Κυριακή 318 ΠΑΤΕΡΩΝ (Α’ Οἰκ. Συν.)
Ὁ
Ἰησοῦς προσεύχεται γιά τόν ἑαυτό του.
321
χρόνια μ. Χ. ἡ Ἀλεξάνδρεια ἀναστατώνεται.
Ὁ ὑπερφίαλος καί γεμάτος ἑωσφορική οἴηση πρωτοπρεσβύτερος Ἄρειος σπέρνει
στίς καρδιές τῶν πιστῶν ὀλέθρια δόγματα.
-Ποιός
σᾶς εἶπε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι θεός; Ὄχι, ὁ
Ἰησοῦς Χριστός εἶναι κτίσμα, δέν εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα καί κατά
συνέπεια δέν εἶναι Θεός. Καί τά
διατύπωνε μέ τέτοια εὐγλωττία λόγου, πού παρέσερνε στήν οὐρά τῆς ἑωσφορικῆς του
κουστωδίας τόν ἀνενημέρωτο στήν πίστη λαό καί κλῆρο. Καί μέ ἕνα τέτοιο λαό καί κλῆρο ἐξαπλωνόταν ἡ
Ἀρειανική πλάνη καί κινδύνευε ἡ σωτηρία τῶν πιστῶν. Κάτι δηλαδή διαχρονικό πού συμβαίνει στίς
μέρες μας καί μέχρι συντέλειας τοῦ κόσμου.
Πάντοτε θά ὑπάρχουν Ἄρειοι, ἐκτός καί ἀκόμα ἐντός τοῦ κλήρου νά
διακηρύττουν τήν ἀποστασία, ἀπό τά δόγματα τῆς πίστης. Γι᾿ αὐτό χρειάζεται ἐγρήγορση καί ἐπαγρύπνηση.
Ἐντούτοις,
ἡ καλπάζουσα Ἀρειανική πλάνη δέν μένει ἀναπάντητη. Ὁ πρῶτος βασιλιᾶς τῶν χριστιανῶν, ὁ μέγας καί
ἱσαπόστολος Κων/νος, κινεῖται ἀπό θεῖο ζῆλο, συγκαλεῖ ἀπό ὅλη τήν οἰκουμένη
τούς γνήσιους ποιμένες καί διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας, 318 στόν ἀριθμό, στή
Νίκαια τῆς Μ. Ἀσίας, γιά νά ὑπερασπισθοῦν τά εὐσεβῆ δόγματα καί νά στερεώσουν
τήν ὀρθόδοξη πίστη. Πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς
καταφθάνουν ἀπό φυλακές, ἐξορίες, μαρτύρια μέ τά «στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Χριστοῦ» στά σώματά τους, ὅπως λέει χαρακτηριστικά ὁ ἀπ. Παῦλος στήν πρός
Γαλάτας ἐπιστολή του[1], πού
αὐτά ἀποδεικνύουν ὅτι εἶναι γνήσιοι ἀπόστολοι.
Μερικοί
θαυματουργοῦν. Ἀνάμεσά τους ὁ θερμόαιμος
ἅγ. Νικόλαος, πού δίνει ἠχηρό χαστούκι στόν Ἄρειο ὅταν λέει ἀπροκάλυπτα ὅτι ὁ
Χριστός δέν εἶναι Θεός. Τό χέρι πού
χαστουκίζει τόν βλάσφημο ἁγιάζεται, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
Ἀνάμεσά
τους καί ὁ ἅγ.Σπυρίδων. Κρατᾶ ἕνα
κεραμίδι μπροστά στόν Ἄρειο καί λέγοντας τό ἀνεπανάληπτο «Εἰς τό ὄνομα τοῦ
Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος» τά τρία στοιχεῖα τοῦ ἑνιαίου
κεραμιδιοῦ χωρίζονται ὑποστηρίζοντας ἔτσι μέ τρόπο θαυμαστό καί χειροπιαστό τό
δόγμα τῆς ἑνότητας τῆς ἁγίας Τριάδας. Ὁ Ἄρειος
χλωμιάζει καί δαγκώνει τά χείλη του.
Ἀνάμεσά
τους ὁ ἅγ. Ἀχίλλιος πού παίρνει μία πέτρα καί λέει στούς Ἀρειανούς: Ἄν ἔχετε τήν ἀλήθεια κάνετε τήν πέτρα νά
βγάλει λάδι. Καί δέν μπόρεσαν. Τότε ἐκεῖνος προσεύχεται καί μπροστά στά
μάτια ὅλων ἡ πέτρα ραγίζει καί τρέχει λάδι.
Κι ἔτσι τούς ἀποστομώνει καί ἐξουθενώνει τόν Ἄρειο καί τήν κουστωδία
του.
Καί
τό τελειωτικό χτύπημα ἀποκορυφώνεται μέ τήν παρουσία τοῦ Μ. Ἀθανασίου, τοῦ ἐπιστήμονα
τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων, πού μέ τήν ἐπιχειρηματολογία καί ἁγιότητά του
κονιορτοποιεῖ στήν κυριολεξία τούς Ἀρειανούς.
Τελικά
ἡ βαθιά ἐπιστημονική θεολογική γνώση καί ἁγιότητα βίου, καθώς ἐκδηλώνεται μέ ἤ
χωρίς θαύματα, εἶναι ἡ ἁγία ξυνωρίδα πού τορπιλίζει καί ἀποδιοργανώνει κάθε εἶδος
Ἀρειανισμοῦ, πού προκύπτει, ἀλλά φεῦ! πάει νά ἐκλείψει ἡ ἁγία αὐτή ξυνωρίδα
στίς μέρες μας.
Ὑπάρχει καί συνέχεια... Στούς 318
Πατέρες παρευρίσκονται κι ἄλλοι σπουδαῖοι, πού συντάσσουν τό σύμβολο τῆς
Πίστεως τό ὁποῖο ἀπαγγέλουμε σέ κάθε θ. Λειτουργία.
Στή
συνέχεια, ὁ ἄλλος μέγας ἐπιστήμονας τῆς Θεολογίας ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης θά
προσθέσει λίγο ἀργότερα στό Πιστεύω: «Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον...» γιά νά ἰσχυροποιήσει
τό δόγμα τῆς ἑνότητας τῆς ἁγίας Τριάδας εἰς πεῖσμα τῶν μικρονοϊκῶν ἀντιπάλων
του πού βάλθηκαν νά τόν λιντσάρουν.
Πόσο ὑπερήφανοι ἀπαιτεῖται νά εἴμαστε
γιά τήν κληρονομιά πού μᾶς ἄφησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας μέ τόση θυσία καί αἷμα
πού ἡ Ἐκκλησία θέσπισε νά ἑορτάζουμε κάθε χρόνο τήν μνήμη τους. Παρακαλῶ νά τούς θυμόμαστε ἔντονα καί νά
βροντάει τό ἐκκλησίασμα ὅταν ἀπαγγέλλουμε τό σύμβολο τῆς Πίστεως στή θεία
Λειτουργία. Καί ἡ φωνή μας αὐτή νά ἐξορμάει
ἀπό τήν πυρωμένη καρδιά μας ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν.
Καί
τό σημερινό Εὐαγγέλιο γι᾿ αὐτό ἀναγνώσθηκε.
Περιέχει τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ
ἀρχιερατική προσευχή διαιρεῖται σέ τρία μέρη.
Ὁ Ἰησοῦς προσεύχεται γιά τόν ἑαυτό του, γιά τούς μαθητές του, καί γιά ὅλους
τούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων.
Νά
περιοριστοῦμε κάνοντας λίγα σχόλια πού ἀφοροῦν τούς πέντε πρώτους στίχους ὅπου ὁ
Ἰησοῦς προσεύχεται γιά τόν ἑαυτό του.
Τον
τελευταίο Του λόγο
μ’
αθάνατη προσευχή
σφραγίζει,
ενώ ανεβαίνει
στη
δόξα τη...σταυρική.
ΠΑΤΕΡΑ
ΟΥΡΑΝΙΕ,
-ήρθε
η άγια στιγμή-
Δόξασε
τον Υιό Σου,
όπως
Εκείνος στη γη.[2]
«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐπῆρε ὁ Ἰησοῦς τούς ὀφθαλμούς
αὐτοῦ εἰς τόν οὐρανόν καί εἶπε· Πάτερ, ἐλήλυθεν
ἡ ὥρα· δόξασόν σου τόν Υἱόν, ἵνα καί ὁ Υἱός σου δοξάσῃ σε».
Μετάφραση: «Αὐτά εἶπε ὁ Ἰησοῦς, καί ἔπειτα ὕψωσε
τούς ὀφθαλμούς του πρός τόν οὐρανό καί εἶπε: Πάτερ, ἔφθασεν ἡ ὥρα. Δόξασε τόν Υἱό σου, γιά νά σέ δοξάσῃ καί ὁ Υἱός
σου».
Γιατί
ὕψωσε ὁ Ἰησοῦς τά μάτια του στόν οὐρανό; Διότι ὁ οὐρανός θεωρεῖται κατοικία τοῦ
Θεοῦ. Ἡ Γραφή ποιητικῶς ἐκφραζομένη,
τοποθετεῖ τό Θεό στόν οὐρανό, γιά νά δείξει τό μεγαλεῖο του. Ἐπίσης νά μᾶς διδάξει ὅτι εἶναι ὡραία
συνήθεια νά σηκώνουμε κι ἐμεῖς τά μάτια μας στόν οὐρανό ὅταν προσευχόμαστε ὥστε
νά μήν ἔχουμε κανένα γήινο καί κοσμικό λογισμό.
Κυρίως ὅμως νά ὑψώνουμε τίς καρδιές μας.
«Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας!» λέμε στή θ. Λειτουργία.
Τό
ὅτι προσευχόταν ὁ Ἰησοῦς, τό χρησιμοποιοῦν οἱ Χιλιαστές ὡς ἐπιχείρημα γιά νά ἰσχυριστοῦν
ὅτι ὁ Ἰησοῦς δέν εἶναι Θεός. Προσεύχεται
ὁ Χριστός στόν Θεό, ὅπως τό ἴδιο κάνουν οἱ ἄνθρωποι, ἄρα βγάζουν τό συμπέρασμα
οἱ Χιλιαστές ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός.
Αὐτή εἶναι ἡ συνήθης τακτική τους.
Ἀπομονώνουν ἕνα στίχο τῆς Ἁγίας Γραφῆς γιά νά ὑποστηρίξουν, δίκην ἐπιχειρημάτων
τύπου Ἀρείου, τά ἀστήρικτα.
Ὁ
Χριστός ὅμως εἶναι Θεάνθρωπος. Ὠς ἄνθρωπος
προσεύχεται, ὡς Θεός εἶναι ἐκεῖνος στόν ὁποῖο οἱ πιστοί προσεύχονται. Ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος προσευχόταν στόν
Κύριο Ἰησοῦ, γιά νά δεχθεῖ τό πνεῦμα του καί νά συγχωρήσει τούς φονεῖς του.[3]
Λέει
ἀμέσως παρακάτω ὁ Χριστός!
Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα,δόξασόν σου τόν
Υἱόν, ἵνα καί ὁ Υἱός σου δοξάσῃ σε».
Κανείς
ἄνθρωπος δέν λέει ποτέ στό Θεό: Θεέ μου
δόξασέ με. Ἀντίθετα λέμε «Θεέ μου ἐλέησέ
με». Μόνο ὁ Χριστός λέει δόξασέ με ὄχι μόνο διότι εἶναι τελείως ἀναμάρτητος, ἀλλά
καί διότι εἶναι ὁ φυσικός Υἱός τοῦ Θεοῦ Πατρός καί πρέπει νά δοξασθεῖ, ὅπως ἁρμόζει
στόν Υἱό, πού ὡς Θεός πάντα
εἶναι ἔνδοξος, ὑπῆρχε πρό τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καί εἶχε τήν ἴδια δόξα μέ
τό Θεό Πατέρα. Μόνο ὁ Χριστός θά πεῖ ἐπιπλέον,
γιά παράδειγμα, «τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περί ἁμαρτίας;»[4] καί ὅλες
οἱ ἀνθρώπινες ἁμαρτωλές ὑπάρξεις θά βουβαθοῦν.
Μόνο ὁ Κύριος θά πεῖ «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου..»[5] ἀφήνοντας
ἐκστατικούς τούς λογικούς ἀνθρώπους, ἐνῶ οἱ παρανοϊκοί αἱρετικοί πάσης φύσεως
θά τρίζουν, ὅπως καί τό ἀφεντικό τους ὁ Ἑωσφόρος, τά μολυσμένα ἀπό φθορά δόντια
τους καί θά δαγκώνουν τή γλώσσα τους γιατί δέν διαθέτουν ἐπιχειρήματα νά ἀντικρούσουν
πάντα τόν ἀναμάρτητο Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ὁ
Υἱός ζητᾶ ἀπό τόν Πατέρα νά τόν δοξάσει καί ὡς ἄνθρωπο καί μάλιστα τήν ὥρα τοῦ
πάθους Του. Γιατί τό πάθος τοῦ Χριστοῦ
θά κλονίσει ἀκόμη καί τούς μαθητές. «Ὅλοι
θά κλονισθεῖτε ἀπέναντί μου αὐτή τή νύκτα» τούς εἶπε.[6] Ποιός θά πίστευε ὅτι αὐτόν πού ἔβλεπαν ἐπάνω
στό Σταυρό, εἶναι ὁ Θεός; Στό Σταυρό
καταδικάζονταν οἱ τελευταῖοι τῶν σκλάβων.
Τό Δευτερονόμιο διακηρύττει ὅτι «εἶναι καταραμένος ἀπό τό Θεόν καθένας
πού κρέμεται εἰς τό ξύλον»[7]. Ὁ απόστολος Παῦλος σωστά παρατηρεῖ ὅτι ἄν ὁ Ἐσταυρωμένος
Χριστός εἶναι «μωρία» γιά τούς εἰδωλολάτρες, γιά τούς Ἑβραίους εἶναι
«σκάνδαλο».[8] Ἦταν «σκάνδαλο» γιά τούς μαθητές νά κηρύξουν
πρῶτα στόν ἑαυτό τους, μετά στόν ὑπόλοιπο κόσμο, ὅτι Αὐτός πού σταυρώθηκε πάνω
στό ἀτιμωτικό ξύλο τοῦ Σταυροῦ καί φέρνει τήν κατάρα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἴδιος
Θεός, εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας.
Πολύ
χαρακτηριστικοί οἱ σχετικοί ἠχοστίχοι.
Απαράδεκτο,
λέμε τώρα εμείς,
-προσβολή
για το Θεό,
οι
«αξιοπρεπείς!»
-Γιατί
γυμνός να σαρκωθεί
να
πάρει δούλου μορφή;
Κι
απ΄ τη Ναζαρέτ;
Τη
διαβόητη Ναζαρέτ;
-Είναι
κατάντημα αυτό
εμπαιγμός
για Θεό
και
με τέλος άδοξο!...
-Είναι
ν΄ απορεί κανείς
σχολιάζουμε
εμείς
οι
«αξιοπρεπείς!»..,
γιατί
δεν το νοιώσαμε:
ταπείνωση
κι αγάπη
πάνε
το δυο μαζί
με
το Λυτρωτή…
κι
ο Χριστός γκρεμίζει
κάθε
τι που χτίζει
η
υψηλοφροσύνη,
δική
μας παραφροσύνη!...
Γι’
αυτό κι ο πειρασμός
σε
κάθε αποστάτη να πει:
-Ένα
τέτοιο Θεό
δεν
τον προσκυνώ!...,
ενώ
αγέρωχο θεό
Ολύμπιο
γενάρχη
αυτόν
Εγώ προσκυνώ!
Το
Ναζωραίο όχι!..
Μα
για πες μου τώρα εσύ:
-αν
δεν είχε ταπεινωθεί
στο
εφήμερό μας σχήμα,
πώς
θα είχαμε γνωρισθεί
μ’
Αυτόν που δίνει πνοή
στο
εφήμερό μας σχήμα;[9]
Γιά νά παύσει αὐτό τό σκάνδαλο καί νά πιστεύσουν ὅλοι ὅτι αὐτός
πού πάσχει εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, παρακάλεσε τόν Πατέρα Του νά τόν δοξάσει τήν ὥρα
τοῦ Πάθους Του.
Ὡς Θεός ἦταν πανένδοξος. Ὅμως
ἐπειδή ἔγινε ἄνθρωπος «ἐκένωσε» καί «ἐταπείνωσεν» τόν ἑαυτό του[10]. Ὁ προφήτης Ἡσαΐας ἔγραψε:
«Δέν ὑπάρχει μορφή σ᾿ αὐτόν οὐδέ δόξα.
Τό εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον (ἄδοξο) καί ἐκλεῖπον παρά πάντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων».[11] Ἐπάνω στό Σταυρό ἔχασε τή
μορφή του, ἔγινε ἀσχημότερος ὅλων τῶν ἀνθρώπων!
Γι᾿ αὐτό τό λόγο ζήτησε ἀπό τόν Πατέρα του νά τόν δοξάσει.
Καί ἡ δέησή Του εἰσακούσθηκε.
Ὁ Θεός Πατέρας δόξασε και ὕψωσε τόν Υἱό του στόν ὑπέρτατο
βαθμό καί τοῦ χάρισε δόξα ἀνώτερη ἀπό κάθε δόξα, γράφει ὁ ἀπ. Παῦλος.[12]
Πῶς;
Πρῶτον·
τή στιγμή πρίν τόν συλλάβουν στή Γεθσημανῆ οἱ ἐχθροί ὅταν τούς εἶπε «ἐγώ εἶμαι,
ὠπισθοχώρησαν καί ἔπεσαν κάτω».[13]
Δεύτερον·
ἕνας ἀπό τούς δύο ληστές ἐπάνω στό σταυρό πίστευσε, μετανόησε καί ὡμολόγησε τόν
Ἰησοῦ, Κύριο καί Βασιλέα.
Τρῖτον·
σκοτίσθηκε ὁ ἥλιος.[14]
Τέταρτον·
ὁ ἑκατόνταρχος πίστευσε καί ὡμολόγησε «Ἀληθῶς ὁ ἄνθρωπος οὗτος Υἱός ἦν Θεοῦ».[15]
Πέμπτον·
«ἐσχίσθη τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ».[16]
Ἔκτον·
σείσθηκε ἡ γῆ, σχίσθηκαν οἱ πέτρες.
Ἕβδομον·
τά μνήματα ἄνοιξαν καί πολλοί νεκροί ἀναστήθηκαν.[17]
Μ᾿
αὐτά τά θαυμαστά σημεῖα ὁ Πατέρας δόξασε τόν Υἱό του ὡς ἄνθρωπο. Ἀλλά πολύ περισσότερο τόν δόξασε μέ τά
παθήματα ἰδιαίτερα τῆς σταυρώσεως πού συνοψίζονται στό ἀκόλουθο τρίπτυχο:
α)
Διά τοῦ Σταυροῦ ὁ Θεός ἔσβησε τό χρεωστικό γραμμάτιο ἐναντίον μας καί τό
κάρφωσε στό σταυρό. Ἐξευτέλισε δημόσια
καί παταγωδῶς τούς δαίμονες.[18]
β)
Μετά τή σταύρωση καί τόν διαπιστωμένο θάνατο ἀκολούθησε ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ,
ἡ Ἀνάληψη, ἡ ἐκ δεξιῶν καθέδρα, γεγονότα τρισένδοξα.
καί
γ)
Μέ τή δύναμη τῆς σταυρικῆς θυσίας ἦλθε τό Ἅγιο Πνεῦμα, φύσηξε ὡς βιαία πνοή,
πυρπόλησε τίς καρδιές τῶν μαθητῶν ὥστε νά διακηρύσσουν τό ἀνεπανάληπτο «Ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, ᾿Ιουδαίοις
μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν».
Ἱδρύεται
τό κράτος τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία, ἡ ταμειοῦχος τῆς θείας χάριτος, ἡ κιβωτός τῆς
σωτηρίας καί προσελκύονται στήν πίστη τά ἔθνη.
«Καθώς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης
σαρκός, ἵνα πᾶν ὅ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωήν αἰώνιον».
Μετάφραση: «Συμφώνως μέ τήν ἐξουσία, πού ἔδωσες
σ᾿ αὐτόν ἐπάνω σ᾿ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὥστε κάθε χάρισμα, πού ἔδωσες σ᾿ αὐτόν,
νά δώσει σ᾿ αὐτούς ζωή αἰώνια».
Ὁ
Θεός ἔδωσε ἐξουσία στό Χριστό γιά νά ἐνεργήσει γιά τή σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ
Θεός Πατέρας ἔδωσε στόν Υἱό ὡς ἄνθρωπο κάθε χάρισμα γιά νά ἐκτελέσει τή
μεσσιακή ἀποστολή του γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ἑπομένως ὁ Υἱός ζητεῖ νά τόν δοξάσει ὁ
Πατέρας ἡ δόξα αὐτή ἔγκειται σέ τοῦτο: Νά εὐοδώσει ὁ Πατέρας τό ἔργο πού ἀνέθεσε
στόν Υἱό, ὥστε τά χαρίσματα πού δόθηκαν στόν Υἱό ν᾿ ἀποβοῦν ἀνθρωποσωτήρια καί
νά ἐπανέλθει ὁ Υἱός στήν κατάσταση πρίν ἀπό τήν κένωση καί τήν ταπείνωσή
του. Γι αὐτό καί λέει μετά ἀπό λίγο ὁ
Χριστός «δόξασέ με σύ, Πάτερ, μέ τή δόξα πού εἶχα προτοῦ ὑπάρξει ὁ κόσμος σέ
σένα».[19]
«Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα
γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν, καί ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν».
Μετάφραση: «Αὐτή δέ εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, νά
γνωρίζουν (νά πιστεύουν, ν᾿ ἀγαποῦν, νά λατρεύουν) ἐσένα, τό μόνο ἀληθινό Θεό,
καί τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν ὁποῖον ἀπέστειλες».
Αἰώνια ζωή εἶναι τό νά γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι τόν ἀληθινό
Θεό καί τόν Ἰησοῦ Χριστό μέ τήν ἔννοια τοῦ νά
πιστεύουν καί νά ἀγαποῦν τό Θεό καί τόν Χριστό, νά ἔχουν στενή σχέση καί κοινωνία μέ τό Θεό καί τό Χριστό, ἀνώτερη
κάθε ἄλλης σχέσεως καί κοινωνίας.
Αὐτή
ἡ σχέση καί κοινωνία εἶναι μέθεξη, χαρά καί ἄρρητη εὐτυχία τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ
Χριστός ἀναφέρει τόν Πατέρα ὡς «τόν μόνο
ἀληθινό Θεό» ὄχι ὡς πρόσωπο ἀλλ᾿ ὡς θεία οὐσία.
Καί
ὁ Υἱός ἀφοῦ εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν
Πατέρα[20], εἶναι
καί αὐτός Θεός ἀληθινός ὅπως διακηρύττει ὁ Ἰωάννης στήν Καθολική του ἐπιστολή.[21]
Τό
ἴδιο ἰσχύει καί γιά τό ἅγιο Πνεῦμα
τοῦ ὁποίου ἡ θεότητα μαρτυρεῖται σέ πολλά χωρία τῆς ἁγίας Γραφῆς.
Νά
τονισθεῖ ἐπίσης ὅτι ὁ Χριστός δέν δίνει μόνο αἰώνια ζωή, ἀλλά καί εἶναι ζωή αἰώνια, ἀκριβῶς διότι εἶναι Θεός.
4-5.
«Ἐγώ σέ ἐδόξασα ἐπί τῆς γῆς, τό ἔργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα
ποιήσω. Καί νῦν δόξασόν με σύ, Πάτερ,
παρά σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον προτοῦ τόν κόσμον εἶναι παρά σοί».
Μετάφραση:
«Ἐγώ σέ δόξασα ἐπάνω στή γῆ. Τό ἔργο
τελείωσα, πού μοῦ ἀνέθεσες νά κάνω. Καί
τώρα δόξασέ με σύ, Πατέρα, κοντά σέ σένα τόν ἴδιο μέ τή δόξα, τήν ὁποία εἶχα
κοντά σου προτοῦ ὑπάρξει ὁ κόσμος».
Ὁ
Χριστός εἶπε στόν Πατέρα «Ἐγώ σέ δόξασα ἐπάνω στή γῆ». Τό εἶπε διότι εἶχε τή συνείδηση, ὅτι κατέβηκε
ἀπό τόν οὐρανό. Ὁ Χριστός εἶναι «ὁ ἐκ τοῦ
οὐρανοῦ καταβάς».[22]
Στή
συνέχεια εἶπε: «Τό ἔργο τελείωσα, πού μοῦ ἀνέθεσες νά κάνω». Ποιό εἶναι τό ἔργο;
Πρῶτον·
τό κήρυγμα. «Ἡ ἀποστολή μου εἶπε ὁ Κύριος εἶναι νά κηρύξω
τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ», «νά ἀναγγείλω εὐλογημένη ἐποχή τοῦ Κυρίου».[23]
Δεύτερον·
ἡ μετάνοια τῶν ἁμαρτωλῶν. «Οὐ γάρ ἦλθον καλέσαι δικαίους ἀλλ᾿ ἁμαρτωλούς
εἰς μετάνοιαν».[24]
Τρῖτον·
ἡ συμφιλίωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό. «Ἐνῶ ἤμασταν ἐχθροί, συμφιλιωθήκαμε μέ τό Θεό
διά τοῦ θανάτου τοῦ Υἱοῦ του»[25] λέει
ὁ ἀπ. Παῦλος καί συνεχίζει: «Ὄχι μόνο θά σωθοῦμε ἀλλά καί θά δοξασθοῦμε διά τοῦ
Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου πετύχαμε τή συμφιλίωση».[26]~
Ὁ
Χριστός εἶπε: «Πατέρα τό ἔργο τελείωσα, πού μοῦ ἀνέθεσες νά κάνω». Γιατί τό εἶπε αὐτό; Ἐπειδή μετά τό ἔργο στή γῆ, τό ὁποῖο
τελείωσε, τελεῖ ἔργο καί στόν οὐρανό.
Ποιό ἔργο; «Ἐντυγχάνει»,
μεσιτεύει ὑπέρ τῶν ἀνθρώπων.[27]
Τέταρτον·
νά μᾶς δώσει ζωή. «Ἐγώ ἦλθα γιά νά ἔχουν ζωή καί περίσσευμα ζωῆς».
[28]
Αὐτό
εἶναι τό ἔργο πού ἀνέθεσε ὁ Πατέρας στόν Υἱό.
Ἀδελφοί! Στά δύσκολα χρόνια πού ζοῦμε, παρουσιάζονται
κατά τό λόγο τοῦ Κυρίου «κλέπται» δηλαδή ψευδοποιμένες καί
ψευδοδιδάσκαλοι. Ψευδόχριστοι,
ψευδομεσσίες. Τέτοιοι εἶναι οἱ θιασῶτες
τοῦ οἰκουμενισμοῦ, πού μέ τό πρόσχημα τῆς ἀγάπης ἐπιχειροῦν νά μᾶς ἁλώσουν στήν
πίστη. Ἀγάπη στούς αἱρετικούς ἀλλά
θανάσιμο μῖσος στούς ὀρθοδόξους. Ὅταν
κάποιος ὁμιλήσει μέ τή γλώσσα τῆς ἀλήθειας, στιγματίζεται, διώκεται, τιμωρεῖται,
ἐξουθενώνεται. Εἶναι «κλέπται» λογικῶν
προβάτων, πού ὑφαρπάζουν ψυχές ἀπό τούς ποιμένες τους. Σφάζουν, φονεύουν πνευματικῶς. Καί ἐξολοθρεύουν τά λογικά πρόβατα. Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε: «Ἐγώ ἦλθα γιά νά ἔχουν
ζωή καί περίσσευμα ζωῆς». Ὁ κλέπτης ἔρχεται
γιά σφαγή, καταφάγωμα καί τελεία ἀπώλεια τῶν προβάτων. Ὁ Χριστός ἦλθε γιά νά ἔχουν τά πρόβατα ζωή
καί περίσσευμα ζωῆς, ζωή μέ τό παραπάνω.
Σέ
μᾶς τούς ἀνθρώπους ὑπάρχει πλεόνασμα ἁμαρτίας, ἀλλά μέ τήν προϋπόθεση τῆς
μετάνοιας ὑπάρχει ἀπό τό Χριστό καί περίσσευμα χάριτος. «Ὅπου πλεόνασε ἡ ἁμαρτία, ὑπερπερίσσευσε ἡ
χάρη»[29] εἶπε
ὁ Παῦλος. Στό πλεόνασμα τῆς ἁμαρτίας μας
δέν ἀντιτάσσει ὁ Κύριος περίσσευμα χάριτος, ἀλλ᾿ ὑπερπερίσσευμα! Ὁ Κύριος κάνει σέ μᾶς, λέει πάλι ὁ Παῦλος,
«πολύ περισσότερο ἀπ᾿ ὅσα ζητοῦμε ἤ μποροῦμε νά σκεφθοῦμε»[30]. Ὁ Κύριος ὑπερβαίνει κατά πολύ τίς προσδοκίες
μας, ἀλλά καί αὐτή τή φαντασία μας.
Νά
μετανοήσουμε! Νά γονατίσουμε, νά ὑψώσουμε
τά χέρια καί τά μάτια μας στόν οὐρανό.
Προπαντός νά ὑψώσουμε τίς καρδιές μας καί νά ποῦμε: Κύριε, ὁμολογοῦμε τήν ἁμαρτωλότητά μας. Ἐλέησέ μας!.
Καί νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θά λάβουμε ἀπό τόν Κύριο «ζωή καί περίσσευμα
ζωῆς»!
«Ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν Ἐσταυρωμένον, ᾿Ιουδαίοις
μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν».
[1]
Γαλάτας 6, 17
[2] Ἰωάννου Κουντουρᾶ
Μελοποιημένα ποιήματα ΑΝΤΙΦΩΝΟ «Ἵνα πάντες ἕν ὦσι» σελ. 153
[3]
Πράξ. ζ’ 59-60
[4] Ἰωάν.
η’ 46
[5] Ἰωάν.
η’ 12
[6]
Ματθ. 26, 31
[7]
Δευτερ. 21, 23
[8]
Κορ. Α’ 1, 23
[9] Ἰωάννου
Κουντουρᾶ Μελοποιημένα ποιήματα ΑΝΤΙΦΩΝΟ «Ἐκένωσεν Ἑαυτόν» σελ. 108
[10]
Φιλιπ. β’ 7-8
[11] Ἡσ.
νγ’2-3
[12]
Φιλιπ. β’ 9
[13] Ἰωάν.
ιη’ 26
[14]
Ματθ. κζ’ 45
[15]
Μάρκ. ιε’ 39
[16]
Ματθ. κζ’ 51
[17]
Ματθ. κζ’ 52
[18]
Κολ. β’ 14-15
[19] Ἰωάν.
στ’ 5
[20] Ἰωάν.
ι’ 30
[21]
Α’ Ἰωάν. δ’ 20
[22] Ἰωάν.
γ’ 13, στ’ 41
[23]
Λουκ. δ’ 43, 19
[24]
Ματθ. θ’ 13
[25]
Ρωμ. ε’ 10
[26]
Ρωμ. ε’ 11
[27]
Ρωμ. η’ 34, Ἑβρ. ζ’ 25
[28] Ἰωάν. ι’ 10
[29]
Ρωμ. ε’ 20
[30] Ἐφεσ.
γ’20
Ευχαριστούμε τον π. Λεωνίδα για τα άρθρα του.
ΑπάντησηΔιαγραφή