29 Απρ 2025

Ἀπέθανε καί ἐτάφη, Ἀνέστη καί ἀνελήφθη

 

Ἀπέθανε καί ἐτάφη, Ἀνέστη καί ἀνελήφθη

Γράφει ὁ Ἀρχιμ. Νεκτάριος Ζιόμπολας

Ἀπέθανε: Ποῖος; Ὁ κατελθών ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ Πατρός», ὁ «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου», Θεάνθρωπος καὶ Σωτήρας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.

Ἐνῶ εὑρίσκετο μετά τῶν μαθητῶν Του στή γῆ Ἰσραήλ, καί ἐνῶ περί τό τέλος τοῦ τρίτου χρόνου ἀφότου ἐξῆλθε στὴ δημόσια δράση Του, δίδασκε καὶ θαυματουργοῦσε «κατά πόλιν καί κώμην», σέ ἀνύποπτο χρόνο εἶπε στούς μαθητάς Του, ὅτι «Ἰδού ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου (ὁ ἴδιος) παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦ­σι καί γραμματεῦσι καί κατακρινοῦσιν αὐτόν θανάτῳ καί τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται» (Μᾶρκ. ι΄ 33). Σαφής λόγος τό τί μέλλει νά πάθει. Ἀκριβής προσδιορισμός τό τί θά συμβεῖ, ποὺ ὄντως ξεπερνᾶ τά ἀνθρώπινα καί εἶναι ὑπέρβαση τῆς λογικῆς, μάλιστα τό «ἀναστήσεται». Μόνο ὡς Δημιουργός τοῦ Παντός μποροῦσε νά ὁρίσει αὐτά. Ἔτσι καί ἔγιναν.

Κατά πάντα προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, ἐκτός ἁμαρτίας. Ἡ ζωή Του καί τό ἔργο Του εἶναι ἔργο τῆς ἀνθρωπότητος. Μυστηριώδης Ἑνότητα μεταξύ Μεσσίου Χριστοῦ καί ἀνθρωπότητος. Ἦλθε ὑπέρ τοῦ κόσμου, «δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν». Ἦλθε ὡς Λυτρωτής ἀκόμη καί νά πεθάνει κατά τά ἀνθρώπινα, νά θυσιασθεῖ ὑπέρ ἡμῶν προκειμένου νά ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἐνοχή καί τό διάβολο τό ἀνθρώπινο γένος. Ἔργο καταλλαγῆς τό ἔργο του πού ὅμως λογικά δέν συλλαμβάνεται εὔκολα. Ἐχρειάσθηκε νά ἁγιασθεῖ διά τοῦ αἵματός Του ὁ ἄνθρωπος μέ τήν θυσιαζομένη ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, προκειμένου ὁ Θεός- Πατήρ μέσῳ τοῦ Υἱοῦ νά λυτρώσει τόν θέλοντα καί δεχόμενο τή θυσία. Ἔργο συμφιλιώσεως μέ τό Θεό ἔγινε στό Γολγοθᾶ. Στό βάθος ἡ Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονός-μυστήριο τῆς θεϊκῆς σοφίας. Ἐκεῖ φάνηκε ἡ ἀσύνορη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο, ὁ πόθος λυτρώσεώς του.

Τό πόσο πόνεσε ὁ θυσιασθείς Ἰησοῦς, πρωτίστως κατ’ ἐξοχήν ψυχικά, ἀφοῦ τό θεῖο Δρᾶμα εἶναι ψυχικό δρᾶμα, ἀκολουθεῖ ὁ σταυρικός θάνατος. Σημαίνει καί ταυτίζεται μέ ὅλη τήν ἀνθρώπινη ἁμαρτία. Αὐτή φορτώθηκε. Γεγονός μοναδικό καί ἀσύλληπτο! «Ὑπέρ ἡμῶν ὀδυνᾶται». Πέθανε γιά ὅλους, ἀλλά καί γιά τόν καθένα μας χωριστά. Στό Γολγοθᾶ καταλήθηκε κάθε ἔννοια ἠθικῆς τάξεως, ἀφοῦ αὐτός πού «διῆλθεν εὐεργετῶν» εἶχε ἕνα τέτοιο τέλος ἐκ μέρους τῶν σταυρωτῶν Ἑβραίων. Ἐκεῖ εἴχαμε ἀπόλυτα ναδίρ πτώσεως, φθόνου καί κακίας, καί ζενίθ ἀγάπης καί προσφορᾶς.

Ἀπόδειξη ὅτι πέθανε ὁ Θεός- Θεάνθρωπος -πέραν τῶν ἄλλων- εἶναι καί τά σημεῖα πρό καί μετά τοῦ «τετέλεσται», (δηλ. ὅλα πλέον ἔχουν τελειώσει ὑπέρ τοῦ ἀνθρώπου). Ποῖα τά σημεῖα; «ἀπό ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐφ’ ὅλην τήν γῆν τοῦ ἡλίου ἐκλείποντος ἕως ὥρας ἐνάτης (τρίωρο)» (Λουκ. κγ΄ 44), «καί ἡ γῆ ἐσείσθη καί αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν» (Ματθ. κζ΄ 51). «Ὀργῆς τά γενόμενα μεγάλης, θυμοῦ ὀργῆς», τονίζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Ἡ ἄψυχη φύση συνέπασχε, τά ἔμψυχα παρέμειναν σκληρά – πωρωμένα.

Τίς τελευταῖες φρικτές στιγμές ἅρπαξε καί ἔσωσε αἰωνίως τόν ἕνα συσταυρούμενόν του ληστή, ἀφοῦ αὐτός θέλησε καί μπόρεσε καί θαυμαστά εἶδε τόν Ἰησοῦ μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς ὡς Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Μέ συναίσθηση τῶν πράξεών του ξεφώνησε, «μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Μεγάλος λόγος, εἰλικρινής. Πάραυτα γι’ αὐτό ἔλαβε τή σωτήρια ἀπάντηση: «Ἀμήν, λέγω σοι, σήμερον μετ ̓ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ». Ἕνας ἐκ τῶν ἑπτά λόγων πάνω ἀπό τό Σταυρό. Ὁ πλέον σπουδαῖος εἶναι: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. κγ΄ 34). Ὑπερέχει τοῦ «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Τούς συγχωρεῖ καί ἀφήνει περιθώριο νά μετανοήσουν. Ὁ Ἐσταυρωμένος μέσα στήν ὀδύνη συνεχίζει νά ἔχει διακαῆ πόθο λυτρώσεως ἐνόχων ἁμαρτωλῶν. Πόσο τυχερός φάνηκε ὁ ληστής! Ὅσο ὑπάρχει ἡ παροῦσα ζωή ὑπάρχει καί ἐλπίδα. Χάθηκε ὁ μαθητής Ἰούδας, τί τραγικό!  Παρέμεινε δόλιος, ὄργανο- θῦμα τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου. Γιά ὅλους πέθανε, τό αἷμα Του ὡς Θεοῦ εἶναι ἱκανό νά σώσει ὅλους στήν αἰώνια ζωή, μέ τήν προϋπόθεση νά πιστέψουν καί νά ζήσουν ἐκκλησιαστικά μέ μετάνοια- ἐξομολόγηση, ἐνισχυόμενοι ἀπό τό αἷμα Του (Θ. Κοινωνία), ἀφοῦ σέ κάθε θεία Λειτουργία ἔχουμε ἀναίμακτο συνεχιζόμενο Γολγοθᾶ – Σταύρωση.

Καί ἐτάφη: «Ἰωσήφ ἀπό Ἀριμαθαίας ἠρώτησε τόν Πιλᾶτον ἵνα ἄρῃ (σηκώσει) τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ· καί ἐπέτρεψεν ὁ Πιλᾶτος. Ἦλθε δέ καί Νικόδημος φέρων μῖγμα σμύρνης καί ἀλόης. Ἔλαβον οὖν τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καί ἔδησαν αὐτό ἐν ὀθονίοις καθώς ἔθος ἐστί τοῖς Ἰουδαίοις ἐνταφιάζειν. Ἦν δέ ἐν τῷ τόπῳ ὅπου ἐσταυρώθη κῆπος καί ἐν τῷ κήπῳ μνημεῖον καινόν, ἐν ᾧ οὐδέπω οὐδείς ἐτέθη. Ἐκεῖ ἔθηκαν τόν Ἰησοῦν» (Ἰωάν. ιθ’ 38-42). «Ἡ δέ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί Μαρία Ἰωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται». Ὥστε ὁ Χριστός κηδεύτηκε σύμφωνα μέ τά ἑβραϊκά ἔθιμα. Τό ὅτι θά ἀναστηθεῖ- πού εἶχε πεῖ- εἶχε τελείως ξεχασθεῖ. Οὔτε σκέψη γιά ἀνάστασή Του, οὔτε καί ἡ Μητέρα του, ἐάν τό περίμενε, δέν θά σπάραζε ἀπό δίκαιο μητρικό πόνο. Ἐάν πίστευαν οἱ κηδεύοντές Τον ὅτι σέ λίγες ὧρες θά ἀναστηθεῖ, δέν θά τόν φάσκιωναν με κολλητική οὐσία, ὅπου σεντόνι, σμύρνα, ἀλόη καί σῶμα ἔγιναν ἕνα. Θά ἦταν προσβολή στό πρόσωπό Του πού τόσο Τόν τιμοῦσαν οἱ ἐνεργήσαντες τήν Ἀποκαθήλωση. Περί ἐνταφιασμιοῦ Του εἶχε προείπει ὁ ἴδιος, ὄχι περί καύσεως..

Τό γεγονός τῆς Σταυρώσεως- ταφῆς τό ζοῦμε ἔντονα και συγκλονιστικά κάθε Μ. Ἑβδομάδα στούς ἱερούς Ναούς, ἐφόσον ψυχικά συμμετέχουμε στή λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου μέ ὅλη τήν παρουσίαση ἔχουμε μιά κατάργηση τοῦ χρόνου, καί μέ τά ἀκουόμενα καί ψαλλόμενα ζοῦμε μέ ἱερό δέος τά τότε γεγονότα τοῦ Γολγοθᾶ. Τοῦτο συμβαίνει σέ φιλακόλουθους πού δέν τούς ἀπορροφᾶ ἡ δῆθεν ἑτοιμασία τοῦ Πάσχα τῆς κοιλίας.

Ἀνεστήθη: Ἀφοῦ λοιπόν στό Σταυρό πέθανε καί τάφηκε, γιά τό ἱερό του περιβάλλον ὁ Ἰησοῦς ὁ Διδάσκαλος ἄρχισε νά εἶναι παρελθόν. Ξεπερνοῦσε τό εἶναι τους να συμβεῖ ἀνάσταση. Ἔτσι οἱ γυναῖκες «ὑποστρέψασαι (ἀπό τοῦ μνημείου) ἡτοίμασαν ἀρώματα καί μύρα. Καί τό μέν σάββατον ἡσύχασαν κατά τήν ἐντολήν. Τῇ δέ μιᾷ τῶν σαββάτων (τήν πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος – τήν Κυριακή), ὄρθρου βαθέος ἦλθον ἐπί τό μνῆμα. Εὗρον δέ τόν λίθον ἀποκεκυλισμένον καί εἰσελθοῦσαι οὐχ εὗρον τό σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Καί ἰδού ἄνδρες δύο ἐπέστησαν ἐν ἐσθήσεσιν ἀστραπτούσαις, καί εἶπον πρός αὐτάς, τί ζητεῖτε τόν ζῶντα μετά τῶν νεκρῶν; οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ ̓ ἠγέρθη· μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν ἔτι ὤν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ… καί ὑποστρέψασαι ἀπό τοῦ μνημείου ἀπήγγειλαν ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καί πᾶσι τοῖς λοιποῖς» (Λουκ. κγ΄ 56, κδ’ 1-10). Πρίν ὅμως πᾶνε οἱ γυναῖκες, «ἰδού σεισμός ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γάρ Κυρίου καταβάς ἐξ οὐρανοῦ ἀπεκύλισε τόν λίθον ἀπό τῆς θύρας τοῦ μνημείου καί ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ ἀπό δέ τοῦ φόβου αὐτοῦ ἐσείσθησαν οἱ τηροῦντες καί ἐγένοντο ὡσεί νεκροί» (Ματθ. κη΄ 1-4) Ποιοί ἦταν οἱ τηροῦντες; Ἡ κουστωδία, οἱ ρωμαῖοι στρατιῶτες πού ζήτησαν οἱ Φαρισαῖοι ἀπό τόν Πιλᾶτο νά βάλει φρουρά μή τυχόν «ἐλθόντες οἱ μαθηταί αὐτοῦ νυκτός κλέψωσιν αὐτόν καί εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπό τῶν νεκρῶν…» (Ματθ. κζ’ 64). Θά λέγαμε κοινῶς ὅτι τούς «φάγανε τά φίδια» καί κατά τήν παράδοση ἦταν 16 οἱ στρατιῶτες. Ἔφυγαν λόγῳ σεισμοῦ, ἐμφάνισης ἀγγέλου καί ἀφοῦ εἶδαν ὅτι ὁ τάφος ἦταν ἄδειος. Ἄγνωστο πότε τή νύκτα ἐκείνη κλειστοῦ τοῦ τάφου ὁ Ἰησοῦς ἀναστήθηκε.

Ὅταν ἀρχικά ἡ Μαγδαληνή εἰδοποίησε τόν Πέτρο καί τόν Ἰωάννη καί ἔφθασαν στόν τάφο, ὁ Ἰωάννης πού εἶδε «τά ὀθόνια κείμενα καί τό σουδάριον κείμενον, ἀλλά χωρίς ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον, ἐπίστευσεν» (Ἰωάν. κ’ 7). Τί ἐπίστευσε ἐκείνη τή στιγμή; Ὅτι τά σάβανα ἦταν ἄδεια καί ἀτόφια ἐκεῖ χωρίς τό σῶμα. Πῶς ὅμως ἀπεχώρησε ἀπ’ αὐτά τό σῶμα, ἀφοῦ ἦταν φασκιωμένο καί κολλημένες πάνω του οἱ οὐσίες; Ἀπάντηση: Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ δέν εἶχε σχέση μέ τά σάβανα, μέ τήν ὑλική σύσταση τῆς γῆς, ἔτσι τά ἄφησε κατά θαυματουργικό τρόπο. Ἐξῆλθε ἀπ’ αὐτά ὅπως ἀπό τόν τάφο ἐνῶ πάνω εἶχε «λίθον μέγαν», ὅπως εἰσῆλθε «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων» τό βράδυ ἐκείνης τῆς ἡμέρας πρός συνάντηση τῶν ἐκεῖ 10 μαθητῶν Του.

Φεύγοντας τελικά ἀπό τό τάφο, «Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ ἄλλη Μαρία… καί ἰδού ὁ Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων· χαίρετε, αἱ δέ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τούς πόδας καί προσεκύνησαν αὐτῷ». Γι’ αὐτή τήν ἐπαφή τονίζει ὁ Χρυσορρήμων Ἰωάννης. «Μετ ̓ ὑπερβαλλούσης εὐφροσύνης αὐτῷ προσδραμοῦσαι, ἐλάμβανον καί διά τῆς ἁφῆς τεκμήριον καί πληροφορίαν τῆς ἀναστάσεως». Γιά τό «χαίρετε» τοῦ Ἰησοῦ ἀναφέρει μεταξύ ἄλλων. Ποιός θά ἤθελε νά εὑρισκόταν στή θέση ἐκείνων τῶν γυναικῶν καί νά ἀγγίξει τά πόδια τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ; Καί ἀμέσως λέει μιά μεγάλη ἀλήθεια: «Δύνασθε καί τώρα ὅσοι βούλεσθε, οὐχί τούς πόδας καί τάς χεῖρας μόνον, ἀλλά καί τήν κεφαλήν καί ὅλον, τῶν φρικτῶν ἀπολαύοντες μυστηρίων καθαρῷ συνειδότι». Μπορεῖτε, λέει ὁ Ἰωάννης, ὄχι μόνο χέρια καί πόδια τοῦ Ἰησοῦ νά ἀγγίξετε, «ἀλλά καί τήν κεφαλήν κατασχεῖν». Μέ ἄλλα λόγια τόν Κύριον τῆς Δόξης νά τόν κάνετε δικό σας, νά τόν πάρετε μέσα σας. Πῶς; «τῶν φρικτῶν ἀπολαύοντες μυστηρίων καθαρῷ συνειδότι». Δηλ. νά κοινωνᾶτε προετοιμασμένοι μέ ἐξομολόγηση καί ποικίλη νηστεία. Πόσοι ὅμως παραμονές λ.χ. Πάσχα κοινωνοῦν ἐπάξια καί ὑπεύθυνα; Ὁ Θεός γνωρίζει. Πολλοί πηγαίνουν καί κοινωνοῦν γιά τό καλό, ὄχι μέ συναίσθηση τό τί κοινωνοῦν.

Ἔγινε λόγος γιά ἀποδεικτικά τῆς ἀναστάσεως πέραν τοῦ ὅτι εἶναι θέμα πίστεως. Ἀτράντακτο κυρίως ἀποδεικτικό εἶναι ἡ ἠθική μεταβολή τῶν Ἀποστόλων. Μέ ποιά δύναμη ἀνθρώπινη ἔκαναν στόν κόσμο μοναδικό ἔργο χωρίς ἀνάσταση καί δύναμη ἐξ ὕψους; Πῶς ὀλιγογράμματοι ἄλλαξαν ροῦν πορείας καί ζωῆς σέ πολλούς χώρους καί ἀνθρώπους; Μόνο μέ θεότητα καί ἀνάσταση Χριστοῦ. Ἐάν δέν εἶχε ἀναστηθεῖ, δέν θά εἴχαμε Ἐκκλησία Χριστοῦ. Ὁ Χριστιανισμός στηρίζεται στό μοναδικό ὑπερφυσικό γεγονός.

Εὐλογητός ὁ Θεός, ὁ ἄνθρωπος πού θέλει σύν Θεῷ καταξιώνεται τοῦ αἰωνίου σωτηρίου προορισμοῦ του. Ἡ ἄφατη Χαρά καί ψυχική βεβαιότητα ὑπάρχει καί στήν ἀναστάσιμη ἀκολουθία. Ἀφοῦ ὁ θάνατος τοῦ ἀθανάτου νίκησε τό θάνατο τῆς ψυχῆς. Τοῦτο πλέον ἁρμόζει σέ πιστούς. Δυσ­τυχῶς οἱ πολλοί ποτέ δέν ἔχουν ἀκούσει τήν ἀναστάσιμη ἀκολουθία, διότι μετά τό «Χριστός ἀνέστη» φεύγουν δρομέως γιά τή μαγειρίτσα. Ἔθιμο, θά ποῦν, κακό ὅμως ἔθιμο. Ἐκείνη τήν ὥρα πού στούς Ναούς δεσπόζει ἡ χαρά τοῦ Πάσχα- Θ. Λειτουργία αὐτοί τρέχουν γιά τό στομάχι.

Ἀνελήφθη: Κατέβηκε, «ἔκλεινεν οὐρανούς» καί σαρκώθηκε στά σπλάγχνα τῆς Παναγίας Παρθένου, καί μετά σαράκοντα ἡμέρες ἀφότου ἀναστήθηκε, σωματικά- ἀνθρώπινα  ἀφήνει τή γῆ πού τόν πίκρανε ἀφάνταστα. Ναί τό ἄπειρο πού χώρεσε στό πεπερασμένο, σέ μιά κοιλιά εἶναι τό ὄντως μυστήριο μυστηρίων καί αὐτό ἀπό δίψα ἀγάπης γιά τό ἀνθρώπινο γένος. Μέ τό γήινο ἀνθρώπινο σῶμα κήρυξε, θαυματούργησε, τό σταύρωσε πρός χάρη μας καί δέν τό ἄφησε στή γῆ ὡς περιττό, τό πῆρε μαζί Του. Ὡς πρός τήν Ἀνάστασή Του εἶναι «ὁ πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν», δηλ. πρῶτος σέ ὅλα, ἀφοῦ σέ αὐτόν κατοικεῖ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος. Πρωτεύων στήν Ἐκκλησία τῆς γῆς καί στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Κάτι διάφορο συμβαίνει μέ τό δικό μας σῶμα. Γιά τώρα θά ταφεῖ στή γῆ, ἀπό τήν ὁποία προῆλθε καί στήν παλιγγενεσία- Δευτέρα Παρουσία διά τῆς Παντοδυναμίας Του θά ἀναστήσει σωματικά τήν ἀνθρωπότητα. Ὄχι φραστικός ἁπλός λόγος τό, «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν…..». Ἰδού ὁ λόγος ὅτι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι ἔχουμε τόση σχέση μέ τάφους καί ὀστᾶ, κορυφαία μας πίστη ὅτι ἡ ἀποστολή τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος δέν τελειώνει στόν τάφο. Ἐχέγγυο ὁ Χριστός, ἡ ἀνάληψή Του μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα καί ψυχή πού ἔτσι ἔφυγε καί ἔτσι θά ὑπάρχει πάντα ὡς ἄνθρωπος Ἰησοῦς παράλληλα μέ τό Υἱός τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀπ. Παῦλος γύρω ἀπό τό θέμα τῶν σωμάτων στήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ ἀναφέρει: «Ἀλλ’ ἐρεῖ τις πῶς ἐγείρονται οἱ νεκροί; Ποίῳ δέ σώματι ἔρχονται… δεῖ γάρ τό φθαρτόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καί τό θνητόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν. Ἰδού μυστήριον ὑμῖν λέγω» (Α΄ Κορ. ιε΄ 35-58). Κοντολογῆς, σωτηρία πιστῶν ἀνθρώπων σημαίνει νά εὑρεθοῦν στήν αἰωνιότητα μέ σῶμα οὐράνιο ὅπως τό δικό του, μέ σῶμα καί ψυχή ὅπως στόν κόσμο αὐτό. Παράλληλα ὅμως θά ὑπάρξουν καί τά σατανικά σώματα στή μαύρη αἰώνια κόλαση ὅσων θά ἀπιστήσουν καί θά ζήσουν ψυχικά ἀδιάφορα, χωρίς συναίσθηση, μετάνοια καί ἐξομολόγηση. Ὅμως ποτέ δέν εἶναι ἀργά, ἀλλά «ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι». (Ρωμ. ιδ’ η).

Ἀφοῦ γιά 40 ἡμέρες ἔκανε ἐμφανίσεις ὁ Χριστός «καί λέγων τά περί τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί συν­αλιζόμενος» (σέ στενή σχέση), ἀφοῦ βρέθηκαν περί τούς 120 στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, «βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη, καί νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτόν ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν καί ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τόν οὐρανόν πορευομένου αὐτοῦ, καί ἰδού ἄνδρες δύο (ἄγγελοι) φάνηκαν καί εἶπον· ἄνδρες Γαλιλαῖ­οι… οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθείς ἀφ ̓ ὑμῶν εἰς τόν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται ὅν τρόπον ἐθεάσασθαι» (Πρ. Ἀποστ. α΄ 1-14). Τήν χαρούμενη αὐτή στιγμή ὑπενθύμισαν τήν μέλλουσα Β΄ Παρουσία Του. Μοναδικό τό γεγονός, ἀφοῦ «σαρκός ἐστι τό ἀναληφθῆναι». Μάλιστα μέ τά σημάδια τῶν πληγῶν στό σῶμα Του, ὅπως τά φανέρωσε στό Θωμᾶ. Ἔτσι παραμένει δείχνοντας πόσο ὑπέφερε- ταπεινώθηκε γιά τή σωτηρία μας. Ὅλοι τότε «ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ μετά χαρᾶς μεγάλης» (Λουκ. κδ΄ 53). Τα δάκρυα τῆς Μ. Παρασκευῆς ἦταν πλέον παρελθόν. Νωρίτερα τούς εἶπε: «Καί ἰδού ἐγώ μεθ ̓ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη΄ 20). Πῶς εἶναι μαζί μέ τούς πιστούς ὁ ἀναληφθείς Ἰησοῦς; Κατά διπλό τρόπο. Ἀφενός διά τῆς πανταχοῦ Παρουσίας του καί ἀφετέρου διά μέσου τῶν Μυστηρίων καί τῆς προσευχῆς.

orthodoxostypos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου