Ευαγγέλιο: Λουκ. στ΄ 31-36
«Γίνεσθε
ουν οικτίρμονες, καθώς και ο Πατήρ υμών οικτίρμων εστί» (Λουκ. στ΄
36)
Από τη στιγμή που ο άνθρωπος
συνειδητοποίησε ότι είναι «κοινωνικό ον» και άρα πρέπει να μάθει να ζει με τους
άλλους ανθρώπους, από τότε αισθάνθηκε την ανάγκη να συντάξει νόμους και
κανονισμούς, με τρόπο που να ρυθμίζουν, όσο το δυνατό, καλύτερα τη συμβίωση του
με τους άλλους ανθρώπους για να μην καταντήσει η ζωή τους «βίος αβίωτος».
Δυστυχώς, όμως, οι νόμοι αυτοί και οι κανονισμοί, σαν ανθρώπινο δημιούργημα,
δεν έπαψαν να φέρουν και τη σφραγίδα της ανθρώπινης ατέλειας. Απόδειξη, το γεγονός
ότι χιλιάδες χρόνια μετά, ακόμα και σήμερα, προσπαθεί να συντάξει δικαιότερους
νόμους. Δυστυχώς και πάλιν, γιατί αν και βελτιώθηκε η νομοθεσία εντούτοις σε
κάποια σημεία υπάρχουν κενά και σκοπιμότητες που επιβάλλουν άνθρωποι, κράτη και
θεσμοί που ασκούν εξουσία και που φαίνεται ξεκάθαρα στις μέρες μας.
Το σημερινό ευαγγέλιο είναι απόσπασμα από
την ομιλία του Κυρίου που έκανε «επί τόπου πεδινού» (Λουκ. στ΄ 17) κατά τον
ευαγγελιστή Λουκά. Παρά το ότι η ομιλία αυτή είναι συντομότερη από την «επί του
όρους ομιλία» την οποία διασώζει ο ευαγγελιστής Ματθαίος (Ματθ. ε΄3 – ζ΄27).
Εντούτοις συμπυκνώνει σ’ αυτήν το αποκορύφωμα της διδασκαλίας του Κυρίου, που
είναι η αγάπη. Μια αγάπη που έχει σαν πηγή της το Θεό και που εκφράζεται μέσα
από τη θυσία και την ανιδιοτέλεια.
Σκοπός αυτής της διδασκαλίας είναι να
βοηθήσει τον άνθρωπο να ξεπεράσει τις ατέλειες του και να γίνει «Χρηστός» -
καλός, σε όλους, ακόμα και στους κακούς και τους αχάριστους. Με τον τρόπο αυτό
θα μιμηθεί το Θεό Πατέρα ο οποίος είναι σπλαχνικός σε όλους, αφού «τον ήλιον
αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους»
(Ματθ. ε΄45). Αυτή η «μίμηση» του Θεού προσφέρει τη δυνατότητα σε όλους τους
ανθρώπους, μέσα από τον καθημερινό τους αγώνα, να καταστούν «υιοί του Υψίστου».
Όμως, για να μπορέσει ο άνθρωπος να φτάσει
στο σημείο να μιμηθεί το Θεό, θα πρέπει να αναγνωρίσει, πέραν από την ύπαρξή
Του, ότι ο Θεός είναι όχι μόνο εκφραστής της αγάπης, αλλά ότι είναι η ίδια η
πηγή της αγάπης. Η αγάπη, και τον ευαγγελιστή Ιωάννη, προέρχεται από το Θεό. «Η
αγάπη εκ του Θεού εστί, και πας ο αγαπών εκ του Θεού γεγένηται και γινώσκει τον
Θεόν. Ο μη αγαπών ούκ έγνω τον Θεόν, ότι ο Θεός αγάπη εστίν» (Α΄ Ιωάνν. Δ΄7-8).
Δηλαδή, ας αγαπάτε ο ένας τον άλλο, γιατί η αγάπη προέρχεται από το Θεό. Όποιος
δεν αγαπάει δείχνει ότι δεν έχει αναγεννηθεί από το Θεό και ότι γνωρίζει το
Θεό. Όποιος δεν αγαπάει δε γνώρισε το Θεό, γιατί ο Θεός είναι αγάπη.
Κατά συνέπεια, αγάπη που δεν είναι
συνδεδεμένη με το Θεό δεν είναι πραγματική αγάπη, έστω κι αν εκφράζονται κοινά
συναισθήματα. Η χριστιανική αγάπη, προχωρεί, πέραν από τα απλά συναισθήματα σε
πράξεις με κύριο χαρακτηριστικό τη θυσία και την ανιδιοτελή προσφορά.
Το σημερινό ευαγγέλιο συμπυκνώνει την περί
αγάπης διδασκαλία του Κυρίου και περιλαμβάνει τρία σημεία. Το «χρυσούν κανόνα,
την ανιδιοτελή αγάπη και τέλος το να γίνει ο άνθρωπος σπλαχνικός όπως και ο
Θεός Πατέρας. Το πρώτο μέρος λοιπόν που ονομάστηκε και «χρυσός κανόνας»
καθορίζει τη συμπεριφορά του ανθρώπου προς το συνάνθρωπο. Η σπουδαιότητα αυτού
του «κανόνα» βρίσκεται σε δυο σημεία: Πρώτον, διατυπώνεται θετικά, σε αντίθεση
με την Παλαιά Διαθήκη όπου διατυπώνεται αρνητικά και δεύτερον ξεχωρίζουν η
φράση «καθώς θέλετε» καθώς και η λέξη «ποιείν». Λέει, λοιπόν, αυτός ο κανόνας
«καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως».
Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να τους
συμπεριφέρεστε κι εσείς. Αν, ο πιο πάνω κανόνας εφαρμοζόταν από όλους, τότε οι
άνθρωποι και οι λαοί δε θα είχαμε ανάγκη από άλλους νόμους. Γιατί, είναι
κανόνας που θεμελιώνεται στην ελεύθερη θέληση και όχι στον εξαναγκασμό,
ρυθμίζει την ομαλή συμβίωση των ανθρώπων και μέσα από το σεβασμό των
δικαιωμάτων των άλλων αποφεύγεται η οποιαδήποτε αυθαιρεσία ή εκμετάλλευση. Ο
εαυτός μας, σαν μέρος του κοινωνικού συνόλου, έχει δικαιώματα, όμως την ίδια
στιγμή θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι και ο κάθε ένας από το υπόλοιπο κοινωνικό
σύνολο έχει τα ίδια δικαιώματα με μας και αυτά πρέπει να είναι όχι μόνο
σεβαστά, αλλά και απαραβίαστα.
Όμως, παρά τη σπουδαιότητα αυτού του
κανόνα, ο Κύριος δε σταματά ως εδώ, γιατί δε θέλει η οποιαδήποτε καλή πράξη μας
να είναι πράξη συναλλαγής. Δε θέλει η οποιαδήποτε προσφορά μας να στηρίζεται
στην ελπίδα της ανταπόδοσης. Παρά το ότι με βάση τη λογική είναι όχι μόνο
επιτρεπτό, αλλά και αναμενόμενο όταν δίνω να περιμένω και να πάρω, εντούτοις,
για τον Ιησού εξακολουθεί να φέρει τη σφραγίδα της ατέλειας και άρα να είναι
ακόμα και τρόπος ζωής των αμαρτωλών ανθρώπων. Ο άνθρωπος, όμως, θα πρέπει να
επιστρέψει στο δρόμο της τελειότητας έχοντας σαν πρότυπο το Θεό και όχι τους
ανθρώπους.
Αυτή η αγάπη αποτελεί, κατά τον Απόστολο
Παύλο, το σύνδεσμο της τελειότητας. «Επί πάσι δε τούτοις την αγάπην, ήτις εστί
σύνδεσμος της τελειότητας» (Κολ. Γ΄ ικ). Δηλαδή, πάνω απ’ όλα, να έχετε την
αγάπη, που είναι ο σύνδεσμος όλων και οδηγεί στην τελειότητα και αυτή η αγάπη,
είναι πάνω απ’ όλα υπέρβαση του εαυτού μας και θυσία. Μια υπέρβαση και μια
θυσία που δε μας φέρνει μόνο πιο κοντά στο συνάνθρωπο, αλλά μας φέρνει και πιο
κοντά στο Θεό.
Αυτή την υπέρβαση του εαυτού μας, μας
υπέδειξε σήμερα ο Κύριος λέγοντάς μας: «Πλην αγαπάτε τους εχθρούς υμών
αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες». Μια υπέρβαση που μας εξυψώνει
και μας καθιστά υιούς του Υψίστου. Κατά χάριν υιούς του θεού. Γιατί, σαν
μιμητές του, αυτή την αγάπη δεν την περιορίζουμε σε συγγενείς, φίλους,
ομόθρησκους ή και ομοεθνείς αλλά την επεκτείνουμε σε όλους, ακόμα και τους
εχθρούς. Γιατί μπορεί στην ανάγκη να βοηθήσουμε κάποιον που μας έβλαψε, όμως
είναι ακόμα πιο δύσκολο να τον αγαπήσουμε.
Κι όμως, αδελφοί μου, αυτό το δύσκολο μεν,
αλλά όχι και ακατόρθωτο, ζητά σήμερα ο Κύριος από μας. Μέσα από αυτή την
υπέρβαση του εαυτού μας θα υψωθούμε πάνω από την οποιαδήποτε αδυναμία μας. Με
τον τρόπο αυτό θα μπορούμε να αναγνωρίσουμε στον κάθε άνθρωπο τη δυνατότητα να
κάνει λάθος ή λάθη. Δική μας υποχρέωση είναι να δείξουμε στη συνέχεια κατανόηση
και να προσφέρουμε τη συγχώρεση. Αν το καταφέρουμε αυτό τότε έχουμε καλύψει το
μισό δρόμο. Το υπόλοιπο μισό θα καλυφτεί όταν από τη συγχώρηση προχωρήσουμε
στην προσφορά και τη θυσία. Με τον τρόπο αυτό θα νιώσουμε τη χαρά της
υιοθεσίας, αφού έχουμε προς τούτο μιμηθεί το Θεό. Ας γίνουμε, λοιπόν, κι εμείς
οικτίρμονες – σπλαχνικοί, όπως οικτίρμων σπλαχνικός είναι ο Θεός Πατέρας μας.
Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου