12 Ιαν 2024

Τὸ ἀνικανοποίητον αἴτημα τῶν Χριστιανῶν

 

Τὸ ἀνικανοποίητον αἴτημα τῶν Χριστιανῶν

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

  Ἕνας χριστιανός, ποὺ ὄντως ἀγαπᾶ τὴν Ἐκκλησία, εἶναι φυσικὸ νὰ θέλει ἄξιους κληρικοὺς καὶ εὐσεβεῖς ἀδελφούς. Ὅμως ἡ ἐπιθυμία του αὐτὴ σπάνια ἱκανοποιεῖται, γιατί οἱ ἄξιοι ἱερεῖς εἶναι ἀκριβοθώρητοι καὶ οἱ συν­ειδητοὶ χριστιανοὶ εἶναι ἐλάχιστοι. Καὶ ἀμέσως προκύπτει τὸ ἐρώτημα, γιατί νὰ συμβαίνει αὐτό; Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ βελτιωθεῖ ἡ κατάσταση;

  Δυστυχῶς, τὸ διπλὸ αὐτὸ πρόβλημα δὲν λύνεται εὔκολα. Πῶς νὰ μεταπείσεις ἕνα ἀνάξιο κληρικὸ νὰ γίνει ταπεινὸς λειτουργὸς τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀποκτήσει τὸν ἱερὸ ζῆλο; Πῶς θὰ ἀποκτήσει τὴ συν­αίσθηση ὅτι τὸ νὰ ποιμαίνει τοὺς πιστούς, χρειάζεται ὁ ἴδιος νὰ ἔχει πνευματικὴ ζωή, τηρώντας τὶς ἐντολές, καὶ νὰ ἀποβάλλει παντελῶς τὴν ὑποκρισία, μὲ τὴν ὁποία προσπαθεῖ νὰ παραπλανήσει τοὺς ἐκκλησιαζόμενους, κάτι ποὺ δὲν τὸ πετυχαίνει, γιατί γρήγορα σχίζεται τὸ ἔνδυμα τῆς ὑποκρισίας καὶ ἐξαφανίζεται καὶ ἡ παραμικρὴ ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπό του.

  Δύσκολο εἶναι ἐπίσης νὰ ὁδηγήσεις πρὸς τὴν ἀληθινὴ εὐσέβεια ἕνα μὴ καλοπροαίρετο λαϊκό, καὶ ὅταν ἀκόμα αὐτὸς βρίσκεται ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τηρεῖ μερικοὺς ἐξωτερικοὺς τύπους τῆς εὐσέβειας. Χρειάζεται νὰ ἐπιλέξει κάτι παραπάνω. Νὰ βρεῖ τὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Γιατί δὲν ἀρκεῖ νὰ ἀποφεύγει μερικὲς ἁμαρτίες μόνο, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἀγωνίζεται καὶ νὰ ἀνεβαίνει τὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν.

  Τὸ θέμα τῶν ἄξιων κληρικῶν ἀφορᾶ κυρίως τοὺς Μητροπολίτες, οἱ ὁποῖοι ἐπιλέγουν τὰ πρόσωπα καὶ τὰ χειροτονοῦν. Ἡ εὐθύνη τους εἶναι πολὺ μεγάλη καὶ πρέπει νὰ βλέπουν τὸ θέμα μὲ σοβαρότητα καὶ νὰ τὸ θεωροῦν πρῶτο καὶ κύριο στὸ ὅλο πνευματικό τους ἔργο, ποὺ ἐπιτελοῦν. Ὑπάρχουν βέβαια δύο μεγάλες δυσκολίες, ποὺ σὲ μερικὲς περιοχὲς εἶναι ἀνυπέρβλητες. Ἡ μία εἶναι ὅτι ἡ κοινωνία, στὴν ὁποία ζοῦμε μόνο χριστιανικὴ δὲν εἶναι καὶ ἀναγκαστικὰ ἀπ’ αὐτὴ θὰ προέλθουν οἱ ὑποψήφιοι κληρικοί. Χρειάζεται ὅμως πολλὴ προσοχή. Δὲν ἔχουν καθαρὴ προαίρεση ὅσοι ἐπισκέπτονται τοὺς Μητροπολίτες καὶ ζητοῦν νὰ γίνουν κληρικοί. Οἱ περισσότεροι ὑποκρίνονται καὶ εἶναι δασκαλεμένοι ἀπὸ ἀθεόφοβους ἀνθρώπους γιὰ τὸ πῶς θὰ ἐμφανισθοῦν, τί θὰ ἀπαντήσουν σὲ σχετικὲς ἐρωτήσεις καὶ γιατί ἐπιλέγουν τὴν ἱερωσύνη. Ἡ διαδικασία δὲν ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν πρώτη ἐπικοινωνία. Πρέπει ὁ ὑποψήφιος νὰ βρεθεῖ πολλὲς φορὲς στὴν Μητρόπολη, νὰ ἐπικοινωνήσει καὶ μὲ πρόσωπα, ποὺ ἐργάζονται ἐκεῖ, νὰ ἐκδηλωθεῖ χωρὶς ὑποκρισία, νὰ συνειδητοποιήσει τὸ μεγάλο βάρος ποὺ θέλει νὰ σηκώσει καὶ κυρίως νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, τὸ ὁποῖο μέχρι τότε τὸν ἐπηρέαζε καὶ τὸν ὁδηγοῦσε σὲ συμπεριφορὲς ποὺ εἶναι ἀταίριαστες σὲ ἕνα ἱερέα.

  Ἡ ἄλλη δυσκολία εἶναι ὅτι ὁ πνευματικός, ποὺ θὰ δώσει τὴ συμμαρτυρία πρέπει νὰ εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, προσεκτικὸς καὶ ἀνεπηρέαστος ἀπὸ τὶς παρεμβάσεις ἰδιοτελῶν ἀνθρώπων. Πρέπει νὰ πεῖ στὸ Μητροπολίτη τὸ «ναὶ» ἢ τὸ «ὄχι», χωρὶς νὰ καλύπτει τὴν πραγματικότητα. Ὁ Μητροπολίτης πρέπει νὰ ἔχει ἐμπιστοσύνη στὸν πνευματικό, ὄχι ὅμως ἀπόλυτη. Εἶναι ἀνάγκη καὶ ὁ ἴδιος νὰ ἐρευνᾶ καὶ νὰ κρίνει ἀνάλογα. Νὰ μὴ ἀναπαύεται στὰ ὅσα τοῦ λένε οἱ ἄλλοι. Καὶ φυσικὰ πάντα νὰ τὸν ἀπασχολεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι εὔκολα μπορεῖ νὰ δώσει τὸ ράσο σὲ κάποιον, ἀλλὰ πολὺ δύσκολα μπορεῖ νὰ τοῦ ἀφαιρέσει. Στὴν πρώτη περίπτωση αὐτὸς μόνος του ἀποφασίζει τὴ χειροτονία, ἐνῷ στὴν δεύτερη περίπτωση τοῦ ἀποσχηματισμοῦ ἀπαιτοῦνται δύσκολες διαδικασίες καὶ χρονοβόρες δικαστικὲς ἀποφάσεις, ἐκτὸς καὶ ἂν ὁ ἀνάξιος κληρικὸς ἐπιθυμεῖ μόνος του νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν ἱερωσύνη του.

  Γιὰ τὴν ὑποβαθμισμένη πνευματικὰ κοινωνία ὑπάρχουν πολλοὶ παράγοντες, ποὺ συντελοῦν σ’ αὐτό. Ὅμως ἡ εὐθύνη τῶν ἱερέων πάντα ὑπάρχει. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἁρμόδιοι νὰ προσφέρουν τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸ λόγο τους καὶ τὸ φωτεινό τους παράδειγμα. Ὁ λόγος τους πρέπει νὰ εἶναι βιωματικὸς καὶ ἡ προσωπική τους ζωὴ νὰ διακρίνεται ἀπὸ τὴν συνέπεια στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ εὔκολα τὴ λέμε, ἀλλὰ δύσκολα τὴν κατορθώνουμε. Ὁ ἄξιος κληρικὸς ἔχει φόβο Θεοῦ καὶ ἱερὸ ζῆλο. Τὰ διάφορα χαρίσματα καὶ προσόντα εἶναι χρήσιμα, ὄχι ὅμως καὶ μοναδικά, δηλαδὴ δίχως αὐτὰ ὁ ἱερέας δὲν μπορεῖ νὰ ἐργαστεῖ καὶ νὰ ἀποδώσει πνευματικά. Αὐτὸ τὸ διαπιστώσαμε καὶ στὴν ἐποχή μας. Οἱ ἐνάρετοι γέροντες προσέφεραν πολλὰ στοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς νὰ ἔχουν ἰδιαίτερα χαρίσματα καὶ τίτλους σπουδῶν. Μπόρεσαν ὅμως νὰ καλλιεργήσουν τὴν εὐσέβεια σὲ πολλοὺς ἐπισκέπτες τους, γιατί ἀκτινοβολοῦσε ἡ ἁγιότητά τους, ὁ λόγος τους ἦταν χαριτωμένος καὶ ἡ ζωή τους ταπεινή, δίχως ἴχνος προβολῆς καὶ φιλοδοξίας.

  Πολλοὶ ἐνάρετοι γέροντες θεωροῦν τὴν ἔλλειψη ἀξίων κληρικῶν ὡς τιμωρία ἐκ Θεοῦ τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι στὴν πλειονότητά τους «εἶναι ἀσεβεῖς, ἄπιστοι, βλάσφημοι, ἀκόλαστοι, ἄδικοι, ψεῦτες, κλέπτες, πλεονέκτες, φιλάργυροι, ὑπερήφανοι. Πράττουν πᾶν ὅ,τι εἶναι ἐναντίον τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν, καὶ πράττουν πᾶν ὅ,τι ἀρέσει στὸ διάβολο, τοῦ ὁποίου ἔγιναν ὀπαδοὶ καὶ φίλοι», ὅπως τονίζει ὁ ὅσιος Φιλόθεος Ζερβάκος.

  Ὅλα αὐτὰ εὔκολα μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν στὴν ἀπελπισία πολλούς, γιατί βλέπουν ὅτι εἶναι καταδικασμένοι νὰ ἔχουν πνευματικοὺς πατέρες ἀνάξιους κληρικούς, ὅπως καὶ νὰ ἐπικοινωνοῦν μὲ ἀσεβεῖς ἀδελφούς, κάτι ποὺ ἐνοχλεῖ καὶ σκανδαλίζει. Ὅμως οἱ χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ ἀπελπίζονται. Πρέπει νὰ εἶναι βέβαιοι ὅτι τὰ ἱερὰ μυστήρια εἶναι πάντα ἔγκυρα καὶ σωτηριώδη, καὶ ὅταν τελοῦνται ἀπὸ ἀνάξιους κληρικούς.

  Εὐχὴ ὅλων τῶν πιστῶν εἶναι νὰ βελτιωθοῦν τὰ πράγματα. Νὰ ὑπάρχουν ἄξιοι λειτουργοί του Ὑψίστου καὶ νὰ διακονοῦν τὸ λαὸ μὲ ἀγάπη καὶ ἱερὸ ζῆλο.

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου