13 Σεπ 2017

Η γνώση του Θεού (Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμία)

IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ
1. Μιλώντας γιά τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοί χριστιανοί, πρέπει νά ποῦμε πρῶτα τόν ὡραῖο λόγο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὅτι τόν Θεό δέν μποροῦμε νά Τόν γνωρίσουμε, οὔτε καί νά Τόν καταλάβουμε. Μελετώντας τόν Θεό, αὐτό μόνο καταλαβαίνουμε: Ὅτι δέν μποροῦμε νά Τόν καταλάβουμε! «Ἄπειρον τόν θεῖον – λέει ὁ ἱερός πατέρας – καί ἀκατάληπτον καί τοῦτο μόνον αὐτοῦ καταληπτόν, ἡ ἀπειρία καί ἀκαταληψία»![1] Γι᾽ αὐτό καί ἡ Ἁγία Γραφή παρουσιάζει τόν Θεό ὅτι κατοικεῖ σέ «φῶς ἀπρόσιτον» (Α´ Τιμ. 6,16), σέ φῶς, δηλαδή, πού δέν μπορεῖ κανείς νά τό πλησιάσει (βλ. καί Α´ Ἰωάν. 4,12). Ἄν ὁ Θεός ἦταν καταληπτός ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, τότε αὐτός δέν θά ἦταν Θεός.

 Ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου, εἶναι πολύ πάνω ἀπό ᾽μᾶς καί πέρα ἀπό ᾽μᾶς. Εἶναι Θεός καί δέν μποροῦμε, λοιπόν, νά Τόν γνωρίσουμε. Δέν εἶναι ἕνα ἀντικείμενο, πού τό ἐξετάζουμε καί τό σπουδάζουμε μέ τό μυαλό, ἀλλά εἶναι Θεός. Εἶναι Πνεῦμα. «Πνεῦμα ὁ Θεός», εἶπε ὁ Χριστός στήν Σαμαρείτιδα (Ἰωάν. 4,24).
2. Ἀλλά, ἄν δέν μποροῦμε νά γνωρίσουμε τόν Θεό, ὅμως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δέν εἴμαστε σέ παντελῆ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ. Κατά πρῶτον, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὅλων τῶν λαῶν ἔχουν ἔμφυτη τήν ἔννοια καί τήν ροπή πρός τόν Θεό, γι᾽ αὐτό καί ἀπό παλαιά-παλαιά ὅλοι οἱ λαοί λατρεύουν κάποιο θεό. Κι ἄν ἔχαναν τόν πραγματικό Θεό, ὅμως ἦταν τόσο δυνατή ἡ ἀνάγκη τους γιά Θεό, ὥστε ἔπαιρναν μία πέτρα καί ἕνα φίδι ἀκόμη ἤ ἕνα κροκόδειλο καί τόν ἔκαναν θεό! – Ἀλλά καί ὁ γύρω κόσμος, πού μᾶς περιβάλλει, ἀποδεικνύει καθαρά καί τήν ὕπαρξη καί τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ. Κάθε σπίτι κατασκευάζεται ἀπό κάποιον· καί αὐτός πού ἔκανε τό μεγάλο αὐτό σπίτι, τήν γύρω μας φύση, πού εἶναι κόσμημα – γι᾽ αὐτό καί τήν λέμε «κόσμο – εἶναι ὁ Θεός (βλ. Ἑβρ. 3,4). Καί σπουδάζοντας τήν γύρω μας φύση, φαίνονται οἱ ἄπειρες τελειότητες τοῦ Θεοῦ, ἡ πανσοφία Του καί ἡ παντοδυναμία Του καί ἡ αἰωνιότητά Του. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «Τά γάρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καί θειότης» (Ρωμ. 1,20). – Ἀλλά τήν τέλεια γνώση περί τοῦ Θεοῦ τήν λάβαμε ἀπό τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού ἐνανθρώπησε στήν Κοιλία τῆς Παναγίας μας καί ἔγινε ἄνθρωπος. Καί μᾶς ἔδωσε τήν τέλεια ἀποκάλυψη περί τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὁ λόγος Του πρός τόν Θεό Πατέρα, ὅτι τοῦ «φανέρωσε τό ὄνομα». «Ἐφανέρωσά σου τό ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις», εἶπε (Ἰωάν. 17,6). Ἡ τέλεια αὐτή ἀποκάλυψη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι γραμμένη στό ἅγιο καί ἱερό Εὐαγγέλιο, πού πρέπει καθημερινά νά διαβάζουμε, γιά νά μαθαίνουμε ὄχι ἁπλᾶ τί εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά καί πῶς πρέπει νά ζοῦμε τόν Θεό.
Κατά τήν τέλεια, λοιπόν, ἀποκάλυψη πού μᾶς δίνει ἡ Ἁγία Γραφή, ὁ Θεός, ἀδελφοί μου χριστιανοί, εἶναι ΠΡΟΣΩΠΟ καί ΑΓΑΠΗ (βλ. Ἰωάν. 1,1. Α´ Ἰωάν. 4,7 ἑξ.14). Ὅταν λέγω ὅτι ὁ Θεός εἶναι «Πρόσωπο», ἐννοῶ ὅτι δέν εἶναι μιά ἀφηρημένη δύναμη, ὅπως εἶναι ὁ ἀέρας – μιά «ἀνώτερη δύναμη», ὅπως τό λέγουν πολλοί –, ἀλλά ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ζωντανή Ὕπαρξη. Εἶναι «Ο ΩΝ», ὅπως τό εἶπε ὁ Θεός παλαιά στόν Μωυσῆ. Ὁ Μωυσῆς ἐζήτησε ἀπό τόν Θεό νά τοῦ πεῖ τό ὄνομά Του. Ἀλλά ὁ Θεός δέν ἔχει ὄνομα, ὅπως ἔχουν τά διάφορα ὑλικά ἀντικείμενα, γι᾽ αὐτό καί οἱ ἅγιοι Πατέρες ὀνομάζουν τόν Θεό «ἀνώνυμο» καί «ὑπερώνυμο». Καί πρέπει κανείς νά πεῖ πολλά-πολλά ὀνόματα γιά νά ἐκφράσει τόν Θεό καί πάλι δέν τό πετυχαίνει. Γι᾽ αὐτό καί πάλι οἱ ἅγιοι Πατέρες ὀνομάζουν τόν Θεό «πολυώνυμο»! Ἀλλά ὁ Θεός, στόν Μωυσῆ, πού τοῦ ζήτησε τό ὄνομά Του, τοῦ ἔδωσε τό ὄνομα, «Ο ΩΝ», δηλαδή, Ο ΥΠΑΡΧΩΝ, ὁ «Γιαχβέ», ὅπως τό λέει ἡ Παλαιά Διαθήκη στά Ἑβραϊκά! Τό ὄνομα αὐτό τοῦ Θεοῦ Τόν παρουσιάζει καί ὡς μία Ζωντανή ῞Υπαρξη καί ὡς αἰώνιο. Εἶναι Ο ΩΝ, ὁ πάντοτε ὑπάρχων, ἐνῶ ἐμεῖς πρίν ἀπό ἑκατό χρόνια δέν ὑπήρχαμε. Καί μετά ἀπό ἑκατό χρόνια πάλι δέν θά ὑπάρχουμε. Ὁ Θεός ὅμως εἶναι ὁ ΓΙΑΧΒΕ, ὁ ΩΝ, ὁ πάντοτε ὑπάρχων!
Ἀκοῦστε τώρα, χριστιανοί! Ὁ Θεός εἴπαμε, ὅπως τό ἀποκαλύπτει ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι ΠΡΟΣΩΠΟ καί ΑΓΑΠΗ. Καί ἔκανε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο «κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσίν Του», ὅπως ξέρουμε (βλ. Γεν. 1,26). Ἄρα καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπο καί ἀγάπη. Καί ἡ σχέση μας, λοιπόν, μέ τόν Θεό καί μεταξύ μας πρέπει νά εἶναι μία προσωπική κοινωνία ἀγάπης. Ἔτσι μᾶς θέλει ὁ Θεός νά ζοῦμε: Μονιασμένοι καί ἀγαπημένοι!
Στό σημερινό μου κήρυγμα σᾶς εἶπα, ἀγαπητοί μου, ὅτι ὁ Θεός εἶναι πολύ πάνω ἀπό ᾽μᾶς καί πέρα ἀπό ᾽μᾶς. Στό ἑπόμενο ὅμως κήρυγμα θά σᾶς πῶ ὅτι ὁ Θεός εἶναι πολύ κοντά μας, εἶναι μέσα μας. Τό πῶς δέ συμβαίνει αὐτή ἡ «διπλόη» τοῦ Θεοῦ, ὅπως τήν λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, τό νά εἶναι, δηλαδή, καί πολύ πάνω ἀπό μᾶς, ἀλλά καί πολύ κοντά μας, θά σᾶς τό ἐξηγήσω. 




1. Ἔκδ. Ὀρθ. πίστ. 1,4.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου