25 Νοε 2018

Κυριακή ΙΓ΄Λουκά- Τα λάθη του άρχοντος Ιουδαίου (Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμία)



IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ IΓ´ ΛΟΥΚΑ
1. Στό σημερινό ταπεινό μου κήρυγμα, ἀδελφοί χριστιανοί, θά σᾶς μιλήσω γιά τά λάθη, ὅπως τά νομίζω, πού ἔκανε ὁ ἄνθρωπος τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄρχοντας τῆς Συναγωγῆς, ὅπως ὑποθέτουν οἱ ἑρμηνευτές (βλ. στίχ. 18). Ὁ ἄνθρωπος αὐτός πλησίασε τόν Χριστό καί τόν ἐρώτησε γιά ἕνα σοβαρό καί ὡραῖο θέμα: «Τί νά κάνω – τοῦ εἶπε – γιά νά κερδίσω τήν αἰώνια ζωή;». Ὡραῖο ἐρώτημα, ἀδελφοί, πού πρέπει νά γίνει καί ἐνδιαφέρον θέμα ὅλων μας. «Τί νά κάνουμε γιά νά σωθεῖ ἡ ψυχή μας, γιά νά κερδίσουμε τόν παράδεισο;»!  Ἀλλά τό εἶπε στό Χριστό μέ εἰλικρίνεια ὁ ἄνθρωπος αὐτός τό ἐρώτημά του ἤ τό εἶπε ὑποκριτικά, γιά νά παραστήσει τόν καλό καί τόν εὐσεβή; Ἀπό ὅ,τι φαίνεται παρακάτω, δέν μίλησε μέ εἰλικρίνεια στό Χριστό ὁ ἄνθρωπος αὐτός. 

Γιατί ἄν πραγματικά ποθοῦσε τήν αἰώνια ζωή, ὅταν ὁ Χριστός τοῦ εἶπε τί πρέπει νά κάνει, θά τά ἔδινε ὅλα, θά ὑπήκουε σ᾽ αὐτό πού τοῦ εἶπε ὁ Χριστός νά κάνει, γιά νά πετύχει αὐτό πού ἤθελε. Δέν βλέπουμε ὅμως νά ἐνήργησε ἔτσι, ἀλλά ἀντίθετα ἔφυγε ἀπό τόν Χριστό, ὅταν τοῦ εἶπε νά θυσιάσει αὐτό πού ἀγαποῦσε. Καί μάλιστα ἔφυγε «περίλυπος». Αὐτό ἦταν τό πρῶτο λάθος τοῦ ἀνθρώπου, γιά τόν ὁποῖον μᾶς μίλησε σήμερα τό Εὐαγγέλιο. Δέν μίλησε μέ εἰλικρίνεια. Πόσες φορές συμβαίνει αὐτό σέ ὅλους μας, ἀγαπητοί μου!... Διότι παρουσιαζόμαστε ὅτι ἐπιθυμοῦμε καλά καί σπουδαῖα πράγματα καί λέγουμε πολλά καί μεγάλα λόγια, χωρίς ὅμως νά ὑπολογίσουμε τό τί «κοστίζει» ἀπό ἐμᾶς αὐτό πού λέμε καί τό ὁποῖο δέν εἴμαστε ἕτοιμοι νά τό δώσουμε.
2. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο μιλᾶμε, ἀδελφοί, ἔκανε καί ἄλλη ἀνειλικρίνεια, γιά τήν ὁποία τόν παρετήρησε ὁ Χριστός. Τί πίστευε ὁ ἄρχοντας αὐτός τῆς Συναγωγῆς γιά τόν Χριστό; Τόν πίστευε γιά ἄνθρωπο, γιά ἕνα διδάσκαλο, ἕνα ραββί, τοῦ Ἰσραήλ. Ἐνῶ λοιπόν πίστευε τόν Χριστό γιά ἄνθρωπο, ὅμως, ὅταν τόν πλησίασε τόν προσφώνησε ὡς Θεό! Τόν εἶπε «Ἀγαθόν», προσφώνηση, πού, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἀποδίδεται στό Θεό. Σημαίνει τόν ἔχοντα ἀπόλυτη ἁγιότητα, πού μόνον ὁ Θεός ἔχει. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός, ἐπειδή ἄλλο πίστευε γι᾽ Αὐτόν καί ἄλλο εἶπε, τόν παρετήρησε λέγοντάς του: «Τί μέ λέγεις, ἀγαθόν; Οὐδείς ἀγαθός, εἰ μή εἷς, ὁ Θεός»! Καί βεβαίως ὁ Χριστός, σάν Θεός πού εἶναι, εἶναι καί λέγεται «ἀγαθός». Ἀλλά γιά τόν Ἰουδαῖο ἄρχοντα, πού δέν πίστευε τόν Χριστό γιά Θεό, ἦταν ἀσυνέπεια, ἦταν ἀνειλικρίνεια νά τόν λέγει «ἀγαθό». Αὐτό διδάσκει σέ ᾽μᾶς νά μήν λέγουμε σέ ἀνθρώπους λόγια καί τίτλους πού ταιριάζουν στόν Θεό. Νά μήν λέμε γιά παράδειγμα γιά ἕνα μορφωμένο ἄνθρωπο ὅτι εἶναι «πάνσοφος», οὔτε γιά ἕνα δυνατό ὅτι εἶναι «παντοδύναμος». Γι᾽ αὐτό ἡ Ἐκκλησία καί τά βαπτιστικά ὀνόματα πρός τιμήν τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας τά παρήλλαξε, γιά νά μήν ἀποδίδονται σέ ᾽μᾶς τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι. Ἔτσι, ὅταν βαπτίζουμε ἕνα παιδάκι καί θέλουμε νά τοῦ δώσουμε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ δέν τό ὀνομάζουμε «Χριστό», ἀλλά «Χρῆστο», ἀναβιβάζοντας τόν τόνο. Καί δέν γράφουμε τό ὄνομα αὐτό μέ «ἰώτα», ἀλλά «ἦτα», γιά νά διακριθεῖ ἀπό τό Πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ὅταν πάλι βαπτίζουμε ἕνα κοριτσάκι καί θέλουμε νά ἔχει τό ὄνομα τῆς Παναγίας, τό ὀνομάζουμε «Παναγιώτα» ἤ «Παναγούλα», ἀκριβῶς γιά νά ἀποφύγουμε νά δώσουμε σέ κοινό ἄνθρωπο τήν θεϊκή προσφώνηση τῆς Κυρίας Θεοτόκου.
3. Πλησίασε, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς μας τόν Χριστό καί τόν ἠρώτησε τί πρέπει νά κάνει γιά νά κερδίσει τήν αἰώνια ζωή! Καί ὁ Χριστός τοῦ εἶπε νά τηρεῖ τίς ἐντολές. Χριστιανοί μου, ναί! Ὁ Θεός ἔδωσε ἐντολές καί πρέπει νά τίς τηροῦμε, νά τίς ἐφαρμόζουμε, γιά νά σωθοῦμε. Δέν ἀρκεῖ μόνον ἡ πίστη γιά τήν σωτηρία μας, ἀλλά καί ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ἔτσι μᾶς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ἐπιμένει σ᾽ αὐτό ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος στόν Ζ΄ Κατηχητικό του λόγο. Συγκεκριμένα, στήν εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε, εἶπε ὁ Χριστός στόν ἐρωτῶντα ἄνθρωπο τίς ἐντολές πού πρέπει νά τηρήσει. Τό «μή μηχεύσῃς, μή φονεύσῃς, μή κλέψῃς, μή ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου».
Ὅταν ἄκουσε αὐτά ἀπό τόν Χριστό τά λόγια αὐτά ὁ Ἰουδαῖος ἀρχοντας τοῦ εἶπε μέ κάποιο θάρρος, πού ἔκρυβε ὑπερηφάνεια: «Ὅλα αὐτά τά τήρησα ἀπό μικρό παιδί»! «Ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου»! Δέν ἀπήντησε καλά, χριστιανοί μου, ὁ ἄρχοντας τῆς Συναγωγῆς. Καί αὐτό ἀποτελεῖ τό ἄλλο λάθος του. Δέν μιλᾶνε ἔτσι, σάν κι᾽ αὐτόν, οἱ ταπεινοί ἄνθρωποι. Μοῦ φαίνεται, σάν νά εἶπε στόν Χριστό: «Δάσκαλε, αὐτά πού μοῦ λές γιά μένα εἶναι παιχνιδάκια. Ἐγώ εἶμαι καλός ἀπό μικρός. Πές μου, Δάσκαλε, κάτι δυσκολότερο καί βαρύτερο»! Ὄχι, δέν μιλᾶνε ἔτσι, ξαναλέγω, οἱ ταπεινοί ἄνθρωποι. Ἕνας καλός χριστιανός ἀπό σᾶς θά ἔλεγε: «Χριστέ μου, ἐγώ εἶμαι ἀδύναμος ἄνθρωπος, εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀλλά μέ τήν Χάρη σου φυλάχθηκα ἀπό τά πονηρά καί δέν ἁμάρτησα. Ἔτσι θέλω νά ζῶ καί ἀπό ἐδῶ καί πέρα. Νά μοῦ δίνεις, Χριστέ μου, τήν Χάρη Σου πάντοτε, γιά νά μήν πέσω στήν ἁμαρτία! Ἔτσι μιλᾶνε οἱ ταπεινοί καί πραγματικά προοδευμένοι χριστιανοί! Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Εὐαγγελίου θά πίστευε ὅτι τά πέτυχε ὅλα, ὅτι εἶναι τέλειος καί δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο πού δέν τό ἔχει πετύχει. Αὐτό τό νόημα ἔχει στήν συνέχεια ὁ λόγος του στό Χριστό ὅπως τό διαβάζουμε στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο: «Τί ἔτι ὑστερῶ;», εἶπε στό Χριστό. Μοῦ λείπει τίποτε ἀκόμη; Δέν μοῦ λείπει! Καί ὁ Χριστός μας, σ᾽ αὐτόν, πού ζητοῦσε νά φτάσει τάχα στά ὕψη τῆς ἁγιότητος, τοῦ εἶπε τί τοῦ λείπει, τί ἀκόμη πρέπει νά κάνει γιά νά γίνει τέλειος, ἄν τό θέλει πραγματικά: Τοῦ εἶπε νά πουλήσει ὅσα ἔχει – καί εἶχε πολλά, πάρα πολλά, «ἦν πλούσιος σφόδρα» – νά τά πουλήσει λοιπόν ὅλα καί νά τά δώσει στούς πτωχούς καί νά γίνει μαθητής καί ἀκόλουθός Του. Ὁ πάμπλουτος ἄρχοντας τῆς Συναγωγῆς Ἰουδαῖος, σάν ἄκουσε αὐτά τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, βουβάθηκε, «περίλυπος ἐγένετο», λέγει τό κείμενο. Ὁ Χριστός, χριστιανοί μου, ἀποκάλυψε στόν ἄνθρωπο αὐτόν τό καρκίνωμά του, πού ἦταν ἡ πλεονεξία του καί ἡ φιλαργυρία του. Καί ἄν πραγματικά λαχταροῦσε τήν αἰώνιο ζωή, γιά τήν ὁποία μίλησε ἀπό τήν ἀρχή στόν Χριστό, θά ἔπρεπε νά τό κάνει αὐτό πού τοῦ εἶπε ὁ «ἀγαθός Διδάσκαλος», ὅπως τόν προσφώνησε. Ἕνας σημερινός χριστιανός, πού πραγματικά ἐπιθυμοῦσε τήν σωτηρία του καί νά ἀπολαύσει τόν παράδεισο, θά ἔλεγε: «Χριστέ μου, χίλια εὐχαριστῶ, πού μοῦ φανέρωσες τό πάθος μου καί μοῦ εἶπες τί πρέπει νά κάνω γιά νά σωθῶ. Ναί, Χριστέ μου, θέλω πραγματικά νά σωθῶ καί νά εἶμαι στόν Παράδεισο μαζί Σου γιά πάντα. Γι᾽ αὐτό ὅλα θά τά δώσω, ἀρκεῖ νά κερδίσω Ἐσένα καί τήν Βασιλεία Σου, Δός μου τήν Χάρη σου νά τό κάνω».
4. Ἀδελφοί μου Χριστιανοί! Ὁ ἄρχοντας ἄνθρωπος τοῦ  σημερινοῦ Εὐαγγελίου ὡς πάθος του, πού τόν ἐμπόδισε νά σωθεῖ, εἶχε τήν φιλαργυρία, τήν πλεονεξία. Ἐμεῖς, ἄν δέν ἔχουμε αὐτό τό πάθος, ἔχουμε κάποιο ἄλλο πάθος. Μήν προτιμήσουμε τήν ἡδονή τοῦ πάθους μας ἀπό τόν Παράδεισο, ἀπό τήν αἰώνια ζωή. Βέβαια δέν εἶναι εὔκολο νά νικήσουμε ἐμεῖς οἱ ἐμπαθεῖς τά ἁμαρτωλά μας πάθη. Ἀλλά στό τέλος τοῦ Εὐαγγελίου ἀκούσαμε σήμερα τόν Χριστό νά μᾶς λέει: «Τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις, δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστίν». Δηλαδή: «Τά ἀδύνατα ἀπό τόν ἀδύναμο ἄνθρωπο, εἶναι δυνατά ἀπό αὐτόν μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἄς ζητᾶμε, λοιπόν, ἀδελφοί, τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά νικήσουμε ὁ καθένας μας τά ἁμαρτωλά μας πάθη, γιά νά γίνουμε κληρονόμοι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τῆς αἰώνιας ζωῆς. ΑΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου