10 Νοε 2019

Η απελευθέρωση της Χίου και ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος Γοργίας

Αποτέλεσμα εικόνας για Η απελευθέρωση της Χίου και ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος Γοργίας
Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΧΙΟΥ ΤΟ 1912
ΚΑΙ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΓΟΡΓΙΑΣ
Βασίλειος Γ. Βοξάκης,Θεολόγος καθηγητής
            Ο Μητροπολίτης Χίου Ιερώνυμος, ο κατά κόσμον Ιωάννης Γοργίας, γεννήθηκε στη Χίο το 1860. Εφοίτησε στο Γυμνάσιο της Χίου και κατόπιν στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Αφιέρωσε τη ζωή του στην Εκκλησία και σε όποιες επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου κι αν υπηρέτησε ως Πρωτοσύγκελος και ως Επίσκοπος, διακρίθηκε για την ποιμαντική και εθνική του δράση. 

Στις 9 Ιουλίου 1909 ανέλαβε τη Μητρόπολη Χίου σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας. Ο Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Ανδρεάδης αναφέρει σχετικά με το πνευματικό έργο, που με αξιοσύνη επιτέλεσε στο νησί μας ο Χίος αυτός Επίσκοπος, τα εξής χαρακτηριστικά: «Ο Ιερώνυμος εξετέλει μετά ζήλου και θέρμης τα ποιμαντικά του καθήκοντα φροντίζων περί της ηθικής και πνευματικής διαπαιδαγωγήσεως του ποιμνίου του». Επειδή οι τουρκικές αρχές τον θεωρούσαν ως πρωταγωνιστή των μυστικών ενεργειών, που γίνονταν για την ένωση της Χίου με την Ελλάδα, πολλές φορές τον είχαν απειλήσει μέχρι το 1912 με εξορία, χωρίς όμως να πετύχουν να κάμψουν το ηθικό του και το εθνικό φρόνιμά του.
            Στις 5 Οκτωβρίου η μικρή Ελλάς κηρύσσει τον πόλεμο στην Τουρκία και επιχειρεί να απελευθερώσει τα εδάφη, που δικαιωματικά της ανήκαν και να σπάσει τις αλυσίδες της δουλείας των σκλαβωμένων παιδιών της. Ο ελληνικός πληθυσμός της Χίου, αλλά ακόμα και οι λίγοι Τούρκοι του νησιού βρίσκονταν από πλευράς ενημερώσεως για την πορεία του πολέμου σχεδόν στο σκοτάδι. Μάθαιναν λίγες πληροφορίες ανεπίσημα, κυρίως από ειδήσεις που έφερναν οι ταξιδιώτες, καθώς και από το περιεχόμενο κάποιων τηλεγραφημάτων που διέρρεαν. Οι Οθωμανικές αρχές απέκρυπταν την πραγματικότητα, διαδίδοντας "ειδήσεις" χονδροειδώς κατασκευασμένες για  ''περιφανείς νίκες" του οθωμανικού στρατού και στόλου. Φυσικά οι ανώτεροι αξιωματούχοι τής πνέοντας τα λοίσθια Οθωμανικής αυτοκρατορίας στη Χίο, γνώριζαν πολύ καλά ότι οι νίκες του Ελληνικού στρατού και ναυτικού διαδέχονταν η μία την άλλη. Όμως παρά τις διαρκείς προσπάθειες συγκαλύψεώς τους η αλήθεια - έστω και αργά - αποκαλυπτόταν.
            Στις 9 Νοεμβρίου τα νέα, ότι οι Έλληνες εχθές, ανήμερα της εορτής των Ταξιαρχών, απελευθέρωσαν τη Μυτιλήνη, πάγωσαν κυριολεκτικά τους Τούρκους στη Χίο. Αυτοί θέλοντας να αυτοπαρηγορηθούν, αλλά και να αποκρύψουν την αλήθεια,  βάπτισαν την είδηση «παραμύθια» και «ανοησίες» των ραγιάδων. Η ημέρα όμως εκείνη τους επεφύλασσε ακόμα μία ψυχρολουσία. Ξένο ατμόπλοιο, που αγκυροβόλησε στο λιμένα της Χίου, ερχόμενο από τη Θεσσαλονίκη, διαπιστώθηκε ότι στα χαρτιά του είχε τις σφραγίδες των ελληνικών αρχών, που ήδη από την ημέρα της εορτής του Αγίου Δημητρίου είχαν απελευθερώσει τη Νύμφη του Θερμαϊκού, τη Βυζαντινή Συμβασιλεύουσα. Οι υποψίες, ότι η Τουρκία έχανε τον πόλεμο σε όλα τα μέτωπα, έγιναν πλέον βεβαιότητα.
            Τόσο ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος όσο και ο τελευταίος Χιώτης διψούσαν να μάθουν κάποια θετικότερη είδηση για την εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων και ιδίως αν αυτές θα περιλάμβαναν και προσπάθεια απελευθερώσεως της Χίου ή όχι. Όλοι τους συλλογίζονταν: «Άραγε η ελευθερία θα βαδίσει στο αιματοβαμμένο έδαφος της μαρτυρικής νήσου μας ή για μια ακόμα φορά θα προσπεράσει;»
            Ο Γεώργιος Χωρέμης γράφει στ’ απομνημονεύματά του ότι το Σάββατο 10 Νοεμβρίου στην πόλη της Χίου κυκλοφορούσε η ανησυχητική φήμη ότι ο Τούρκος στρατιωτικός διοικητής Χίου, Ζιχνή Μπέης, είχε αποφασίσει να αμυνθεί οχυρωμένος μέσα στην πόλη, αδιαφορώντας για τις καταστροφές και τις απώλειες στον άμαχο πληθυσμό. Την αγωνία επέτεινε και η πληροφορία προμήθειας 40 κιβωτίων πετρελαίου με πιθανολογούμενη χρήση τον εμπρησμό της πόλεως. Η ανησυχία των Χιωτών ήταν απόλυτα δικαιολογημένη, διότι ας μην ξεχνούμε ότι οι μνήμες του 1822 ήταν ακόμα ιδιαιτέρως ζωντανές την εποχή εκείνη. Για να διασκεδάσει τις φήμες αυτές ο Αντισυνταγματάρχης Ζιχνή Μπέης κάλεσε το βράδυ στο Τουρκικό Διοικητήριο (βρισκόταν στη θέση της σημερινής Νομαρχίας) τον Μητροπολίτη Ιερώνυμο, τον Δήμαρχο Χίου Νικόλαο Κουβελά, τον ιατρό Χριστόφορο Ροδοκανάκη, παρουσία και Οθωμανών επισήμων. Εκεί χωρίς ν’ αποκαλύψει τίποτα για τα πραγματικά του σχέδια, προσποιήθηκε ότι ενδιαφέρεται για τον τόπο και τους κατοίκους του.
Αποτέλεσμα εικόνας για Μητροπολίτης Ιερώνυμος Γοργίας
            Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος πήρε το λόγο και με θάρρος, αξιοπρέπεια, αλλά και με την απαιτούμενη διπλωματικότητα που επέβαλε η στιγμή, επεσήμανε το μέγεθος της ευθύνης που θα είχε ο  Ζιχνή Μπέης αν αλήθευαν οι φήμες που ο ίδιος διέψευδε και έθετε σε κίνδυνο τον πληθυσμό της πόλης. Ο Ζιχνή Μπέης ενοχλήθηκε από τη γενναία στάση του Δεσπότη των Γκιαούρηδων. Όμως οι συγκυρίες δεν επέτρεπαν, ούτε να τον στείλει στην κρεμάλα, όπως τον προκάτοχό του Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Χίου Πλάτωνα, αλλά ούτε καν να τον παραπέμψει στο Στρατοδικείο. Αφού λοιπόν δεν μπορούσε να πράξει αυτά, αρκέσθηκε στα ολίγα, δηλαδή «… επετίμησεν ( τον Μητροπολίτη και τους άλλους παρευρισκόμενους Χίους ) μετ΄ ιταμότητος, δ΄ είτα απέπεμψεν αυτούς εκ των γραφείων του ».
            Το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου φαινομενικά κύλησε ήσυχα. Όμως το μίγμα ενθουσιασμού και προσμονής, που κυριαρχούσε στην ψυχή του αειμνήστου Ιερωνύμου, αλλά και των Ελλήνων του νησιού, έμοιαζε με ηφαίστειο, που επρόκειτο να εκραγεί από ώρα σε ώρα.
            Ξημέρωσε Κυριακή 11 Νοεμβρίου 1912. Ο Ιερός Μητροπολιτικός Ναός, ο οποίος τιμάται στο όνομα των Αγίων Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου, εόρταζε. Τόσο ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος όσο και τα πλήθη των πιστών, που συνέρρευσαν στο Ναό, ανέπεμψαν τις ικεσίες τους προς τους τρεις Μεγαλομάρτυρες, τους Άγιους Βίκτωρες, αυτούς τους Νικητές και γενναίους στρατιώτες του Χριστού, να χαρίσουν την πολυπόθητη ελευθερία στο νησί τους. Σίγουρα ο νους του Ιερώνυμου θα γύριζε στις εξελίξεις του ελληνοτουρκικού πολέμου, που από τη μια δημιουργούσαν αγαθές ελπίδες στην αγνή ελληνική ψυχή του, αλλά και μια δικαιολογημένη αγωνία για το μέλλον. Άραγε του χρόνου πρώτα ο Θεός, θα συλλογιζόταν, θα εορτάσουμε τους Άγιους Βίκτωρες ελεύθεροι ή για μια ακόμα φορά σκλάβοι, ραγιάδες του Τούρκου δυνάστη. Η πανηγυρική Θεία Λειτουργία, στην οποία χοροστατούσε ο Αρχιερεύς της Χίου, προχωρούσε, όταν από στόμα σε στόμα διαδόθηκε σαν πυρκαγιά η από αιώνες προσδοκώμενη είδηση: «Ελληνικά πολεμικά πλοία πλησιάζουν». Η ελευθερία ήταν προ των πυλών της Χίου.
            Ο εκπαιδευτικός και λόγιος Γεώργιος Ρεβελής, ευρισκόμενος μέσα στον Μητροπολιτικό Ναό την ιστορική αυτή ημέρα, κατέγραψε τα εξής: «… όταν είμεθα μέσα στην εορτάζουσαν Μητρόπολιν κατά τας 9:30 το πρωί, διεδόθη αστραπιαίως ότι στόλος Ελληνικός εφάνη ερχόμενος από αποστάσεως 56 μιλίων, και ότι έπλεε διευθυνόμενος στον λιμένα της Χίου. Στα πρόσωπα τότε των Χίων διέκρινε τις αμέσως ένα αίσθημα, που εγεννήθη στις ψυχαίς των ανάμικτον από χαράν, ελπίδα και λίγο φόβο. Όλο τότε το εκκλησίασμα, όπως και όλος ο κόσμος της πόλεως Χίου, εγκατέλειψε τις εκκλησίες και διευθύνθησαν οι περισσότεροι στην προκυμαία και άλλοι στα σπίτια τους».
            Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος φοβούμενος μήπως η οργή των Τούρκων ξεσπάσει πάνω στους άοπλους Χιώτες, από την Ωραία Πύλη προέτρεψε τους πιστούς να αποχωρήσουν από το ναό και να επιστρέψουν στις οικίες τους. Η συμβουλή του Μητροπολίτη δεν άργησε να φανεί πόσο συνετή ήταν. Πλήθος Τούρκων χωροφυλάκων και στρατιωτών γρήγορα κατέλαβαν την προκυμαία και τις κεντρικές οδούς, διώχνοντας άρον άρον το ενθουσιασμένο χιακό πλήθος, μην αφήνοντας ούτε στα παράθυρα να ξεπροβάλει κάποιος. Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος και οι ιερείς παρέμειναν στον σχεδόν άδειο ναό και συνέχισαν τη Θεία Λειτουργία.
            Ο Γεώργιος Χωρέμης αναφέρει με επιφύλαξη την πληροφορία ότι ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας εμνημόνευσε το όνομα του βασιλέα  Γεωργίου. Πράξη σίγουρα ριψοκίνδυνη. Όμως αν κρίνουμε από την εθνική δράση που είχε δείξει σε όλη τη ζωή του μέχρι και την ημέρα εκείνη ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος, αλλά και το ότι μόλις αποβιβάστηκε ο ελληνικός στρατός απροκάλυπτα στάθηκε ενθουσιωδώς στο πλευρό του, είναι σχεδόν βέβαιο κατά τη γνώμη μας ότι η είδηση του Χωρέμη είναι ακριβής. Ουσιαστικά η μνημόνευση του ονόματος του Βασιλέως των Ελλήνων ήταν μια έμμεση ανακήρυξη από μέρους του Ιερωνύμου της Χίου σε ελληνικό έδαφος, πριν καλά καλά πατήσει το χώμα του νησιού έστω και ένας Έλληνας στρατιώτης. Όσο συνετός ήταν ο Μητροπολίτης για την ασφάλεια του ποιμνίου του, τόσο ριψοκίνδυνος ήταν για τον εαυτό του.  
            Γύρω στις 9 το πρωί ο ελληνικός στόλος , αποτελούμενος από 3 οπλισμένα εμπορικά «Μακεδονία», «Εσπερία», «Αρκαδία», δύο αντιτορπιλικά «Νέα Γενεά», «Κεραυνός» και 3 οπλιταγωγά «Πατρίς», «Σαπφώ», «Αριέττα», αγκυροβόλησε ανοιχτά του λιμανιού της Χίου. Στις 10 το πρωί λέμβος με λευκή σημαία μετέφερε τον υποπλοίαρχο Αλέξανδρο Χατζηκυριάκο και τον ανθυπολοχαγό Στέφανο Τρύφο, οι οποίοι κομίζοντας διαταγή παραδόσεως του νησιού άνευ όρων στις ελληνικές δυνάμεις, ζήτησαν να δουν τον Τούρκο πολιτικό διοικητή της Χίου Χασάν Νιαζήμ Μπέη. Μεταξύ όμως των τουρκικών αρχών αφενός επικρατούσε διχογνωμία για το τι έπρεπε να πράξουν, αλλά και αφετέρου, για να κερδίσουν χρόνο, διεμήνυσαν προς τους Έλληνες ότι θα αποστείλουν επιτροπή προς συζήτηση της καταστάσεως. Πράγματι λίγο πριν τις 11π.μ. τα μέλη της επιτροπής ανέρχονταν στο κατάστρωμα του ατμοπλοίου «Εσπερία», προκειμένου να συναντηθούν με τον Πλοίαρχο Ι. Δαμιανό και τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Δελαγραμμάτικα. Τα μέλη της επιτροπής ήταν ο Μητροπολίτης Χίου Ιερώνυμος, ο Δήμαρχος Χίου Νικόλαος Κουβελάς, ο αρχιγραμματεύς Φουάτ Βέης, ο Ναήλ Βέης και ο διερμηνέας της διοικήσεως Κωνσταντίνος Λαδόπουλος. Οι Έλληνες στρατιωτικοί επανέλαβαν τη διαταγή περί παραδόσεως της νήσου, θέτοντας προθεσμία μέχρι τη 1μ.μ.
            Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος δεν παρέλειψε και στην περίπτωση αυτή να κάνει το εθνικό χρέος του. Κατόρθωσε, ξεφεύγοντας για λίγο από την προσοχή των Οθωμανών που τον συνόδευαν, να δώσει μία σημαντική πληροφορία. Ο Ιερώνυμος αναγνώρισε με το βλέμμα του το Χιώτη δεκανέα Γεώργιο Χωρέμη, που βρισκόταν πάνω στο πλοίο. Αφού διακριτικά τον πλησίασε, του ζήτησε να διαβιβάσει στους ανωτέρους του, ότι οι Τούρκοι ήδη είχαν γεμίσει με πετρέλαιο τις χειροκίνητες αντλίες πυρόσβεσης. Σε περίπτωση απόβασης στην πόλη θα προκαλούσαν πυρκαγιά, προκειμένου να επωφεληθούν από την κατάσταση πανικού που θα επικρατούσε. Ο κίνδυνος ήταν σοβαρός και οι Έλληνες αξιωματικοί που θα σχεδίαζαν τις επιχειρήσεις έπρεπε να το γνωρίζουν. Ο ίδιος ο Ζιχνή Μπέης, όταν κάποτε ρωτήθηκε για το ενδεχόμενο κατάληψης της Χίου από τους Έλληνες, είχε πει: «Αμ αυτό δεν θα γίνη ποτέ! Η Χίος είναι το Παρίσι της Ανατολής και προτιμώ να την κάνω στάχτη παρά να μου την πάρουν οι Έλληνες».
Ο Ιερώνυμος όμως πέρα από την αγωνία του για τον άμαχο πληθυσμό και το βάρος των ευθυνών που ένιωθε στις πλάτες του ως μέλος της επιτροπής εκείνες τις ιστορικές ώρες, κατά βάθος ήταν ενθουσιασμένος. Και μόνο στην ιδέα ότι πολύ σύντομα το νησί του θα έσπαγε τις αλυσίδες της σκλαβιάς τόσων αιώνων η ψυχή του πλημμύριζε με αγαλλίαση. Στα λίγα λεπτά που συνομίλησε με τον Γ. Χωρέμη άφησε να εκδηλωθεί η χαρά του σαν τον ήλιο που ξεπροβάλει μέσα από τα σύννεφα και πάλι κρύβεται πίσω από αυτά. Τέτοια εντύπωση προκάλεσε στον συνομιλητή του, που δεν παρέλειψε αργότερα, όταν κατέγραφε τα απομνημονεύματά του, να αναφέρει τα εξής: «Η ευχαρίστησις έλαμπεν επί του προσώπου του και μόνον όταν εφάνησαν οι άλλοι, οι ελθόντες μαζί του, έλαβεν πάλιν το σοβαρόν του ύφος».
            Συγκινητική είναι επίσης κι αυτή η λεπτομέρεια που αποκαλύπτει τον εξαίσιο χαρακτήρα του Ποιμενάρχου Ιερωνύμου, αλλά και την ευστροφία και την προνοητικότητά του. Μην σε δουν οι Τούρκοι να μιλάς μαζί μου, είπε στον Γ. Χωρέμη. Γιατί; Μήπως φοβήθηκε για τον εαυτό του; Όχι. Ο λόγος ήταν ότι «πολλοί είχον καταφύγει εκ των Χίων εις το κτήμα μας (δηλαδή του Χωρέμη) και εφοβήθη μη οι Τούρκοι εκδικούμενοι εμέ (δηλαδή τον Χωρέμη) τους κακοποιήσουν». Πραγματικά χρειάζεται να διαθέτει κανείς σπουδαίο ηθικό ανάστημα και γνήσια αγάπη για τον πλησίον, έτσι ώστε σε μια δυσχερή για τον εαυτό του στιγμή να σκέπτεται πώς θα βοηθήσει την Πατρίδα δίνοντας πληροφορίες και πώς θα προφυλάξει από το μένος της εκδικήσεως τους συνανθρώπους του.
            Ο Αντισυνταγματάρχης Ζιχνή Μπέης ήταν αποφασισμένος να αγωνισθεί να διατηρήσει ό,τι ποτέ δεν τους ανήκε και με τη βία να κρατήσουν αυτό που με τη βία είχαν αρπάξει. Έτσι μεγαλόστομα διεκήρυξε ως απάντηση στη δοθείσα προθεσμία ότι: «θα υπεραμυνθή ταύτης (της Χίου) μέχρις εσχάτων, ίνα διασώση την τιμήν του Οθωμανικού στρατού και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας». Ο Ζιχνή ήταν ολοφάνερο ότι αδιαφορούσε για τη συμφορά στην οποία θα βύθιζε την πόλη της Χίου. Όμως οι ελληνικές δυνάμεις, είχαν έλθει για να θυσιασθούν για τους ομοεθνείς τους και όχι για να τους θυσιάσουν. Έτσι επέλεξαν να γίνει η απόβαση στο Κοντάρι, μία κοντινή παραλία, προκειμένου να μην υπάρξουν θύματα μεταξύ του αμάχου πληθυσμού της πόλεως. Στις 3:30μ.μ. η πρώτη αποβατική λέμβος φθάνει στην ακτή. Η μάχη ξεκινάει σφοδρή. Οι σφαίρες και οι οβίδες εκατέρωθεν πέφτουν σαν πυκνό χαλάζι. Η βοή της μάχης φθάνει μέχρι την πόλη. «Ο Δεσπότης, ο αείμνηστος μέγας ανθρωπιστής και πατριώτης Ιερώνυμος, στο άκουσμα των κανονιών έκαμε το Σταυρό του» έγραψε σε βιβλίο του ο άξιος διάδοχός του, Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης.
            Το ηλιακό φως της ημέρας είχε αρχίσει να υποχωρεί και μαζί του υποχωρούσε κι ο τουρκικός στρατός, οι δυνάμεις του «σκότους» και της σκλαβιάς. Η πρώτη νίκη των Ελλήνων στο χιακό έδαφος ήταν γεγονός. Οι Άγιοι Βίκτωρες έχουν κάνει το θαύμα τους. Η ελευθερία εγκαθίσταται στο νησί. Η θάλασσα, που μέχρι την απόβαση ήταν φουρτουνιασμένη, ξαφνικά γαληνεύει. Η πόλη της Χίου και οι άμαχοι σώζονται. Οι Τούρκοι πανικόβλητοι αλλάζουν γνώμη και, ενώ ήταν αποφασισμένοι να αμυνθούν μέσα στην πόλη, φεύγουν προς τα βουνά μέσα στη νύχτα σαν να τους κυνηγάει κάποια αόρατη δύναμη. Πώς είναι δυνατό να μην αντιληφθεί κανείς τη Χάρη και την προστασία του Θεού δια των πρεσβειών των Αγίων Μηνά Βίκτωρος και Βικεντίου;
            Τη Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 1912 ο απελευθερωτής ελληνικός στρατός κατά τις 7 το πρωί αρχίζει να προελαύνει νικητής προς την πόλη της Χίου. Εκεί θα γνωρίσει μία τόσο θερμή και θριαμβευτική υποδοχή, που έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη όσων την έζησαν. Αλλά ας αφήσουμε καλύτερα την «Παγχιακή», μία από τις χιακές εφημερίδες της εποχής, να μας περιγράψει τη λαμπρή αυτή ημέρα: «Τι επηκολούθησεν άμα τη εισόδω του στρατού εις την πόλιν αδύνατον να διηγηθή τις παραστατικώς. Όχι πλέον ενθουσιασμός, όχι φρενήτις αλλά κάτι περισσότερον. Άνδρες γυναίκες παιδία εν εξάλλω χαρά εχαιρέτων τους γενναίους ελευθερωτάς δαιμονιωδώς ζητωκραυγάζοντες και ραίνοντες αυτούς με άνθη… Από τους εξώστας των οικιών της παραλιακής οδού και της προκυμαίας αι οποίαι ήσαν κατάμεστοι δεν ηκούοντο παρά αι φράσεις: ‘‘Ζήτω ο Βασιλεύς Γεώργιος. Ζήτω η Ελλάς. Ζήτω ο Ελληνικός στρατός. Γεια σας λιοντάρια της Μακεδονίας. Καλώς ήλθετε γενναίοι ελευθερωταί’’, εις τας οποίας απήντων τα παρατεταμένα «Ζήτωωωω» του συνοδεύοντος πλήθους ενώ οι πίλοι δαιμονιωδώς εσείοντο εις τον αέρα. Η παρέλασις του γενναίου στρατού μας άδοντες ενθουσιώδη πατριωτικά άσματα εγένετο δια της οδού Μπέλλα Βίστα και της Προκυμαίας προς την μεγάλην Πλατείαν Βουνακίου ένθα άπειρον είχε συσωρευθή πλήθος πολιτών οι οποίοι με δακρυσμένους οφθαλμούς παρηκολούθουν το θέαμα τρελοί εκ χαράς καταφιλούμενοι, εναγκαλιζόμενοι αλλήλους κράζοντες Χριστός Ανέστη…».
            Παράλληλα ήδη από τις 8 το πρωί ακούγονταν χαρμόσυνες και ασταμάτητες οι κωδωνοκρουσίες του Μητροπολιτικού Ναού, πιθανώς με εντολή του ίδιου του Χιώτη Αρχιερέως, να αναγγέλλουν το λαμπρό γεγονός. Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος, αυτός ο «ενθουσιώδης πατριώτης», όπως τον ονομάζει ο τότε λοχαγός Πέτρος Καρακασσώνης στο βιβλίο του «Ιστορία της Απελευθερώσεως της Χίου κατά το 1912», δεν ήταν δυνατόν να λείψει από την υποδοχή των ελευθερωτών. Καταφθάνει στο πρώην Τουρκικό Διοικητήριο τη στιγμή της έπαρσης της ελληνικής σημαίας. Τα συγκεντρωμένα πλήθη αυθόρμητα τον αποθεώνουν με τις ζητωκραυγές τους, ως ένδειξη σεβασμού και ελάχιστης ηθικής αμοιβής για το εθνικό έργο που είχε επιτελέσει. Ο ίδιος συγκινημένος ασπάζεται το μέτωπο του Συνταγματάρχη Ν. Δελαγραμμάτικα, ενώ εκείνος προσπαθούσε να φιλήσει το χέρι του Μητροπολίτη. Ο Λοχαγός Πέτρος Καρακασσώνης, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυς της εκεί ομιλίας του Μητροπολίτου, μας διέσωσε ότι ο Ιερώνυμος «προσφωνών τον διοικητήν εξήρε την ανδρείαν του Ελληνικού στρατού δια τας εν Μακεδονία νίκας του».
              Η στιγμή που γενιές Χίων είχαν ονειρευτεί ήταν πραγματικότητα. Ο υπερφίαλος «Γολιάθ» του Οθωμανισμού και η ημισέληνος του Ισλάμ είχαν ταπεινωθεί, ενώ η Γαλανόλευκη με τον Σταυρό του Κυρίου κυμάτιζε υπερήφανα στη θέση που της ανήκε. Σίγουρα θα ήλθαν τότε στο νου του αειδήμου Ιερωνύμου οι θεόπνευστοι λόγοι του Προφητάνακτος Δαβίδ: «Ούτοι εν ίπποις και ούτοι εν άρμασι ημείς δε εν ονόματι Κυρίου, Θεού ημών μεγαλυνθησώμεθα. Αυτοί συνεποδίσθησαν και έπεσον, ημείς δε ανέστημεν και ανωρθώθημεν» (Ψαλμός 19,8).
            Από την πλατεία Βουνακίου το συγκεντρωμένο πλήθος με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Ιερώνυμο και τον Συνταγματάρχη Δελαγραμμάτικα κατευθύνθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό. Εκεί στις 11:20 π. μ. προεξάρχοντος του Ιερωνύμου τελέσθηκε Δοξολογία στον Πανάγαθο Θεό, γιατί ευδόκησε να χαρίσει στο νησί τους την πολυπόθητη ελευθερία. Ο Μητροπολίτης Χίου σε σύντομη ομιλία του εξύμνησε τη γενναιότητα του ελληνικού στρατού στα πεδία των μαχών και χαρακτήρισε την 11η Νοεμβρίου ημέρα πραγματικά Αναστάσιμη για την επί αιώνες ενταφιασμένη υπόδουλη Χίο. 
            Η σύνεση και η προνοητικότητα του Μητροπολίτη Ιερώνυμου φάνηκε και στο ακόλουθο περιστατικό. Μόλις ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την πόλη, κάποιοι Τούρκοι πολίτες δημιούργησαν επεισόδια και απρόκλητα δολοφόνησαν και τραυμάτισαν Έλληνες στρατιώτες. Κατά την άποψη του Γ. Χωρέμη η καλοσύνη κι ο σεβασμός που έδειξαν οι Έλληνες στους ηττημένους παρεξηγήθηκε εκ μέρους τους ως αδυναμία και αποθρασύνθηκαν. Έτσι ο Συνταγματάρχης Νικόλαος Δελαγραμμάτικας αποφάσισε να συγκεντρώσει όλους τους Τούρκους και να τους στείλει με πλοίο στη Σμύρνη. Όμως ο Ιερώνυμος κατάφερε να πείσει το Συνταγματάρχη να μην εκτελέσει την απόφασή του, αλλά να κρατηθούν ως εγγύηση για την ασφάλεια των Ελλήνων κατοίκων των χωριών, που βρίσκονταν μέσα στη ζώνη που κατείχε ακόμα ο τουρκικός στρατός. Μπορεί ο Ζιχνή Μπέης να καμάρωνε για τους ευρωπαϊκούς τρόπους του και την παιδεία που έλαβε κατά τις στρατιωτικές του σπουδές στη Γερμανία, αλλά αυτά δεν καθησύχαζαν τον Μητροπολίτη Ιερώνυμο. Δεν ξεχνούσε ο άξιος Ποιμενάρχης της Χίου ότι ο σοβαροφανής Αντισυνταγματάρχης Ζιχνή Μπέης ήταν ένας από τους αξιωματικούς της φρουράς των Αδάνων, όταν μερικά χρόνια πριν είχαν συμβεί εκεί τρομερές σφαγές. Εξάλλου δέκα χρόνια μετά η ιστορία απέδειξε ότι οι φόβοι του Ιερωνύμου δεν ήταν υπερβολικοί. Ο Κεμάλ Ατατούρκ, επίσης στρατιωτικός και υπέρμαχος καθετί ευρωπαϊκού, δεν δίστασε όχι απλά να επιτρέψει, αλλά και να υποκινήσει τη γενοκτονία των Ελλήνων της Μικρασίας. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι χάρη στη διπλωματικότητά του ο Ιερώνυμος, όταν ήταν Επίσκοπος Ειρηνουπόλεως, είχε κατορθώσει το 1896 να σώσει τους Αρμενίους της Ραιδεστού από τις τουρκικές σφαγές. Με αφορμή τα παραπάνω οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι ο Ιερώνυμος ήταν  διορατικός και με πολλή ορθή κρίση. Όταν με την επανάσταση των Νεοτούρκων ψηφίσθηκε Σύνταγμα, οι διάφοροι λαοί που διαβιούσαν στα όρια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας πανηγύριζαν νομίζοντας ότι ανατέλλει μία εποχή ελευθερίας. Όπως όμως αναφέρει ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Ευλόγιος Κουρίλας : «Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος δεν ενεθουσιάσθη και προέβλεψεν ουχί ελευθερίαν, αλλά πιέσεις των μειονοτήτων».
            Ως καλός Ποιμένας ο Ιεράρχης της Χίου όχι μόνο εγνώριζε, αλλά και εφάρμοζε το λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Περί πάντα σεαυτόν παρεχόμενος τύπον καλών έργων» (= δείξε σε όλα τον εαυτό σου παράδειγμα καλών έργων) (Τιτ. 2,7). Έτσι πρωτοστατούσε και συντόνιζε τις προσπάθειες για άμεση συλλογή τροφίμων, ενδυμάτων, φαρμάκων, αλλά και για κάθε άλλη ανάγκη που δημιουργούσε η εθνική προσπάθεια για την απελευθέρωση των αλύτρωτων εδαφών. Αξίζει να παραθέσουμε εδώ μία σχετική μαρτυρία, που περιλαμβάνεται σε επιστολή του στρατιώτη Κ. Πρίντεζη προς την μητέρα του. Ο Πρίντεζης και ο λόχος του, μετά την νικηφόρο είσοδό τους στην πόλη της Χίου, είχαν στρατωνισθεί στο κτίριο του Παρθεναγωγείου δίπλα στη Βιβλιοθήκη "Αδαμάντιος Κοραής". Διαβάζουμε λοιπόν στην επιστολή : «Μετά μίαν ώραν έρχεται ο Δεσπότης της Χίου, ευγενέστατος και κάλλιστος κληρικός, όστις τα πάντα διαθέτει δια τον λόχον μας. Είχε δε ειδοποιήση διαφόρους οικογενείας και μας έφεραν εκεί πιατέλας με μακαρονάδας, γάλλους ψητούς, πατάτες τηγανιτές και διάφορα άλλα φαγητά, οίνον άφθονον, καρπούς, μανταρίνια κ.λ.π. ». Όχι όμως μόνο παρακινούσε τους άλλους σε καλά έργα, αλλά έδινε πρώτα ο ίδιος το καλό παράδειγμα. Στις 26 Νοεμβρίου 1912 η εφημερίδα «Νέα Χίος» παραθέτει κατάλογο με πλήθος ονομάτων Χίων που ανταποκρίθηκαν στους εράνους υπέρ της Πατρίδος. Πρώτο μεταξύ των ονομάτων η εφημερίδα αναγράφει: «Μητροπολίτης Χίου Ιερώνυμος Γοργίας».
            Άλλα η πολυσχιδής δραστηριότητά του δεν περιορίσθηκε μόνο στα προαναφερθέντα. Ο ίδιος συνέλαβε την ιδέα και καθοδήγησε για την ταχεία οργάνωση νοσοκομείου για περίθαλψη των τραυματιών. Όπως κατέγραψε στο βιβλίο του «Ιστορία της απελευθερώσεως της Χίου κατά το 1912» ο προαναφερθείς Λοχαγός Πέτρος Καρακασσώνης: «Την ημέραν της εισόδου του στρατού Κατοχής εις την πόλιν ο ενθουσιώδης πατριώτης σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Χίου Ιερώνυμος καλέσας την αντιπρόεδρον της αδελφότητος των κυριών Χίου κυρίαν Ελευθερίαν Λαδοπούλου υπέδειξεν αυτή παρακλητικώς, όπως εντός της ημέρας διοργανώση νοσοκομείον, ίνα δεχθή τους τυχόν διακομισθησομένους τραυματίας…».
            Οι εθνικές αυτές ενέργειες του Μητροπολίτη τόνωναν το φρόνημα των ντόπιων, αλλά και του στρατού και τους ενθάρρυναν να συνεχίσουν τον αγώνα μέχρι να ριζώσει για τα καλά το δέντρο της ελευθερίας στη γη της Χίου, που κάλυπτε αναρίθμητα οστά Νεομαρτύρων και Εθνομαρτύρων. Ο Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Γκιάλας σε επιστολή του προς τον Γ. Χωρέμη αναφέρεται μεταξύ άλλων και στην προθυμία του Μητροπολίτη να συνδράμει με κάθε μέσο τα ένοπλα σώματα Χιωτών, που είχαν συγκροτηθεί αυτοβούλως, με αποστολή να παρενοχλούν από βορρά και νότο τις τουρκικές δυνάμεις. Γράφει λοιπόν τα  εξής : «… κατέβηκα  ( από το χωριό Λιθί στη Χίο -Χώρα) και επέτυχα από τον Μητροπολίτην Ιερώνυμον… να σταλούν στους άνδρες 120 κουβέρτες και άλλα τόσα ζευγάρια υποδήματα ». Για να κατανοήσουμε το μέγεθος της γενναιότητας, που έκρυβαν μέσα τους οι πράξεις αυτές του Μητροπολίτη Ιερωνύμου, θα πρέπει για ακόμα μία φορά να επισημάνουμε τον κίνδυνο που διέτρεχε ο ίδιος προσωπικά. Η κατάσταση στη Χίο ήταν ακόμα ρευστή. Οι τουρκικές δυνάμεις για πάνω από ένα μήνα κατείχαν ένα μεγάλο τμήμα του νησιού και η παράδοσή τους δεν έγινε παρά μόνο στις 21 Δεκεμβρίου 1912. Κανείς δεν βεβαίωνε τον Ιερώνυμο, αλλά και κάθε Χιώτη που βοηθούσε τον ελληνικό στρατό στην απελευθέρωση του νησιού, ότι η κατάσταση δεν θα ανατρεπόταν εις βάρος των Ελλήνων και τότε θα είχαν να αντιμετωπίσουν τη γνωστή «παραδοσιακή» τουρκική εκδικητική μανία. Ιδίως τις πρώτες ημέρες της απελευθερώσεως του νησιού κάποιοι, έστω και λίγοι και ιδίως οι Τούρκοι, πίστευαν ότι αυτό θα ήταν κάτι παροδικό, ένα «διάλειμμα», και γρήγορα θα επανέρχονταν ο Οθωμανικός ζυγός, όπως έγινε το 1822 και το 1828. Χαρακτηριστικό της αμφίρροπης κατάστασης είναι και το ακόλουθο περιστατικό, που αφηγείται ο Γεώργιος Χωρέμης: «Την ημέραν της καταλήψεως της πόλεως κάποιος εκ των καλυτέρων Ισραηλιτών ελθών εις λογομαχίαν με Χίον ηπείλησεν τούτον ότι θα τον εκδικηθή, μόλις επιστρέψουν οι Τούρκοι, καταγγέλων αυτόν ως φροντίζοντα δια τον Ελληνικόν στρατόν. Ώστε ο Ισραηλίτης ήτο υπό την εντύπωσιν ότι θα επέστρεφαν οι Τούρκοι και τούτο δεν ήτο αφύσικον, αν παρετήρησεν πόσον ολιγάριθμοι είμεθα».
            Η απελευθέρωση του νησιού ολοκληρώνεται στις 20 Δεκεμβρίου 1912 με την παράδοση του Ζιχνή Μπέη και του τουρκικού στρατού. Όμως ό,τι κερδήθηκε με θυσίες και αίμα υπήρχαν υποψίες ότι μπορεί να χαθεί από τις αντιρρήσεις και τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων στη διεθνή πολιτική σκακιέρα. Έτσι ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος οργανώνει παγχιακό συλλαλητήριο την 1η Ιανουαρίου 1913 στην πλατεία Βουνακίου με αίτημα την Ένωση της Χίου με την Μητέρα Ελλάδα. Ο άγνωστος λαϊκός ποιητής της «Αιπιάδας» γράφει:
«Τότε βγαίνει ο Αρχιερεύς και όλους τους ορκίζει
στην πίστιν μας και εις τον Σταυρόν κι ο κόσμος ποια δακρύζει.
Λέγει τους ν’ αποθάνωμεν όλοι με την Ελλάδα
που σήμερον μας έσωσε με βάσανα μεγάλα.
Καλλίτερα να είμεθα μαζί με την Μητέρα
για να τιμώμεν τον Σταυρόν, την γαλανιά παντιέρα».
            Ο σεβασμός και η εκτίμηση που έτρεφαν οι σύγχρονοί του Χίοι για το πρόσωπο του Ποιμενάρχη τους Ιερωνύμου φαίνεται με έμμεσο - πλην όμως σαφή τρόπο - και στο εξής ιστορικό ντοκουμέντο. Στις αρχές Ιανουαρίου του 1913 τυπώθηκε και κυκλοφόρησε το τευχίδιο, το οποίο περιείχε διήγηση των συμβάντων της απελευθερώσεως της Χίου σε ποιητική μορφή και με τίτλο «Πολεμικόν ενθύμιον επί τη απελευθερώσει της Χίου», γνωστό και ως «Αιπιάδα», όπως ήδη αναφέραμε και πιο πάνω. Στην αρχή του μικρού αυτού τεύχους προτασσόταν ολοσέλιδη η φωτογραφία του Μητροπολίτη Ιερωνύμου με την ακόλουθη λεζάντα: «Η ΑΥΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΗΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΗΜΩΝ».
            Ο Μητροπολίτης Ιερώνυμος ευτύχησε να απολαύσει τους καρπούς των εθνικών κόπων του και να ζήσει ποιμαίνοντας την ελεύθερη πλέον Χίο για αρκετά χρόνια μέχρι την κοίμησή του στις 9 Φεβρουαρίου 1931.   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου