν γιὰ τὸν γέροντα Σωφρόνιο μιὰ ἐξαίρεση ποὺ δὲν εἶναι κατάλληλη πρὸς μίμηση, ποὺ ἔγινε ἐξ’ ἀνάγκης, ὥστε νὰ μπορέσει νὰ ὑπάρξει αὐτὴ ἡ ὅασις τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν μέσω μιὰς πνευματικῆς ἀφιλόξενης ἐρήμου. Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Γέροντας ἔλεγε ὅτι ὁ τύπος τῆς Μονῆς πού ἵδρυσε δέν εἶναι κάτι τό συνηθισμένο καί ὅτι δέν τόν συστήνει, οὔτε τόν ἐπιβάλλει ὡς πρότυπο σέ κανένα. Ὑπήρξε ἀποτέλεσμα μιᾶς ἀνάγκης σέ ἕνα ὁρισμένο τόπο καί χρόνο.
Ἐγὼ ὁ ἴδιος εὑρισκόμην ὑπὸ συνθήκας ἐνδεχομένου ὀλέθρου ἐν τῆ ἀνενδότω καὶ ἀνεξελέγκτω ἐκείνη θυέλλη (τοῦ Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου). Ὁ Κύριος ὅμως διὰ θαυμαστοῦ τρόπου διεφύλαξεν ἐμὲ ἀπὸ πάσης συμμετοχῆς εἰς τὸν πόλεμον τοῦτον. Οὐδέποτε ἐφόνευσά τίνα. Ὅτε δὲ ἤγγισεν ἡ ὥρα νὰ λάβω τὴν εὐλογίαν τῆς ἱερωσύνης, τότε δὲν εὕρισκον λόγους εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Θεόν μου διὰ τὸ τοσοῦτον ἐξαίρετον ἔλεος Αὐτοῦ πρὸς ἐμέ. Οὐχὶ μόνον δὲν ἔβαλον κατὰ τίνος, ἀλλὰ ἐλπίζω ὅτι καὶ εἰς οὐδένα ἐπέφερον ἐκουσίως ὀρατὴν βλάβην – ἐκτὸς ἐὰν εἶναι δυνατὸν νὰ θλίψωμεν τίνα ἐκ τῶν περὶξ ἡμῶν ζώντων καὶ μόνον ἐκ τοῦ ἁπλοῦ γεγονότος τῆς παρουσίας ἡμῶν. Ἔνεκα τούτου δὲν ὑπήρξεν ἐν ταῖς πράξεσι τῆς ζωῆς μου κανονικὸν κώλυμα διὰ τὴν ἀποδοχὴν τῆς ἱερωσύνης».
2) Τὸ δεύτερο ἐρώτημα ποὺ ἔχει τεθεῖ εἶναι περὶ τοῦ τρόπου ἵδρυσης τῆς Μονῆς, καθὼς σὲ αὐτὴ ἐγκαταβιώνουν ἐκπρόσωποι καὶ τῶν δύο φύλων, πράγμα ρητῶς ἀπαγορευμένο ἀπὸ τοὺς ἱεροῦς κανόνες καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ὡς σαφῶς γνωστόν. Ὡστόσο ἡ δημιουργία τῆς ἱερᾶς μονῆς μὲ τὴν παρούσα μορφὴ ἔγινε ἀναμφισβήτητα ἐξ’ ἀνάγκης, κάτω ἀπὸ τὴν εὐλογία τῆς προϊσταμένης ἀρχῆς, ποὺ συμμερίστηκε τὸ πρόβλημα ποὺ ὑπήρχε γιὰ νὰ γίνει ἡ μονὴ κατὰ τὴν παράδοση καὶ τὸ ὁποῖο ἔγγειται στὴν ἰδιότυπη ἀντίληψη τῶν Ἄγγλων γιὰ τὰ δύο φύλα. Αὐτὴ γίνεται ἀντιληπτὴ ἄν ἀναλογιστοῦμε τὴν θέση τους γιὰ τὶς γυναίκες μέσα στὴν θρησκεία, ὅπου τοὺς ἦταν ἀδύνατον νὰ δεχθοῦν ὅτι μποροῦν σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς ἄνδρες νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὴν ἱερωσύνη, ἀλλὰ καὶ τὴν περαιτέρω «τόλμη» τῶν Ἀγγλικανῶν νὰ θεωρήσουν ὡς κάτι φυσικὸ καὶ ἀποδεκτὸ τὴν κατάσταση τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Ἔτσι, ἡ πιθανὴ φυλετικὴ διάκριση σὲ ἕνα «ἀνδρικὸ» μοναστήρι ποὺ βρίσκεται ἀνάμεσά τους, θὰ ἀποτελοῦσε γιὰ τοὺς Ἄγγλους πρόκληση καὶ δύσκολα θὰ τὸ ἀποδέχονταν εἰρηνικά, ὅπως ἀντιθέτως μπόρεσε νὰ συμβεῖ ὅταν στὸ ἴδιο μοναστήρι παρουσιάστηκαν νὰ μονάζουν κάποιοι καὶ ἀπὸ τὰ δύο φύλα. Αὐτὸ βέβαια μποροῦσε νὰ γίνει μόνο μὲ τὸν μεγάλο προσωπικὸ ἀγώνα τοῦ γέροντα καὶ τὴν ἄνωθεν εὐλογία καὶ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ γίνει τελικὰ εὐπρεπῶς, προσεκτικῶς καὶ ἐπιτυχῶς. Τὸ ἐγχείρημα ἦταν γιὰ τὸν γέροντα Σωφρόνιο μιὰ ἐξαίρεση ποὺ δὲν εἶναι κατάλληλη πρὸς μίμηση, ποὺ ἔγινε ἐξ’ ἀνάγκης, ὥστε νὰ μπορέσει νὰ ὑπάρξει αὐτὴ ἡ ὅασις τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν μέσω μιὰς πνευματικῆς ἀφιλόξενης ἐρήμου. Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Γέροντας ἔλεγε ὅτι ὁ τύπος τῆς Μονῆς πού ἵδρυσε δέν εἶναι κάτι τό συνηθισμένο καί ὅτι δέν τόν συστήνει, οὔτε τόν ἐπιβάλλει ὡς πρότυπο σέ κανένα. Ὑπήρξε ἀποτέλεσμα μιᾶς ἀνάγκης σέ ἕνα ὁρισμένο τόπο καί χρόνο.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ
θὰ πρέπει νὰ διευκρινήσουμε ὅτι τὰ κελιὰ τῶν μοναζουσῶν εἶναι σὲ διαφορετικὸ κτίριο
καὶ σὲ ἀπόσταση, ἀπὸ τὸ κτίριο ποὺ βρίσκονται τὰ κελιὰ τῶν πατέρων, ἀλλὰ καὶ τὰ
διακονήματα εἶναι διαφορετικά. Βρίσκονται μαζὶ μόνο στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν
τράπεζα. Εἶναι χαρακτηριστικὰ τὰ ὅσα ἔχει
γράψει γιὰ τὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου στόν Ἔσσεξ ὁ ἴδιος ὁ Οἰκουμενικός
Πατριάρχης: «Ἐκεῖ, ὑπό τήν εὐλογίαν καί σκέπην τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, ἥν ὑπερηγάπα
καί βαθέως ἐσέβετο, ἵδρυσεν ἀληθῶς μίαν ʺκαινήν πολιτείανʺ, ἕν νέον ὑπερῷον τῆς
Πεντηκοστῆς, ἔνθα μοναχοί καί ἁπλοῖ πιστοί ἐκ διαφόρων ἐθνῶν, γλωσσῶν καί
παραδόσεων, συνήρχοντο καί συνέρχονται ἄχρι τοῦδε ἐπί τό αὐτό, ζῶντες καί ἀναπνέοντες
διά τοῦ ὀνόματος τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ
καί διά τῆς μετοχῆς εἰς τό κοινόν ποτήριον». Στὴν Ἱερὰ Μονὴ ποὺ ἵδρυσε ὁ ἅγιος Γέροντας
βιώνεται ἡ Ἡσυχαστικὴ Παράδοση μὲ τὸ ἀσκητικὸ πνεῦμα καὶ τὴν νοερὰ προσευχή, ποὺ
τὴν κάνει ἐφάμιλλη μὲ τὶς πιὸ ἀσκητικὲς μονὲς τῆς Ἑλλάδος, καὶ μέσα σὲ αὐτὴν τὴν ἡσυχαστικὴ καὶ
ταπεινή, πλὴν ὅμως ζεστή, ἀτμόσφαιρα ἔλκεται πλήθος πιστῶν, ποὺ γνωρίζουν πολὺ
καλὰ ὅτι ἐκεῖ δὲν μπορεῖ νὰ σταθεῖ κανένας λόγος καὶ δικαίωμα σκανδάλου, παρὰ
μόνο αὐτὸς ὁ τόπος προξενεῖ τὴν ἀνάπαυση καὶ τὴν ἀγάπη ἐκ βάθους καρδίας .
3) Τὸ τρίτο σημεῖο ἀμφισβητήσεως ἀφορὰ τὴν σχέση τοῦ ἅγιου
Γέροντος μὲ τὸν Δαυίδ Μπάλφουρ, ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἐνῶ βαπτίστηκε Ὀρθόδοξος, ἔγινε
μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε ἱερέας, στὴν συνέχεια ἐγκατέλειψε τὴν ἱεροσύνη, ἀλλὰ
καὶ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἐργαζόταν γιὰ τὰ συμφέροντα τῆς πατρίδας του Ἀγγλίας στὶς
ὑπηρεσίες πληροφοριῶν, ἔχοντας μάλιστα παντρευτεῖ καὶ ἀποκτήσει ἕνα παιδί, χωρὶς
ὁ γέροντας νὰ παύσει νὰ ἐπιμένει στὴν ἀγάπη του πρὸς αὐτόν. Πολλοὶ ἔχουν ἰσχυριστεῖ
ὅτι ὁ πράκτορας τῆς «Ἰντέλιτζενς Σέρβις» ἦταν ἤδη πράκτορας, ὅταν διακονοῦσε ὡς
ἱερέας, καὶ μετέφερε ὅσα μάθαινε ἀπὸ τὶς ἐξομολογήσεις τῆς βασιλικῆς οἰκογένειας
στοὺς Ἄγγλους, ἦ ἄλλοι ἔχουν διαδώσει ὅτι ὁ παπά Δημήτρης, ὅπως λεγόταν, δὲν χειροτονήθηκε
στὴν πραγματικότητα ποτέ. Πολλοὶ πάλι τὸν κατηγόρησαν ὅτι εὐθύνεται καὶ γιὰ τὴν
αυτοκτονία τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἀλεξάνδρου Κορυζὴ καὶ ἄλλοι ὅτι ἔπαιξε ρόλο στὰ
Δεκεμβριανά. Πρὶν ἀπὸ τὴν Συμφωνία τῆς Βάρκιζας ἀποκαλύφθηκε ὅτι δὲν ἔπαψε νὰ
συνομιλεῖ μὲ ἐξέχοντα σχετικὰ τῶν τότε γεγονότων πρόσωπα. Κάποιοι ὑποστήριξαν ὅτι
ἔπαιξε ὕποπτο ρόλο καὶ στὸ σχηματισμὸ τῆς κυβέρνησης συνασπισμού, ὑπὸ τὸν ἄλλοτε
διοικητὴ τῆς Ἐθνικῆς Τράπεζας, Δημήτρη Μάξιμο. Ὁ παπα Δημήτρης πέταξε τὰ ράσα, ὅταν
ἀναχώρησε μὲ τὸ τελευταῖο πρὸς ἐκκένωση ἰστιοφόρο,
τὸ «Κορινθία», ἀπὸ Πειραιὰ πρὸς Κάιρο, πέντε μέρες πρὶν μποῦν στὴν Ἀθήνα οἱ
Γερμανοί, μάλλον ὅταν εἶχε φθάσει στὸν προορισμό του, ὅπου ἔμεινε μέχρι τὴν ἀπελευθέρωση,
ξαναγυρνώντας τότε γιὰ νὰ συνεχίσει τὴν δράση του ὡς στέλεχος τῆς Βρετανικῆς
Πρεσβείας.
Ὁ Δαυὶδ Μπάλφουρ ἀποτελεῖ, πραγματικά, μία τραγικὴ φιγούρα.
Κάποτε ὁ ἴδιος ὁμολόγησε: «Ἡ ζωή μου εἶναι μία θλιβερὴ ἀμφιταλάντευση» καὶ ἀκόμα
στὸ ἀποκορύφωμα: «Ἔχασα τὴν πίστη ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ μόνη ποὺ
κατέχει τὴν ἀλήθεια σὲ ὅλο τὸ πλήρωμά της». Τὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν τὰ
χαρακτήρισε ὡς «χρόνια τελείας ἀθεΐας». Παρόλα αὐτὰ σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν δύσκολη γι’
αὐτὸν περίοδο ὁ
Γέροντας Σωφρόνιος δὲν ἔπαψε νὰ προσεύχεται γι’ αὐτόν, νιώθοντας ὅτι ἔχει εὐθύνη γιὰ τὴν ψυχή τοῦ Μπάλφουρ. Αὐτὴν τὴν σχέση του μὲ τὸν Μπάλφουρ,
πολλοὶ δὲν τὴν κατενόησαν καὶ δὲν τὴν εἶδαν μὲ καλὸ μάτι, φθάνοντας νὰ ὑποπτευθοῦν
ἀκόμα καὶ τὸν γέροντα μπροστὰ στὰ ὅσα διέπραττε τὸ ἀγαπητό του αὐτὸ πρόσωπο, ποὺ
ἔφθαναν νὰ προβάλλονται ἐνίοτε ὡς ἐγκλήματα κατὰ τῆς δικῆς μας πατρίδας. Ἔφθασε
ὡς καὶ νὰ ἀκουστεῖ ὅτι ὁ γέροντας ἦταν πράκτορας τῶν Ἐγγλέζων. Ὅμως τὸ θαῦμα ἔγινε
καὶ μετὰ ἀπὸ 22 χρόνια, τὸ 1962, ὁ Μπάλφουρ ἦρθε μὲ τὶς ἐνδάκρυες εὐχὲς τοῦ
γέροντα σὲ ἐπίγνωση καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Κυρίου, ποὺ δέχεται τοὺς πάντες μετανοοῦντες
ἐπανήλθε, παρακαλῶντας νὰ γίνει ἀποδεκτὸς στὴν Μητέρα ὅλων μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία
ὡς λαϊκὸς πλέον. Ὁ πατέρας Νικόλαος στὴν Ἱερὰ Μονὴ στὸ Ἔσσεξ σημειώνει: «Ἀπὸ ἐκείνη
τὴν στιγμὴ ὡς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ὁ Μπάλφουρ φρόντιζε μὲ κάθε ἐπιμέλεια τὴν
πίστη του στὴν Ὀρθοδοξία, μεταλαμβάνοντας συχνὰ τῶν ἁγίων τοῦ Χριστοῦ
μυστηρίων. Πολλοὶ θυμοῦνται τὰ καυτὰ δάκρυα μετανοίας, ποὺ ἔχυνε στὴ θεία
Λειτουργία. Ἀπὸ τότε ἀνανεώθηκε καὶ ἡ πνευματικὴ ἐπαφή του μὲ τὸν γέροντα Σωφρόνιο».
Ὁ ἅγιος γέροντας Σωφρόνιος γιὰ τὸν ἀγώνα ποὺ ἔκανε νὰ τὸν κερδίσει γράφει: «Ἡ ἐμπειρία
τῆς πνευματικῆς πατρότητος εἶναι ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρουσα, ἀλλὰ ἡ ἄσκησή της,
δηλαδὴ ὁ ἀγώνας στὴν καρδία τοῦ ἀδελφοῦ ἐνάντια στὸ πάθος ποὺ τὸν βασανίζει, ὑπερβολικὰ
δύσκολη. Μὲ ἄλλα λόγια εἶναι ἀνάγκη
νὰ τὸν δεχθεῖς στὴν καρδία σου καὶ νὰ ζήσεις τὸν πειρασμό του ὡς προσωπικὰ δικό
σου». Στὸν Μπάλφουρ τοῦ ἀπεύθυνε ὁ Γέροντας τὰ ἐξῆς λόγια τοῦ Ἁγίου
Συμεῶν τοῦ Νέου Θεολόγου: «διὰ πολλῆς ὑπομονῆς καὶ πόνου σφοδροῦ, καὶ καθημερινῶν
δακρύων, ἀγκαλὰ καὶ σὺ δὲν ἐγνώρισες κανένα ἀπὸ τούτα ὅπου ἐδοκίμασα ἐγὼ διὰ σέ».
Ἡ ἀγάπη τοῦ Ἅγιου γέροντα ἔφθανε στὸν τάφο καὶ πέρα ἀπὸ αὐτόν: «Σᾶς ὑπόσχομαι ὅτι θὰ προσεύχομαι γιὰ σᾶς
ὡς τὸν τάφο καί, ἄν ὁ Κύριος δώσει σὲ μένα τὸν ἄθλιο τέτοια χάρη, τότε καὶ μετὰ
τὸν θάνατό μου θὰ προσεύχομαι γιὰ σας, ὡς τὴν πιὸ ἀγαπητὴ καὶ συγγενὴ σὲ
μένα ψυχή».
Ὅταν εἶχε πιὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἐκκλησία ὁ Μπάλφουρ συνέχιζε νὰ
μαθαίνει τί λεγόταν γι’ αυτόν στὴν Ελλάδα καὶ εἶχε πολλὲς φορὲς σκεφθεῖ νὰ ἀπαντήσει
στὶς ὑπερβολικὲς κατηγορίες – συκοφαντίες αυτές, ὅπως ἔγραψε σὲ ἐπιστολή του πρὸς
τὸν πρώην Ἀρχιεπίσκοπο Θυατείρων κ. Μεθόδιο καὶ μετέπειτα Μητροπολίτη Πισιδίας:
«Είμαι 85 ετών (ἑνάμιση χρόνο πρὶν κοιμηθεῖ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1989) καὶ τὰ
τελευταία 42 χρόνια ὑπήρξα ἀντικείμενο τῆς πιο χυδαίας συκοφαντίας, ἡ ὁποία, ἀνθρωπίνως
εἰπεῖν, ἔχει καταστρέψει ἀνεπανόρθωτα τὴν ζωή μου. Ἐν τούτοις, ὑπακούοντας στὸν
πνευματικό μου πατέρα, τὸν Ἀρχιμανδρίτη Σωφρόνιο, δὲν ἔχω ποτὲ ἀνταπαντήσει ἤ ἐκστομίση μιὰ
λέξη γιὰ αὐτοάμυνα, ἀλλὰ ἔχω μάθει νὰ παίρνω κυριολεκτικῶς κατὰ λέξη τοὺς λόγους
τοῦ Χριστοῦ: “Μακάριοι ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν
πονηρὸν ρήμα καθ’ ὑμῶν ψευδόμενοι ἔνεκεν ἐμοῦ» (Μτ.
5, 11). Ὁ Μητροπολίτης Πισιδίας εἶχε γράψει: «Ἀπέβαλε τὸ ἱερατικὸ σχήμα, γιατὶ ἔχασε τὴν πίστη του. Ὅταν ἀνάνηψε
καὶ ἤθελε νὰ ἐπανέλθει στὴν ἐνεργὸ διακονία τῆς ἱερωσύνης ἦταν ἀδύνατο, γιατὶ
στὸ μεταξὺ εἶχε συνάψει πολιτικὸ γάμο. Ἡ γυναίκα του, μοῦ εἶπε τὸν ἀπειλοῦσε πῶς
θ’ αὐτοκτονοῦσε, ἐὰν τὴν ἐγκατέλειπε γιὰ νὰ μείνει Μοναχός. Ἔτσι παρέμεινε
μετέωρος μέχρι τοῦ θανάτου του. Μοὺ
ζήτησε νὰ τὸν ἐπαναφέρω στὴν ἐνεργὸ ἱερωσύνη καὶ τὸν παρέπεμψα στὸ Ρῶσο
Μητροπολίτη Ἀντώνιο, γιατὶ ἦταν κληρικὸς τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀπάντηση ἦταν, φυσικά, ἀρνητική. Ἐρχότανε τακτικὰ
στὴν Θ. Λειτουργία στὴν Ὀξφόρδη μὲ τὸ πρόσφορό του καὶ τὰ ὀνόματα γιὰ νὰ
μνημονευθοῦν στὴν Ἱερὰ Προσκομιδή. Εἶχε μετανοιώσει πικρά, γιατὶ ἐξέπεσε τοῦ ἱερατικοῦ
ὑπουργήματος. Ἔχω μερικὰ γράμματά του στὸ ἀρχεῖο μου. Παρακαλῶ τὸν Κύριο νὰ τὸν
συγχωρήσει».
Συμπερασματικά, ὁ ἅγιος
Γέροντας ἔκανε τὰ πάντα μὲ τὴν προσευχή του καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ νὰ ἐπαναφέρει
μὲ μετάνοια στὴν Ὀρθοδοξη Ἐκκλησία τὸν Δαυίδ Μπάλφουρ καὶ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ
τὰ κατάφερε. Ὅμως γιὰ νὰ τὸ πετύχει αὐτὸ πέρασε στὴν διάρκεια τοῦ μακροχρόνιου ἀγώνα
του μέσα ἀπό πολλὲς πνευματικὲς καταστάσεις, γεγονὸς ποὺ τὸν κατέστησε ἰκανὸ
πλέον νὰ μπορεῖ νὰ καθοδηγεῖ ἔμπειρα μὲ διάκριση τὰ πνευματικὰ του παιδιά, ποὺ
τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἠ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
4) Τὸ ἐπόμενο ζήτημα ποὺ ἔχει τεθεῖ ἀφορὰ τὰ μέλη τῆς ECOF, τὰ ὁποία ἔγιναν ἀποδεκτοὶ
νὰ κοινωνοῦν στὴν Ἱερὰ Μονὴ στὸ Ἔσσεξ, χωρὶς νὰ εἶναι σὲ κοινωνία μὲ τὴν Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία - μόνο νὰ κοινωνοῦν καὶ ὄχι νὰ συλλειτουργοῦν. Στὴ μελέτη μας «Ὀρθοδοξία
ἀλὰ Λατινικά (ἤ Δυτικοῦ Τυπικοῦ)» ἀναφέρουμε γιὰ τὴν ECOF («l'Église Orthodox
Catholique de France» - «Ἐκκλησία Ὀρθόδοξη Καθολικὴ τῆς Γαλλίας») ὅτι σὲ αὐτὴν ὁδήγησαν οἱ προσπάθειες γιὰ τὴν ἵδρυση μιὰς δυτικοῦ
τυπικοῦ Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἤδη ἀπὸ τὸν 19ο αἰῶνα. Στὴν Γαλλία τὸ ἔργο
ἄρχισε νὰ παίρνει «σάρκα καὶ ὀστὰ» μὲ τὸν Winnaert καὶ τοὺς διαδόχους του Eugraph Kovalevsky καὶ τὸν Lucien Chambault, ὑπὸ τὴν σκέπη τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Kovalevsky ἑτοίμασε γιὰ τὸ δυτικὸ τυπικὸ τὴν θεία λειτουργία του Αγίου Γερμανού τοῦ
Παρισιοῦ, μέχρι ποὺ τὸ 1953 διακόπηκε ἡ κοινωνία μὲ τὴν Ρωσικὴ Ἐκκλησία,
καθὼς αὐτὴ ζήτησε τὴν υἱοθέτηση τοῦ ἀνατολικοῦ τυπικοῦ. Ἡ κοινωνία ἐπανήλθε μὲ
τὴν Ρωσικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Ἐκτὸς Ρωσίας (ROCOR) ἀπὸ τὸ 1959 ἔως τὸ 1966
χάρη στὸ Μητροπολίτη Anastasy Gribanovsky καὶ εἶχε ποιμενάρχη της τὸν ἐκπρόσωπο τῆς ROCOR στὴ Δυτικὴ Εὐρώπη Ἀρχιεπίσκοπο John Maximovich καὶ τότε ἡ δυτικοῦ τυπικοῦ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία τῆς Γαλλίας μετονομάστηκε ἀπὸ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Γαλλίας σὲ ECOF. Τὸ 1964 ὁ Κοβαλέβσκι χειροτονήθηκε
ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπ. Ἰωάννη Μαξίμοβιτς, ποὺ ἔχει πλέον ἁγιοκαταταχθεῖ ἀπὸ τὴν Ἱερὰ
Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, σὲ ἐπίσκοπο, λαμβάνοντας τὸ νέο ὄνομα Ἰωάννης –
Νεκτάριος. Μετά τὸν θάνατο τοῦ Μαξίμοβιτς τὸ 1966, ὁ Κοβαλέβσκι ἔμεινε ἐκτὸς
κανονικῶν ὁρίων μέχρι τὸ θάνατό του τὸ 1970.
Τὸ 1972, ἡ ECOF ξαναβρήκε τὴν κανονικότητά της ὑπὸ
τὴν σκέπη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας. Τότε, ὁ Gilles
Bertrand-Hardy χειροτονήθηκε ὡς ἐπίσκοπός της μὲ τὸ ὄνομα Γερμανὸς τοῦ Saint-Denis. Τὸ 1993, μετὰ ἀπὸ μακρόχρονη σύγκρουση μὲ τὴν Σύνοδο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας σχετικά μὲ θεωρούμενες κανονικὲς παρατυπίες ἐντός τῆς ECOF, ἡ πρώτη ἀπέσυρε τὴν εὐλογία της ἀπὸ τὴν δεύτερη καὶ ἔτσι διεκόπει ἡ μεταξύ τους κοινωνία. Ἄν καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας ἔπαυσε τὸν Bertrand-Hardy ἀπὸ ὅλα τὰ ἱερατικά του καθήκοντα, ἀπόφαση ποὺ δὲν ἔγινε ποτὲ ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴν ECOF, ὡστόσο δημιούργησε μιὰ ἱεραρχικὴ θέση ὑπὸ τὸν ἀδελφὸ τοῦ Bertrand-Hardy, Ἀρχιεπίσκοπο Γρηγόριο, γιὰ νὰ ὑπηρετήσει ἐκεῖνες τὶς ἐνορίες, ποὺ ἐπέλεξαν νὰ παραμείνουν σὲ κοινωνία μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας. Ἐπίσης κάποιες ἐνορίες τοῦ ECOF χωρίστηκαν ἀπὸ αὐτό καὶ ἦρθαν σὲ κοινωνία μὲ τὴν γαλλικὴ ἐπισκοπὴ τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Μετὰ ἀπὸ ὅλα τὰ παραπάνω γίνεται σαφὴ ἡ πολυκύμαντη πορεία τῶν μελῶν τῆς ECOF, μέσα ἀπὸ ἕνα ἀγώνα νὰ ἔρθουν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, ποὺ σὲ ἄλλες χρονικὲς στιγμὲς φαίνεται νὰ τοὺς εὐνοοῦν οἱ σχετικὲς συνθήκες καὶ τὰ ἀρμόδια πρόσωπα καὶ κάπως νὰ τὸ πετυχαίνουν, ἐνῶ σὲ ἄλλες χρονικὲς στιγμὲς μέσα ἀπὸ πιὸ δυσχερεῖς καταστάσεις παρουσιάζονται πάλι νὰ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας. Τὸ ἐγχείρημά τους γιὰ μιὰ δική τους αὐτόνομη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴν Γαλλία, ὅπου θὰ μποροῦν νὰ ἔχουν τὸ δικό τους τυπικό, εἶναι ὁπωσδήποτε κάτι πολὺ δύσκολο, καὶ γι’ αὐτό, ἐνῶ ἀναμφίβολα ὑπάρχουν ἀνάμεσά τους πολλοὶ καλοπροαίρετοι νὰ δεχθοῦν τὴν Ὀρθοδοξία, ὡστόσο καθὼς πάνε νὰ προχωρήσουν ἔχουν σημαντικὲς ἀστοχίες καὶ δὲν μποροῦν νὰ κάνουν σημαντικὰ βήματα στὴν πνευματική τους πρόοδο.
Ἀπὸ ὅλα τὰ παραπάνω μπορεῖ ὁ καθένας νὰ κατανοήσει τὴν στάση τοῦ ἅγιου γέροντα Σωφρόνιου ἀπέναντι στὰ μέλη τῆς ECOF, ποὺ πολλὲς φορὲς ἐπισκέπτονταν τὸ μοναστήρι του, ὁ ὁποῖος ἤθελε νὰ τοὺς βοηθήσει στὴν δραματικὴ πορεία τους πρὸς στὴν Ὀρθοδοξία καὶ μέσα στὴν συνεχὴ παλινδρόμησή τους νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ νιώθουν οἰκείοι στὴν Ὀρθοδοξία καὶ ὄχι ξένοι, ὥστε νὰ ἐδραιωθοῦν σὲ αὐτή, ὅπως ἐμπράκτως δείχνουν τὴν καλὴ διάθεση ὅτι θέλουν νὰ κάνουν. Ἔτσι ἐνεργοῦσαν οἱ ἅγιοι
Πατέρες σὲ τέτοιες περιπτώσεις μέσα σὲ ὅλη τὴν ἐκκλησιαστική μας παράδοση. Ἄλλωστε
ὁ τρόπος ποὺ ὁ ἅγιος Γέροντας τοὺς δέχθηκε ἦταν μὲ εὐλογία ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ
Πατριαρχεῖο καὶ σὲ συμφωνία μὲ τὴν Διορθόδοξο Ἐπισκοπικὴ Ἐπιτροπὴ στὴν Γαλλία, ἀλλὰ
καὶ μὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Θυατείρων, ὅπως ὁ ἴδιος ἔχει ἐξηγήσει: «Ἡμεῖς πάντοτε
καὶ ἐν παντὶ ἐδράσαμεν συμφώνως τῶν ὁδηγιῶν τῆς ὑπευθύνου Μητρὸς Ἐκκλησίας, οὐδέποτε
καὶ ἐν οὐδενὶ ἐκκλησιαστικῶ ζητήματι λαβόντες ἰδίαν πρωτοβουλίαν. Αἱ σχέσεις ἡμῶν
μετὰ τῶν μελῶν ἐκείνων τῆς καλουμένης Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τὰ ὁποία
κατὰ καιροῦς ἐπισκέπτονται τὸ Ἱερὸν ἡμῶν Κοινόβιον, διέπονται ὑπὸ τῶν
κατευθυντηρίων γραμμῶν, ἄτινας ἐχάραξεν ἡ Διορθόδοξος ἐν Γαλλία Ἐπισκοπικὴ Ἐπιτροπὴ
ἐσχάτως δ’ ἐπαναδιετύπωσεν ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ κ. Στέφανος,
Βοηθὸς τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γαλλίας κ. Ιερεμίου (βλ. SOP, Nο
133, Δεκ. 1988, σ. 2-3). Ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου συνεννοήθημεν κατ’ Ἰούνιον τοῦ
1975 ἤδη μετὰ τοῦ τότε Μητροπολίτου Γαλλίας κ. Μελετίου, ἀνακύψαντος δὲ πρὸ
διετίας προβλήματός τινός, ἐζητήσαμεν καὶ αὔθις, δι’ ἐπιστολῆς ἡμῶν ἀπὸ 24ης Ἰουλίου 1987, ὁδηγίας παρὰ τοῦ ἀμέσου
προκατόχου Ὑμῶν ἐν τῶ Θρόνω Θυατείρων, Σεβασμιωτάτου κ. Μεθοδίου πράξαντες εἶτα
κατὰ τὴν ἐκείνου γνώμην».
5) Τὸ πέμπτο σημεῖο ἀμφισβητήσεως πρόκειται γιὰ τὸ ὅτι
ὁ ἅγιος γέροντας Σωφρόνιος παρευρέθηκε στὴν Πατριαρχικὴ Θεία Λειτουργία στις 12
Νοεμβρίου 1967, ὅπου ἦταν παρῶν καὶ ὁ Ἀγγλικανὸς Ἀρχιεπίσκοπος καὶ ἐπέτρεψε αὐτοῦ
ὁ τότε Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας νὰ συνευλογήσει μαζί του τὸ ποίμνιο.
Κατ΄ ἀρχὴν δὲν μποροῦμε νὰ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Γέροντας
γνώριζε ἐκ τῶν προτέρων τὴν παρουσία Ἀγγλικανοῦ «Ἀρχιεπισκόπου» στὴν Θεία
Λειτουργία ἤ πολὺ περισσότερο ὅτι θὰ τοῦ ἐπέτρεπε ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης νὰ συμμετέχει
ἐνεργὰ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο στὴν Θεία Λατρεία.
Καὶ ὁπωσδήποτε αὐτό, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπὸ ὅλη τὴν
ζωή τοῦ Γέροντα πρὸ καὶ μετὰ τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, ποὺ δὲν ἐπανέλαβε κάτι
τέτοιο, συνέβη παρὰ τὴν θέληση του, χωρὶς νὰ τὸν βρίσκει σύμφωνο. Καὶ εἶναι
προφανὲς τὸ χρέος του ποὺ εἶχε νὰ παραβρεθεῖ στὴν τότε Θεία Λειτουργία καὶ νὰ
συλλειτουργήσει μὲ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, ὁ ὁποῖος μόλις πρὸ δύο ἐτῶν εἶχε
λάβει ὑπὸ τὴν σκέπη καὶ τὴν εὐλογία του τὴν Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου στὸ Ἔσσεξ.
Ἀφοῦ γινόταν ἡ Θεία Λειτουργία ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχη μέσα στὸν δικό μας ἑλληνορθόδοξο Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς Θεοῦ Σοφίας
στὸ Λονδίνο, πῶς λοιπὸν θὰ ἀρνοῦταν νὰ παρευρεθεῖ σὲ αὐτή, ἐπειδὴ θὰ ἦταν παρὸν
ὁ Ἀγγλικανὸς «Ἀρχιεπίσκοπος», ὅπου ἄν ἔκανε κάτι τέτοιο σὲ μιὰ τέτοια κρίσιμη
περίοδο γιὰ τὴν ἐδραίωση τῆς παρουσίας τοῦ μοναστηριοῦ στὴν Ἀγγλία, τότε δὲν θὰ
παρουσιαζόταν ὄχι μόνο ὡς ἀγνώμων στὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, ἀλλὰ θὰ πρόσβαλλε
καὶ τοὺς Ἀγγλικανοὺς ποὺ τὸν δέχθηκαν στὸν τόπο τους, μὴ συμμετέχοντας στὴν
Θεία Λειτουργία λόγω τῆς παρουσίας τοῦ «Ἀρχιεπισκόπου» τους. Πάντως, ἄν καὶ
βρίσκεται τὸ μοναστήρι σὲ τέτοιο περιβάλλον, αὐτὸ εἶναι ἕνα μεμονωμένο γεγονός
ποὺ μαρτυρεῖται, ἐξ ἀνάγκης τῆς συγκεκριμένης κατάστασης στὴν ὁποία ἔγινε, καὶ
πέρα ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁ γέροντας ἀπεῖχε ἀπὸ τέτοιες τακτικές, σὲ συμφωνία μὲ
τὴν ὅλη στάση ζωῆς ποὺ εἶχε ἀπέναντι στὴν σύγχρονη οἰκουμενικὴ κίνηση, μὲ τὸν
τρόπο ποὺ αὐτὴ πραγματοποιεῖται, δηλαδὴ στάση ἀποχῆς.
Ἀπὸ τὸ τρίτομο βιβλίο τοῦ
Γέροντα «Οἰκοδομῶντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καί στούς ἀδελφούς μας» μποροῦμε νὰ γνωρίσουμε τὴν στάση του ἀπέναντι α. στὸν ἑτερόδοξο
χριστιανικό κόσμο (ὅπως καὶ στὸν μὴ χριστιανικό), β. στὸ ΠΣΕ καὶ γ. στὴν οἰκουμενικὴ
κίνηση:
α. – «Στή Δύση δέν δόθηκε νά συλλάβει τό πλήρωμα τῆς ἀποκαλύψεως
σχετικά μέ τήν ἀρχή τοῦ προσώπου-ὑποστάσεως στό θεῖο Εἶναι καί στό ἀνθρώπινο εἶναι,
ὅπως τό ἔχουμε ἐμεῖς στήν Ὀρθοδοξία».
- «Ἡ ἀγγλικανική ἐκκλησία προτείνει τόν δικό της τύπο ἑνότητος,
ὅπως δηλαδή παρουσιάζεται ἡ ἑνότητα τῆς ἀγγλικανικῆς ἐκκλησίας σέ ὅλο τόν
κόσμο. Μερικοί τήν ὀνόμασαν ἐκκλησία-γέφυρα γιά τήν ἑνότητα. Οἱ ρωμαιοκαθολικοί
σκέφτονται τήν ἑνότητα μόνο ὡς ὑποταγή ὅλων στόν ἐπίσκοπο Ρώμης».
- «Ἡ δική μας Ἐκκλησία διδάσκει τήν ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος μόνο ἀπό τόν Πατέρα, ἐνῶ στή Δύση λένε ̎καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ̎ (Filioque), καί γιά αἰῶνες
μένουμε χωρισμένοι. Προσωπικά, ἀσπάζομαι τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἀφήνω
τούς ἄλλους νά σκέφτονται ὅπως θέλουν. Ἡ σκέψη μας, ὅμως, προχωρεῖ πέρα ἀπό τά ὅρια
τοῦ κοσμικοῦ εἶναι καί μιλάει γιά τό πῶς ἦταν ὁ Θεός πρίν ἀπό τή δημιουργία τοῦ
κόσμου˙ ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα, καί ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι
ἡ μόνη ἀρχή καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
- «Πῶς γίνεται, λοιπόν, νά ὑπάρχουν ὁμολογίες, πού νά
μισοῦν καί νά καταδιώκουν τίς ἄλλες;
Τώρα παρατηρεῖται διωγμός τῶν Ὀρθοδόξων σέ ὅλο τόν κόσμο. Καί πῶς προκαλοῦμε τό
μῖσος αὐτό; Ἐμεῖς φοβόμαστε «καί μύγα νά προσβάλλουμε». Μᾶς μισοῦν, ὅμως,
περισσότερο ἀπό ὅ,τι τούς ἐγκληματίες. Καί αὐτό δέν εἶναι καθόλου φαντασία, ὅπως
γνωρίζουμε ἀπό τήν πεῖρα μας. Ἀλλά, ἄς
μή ταράσσεται ἡ καρδιά σας˙ πιστεύετε στόν Θεό, πιστεύετε στόν Χριστό̎
καί συνεχίστε τή ζωή αὐτή. Αὐτός εἶπε : ̎Ὅπως μίσησαν ἐμένα ἄδικα, ἔτσι θά μισήσουν καί ἐσᾶς γιά τό ὄνομά μου̎ .
Συνεπῶς, μή χάνετε τή βασική θεωρία : τῆς ζωῆς χωρίς ἁμαρτία»!
β. – «Γνωρίζετε ὅτι στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν ὑπάρχουν
δεκάδες θεολόγοι, διδάκτορες τῆς θεολογίας, καί ὅλοι σκέφτονται διαφορετικά, ὅλοι
μιλοῦν διαφορετικά. Ὁ Μπερντιάγιεφ ἔλεγε ὅτι ἡ ζωή εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσα ἀπό
τόν πλοῦτο τοῦ περιεχομένου της˙ ὅταν συναντοῦμε ἕνα ἄλλο πρόσωπο, ἀνακαλύπτουμε
ἄλλες ἀπόψεις, ἄλλες προσεγγίσεις, ἄλλες ἰδέες, ἄλλες πορεῖες, καί αὐτή ἡ
διαφορά τῶν προσεγγίσεων, τῶν ἰδεῶν, τῶν θεωριῶν συνιστᾶ τόν πλοῦτο τῆς ζωῆς
μας. Στήν Ἁγία Τριάδα, ὅμως, δέν ἰσχύει αὐτό. Γιά τά Τρία Πρόσωπα δέν ὑπάρχει
παρά μόνο μία θέληση, μία βασιλεία, μία δόξα. Στή Μονή, ἐπίσης, δέν εὐχόμαστε ὁ
καθένας νά ἔχει δικές του προσωπικές σκέψεις. Αὐτό δέν εἶναι ἀπόδειξη πλούτου. Ὁ
πλοῦτος συνίσταται στήν ἀληθινή γνώση τοῦ Θεοῦ Δημιουργοῦ μας. Ἄν Τόν
γνωρίζουμε μέ τήν ἴδια τή ζωή μας καί μέσα στή σάρκα μας, τότε, μετά τόν
θάνατο, θά εἴμαστε ἀκόμη πιό πολύ ἑνωμένοι μαζί Του. Ὁ ἅγιος Ἀρσένιος ὁ Μέγας ὑπέφερε
πάνω στή γῆ, διότι ὁ καθένας εἶχε τή δική του θέληση, τίς δικές του ἰδέες. Ἔλεγε
ὅτι στόν Οὐρανό τό πλῆθος τῶν σεσωσμένων ἔχει τήν ἴδια σκέψη, τήν ἴδια στάση».
- «Τί σημαίνει «ὀρθοδοξία»; Ἡ ὀρθοδοξία εἶναι μία ἐνδιάθετη
ἀντίληψη-γνώση πῶς νά συναντήσει κανείς τόν Χριστό, τόν ἀληθινό Χριστό. Τώρα,
στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν ὑπάρχουν περισσότερες ἀπό διακόσιες
διαφορετικές ὁμολογίες. Αὐτό εἶναι δυνατόν, διότι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι
λόγος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀπολύτου Εἶναι, ἀλλά ἐμεῖς δέν εἴμαστε στό ἐπίπεδο αὐτό».
- «Γιατί ἡ Ἐκκλησία διαχωρίστηκε σέ τόσο μεγάλο ἀριθμό
διαφορετικῶν ὁμολογιῶν; Στή Γενεύη, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν,
συμμετέχουν περίπου 200 ὁμολογίες. Στό οἰκουμενικό αὐτό κίνημα ὑπάρχει μιά ἐσφαλμένη
ἀντίληψη, σύμφωνα μέ τήν ὁποία κάθε ὁμολογία φέρει ἕνα μέρος τῆς ἀληθείας, ἀλλά
καμιά δέν ἔχει τήν ἀληθινή γνώση τοῦ Ἀπολύτου. Ὅσοι μιλοῦν μέ τόν τρόπο αὐτό
μπορεῖ νά φαίνεται πώς ἔχουν δίκαιο. Ἀλλά, τό λάθος τους εἶναι ὅτι, βλέποντας
τούς ἀντιπροσώπους τῶν διαφόρων ὁμολογιῶν, παρατηροῦν τήν παρουσία τοῦ σκότους
τῆς πτώσεως σέ ὅλους τούς ἀντιπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας, καί καταλήγουν στό
συμπέρασμα ὅτι κανένας δέν γνωρίζει τήν ἀλήθεια, ἀλλά ὅτι ὁ καθένας κατέχει ἕνα
κομμάτι».
γ. - «Δέν λαμβάνω μέρος στήν οἰκουμενική κίνηση. Ἡ ἰδέα
μου, ὅμως, ἦταν ἡ ἐξῆς : νά συγκεντρώνεσθε καί νά ἐξετάζετε πῶς εἶναι δυνατόν
νά ζήσουμε χωρίς ἁμαρτία. Ἔρχονται διακόσιοι διδάκτορες θεολογίας καί ὁ καθένας
λέει τίς θεωρίες του, φανερώνοντας ἔτσι τήν ἄγνοια καί τήν ἀμάθειά του. Ἄς
παραθέσουμε ἕνα ἀπό τά λάθη : Μερικοί μελετοῦν ὅλες τίς θρησκεῖες καί στή
θεωρητική αὐτή γνώση τῆς ἱστορίας ὅλων τῶν θρησκειῶν καί τοῦ περιεχομένου τῶν
διδασκαλιῶν βλέπουν τήν παγκοσμιότητά τους. Ὁ Κύριος, ὅμως, λέει : ̎Εἷς ὑμῶν ἐστιν ὁ Πατήρ καί εἷς ὁ
διδάσκαλος, ὁ Χριστός̎. Καί αὐτός ὁ Διδάσκαλος Χριστός φέρει μέσα Του ὁλόκληρη
τήν κτίση».
- «Ἡ διδαχή τοῦ Γέροντα σέ κάθε κείμενό του φθάνει ὡς τά ἔσχατα ὅρια.
Γιά τή μετάνοια, λοιπόν, λέει ὅτι μετανοοῦμε, δέν εἴμαστε ἄμεμπτοι, ἐφόσον δέν ἀποκτήσαμε
τέτοια κατάσταση, ὥστε νά ζοῦμε ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ὡς περιεχόμενο τῆς ἴδιας τῆς
ζωῆς μας. Αὐτό εἶναι ἡ παγκοσμιότητα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἀδύνατον νά τήν ἐννοήσουμε
ὡς «παγκοσμιότητα γνώσεως», ὅπως τείνουν νά φρονοῦν μερικοί πολυμαθεῖς, ὅτι
δηλαδή κατορθώνεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει καί τόν Χριστιανισμό καί τόν
Βουδισμό καί τόν Ἰσλαμισμό καί τόν Κομφουκιανισμό καί τόν Μαρξισμό καί ὅλα τά ἄλλα.
Ἡ παγκοσμιότητα δέν εἶναι γνώση τῶν ποικίλων ἀπόψεων τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι ἐπί τῆς
γῆς, ἀλλά εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού ἀγκαλιάζει τά πάντα˙ εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία
μοῦ φαινόταν στήν ἀρχή ὡς κάτι τό ἀνάξιο καί ψυχολογικό, ἀλλά ὕστερα ἀποκαλύφθηκε
στή συνείδησή μου ὡς δύναμη ὀντολογική, πού ἑνοποιεῖ».
Ἐπίσης στὸ βιβλίο τοῦ ἅγιου
Γέροντα «Ἀγώνας Θεογνωσίας - Ἡ ἀλληλογραφία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου μὲ τὸν Δ.
Μπάλφουρ» γράφει γιὰ τὸ α. καὶ τὸ γ.:
α. - «Πιστέψτε με, ἀγαπητέ, ὅτι, ἄν
κάποτε ἐπιτρέπω στόν ἑαυτό μου νά χρησιμοποιεῖ τούς ὅρους ʺΚαθολικοίʺ καί
ʺΚαθολικισμόςʺ ὑποδεικνύοντας τίς ἀνεπάρκειες καί τά λάθη τους, τό κάνω ὄχι μέ
σκοπό νά τούς διασύρω (νά μέ φυλάξει ὁ Κύριος ἀπό κάτι τέτοιο). Τό κάνω ὅμως,
γιά νά δηλώσω ἁπλά καί ἀπερίφραστα, ὅπου αὐτό ἐπιβάλλεται κατ’ ἀνάγκη, ὅτι δέν ὑπάρχει
σέ αὐτούς ἡ ἀλήθεια. Στή δεδομένη μάλιστα περίπτωση μπορῶ νά σᾶς βεβαιώσω ὅτι
δέν θά ἔπρεπε νά ταράζεται ἡ ψυχή σας βλέποντας τή σημαντική, ὡς πρός τήν ἐξωτερική
ὀργάνωση καί πειθαρχία, ὑπεροχή τοῦ Καθολικισμοῦ σέ σύγκριση μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία,
γιατί αὐτό εἶναι ʺγῆʺ».
- «Ὅταν στερεωθεῖτε στήν πίστη, θά
ἀνακαλύψετε στή συνέχεια ἀμέτρητο ἀριθμό ἀποδείξεων σχετικά μέ τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας καί πίστεως: α) θεολογικοῦ, β) ἠθικοῦ, ἀσκητικοῦ καί γ) ἱστορικοῦ
χαρακτήρα. Τότε θά σᾶς καταστεῖ ἀναμφίβολα σαφές ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία
διακρίνεται ἀπό ὅλες τίς ἄλλες ἐκκλησίες σέ τρία ἐπίπεδα, γιατί:
i) μόνη αὐτή ἀληθεύει πλήρως στή θεολογία της,
ii) μόνη αὐτή γνωρίζει τό μυστήριο τῆς χάριτος, τῆς ἁγίας ζωῆς, καί διαφυλάσσει στήν πληρότητα τή θεία χάρη, καί
iii) εἶναι ἡ ἀρχαιότερη, ἡ θεμελιώδης, ἡ βασική, ἀπό τήν ὁποία ἀποσχίσθηκαν κατά καιρούς μεγαλύτερα ἤ μικρότερα τμήματα».
i) μόνη αὐτή ἀληθεύει πλήρως στή θεολογία της,
ii) μόνη αὐτή γνωρίζει τό μυστήριο τῆς χάριτος, τῆς ἁγίας ζωῆς, καί διαφυλάσσει στήν πληρότητα τή θεία χάρη, καί
iii) εἶναι ἡ ἀρχαιότερη, ἡ θεμελιώδης, ἡ βασική, ἀπό τήν ὁποία ἀποσχίσθηκαν κατά καιρούς μεγαλύτερα ἤ μικρότερα τμήματα».
γ. «...μιά σημαντική μερίδα τοῦ
χριστιανικοῦ κόσμου κλίνει σήμερα νά ἀποδεχθεῖ μιά ἀπό τίς πιό ἐπικίνδυνες αἱρέσεις.
Αὐτή ξεκινᾶ ἀπό τήν διαπίστωση ὅτι δῆθεν στίς ἡμέρες μας δέν ὑπάρχει οὔτε μιά ἐκκλησία
πού νά ἔχει διαφυλάξει πλήρως τήν ἀλήθεια τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ· ὅτι καμμιά
δέν κατέχει σέ ἀπόλυτο βαθμό τή γνώση τοῦ μυστηρίου τῆς ἁγίας, χαρισματικῆς ζωῆς
σέ ἠθικό καί ἀσκητικό ἐπίπεδο· ... Ἐπιθυμῶ μόνο κλείνοντας τό θέμα αὐτό νά πῶ
παρενθετικά ὅτι πολύ θά ἤθελα (καί γι’ αὐτό προσεύχομαι στόν Θεό) ἐσεῖς νά μή
πλανηθεῖτε μέ ὅλα αὐτά, ἀλλά νά πιστεύετε ἀκράδαντα μέ τήν καρδιά καί μέ τό νοῦ
ὅτι ὑπάρχει πάνω στή γῆ ἐκείνη ἡ Μία, Μοναδική καί Ἀληθινή Ἐκκλησία πού ἵδρυσε ὁ
Χριστός».
Ἀκόμα γιὰ τὴν οἰκουμενικὴ κίνηση
καὶ τὴν «ἔνωση τῶν ἐκκλησιῶν» ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος ἔχει ἀναφέρει
ὅτι ὁ ἅγιος γέροντας Σωφρόνιος τοῦ ἔλεγε ὅτι:
«Ὅποιος κάνει λόγο γιὰ ʺἔνωση τῶν ἐκκλησιῶνʺ χωρὶς νὰ τηροῦνται οἱ βασικὲς ὀρθόδοξες καὶ ἐκκλησιολογικὲς προϋποθέσεις, δηλαδὴ ἡ τήρηση τῶν δογμάτων, αὐτὸς δὲν γνωρίζει οὔτε τὸ ὕψος τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ποὺ εἶναι ἡ θέωση, οὔτε τὸ βάθος στὸ ὁποῖο ἔφθασαν ὁ Παπισμός καὶ οἱ Προτεστάντες μὲ τὴν ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ τὴν θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, ἀπὸ τὴν Ἀποκάλυψη αὐτοῦ τοῦ Ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀσάρκου καὶ σεσαρκωμένου Λόγου.
Ἔτσι, ἄν δὲν ἀντιμετωπισθὴ θεολογικὰ ἡ αἵρεση τοῦ actus purus,
δηλαδὴ ἡ αἱρετικὴ ἄποψη ὅτι στὸν Θεὸ ταυτίζεται ἡ ἄκτιστη οὐσία μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια, ὁπότε ὁ Θεὸς ἔρχεται σὲ ἐπικοινωνία μὲ τὴν κτίση καὶ τὸν ἄνθρωπο μὲ κτιστὲς ἐνέργειες, δὲν μπορεῖ νὰ γίνη λόγος γιὰ τὴν λεγομένη ʺἔνωση τῶν ἐκκλησιῶνʺ. Ἀπὸ τὴν αἵρεση αὐτὴ προέρχονται ὅλες οἱ ἄλλες αἱρέσεις, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὸ filioque, τὸ ἀλάθητο καὶ τὸ πρωτείο τοῦ Πάπα κ.α.».
6) Μετὰ ἀπὸ ὅλα τὰ
παραπάνω, ἔχουν τεθεῖ ἐρωτήματα καὶ περὶ τῆς θεολογίας τοῦ ἅγιου Γέροντα. Ὑπήρξε
μιὰ παρερμηνεία τῶν λόγων του καὶ κακοποίηση τῶν διδασκαλιών του ἀπὸ ἀνθρώπους
ποὺ ἔμειναν στὸ γράμμα καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ προσεγγίσουν τὸ πνεῦμα τοῦ Γέροντα,
χωρὶς νὰ ἀντιληφθοῦν τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀρχοντιά του, καὶ ὅτι ἦταν καὶ αὐτὸς
ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μὲ τὸ πνευματικὸ βίωμά τους ἔφθασαν σὲ θέση νὰ μποροῦν νὰ ποῦν
«ὀψόμεθα τῶ Θεῶ καθὼς ἐστι». Πέρα ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ ἡ λογική τους δὲν τοὺς ἐπέτρεψε
νὰ δοῦν παραπέρα τὰ βαθύτερα νοήματα τῆς θεολογίας του καὶ «κώλυσαν» στὸ ὅτι ὁ
Γέροντας χρησιμοποίησε τούτη ἤ τὴν ἄλλη λέξη ἤ ἔκφραση, τὴν ὁποία ἀπομόνωσαν ἀπὸ
τὴν συνάφεια τοῦ ὅλου κειμένου του καὶ ἀνέπτυξαν ὡσὰν νὰ τῆς εἶχε δώσει τὸ
περιεχόμενο ὅπως αὐτοὶ ἐξέλαβαν, γίνεται σαφὲς ὅτι εἶτε μεταχειρίστηκαν τοὺς
θεολογικοὺς ὅρους μὲ μαθηματικὴ συλλογιστική, φθάνοντας στὸ ἐπιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα
μέσω τῆς προκρούστειας μεθόδου, εἴτε παραμερίζοντας τὴν ἀνάγκη οὐσιαστικῆς ἐπιχειρηματολογίας
παραδόθηκαν σὲ μιὰ τυφλὰ προκατειλημμένη καὶ στείρα νομικιστικὴ κριτική. Ὡστόσο
ἡ κατανόηση τῶν βαθυστόχαστων κειμένων τοῦ ἅγιου Σωφρονίου, στὴν ὁποία ἡ
δυσκολία ἐπιβαρύνεται καὶ λόγω τοῦ γεγονότος τῆς ρωσικῆς καταγωγῆς τοῦ Γέροντα,
ποὺ συνεπάγεται κάποια διαφορὰ νοοτροπίας καὶ προσέγγισης τῶν ἐπὶ μέρους ζητημάτων,
προϋποθέτει τὴν ἐκ μέρους μας ταπείνωση, καλὴ θέληση καὶ προσευχητικὴ διάθεση νὰ
μᾶς δώσει ὁ Θεὸς καθαρότητα καὶ φώτιση νὰ ἐννοήσουμε τὰ ἀνώτερα. Τότε μόνο θὰ
μπορέσουμε σὲ κάποια σημεῖα ποὺ ὁ Ἅγιος χρησιμοποιεῖ ὅρους ποὺ δὲν συναντώνται
στοὺς ἁγίους Πατέρες νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸν σκοπό ποὺ τὸ κάνει αὐτό, διακρίνοντας ὅτι
τοὺς δίνει νόημα ὀρθόδοξο καὶ ὄχι τὸ νόημα ποὺ τοὺς ἔχουν δώσει μὴ Ὀρθόδοξοι, ἐκφραζόμενος
ἔτσι ἀκριβῶς ὥστε νὰ μιλήσει στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο καὶ νὰ γίνει ἀντιληπτὸς στὴν
ἐποχή του, καὶ πετυχαίνοντας ἔτσι νὰ ἀναιρέσει τὰ αἱρετικὰ καὶ ξένα στὴν εὐαγγελικὴ πίστη τῶν ἁγίων
Πατέρων μας νοήματα.
Ἔτσι, στὴν θεολογία τοῦ ἅγιου
Γέροντος συναντάμε τοὺς ὅρους «καθαρὴ πράξη» καὶ «καθαρὸ γεγονὸς»: «Ἡ Ἐκκλησία μας λέγει ὅτι ὁ
Θεὸς εἶναι μία Ὕπαρξη αὐθύπαρκτη, ποὺ δὲν ἔχει ἐκτὸς Ἑαυτοῦ της οὐδεμία ἄλλη αὐτοτελὴ
ὕπαρξη, παράλληλη πρὸς Αὐτόν. Μᾶς λέγει περί τοῦ παντέλειου, ζῶντος καὶ
κατέχοντος τὴν ἀπόλυτη πληρότητα τῆς πραγματωθείσης ὑπάρξεως Θεοῦ, δηλαδὴ μιᾶς ὑπάρξεως,
ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καθαρὴ πράξη. Καὶ ὅταν ἡ διάνοιά μας σταματᾶ σκεπτόμενη αὐτὴ τὴν
Ὕπαρξη, Ἐκείνη, ἐξαιτίας τῆς ἀρχικῆς της πληρότητας, τῆς παρουσιάζεται ὡς
καθαρό γεγονός. Ἀπορεῖ καὶ σιωπᾶ ἡ διάνοιά μας ἐνώπιον αὐτῆς τῆς διδασκαλίας τῆς
Ἐκκλησίας, διότι δὲν χωρά αὐτὴ στὰ πλαίσια κατηγοριῶν τῆς σκέψεώς μας» (στὸ «Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ἑνότητας
τῆς Ἁγίας Τριάδος»). Ἐπίσης συναντάμε τοὺς ὅρους «καθαρὴ δυνατότητα» καὶ «καθαρὴ
ἐνέργεια»: «Στὴν παρούσα δεδομένη πραγματικότητα δὲν εἴμαστε ἀκόμη
πραγματοποιημένα πρόσωπα. Γινόμαστε πρόσωπα μόνο μετὰ τὴν πραγμάτωση τῆς
δυνατότητας ἐκείνης ποὺ ὡς «καθαρὴ δυνατότητα» δημιουργεῖται ἐξαρχῆς ἀπὸ τὸν
Θεό. Στὴν τελικὴ πραγμάτωσή του τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο ὀφείλει νὰ «ἐνεργοποιηθεῖ»
ὡς τὸ τέλος «ἐν Χριστῶ», συνεπῶς νὰ καταστεῖ «καθαρὴ ἐνέργεια»...» (στὸ «Το
μυστήριο της πνευματικής ζωής»).
Εἰδικὰ ὁ ὅρος «καθαρή ἐνέργεια» εἶναι αὐτὸς ποὺ χρησιμοποιεῖται καὶ στὸν παπισμὸ ἀπὸ τὸν Θωμὰ Ἀκινάτη («actus purus»). Βέβαια δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ ἅγιος Γέροντας ὅτι ἡ ἄκτιστη οὐσία ταυτίζεται μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια, καὶ συνεπῶς ἡ χάρη εἶναι κτιστή, τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ἴδιος ἀλλοῦ, ὅπως ἀναφέραμε παραπάνω, ἐξηγεῖ ὅτι αὐτὸ τὸ δόγμα τοῦ παπισμοῦ εἶναι ἡ πηγὴ ὅλων τῶν αἱρετικῶν του διδασκαλιῶν. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ἐξηγεῖ: «Παρότι χρησιμοποιοῦνται ἐδῶ οἱ ὅροι τοῦ Θωμᾶ τοῦ Ἀκινάτη, ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ ἀμέσως νά διακρίνει πῶς ἡ σειρά τῆς σκέψεως καί οἱ ἀντιλήψεις μας διαφέρουν ἀπό ἐκεῖνες, πού συναντοῦμε στήν θωμιστική θεολογία...». Ἐπίσης ἡ χρήση αὐτοῦ τοῦ ὅρου ἀπὸ τὸ Γέροντα ἀντιτίθεται στὸ ἀφηρημένο «καθαρό εἶναι» τοῦ ὑπερπροσωπικοῦ ἀπόλυτου τοῦ Βουδισμοῦ.
Ὁ Ἅγιος χρησιμοποιεῖ τὸν
παραπάνω ὅρο ἀναφερόμενος στὴν ἔννοια τῆς αεικινησίας τοῦ Θεοῦ, ὅπου γι’ αὐτὸ γιὰ
παράδειγμα γράφει: «Τό θεῖο Ὄν, ἀπόλυτα ἐνεργοποιημένο,
ἀποκλείει τήν παρουσία σέ Αὐτό μή ἐνεργοποιημένων δυνάμεων καί μέ τήν ἔννοια αὐτή
μπορεῖ νά ὁρισθεῖ ὡς καθαρά ἐνέργεια». Ἡ διάκριση ἀκτίστης οὐσίας καὶ ἀκτίστης ἐνέργειας
τηρεῖται καὶ ἡ συνέπεια εἶναι ἡ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔρθει σὲ πραγματικὴ κοινωνία
μὲ τὸ Θεὸ μέσω τῆς ἀκτίστου χάρης Του, ὁπότε μπορεῖ ἔτσι καὶ νὰ πετύχει τὴν
πραγμάτωσή του ὡς πρόσωπο «ἐν Χριστῶ», ποὺ εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς του.
Ἕνας ἄλλος παρεξηγημένος καὶ ἐπικρινόμενος ἀπὸ κάποιους βασικὸς ὅρος στὴν θεολογία τοῦ Γέροντα εἶναι αὐτὸς τῆς «Θεοεγκατάλειψης». Ὅμως ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος παρατηρεῖ: «Ὅσοι δέν πιστεύουν στόν Θεό, δέν γνωρίζουν τή Θεοεγκατάλειψη. Τή θλίψη αὐτή περνοῦν μόνο ἐκεῖνοι πού γνώρισαν ἤδη τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί ἀγωνίζονται μέ ὅλες τίς δυνάμεις τους νά παραμείνουν ἐν Αὐτῷ. Ὅσο ἐντονότερα γεύθηκε ὁ ἄνθρωπος τή χαρά τῆς ἐνώσεώς του μέ τόν Θεό, τόσο βαθύτερα πάσχει ἀπό τόν ἀποχωρισμό του ἀπό Αὐτόν». Γιὰ τὸν Ἅγιο Θεοεγκατάλειψη ἤ ἄρση τῆς Χάριτος δὲν σημαίνει ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ζωή πιστοῦ, ἀλλά παιδαγωγία πού τόν βοηθᾶ νά προσλάβει πιὸ πλούσια τὸ ἔλεος καὶ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ γέροντας Σωφρόνιος, αὐτὴ τήν ἐμπειρία τὴν ἐρμηνεύει μέσα ἀπὸ τὴν προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ Γεθσημανὴ καὶ τὸν Σταυρό Του. Ὁ Ἅγιος δὲν χωρίζει τίς ὑποστατικά ἐνωμένες φύσεις τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τὶς θεωρεῖ ὡς μία, ὅπως τοῦ καταλόγισαν μερικοί, ἀλλὰ σὲ συμφωνία μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρες ἐξηγεῖ ὅτι ὁ Κύριος μὲ τὴν ἐνσάρκωσή Του «ἐκένωσεν ἑαυτόν μορφήν δούλου λαβών» καὶ ἡ κένωσή Του κορυφώθηκε μὲ τὴν «τοῦ πάθους συγχώρησις», ὅπως γράφει καὶ ὁ Ἅγιος Κύριλλος, ποὺ εἶναι ἕνα πραγματικὸ καὶ αἱματηρὸ γεγονὸς, κατὰ τὸ ὁποῖο «ἐν ἑαυτῷ τυποῖ τό ἡμέτερον», ὅπως γράφει καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος. Γράφει ὁ ἅγιος Γέροντας: «Ὅπως γνωρίζουμε ἀπό τό Εὐαγγέλιο, ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἔζησε τήν ἄκρα ἐγκατάλειψη. Μέ τόν αἱματηρό ἱδρῶτα κατά τήν προσευχή στή Γεθσημανῆ, στήν ὁποία παρέδωκε τά πάντα στόν Πατέρα Του, πάνω στόν σταυρό «ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ... Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες; ...(και) πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκε τό πνεῦμα» (Μτ. 27, 46-50)». Ὁ Χριστός ἑκουσίως ὑπόμεινε στόν Σταυρό κατά τήν ἀνθρώπινη φύση Του, πού στό πρόσωπό Του ἦταν ἑνωμένη μέ τήν Θεότητα ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως, τόν βαρύτερο πόνο τοῦ ἐγκαταλελειμμένου ἀνθρώπου, ὥστε νὰ σώσει ὅποιον ἐγκαταλελειμμένον τὸ θελήσει.
Ἀλλοῦ πάλι (στὸ «Ὀψόμεθα τῶ Θεῶ καθὼς ἐστι») ὁ ἅγιος Σωφρόνιος γράφει: «Ὁ Κύριος
Ἰησοὺς ἠρώτησε τὸν Πατέρα: «Ἵνα τὶ μὲ ἐγκατέλιπες»; Φρονοῦμεν ὅτι ἐπὶ τοῦ ἐπιπέδου
τῆς Θεότητος δὲν ἤτο δυνατὸν νὰ ἐπέλθη τοῦτο ὀντολογικῶς, τουτέστι νὰ χωρισθὴ ὁ
Πατὴρ ἀπὸ τοῦ συναϊδίου καὶ ὁμοουσίου Υἱοῦ Αὐτοῦ. Πῶς λοιπὸν νὰ ἐννοήσωμεν ἀκριβῶς
ἐκεῖνο, ὅπερ ἐγένετο εἰς τὸν «ἄνθρωπον Χριστὸν Ἰησοῦν»;...Τὸ γεγονός, εἰς τὸ ὁποῖον
νῦν ἀναφέρομαι, εἶναι ἡ «κένωσις» τῆς Θείας ἀγάπης. Ὁ Χριστὸς Ἰησούς, «ἡ εἰκῶν
τοῦ Θεοῦ», Θεὸς ὤν κατ’ οὐσίαν, ἤ ὡς ἐξέφρασε τοῦτο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος,«ἐν μορφὴ
Θεοῦ ὑπάρχων», ἐταπείνωσεν ὁ Ἴδιος Ἑαυτὸν ἐξ ὑπακοῆς πρὸς τὸν Πατέρα μέχρι πλήρους
ἀπαρνήσεως τῆς ἀνθρωπίνης Αὐτοῦ θελήσεως, «μέχρι θανάτου θανάτου δὲ σταυροῦ».
Ὅσον ἀφορὰ τὸ βιβλίο τοῦ παπικοῦ Ἰωάννη τοῦ Σταυροῦ ποὺ ἀναλύει τὴν κατάσταση τῆς θεοεγκατάλειψης, τὸ ὁποῖο μελέτησε ὁ γέροντας Σωφρόνιος, δὲν ἀποδέχθηκε ὅλα ὅσα ἀναφέρει, ἀλλὰ μόνο κάποια ὠφέλημα σημεῖα, ποὺ ἔκρινε ὅτι συμφωνοῦν μὲ ὅσα διδάσκουν οἱ ἁγίοι Πατέρες. Ὡστόσο σημειώνει ὅτι στὸ σύνολό του μπορεῖ νὰ βλάψει καὶ χρειάζεται προσοχή. Γράφει στὸν Δαυίδ Μπάλφουρ (στὸν «Ἀγώνα Θεογνωσίας»): «Ἐνδέχεται ὡστόσο νὰ ἔχουν γεννηθεῖ μέσα σας ὅλες αὐτὲς οἱ ἀμφιβολίες, γιατὶ ὁ Ἰωάννης τοῦ Σταυροῦ διδάσκει τὸ ἀντίθετο» καὶ «Παρακαλῶ, γράψτε μου ὁπωσδήποτε γιὰ τὸ θέμα αὐτό (περὶ μετοχῆς στὴ θεία ζωή). Ἄν καὶ ἐγῶ ἔχω νὰ σᾶς κάνω προειδοποιητικὰ τὴν ἐξῆς παρατήρηση: Ἄν τὸ καταλάβατε μόνο διανοητικά, στηριχθήκατε στὸ βιβλίο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Σταυροῦ".
Τὴν ἐμπειρικὴ γνώση περὶ τῆς
θεοεγκαταλείψεως μετέδωσε στὸν Γέροντα Σωφρόνιο ὁ πνευματικός ὁδηγός του, ὁ ἅγιος
Σιλουανός, ποὺ τὴν εἶχε βιώσει ἐπί σειρὰ ἐτῶν. Ὁ πρῶτος σταθμὸς σὲ αὐτὸ τὸ
πολυετὲς βίωμά του ἦταν ἡ ἐμφάνιση τοῦ ζῶντος Χριστοῦ μπροστά του, ὅταν τοῦ
κραύγασε μέσα στὴν ἀπελπιστική του κατάσταση «Εἶσαι ἀδυσώπητος». Ὁ δεύτερος
σταθμὸς ἦταν, ὅταν μέσα στὴν ἄρση τῆς χάριτος ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: «Κράτα τὸν νοῦ
σου στὸν Ἄδη καὶ μὴν ἀπελπίζου». Γενικῶς ὅμως ἡ θεοεγκατάλειψη εἶναι ἕνα
συνηθισμένο γεγονὸς ποὺ συναντάμε στὶς ζωὲς ἁγίων προσώπων, τόσο στοὺς χρόνους
τῆς Καινῆς, ὅσο καὶ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ὅσον ἀφορὰ τὴν ἐπίσης
παρεξηγημένη θεολογικὴ προσέγγιση τοῦ Γέροντα περὶ τῆς ἐνδοτριαδικῆς ζωῆς: «Τὰ
τρία πρόσωπα τῆς Τριάδος ἀποκτοῦν τὴν ὑπόστασή τους κενώνοντας τὸ καθένα τὸν ἑαυτό
του γιὰ νὰ δώσει "χῶρο" στὸ ἄλλο. Ἡ ἀλληλοπεριχώρηση τῶν Τριαδικῶν
προσώπων εἶναι μία αἔνναη κένωση, ἕνας αἰώνιος Σταυρός», ὅπου κάποιοι θεωρήσαν ὅτι
ἐδῶ μεταφέρεται «πατροπασχίτικα» ἡ σταυρικὴ κένωση στὴν προαιώνιον ὕπαρξη καθενὸς
ἐκ τῶν Τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, προφανῶς ὁ Γέροντας ἐδῶ δὲν μεταφέρει
τὸ αἱματηρὸ πάθος τοῦ Υἱοῦ ὡς ἄνθρωπος μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ ὴ κένωση καὶ ὁ
αἰώνιος Σταυρὸς ποὺ περιγράφει εἶναι οὐσιωδῶς διακριτὰ ἀπὸ τὴν σταύρωση ὡς ἄνθρωπος
τοῦ Κυρίου καὶ ἀφορὰ ἀποκλειστικὰ τὴν θεία ζωὴ τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδας,
τὴν ὁποία εἶναι πολὺ φτωχὰ καὶ ἐλλειπὴ τὰ λόγια μας νὰ προσεγγίσουν καὶ νὰ
περιγράψουν. Ὡστόσο οἱ θεόπτες ἅγιοι νηπτικοῖ Πατέρες μποροῦν μέσα ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ
ἡσυχαστικὴ ζωή τους νὰ συλλάβουν μέσα σὲ κάποιες ἐκλάμψεις θείου φωτὸς κάποιες ἄρρητες
περιγραφές της, τὶς ὁποῖες στὴν συνέχεια μποροῦν νὰ προσπαθήσουν νὰ μᾶς τὶς
μεταφέρουν καὶ νὰ τὶς ἐκφράσουν μὲ κτιστὰ ρήματα, ὅπως ἔπραξε καὶ ὁ Γέροντας
Σωφρόνιος.
Ἅν ὅμως δὲν ὑπάρξει καλὴ
θέληση, ταπείνωση καὶ προσευχή, ὅπως ἀναφέραμε καὶ στὴν ἀρχὴ, δὲν μποροῦμε νὰ
διακρίνουμε τοὺς μαργαρίτες, ἀπὸ τὰ ἄχρηστα, τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὴν πλάνη, ὅπως ὁ διάσημος
Ρῶσος Καθηγητῆς τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας Α.Ι. Ὀσίπωφ, ποὺ ἔγραφε γιὰ
τὸν Ἅγιο ὅτι «αὐτός ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σὲ κατάσταση βαθιᾶς καὶ συνάμα πολὺ
λεπτῆς πνευματιστικῆς μαγείας… Σήμερα παρατηρεῖται μία τάση νὰ ἁγιοποιοῦνται ἄνθρωποι
ποὺ ἀμφισβητοῦνταν. Ὁλόκληρο τὸ Ἅγιον Ὄρος τιμὰ τὸν Σαχάρωφ ὡς ἅγιο. Τὸ πνεῦμα
μαγείας ἐπιχειρεῖται νὰ ἐπικυρωθεῖ, ὅπως ἀκριβῶς ἔκαναν καὶ οἱ Ρωμαιοκαθολικοί…»
(Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, «Γέροντας Σωφρόνιος ὁ Θεολόγος τοῦ ἀκτίστου φωτός: Πρακτικὰ
διορθοδόξου ἐπιστημονικοῦ συνεδρίου»). Ὅλο τὸ Ἅγιο Ὄρος λάθος λοιπόν, καὶ ὁ
καθηγητὴς μὲ τὸ μυαλό του σωστός, χωρὶς βέβαια καθόλου ἐπιχειρήματα τῆς προκοπῆς.
Γιὰ περιπτώσεις σὰν αὐτὴ ὁ Ἅγιος εἶχε γράψει: «Καί ἐκεῖνο πού σᾶς διηγήθηκα δέν
εἶναι ἀκίνδυνο νά λέγεται σέ ἀνθρώπους πού δέν γνώρισαν τήν πνευματική ζωή καί
δέν εἶναι ἱκανοί νά διακρίνουν τή χάρη ἀπό τήν πλάνη, ἀλλά θέλουν νά τά ἐξηγοῦν
ὅλα μέ ἐπιστημονικό τρόπο. Νά διηγεῖται, δηλαδή, κάποιος στούς ἀνθρώπους ὅτι ὁ
Κύριος συγχώρησε ἁμαρτίες ἤ κάτι ἄλλο παρόμοιο, σημαίνει νά δίνει “τό ἅγιον τοῖς
κυσί”. Ἀγνοώντας ἐντελῶς τή θεωρία τοῦ φωτός (τοῦ νοεροῦ, τοῦ ἀΰλου) καί τά ἄλλα
φαινόμενα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως γιά παράδειγμα τό πένθος, οἱ ἄνθρωποι τόν
δυσφημοῦν καί τόν διασύρουν» (στὸ «Αγώνας Θεογνωσίας»).
7) Τέλος, ἄλλο ἕνα σημαντικὸ ζήτημα εἶναι ἄν ὁ
γέροντας Σωφρόνιος ἔχει κάνει θαύματα, ὥστε νὰ ὑπάρχουν καὶ θεία σημεῖα ποὺ
δικαιολογοῦν τὴν ἁγιοκατάταξή του.
Κατ᾿ ἀρχὴν θὰ ἀναφέρουμε κάποια γεγονότα, ποὺ
γνωρίζουμε ἀπὸ τοὺς ἴδιους ποὺ συνέβησαν ἤ ἀπὸ αὐτόπτες μάρτυρες: Τὰ πρώτα
χρόνια τοῦ Γέροντα στὴν Ἀγγλία κάποιος Ἄγγλος ἔχασε τὸν δρόμο του καὶ βρέθηκε
στὰ χαμένα στὸ μοναστήρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὁπότε ὁ Γέροντας τὸν εἶδε ἀπὸ
μακρυά καὶ τὸν εὐλόγησε. Ὁ Ἄγγλος ἔφυγε,
χωρὶς νὰ δὠσει σημασία, ἀλλὰ ὅταν τὸν γνωρίσαμε μετὰ ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες εἶχε
πιὰ νυμφευθεῖ Ὀρθόδοξη καὶ εἶχε ἔτσι βαφτισθεῖ καὶ ὁ ἴδιος.
Ἀσθενῆς, γνωστή τοῦ γέροντα εἶχε νοσηλευθεῖ σὲ
νοσοκομεῖο στὴν Ἑλλάδα καὶ μὲς στὴν δύσκολη δοκιμασία της εἶχε ἐπικαλεσθεῖ τὸν
Γέροντα καὶ ἔνιωσε ἀνακούφιση. Μόλις ἐπέστρεψε στὸ Μοναστήρι, πρὶν τοῦ διηγηθεῖ
τοῦ Ἅγιου τὶ συνέβη, τῆς τὸ εἶπε ἐκεῖνος.
Τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς τοῦ ἅγιου Γέροντα τοποθέτησαν ἕνα
ἄρρωστο παιδὶ κάτω ἀπὸ τὸ σκήνωμά του καὶ ἀπὸ τότε ἡ ὑγεία του ἄρχισε νὰ
βελτιώνεται.
Θαῦμα εἶναι καὶ πῶς ὁ Ἄγγλος Bohr ἐπέτρεψε προσωπικὰ στὸν γέροντα Σωφρόνιο νὰ εἰσέλθει
γιὰ νὰ μείνει στὴν Ἀγγλία καὶ νὰ φτιάξει τὸ μοναστήρι του. Κάποιοι ἀντὶ γιὰ θαῦμα,
θεωρήσαν ὅτι μπήκε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Δαυὶδ Μπάλφουρ, ὁ ὁποῖος ὅταν ὁ Γέροντας ἧρθε
στὴν Ἀγγλία, βρισκόταν ἀκόμα σὲ σύγχυση, μπλεγμένος σὲ καταστάσεις τῆς πολιτικῆς,
πρὶν ἔρθει σὲ ἐπίγνωση καὶ μετανοήσει λίγα χρόνια ἀργότερα. Μὲ ὅποιο τρόπο καὶ
νὰ συνέβη αὐτὸ τὸ γεγονός, δὲν παύει νὰ
παραμένει θαῦμα, γιατὶ ὁ Γέροντας δὲν εἶχε νὰ προσφέρει κάτι στὴν χώρα
ποὺ προσερχόταν ὡς ἀντάλλαγμα ἀπὸ ὅσα θὰ μποροῦσαν νὰ τοῦ ζητηθοῦν,
χαρακτηριζόμενα μόνο μὲ οἰκονομικοὺς καὶ πολιτικοὺς ὅρους, παρά μόνο εἶχε νὰ
δώσει κάτι πνευματικό, πράγμα δύσκολα ἀντιληπτὸ καὶ ἐκτιμητὸ γιὰ τὴν ἡγεσία τοῦ
τόπου, τὸ ὁποῖο ἦταν ἡ προσευχή.
Ὅσο γιὰ τὸν Μπάλφουρ, ποὺ γιὰ πολλὰ βρέθηκε
κατηγορούμενος εἰς βάρος τῆς Ἑλλάδας, συμπαρασύροντας μάλιστα σὲ κάποιες
περιπτώσεις καὶ τὸν ἅγιο Γέροντα στὶς κατηγορίες, πράγμα βέβαια παράλογο, γιατὶ
ὁ Γέροντας ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος ἀφιερωμένος στὴν πνευματικὴ ζωή ποὺ εἶχε
ἐπιλέξει καὶ δὲν συμμετεῖχε στὰ λάθη τοῦ Μπάλφουρ, ἀντίθετα ἦταν ἐκεῖνος ποὺ μὲ
τὴν ἐπίμονη ἀγάπη του καὶ τὴν προσευχή του γιὰ τὸ ἐκπεσόντα ἀδελφό, κυριολεκτικὰ
ανέσυρε ζωντανό αὐτὸν μέσα ἀπὸ τὴν θάλασσα τῆς ἀθεΐας ποὺ εἶχε βουλιάξει γιὰ
πολλὰ ἔτη, ὑπηρετῶντας τὰ διεθνὴ γεωπολιτικὰ συμφέροντα τῆς πατρίδας του. Καὶ αὐτὸ
ἦταν ἴσως τὸ μεγαλύτερο θαῦμα τοῦ Ἅγιου,
δηλαδὴ τὸ πῶς κατάφερε καὶ ἔμεινε δίπλα σὲ μιὰ ψυχὴ ποὺ τόσο ἔχασε τὸ δρόμο
της, ἀπὸ μοναχὸς καὶ ἱερέας, κατέληξε ἄθεος τῶν βρετανικῶν ὑπηρεσιῶν πληροφοριῶν,
ἀποκτώντας συνάμα καὶ οἰκογένεια, καὶ ἀφοῦ ὁ ἅγιος Σωφρόνιος τῆς έδειξε τόσο ἀγάπη,
τὴν βοήθησε τελικὰ νὰ ἐπανεύρει τὴν πίστη της καὶ νὰ ζήσει μέχρι τέλους μέσα στὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς λαϊκὸς μὲ μετάνοια καὶ δάκρυα. Εἶναι προφανὲς ὅτι πλέον
μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν κατάληξη, ἄν ὁ Θεός τὸν δέχθηκε καὶ τὸν συγχώρεσε, ποὺ
συγχωρεῖ τοὺς πάντες ποὺ μετανοοῦν γιὰ πὰν ἁμάρτημα, τότε οἱ ὅποιες κατηγορίες ἐπὶ
τοῦ θέματος, εἴτε κατὰ τοῦ Μπάλφουρ, εἴτε κατὰ τοῦ ἅγιου Γέροντα, εἶναι
μετέωρες καὶ ἀδύνατον νὰ σταθοῦν καὶ νὰ βροῦν δικαίωση μὲ κανένα τρόπο. Μὲ τὴ
χάρη τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιος ἔσωσε μιὰ ψυχὴ ἀπὸ
τὰ κατάβαθα τοῦ Ἄδη καὶ αὐτὸ βέβαια εἶναι τὸ μεγαλύτερο θαῦμα ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπάρξει
ποτέ.
Τέλος, ἕνα θαῦμα ἦταν και ἡ ἴδια ἡ ζωὴ τοῦ ἅγιου
Σωφρονίου, γιατὶ ἔζησε ἐπὶ σαράντα χρόνια χωρὶς στομάχι, μετὰ ἀπὸ τὴν ἐγχείριση
ποὺ τοῦ τὸ ἀφαίρεσαν, ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν περίμεναν οἱ γιατροὶ ὅτι θὰ ἐπιβιώσει.
Ἀκολουθεῖ τὶ λέει γιὰ τὸ συγκεκριμένο ζήτημα, δηλαδὴ
γιὰ τὰ θαύματα τοῦ Γέροντα, ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ζαχαρίας τῆς Ἱ.Μ. Έσσεξ ὁ ὁποῖος ἔζησε
τὴν μισὴ ζωή του δίπλα στὸν Ἅγιο, στὴν ὁμιλία του, «Εἰσαγωγή στὴ θεολογία τοῦ
Γέροντος Σωφρονίου» στὸ τριήμερο Διορθόδοξο Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο «Γέροντας
Σωφρόνιος, ὁ Θεολόγος τοῦ Ἀκτίστου Φωτός» ποὺ ἔγινε τὸ 2007 στὴν Ἀθήνα:
«Ὁ Γέροντας εἶχε πλούσια φύση. Προπαντῶς ὅμως κατακοσμήθηκε μὲ πολλὰ καὶ μεγάλα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἴδαμε νὰ γίνονται ἀρκετὰ θαύματα, ἐν ὅσο ζοῦσε, τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου του, καὶ μετὰ τὸν θάνατό του. Ἀρκετοὶ ἄνθρωποι μὲ ἀνίατες ἀσθένειες θεραπεύθηκαν, τὰ δεσμὰ στείρων γυναικῶν λύθηκαν, ψυχασθενεῖς ἦρθαν πάλι στὴν φυσιολογική τους λειτουργία, καὶ προπαντὸς πολλοῖ τεθραυσμένοι ἀπὸ τὴν νόσο τῆς ἁμαρτίας ἐν γένει, ἀνορθώθηκαν. Ἀμέτρητοι εἶναι ἐπίσης ἐκείνοι, ποὺ μὲ τὴν διδασκαλία του ζωοποιήθηκαν, καὶ ὄχι λίγοι αὐτοὶ ποὺ διαβάζοντας τὰ βιβλία του, ἔγιναν μοναχοὶ και μοναχές.
Μερικοί γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσουν πῆραν τὸ ὄνομα του γέροντά του Σιλουανοῦ.
Ἀποφεύγουμε σκοπίμως νὰ τονίσουμε τὰ θαύματα, γιατί
πιστεύουμε πῶς οὔτε ἐκεῖνος θὰ τὸ ἤθελε. Ἦταν πάντοτε ὁ άνθρωπος τοῦ Λόγου τοῦ
Θεοῦ (τῆς ἄκρας ταπείνωσης). Κάθε ἐπαφὴ μαζί του δὲν ἦταν συνήθης. Ἦταν ἄνοιγμα
ζωῆς καὶ θεωρίας, καὶ ὁ παραμικρός λόγος του πληροφοροῦσε μὲ τὴν Χάρη ὅσους τὸν
προσέγγιζαν. Προσευχόταν μὲ ἔνταση, ἐκτενῶς γιὰ τοὺς πάσχοντες, ἀλλὰ χαιρόταν
περισσότερο ἀπὸ τὸ θαῦμα (τῆς θεραπείας), ὅταν ὁ λόγος του καὶ ἡ προσευχή του,
μεταποιοῦσαν τὴν καρδιά τους. Ἀγωνιζόταν νὰ μειώσει τὸν πόνο τους, ἀλλὰ ἐκδαπανιόταν
μέχρι τέλους, προκειμένου νὰ διακονήσει τὸ μεγαλύτερο καὶ σημαντικότερο θαῦμα τῆς
πρόσκαιρης ὑπάρξεως, τὴν ἔνωση τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Ζώντος καὶ
Αἰωνίου Θεοῦ. Φρονοῦμε πῶς σὲ αὐτὸ πρέπει νὰ παραμείνει ἡ ἔμφαση καὶ μετὰ τὸν
θάνατό του». Πολλὰ θαυμαστὰ σημεῖα ἁγιωσύνης τοῦ Γέροντα ἔχει λοιπὸν δείξει ὁ Θεὸς,
ἤδη ἐνῶ ἀκόμα ζοῦσε ὁ Ἅγιος.
Κλείνοντας γιὰ τὸν Ἅγιο Σωφρόνιο θὰ θέλαμε νὰ ἀναφερθοῦμε
στὴν ἀποδοχή του, ἡ ὁποία πέρα ἀπὸ τὶς ὅποιες μεμονωμένες ἀντιδράσεις στὴν ἁγιοκατάταξή
του, αὐτὴ εἶναι γενική. Τὴν ὁμολογία ὅτι ὁλόκληρο τὸ Ἅγιο Ὄρος τιμὰ τὸν Γέροντα
Σωφρόνιο ὡς ἅγιο, ἤδη πρὶν τὴν ἁγιοκατάταξή του, τὴν ἔχουν δώσει ἀκόμα καὶ
μερικοὶ ἀπὸ τοὺς κατήγορούς του (βλέπε παραπάνω τὰ ὅσα ἔχει γράψει γιὰ τὸν
Γέροντα ὁ Ρῶσος Θεολόγος Α.Ι. Ὀσίπωφ). Μάλιστα τὸ 2008 πρὸς τιμὴ τοῦ Γέροντα ἡ Ἱερὰ
Μονὴ Βατοπεδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους διοργάνωσε μὲ μεγάλη ἐπιτυχία τὸ Γ’ Διορθόδοξο Ἐπιστημονικὸ
Συνέδριο, ὅπου μιλήσαν καὶ πολλοὶ ἐκλεκτοῖ ὁμιλητές, μοναχοί, ἱερωμένοι καὶ ἐπιστήμονες,
γνωστοὶ γιὰ τὰ παραδοσιακὰ ὀρθόδοξα φρονήματά τους.
Ἀπὸ τὸν σλαβόφωνο κόσμο, πολύ ἐνδιαφέρουσα γιά τόν Ἅγιο
Σωφρόνιο εἶναι ἡ μαρτυρία ποὺ ἔδωσε ὁ Σέρβος Ἐπίσκοπος πρώην Ἑρζεγοβίνης Ἀθανάσιος
Γιέφτιτς, στὸ παραπάνω συνέδριο. Ὁ Ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος, ἐκφράζει τὴν σχέση τῆς
πνευματικῆς κληρονομιᾶς ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν πνευματικό του πατέρα, Ἅγιο Ἰουστίνο
Πόποβιτς, μὲ τὴν πνευματικὴ κληρονομιὰ τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου καὶ τοῦ
Γέροντος Σωφρονίου, ἐνταγμένες μέσα στήν ἀποστολική καί πατερική παράδοση τῆς
Μίας Ἁγίας Ἐκκλησίας. Γράφει: «Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος εἶναι ἕνας ἄνθρωπος
βαθύτατος, πολυδιάστατος, πολύπλοκος. Τόν γνώρισα πρῶτα ἀπό τό βιβλίο του γιά
τόν ἅγιο Σιλουανό, πού τό εἶχε στείλει στόν Γέροντα Ἰουστῖνο (Πόποβιτς). Τό
διάβασα στίς ἀρχές τοῦ 1960 σέ πολυγραφημένη ρωσική ἔκδοση τῶν Παρισίων, πού ἀργότερα
κυκλοφόρησε τυπογραφημένη. Θαύμασα τόν πλοῦτο καί τῶν δύο· καί τοῦ ἁγίου
Σιλουανοῦ καί τοῦ Γέροντος Σωφρονίου. Ἀλλά ἐκεῖνο πού μέ ἐντυπωσίασε
περισσότερο κατά τήν προσωπική μου συνάντηση μέ τό Γέροντα Σωφρόνιο, ἀργότερα
τό 1992, ἕνα περίπου χρόνο πρίν ἀναχωρήσει γιά τόν οὐρανό, εἶναι ὅτι ἦταν ἄνθρωπος
βαθιά διψασμένος γιά τήν ἀληθινή ζωή, βαθιά διψασμένος γιά τό Ζῶντα Θεό καί ἄνθρωπος
τῆς ἀγάπης, μιᾶς ἐπώδυνης καί χαροποιοῦ ἀγάπης»… «Ὅταν τόν Φεβρουάριο τοῦ 1992 ἐπισκέφθηκα
τόν Γέροντα Σωφρόνιο ὡς ἐπίσκοπος καί ἐξομολογήθηκα (εἶχε ἀρχίσει ἤδη ὁ πόλεμος
στήν Βοσνία), ἐκεῖνο πού μοῦ ἔκανε τήν πιό βαθιά ἐντύπωση ἦταν κυρίως αὐτή ἡ αἴσθηση
τῆς χάριτος πού ἀκτινοβολοῦσε ἀπό αὐτόν. Ἡ μοναχική ζωή, ὅλος ὁ ἀγώνας, ἡ ἄσκηση
“ПОДВИГ” –ὡραία σλαβική λέξη πού σημαίνει κίνηση πρός τά ἐμπρός καί κίνηση πρός
τά ἄνω– γίνεται γιά τόν σκοπό αὐτό· νά γευθοῦμε τήν χάρη καί τήν ἀγάπη τοῦ Ζῶντος
καί Ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ»... «Ἡ χάρη, λέγει ὁ Γέροντας Σωφρόνιος,
μᾶς διατηρεῖ σέ ζωντανή κοινωνία μέ τόν Θεό, ἐνῶ ἡ προσευχή καί ὅλες οἱ ἀσκήσεις
ἀνοίγουν τό εἶναι μας στόν Θεό, ἔτσι πού νά μήν κλεινόμαστε στόν ἑαυτό μας, στή
φτώχεια, στή μηδαμινότητά μας. Ἀλλοιῶς εἶναι πολύ ἐπικίνδυνη ἡ ἄβυσσος τῆς ἀνθρώπινης
ὑπάρξεως... Καί ὁ Γέροντας Σωφρόνιος ἔζησε αὐτήν τήν χαρά τῆς συναντήσεως μέ τό
φῶς τῆς θείας χάριτος, μᾶς τήν ἔδειξε καί τήν ἔδωσε. Εἶναι πολύ φοβερό νά
κλεινόμαστε στόν ἑαυτό μας. Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος ζοῦσε τόν κίνδυνο τοῦ αὐτοπεριορισμοῦ
μας, ἀλλά ζοῦσε καί τή χαρά τοῦ ἐν μετανοίᾳ ἀνοίγματός μας πρός τό Ζῶντα Θεό»… «Ἀποτελεῖ
μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ γιά ὅλη τήν Ὀρθοδοξία καί γιά ὅλον τόν κόσμο ὁ Γέροντας
Σωφρόνιος. Βασική μαρτυρία του εἶναι ὅτι, ἐάν ἡ ζωή μας, ἀκόμη καί ἡ μοναχική,
δέν εἶναι ζωή ἐν χάριτι, ζωή τῆς ἰδίας θείας χάριτος, δηλαδή τοῦ ἰδίου τοῦ
Χριστοῦ μέσα μας, ζωή πού μᾶς δίνει ἡ εἰλικρινής καί ὀρθή πίστη, τό ἅγιο
Βάπτισμα, ἡ Θεία Εὐχαριστία, τότε εἴμαστε πτωχοί καί γυμνοί».
Ἄλλη σημαντική μαρτυρία ἀπὸ τὸν σλαβόφωνο κόσμο
γιά τόν ἅγιο Σωφρόνιο εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ Ρώσου Ἀρχιμανδρίτου Ἀλυπίου Kastalskij
τῆς Λαύρας τοῦ ἁγίου Σεργίου, ποὺ ἐξηγεῖ πῶς ἔγινε ὁ Ἅγιος ἀποδεκτὸς ἀπὸ τὸν
Ρωσικὸ λαό, παρόλους τοὺς προβληματισμούς, τὶς ἀμφιβολίες καὶ τὴν κριτικὴ ποὺ
δέχθηκε στὴν πορεία πρὶν ἡ ἀλήθεια ἐπικρατήσει καὶ σεβαστοῦν ὅλοι αὐτὸν τὸν
πατέρα, ποὺ ἔμπρακτα ἔδειξε τὴν ἀγάπη στὸν λαό του: «Τό ὄνομα τοῦ μακαριστοῦ Γέροντα ἀρχιμανδρίτη
Σωφρονίου ἔγινε γνωστό στή Ρωσία μετά τήν ἔκδοση στό Παρίσι τοῦ βιβλίου “Ὁ
Γέροντας Σιλουανός”. Αὐτό τό βιβλίο ἔφτασε μέ παράνομο τρόπο στήν Σοβιετική Ἕνωση
καί προκάλεσε συγκλονιστική ἐντύπωση στόν πιστό λαό καί, ἰδιαίτερα, στήν
νεολαία, ἡ ὁποία στά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ’70 ἄρχισε νά μετέχει στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Παρά τίς ἀπαγορεύσεις τῶν διωκτικῶν ἀρχῶν στήν διάδοση τῆς πνευματικῆς
λογοτεχνίας, τό βιβλίο τοῦ πατρός Σωφρονίου ἀντιγράφτηκε σέ χιλιάδες ἀντίτυπα
καί διαδόθηκε ἀνάμεσα στούς Ὀρθοδόξους. Πολλές φορές εἶχε ἀκουστεῖ ὅτι ἄνθρωποι
πού βρίσκονταν μακριά ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὅταν διάβασαν τό βιβλίο “Ὁ Γέροντας
Σιλουανός”, ἄλλαξαν τήν ζωή τους καί ἔγιναν ἔνθερμοι Χριστιανοί. Μέσα στήν ἀδελφότητα
τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Σεργίου ὑπάρχουν κάποιοι, οἱ ὁποῖοι ὑπό τήν ἐπίδραση αὐτοῦ
τοῦ βιβλίου ἄφησαν τήν ματαιότητα τοῦ κόσμου καί ἔγιναν μοναχοί»...«Στόν ἀναγνώστη
δέν μποροῦσε νά μή γεννηθεῖ τό ἐρώτημα: Ποιός εἶναι ὁ πατέρας Σωφρόνιος; Πῶς
κατόρθωσε τόσο βαθιά νά κατανοήσει τήν ἐξαίρετη προσωπικότητα τοῦ Γέροντα
Σιλουανοῦ; Ἀπό ποῦ ἀπέκτησε ὁ πατέρας Σωφρόνιος τέτοια ἄνεση στήν περιγραφή τῶν
δύσκολων ζητημάτων τῆς Θεολογίας καί τῆς ἀσκητικῆς; Ἄν τό “ὅμοιο γνωρίζεται ἀπό
τό ὅμοιό του” καί μονάχα τό πνευματικό μπορεῖ μέ ἀσφάλεια νά ἀναφερθεῖ στό
πνευματικό, τότε γίνεται ὁλοφάνερο ὅτι ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου ἦταν ἄξιος
μαθητής τοῦ διδασκάλου του καί ὁ ἴδιος βρισκόταν σέ ὑψηλό ἐπίπεδο πνευματικῆς
ζωῆς»…«Δυστυχῶς, μερικοί ἀναγνῶστες στήν Ρωσία, ἀνάμεσά τους καί ὁ διάσημος
καθηγητής Ἀ. Ἰ. Ὀσίπωφ καί μερικοί ἰδεολογικά προσκείμενοι πρός αὐτόν ἱερεῖς, εἶδαν
μέ δυσπιστία τό πνευματικό ἔργο τοῦ Γέροντα καί τοῦ ἄσκησαν δριμεία κριτική.
Κατηγόρησαν τόν ἀρχιμανδρίτη Σωφρόνιο γιά ὑπερηφάνεια, κενοδοξία καί ἀκόμα γιά
πνευματική μαγεία… Μέ αὐτόν τόν τρόπο, ὁ καθηγητής Ὀσίπωφ κατηγόρησε ὄχι μόνο
τόν Γέροντα ἀλλά ὁλόκληρο τό Ἅγιο Ὄρος γιά διάδοση πνεύματος μαγείας. Κανένα
σοβαρό θεολογικό ἐπιχείρημα δέν παρουσιάζει ὅμως πού νά στηρίζει τήν γνώμη του»…
«Οἱ κριτικές πού ἐμφανίστηκαν στόν ἐκκλησιαστικό τύπο, ἔφεραν ἀναταραχή στούς ἐκκλησιαστικούς
κύκλους καί καθυστέρησαν τήν διάδοση τοῦ βιβλίου στήν Ρωσία. Ἔτσι, ὁ ἡγούμενος ἑνός
γνωστοῦ μοναστηριοῦ θεώρησε ὅτι φαινόταν πώς τό βιβλίο περιεῖχε κάποια περίεργη
αἵρεση καί διέταξε τούς ἀδελφούς μοναχούς του νά τό κάψουν στήν αὐλή του. Τώρα ὅλη
αὐτή ἡ πολεμική πέρασε στό παρελθόν. Τό 2006 ἡ Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος–Ἁγίου
Σεργίου ἐξέδωσε τό βιβλίο “Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι” σέ 10.000 ἀντίτυπα καί
καμία νέα παρεξήγηση μέ ἀφορμή αὐτό δέν προέκυψε ξανά. Στήν σύγχρονη Ρωσία ἔχουν
ἐκδοθεῖ ὅλες οἱ γνωστές στήν Δύση ἐργασίες τοῦ Γέροντα, οἱ ὁποῖες παρουσιάζουν
ζήτηση, μονίμως ἐπανεκδίδονται καί ἀποκτοῦν ὅλο καί μεγαλύτερη δημοσιότητα. Οἱ
βασικοί ἐκδότες τῶν βιβλίων τοῦ Γέροντα Σωφρονίου στήν Ρωσία εἶναι ἡ Λαύρα τῆς Ἁγίας
Τριάδος–Ἁγίου Σεργίου, πού τυπώνουν τά βιβλία του μέ τήν εὐλογία τοῦ ἁγιωτάτου
Πατριάρχη Μόσχας καί πάσης Ρωσίας Ἀλεξίου II, καί οἱ ἐκδόσεις “Προσκυνητής”. Τά
συνολικά ἀντίτυπα τῶν βιβλίων τοῦ ἀρχιμανδρίτη Σωφρονίου, πού κυκλοφόρησαν στήν
Ρωσία, δέν μποροῦν νά προσδιοριστοῦν ἐπακριβῶς. Ἕνα ἀπό τά βιβλία, “Ὁ Γέροντας
Σιλουανός”, ἐκδόθηκε στήν Ρωσία σέ περίπου 1.000.000 ἀντίτυπα»…«Ὁ ἀρχιμανδρίτης
Σωφρόνιος, μεγάλος ἀσκητής, θεολόγος καί πνευματικός συγγραφέας, κατόρθωσε νά ἐνηλικιωθεῖ
ἐν Χριστῷ, ὥστε νά πάψουν νά ἐπικρατοῦν ὁποιεσδήποτε ἐθνικές διαφορές καί νά μή
διακρίνονται “οὔτε Σκύθης οὔτε Ἰουδαῖος ἤ Ἕλλην”. Ἀλλά τό γεγονός ὅτι εὑρισκόμενος
ἤδη σέ προχωρημένη ἡλικία καί μέ βεβαρυμένη σωματική ὑγεία, ὁκτώ φορές ἐπισκέφτηκε
τήν Ρωσία, μαρτυρεῖ τό πόσο ἀγαποῦσε τήν πατρίδα του καί τόν λαό του. Δέν
διέκοψε τήν πνευματική σχέση μέ τήν Ρωσική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία... Μετά τήν
κατάρρευση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος στήν Ρωσία ξεχύθηκε ἕνα ὁλόκληρο ρεῦμα
ἀπό ἀπρόσκλητους ἱεραποστόλους ἀπό τίς ΗΠΑ, τήν Εὐρώπη καί τήν Ἀσία, οἱ ὁποῖοι ἐπεδίωκαν
νά διασπάσουν τήν ἑνότητα τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, νά ἐλέγχουν
πνευματικά τόν ρωσικό λαό, νά διακόψουν τήν ἐπαφή του μέ τήν Ὀρθοδοξία τῶν
προγόνων του καί νά προσηλυτίσουν αὐτόν σέ μία σειρά ἀπό νεομοδίτικες
ψευδοχριστιανικές διδασκαλίες. Σέ αὐτούς τούς δύσκολους καιρούς στό τέλος τῆς
ζωῆς του ὁ Γέροντας προέτρεπε ὅλα τά τέκνα τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας νά μείνουν
συσπειρωμένα κάτω ἀπό τό ὠμόφορο τοῦ Πατριάρχη. Ἕνας ἀπό τούς Ρώσους
πνευματικούς μοιράστηκε μέ τόν Γέροντα Σωφρόνιο τίς ἀμφιβολίες του πού
προκλήθηκαν ἀπό ὁρισμένα ἀρνητικά γεγονότα στήν ζωή τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ
Γέροντας στήν ἀπάντησή του ἔγραψε: “... Ἱκετεύω τήν ἁγιότητά σας νά εἰσακούσει
τήν φωνή μου πού εἶναι αὐτή ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου: Μείνετε πιστοί μέ ὅλες τίς
δυνάμεις σας μόνο στό Πατριαρχεῖο. Συνεχίστε ἀκόμα καί μέχρι “ὁμολογίας” (γιά
νά μήν πῶ μαρτυρεῖστε ἀκόμα καί μέχρι θανάτου). Ἡ σωτηρία βρίσκεται μονάχα ἐκεῖ.
Ὅλες οἱ ἄλλες κινήσεις, παρότι ἐξωτερικά στήν ὄψη μοιάζουν μέ εὐσεβεῖς, ἀνήκουν
σέ δυτικούς ἐχθρούς. Μέ αὐτές θά ἔρθει μόνο τό σχίσμα, τό μίσος καί ἡ ἀπώλεια ὅλων.
Σᾶς γράφω μέ πλήρη ἐπίγνωση τῆς ὑπευθυνότητάς μου ἀπέναντι στόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία
πού ἔχει ἁγιασθεῖ ἀπό τό πολύτιμο Αἷμα τοῦ Ἐνσαρκωμένου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ»… «Πολλοί
μοναχοί καί λαϊκοί ἐπικαλοῦνται τό ὄνομα τοῦ Γέροντα Σωφρονίου στίς προσευχές
τους καί ἐλπίζουν στήν σύντομη ἀναγνώρισή του. Στήν Ρωσία ἤδη διεξάγονται
προσπάθειες γιά νά ἑτοιμασθεῖ ἡ εἰκόνα τοῦ πατρός Σωφρονίου μέ τήν ἐλπίδα ὅτι
στό μέλλον θά τιμᾶται ὡς ἅγιος ἀπό ὅλες τίς ἐκκλησίες».
Ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς μαρτυρίες ἀνάμεσα
στοὺς Ἕλληνες γιὰ τὸν Ἅγιο Σωφρόνιο εἶναι αὐτὴ τοῦ ἅγιου Πορφυρίου, ὁ ὁποῖος εἶχε
παραδεχθεῖ ὅτι συναντιόνταν οἱ δυό τους πνευματικὰ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς
προσευχῆς, βρισκόμενοι ὁ ἕνας στὸ Ἔσσεξ καὶ ὁ ἄλλος στὸ Μήλεσι, ὅπου γι’ αὐτὸ τὸ
γεγονὸς τοῦ εἶχε ἀπευθύνει καὶ ἐπιστολή. Γράφει ὁ δρ. Κλείτος Ἰωαννίδης (στὸ
βιβλίο του «Γέρων Πορφύριος, Μαρτυρίες και εμπειρίες»): «Χάρη στὸ διορατικὸ
χάρισμά του ὀ Γέρων Πορφύριος γνώριζε καὶ τὴ μορφὴ ἑνὸς ἄλλου μεγάλου Γέροντος
τῶν ἡμερῶν μας, τοῦ Ρώσου Γέροντος Σωφρονίου, κτίτορος καὶ Προηγουμένου τῆς Ἱερᾶς
Μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸ Ἔσσεξ τῆς Βρετανίας, ὁ ὁποῖος, ἀνάμεσα στ’ ἄλλα
βιβλία, ἔγραψε καὶ τὸ παγκόσμια γνωστὸ καὶ μεταφρασμένο σὲ πολλὲς γλώσσες 'Ὁ Γέροντας Σιλουανός'. Κοντὰ στὸ Γέροντα
Σιλουανό, ὁ ὁποῖος, ὅπως εἶναι γνωστό, ἀνακηρύχθηκε ἅγιος τὸ 1989, ὁ Γέρων
Σωφρόνιος εἶχε ζήσει ἑννέα ὁλόκληρα χρόνια. Ὅπως, λοιπόν, ὁ ἴδιος ὁ Γέρων
Σωφρόνιος μᾶς εἶπε τὸ Νοέμβριο τοῦ 1990, ὅταν εἴχαμε τὴ μεγάλη εὐλογία νὰ τὸν
συναντήσουμε καὶ νὰ συνομιλήσουμε μαζί του στὸ Ἔσσεξ, συναντιόνταν οἱ δύο
Γέροντες κάθε βράδυ στὶς προσευχές τους καὶ γνώριζαν πολὺ καλὰ ὁ ἕνας τὴ μορφή
τοῦ ἄλλου, χωρὶς ποτὲ νὰ ἔχουν δεῖ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο μὲ τοὺς φυσικοὺς ὀφθαλμούς τους»...ὁ
γέροντας Σωφρόνιος «ἀνέθεσε σ’ ἕνα ὑποτακτικό του ἱερομόναχο νὰ μᾶς γράψει ἐπὶ
λέξει τὰ ἀκόλουθα: ʺΓράφουν δι’ ἐμὲ τέτοια μεγάλα ἐπαινετικὰ λόγια; Καὶ πῶς
μπορῶ νὰ εἴπω ὅτι εἶμαι τέτοιος; Θὰ ἦτο παράδοξος μία τοιαύτη μαρτυρία περὶ ἑμαυτοῦ.
Τὸ γεγονός ἔχει ὡς ἐξῆς. Πρὸ δεκαετίας περίπου, κατὰ τὴν πρωτοβουλίαν τοῦ πατρὸς
Πορφυρίου καὶ τὴν μεσολαβήσει κάποιου κοινοῦ γνωστοῦ, εἶχεν ὁρισθῆ ἡμερομηνία
καὶ ὥρα κοινῆς προσευχῆς. Ἔκτοτε δὲ ἐδραιώθη μεταξὺ ἡμῶν ἡ ἀμοιβαία προσευχήʺ. Πράγματι
δὲ ἐνθυμοῦνται μερικοὶ στὸ Ἡσυχαστήριο ὅτι ὁ Γέρων Πορφύριος τοὺς εἶχε πεῖ νὰ μὴ
τὸν διακόψουν ὁρισμένη βραδινὴ ὥρα, διότι εἶχε πνευματικὴ ἐν προσευχὴ συνάντηση
μὲ τὸ Γέροντα Σωφρόνιο. Τέτοιες πνευματικὲς συναντήσεις γιὰ κοινὴ προσευχὴ
συνήθιζε ὁ Γέροντας Πορφύριος νὰ ἔχει καὶ μὲ πνευματικά του τέκνα, ποὺ
βρίσκονταν σὲ μακρινούς τόπους. Ἡ πρωτοβουλία τοῦ π. Πορφυρίου, τὴν ὁποία ἀναφέρει
ὁ Γέρων Σωφρόνιος, πραγματοποιήθηκε μὲ τὴν ἀποστολή της κατωτέρω ἐπιστολῆς, τῆς
ὁποίας ἀντίγραφο μᾶς ἔδωσε τὸ πνευματικό τέκνο τους, ποὺ μεσολάβησε:
ʺΓέροντα Σωφρόνιε,
Σ’ ἀσπάζομαι ἐν Χριστῶ.
Ἡ τάδε μοῦ ᾿πε, ὅτι θέλετε νὰ
συναντηθοῦμε. Καὶ ὅτι μὲ καλεῖτε νὰ ᾿ρθῶ στὴν Ἀγγλίαν καὶ ὅτι ἐὰν δὲν μπορῶ νὰ ᾿ρθῶ
ἐγῶ ἐκεῖ, θὰ ἔρθετε ἐσεῖς στὴν Ἑλλάδα. Ἐπειδὴ ἐγῶ δὲν μπορῶ νὰ ᾿ρθῶ, ἀλλὰ καὶ δὲν
θέλω νὰ ὑποβληθεῖτε ἐσεῖς στὸν κόπον νὰ ἔρθετε, καὶ ἐπειδὴ γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς
δὲν ὑπάρχουν ἀποστάσεις, θὰ μπορούσαμε νὰ συναντηθοῦμε στὴν προσευχή, λέγοντας
τὸ «Κύριε Ἰησοῦ, Χριστὲ ἐλέησόν με», στὶς 31 Αὐγούστου, Κυριακή, 1980 καὶ ἀπὸ ὥρας
12 μεσονυκτίου ἔως 12.30 μετὰ μεσονύκτιο (10.00-10.30 ὥρα Ἑλλάδος). Ἐκτὸς ἄν ἔχετε
ἄλλη δουλειὰ καὶ ἔρθετε στὴν Ἑλλάδα. Σ’ ἀσπάζομαι ἐν Κυρίω μετὰ τῆς συνοδείας
σου, εὐχόμενος ὑγείαν ψυχῆς καὶ σώματος.
Μετὰ τῆς ἐν Κυρίω ἀγάπης
Ἱερομόναχος Πορφύριος Μπαϊρακτάρηςʺ».
4. Ἐπίλογος.
Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος στὸ κείμενό του «Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας
κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ἑνότητας τῆς Ἁγίας Τριάδος» ἀντιτίθεται δυναμικὰ σὲ κάθε
προσπάθεια μεταφορᾶς καὶ ἐφαρμογῆς παπικοῦ τύπου πρωτείου στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία,
ἀλλὰ ὅπως δείξαμε παραπάνω σαφέστατα καὶ κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
διαφοροποιώντας τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα πιστεύω, ὡς τὴν μόνη ἀλήθεια.
Δὲν εἶναι καθόλου τυχαίο, ὅτι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος συνηθίζει νὰ καλεῖ στὸν οὐρανὸ
τοὺς Ἁγίους Του σὲ ἡμέρες ἰδιαίτερης σημασίας καὶ χαρακτηριστικῶν ἑορτῶν,
κάλεσε αὐτὸν τὸν Ἅγιο τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, ἡ ὁποία
θαυματουργικῶς «ἐκύρωσε τὰ δόγματα τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὰ ὁποία οἱ ἅγιοι
Πατέρες σοφῶς ἐδογμάτισαν», ἐνῶ τὴν ἑπομένη τῆς ἑορτῆς της ἐκοιμήθηκε καὶ ὁ ἅγιος
Παΐσιος, ποὺ τὴν εἶχε δεῖ ὁλοζώντανη μπροστά του σὲ ὄραμα. Τὴν ἴδια ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξη
ἱερὴ παρακαταθήκη μᾶς ἄφησαν καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες, ἅγιος
Πορφύριος, ἅγιος Ἰάκωβος καὶ λοιποί, εἶτε μὲ τὸν λόγο τους, εἶτε μὲ τὸ ἔμπρακτο
παράδειγμά τους, πέρα ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἐπιμέρους σφάλμα, ποὺ μπορεῖ νὰ εἶπε ἤ ἔπραξε
κάποιος ὡς ἄνθρωπος σὲ κάποια χρονικὴ στιγμή. Θὰ ἀναφερθοῦμε στὸ σημεῖο αὐτὸ στὴν
ἀπάντηση, ὡς ἰδιαίτερα χαρακτηριστική, σὲ σχετικὴ ἐρώτηση ποὺ τοῦ ἔκαναν, τοῦ ἅγιου
Ἐφραῖμ τοῦ Κατουνακιώτη μετὰ ἀπὸ προσευχή, ὅτι «ὁ Οἰκουμενισμὸς ἐμφορεῖται ἀπὸ ἀκάθαρτα
πνεύματα». Εἶναι πραγματικὰ παράδοξο καὶ
ἀκατανόητο, πῶς, ἐνῶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἔπραξε καλὰ καὶ εὐλογημένα καὶ
τοὺς ἁγιοκατάταξε, ὡστόσο δὲν συμβαδίζει μὲ τὶς διδαχὲς τους σὲ αὐτὰ τὰ καίρια καὶ
οὐσιαστικὰ ζητήματα γιὰ τὸ ἐκκλησιαστικὸ πολίτευμα καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς
πίστεως. Εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέει κατὰ
κάποιο τρόπο «νά, σᾶς προσφέρουμε τοὺς Ἁγίους σας, ποὺ σᾶς ἐκφράζουν
πραγματικά, νὰ τοὺς ἀκολουθεῖτε, χωρὶς νὰ παύετε, ὅτι καὶ νὰ κάνουμε, νὰ μένετε
καὶ μαζί μας γιὰ χάρη τους».
Ἡ ἁγιοκατάταξη τοῦ ἅγιου Σωφρονίου θὰ μποροῦσε νὰ
διαδραματίσει καὶ ἕνα ἄλλο σημαντικὸ ἑνοποιητικὸ καὶ κατευναστικὸ ρόλο στὸ ἄλλο
κρίσιμο ἐκκλησιαστικὸ ζήτημα, αὐτὸ τοῦ Οὐκρανικοῦ. Ἔτσι, ἀφοῦ ἡ ἁγιοκατάταξή
του ἔγινε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, γιατὶ σὲ αὐτὸ ὑπαγόταν ἡ Ἱερὰ Μονή
του, ὅμως ὡς πρὸς τὴν καταγωγή του ὁ Ἅγιος ἦταν Ρῶσος, θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει
τὸ πρόσωπο αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου μιὰ ἀφορμὴ προσέγγισης τῶν δύο ἀντιπαρατιθέμενων Ἐκκλησιῶν
στὸ Οὐκρανικό, πράγμα ποὺ ἔδειξε καὶ ἡ δήλωση τοῦ Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ κ. Ἰλαρίων,
ἐπικεφαλῆς τοῦ Συνοδικοῦ Τμήματος Ἐξωτερικῶν Ἐκκλησιαστικῶν
Σχέσεων τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, λίγες μέρες μετὰ τὴν ἁγιοκατάταξη, στὴν συνάντησή
του μὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου κ. Ἐλπιδοφόρο μετὰ ἀπὸ πρόσκληση τοῦ
Μητροπολίτη Νέας ‘Υόρκης καὶ Bορείου Ἀμερικῆς τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ἀντιοχείας,
κ. Ιωσήφ στὶς 24 Ὀκτωβρίου 2019: «Πιστεύω πὼς δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ συνάντηση
πραγματοποιήθηκε λίγο μετὰ τὴν ἀνακοίνωση τοῦ Πατριάρχη κ.κ.Βαρθολομαίου γιὰ τὴν
ἁγιοκατάταξη τοῦ γέροντα Σωφρονίου Σαχάρωφ. Πιστεύω ὅτι ὁ πατέρας Σωφρόνιος
προσεύχεται γιὰ τὴν ἀγαπημένη του Ρωσικὴ Ἐκκλησία, ὅσο καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς
Κωνσταντινούπολης, τὴν ὁποία διακόνησε καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ στὴν Ἀγγλία σὲ
δύσκολους καιρούς. Ἡ προσευχὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ
διατηρήσουμε τὴν ἑνότητα τῶν ἱερῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὶς ὁποῖες
προσευχόμαστε σὲ κάθε λειτουργία».
Ἅλλοι γέροντες, ποὺ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο μὲ τοὺς ἤδη ἁγιοκαταταγμένους
σύγχρονους γέροντες, ἀξίζουν νὰ ἁγιοκαταταχθοῦν γιὰ τὸ ὀρθόδοξο ἀσκητικό τους
φρόνημα καὶ τὴν θυσιαστικὴ προσφορά τους στὴν μοναχικὴ ζωὴ, καὶ γενικὰ στὴν Ἐκκλησία,
εἶναι ὁ γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ γέροντας Αἰμιλιανὸς ὁ Σιμωνοπετρίτης, ὁ
γέροντας Ἐφραῖμ τῆς Ἀριζόνας, ὁ ἄφθαρτος γέροντας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἀγάθωνος
Βησσαρίων. Ἀνάμεσα στοὺς Ἁγίους, ποὺ
ἀναφερθήκαμε ἐπιλεκτικὰ δὲν συμπεριλάβαμε τὸν πιὸ πρόσφατο ἁγιοκαταταγμένο, τὸν
Ἅγιο Ἐδέσσης Καλλίνικο, μένοντας στοὺς ἄλλους, ποὺ ἦταν ὅλοι γέροντες, καὶ στὴν
πλειοψηφία τους ὁλιγογράμματοι. Ἴσως, τὸ ὅτι ἀνάμεσά σὲ ὅλους αὐτοῦς τοὺς ἁγιοκαταταγμένους
γέροντες δὲν ὑπήρχε κανένας ἀρχιερέας, νὰ ἀποτέλεσε ἕνα ἔναυσμα γιὰ τὸ Οἰκουμενικὸ
Πατριαρχεῖο νὰ ἁγιοκατατάξει στὴν παρούσα χρονικὴ στιγμὴ τὸν Ἅγιο Ἐδέσσης
Καλλίνικο, ὥστε νὰ ὑπάρχει καὶ κάποιος ἀπὸ τὴν τάξη τῶν ἀρχιερέων στὴν χορεία τῶν
σύγχρονων ἁγιοκαταταγμένων Ἁγίων, ὥστε νὰ φανεῖ ὅτι καὶ ἀπὸ τὴν τάξη τους
προέρχονται ἅγιοι, καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ἁπλοϊκοὺς γέροντες. Τότε ὅμως θὰ μποροῦσαμε
νὰ προτείνουμε τὴν ἁγιοκατάταξη τουλάχιστον ἄλλων δύο ἀρχιερέων, τοῦ μακαριστοῦ
Ἀντωνίου Σιατίστης καὶ τοῦ μακαριστοῦ Αὐγουστίνου Καντιώτη, τῶν ὁποίων ἡ βιοτὴ
καὶ τὰ τέλη ἦταν ὅσια καὶ εἰρηνικά. Μόνο βέβαια νὰ δίνεται κάποιος χρόνος ἀπὸ τὴν
μιὰ ἁγιοκατάταξη στὴν ἄλλη, χωρὶς βιασύνες, ὥστε ἡ ἐπώαση τῶν ἁγιοκατατάξεων, ὡς
μιὰ χρονοβόρα διαδικασία, νὰ γίνεται σωστά.
Ὅλες αὐτὲς οἱ σύγχρονες ἁγιοκατατάξεις εἶναι θεῖο δῶρο,
γιὰ τοὺς δύσκολους καιροὺς ποὺ ἔρχονται, καὶ νάτοι ἤδη ἦρθαν, στοὺς ὁποίους θὰ ἀποτελέσουν
γιὰ μᾶς σημαντικὸ στήριγμα, ἐνίσχυση, ἐφόδιο, καὶ παρηγοριά, καταφεύγοντας στὴ
βοήθειά τους καὶ στὶς πρεσβείες τους στὸν Κύριο, ὥστε νὰ ἀνταπεξέλθουμε στὶς
δοκιμασίες. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος εἶχε πεῖ πρὶν κοιμηθεῖ «Μὴν λυπηθεῖτε ὅταν θὰ
φύγω ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, γιατὶ τότε θὰ εἶμαι πιὸ πολὺ κοντά σας καὶ θὰ μπορῶ νὰ σᾶς
βοηθῶ πολὺ περισσότερο».
Πηγές.
1. Ἱερομόναχου Ἰσαάκ, «Βίος
Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου», Ἱερὸ Ἡσυχαστήριον Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος,
2012.
2. Ἁγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου,
«Βίος καὶ Λόγοι», Ἱ.Μ. Χρυσοπηγῆς, 2015.
3. Στυλιανὸς Γ. Παπαδόπουλος, «Ὁ Μακαριστὸς Ἰάκωβος
Τσαλίκης», Οὐρανός, 2014.
4.
Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπεδινοῦ, «Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστῆς», Ψυχοφελὴ Βατοπεδινά,
Ἱ.Μ. Βατοπαιδίου, 1983.
5.
Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπεδινοῦ, «Ὁ Χαρισματοῦχος Ὑποτακτικὸς - Γέροντας Ἐφραῖμ ὁ
Κατουνακιώτης», Ψυχοφελὴ Βατοπεδινά, Ἱ.Μ. Βατοπαιδίου, 2018.
6.
Ἀρχιμ. Χερουβεῖμ, «Δανιήλ Κατουνακιώτης - Σύγχρονες Ἁγιορείτικες Μορφές, 4», Ἱ.Μ.
Παρακλήτου, Ὡρωπὸς Ἀττικῆς, 2009.
7.
Μητροπολίτης Ἰγνάτιος Τριάντης (Βερατίου), «Ὁ Γέροντας
τῆς Πάτμου-Ἀμφιλόχιος Μακρῆς (1889-1970)», Ἱ.Μ. Εὐαγγελισμοῦ, Πάτμος, 2009.
8. Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ),
«Ἀγώνας Θεογνωσίας - Ἡ ἀλληλογραφία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου μὲ τὸν Δ. Μπάλφουρ»,
Μετάφραση ἀπὸ τὰ ρωσικά: Ἀρχιμ. Ζαχαρίας, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας,
2004.
9.
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Αγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, «Διάλογος Γέροντος
Σωφρονίου τοῦ Έσσεξ καὶ Δ. Μπάλφουρ».
10. Μητροπολίτου Πισιδίας
Μεθοδίου Φούγια, «Θεολογικαὶ καὶ Ἱστορικαὶ Μελέται – Συλλογὴ Δημοσιευμάτων καὶ
μή, Σύμμικτα Ἐκκλησιαστικά», Τόμοι 14ος καὶ 15ος, Ἀθήνα,
2003.
11. Τοῦ ἰδίου, «Ὀρθοδοξία ἀλὰ Λατινικά (ἤ Δυτικοῦ
Τυπικοῦ)».
12. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, «Οἰκοδομῶντας
τόν Ναό τοῦ Θεοῦ μέσα μας καὶ στοὺς ἀδελφούς μας», Τόμοι Α΄, Β΄ καὶ Γ΄, Ἱ.
Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2014.
13. Πρωτοπρ.
Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος, «Ἀρχιμ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ καὶ Οἰκουμενισμός».
14. Πρωτοπρ.
Θωμᾶ Βαμβίνη, «Σχόλια σὲ μιὰ θεολογικὴ τραγωδία. Ἀπάντηση στὸν π. Ἰωάννη
Διώτη».
15. Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ),
«Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ
τὸ πρότυπο τῆς ἑνότητας τῆς Ἁγίας Τριάδος».
16. Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), «Τὸ μυστήριο τῆς πνευματικῆς ζωῆς», Μετάφραση ἀπὸ τὰ ρωσικά: Ἀρχιμ.
Ζαχαρίας, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 2010.
17. Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), «Ὀψόμεθα τῶ Θεῶ καθὼς ἑστι»,
Μετάφραση ἀπὸ τὰ ρωσικά: Ἀρχιμ. Ζαχαρίας, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας,
1992.
18. Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), "Ὁ
ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης", Μετάφραση ἀπὸ τὰ ρωσικά: Ἀρχιμ.
Ζαχαρίας, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 1992.
19. Ἱ.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, «Γέροντας
Σωφρόνιος ὁ Θεολόγος τοῦ Ἀκτίστου Φωτός: Πρακτικὰ Διορθοδόξου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου»,
Ἅγιον Ὄρος: Ἱ.Μ.Μ.Βατοπαιδίου, 2008.
20. Πρωτοπρ. Θωμᾶ
Βαμβίνη, «Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος καὶ ἡ ἀποδοχή του ἀπὸ τοὺς Ρώσους».
21. Δρ. Κλείτου Ιωαννίδη, «Γέρων Πορφύριος, Μαρτυρίες
καὶ Ἐμπειρίες», Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτήρος», 1994.
Συγχαρητήρια γιά τόν κόπο σας κι εὐχαριστοῦμε γιά τήν διαφώτιση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είστε καλά,
ΑπάντησηΔιαγραφήΒ.Ευσταθίου
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ!Ας έχουμε τις πρεσβείες του Αγίου Γέροντα Σωφρονίου, που τόσο αγάπησε τον Κύριο.Που έγινε ολοκαύτωμα προσευχής υπέρ του κάθε πεπτωκότος ανθρώπου για την σωτηρία του κατά το θέλημά του Θεού.
ΑπάντησηΔιαγραφή