7 Απρ 2017

Ευδοξία Αυγουστίνου, Προφητείες καί ψευδοπροφητείες

Σχετική εικόνα
Προφητεῖες καί ψευδοπροφητεῖες
 «Ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα μεγάλα καὶ τέρατα, ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς» (Μθ 24, 24), εἶχε προειδοποιήσει ὁ Κύριος. Πρά­γματι, στίς μέρες μας ἡ προφητεία αὐτή ἐκπληρώνεται ποικιλοτρόπως, καθώς χρησμοί καί προρρήσεις κυκλοφοροῦν ἀνεξέλεγκτα, προσπαθώντας νά σπείρουν πανικό και ἀνασφάλεια καί νά ὑ­φαρπάξουν ψυχές. Πολλές φορές, μά­­λι­στα, βιβλία μέ ψευδοεπιστημονικό περιεχόμενο καί σενάρια γιά τό τέλος τοῦ κόσμου πυροδοτοῦν περαιτέρω τήν κατάσταση, ἐξάπτοντας τή φαντασία.

 Ἐδῶ καί αἰῶνες, ὅμως, ἡ ἁγία Γρα­φή, δίνοντας τά χαρακτηριστικά τοῦ ἀληθινοῦ προφήτη, τονίζει ὅτι τόν ἐκλέγει ὁ ἴδιος ὁ Θεός καί τόν προσκαλεῖ νά γίνει ὄργανό του. Ὁ γνήσιος προφήτης δέν μιλάει ποτέ «ἀφ᾽ ἑαυτοῦ».
Ἐπιπλέον ὁ Κύριος κατηγορηματικά ὁρίζει: «πλὴν ὁ προ­φήτης, ὃς ἂν ἀσεβήσῃ λαλῆσαι ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου ρῆμα, ὃ οὐ προσέταξα λαλῆσαι, ... ἀποθανεῖται... ὅσα ἐὰν λαλή­σῃ ὁ προφήτης ἐκεῖνος τῷ ὀνόματι Κυρίου, καὶ μὴ γένηται καὶ μὴ συμβῇ, τοῦτο τὸ ρῆμα ὃ οὐκ ἐλάλησε Κύριος· ἐν ἀσεβείᾳ ἐλάλησεν ὁ προφήτης ἐκεῖνος, οὐκ ἀφέξεσθε αὐτοῦ» (Δε 18,20-22). 
Οἱ προφῆτες εἶχαν ὡς κύρια ἀποστο­λή νά καλοῦν τόν λαό σέ μετάνοια καί ἐπιστροφή στόν ἀληθινό Θεό. Τό κήρυ­γμά τους, παρακλητικό καί διδακτικό καί παράλληλα αὐστηρό καί ἐλεγκτικό, στηλίτευε τήν ἀσέβεια, τήν εἰδωλολατρία καί τή διαφθορά. Λειτουργοῦσε ἔτσι σάν ἕνα ἰσχυρό προειδοποιητικό σήμαντρο, προκειμένου νά δημιουργήσει στόν καλοπροαίρετο ἀκροατή τή διάθεση τῆς μετάνοιας καί τῆς ἀλλαγῆς πορείας. Στόχος του δέν ἦταν τόσο νά φωτίσει τό μέλλον γενικά, ὅσο τό παρόν τῆς ἐποχῆς πού ἐγκαινίασε μέ τή θυσία του ὁ Χριστὸς καί στήν ὁποία ζοῦμε.
 Βεβαίως μία ἀπό τίς αἰώνιες ἀλήθειες, πού κατέχει καί διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, εἶναι αὐτή γιά τά ἔ­­σχατα (ἐσχατολογία). Κέντρο της ἡ «ἡ­μέρα Κυρίου ἡ μεγάλη καὶ ἐπιφανὴς» (Βλ. Ἰλ 2,11 κ.ἀ.), δηλαδή ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος θά ἔλθει μέ ὅλη του τή δόξα, γιά νά κρίνει τόν κό­σμο, νά τόν ἀνακαινίσει καί νά ἐγκαθιδρύσει μιά νέα καί αἰώνια ζωή, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοῦ Κυρίου. Σκοπός της εἶναι ὄχι νά φοβίσει ἤ νά τρομοκρατήσει, ἀλλά νά δώσει χαρά καί ἐλπίδα στούς  πιστούς, οἱ ὁποῖοι ζοῦν σ᾽ ἕναν κόσμο πού μαστίζεται ἀπό τήν ἀδικία, τήν ἁ­μαρτία, τό κακό. Ἡ συζήτηση γιά τό πότε θά ἔλ­θει γιά δεύτερη φορά ὁ Κύριος    βρίσκεται σέ λάθος βάση. Εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ Κύριος θά ἔλθει, ἀλλά εἶναι ἄγνωστο πότε θά ἔλ­θει.
 Ἄν μελετήσουμε προσεκτικά τίς σελίδες τῆς Ἀποκαλύψεως πού ἀναφέρονται στά ἔσχατα, θά δοῦμε ὅτι κυριαρχεῖ ἐκεῖ ἡ ἔντονη προσμονή τοῦ Κυρίου, τόν ὁποῖο ἀγαπᾶ καί ποθεῖ ὁ πιστός, ἡ ἀποκάλυψη τῆς δόξας του, ἡ ἀνάσταση τῶν νε­κρῶν, ἡ ἀνακαίνιση -καί ὄχι ἡ κατα­στρο­φή- τοῦ κόσμου, ἡ αἰώνια ζωή, οἱ γάμοι τοῦ Ἀρνίου, ὁ ἀγγελικός ὕμνος «ἀλλη­λού­ια».
