29 Δεκ 2022

Οἱ τρεῖς Μάγοι ἦσαν Σκοπιανοί;

 

Οἱ τρεῖς Μάγοι ἦσαν Σκοπιανοί;

Γράφει ὁ κ. Δημήτριος Λαμπρόπουλος, θεολόγος

Τὴν παραμονὴν τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1988 ἀργὰ τὸ ἑσπέρας ἡ τότε ΕΡΤ1 προέβαλεν ἕνα ὑπέροχον ντοκιμαντὲρ ὑπὸ τὸν τίτλον «Τὸ ταξίδι τῶν Μάγων». Τὸ ἐξαιρετικὸν αὐτὸ ντοκυμαντὲρ εὑρίσκεται σήμερα εἰς τὸ ἀρχεῖον τοῦ Μητροπολιτικοῦ Μουσείου τῆς Νέας Ὑόρκης ὑπὸ τὸν ἀγγλικὸν τίτλον «The journey of the Magi» μὲ παρουσιαστὴν τὸν ἀρχαιολόγον καὶ ἱστορικὸν Karl Katz, ὁ ὁποῖος διετέλεσε στέλεχος τοῦ Μουσείου, ὅπως ἐπίσης τοῦ Ἑβραϊκοῦ Μουσείου τῆς Νέας Ὑόρκης ἀλλὰ καὶ τοῦ Μουσείου τοῦ Ἰσραὴλ εἰς Ἱερουσαλήμ. Εἰς τὸ ντοκυμαντὲρ ὁ Karl Katz μεταξὺ ἄλλων μεταβαίνει εἰς τὴν Ἁγίαν Πόλιν, ὅπου συναντᾶ τὸν κορυφαῖον Καθηγητὴν τῆς νομισματικῆς καὶ τότε προϊστάμενον Ἐπιμελητὴν τῆς ἀρχαιολογίας εἰς τὸ Μουσεῖον τοῦ Ἰσραὴλ Yaakov Meshorer. Ἐκεῖ­νος ἀναφέρει μὲ τὴν ἐπιστημονικὴν βαρύτητα, ἡ ὁποία τὸν διακρίνει, ὅτι οἱ τρεῖς Μάγοι πορευόμενοι πρὸς Βηθλεέμ, ὅταν ἔφθασαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀντήλλαξαν τὰ νομίσματα τῆς πατρίδος των μὲ τὰ κυκλοφοροῦντα νομίσματα, τὰ ὁποῖα ἦσαν τὰ ἐπίσημα νομίσματα ποὺ ἐκυκλοφοροῦντο ἀπὸ τὸ 126 π.Χ. ἕως τὸ 66 μ.Χ. εἰς τὴν Ἰουδαίαν. Τὰ ἑλληνικὰ αὐτὰ νομίσματα τῆς ἑλληνιστικῆς περιόδου εἶχαν τὴν κεφαλὴν τοῦ Ἡρακλῆ (Γενάρχου τῶν Μακεδόνων βασιλέων) ἀπὸ τὴν μίαν ὄψιν καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλην ἕνα ἀετὸν τῆς ἐποχῆς τῶν Μακεδόνων Σελευκιδῶν τῆς Συρίας. Εἰς τὸ ντοκυμαντὲρ δὲν ὑπάρχει ἡ παραμικρὰ ἀμφιβολία ὅτι οἱ Μακεδόνες ἦσαν Ἕλληνες καὶ ὅτι τὰ νομίσματα ἦσαν ἑλληνικά.

Ἰδού, ἑπομένως, ὅπου χείλη ἀπογόνων ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ὑπέφεραν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας Ἕλληνας, μαρτυροῦν τὴν ἀντικειμενικὴν ἀλήθειαν τῆς ἐπιστήμης, καθιστῶντες τοὺς τρεῖς Μάγους ὄχι ἁπλῶς μάρτυρας τῆς ὑπερφυοῦς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ τῆς ἱστορικῆς βεβαιότητος περὶ τῆς ἑλληνικότητος τῆς Μακεδονίας.

