5 Δεκ 2025

Ιωάννης Καποδίστριας και Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Δύο κορυφαίοι Ηγέτες και οι διαχρονικές υποθήκες τους.

Ιωάννης Καποδίστριας και Θεόδωρος Κολοκοτρώνης:

Δύο κορυφαίοι Ηγέτες και οι διαχρονικές υποθήκες τους.

( Γράφει ο Θεόκλητος Ρουσάκης, Αντιστράτηγος (εα)  Επίτιμος Διοικητής Β΄Σώματος Στρατού)

Η νεότερη ελληνική ιστορία χαρακτηρίζεται από μορφές που διαμόρφωσαν όχι μόνο την πολιτική και στρατιωτική πορεία του έθνους, αλλά και το αξιακό του υπόβαθρο. Ανάμεσα σε αυτές, ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ξεχωρίζουν ως δύο ηγετικές προσωπικότητες που με το έργο και το ήθος τους, άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στη συλλογική μνήμη και στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε το 1776 στην Κέρκυρα, σε μια οικογένεια με παράδοση προσφοράς στα κοινά. Η παιδεία του υπήρξε ευρεία και πολυεπίπεδη. Σπούδασε Ιατρική και Φιλοσοφία στην Πάδοβα, ενώ παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα νομικής επιστήμης. Επέστρεψε στην Κέρκυρα το 1797, όπου άσκησε το επάγγελμα του ιατρού, συχνά προσφέροντας τις υπηρεσίες του αφιλοκερδώς στους φτωχότερους συμπολίτες του, γεγονός που ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής του καταδεικνύει το αίσθημα κοινωνικής ευθύνης που τον διέκρινε.

Η πολιτική του σταδιοδρομία ξεκίνησε με τη συμμετοχή του στην Επτάνησο Πολιτεία, όπου διακρίθηκε για τις διοικητικές του ικανότητες και την προσήλωσή του στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Το 1802 διορίστηκε Γραμματέας της Επτανήσου Πολιτείας, ενώ το 1807 ανέλαβε τον συντονισμό της άμυνας της Λευκάδας απέναντι στις απειλές του Αλή Πασά, αποκτώντας πολύτιμη εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων και στη συνεργασία με τους οπλαρχηγούς της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Η διεθνής του καριέρα κορυφώθηκε με την ένταξή του στη ρωσική διπλωματική υπηρεσία. Ως υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ελβετίας και στη διπλωματική σκηνή της Ευρώπης, ιδιαίτερα κατά το Συνέδριο της Βιέννης. Η φήμη του ως ικανού διπλωμάτη και ευπατρίδη εδραιώθηκε τόσο στους πολιτικούς όσο και στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής.

Οι Έλληνες, ύστερα από  επτά χρόνια αιματηρών απελευθερωτικών αγώνων και θυσιών του ελληνικού έθνους για την αποκατάστασή του, αποφάσισαν ότι « κατὰ πρᾶξιν καὶ θεωρίαν» ικανός να κυβερνήσει την ελληνική πολιτεία είναι ὁ κόμης Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831), ὁ πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος, ὁ ΄΄ άγιος΄΄ της Πολιτικής. Η εκλογή του ήταν ομόφωνη από την Γ΄ Εθνοσυνέλευση τῆς 3ης Απριλίου 1827, στην Τροιζήνα, Ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης αναφέρει στα απομνημονεύματά του τη διαδικασία της εκλογής, επισημαίνοντας ότι θεωρούσε τον Καποδίστρια ως την καλύτερη λύση για την ηγεσία του έθνους: «Τέλεια πληρεξουσιότητα σ’ αυτόν γιατί ήταν ο μόνος άνθρωπος ικανός».

Η άφιξή του στην Ελλάδα το 1828, ως πρώτος Κυβερνήτης του νεοσύστατου κράτους, σηματοδότησε μια νέα εποχή για το Έθνος. Ο Καποδίστριας αφιερώθηκε στην οικοδόμηση των θεσμών, την αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης και την οικονομική ανόρθωση της χώρας, αντιμετωπίζοντας παράλληλα τις αντιξοότητες μιας κοινωνίας που έβγαινε από μακροχρόνιο πόλεμο και εμφύλιες διαμάχες.

Αμέσως μόλις ανέλαβε την Κυβέρνηση σύστησε Πολεμικό Συμβούλιο, Υπουργικό Συμβούλιο και Εκκλησιαστική Επιτροπή και Τμήματα Οικονομίας, Εσωτερικών και Πολεμικών. Έλαβε μέτρα για την καταπολέμηση της πειρατείας και της ληστείας, αποκατέστησε την ασφάλεια και την ευνομία στις πόλεις και στην επαρχία, οργάνωσε κυβερνητικές υπηρεσίες και επαρχιακή διοίκηση, ανασύνταξε τον στρατό και τον στόλο, έθεσε σε λειτουργία την οικονομία της χώρας και εξασφάλισε με διάφορους τρόπους τα απαιτούμενα χρήματα για την κάλυψη των κρατικών δαπανών, που είχε  περιορίσει στο ελάχιστο.

Ίδρυσε δικαστήρια, φρόντισε για την είσπραξη των φόρων απ᾿ ευθείας από την Κυβέρνηση, χωρίς την ύποπτη μεσολάβηση των προκρίτων, με αποτέλεσμα να μειωθεί η πολιτική τους δύναμη. Έλαβε μέτρα για την ανάπτυξη της Εθνικής Παιδείας και φρόντισε για την έκδοση σχολικών βιβλίων. Το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου του 1829 μετέφερε την  έδρα της Κυβέρνησης από την Αίγινα, που ήταν μέχρι τότε πρωτεύουσα, στο Ναύπλιο, που ορίστηκε προσωρινά ως ΄΄καθέδρα τῆς κυβέρνησης΄΄

Στο θέμα της παιδείας η συμβολή του Ιωάννη Καποδίστρια υπήρξε θεμελιώδης για τη διαμόρφωση της νεοελληνικής ταυτότητας. Ο ίδιος θεωρούσε ότι η πρόοδος του έθνους εξαρτάται άμεσα από την ανάπτυξη της εκπαίδευσης και την καλλιέργεια του ήθους των πολιτών. Σε επιστολή του προς τον Ανδρέα Μουστοξύδη, διατυπώνει με σαφήνεια την άποψή του: «Τα σχολεία δεν είναι απλώς τόποι προσκτήσεως γνώσεων, αλλά κυρίως φροντιστήρια ηθικής, χριστιανικής και εθνικής αγωγής».

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, ο Καποδίστριας ίδρυσε 121 σχολεία όλων των βαθμίδων, με 9.246 μαθητές, ενώ άλλοι 5.000 μαθητές διδάσκονταν από ελεύθερους δασκάλους. Εισήγαγε τη μέθοδο του αλληλοδιδακτικού σχολείου, ίδρυσε το Ορφανοτροφείο της Αίγινας, το Κεντρικό Σχολείο (Εϋνάρδειο) και την πρώτη Εθνική Βιβλιοθήκη. Η εκπαιδευτική του πολιτική εστίαζε στη δωρεάν φοίτηση, στη μετεκπαίδευση των δασκάλων και στη σύνταξη νέων σχολικών βιβλίων, με στόχο τη συστηματική και ομοιόμορφη διδασκαλία σε όλη την επικράτεια.

Η παιδαγωγική παρακαταθήκη του Καποδίστρια δεν περιορίζεται στην ίδρυση σχολείων, αλλά επεκτείνεται στη διαμόρφωση ενός εκπαιδευτικού συστήματος που συνδυάζει την αρχαία ελληνική γραμματεία, τα χριστιανικά ιδεώδη και τις ευρωπαϊκές ιδέες. Ο ίδιος τόνιζε την ανάγκη για «σύμμετρο μάθηση», όπου η διάπλαση του ήθους προηγείται της απόκτησης τεχνικών γνώσεων. Η εκπαίδευση, κατά τον Καποδίστρια, αποτελεί το μέσο για την ενότητα του έθνους και την αποτροπή των εμφυλίων διχονοιών, ενώ η ελληνορθόδοξη παράδοση λειτουργεί ως θεμέλιο της εθνικής ταυτότητας.

Σημαντικό στοιχείο της εκπαιδευτικής του πολιτικής ήταν η έμφαση στην ελληνόγλωσση παιδεία και η επιλογή δασκάλων με αγάπη για τη γλώσσα και τη θρησκεία. Ο Καποδίστριας θεωρούσε ότι η γλώσσα αποτελεί βασικό στοιχείο του εθνικού αυτοπροσδιορισμού και ότι η απώλεια της γλώσσας και των ηθών οδηγεί στην «εξέθνωσιν» των Ελλήνων.

Η παιδαγωγική παρακαταθήκη του Καποδίστρια παραμένει διαχρονική, καθώς θεμελίωσε τις βάσεις για τη δημόσια εκπαίδευση και την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης, αξίες που εξακολουθούν να αποτελούν ζητούμενο στην ελληνική κοινωνία.

Η ηθική ακεραιότητα και η ανιδιοτέλεια του Ιωάννη Καποδίστρια αποτελούν πρότυπο για κάθε δημόσιο λειτουργό. Ο ίδιος αρνήθηκε να λάβει μισθό ως Κυβερνήτης, δηλώνοντας: «Απεχόμενοι εν όσω τα ιδιαίτερα μας χρηματικά μέσα μας εξαρκούσιν, από του να εγγίσωμεν, μέχρι του οβολού, τα δημόσια χρήματα προς ιδίαν χρήσιν». Η στάση αυτή δεν ήταν απλώς συμβολική, αλλά ουσιαστική, καθώς ο Καποδίστριας διέθεσε μεγάλο μέρος της προσωπικής του περιουσίας για τις ανάγκες του κράτους και της Επανάστασης, ενώ ζούσε με λιτότητα και πειθαρχία.

 Δεν απολάμβανε τις ανέσεις και τις απολαβές το αξιώματός του, έζησε ως ακτήμων ασκητής, διαθέτοντας τα χρήματά του για τον αγώνα της ανεξαρτησίας. Δεν δέχθηκε τον μισθό του Κυβερνήτη, αντιθέτως, προσέφερε και από την πατρική του περιουσία. Σεβάστηκε  και προσπάθησε να προστατεύσει την Εκκλησία να παραμείνει ελεύθερη χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις, διότι την πονούσε και την αγαπούσε με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια. Ήταν ο Κυβερνήτης της προσευχής και της ταπεινότητος με βαθιά και συνειδητή Πίστη στο Θεό.

Η ηθική ηγεσία του Καποδίστρια εκδηλώθηκε και στη διαχείριση της εξουσίας. Επιδίωξε τη δημιουργία ισχυρών θεσμών και τη διαφάνεια στη διακυβέρνηση, απορρίπτοντας κάθε μορφή προσωρινότητας και αυθαιρεσίας. Η φράση του «Οι ΄΄επιτροπές ΄΄ και η ΄΄ προσωρινότης ΄΄’ κατέστρεψαν την Ελλάδα» αποτυπώνει την πεποίθησή του για την ανάγκη μόνιμης και οργανωμένης κυβέρνησης, βασισμένης σε αρχές και όχι σε προσωποπαγή συμφέροντα.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης γεννήθηκε το 1770 στο Ραμοβούνι της Μεσσηνίας, σε μια εποχή αναταραχής λόγω των Ορλωφικών. Ο πατέρας του, Κωνσταντής, σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Ορλωφικών, γεγονός που σημάδεψε βαθιά τον νεαρό Θεόδωρο.

Από μικρή ηλικία, ο Κολοκοτρώνης ακολούθησε το δρόμο του αρματολού και του κλέφτη, αποκτώντας πολύτιμη εμπειρία στον ανταρτοπόλεμο και στη διαχείριση των τοπικών κοινωνιών. Η ζωή του χαρακτηρίστηκε από συνεχείς διώξεις, εξορίες και αγώνες για την επιβίωση, στοιχεία που διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα του και την αντίληψή του για την ελευθερία και τη δικαιοσύνη.

Η στρατιωτική του σταδιοδρομία κορυφώθηκε με την ανάδειξή του σε Αρχιστράτηγο των ελληνικών επαναστατικών δυνάμεων κατά την Επανάσταση του 1821. Η στρατηγική του ιδιοφυΐα, η διορατικότητα και η προσωπική του ηγεσία υπήρξαν καθοριστικά για την έκβαση των πολεμικών επιχειρήσεων, καθιστώντας τον ως μια από τις πιο σεβαστές μορφές της ελληνικής ιστορίας.

Μέσα στο ίδιο πνεύμα του Καποδίστρια και  ο  Θεόδωρος Κολοκοτρώνης υπήρξε πρότυπο ανδρείας, λιτότητας και αφοσίωσης στο κοινό καλό. Η ζωή του χαρακτηρίστηκε από συνεχείς θυσίες για την πατρίδα, όπως ο ίδιος καταγράφει στα απομνημονεύματά του: «Κρατάω 49 χρόνους στο χέρι το σουλντάδο και πολεμώ για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ' αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δεν δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω». Αυτή την Πίστη ο Γέρος του Μοριά την ομολογούσε διαρκώς  και με αυθεντική  αγνότητα και παρρησία . Άλλωστε γραφή και ανάγνωση έμαθε κοντά σε ένα μοναχό στο Μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων της Βυτίνας όπου είχε καταφύγει ο μικρός Θεοδωράκης. Λέγει ο ίδιος, ΄΄ «Τὸ Ψαλτήρι, τὸ ᾿κτωήχι, Μηναῖος, ἄλλαι προφητεῖαι, ἦσαν τὰ  βιβλία  ὁποὺ  ἀνέγνωσα…»

Η ανιδιοτέλεια του Κολοκοτρώνη εκδηλώθηκε στην απόλυτη αφοσίωσή του στον αγώνα για την ελευθερία, χωρίς να επιδιώξει προσωπικά οφέλη ή εξουσία. Η στάση του απέναντι στους πολιτικούς ανταγωνισμούς και τις εμφύλιες διαμάχες υπήρξε ενωτική και συμφιλιωτική. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, ο ίδιος προσπάθησε να αποτρέψει τον εμφύλιο σπαραγμό και να διαφυλάξει την ενότητα του έθνους: «Εγώ έκαμα ό,τι μπορούσα για να σταματήσει ο εμφύλιος σπαραγμός».

Η λιτότητα και η απλότητα του βίου του αναδεικνύονται τόσο στη στρατιωτική του δράση όσο και στην προσωπική του ζωή. Ο Κολοκοτρώνης ήταν λιτοδίαιτος, πειθαρχημένος και σκληραγωγημένος, πρώτος στη μάχη και παράδειγμα για τους συμπολεμιστές του. Η ψυχραιμία, η αποφασιστικότητα και η συγχωρητικότητα που επέδειξε, ακόμη και μετά την άδικη φυλάκισή του από τη βαυαρική αντιβασιλεία, φανερώνουν το μεγαλείο του χαρακτήρα του.

Η στρατιωτική δράση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη υπήρξε καθοριστική για την επιτυχία της Ελληνικής Επανάστασης. Η στρατηγική του ιδιοφυΐα αναδείχθηκε ιδιαίτερα στη Μάχη των Δερβενακίων το 1822, όπου, με συντονισμένες ενέργειες και τακτική «καμένης γης», κατάφερε να εγκλωβίσει και να συντρίψει τον στρατό του Δράμαλη, σώζοντας την Επανάσταση από βέβαιη καταστολή.

Ο Κολοκοτρώνης εφάρμοσε με επιτυχία τακτικές ανταρτοπολέμου, αξιοποιώντας τη γνώση του εδάφους, την ευελιξία και την ψυχολογική υποστήριξη των στρατευμάτων του. Η ικανότητά του να εμπνέει εμπιστοσύνη και ενθουσιασμό στους μαχητές, καθώς και η προσαρμοστικότητά του στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, τον κατέστησαν αδιαμφισβήτητο ηγέτη του αγώνα και μια από τις πιο εμβληματικές μορφές της ελληνικής ιστορίας.

Έτσι με την αφοσίωσή του στην ενότητα του έθνους, αναδεικνύεται ως σύμβολο θυσίας και πατριωτισμού. Η πίστη του στη δύναμη της συλλογικής προσπάθειας και η έμφαση στην εθνική κληρονομιά αποτελούν πολύτιμη παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.

Στον εμβληματικό λόγο του προς τους μαθητές του Α΄ Γυμνασίου Αθηνών το 1838, τόνισε τη σημασία της εγκύκλιας παιδείας και της εθνικής κληρονομιάς, αναγνωρίζοντας τη δική του στέρηση παιδείας ως κίνητρο για την προώθηση της μόρφωσης των επόμενων γενεών.

Η σχέση μεταξύ του Ιωάννη Καποδίστρια και του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη υπήρξε καθοριστική για την πορεία της Ελληνικής Επανάστασης και τη συγκρότηση του νέου κράτους. Οι δύο άνδρες, παρά τις διαφορετικές αφετηρίες και εμπειρίες, συνδέθηκαν με αμοιβαίο σεβασμό και εκτίμηση, αναγνωρίζοντας ο ένας στον άλλον τις αρετές της ηγεσίας και της ανιδιοτέλειας.

Η πρώτη γνωριμία τους τοποθετείται πιθανότατα γύρω στο 1805-1806, ενώ η σημαντικότερη συνάντησή τους έλαβε χώρα το 1819 στην Κέρκυρα. Ήταν τότε που ο Καποδίστριας, ως υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, επισκέφθηκε την πατρίδα του και συνάντησε τον Κολοκοτρώνη, ο οποίος είχε καταφύγει στη Ζάκυνθο λόγω των διώξεων.

Η αλληλογραφία μεταξύ των δύο ανδρών αποκαλύπτει τον αμοιβαίο σεβασμό και την εμπιστοσύνη που υπήρχε. Σε  ένα  σημείο  επιστολής  του Στρατηγού προς τον Καποδίστρια αναφέρεται: «Αἱ κρίσεις Σας περὶ τῶν πραγμάτων τῆς Ἑλλάδος εἶναι ὄντως σοφαὶ καὶ αἱ συμβουλαὶ τὰς ὁποίας δίδετε ἀπὸ ἔνθερμον ἐμπνέονται πατριωτισμόν». Αλλά και ο Καποδίστριας ανέθεσε στον Κολοκοτρώνη σημαντικές διοικητικές και στρατιωτικές θέσεις, αναγνωρίζοντας την αξία του ως στρατηγού και ηγέτη της Πελοποννήσου

Ο Καποδίστριας, με το όραμά του για ένα ισχυρό κράτος βασισμένο στην εκπαίδευση, την οικονομική αυτοτέλεια και τη θεσμική σταθερότητα, προσέφερε πολύτιμα μαθήματα ηγεσίας που εξακολουθούν να εμπνέουν τη σύγχρονη πολιτική και διοίκηση.  Ένα ισχυρό όμως κράτος είχε την ανάγκη από την αποκατάσταση και ενός ισχυρού θεσμού κρατικής κυριαρχίας που θα είχε την δυνατότητα διεκδικήσεων των ελληνικών περιοχών που δεν είχαν ακόμη ελευθερωθεί. Και ο θεσμός αυτός ήταν οι σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις που αφ΄ ενός μεν, θα εξασφάλιζαν την εσωτερική ασφάλεια, αφ΄ ετέρου δε, θα λειτουργούσαν υποστηρικτικά και για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής.

Για το λόγο αυτό  και προκειμένου να υποστηρίξει τον πολιτικό του σκοπό  που ήταν η συνέχιση του πολέμου και η απελευθέρωση των ελληνικών εδαφών μέχρι την γραμμή του Κόλπου του Παγασητικού – Κόλπου Άρτας και η εκδίωξη του αιγυπτιακού στρατού και στόλου από την Πελοπόννησο,  έλαβε άμεσα μέτρα για την αναδιοργάνωση του στρατού και του ναυτικού. Ως εκ τούτου με το Β΄ Ψήφισμα της 23ης Ιανουαρίου 1928 συνέστησε το Πολεμικό Συμβούλιο στο οποίο προέδρευε ο ίδιος, αναδιοργάνωσε τον στρατό μετατρέποντας τα Άτακτα τμήματα σε τακτικό στρατό και μεταφέροντας τα ιδιόκτητα μέχρι τότε πλοία στην δικαιοδοσία του κράτους δημιουργώντας έτσι τον πρώτο Ελληνικό Στόλο.

Για να εξασφαλίσει την ενότητα της διοίκησης του Στρατού και του Στόλου ανέλαβε προσωπικά την Διοίκηση και την Γενική Διεύθυνση των Επιχειρήσεων που μέχρι τότε ασκούσε ο Άγγλος Αρχιστράτηγος Τσώρτς. Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει στο θέμα της δημιουργίας του σύγχρονου Στρατού ήταν η αποκατάσταση της πειθαρχίας και της ιεραρχίας εξ αιτίας της νοοτροπίας των Ατάκτων στρατευμάτων, των απείθαρχων αξιωματικών και των ηλικιωμένων οπλαρχηγών που δεν ήταν δυνατόν να αποδεχθούν τις νέες  δομές που ερχόταν.

Για να αντιμετωπίσει την ανάγκη για νέα, επιστημονικά κατηρτισμένα και εκπαιδευμένα Στελέχη, ίδρυσε τον ΄΄ Λόχο Ευελπίδων ΄΄ και ανέθεσε την οργάνωση και λειτουργία της Σχολής Ευελπίδων στον Βαυαρό Συνταγματάρχη Γουλιέλμο φον Χέυδεκ. Η τεράστια προσπάθεια για την αναδιοργάνωση του Στρατού και του Στόλου από τον Καποδίστρια ολοκληρώθηκε με την τελευταία νικηφόρα απελευθερωτική μάχη της Πέτρας στη Βοιωτία τον Σεπτέμβριο του 1829. Ο Καποδίστριας επιδεικνύοντας πέραν από τις πολιτικές και τις έμφυτες στρατιωτικές  ηγετικές του ικανότητες, κατόρθωσε μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια από αφίξεώς του στην Ελλάδα, να συγκροτήσει σύγχρονες και αποτελεσματικές στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις.

Οι αξίες που ενσάρκωσαν ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης υπερβαίνουν τα όρια της εποχής τους και παραμένουν επίκαιρες για το Ελληνικό Έθνος. Η έμφαση στην παιδεία, την ηθική, την ανιδιοτέλεια και τη χρηστή διακυβέρνηση αποτελεί διαχρονικό ζητούμενο για την πρόοδο και την ενότητα της κοινωνίας.

Η διακυβέρνηση όμως του Ιωάννη Καποδίστρια δεν υπήρξε ανέφελη. Οι ισχυρές οικογένειες της Πελοποννήσου και της Ύδρας, φοβούμενες την απώλεια της εξουσίας τους, συνωμότησαν εναντίον του, ενώ η Αγγλία και η Γαλλία εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για την προτίμηση του Καποδίστρια προς τη Ρωσία.

Η αντικαποδιστριακή κίνηση κορυφώθηκε με τη δολοφονία του Κυβερνήτη το 1831 από μέλη της οικογένειας Μαυρομιχάλη. Η δολοφονία αυτή θεωρήθηκε από πολλούς ως αφετηρία μιας μακράς περιόδου πολιτικής αστάθειας και ξενοκρατίας, που καθυστέρησε την εθνική ενοποίηση και τον εκσυγχρονισμό του κράτους.Η δολοφονία του Καποδίστρια θεωρήθηκε από τον Κολοκοτρώνη ως πλήγμα για το έθνος: «Ο δολοφονήσας τον Καποδίστριαν, εδολοφόνησε την Ελλάδα».

Και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης όμως, παρά τη γενική αναγνώριση της προσφοράς του, υπήρξε επίσης αντικείμενο κριτικής και αντιπαραθέσεων. Οι πολιτικές συγκρούσεις της εποχής, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων, οδήγησαν στη φυλάκισή του από την κυβέρνηση των Βαυαρών και στην παρ’ ολίγον θανατική του καταδίκη.  Ωστόσο, η στωική του στάση μέσα στη φυλακή και η συγχωρητικότητα που επέδειξε μετά την αποφυλάκισή του, φανερώνουν την ποιότητα του χαρακτήρα του και τον καθιστούν κορυφαίο παράδειγμα αφοσίωσης και υπομονής. Η ιστορική αποτίμηση του Κολοκοτρώνη αναγνωρίζει την κορυφαία συμβολή του στην επιτυχία της Επανάστασης και στην εδραίωση της εθνικής ενότητας, παρά τις αντιξοότητες και τις αντιπαραθέσεις που αντιμετώπισε.

Συμπερασματικά, η ζωή και το έργο του Ιωάννη Καποδίστρια και του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη αποτελούν ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης και προβληματισμού για το ελληνικό έθνος. Οι δύο αυτοί ηγέτες, με την βαθιά τους Πίστη στο Θεό, με την αφοσίωσή τους στην πατρίδα, την ανιδιοτελή προσφορά τους και την έμφαση στην παιδεία και την ηθική, έθεσαν τα θεμέλια για την οικοδόμηση ενός σύγχρονου κράτους και τη διαμόρφωση μιας εθνικής ταυτότητας βασισμένης σε διαχρονικές αξίες.

Η παιδαγωγική παρακαταθήκη του Καποδίστρια, η στρατηγική ιδιοφυΐα και η ηθική ακεραιότητα του Κολοκοτρώνη, η συνεργασία και ο αμοιβαίος σεβασμός τους, αποτελούν πρότυπα για τη σύγχρονη κοινωνία και τη δημόσια ζωή. Η διαχρονική σημασία των αξιών τους έγκειται στην ικανότητά τους να εμπνέουν ενότητα, αλληλεγγύη και προσανατολισμό προς το κοινό καλό, στοιχεία απαραίτητα για την πρόοδο και την ευημερία του έθνους.

Η μελέτη του  ΄΄Βίου και της Πολιτείας ΄΄των δύο ηγετών αναδεικνύει τη βαθιά ριζωμένη πεποίθησή τους ότι η Πίστη στο Θεό, η αγάπη στην Πατρίδα, η ελευθερία, η δικαιοσύνη και η παιδεία αποτελούν τα θεμέλια της εθνικής ανεξαρτησίας και της κοινωνικής συνοχής. Οι υποθήκες  τους παρ΄ ότι δεν είναι αυτονόητες, παραμένουν  διαχρονικές, καλώντας κάθε γενιά να αντλήσει διδάγματα και να συνεχίσει τον αγώνα για ένα καλύτερο μέλλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου