ΠΕΡΙ
ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΣ ΗΜΑΡΤΗΜΕΝΩΝ
Τοῦ Γέροντος
Μαξίμου Ἰβηρίτου
Γράφω ταῦτα πρό ἕξ
ἡμερῶν τοῦ Πάσχα, ὅτε ὁ ἰοβόλος κορωνοϊός μετά τῶν καθ’ ἡμᾶς μηδιζόντων ἀρχόντων,
ὑποτακτικῶν τῆς διευθυνούσης τόν κόσμον ἀοράτου μυστικῆς ἀρχῆς, ἐπιμένουν νά
διατηροῦν κεκλεισμένας τάς θύρας τῶν ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησιῶν, μή ὑπακούοντες εἰς τό
πρόσταγμα τοῦ λέγοντος: «Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ἡμῶν, καί ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι,
καί εἰσελεύσεται ὁ Βασιλεύς τῆς Δόξης». Ἀλλά καί οὗτος ὁ Βασιλεύς τῆς Δόξης, ἀνεχόμενος
τά ἡμαρτημένα ἡμῶν, παραμένει σιωπηλός, συνεχίζων νά μᾶς διδάσκη μέ τήν τήν
σωτήριον Αὐτοῦ ἄκραν ταπείνωσιν.
Εἰς τό σημεῖον τοῦτο
ἐπικεντροῦμαι εἰς τήν ἡμετέραν Ἑλλαδικήν Ἐκκλησίαν· ἥτις, ἀγνοοῦσα τήν
πνευματικήν δύναμίν της, ἠκολούθησεν ἐσχάτως ὀρθολογιστικήν γραμμήν καθ’ ὑπόδειξιν
τῶν πολιτικῶν παραγόντων, ἐμπνεομένων ἀσφαλῶς ὑπό τοῦ πνεύματος τοῦ κακοδόξου
καί θεοκτόνου δυτικοῦ διαφωτισμοῦ, ὅστις ἀπ’ αἰώνων ἤδη ἔχει τοποθετήσει τόν ἄνθρωπον
εἰς τήν θέσιν τοῦ Δημιουργοῦ καί αὐτόν τό Δημιουργόν Θεόν κάπου μακράν εἰς τό
σύμπαν, ὡς τεθνεῶτα.
Ἀλλά τοῦτο δέν
παρατηρεῖται διά πρώτην φοράν εἰς τήν Ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν. Ὁ Ἁγιορείτης
Μητροπολίτης Κορυτσᾶς Εὐλόγιος Κουρίλας, ἀσχολούμενος καί οὗτος μέ τήν θλιβεράν
ὑπόθεσιν τῆς ὑπό τῶν Βαυαρῶν διαλύσεως τῶν Ὀρθοδόξων Ἱερῶν Μονῶν τό 1833, ἐπιῤῥίπτει
εὐθύνας καί εἰς τήν τότε Ἱεραρχίαν τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας εἰς τό
περισπούδαστον ἔργον του, ὑπό τίτλον: «Πατριαρχική Ἱστορία», καταλήγων ὅτι: «… ἐφ’
ὅσον ἡ Ἐκκλησία, ἀντί νά διορθώσῃ τά κακῶς ἔχοντα, ἐγνωμοδότησε νά διαλυθῶσιν αἱ
Μοναί, αἵτινες ἔσωσαν κατά τούς χαλεπούς χρόνους τήν θρησκείαν, τότε δέν εὐθύνεται
ἡ Πολιτεία, καί ἐάν ὑπῆρχεν εἰς αὐτάς λειψανδρία ἠδύνατο κάλλιστα ἡ Σύνοδος νά
συγκεντρώσῃ τούς Μοναχούς εἰς τάς μεγάλας Μονάς καί νά προσαρτήσῃ τάς μικράς ἐκεῖ
ὡς Μετόχια» (τόμ. Α΄, Ἀθῆναι 1951, σελ.256-260).
Νοητέον, ὅτι ἐάν
κατά τόν καιρόν τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 ἠλευθεροῦτο καί ἡ λοιπή χώρα, ἀσφαλῶς
θά εἶχεν ἐπέλθει καί ἡ διάλυσις τῶν Μετεώρων, καθώς καί ἡ θεσμική διάλυσις τοῦ Ἁγίου
Ὄρους ὡς Μοναστικῆς Πολιτείας καί βεβαίως τῶν εἴκοσιν Ἁγιορειτικῶν Μοναστηρίων
μετά τῶν Ἐξαρτημάτων αὐτῶν, καθότι λαβόντα ταῦτα ἐνεργόν μέρος εἰς τόν ὑπέρ
Πίστεως καί Πατρίδος Ἱερόν Ἀγῶνα, ἔμειναν ἐπί τινα ἔτη ἔρημα Μοναχῶν ἕνεκα τῆς
Τουρκικῆς ἀπειλῆς καί θηριωδίας.
Κἄτι τι ἀνάλογον
συνέβη καί εἰς προγενεστέραν τοῦ 1833 ἐποχήν· ἤτοι κατά τήν περίοδον τῆς
κυριαρχίας τῶν Ἑνετῶν ἐν Πελοποννήσῳ, καθ’ ἥν οἱ περισσότεροι Ἀρχιερεῖς τῆς
περιόδου ὑπῆρξαν πρόσωπα κατώτερα τῶν περιστάσεων, διότι «ἑνέτισαν» κατά τό «ἐμήδισαν»,
ἤτοι ἀντήλλαξαν μέ τήν μίτραν καί τήν πατερίτσαν τήν ἐθνικήν καί ὀρθόδοξον
συνείδησιν αὐτῶν, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀείμνηστος ἱστορικός Τάσος Γριτσόπουλος εἰς
τό ἐμπεριστατωμένον πόνημά του, ὑπό τίτλον: «Ἡ Ἐκκλησία τῆς Πελοποννήσου μετά
τήν Ἅλωσιν» (βλ. Ἀθῆναι 1992, σελ. 30).
Ἀποτέλεσμα τῶν ἀμφιδρόμων
καί ἀμφιῤῥόπων τοιούτων διαχρονικῶν σχέσεων μεταξύ Πολιτείας καί Ἐκκλησίας, εἶναι
καί ἡ ἐπί διακόσια ὁλόκληρα ἔτη μή ὑλοποίησις τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους, ἤτοι ἡ ἀνέγερσις
τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ναοῦ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ εἰς τόν κλεινόν ἄστυ, τό ὁποῖον ἔργον
καθιστᾷ ἅπαντας τούς Νεοέλληνας ὑπευθύνους ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἱστορίας.
Εἰς ὅ,τι ἀφορᾷ τό
«κορωνοϊόν ζήτημα», ὑπῆρχε τρόπος καί δυνατότης νά τό χειρισθῇ διαφορετικῶς ἡ Ἐκκλησία
μέ τά πανίσχυρα πνευματικά αὐτῆς ὅπλα καί τήν πολυχρόνιον ἐμπειρίαν της,
φροντίζουσα ταυτοχρόνως διά τήν πνευματικήν καί σωματικήν προστασίαν τῶν πιστῶν
της· καί ἐπί πλέον, πρός ἀποφυγήν σκανδαλισμοῦ πολλῶν ψυχῶν καί τοῦ ὑφισταμένου
διωγμοῦ εὐλαβῶν Ἱεραρχῶν καί Κληρικῶν, διότι ἐφθάσαμεν εἰς τό σημεῖον νά
ποδηγετοῦν τόν λαόν μέσῳ τῶν Μ.Μ.Ε ἐπιστρατευθέντες ἠθοποιοί καί τραγουδισταί,
δεδηλωμένοι ἄθεοι, καί νά λέγηται σκωπτικῶς ὅτι: «συνελήφθη ἱερεύς διά κατοχήν
μικροποσότητος ἀντιδώρων»!
Καθώς ἀπεδείχθη, ἡ
Ἀθωνική Πολιτεία καί αἱ λοιπαί ὁμόδοξοι Ἐκκλησίαι ἠκολούθησαν σωφρονεστέραν
γραμμήν διά τούς πιστούς αὐτῶν εἰς τό φλέγον λοιμικόν ζήτημα, πρᾶγμα τό ὁποῖον
θά κριθῇ βεβαίως παρά τῶν ἱστορικῶν τοῦ μέλλοντος ἐκ τοῦ τελικοῦ ἀποτελέσματος.
Θείᾳ συνάρσει, εὐελπιστοῦμεν
ὅτι θά ἀντιπαρέλθωμεν καλῶς τήν δοκιμασίαν ταύτην. Ὁ Θεός εἰς κάθε γενεάν προσέφερε
τόν κατάλληλον πνευματικόν ἰατρόν, ἵνα μή ἀφήσῃ ἀθεράπευτον τήν πνευματικήν ἀσθένειαν
τῶν ἀνθρώπων, καθώς λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης εἰς τόν Ἐπιτάφιον λόγον
του πρός τόν Μέγαν Βασίλειον.
Δι’ αὐτόν τόν λόγον,
τονίζει, ὅταν ἐπεκράτει ἡ φιλοσοφία τῶν Χαλδαίων, οἵτινες ὥριζον τήν αἰτίαν τῶν
ὄντων εἰς κάποιαν κίνησιν τῶν ἄστρων καί ἠρνοῦντο ὅτι ὑπῆρχεν ἐπάνω ἀπό τά φαινόμενα
μία δύναμις δημιουργική τῶν ὄντων, τότε ἀνέδειξε τόν Προπάτορα Ἀβραάμ· ὅστις,
χρησιμοποιῶν ὡς βάθρον τήν σοφίαν ταύτην, ἀνεζήτησεν αὐτόν ὅστις νοεῖται διά μέσου
τῶν φαινομένων, καί ἐγένετο διά τούς μεταγενεστέρους ὁδός πίστεως εἰς τόν
πραγματικόν ἕνα Θεόν.
Ἀκολούθως, ὅταν οἱ
Αἰγύπτιοι ἀνεκάλυψαν κάποιαν δαιμονικήν καί ἀγυρτικήν σοφίαν μέ συμβουλήν τοῦ
πονηροῦ, τότε ἀνέδειξε τόν Θεόπτην Μωϋσῆν, διά νά ἐξαφανίσῃ μέ τήν ὑπερέχουσαν
σοφίαν του τήν Αἰγυπτιακήν ἀπάτην.
Ἔπειτα δέ ἀπό
πολλάς γενεάς, ὅταν ὁ Ἀχαάβ, παρασυρθείς ὑπό τῆς γυναικός του ἀπετίναξε τούς
προγονικούς θεσμούς καί παρεσύρθη εἰς τήν πλάνην τῶν εἰδώλων, συμπαρασύρας εἰς
τήν ἀποστασίαν καί ὅλον τόν λαόν του, τότε ὁ Θεός ἀνέδειξε τόν Θεσβίτην Ἠλίαν, ἵνα
θεραπεύσῃ τήν νόσον τῆς εἰδωλολατρίας. Πολλά ἔτη ἀργότερον ἐνεφανίσθη καί ὁ Τίμιος
Πρόδρομος, ἔχων τό ἴδιον σθένος καί τό ἴδιον φρόνημα μέ ἐκεῖνον, ἵνα ἐξαλείψῃ τά
δεσμά τῆς ἁμαρτίας ὅλου τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραήλ καί νά προετοιμάσῃ τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου.
Ἀλλά καί σήμερον
δυνάμεθα νά εἴπωμεν μετά παῤῥησίας, ὅτι καί ἡ φωνή τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου ἀκούεται
ὡς φωνή Ἀβραάμ, φωνή Μωϋσέως, φωνή Ἠλιού, φωνή Προδόμου, φωνή Κυρίου ἐπί τῶν ὑδάτων,
γεγονός τό ὁποῖον μᾶς χαροποιεῖ καί γέμει τάς καρδίας ἡμῶν μέ ἐλπίδα καί αἰσιοδοξίαν
διά τό μέλλον.
Χριστός Ἀνέστη!
Δεν κατάλαβα το δια ταύτα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Ορθόδοξος Τύπος ως από μηχανής Θεός, προφήτης, πρόδρομος, πείτε το όπως θέλετε, θα μας σώσει από αυτήν την παγίδα που ενεπλάκημεν κλήρος και λαός και όλος ο Ελληνικός λαός, λόγῳ αποστασίας και αμετανοησίας και παραλογίας, για να μη πω κάτι βαρύτερο, κι όταν σερβίρουμε μόνοι μας τα άγια τοις κυσί;
Έτσι αόριστα είμαστε γέμοντες με "ελπίδα και αισιοδοξία" κι ενώ εμείς θα πορευόμαστε αμετανόητοι θα πέσει το μαγικό ραβδί από τον ουρανό ή ο Ορθόδοξος Τύπος;
Ούτε μία συγνώμη με λόγια είπωθηκε δημόσια από εκεί που έπρεπε, ούτε έργα διόρθωσης διαφαίνονται, ούτε η λέξη "μετάνοια" βγήκε από ποιμαντικά χείλη (μας θυμίζει αυτή η απουσία την ψευδοσύνοδο Κρήτης όπου οι αιρετικοί όχι μόνο δεν εκλήθησαν εις μετάνοιαν, αλλά "βαπτίσθηκαν" συνοδικώς ἐκκλησίες;)!
Δεν έχω τίποτε με τον Ορθόδοξο Τύπο και συγχαίρω τον πνευματικό τους αγώνα.
Έτερον εκάτερον.
Με μπέρδεψε αφήνοντάς μου κενά το σκεπτικό του Γέροντος και ειδικά η κατακλείδα του κειμένου του που μας οδηγεί, επαναλαμβάνω, πού;
Στον Ορθόδοξο Τύπο να μας σώσει ή σε κάτι, κάποιον που θα πέσει από τον ουρανό χωρίς προϋποθέσεις από μερους μας;
Συγχωρέστε με.
ΔΟΞΑ ΤΩ θΕΩ!
ΑπάντησηΔιαγραφή