Ἡ προφητεία τοῦ Ἡσαΐου περὶ τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου

Βεβαίως, ἡ ἑλληνικότης τῶν Μακεδόνων πιστοποιεῖται ἤδη ἀπὸ ὅσα ἀναφέρει τὸ βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης «Α΄ Μακκαβαίων» διὰ τὸν Μέγαν Ἀλέξανδρον ἀλλὰ καὶ ἡ μετέπειτα παράδοσις τοῦ ἱστορικοῦ Φλαβίου Ἰωσήπου διὰ τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ Ἀλεξάνδρου εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴν προσκύνησιν τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖον ἔφερεν ὁ Ἀρχιερεὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ εἰς ἔλασμα ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ.

Διὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς δὲν εἶναι τυχαῖον ὅτι ὁ πολὺς Τρεμπέλας, ἑρμηνεύων προφητείαν τοῦ Ἡσαΐου (κεφ. 19,21-23), διατυπώνει τὴν ἄποψιν ὅτι τύπος τοῦ ἀληθοῦς Μεσσίου Χριστοῦ ὑπῆρξε καὶ ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος:

«Ἀνὴρ ἐν τούτοις προτυπῶν παρ’ Αἰγυπτίοις τὸν Χριστὸν καὶ ἐπικληθείς ὑπ’ αὐτῶν σωτήρ, ὑπῆρξεν ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, ὅστις διὰ τοὺς λαλοῦντας τὴν ἑλληνικὴν Ἀλεξανδρινοὺς Ἰουδαίους ὑπῆρξεν οἱονεί ὁ συγγενής, ὁ ἀπὸ τῆς δουλείας τῶν Περσῶν ἐλευθερώσας αὐτούς, καὶ διὰ τῶν διαδόχων αὐτοῦ ἐπιμηκύνας τὴν δυναστείαν αὐτοῦ ἐν μέσῳ αὐτῶν ἐφ’ ἱκανόν, οὕτω δὲ καὶ ἐκ διαφόρων ἐπόψεων χρηματίσας τύπος τοῦ ἀναμενομένου ὑπ’ αὐτῶν Μεσσίου…

Χρόνοι προτυποῦντες τὴν εὐτυχῆ ταύτην περίοδον, τὴν ὑπὸ τοῦ Μεσσίου ἐγκαινισθεῖσαν καὶ ἐλευθέραν ἐπικοινωνίαν μεταξὺ Ἀσσυρίων καὶ Αἰγυπτίων διανοίξασαν ὑπῆρξαν οἱ τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, ὅστις συνήνωσεν ὑπὸ τὸ σκῆπτρον του εἰς ἕν βασίλειον τὰς χώρας τῶν λαῶν καὶ διηυκόλυνε τὴν διάδοσιν τῆς Ἰουδαϊκῆς θρησκείας καὶ ἔξω τῆς Παλαιστίνης, δι’ ἧς ἐπληθύνθησαν οἱ ἀπὸ πάσης χώρας προσήλυτοι εἰς τὸν Ἰουδαϊσμὸν» (Ὑπόμνημα εἰς τὸν προφήτην Ἡσαΐαν).

Ἴσως δύναται κανεὶς νὰ ἀμφιβάλλη διὰ τὴν ἑρμηνείαν αὐτῆς τῆς προφητείας τοῦ Ἡσαΐου. Ὡστόσον, ἡ σύνδεσις τοῦ ἀναμενομένου Μεσσίου Χριστοῦ καὶ τῆς Μακεδονικῆς Αὐτοκρατορίας δὲν εἶναι δημιούργημα τοῦ Π. Τρεμπέλα, ἀλλὰ ἐμπεριέχεται ἤδη εἰς τὸ τελευταῖ­ον ἀνάγνωσμα τοῦ Ἑσπερινοῦ τῶν Χριστουγέννων ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ προφήτου Δανιὴλ (κεφ. 2).

Ἡ μεσσιανικὴ προφητεία τοῦ Δανιὴλ διὰ τοὺς Ἕλληνας Μακεδόνας

Εἰς τὸ κεφάλαιον αὐτὸ ὁ Δανιὴλ ἐξηγεῖ τὸ πρῶτον ὄνειρον τοῦ Ναβουχοδονόσορα, κατὰ τὸ ὁποῖον εἶδεν ἕνα ἄγαλμα, εἰς τὸ ὁποῖ­ον ἡ κεφαλὴ ἦτο χρυσῆ, τὸ στῆθος καὶ οἱ βραχίονες ἦσαν ἀπὸ ἄργυρον, ἡ κοιλία καὶ οἱ μηροὶ ἀπὸ χαλκὸν καὶ αἱ κνῆμαι καὶ οἱ πόδες ἀπὸ σίδηρον καὶ πηλόν. Τελικῶς, τὸ ἄγαλμα συντρίβεται ὁλοκληρωτικῶς ὑπὸ λίθου, ὁ ὁποῖος ἔπειτα γιγαντώνεται εἰς ὄρος καὶ καλύπτει ὁλόκληρον τὴν γῆν. Ἤδη ὁ ἴδιος ὁ προφήτης δίδει τὴν ἐξήγησιν ὅτι πρόκειται διὰ τέσσερας βασιλείας, αἱ ὁποῖαι θὰ παρέλθουν ἀνεπιστρεπτὶ, ὅταν ἔλθη ἡ βασιλεία, τὴν ὁποίαν ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς θὰ ἐγκαθιδρύση. Ὁ Δανιὴλ δὲν ἀποκαλύπτει ποῖαι εἶναι αὐταὶ αἱ βασιλεῖαι, πλὴν τῆς πρώτης (χρυσῆς), τὴν ὁποίαν ταυτίζει μὲ αὐτὴν τῶν Βαβυλωνίων. Ὡστόσον, ὑπάρχει ὁμοφωνία μεταξύ τῆς πλειονότητος τῶν ἑρμηνευτῶν ὅτι αἱ τέσσαρες βασιλεῖαι εἶναι τῶν Βαβυλωνίων, τῶν Μηδοπερσῶν, τῶν Ἑλλήνων καὶ τῶν Ρωμαίων, καθὼς ὁ συνδυασμὸς μὲ τὸ δεύτερον ὅραμα τοῦ προφήτου Δανιὴλ (κεφ. 8), ὅπου δηλώνεται ρητῶς ὅτι ὁ «ὁ τράγος τῶν αἰγῶν βασιλεὺς Ἑλλήνων· καὶ τὸ κέρας τὸ μέγα, ὃ ἦν ἀναμέσον τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ, αὐτὸς ἐστιν ὁ βασιλεὺς ὁ πρῶτος», δὲν ἀφήνει περιθώρια ἀμφισβητήσεως ὅτι ἡ τρίτη βασιλεία δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν αὐτοκρατορίαν τοῦ Μακεδόνος Μεγάλου Ἀλεξάνδρου.

Ἑπομένως, παρατηρεῖ κανεὶς ὅτι αἱ προφητεῖαι διὰ τὴν γέννησιν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν ἐρχομὸν τοῦ ἀναμενομένου Μεσσίου, ἀποτελοῦν παρεπιμπτῶντος καὶ ἀποδείξεις διὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ὅρος Μακεδὼν δηλώνει ἀποκλειστικῶς καὶ δύναται νὰ χρησιμοποιεῖται μόνον διὰ τοὺς Ἕλληνας. Οὔτε οἱ τρεῖς Μάγοι ἔλαβαν σκοπιανὰ νομίσματα οὔτε οἱ προφῆται Ἡσαΐας καὶ Δανιὴλ ἐπροφήτευσαν περὶ Σκοπιανῶν, καθὼς Μακεδονία καὶ μακεδονικὸς σημαίνει Ἕλληνας καὶ ἑλληνικός.

Ἡ ἀπόφασις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Βουλγαρίας παραμονὰς Χριστουγέννων

Ἡ ἔλευσις τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν κόσμον εἶχεν ὡς ἀποστολὴν νὰ ἑνώση τὰ διεστῶτα. Αὐτὴ ἡ ἑνότης εἶναι ἡ κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία πραγματώνεται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς ἐκ τούτου ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει ἐπιγείως νὰ ἀντανακλᾶ αὐτὴν τὴν ἑνότητα ὄχι μόνον μὲ τὴν ἀποφυγὴν τῶν σχισμάτων, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὴν ὁμόνοιαν τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν. Εἰς τὴν περίπτωσιν τῆς ἐκκλησίας τῶν Σκοπίων ἡ ἄρσις τοῦ σχίσματος (παρ’ ὅτι δὲν ἠκολουθήθη ἡ δόκιμος διὰ μετανοίας ὁδὸς) δὲν ἀρκεῖ. Μόνον ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον ἔλαβε σάρκα καὶ ὀστᾶ ἡ ἀποκατάστασις τῆς κοινωνίας τῶν σχισματικῶν μὲ τὸ Πατριαρχεῖον Κων/λεως καὶ τὸ Πατριαρχεῖ­ον Σερβίας (διὰ χρονικοῦ ἀνταγωνισμοῦ καὶ κεχωρισμένων συλλειτούργων εἰς Βελιγράδιον καὶ Φανάρι) καθιστᾶ ἀντιληπτὸν ὅτι ἐπεκράτησεν ὄχι ἡ κατὰ Χριστὸν ἑνότης, ἀλλὰ ἡ ὑπὸ τῶν συμφερόντων ὑπαγορευμένη ἐπίπλαστος «συγκατάβασις».

Τὴν 13ην Δεκεμβρίου εἰς τὸ ἐν λόγῳ πλαίσιον προσετέθη καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, ἡ ὁποία ἀπεφάσισε συνοδικῶς νὰ ἀναγνωρίση τοὺς Σκοπιανοὺς ὡς «Ἐκκλησία τῆς Δημοκρατίας τῆς Βόρειας Μακεδονίας» καὶ τὸν Προκαθήμενόν της ὡς Ἀρχιεπίσκοπον τῆς πρωτευούσης τοῦ κράτους, δηλ. τῶν Σκοπίων. Ἴσως θὰ ἦτο ἡ πλέον συνετὴ καὶ ἐκκλησιαστικῶς ὀρθὴ ἀναγνώρισις, ἐὰν ἡ ἀποφυγὴ τοῦ τίτλου «Ἀχρίδος» (ἴσως καὶ τὸ «Μακεδονικὴ») δὲν ὠφείλετο εἰς τὰ δικαιώματα, τὰ ὁποῖα ἐγείρει ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας διὰ τὴν πάλαι ποτὲ λάμψασαν «Ἀρχιεπισκοπὴν Ὀχρίδος»…

Δι’ ἀκόμη μίαν φορὰν ἀποδεικνύεται ὅτι ἐφ’ ὅσον οἱ πρόθυμοι τῆς ἐξυπηρετήσεως πολιτικῶν συμφερόντων δὲν ἐμβῆκαν εἰς τὸν κόπον νὰ ἐπιλύσουν τὸ ζήτημα μὲ τὴν μόνην ἐνδεδειγμένην ὁδόν, δηλ. τὴν Πανορθόδοξον Σύνοδον, ἀλλὰ ἐκινήθησαν εὐκαιριακῶς, τὸ ἀποτέλεσμα τείνει νὰ εἶναι διχαστικὸν καὶ νὰ ὁδηγῆ εἰς διαιρέσεις. Ἡ Πανορθόδοξος δὲν δύναται παρὰ νὰ ἀποφασίση ἑδραζομένη ἐπὶ τῆς ἱστορικῆς ἀληθείας, σχετικῶς μὲ τὴν Μακεδονίαν.

Κατὰ τὴν γέννησιν τοῦ Θεανθρώπου μία ἄτυπος σύνοδος ἔλαβε χώραν: Ἄγγελοι, ποιμένες, μάγοι, ἐπουράνια καὶ ἐπίγεια συνεκεντρώθησαν πέριξ τοῦ θείου βρέφους, διὰ νὰ διατρανώσουν ὅλοι ὁμοθυμαδὸν, ἐκεῖνο διὰ τὸ ὁποῖον ὁ ἴδιος ὁ τεχθείς Κύριος τούς εἶχε προσκαλέσει: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γὴς εἰρήνη».

Ἂς εὐχηθῶμεν ὅτι αἱ μαρτυρίαι τῶν μάγων καὶ τῶν προφητειῶν, ὅπως τὰς ἐξεθέσαμεν ἀνωτέρω, θὰ ὁδηγήσουν τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας νὰ συνέλθουν, διὰ νὰ συντελέσουν εἰς τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Τοὺς προσκαλεῖ ὁ Χριστός, τοὺς καλεῖ ἡ Ἱστορία!

Ορθόδοξος Τύπος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου