Τρόπος μετάδοσης της Θείας
Κοινωνίας- Οδεύοντας προς την τέλεια ατέλεια
Ποιμαντικό και
όχι Δογματικό το ζήτημα
Κληρικού
Ι.Μ. Αιτωλίας κ΄ Ακαρνανίας (Δρ. Θεολογίας-Μ.Α. Φιλοσοφίας)
Άρχισε δειλά-δειλά
να γίνεται λόγος περί αλλαγής του τρόπου μετάδοσης του σώματος και του αίματος
του Χριστού στους πιστούς. Το παράδοξο δεν είναι ότι η φιλολογία αυτή
καλλιεργείται από ανθρώπους άγευστους της εκκλησιαστικής και μυστηριακής ζωής
(σύμφωνα με τα τωρινά δεδομένα, διότι αυτά αλλάζουν. Πρώην τέτοιοι άγευστοι,
όταν «ἦλθον εἰς ἑαυτόν», έφτασαν σε ανείπωτα πνευματικά ύψη-π.χ. Απ. Παύλος,
Μαρία η Αιγυπτία, Σαμαρείτιδα, αγία Πελαγία, Μωυσής ο Αιθίοπας, άγιος Βάρβαρος,
άγιος Αχμέτ ο νεομάρτυς και άλλοι αναρίθμητοι).
Το παράδοξο είναι
ότι από χείλη εκκλησιαστικών ανδρών, αρχιερέων-ιερέων θεολόγων, του εσωτερικού
και του εξωτερικού, γίνεται πλέον λόγος για την αλλαγή αυτή. Το επιχείρημα
είναι ότι ο τρόπος μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας δεν είναι δογματικό ζήτημα.
Έτσι θα μειωθούν οι πιθανότητες μετάδοσης κάποιας μεταδοτικής ασθένειας και το
κυριότερο, θα πάψουν να σκανδαλίζονται άνθρωποι με ελλιπή, στρεβλή ή και
ανύπαρκτη πίστη. Για την Εκκλησία ποτέ δεν τέθηκε θέμα αλλαγής του τρόπου
μετάδοσης των τιμίων δώρα από φόβο μετάδοσης μεταδοτικών ασθενειών, όπως θα
καταδειχθεί παρακάτω. Όσον αφορά το θέμα του σκανδαλισμού, αυτό ουσιαστικά
είναι ανύπαρκτο. Ποτέ ένας πιστός δεν θα σκανδαλισθεί και δεν θα φοβηθεί, σε
αντίθεση με έναν που αμφιβάλλει και φοβάται και ο οποίος καλά κάνει και δεν
προσέρχεται στη Θεία Κοινωνία διότι τότε οπωσδήποτε θα ασθενήσει, σύμφωνα με
τον παύλειο λόγο «ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει
καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς
καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί».[1]
Το ζήτημα δεν είναι
τωρινό. Τέθηκε μετ’ εντάσεως και τη δεκαετία του 1980, τη δεκαετία που
μεσουρανούσε η φοβερή μεταδοτική ασθένεια του AIDS, ο κορωνοϊός της εποχής. Το 1988, ο τότε
Βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος Βασίλειος Αγοράστης, είχε καταθέσει ερώτηση
στη Βουλή, ζητώντας από το αρμόδιο Υπουργείο και τους Ιατρικούς Συλλόγους να
λάβουν θέση για το θέμα της Θείας Κοινωνίας «για το απαράδεκτο και θλιβερό αυτό
φαινόμενο» όπως ακριβώς έγραφε, με την οποία θα μεταδιδόταν το AIDS!
Ο Ιατρικός Σύλλογος
Αθηνών ανέλαβε δράση και εξέδωσε απάντηση αποστομωτική, που θα τη ζήλευαν οι
πιο καταρτισμένοι θεολόγοι. Ο Ιατρικός Σύλλογος κατηγορηματικά υποστηρίζει ότι,
η μετάδοση της Θείας Κοινωνίας είναι θέμα πίστεως και όχι ιατρικό και ότι
ουδέποτε έχει αναφερθεί έστω «μία
βεβαιωμένη περίπτωση απλού πιστού, στον οποίο να έχει μεταδοθεί αρρώστια με τη
Θεία Μετάληψη. Ούτε και ιερέως ο οποίος μάλιστα μετά την κοινωνία των πιστών
κάνει την κατάλυση και καταπίνει όλα τα υπόλοιπα της Θείας Κοινωνίας μέχρι
τρυγός (μέχρι την τελευταία σταγόνα), μαζί με ότι από το στόμα του κάθε
μεταλαμβάνοντος δια της Αγίας Λαβίδος , κατέληξε στο Άγιο Ποτήριο. Ούτε ακόμα
και τότε που έβραζε η φυματίωση, εθέριζε η σύφιλη και η λέπρα ήταν ευρύτατα
διαδεδομένη! Τα ίδια προφανώς θα ίσχυαν αν ετίθετο θέμα και για το AIDS».[2]
Είναι γεγονός ότι ο τρόπος μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας δεν είναι
δογματικό θέμα. Αν ανήκε στη χορεία του δόγματος τότε αυτός ο τρόπος θα
παρέμενε αμετάβλητος στο διάβα των αιώνων. Αυτό όμως δε συμβαίνει. Μέχρι τον 10ο
περίπου αιώνα, ο τρόπος μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας είναι ίδιος ή ομοιάζει με
τον τρόπο που ο Χριστός κοινώνησε τους μαθητές του. Ο Χριστός ευλογεί τον άρτο,
τον διασπά, χωρίς μαχαίρι και τον δίδει στους μαθητές Του. Στη συνέχεια, από το
ίδιο ποτήριο, τους κοινωνά όλους (το
ποτήριο είναι πάντα κοινό, δεν αλλάζει ποτέ, όσοι τρόποι μετάδοσης της Θείας
Κοινωνίας κι αν αλλάξουν).[3]
Έχουμε αρκετό πηγαίο
υλικό που αποδεικνύει ότι τους πρώτους αιώνες όλοι κοινωνούσαν με διαφορετικό
τρόπο από τον γνωστό σε όλους μας. Λαβίδα δεν υπήρχε. Οι λαϊκοί κοινωνούσαν
όπως και οι ιερείς, πρώτα το σώμα, δια των χειρών του ιερέως ή του διακόνου και
στη συνέχεια το αίμα του Χριστού, από το ίδιο
ποτήριο, δια των χειρών του διακόνου. Η πιο παραστατική μαρτυρία του τρόπου
μετάληψης των πρώτων χριστιανών προέρχεται από τη γραφίδα του αγίου Κυρίλλου
Ιεροσολύμων (4ος μ. Χ. αι.), στην 5η του Μυσταγωγική
Κατήχηση. Ο χριστιανός προσέρχεται, όχι με απλωμένα τα χέρια και ανοιχτά
δάκτυλα, αλλά τοποθετώντας το δεξί χέρι, σταυροειδώς,[4]
επάνω στο αριστερό, κάνοντας μικρή κοιλιά. Έτσι υποδέχεται από το χέρι του
ιερέως το σώμα του Χριστού, λέγοντας το «Αμήν». Στη συνέχεια ακουμπάει με το
σώμα του Χριστού τα μάτια του, τρώει τον Αμνό, προσέχοντας μην πέσει κάποιο
ψίχουλο κάτω.
Ακολουθούσε η
μετάληψη του αίματος του Χριστού, από το κοινό ποτήριο, το οποίο προσέφερε ο
διάκονος. Ο πιστός, χωρίς να απλώσει τα χέρια του, προσκυνούσε ευλαβικά και ακουμπώντας
με τα χείλη του το ιερό ποτήριο κοινωνούσε. Κατόπιν με τα χέρια του «σκούπιζε»
τα χείλη του και ακουμπούσε τα μάτια του, το μέτωπο, τη μύτη και τα αυτιά
του(!!!) και ευχαριστούσε τον Θεό που τον αξίωσε τέτοιας δωρεάς.[5]
Τον ίδιο τρόπο
μετάληψης των τιμίων δώρων παρουσιάζει και ο μάρτυς και φιλόσοφος Ιουστίνος,[6]
ο Μέγας Βασίλειος,[7] ο
ιερός Χρυσόστομος,[8] ο
άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (8ος αι.).[9]
Ο συγκεκριμένος τρόπος μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας αποδεικνύεται και από τον
101ο (ΡΑ΄) κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Ο
συγκεκριμένος κανόνας επιβάλλει τον προαναφερθέντα τρόπο μετάληψης και
απαγορεύει ρητά, επί ποινή αφορισμού, να προσφέρονται πολύτιμα σκεύη, δήθεν από
ευλάβεια, για να τοποθετούν οι πιστοί τον αγιασμένο Αμνό.[10]
Σε περιπτώσεις ασθενών,
ή απόντων από τη λατρευτική σύναξη (π.χ. μοναχών), τη Θεία Κοινωνία τη
μετέφεραν οι διάκονοι, υπό μορφή μόνο τεμαχίου καθηγιασμένου άρτου, επί του
οποίου είχε επισταχθεί καθηγιασμένος οίνος.[11]
Τους πρώτους αιώνες έχουμε και περιπτώσεις όπου λαϊκοί ή μοναχοί, ελλείψει
ιερέως ή διακόνου, λάμβαναν μόνοι τους τον καθηγιασμένο άρτο και κοινωνούσαν.
Ένα τέτοιο περιστατικό
αναφέρεται στο βίο του οσίου Λουκά του εν Στειρίω (7 Φεβρουαρίου). Ο όσιος (9ος-10ος
αι.) ρώτησε έναν Αρχιερέα, με πιο τρόπο να μεταλαμβάνει στην ερημιά που
βρισκόταν, μιας και δεν υπήρχε κανένας ιερωμένος εκεί. Έλαβε ως αρχιερατική
απάντηση: «εάν δεν υπάρχει ιερέας και είσαι σε ναό, κατ’ ανάγκη να βάλεις επάνω
στην Αγία Τράπεζα το αρτοφόριο που έχει τα προηγιασμένα Μυστήρια. Αν είσαι σε
κελί, να το βάλεις επάνω σε καθαρό τραπέζι, απλώνοντας μικρό κάλυμμα και
τοποθετώντας τις μερίδες των Αχράντων Μυστηρίων. Να θυμιάσεις, να πεις τα
Τυπικά των Ψαλμών, το τρισάγιο και το Πιστεύω, να κάνεις τρεις μετάνοιες, να
σταυρώσεις τα χέρια σου και να μεταλάβεις τα Θεία Μυστήρια με το στόμα,
λέγοντας το Αμήν. Αντί νάματος να πιείς λίγο κρασί, το ποτήρι όμως δεν θα το
χρησιμοποιήσεις για τίποτε άλλο. Με το κάλυμμα θα μαζέψεις τις μερίδες και θα
τις τοποθετήσεις στο Αρτοφόριο, προσέχοντας μην πέσει κάτω μαργαρίτης και
πατηθεί».[12]
Ο τρόπος μετάδοσης
της Θείας Κοινωνίας τους πρώτους αιώνες είναι φανερό ότι δημιούργησε σημαντικά
ποιμαντικά προβλήματα, τα οποία η μητέρα Εκκλησία αναγκάσθηκε να τα
αντιμετωπίσει και όσο το δυνατόν, να τα επιλύσει. Ποια είναι τα αναφυόμενα
προβλήματα που η Εκκλησία, δια της ποιμαντικής της, εκλήθη να θεραπεύσει;
α) Με την επικράτηση
του νηπιοβαπτισμού, ήταν πρακτικά, σχεδόν, αδύνατο να κοινωνούν τα νήπια με τον
πρωτοχριστιανικό τρόπο.
β) Το ίδιο πρόβλημα αντιμετώπιζαν οι ποιμένες με
τη μετάληψη των ασθενών, όπου πολύ εύκολα θα μπορούσε να δημιουργηθεί
πνευματική ζημιά (πέσιμο μαργαριτών, αδυναμία των ασθενών να λάβουν στα χέρια
τους τον Αμνό).
γ) Η μετάληψη
μεγάλου αριθμού χριστιανών, ιδίως τις μεγάλες εορτές, ήταν εξαιρετικά
χρονοβόρα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ατυχήματα πνευματικά (εύκολο πέσιμο
μαργαριτών) καθώς και γκρίνιες και διαμαρτυρίες, εξαιτίας της πολύωρης
αναμονής.
δ) Οπωσδήποτε για
την μετάδοση της Θείας Κοινωνίας, απαιτούνταν μεγάλες ποσότητες αγιασμένου
άρτου και αγιασμένου οίνου, πρακτικά πολλές φορές αδύνατο.[13]
ε) Για να
κοινωνήσουν τόσοι άνθρωποι, με την αργή αυτή διαδικασία, απαιτούνταν να
υπάρχουν οπωσδήποτε ένας ή περισσότεροι ιερείς και διάκονοι, σε κάθε ναό. Με το
πέρασμα των αιώνων, λόγω της ελλείψεως, κυρίως των διακόνων, ο ιερέας ήταν
υποχρεωμένος να μεταλαμβάνει όλους τους πιστούς, πρώτα το σώμα και μετά το αίμα
του Χριστού, διακονία που καθίστατο εξόχως κοπιαστική και χρονοβόρα, τόσο για
τον ιερέα, όσο και για τους πιστούς.
στ) Το μεγαλύτερο
πρόβλημα, που κατέστη και το κυριότερο αίτιο αλλαγής του τρόπου μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας, ήταν οι
βεβηλώσεις που υφίστατο το σώμα και το αίμα του Χριστού. Μερικοί, υποκρινόμενοι
ότι είναι χριστιανοί, ήταν στην ουσία μάγοι ή αιρετικοί ή δεισιδαίμονες, οι
οποίοι λαμβάνοντας στα χέρια τους τον Αμνό, τον πέταγαν (για να τον βεβηλώσουν)
ή τον φύλαγαν για να τον χρησιμοποιήσουν σε μαγικές και αιρετικές τελετές.[14]
Η Εκκλησία έκρινε
ότι για να αντιμετωπισθούν όλα τα παραπάνω προβλήματα, έπρεπε να αντικαταστήσει
τον ατελή τρόπο μετάδοσης της Θείας
Κοινωνίας με έναν πιο τέλειο, από
πρακτικής και τεχνικής άποψης, αφού η ουσία, το σώμα και το αίμα του Χριστού
είναι αμετάβλητα, ανεξαρτήτου του τρόπου μετάδοσης. Η Ποιμαντική της Εκκλησίας ενδιαφέρεται
για όλο το ποίμνιο (νήπια, ασθενείς) και επιθυμεί να το σώσει από τη φθορά, την
αμαρτία και το θάνατο,[15]
μέσω της ασφαλούς μετάδοσης των Αχράντων Μυστηρίων.
Σταδιακά άρχισε να
εγκαταλείπεται η αρχαία πρακτική της ξεχωριστής μετάληψης του σώματος και του
αίματος Χριστού και αναμειγνύονται πλέον στο ίδιο ποτήριο, ο αγιασμένος άρτος
και ο αγιασμένος οίνος, οι οποίοι μεταδίδονται στους πιστούς με τη λαβίδα, που
σταδιακά κάνει την εμφάνισή της, μέχρι την πλήρη καθιέρωσή της στο σώμα της
Εκκλησίας. Οι αλλαγές αυτές δεν αφομοιώνονται αυτόματα, αλλά χρειάζονται
δεκαετίες και αιώνες για την πλήρη αποδοχή τους. Πάντως από τον 10ο
αιώνα και μετά, η χρήση της λαβίδας εξαπλώνεται, μέχρι την καθολική αποδοχή της
(13ος-14ος αι.).[16]
Ο όρος βέβαια λαβίδα
δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού λαβίδα σημαίνει τσιμπίδα.
Διατηρήθηκε η ονομασία για να υπενθυμίζει το όραμα του προφήτου Ησαΐου, όπου με
τη χρήση λαβίδας ο άγγελος, ακούμπησε ένα κάρβουνο στα χείλη του προφήτου και
τον καθάρισε από τις αμαρτίες του.[17]
Έτσι η λαβίδα, μεταδίδει στους πιστούς τα Άχραντα Μυστήρια, καθαρίζοντάς τους
συγχρόνως από την αμαρτία. Στην ουσία η λαβίδα είναι ένα κοχλιάριο (αυτή είναι
η σωστή ονομασία της λαβίδας), ένα κουταλάκι.[18]
Η Εκκλησία
αντικατέστησε τον τρόπο μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας για ποιμαντικούς,
πρακτικούς και τεχνικούς λόγους. Δεν υπάρχει καμία αναφορά στις πηγές ότι η
αντικατάσταση αυτή συνέβη για λόγους προφύλαξης του ποιμνίου από μεταδοτικές
ασθένειες. Αλλά και από την καθιέρωση της λαβίδας, ως μέσου μετάληψης, ποτέ
μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καταγεγραμμένο περιστατικό περί μετάδοσης
ασθενειών.
Ταπεινά φρονούμε ότι
σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντικατασταθεί ο σχετικά τέλειος τρόπος μετάληψης με την επαναφορά του ατελούς αρχαϊκού τρόπου. Τυχόν αντικατάσταση θα δημιουργούσε
πληθώρα ποιμαντικών και πρακτικών προβλημάτων και θα είχαμε πνευματική
οπισθοδρόμηση παρά πνευματική πρόοδο. Φαντασθείτε έναν ιερέα σήμερα, να
προσπαθεί μόνος του, αφού οι διάκονοι είναι ελάχιστοι, να κοινωνήσει ένα πλήθος
πιστών, με τον πρωτοχριστιανικό τρόπο. Μεγάλο μπλέξιμο. Έλλειμμα ποιμαντικής
φροντίδας. Τέλεια ατέλεια.
Είναι καλό να
στρέφουμε το βλέμμα μας στις απαρχές του χριστιανισμού. Μπορούμε να
επαναφέρουμε ξεχασμένα στοιχεία τα οποία θα βοηθούσαν ποιμαντικά το ποίμνιο της
Εκκλησίας. Θα μπορούσε π.χ. να επανέλθει ο τρόπος εκλογής των επισκόπων δια
κλήρου[19]
ή θα μπορούσαν τα αρχιερατικά και ιερατικά άμφια να αποκτήσουν την αρχική τους
λιτή και σεμνή μορφή. Το να καταργηθεί η λαβίδα (το κουταλάκι, όπως τη λένε
περιφρονητικά οι απνευμάτιστοι) για να μην σκανδαλίζονται μερικοί, θα οδηγούσε
σε σοβαρό ποιμαντικό και όχι δογματικό σφάλμα, με απρόβλεπτες συνέπειες, εις
βάρος βέβαια του ποιμνίου. Η Εκκλησία οφείλει να ποιμαίνει το ποίμνιό της όπως
αυτή γνωρίζει και όχι όπως της υποδεικνύουν άνθρωποι που ηθελημένα έχουν
εξέλθει από την ποίμνη της. Η Εκκλησία δεν μπορεί να στηρίζεται στη γνώμη
αυτών. Δεν μπορούμε να τα έχουμε καλά με όλους. Φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν
ο Χριστός τα είχε καλά με τους Φαρισαίους. Θα ήταν κι αυτός Φαρισαίος και
σίγουρα όχι Σωτήρας και Λυτρωτής. Άλλωστε αν ο τρόπος μετάληψης που έχει
επικρατήσει τους τελευταίους αιώνες είναι προβληματικός, τόσοι άγιοι επίσκοποι,
ιερείς, μοναχοί, μοναχές, λαϊκοί, που έχουν περάσει, δεν θα διαμαρτύρονταν και
δεν θα πρότειναν έναν τελειότερο τρόπο; Μην υποτιμούμε τους αγίους. Αυτοί
γνωρίζουν καλύτερα αφού έχουν «νοῦν
Χριστοῦ».[20]
[1] Ά Κορ. 11,29-30
[2] http://theomitoros.blogspot.com/2020/05/1988-aids.html Υπάρχει ολόκληρο το κείμενο της ανακοίνωσης
του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, το οποίο είναι άξιο μελέτης.
[3]
Μτθ. 26, 26-27 «λαβὼν ὁ Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐλογήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς
μαθηταῖς καὶ εἶπε· Λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου· καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ εὐχαριστήσας ἔδωκεν
αὐτοῖς λέγων· Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…»
[4]
Ακριβώς έτσι μεταδίδει ο Επίσκοπος το σώμα του Χριστού στους ιερείς και
διακόνους σήμερα.
[5] Κύριλλος
Ιεροσολύμων, Πέμπτη Μυσταγωγική Κατήχηση,
Sources Chretiennes, ΝΟ 126, Les Edition Du Cerf, Paris 1966, σ.σ. 170-172, «Προσιὼν οὖν
μὴ τεταμένοις τοῖς τῶν χειρῶν καρποῖς προσέρχου, μηδὲ διῃρημένοις τοῖς δακτύλοις·
ἀλλὰ τὴν ἀριστερὰν θρόνον ποιήσας τῇ δεξιᾷ, ὡς μελλούσῃ Βασιλέα ὑποδέχεσθαι, καὶ
κοιλάνας τὴν παλάμην δέχου τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπιλέγων "Ἀμήν". Μετ'
ἀσφαλείας οὖν ἁγιάσας τοὺς ὀφθαλμοὺς τῇ ἐπαφῇ τοῦ ἁγίου σώματος μεταλάμβανε, προσέχων
μὴ παραπολέσῃς τι ἐκ τούτου· ὅπερ γὰρ ἐὰν ἀπολέσῃς, τοῦτο ὡς ἀπὸ οἰκείου
ἐζημιώθης μέλους. Εἰπὲ γάρ μοι, εἴ τίς σοι ἔδωκε ψήγματα χρυσίου, οὐκ ἂν μετὰ
πάσης ἀσφαλείας ἐκράτεις, φυλαττόμενος μή τι αὐτῶν παραπολέσῃς καὶ ζημίαν
ὑποστῇς; Οὐ πολλῷ οὖν μᾶλλον ἀσφαλέστερον τοῦ χρυσίου καὶ λίθων
τιμίων
τιμιωτέρον διασκοπήσεις ὑπὲρ τοῦ μὴ ψῖχα ἐκπεσεῖν; Εἶτα μετὰ τὸ κοινωνῆσαί σε
τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, προσέρχου καὶ τῷ ποτηρίῳ τοῦ αἵματος, μὴ ἀνατείνων τᾶς
χεῖρας, ἀλλὰ κύπτων, καὶ τρόπῳ προσκυνήσεως καὶ σεβάσματος λέγων τὸ
"Ἀμὴν", ἁγιάζου καὶ ἐκ τοῦ αἵματος μεταλαμβάνων Χριστοῦ. Ἔτι δὲ τῆς νοτίδος
ἐνούσης τοῖς χείλεσι χερσὶν ἐπαφώμενος καὶ ὀφθαλμοὺς καὶ μέτωπον καὶ τὰ λοιπὰ
ἁγίαζε αἰσθητήρια. Εἶτα ἀναμείνας τὴν εὐχήν, εὐχαρίστει τῷ Θεῷ τῷ καταξιώσαντί
σε τῶν τηλικούτων μυστηρίων».
[6]
Ιουστίνος ο μάρτυς, Ἀπολογία Α΄, ΕΠΕ,
Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος Ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1985, σ. 190.
[7] Βασίλειος
Καισαρείας, Ἐπιστολή 93, Πρός Καισαρίαν
Πατρικίαν, Περί Κοινωνίας, ΕΠΕ τ. 3ος, Πατερικαί Εκδόσεις
«Γρηγόριος Ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1972, σ.σ. 502-504.
[8]
Ιωάννης Χρυσόστομος, Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ
Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, Λόγος Α΄, ΕΠΕ τ. 35ος, Πατερικαί
Εκδόσεις «Γρηγόριος Ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1984, σ. 458.
[9] Ιωάννης
Δαμασκηνός, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ΕΠΕ
τ. 1ος, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος Ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1976,
σ. 470.
[10] Πηδάλιον, εκδ. Ρηγόπουλου, χ.χ. σ. 310 «Σῶμα
Χριστοῦ, καὶ ναόν, τὸν κατ’ εἰκόνα Θεοῦ κτισθέντα ἄνθρωπον, ὁ θεῖος Ἀπόστολος
μεγαλοφώνως ἀποκαλεῖ. Πάσης οὖν αἰσθητῆς κτίσεως ὑπερκείμενος ὁ τῷ σωτηρίῳ
πάθει τοῦ οὐρανίου τυχῶν ἀξιώματος, ἐσθίων καὶ πίνων Χριστόν, πρὸς ζωὴν διὰ
παντὸς μεθαρμόζεται τὴν ἀΐδιον, ψυχὴν καὶ σῶμα τῇ μεθέξει τῆς θείας ἁγιαζόμενος
χάριτος· ὥστε, εἴ τις τοῦ ἀχράντου σώματος μετασχεῖν ἐν τῷ τῆς συνάξεως
βουληθείη καιρῷ, καὶ ἓν πρὸς αὐτὸ τῇ μετουσίᾳ γενέσθαι, τὰς χεῖρας σχηματίζων εἰς τύπον
σταυροῦ, οὕτω προσίτω καὶ δεχέσθω τὴν κοινωνίαν τῆς χάριτος. Τοὺς γὰρ
ἐκ χρυσοῦ, ἢ ἄλλης ὕλης, ἀντὶ χειρός, τινὰ δοχεῖα κατασκευάζοντας πρὸς τὴν τοῦ
θείου δώρου ὑποδοχὴν, καὶ δι' αὐτῶν τῆς ἀχράντου κοινωνίας ἀξιουμένους, οὐδαμῶς
προσιέμεθα, ὡς προτιμῶντας τῆς τοῦ Θεοῦ εἰκόνος τὴν ἄψυχον ὕλην καὶ ὑποχείριον.
Εἰ
δέ τις ἁλῷ τῆς ἀχράντου κοινωνίας μεταδιδοὺς τοῖς τὰ τοιαῦτα δοχεῖα
προσφέρουσι, καὶ αὐτὸς ἀφοριζέσθω, καὶ ὁ ταῦτα ἐπιφερόμενος».
[11] Βασιλείου
Στεφανίδου (αρχιμανδρίτου), Εκκλησιαστική
Ιστορία, εκδ. Παπαδημητρίου, 20007, σ. 105.
[12] Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμος
Β΄, Μην Φεβρουάριος, επιμέλεια αρχιμανδρίτου Ματθαίου Λαγγή, χ.ε., Αθήνα 19785,
σ. 206.
[13] Βασιλείου
Στεφανίδου (αρχιμανδρίτου), ό.π., σ. 307.
[14] Πηδάλιον,
ό.π., σ. 311.
[15] π.
Βασίλειος Καλλιακμάνης, Μεθοδολογικά
πρότερα της Ποιμαντικής-Λεντίω ζωννύμενοι, εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2000,
σ. 23.
[16] Συμεών
Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, Τα Άπαντα, εκδ.
Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 1993, σ. 128.
[17] Ησαΐας 6, 6-7 «καὶ ἀπεστάλη πρός με ἓν
τῶν Σεραφίμ, καὶ ἐν τῇ χειρὶ εἶχεν ἄνθρακα, ὃν τῇ λαβίδι ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ
θυσιαστηρίου, καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου καὶ εἶπεν· ἰδοὺ ἥψατο τοῦτο τῶν
χειλέων σου καὶ ἀφελεῖ τὰς ἀνομίας σου καὶ τὰς ἁμαρτίας σου περικαθαριεῖ».
[18] Δ.
Δημητράκος , Μέγα Λεξικόν Όλης της
Ελληνικής Γλώσσης, λήμμα κοχλιάριον,εκδ.
Δομή, Αθήνα χ.χ., σ. 4097.
[19] Πραξ. 1,26 «καὶ ἔδωκαν κλήρους αὐτῶν,
καὶ ἔπεσεν ὁ κλῆρος ἐπὶ Ματθίαν, καὶ συγκατεψηφίσθη μετὰ τῶν ἕνδεκα ἀποστόλων».
[20] Α΄Κορ. 2,16.
Η εμφάνιση της λαβίδας ως ιδιαίτερου λειτουργικού σκεύους αποτελεί στοιχείο προβληματισμού. Οι βασικότερες θεωρίες είναι δύο:
ΑπάντησηΔιαγραφήα) Η λαβίδα πρωτοεμφανίστηκε στις εκκλησιαστικές επαρχίες της Αιγύπτου. Η θεωρία αυτή τεκμηριώνεται και από τη μαρτυρία του Ψευδο-Σωφρονίου (Ζ’ αι.), σχετικά με την Κοινωνία της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Ο αββάς Ζωσιμάς περιγράφεται πως μετέδωσε τα Τίμια Δώρα στην οσία στην έρημο, αφού πρώτα τα είχε αναμείξει στο ποτήριο (συστολή Τιμίων Δώρων στη λειτουργική γλώσσα). Η μαρτυρία αυτή αφήνει περιθώριο να εννοηθεί η χρήση κάποιου κοχλιαρίου (κουταλιού) για την μετάδοση της Θείας Κοινωνίας στην οσία.
Η αρχική, περιορισμένη στις Εκκλησίες της Αιγύπτου χρήση της λαβίδας επεκτάθηκε, σύμφωνα με τη θεωρία, σταδιακά από τον Ι’ αι. σε όλη την Ανατολική Εκκλησία, θέτοντας στο περιθώριο την αρχική, αδιαμεσολάβητη μετάδοση των Τιμίων Δώρων.
β) Η δεύτερη θεωρία υποστηρίζει, ότι η χρήση της λαβίδας έχει τις απαρχές της στην εποχή του ιερού Χρυσοστόμου (Ε’ αιώνα).
Η μεταγενέστερη λειτουργική παράδοση ασπάζεται μερικά ή γενικά τη χρήση της λαβίδας κατά τη μετάληψη των Τιμίων Δώρων.
Ο κανονολόγος Βαλσαμών (ΙΒ’ αι.) μαρτυρά τη χρήση διαμεσολαβητικού σκεύους της Θείας Κοινωνίας στην ερμηνεία του ρα’ κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Η πρακτική αυτή, κατ’ εκείνον, ακολουθείται σε στενότατα πλαίσια «ἔν τισιν Ἐκκλησίαις». Ο τελευταίος των βυζαντινών υπομνηματιστών της λατρείας Συμεών Θεσσαλονίκης (+1429) θεωρεί ως αυτονόητη τη μετάληψη των λαϊκών μελών της σύναξης διαμέσου της λαβίδας, δεδομένου ότι κατά την εποχή του (ΙΕ’ αι.) η πράξη αυτή έχει παγιωθεί.
Ο Συμεών Θεσσαλονίκης περιβάλει τη χρήση της λαβίδας με συμβολικό χαρακτήρα, συνδέοντάς την με τον καυτηριασμό του στόματος του προφήτη Ησαΐα με κάρβουνο, το οποίο έλαβε και εναπέθεσε σε αυτό με λαβίδα άγγελος Κυρίου (βλ. Ησ. στ’, 6-7). Ο Συμεών σχολιάζει αυτή τη συμβολική θεώρηση λέγοντας, ότι δεν είναι αρμόδιο όλοι να μετέχουν με τον αυτό τρόπο στα θεία και φρικτά μυστήρια, περιορίζοντας έτσι, την αδιαμεσολάβητη μετάληψη των Τιμίων Δώρων μόνο στον κλήρο.
Λέει σχετικά ότι « ο δε αρχιερεύς δίδει εις τους προσελθόντας διά της λαβίδος την Μετάληψιν, κατά την οπτασίαν και τούτο του Ησαίου. Επειδή δεν πρέπει όλοι να μετέχωσι, ως είπομεν, αμέσως των Θείων και φρικτών, αλλά πρέπει εις τα θεία να ευλαβώμεθα και να συστελώμεθα…»και ότι «οι λοιποί δε έξω του βήματος κοινωνούσιν, ούτε εις τας χείρας τον Θείον άρτον λαμβάνουσι ως υποκείμενοι εις την τάξιν, επειδή είναι του εσχάτου βαθμού και αν ήθελον τους υπερέχει κατά την αρετήν» μιλώντας για τους υποδιακόνους, αναγνώστες και λαϊκούς.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης για τον τρόπο μετάληψης των λαϊκών γράφει ότι ήταν ο ίδιος με αυτόν των ιερέων, μέχρι που επικράτησε «η διά της λαβίδος μετάδοση». Ο ιερός πατέρας επισημαίνει τη συνήθεια των Λατίνων κατά την οποία οι γυναίκες λαμβάνουν τον άγιο Άρτο με τα χέρια τους πάνω στα οποία είχαν μανδηλάκια, «τα Δομενικάλε».
Σύμφωνα με τον άγιο, η λαβίδα προκρίθηκε εξαιτίας μερικών
πιστών, οι οποίοι, καθώς λάμβαναν τον Άρτο με τα χέρια τους, τον
έρριπταν στο χώμα από απροσεξία, είτε τον έκρυπταν για να τον
χρησιμοποιούν με μαγικό τρόπο. Επίσης κατά τα πρώτα χρόνια
υπήρχαν πολλοί Διάκονοι να μεταδίδουν το Αίμα, ενώ οι Πρεσβύτεροι
μετέδιδαν το Σώμα. Όταν μειώθηκαν οι Διάκονοι, ήταν δύσκολο να
μεταδίδουν οι ιερείς μόνοι το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Η
Λαβίδα ήταν πιο πρακτική πράγμα που γίνεται φανερότερο κατά
την μετάληψη των νηπίων.( Γεωργίου Ν. Φίλια, «Τα Λειτουργικά σχόλια του Πηδαλίου).
Αρτιότατο και υπέροχο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΙσχύει δηλαδή και για τον τρόπο μετάληψης το:
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα
χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα
που λέμε για την Παναγία μας.
Αλίμονο να εξαρτήσουμε το πώς εμείς θα περιστέλλουμε τα τιμαλφή μας από την άποψη που έχουν οι άπιστοι, οι εκτός μάνδρας, γι' αυτά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι και δογματικό ζήτημα όχι μόνον ποιμαντικό. Η κοινή λαβίδα πιστοποιεί ότι είμαστε Εκκλησία, μέλη του ιδίου, κοινού Σώματος, άρα όλοι μας ένα Σώμα, το Σώμα του Χριστού, συνδεόμενοι σε μια ενιαία κοινωνία με την ίδια Αγία Κοινωνία, τον ίδιο Αρτο και Οίνο αλλά και με τον ίδιο τρόπο πρόσληψής της από τα ίδια αγιασμένα ιερά σκεύη, το ίδιο χέρι του ίδιου λειτουργού. Οποιοσδήποτε άλλος τρόπος οδηγεί στο άτομο και καταλύει την Εκκλησία, εισάγοντας την ατομικότητα, την ατομική πράξη. Κοινωνούμε όλοι μας ως ένα ανθρώπινο γένος, όλοι το ίδιο πράγμα και όχι χωριστά και προσωπικά ο καθένας μας. Ταυτόχρονα είναι και Ομολογία Πίστης. Ομολογούμε ότι αυτό που κοινωνούμε είναι Σώμα και Αίμα Χριστού που είναι η Ζωή και δεν μεταδίδει ασθένειες. Οι άλλοι τρόποι για την "προφύλαξη της υγείας μας" αποτελούν Αρνηση Πίστης. Υπονοεί ότι το περιεχόμενο του Αγίου Ποτηρίου μπορεί να περιέχει ιούς και μικρόβια δηλ. τη φθορά του Πτώσης, τη φθορά του Κτιστού κι όχι την τελειότητα του Ακτίστου Θεού. Άπαγε της βλασφημίας !
Χριστός Ανέστη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρήσιμο κείμενο. Όμως, το ζήτημα αλλαγής του τρόπου μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας έτσι όπως το θέτει ο αρθρογράφος (από πρακτική-τεχνική άποψη μεταξύ πιστών) όντως είναι ποιμαντικό και όχι δογματικό ζήτημα. Έτσι όμως όπως τίθεται σήμερα από πλειάδα απίστων-πολεμίων της Εκκλησίας (είτε θύραθεν είτε εντός Αυτής), δηλαδή για την δήθεν προστασία μας από τον κορονοϊό (ο οποίος όπως ελέχθη μεταδίδεται και με το σάλιο!), είναι αμιγώς δογματικό ζήτημα, είναι βλασφημία κατά του Τιμίου Σώματος και του Τιμίου Αίματος του Κυρίου μας. Πιο δογματικό δεν γίνεται...
Ο αρθρογράφος με τη διατύπωσή του δημιουργεί σύγχυση ως προς αυτή την προβληματική.
Καπετάν Ματαπάς
Ευχαριστούμε πολύ Τίμιε Πάτερ γιατί μας δώσατε ιστορικά στοιχεία που θα χρησιμοποιήσουμε όσοι σαν και μένα αδαείς,επιθυμούμε να δώσουμε όπως μπορούμε τον όποιον ομολογιακό μας αγώνα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο θέμα είναι ότι 30-40 χρόνια τώρα στο Μοναστήρι του ESSEX, στην Αγγλία, εφαρμόζεται διαφορετικός τρόπος Θείας Κοινωνίας. Γιατί γίνεται αυτό;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο αναφέρει ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος σε πρόσφατα άρθρο του:
Έτσι, πράγματι στην Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου στο Essex της Αγγλίας, και συγκαταβαίνοντας σε παραγγελίες των αρχών, αλλά και κάποιους λογισμούς προσερχομένων, εφαρμόσθηκε επί έτη η πρακτική της ανέπαφης Θείας Κοινωνίας, από συγκατάβαση ακριβώς στην ανθρώπινη αδυναμία και όχι λόγω ύπαρξης μια διαφορετικής θεολογικής προσέγγισης. Τέτοιας υφής είναι και η πολυσυζητηθείσα τελευταίως πρόταση του Αγίου Νικοδήμου, για να οικονομήσει κάποιους αδύναμους στην πίστη κληρικούς και λαϊκούς και μόνο προς καιρόν. Το να είναι καταρχήν κανείς ολιγόπιστος ή και ημίπιστος, εφ’ όσον επιθυμεί να παραμείνει στον χώρο της Εκκλησίας, δεν αποτελεί οπωσδήποτε λόγον ελέγχου αλλά βοηθείας και οικονομίας, άχρι καιρού…
Μέχρι δηλαδή να ανακαλύψει τον Χριστό με τον τρόπο του Νέου Θεολόγου και του Καβάσιλα…
https://antifono.gr/%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%BC%CE%B2%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%83%CE%B5-%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CF%81%CE%BF%CF%8D%CF%82-%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%AF%CE%B1/
Εάν λοιπόν ζητήσουν οι Κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητήσουν αυτό που γίνεται στο ESSEX να γίνει σε όλη την Ευρώπη τι θα κάνουμε;;;
Και πως θα το αρνηθούμε, όταν ο Άγιος Σοφρώνιος εφάρμοζε αυτή τη μέθοδο;
Έχω κοινωνήσει στο Έσσεξ, δεν παρατήρησα κάτι διαφορετικό. Εκτός αν ο π. Νικόλαος εννοεί ότι οι ιερείς προσέχουν να μην έρθει σε επαφή η λαβίδα με το στόμα και οι πιστοί να κλείσουν το στόμα αφού απομακρυνθεί η λαβίδα. Αυτό προφανώς δεν είναι πρόβλημα, αλλά και δεν ελέγχεται κιόλας. Και εξάλλου, μου φαίνεται και παράξενο αυτό το "συγκαταβαίνοντας σε παραγγελίες των αρχών". Σε όλη τη Βρετανία υπάρχουν μάλλον καμιά 100στή ορθόδοξες ενορίες όλων των δικαιοδοσιών, μόνο με το Έσσεξ ασχολήθηκαν οι αρχές;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο άρθρο είναι πολύ καλό, κι εγώ αυτό που έχω πει καιρό τώρα είναι ότι αν Σύνοδος βγει και πει ότι αλλάζουμε τον τρόπο μετάδοσης λόγω κορωνοϊού, η Σύνοδος αυτή, με ό,τι σοφιστείες και αν το δικαιολογήσει, είναι σα να λέει de facto στον κόσμο ότι επί 1000 χρόνια ή παραπάνω η Εκκλησία δια του Δισκοπότηρου μετέδιδε μικρόβια και θάνατο. Η Σύνοδος που θα το πει αυτό, να βρει άκρη με το Θεό, μακριά από μένα όμως, παρακαλώ.