Με επιστολή της στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο η Π.Ε.Θ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς επισημαίνει ότι οι μαθητές δεν αναπτύσσουν θρησκευτική συνείδηση
Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) με επιστολή της στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και σε άπαντες τους αρχιερείς της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στην οποία επισημαίνει το πρόβλημα της μη διδασκαλίας σήμερα του μαθήματος των Θρησκευτικών στο δημοτικό σχολείο.
Από τον Σωτήρη Λέτσιο
Με την επιστολή αυτή η ΠΕΘ θεωρεί αναγκαία την ανάθεση της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στα δημοτικά σχολεία σε θεολόγους καθηγητές, προκειμένου να μη μένουν οι μαθητές και οι μαθήτριες των δημοτικών σχολείων χωρίς ανάπτυξη της θρησκευτικής τους συνείδησης. Επίσης, η ΠΕΘ καλεί τον υπουργό Παιδείας να μεριμνήσει, εφόσον και αυτός αναγνωρίζει το πρόβλημα που προκαλείται στα παιδιά, έτσι ώστε το συγκεκριμένο υπουργείο να μελετήσει και να αντιμετωπίσει το φλέγον θέμα του δικαιώματος των μαθητών των δημοτικών σχολείων για την παροχή μιας άρτιας ορθόδοξης θρησκευτικής αγωγής, σύμφωνα με τον νόμο. Δικαίωμα το οποίο είναι και λογικό και κατοχυρωμένο συνταγματικά.
Στην ίδια επιστολή επισημαίνεται ότι η ΠΕΘ δεν έμεινε ικανοποιημένη από την απάντηση του υπουργείου Παιδείας στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, που έλεγε ότι το μάθημα των Θρησκευτικών είναι υποχρεωτικό και εντάσσεται στο Πρόγραμμα Σπουδών όλων των δημοτικών σχολείων της χώρας, χωρίς όμως να δείχνει ότι οι παράγοντες του εν λόγω υπουργείου ενδιαφέρονται για το γεγονός ότι κάποιοι δάσκαλοι στα δημοτικά παίρνουν μεν τις ώρες των Θρησκευτικών αλλά καταργούν τη διδασκαλία του στην εφαρμογή του καθημερινού προγράμματος στην τάξη και μάλιστα αυθαίρετα, αυτεπάγγελτα και ανεξέλεγκτα, τόσο την υποχρεωτικότητα όσο και την ένταξή του στο σχολικό πρόγραμμα. Υπογραμμίζεται, επίσης, στην ίδια επιστολή ότι αυτή η απαξίωση της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στο δημοτικό δεν ακυρώνει μόνο τη νομική υπόσταση της διδασκαλίας αυτού του μαθήματος, αλλά σταδιακά συμβάλλει στην αποχριστιανοποίηση της νέας γενιάς, αφού αυξάνει διαρκώς τον θρησκευτικό αναλφαβητισμό των παιδιών.
Οι δάσκαλοι το υποτιμούν
Στο κείμενο της παρούσης επιστολής εξετάζονται αναλυτικά όλες οι πτύχες του θέματος. Πρώτα από όλα τονίζονται η συνταγματική και η νομική βάση της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στο δημοτικό σχολείο, όπου αναφέρεται ότι αυτό υπηρετεί τη συνταγματική αποστολή της Παιδείας, που είναι η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης των μαθητών. Τονίζεται επί λέξει στην επιστολή: «Το μάθημα, για να υπηρετεί τον ως άνω σκοπό, πρέπει να διδάσκεται επί ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως, να μην υποβαθμίζεται κατά τη διδασκαλία και την εξέταση -σε σχέση με τα άλλα μαθήματα- και να περιλαμβάνει οπωσδήποτε με σαφήνεια και πληρότητα τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού χωρίς να προκαλεί σύγχυση με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών».
Διά της επιστολής αυτής η ΠΕΘ καθιστά σαφές ότι, αν και το μάθημα των Θρησκευτικών συμπεριλαμβάνεται στο ωρολόγιο πρόγραμμά τους, σε μια μεγάλη πλειονότητα από αυτά οι δάσκαλοι αυθαίρετα υποτιμούν το μάθημα και είτε δεν το διδάσκουν καν είτε χρησιμοποιούν την ώρα αυτή για να καλύψουν άλλα κενά στη διδασκαλία ή την εμπέδωση άλλων μαθημάτων. Μία από τις βασικές αιτίες παραμερισμού των Θρησκευτικών, σύμφωνα με την ΠΕΘ, οφείλεται στο γεγονός ότι μια μεγάλη ομάδα δασκάλων έχει έλλειψη σχετικής θεολογικής και επιστημονικής κατάρτισης του συγκεκριμένου γνωστικού αντικειμένου, επειδή δεν έχει διδαχθεί τίποτε σχετικό στις πανεπιστημιακές τους σπουδές.
«Η συντριπτική πλειοψηφία των δασκάλων, σε ολόκληρη τη χώρα, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουμε από τους ίδιους τους μαθητές που έχουν προχωρήσει στο γυμνάσιο και μας τις μεταφέρουν οι θεολόγοι καθηγητές των γυμνασίων, αλλά και με βάση δική μας επιστημονική έρευνα με ερωτηματολόγιο που έχουμε στείλει προς γονείς μαθητών, έχουν καταργήσει σιωπηλά τη διδασκαλία των Θρησκευτικών ή το διδάσκουν πλημμελώς, παρεκκλίνοντας από το Πρόγραμμα Σπουδών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης αλλά και από το εβδομαδιαίο πρόγραμμα του σχολείου» επισημαίνεται χαρακτηριστικά στη συγκεκριμένη επιστολή. Σε άλλο σημείο της επιστολής αναδεικνύεται άλλη μια σημαντική πτυχή του ζητήματος, που σαφώς δεν θα πρέπει να αγνοηθεί: Η άρνηση ή η αδυναμία των δασκάλων να διδάξουν το μάθημα των Θρησκευτικών ακυρώνει τον μορφωτικό σκοπό του σχολείου.
Η ΠΕΘ διαπιστώνει ότι εφόσον η μεγάλη πλειονότητα των νέων δασκάλων δεν έχει πανεπιστημιακή θεολογική κατάρτιση, είναι φυσικό και γι’ αυτόν τον σημαντικό λόγο να μην υπάρχει σε αυτούς ενδιαφέρον για τη σωστή οργάνωση του μαθήματος των Θρησκευτικών. «Ετσι υποβαθμίζεται και γίνεται πάρεργο, ενάντια στο Σύνταγμα, στους νόμους και στα αναλυτικά προγράμματα, ενάντια στον όρκο, στην επαγγελματική δέσμευση και στον παιδαγωγικό ρόλο του δασκάλου, ένα σημαντικό μάθημα» υπογραμμίζεται στην επιστολή, ενώ η ύπαρξη αυτών των δεδομένων καθιστά αναγκαίο το να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην ανάγκη διορισμού θεολόγων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
Η ΠΕΘ θέτει επίσης και άλλο ένα κομβικής σημασίας ερώτημα ως προς την απόκτηση σωστής γνώσης από τους μαθητές: «Πώς μπορούν τα παιδιά να προσεγγίσουν τις θεολογικές αλήθειες, τις παραδόσεις και το ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας χωρίς να μαθαίνουν ήδη εξαρχής των σπουδών τους στο δημοτικό τις προβλεπόμενες γνώσεις και τα βιώματα ως προς τη χριστιανική διδασκαλία και ζωή: Για τον Ιησού Χριστό, την Παναγία, τους Αγίους, τους Μάρτυρες, τα Θαύματα, τις Παραβολές, την Εκκλησία, τα Μυστήρια, τη λειτουργική ζωή, τη Σταύρωση, την Ανάσταση, τις αρετές, τις κακίες κ.ά.».
Παιδαγωγική κατάρτιση
Ως προς το ερώτημα για το κατά πόσο διαθέτουν οι θεολόγοι τα απαιτούμενα προσόντα για να διδάξουν τους μαθητές και τις μαθήτριες του δημοτικού σχολείου, η ΠΕΘ θεωρεί πως αφού υπάρχουν δυσκολίες και προβλήματα στη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών στα δημοτικά σχολεία από τους δασκάλους είναι αναγκαίο οι θεολόγοι, με την πλήρη θεολογική και παιδαγωγική κατάρτιση που έχουν, να αναλάβουν τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών στο δημοτικό σχολείο, όπως, άλλωστε, έχει γίνει και με άλλα μαθήματα της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, όπου καθηγητές από τη Δευτεροβάθμια μετακινήθηκαν ή διορίστηκαν για να καλύψουν τα κενά του δημοτικού σχολείου.
Υπενθυμίζει, δε, η ΠΕΘ ότι είναι γνωστό και αποδεικνύεται από τους οδηγούς σπουδών των θεολογικών τμημάτων ότι, εκτός από την πλήρη θεολογική κατάρτιση που λαμβάνουν οι φοιτητές των θεολογικών σχολών, λαμβάνουν επίσης πλήρη παιδαγωγική κατάρτιση, με πρακτική άσκηση και επάρκεια τόσο στην ψυχοπαιδαγωγική όσο και στη διδακτική των θεολογικών μαθημάτων.
Με την επιστολή της αυτή η ΠΕΘ καταρρίπτει τη θέση ότι μόνο ο δάσκαλος μπορεί να διδάσκει το μάθημα των Θρησκευτικών. Παραθέτοντας αναλυτικά τα επιχειρήματά της, η ΠΕΘ σημειώνει πρώτα από όλα ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες για να διδάξει ένας δάσκαλος ή μία δασκάλα του δημοτικού σχολείου το μάθημα που επιθυμεί, πέραν του πτυχίου του από Παιδαγωγικό Τμήμα, οφείλει να έχει και σχετική βεβαίωση επάρκειας στις ειδικές πανεπιστημιακού επιπέδου γνώσεις του αντικειμένου αυτού.
Συγκεκριμένα αναφέρεται στην επιστολή το εξής: «Η θέση που προβάλλεται από τους δασκάλους, ότι μόνον ο δάσκαλος μπορεί να διδάσκει το μάθημα των θρησκευτικών, διότι διαφορετικά απειλείται η ψυχοπαιδαγωγική καλλιέργεια των παιδιών, δεν ισχύει. Διότι, οι ίδιοι οι δάσκαλοι έχουν αποδεχθεί συναδέλφους καθηγητές άλλων ειδικοτήτων που διδάσκουν στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για να μετακινηθούν και να διδάσκουν στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση χωρίς να προβάλουν παρόμοιους ψυχοπαιδαγωγικούς λόγους και προβληματισμούς».
Αποκαλυπτική έρευνα έπειτα από τις έντονες διαμαρτυρίες γονέων
Η Πανελλήνια Ενωση Θεολόγων, έπειτα από έντονες διαμαρτυρίες που έλαβε από τους γονείς και τους κηδεμόνες των μαθητών αλλά και από θεολόγους που διδάσκουν στο γυμνάσιο και έχουν εμπειρίες από τις σχεδόν μηδενικές γνώσεις σε θεολογικά θέματα των μαθητών που αποφοίτησαν από το δημοτικό σχολείο, ανέθεσε σε ειδικούς και έμπειρους στην αναλυτική στατιστική έρευνα επιστήμονες να πραγματοποιήσουν επιστημονική έρευνα (το 2022), με την αποστολή περίπου 1.000 ερωτηματολογίων σε γονείς μαθητών οι οποίοι πρόσφατα αποφοίτησαν από τα δημοτικά σχολεία.
Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής έφεραν στο φως τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία: 1) Το μάθημα των θρησκευτικών δεν διδάσκεται κανονικά στα δημοτικά σχολεία, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σπουδών, το ελληνικό Σύνταγμα, τον ισχύοντα εκπαιδευτικό νόμο 1566/85 και τις αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (2019) και 2) οι γονείς των μαθητών, σε ένα υψηλό ποσοστό, πάνω από το 80%, απάντησαν ότι το μάθημα διδάσκεται πλημμελώς.
dimokratia.gr15|07|2024
Γεώργιος Βλάχος / 28.7.2024
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ ότι, όχι μόνο στο γυμνάσιο και στο λύκειο αλλά και στο δημοτικό, τα θρησκευτικά πρέπει να διδάσκονται από θεολόγους. Υπάρχει όμως ένα σοβαρό πρόβλημα. ΄Οχι με τα υπάρχοντα βιβλία των θρησκευτικών διότι αυτά έχουν ευτελιστεί άσχημα. Δεν περιορίζονται στην ορθόδοξη κατήχηση, αλλά έχουν ξεφύγει. Εδώ και αρκετά χρόνια διδάσκουν τον θρησκευτικό οικουμενισμό και σε ορισμένα σημεία έχουν αλλοιώσει την ορθόδοξη θρησκευτική ύλη. Η Εκκλησία μας αντέδρασε και ζήτησε από τις κυβερνήσεις να διορθώσουν τα κακώς κείμενα, αλλά οι κυβερνήσεις κοροϊδεύουν και δεν κάνουν τίποτα προς αυτή την κατεύθυνση.