«Ἰδοὺ ἔρχομαι ταχὺ» (Ἀπ 22,12), «ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα» (Ἀπ 21,5), «ναὶ ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ» (Ἀπ 22,20) ἀν­τι­λα­λεῖ τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψε­ως. Ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία γιά τά ἔσ­χα­τα οὔτε φό­- βο οὔτε ἀγωνία προκαλεῖ στόν πιστό πού ἀγωνίζεται καί μένει ζωντανό μέλος τῆς Ἐκκλησίας.
Περιεχόμενό της εἶναι ἡ ἐλ­πίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Καλεῖ, βέβαια, σέ πνευματική ἀφύπνιση καί ἐ­πα­­γρύπνηση, καταστάσεις οἱ ὁποῖες πρέπει νά διακρίνουν μονίμως τόν πιστό. Κάθε χριστιανός, μέσα στόν ὁποῖο διά τῶν Μυστηρίων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκ­κλησίας κατοικεῖ ὁ Χριστός, οὔτε τόν ἀντίχριστο φο­βᾶται οὔτε πολύ περισσότερο τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Τήν περιμένει μέ χαρά καί ἐλ­πίδα, γιά νά εἶναι διαρκῶς μαζί του καί νά μετέχει στή δόξα του. 
 Ἀντίθετα πρός τό πνεῦμα αὐτό, ἡ ἐ­πο­χή μας χαρακτηρίζεται ἀπό μιά πλημμυρίδα «προφητικῶν» λόγων ἀμφισβη­τούμενης ἐν πολλοῖς προέλευσης. Μέσα στόν ὀρυμαγδό τῶν σύγχρονων προρρήσεων τό μοναδικό μέσο ἀντίστασης ἀποτελεῖ ἡ πίστη στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία· αὐτή διδά­σκει ξεκάθαρα ὅτι κανείς ἄλλος δέν μπορεῖ νά προγνωρίζει τό μέλλον ἐκτός ἀπό τόν Θεό, τόν δημιουργό καί προνοητή τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ἔτσι, μόνον οἱ θεωμένοι καί φωτισμένοι ἅγιοι μποροῦν νά γίνουν «στόμα Θεοῦ» καί νά ἀποκαλύπτουν τά μέλλοντα. Οὔτε οἱ ἄγ­γελοι οὔτε τά πονηρά πνεύματα μποροῦν νά προβλέψουν ὅσα θά ἐπακολουθήσουν.
Συνεπῶς, χρειάζεται μεγάλη προσοχή στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο προσεγγίζουμε κάθε «προφητεία». Ὁ μοναδικός φορέας πού ἔχει τήν ἁρμοδιότητα νά κρίνει ἐάν ἕνας λόγος εἶναι προφητικός ἤ ὄχι εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Αὐτή, ἐξάλλου, ἀποτελεῖ καί τόν αὐ­θεντικό ἑρμηνευτή τῆς ἁγίας Γρα­φῆς. Οἱ προρρήσεις, ἀπ᾽ ὅπου κι ἄν προέρχονται, καλό εἶναι νά μήν ἀπολυ­τοποι­- οῦνται. Ἡ Ἐκκλησία καί πάλι εἶναι αὐτή πού θά διακρίνει ἁγιοπνευματικά ποιές θά ἀποτελέσουν μέρος τῆς διδασκαλίας της, ποιές θά προσπεράσει ἤ ποιές θά ἀ­πορρίψει.
 Ὁ πιστός ὀφείλει νά πολιτεύεται κα­τά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά ἁγιάζεται μέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἑτοιμάζεται ἔτσι γιά τή μεγάλη συνάντηση μέ τόν Κύριο, πού θά συντελεσθεῖ εἴτε τήν ὥρα τοῦ θανάτου του εἴτε κατά τή Δευτέρα Παρουσία, ἄν προηγηθεῖ αὐτοῦ. Τό μέλλον καί τά ἔσχατα ἀφήνονται στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἄς μήν προσθέτουμε κι ἄλλα βάρη στό ἤδη δυσβάστακτο φορτίο μας, σκοτίζοντας τόν νοῦ μας καί πελαγοδρομώντας σέ ἐπικίνδυνες ἀτραπούς. Ἐμμο­νή στήν ἐξιχνίαση προβλέψεων καί ταυτοποίηση χρησμῶν δημιουργεῖ σύγχυση, κλονισμό καί ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια. Μέ­σα στούς αἰῶνες ἀντηχεῖ διαφωτιστικός ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ: «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ, πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου λέγοντες, ἐγώ εἰμι ὁ Χριστός, καὶ πολ­λοὺς πλανήσουσι» (Μθ 24,4-5). Κι ὁ πιστός χριστιανός δέν θά πλανηθεῖ, ἐφόσον βρίσκεται μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἡ σχέση του μαζί της εἶναι ὑγιής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου