12 Ιουλ 2024

Σύνοψις: Ἀντεπιγραφαὶ

 

Σύνοψις: Ἀντεπιγραφαὶ

Τοῦ κ. Εὐλαλίου Θωμαΐδη, Θεολόγου

   Οἱ Ἀντεπιγραφαὶ ἀποτελοῦν ἕνα μικρὸ σὲ ἔκταση ἔργο τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, τὸ ὁποῖο ἀπευθύνεται κατὰ τῶν Ἐπιγραφῶν τοῦ Ἰωάννου Βέκκου. Ἂς δοῦμε συνοπτικὰ τὴ θεματολογία ποὺ ἀπασχολεῖ τὸ παρὸν ἔργο.

    Σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγ. Γρηγόριο Παλαμᾶ, οἱ προθέσεις, ἐκ, καί, διά, ταυτίζονται μεταξύ τους σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴ θεία οἰκονομία, δηλαδὴ τὴν ἐνεργειακὴ (δημιουργικὴ καὶ ἀναδημιουργικὴ) σχέση ποὺ ὑφίσταται μεταξὺ τῆς ἀκτίστου θεότητας καὶ τῆς κτιστῆς πραγματικότητας. Τοῦτο σημαίνει ὅτι μποροῦμε κάλλιστα νὰ ποῦμε ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκχέεται πρὸς τὴν κτίση τόσο ἐκ ὅσο καὶ διὰ τοῦ Υἱοῦ, καθότι αὐτὲς οἱ προθέσεις ἀναφέρονται στὴ μία ἄκτιστη θεία ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προχέεται ἐκ Πατρός, δι’ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Συνεπῶς, ὅταν οἱ προθέσεις ἐκ καὶ διὰ ἰσοδυναμοῦν ἢ ταυτίζονται, τότε δεικνύουν τὸ ἀπαράλλακτο τῶν τριαδικῶν ὑποστάσεων κατὰ τὴ φύση, τὴ βούληση, τὴ δύναμη, τὴν ἐνέργεια καὶ κατ’ ὅλα τὰ φυσικὰ ἢ οὐσιώδη ἰδιώματα (πχ. ἀθανασία, ἀτρεψία, ἀϊδιότητα, παντοδυναμία κλπ), τὰ ὁποῖα βρίσκονται περὶ τὴν ἄκτιστη θεία φύση. Ἀντιθέτως, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὶς τριαδικὲς ὑποστάσεις τῆς ἀκτίστου θεότητας μετὰ τῶν ὑποστατικῶν τους ἰδιωμάτων, ἡ πρόθεση διὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδοθεῖ στὴν ὑπόσταση ἢ πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ, καθότι ὁ Υἱὸς δὲν σχετίζεται ὑποστατικὰ ἢ προσωπικὰ μὲ τὴν ὑπόσταση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος [1]. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, λοιπόν, δὲν σχετίζεται ὑπαρκτικὰ μὲ τὸν Υἱὸ παρὰ μόνον κατὰ τὸ λόγο τῆς φύσεως (κοινότητα φύσης καὶ φυσικῶν ἰδιωμάτων).

    Οἱ Λατῖνοι, ὅμως, πρεσβεύουν ὅτι ὁ Υἱὸς πρέπει νὰ προβάλλει ὁπωσδήποτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, οὕτως ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ διαφοροποιηθεῖ ἀπ’ Αὐτὸ ὑποστατικὰ κατὰ τὸ λόγο τῶν ἀντιθετικῶν σχέσεων προέλευσης ἢ ἀναφορῶν. Ἐν ἄλλαις λέξεσιν, οἱ Λατῖνοι διαφοροποιοῦν τὶς ὑποστάσεις τῆς Ἁγίας Τριάδας χρησιμοποιώντας τὸ ἑξῆς ἱεραρχικὸ σχῆμα (τὸ ὁποῖο θυμίζει ὥς ἕνα βαθμὸ τὴ φιλοσοφία τῆς μακρᾶς πλατωνικῆς παράδοσης): 1) μόνο προβάλλων, 2) προβαλλόμενος καὶ συν­άμα προβάλλων καὶ 3) μόνο προβαλλόμενος. Ὁ Πατὴρ ὡς ἀναίτιος εἶναι ἡ ὑπόσταση ποὺ μόνο προβάλλει, ὁ Υἱὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ προβάλλεται ἐκ Πατρὸς καὶ συν­άμα προβάλλει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τέλος τὸ Ἅγιο Πνεῦ­μα εἶναι αὐτὸ ποὺ μόνο προβάλλεται, καθότι ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τῶν δύο (Πατὴρ καὶ Υἱός). Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καλεῖ­ται ἀγάπη τοῦ Πατρὸς (ἀγαπῶν) πρὸς τὸν Υἱὸ (ἀγαπώμενος), σύμφωνα μὲ τοὺς Λατίνους πάντοτε.

  Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὅμως, ἀντιτίθεται στὸ filioque τῆς δυτικῆς θεολογικῆς παράδοσης, τὸ ὁποῖο ὁ Ἰωάννης Βέκκος ὑποστηρίζει. Σύμφωνα μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλ ονίκης, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲ διαφοροποιεῖται ἀπὸ τὸν Υἱὸ ἐπειδὴ προβάλλεται ἀπ’ Αὐτόν, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα προβάλλεται ἀπὸ τὸν Πατέρα μὲ ἄλλο τρόπο σὲ σχέση μὲ τὸν Υἱό. Ἔτσι, ὁ Πατὴρ προβάλλει τὸν Υἱό Του μὲ τὸν τρόπο τῆς γέννησης καὶ παράλληλα προβάλλει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὸν τρόπο τῆς ἐκπόρευσης. Συνεπῶς, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι τρίτο κατὰ τὴν τάξη, ἀλλὰ δεύτερο. Τόσο ὁ Υἱός, ὅσο καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι δεύτεροι κατὰ τὴν αἰτία ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἐνῷ ὁ Πατὴρ εἶναι ὁ μόνος μείζων  (κατὰ τὴν αἰτία πάντοτε καὶ ὄχι κατ’ οὐσίαν), καθότι εἶναι ἀγέννητος. Τότε γιατί τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοποθετεῖται τρίτο, ἀφοῦ εἶναι δεύτερο, θὰ μποροῦ­­σε νὰ ρωτήσει κάποιος; Ἡ ἀπάντηση ποὺ δίνει ὁ  Ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς εἶναι ἡ ἑξῆς: τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοποθετεῖται τρίτο, οὕτως ὥστε νὰ μὴ φανεῖ ὅτι εἶναι γεννητό, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ὁ Υἱός. Ἑπομένως, ὁ Πατὴρ εἶναι ἡ μόνη πηγὴ ἐπὶ τῆς ἄκτιστης θεότητας, καθότι στὸ Θεὸ τὸ αἴτιο εἶναι ἕνα (Πατὴρ) καὶ ὄχι δύο (Πατὴρ καὶ Υἱός).

  Βέβαια οἱ Λατῖνοι προσπάθησαν νὰ διασώσουν τὸν Πατέρα ὡς τὴ μόνη πηγαία θεότητα μὲ τὴ φράση «ὡς ἐξ ἑνὸς αἰτίου», πρᾶγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ Υἱὸς ἐκπορεύει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα ὡς μία αἰτία, καὶ τοῦ­το, γιατί ὁ Πατὴρ κοινοποιεῖ τὴν ἐκπορευτική Του δύναμη στὸν Υἱό. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ὅμως, συγχέουν τὰ ὑποστατικὰ μὲ τὰ φυσικὰ ἰδιώματα, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ κάτι φυσικὸ νὰ εἶναι ὑποστατικὸ καὶ κάτι ὑποστατικὸ νὰ εἶναι φυσικό. Ἐν ἄλλαις λέξεσιν, δὲν δύνανται δύο πρόσωπα (Πατὴρ καὶ Υἱὸς) νὰ κατέχουν τὴν ἐκπορευτικὴ δύναμη καὶ τὸ τρίτο (Ἅγιο Πνεῦμα) νὰ μὴ τὴν κατέχει, εἰδάλλως τὸ τρίτο ὑποτιμᾶται σὲ σχέση μὲ τὰ δύο ποὺ ἐκπορεύουν, καθὼς δὲν ἔχει κάτι ποὺ ἔχουν τὰ ἄλλα πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ὡς ἐκ τούτου, τὸ filioque δὲ διαφοροποιεῖ τὶς ὑποστάσεις τῆς Ἁγίας Τριάδος, τουλάχιστον μὲ βάση τὴν πατερικὴ παράδοση, γιατί τὶς συγχέει μὲ τὴ φύση καὶ τὰ φυσικά της προσόντα. Συνεπῶς, ὅποιος ὑποστηρίζει τὸ filioque συγχέει τὴν οὐσία μὲ τὶς ὑποστάσεις καὶ αὐτὰ τὰ δύο μὲ τὶς ἐνέργειες.

  Τὸ κείμενο ποὺ βασίστηκε τὸ παρὸν ἄρθρο: Γρηγόριος Παλαμᾶς, Ἀντεπιγραφαί, στὸ: Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Συγγράμματα, τόμος Α΄, ἐπ. ἔκδ. Π. Χρήστου, ἐκδοτικὸς οἶκος Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 19882, (ἐκδίδουν B. Bobrinsky, Π. Παπαευαγγέλου, J. Meyendorff, Π. Χρήστου), σσ. 161-175.

Σημείωσις:

[1] Τὴν προσωπικὴ ἢ ὑποστατικὴ σχέση τοῦ Υἱοῦ μὲ τὸ Ἅγ. Πνεῦμα ὑποστηρίζει ἐσφαλμένα ὁ Ol. Clement, μὴ κατανοώντας ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀνοίγει τὴν πίσω πόρτα στὸ filioque τῆς δυτικῆς θεολογικῆς παράδοσης. Βλ. Ol. Clement, La Chiesa ortodossa, Traduzione dal francese di Pietro Crespi, Editrice Queriniana, Brescia (Italia/UE) 20132, p. 60.

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου