11 Ιουλ 2015

Ερμηνεία Παλαιάς Διαθήκης –Προφήτης Ησαΐας (12ον) – (Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμία)

          IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
Δημητσάνα, Παρασκευή 10 Ἰουλίου 2015
ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ

(Ἡ ἑρμηνεία παρά τήν συντομία της καί τήν ἁπλότητά της εἶναι ἐπιστημονική)
Ἡ ἐργασία αὐτή προσφέρεται στούς ἀναγνῶστες σέ συνέχειες ἑκάστη Δευτέρα καί Παρασκευή διά ἐξεύρεση λαθῶν ἐκ μέρους τους καί ἐνημέρωσή μας πρός διόρθωση, πρίν ἀπό τήν τελική δημοσίευση τοῦ ἔργου.
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ἡ περικοπή μας αὐτή εἶναι ὁ πρῶτος θρῆνος γιά τήν καταστροφή τῆς Μωάβ, γιατί στήν ἑνότητα τῶν κεφ. 15-16, τῶν ἀναφερομένων στήν Μωάβ, ἔχουμε καί δεύτερο θρῆνο (16,6-12). Ὁ θρῆνος τοῦ προφήτου γιά τήν Μωάβ δικαιολογεῖται, γιατί οἱ Ἰουδαῖοι ἦταν συγγενεῖς μέ τούς Μωαβῖτες (βλ. Γεν. 19,30-38). Στό ποίημα αὐτό ἀκοῦμε για τίς κατεστραμμένες, τήν μία μετά τήν ἄλλη, πόλεις τῆς Μωάβ, ἀναφερομένων τῶν πόλεων αὐτῶν ἀπό Νότον πρός Βορρᾶν (στίχ. 1 ἑξ.). Ἀκόμη στήν περικοπή μας ἐδῶ ἀκοῦμε τόν γοερό θρῆνο τῆς ἰδίας τῆς Μωάβ γιά τό κακό πού τῆς συνέβηκε (στίχ. 2.4.8), ἐκφράζουν δέ οἱ ἄνδρες της τήν θλίψη τους αυτή, ὅπως συνηθιζόταν τότε, μέ τό ξύρισμα τῶν κεφαλῶν τους, μέ τήν κοπή τῶν γενείων τους (στίχ. 2) καί μέ τήν περιβολή σάκκων (στίχ. 3). Ὁ προφήτης θρηνεῖ ἀκόμη γιατί βλέπει τούς φυγάδες Μωαβῖτες νά ἐγκαταλείπουν τήν πάτρια γῆ τους καί νά ζητοῦν καταφύγιο γιά τήν σωτηρία τους (στίχ. 5), φέροντες μαζί τους καί ὅ, τι μποροῦσαν νά μεταφέρουν ἀπό τά ὑπάρχοντά τους (στίχ. 7). Δέν μποροῦμε νά ποῦμε πότε ἀκριβῶς χρονολογικά συνέβηκε ἡ καταστροφή τῆς Μωάβ στήν ὁποία ἀναφέρεται ἡ περικοπή μας. Πιθανόν ἐπί Ἰεροβοάμ Β´ (βλ. Δ´ Βασ. 14,25) ἤ, κατά ἄλλους, τό ἔτος 650 π.Χ., ὅταν στήν χώρα τῆς Μωάβ εἰσέβαλαν ἀραβικές φυλές καί τήν κατέστρεψαν.
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
15,1Προφητεία κατά τῆς Μωάβ:
Νύκτα θά καταστραφεῖ ἡ Μωάβ,
γιατί νύκτα θά καταστραφεῖ τό τεῖχος της.
2Λυπηθεῖτε γιά τούς ἑαυτούς σας (ὦ Μωαβῖτες),·
γιατί ἀκόμη καί ἡ Δηβών, στήν ὁποία βρίσκεται ὁ βωμός σας,
θά καταστραφεῖ.
Ἐκεῖ θά ἀνεβεῖτε γιά νά κλαίετε.
Κλάψτε γοερά γιά τήν Ναβαῦ τήν Μωαβίτιδα (πόλη),
ἄς ξυριστοῦν ὅλες οἱ κεφαλές,
ἄς πληγωθοῦν (μέ ἐντομές) ὅλα τά χέρια.
3Ζωστεῖτε μέ σάκκους στίς πλατεῖες της,
κλάψτε μέ κοπετούς στά δώματά της
στίς πλατεῖες της καί στούς δρόμους της,
θρηνῆστε ὅλοι γοερά.
4Γιατί φώναξε δυνατά ἡ Ἐσεβών καί ἡ Ἐλεαλή,
μέχρι τήν Ἰασσά ἀκούστηκε ἡ φωνή τους.
Φωνάζουν λοιπόν δυνατά τά σωθικά τῆς Μωαβίτιδος χώρας,
τό γεύεται ἡ ψυχή της.
5Ἡ καρδιά τῆς χώρας τῆς Μωάβ βοᾶ μέσα της
(καί φθάνει ἡ κραυγή της) μέχρι τήν Σηγώρ,
γιατί εἶναι μιά δάμαλη τριετής.
Στήν ἀνηφοριά δέ τῆς Λουείθ
θά ἀναβαίνουν σέ σένα κλαίοντες
ἀπό τόν δρόμο Ἀρωνιείμ
καί θά φωνάζουν: «Καταστροφή καί ταραχή»!
6Τό νερό τῆς Νεμηρείμ θά ἐρημωθεῖ
καί τό χορτάρι της θά ξηραθεῖ,
γιατί δέ θά ὑπάρχει (σ᾽ αὐτή) χλωρό χορτάρι.
7Ἀλλά μήπως πρόκειται νά τελειώσει ἔτσι (ἡ Μωάβ);
(Ὄχι) Γιατί θά φέρω στήν κοιλάδα Ἄραβες καί θά τήν καταλάβουν.
8Ἔτσι, ἔφθασε ἡ βοή στό ὅριο τῆς χώρας τῆς Μωάβ
(ἀκόμη) μέχρι τήν Ἀγαλείμ
καί ὁ ὀλολυγμός της μέχρι τό φρέαρ τοῦ Αἰλείμ.
9Τό δέ νερό τοῦ Ρεμμών θά γεμίσει ἀπό αἷμα,
γιατί θά φέρω Ἄραβες ἐναντίον τῆς Ρεμμών
καί θά ἐξαλείψω τό σπέρμα τῆς Μωάβ
καί τήν Ἀριήλ καί τό κατάλοιπο τῆς Ἀδαμά. α
α Ἐπειδή τό Ἑβραϊκό κείμενο τῆς περικοπῆς αὐτῆς σημειώνει σημαντικές διαφορές, διά τοῦτο παραθέτουμε ὁλόκληρο καί αὐτό:
15,1Προφητεία περί τῆς Μωάβ: Ἡ Ἄρ τῆς Μωάβ κυριεύθηκε, καταστράφηκε σέ μία νύκτα! Ἡ Κίρ τῆς Μωάβ κυριεύθηκε, καταστράφηκε σέ μία νύκτα! 2Ἡ Δαιβών ἀνέβηκε στόν ναό της, στούς ὑψηλούς τόπους της γιά νά κλάψει· Ἡ Μωάβ κλαίει γοερά γιά τήνΝεβώ καί τήν Μεδεβά. Ὅλες οἱ κεφαλές εἶναι ξυρισμένες καί ὅλα τά γένεια εἶναι κομμένα.
3Στούς δρόμους εἶναι περιζωσμένοι σάκκους·στά δώματα καί στίς πλατεῖες ὅλοι θρηνοῦν μέ δάκρυα πού πέφτουν κατά γῆς. 4Ἡ Ἐσεβών καί ἡ ᾽Ελεαλή κλαῖνε γοερά, οἱ φωνές τους ἀκούγονται σ᾽ ὅλο τόν δρόμο πρός τήν Ἰασσά. Γι᾽ αὐτό κραυγάζουν οἱ ὁπλοφόροι ἄνδρες τῆς Μωάβ καί οἱ καρδιές τους εἶναι λιποθυμισμένες. 5Ἡ καρδιά μου κραυγάζει γιά τήν Μωάβ, οἱ φυγάδες της πέταξαν μέχρι τήν Σηγώρ καί μέχρι τήν Ἀγλάθ Σελισία. Ἀνεβαίνουν τόν δρόμο πρός τήν Λουείδ, προχωροῦν κλαίοντες·στόν δρόμο πρός τήν Χωροναΐμ αὐτοί κλαίουν τήν καταστροφή τους. 6Τά νερά τῆς Νιμρίμ στέρεψαν καί τό χορτάρι ξεράθηκε·ἡ χλόη μαράθηκε καί τίποτε τό πράσινο δέν ἀπέμεινε. 7Ἔτσι, τόν πλοῦτο πού ἀπέκτησαν καί συγκέντρωσαν αὐτοί τόν μεταφέρουν μακρυά, πέρα ἀπό τήν κοιλάδα τῶν Ἰτεῶν. 8Οἱ κραυγές τους ἠχοῦν κατά μῆκος τῶν συνόρων τῆς Μωάβ, οἱ ὀλολυγμοί τους φτάνουν μέχρι τήν Ἐγλαΐμ, ὁ θρῆνος τους μέχρι τήν Βήρ-Αἰλίμ. 9Τά νερά τῆς Δειμών γέμισαν αἵματα, ἀλλά θά φέρω κατά τῆς Δειμών ἀκόμη περισσότερα: Ἕνα λιοντάρι γιά τούς διασωθέντας ἀπό τήν Μωάβ καί γιά ἐκείνους πού παρέμειναν στήν χώρα.
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
15,1-16,14. Κατά τῆς Μωάβ (Ἰεζ. 25,8-11. Ἀμ. 2,1-3). Ἡ ἐδῶ προφητεία καί τό κεφ. 31 τοῦ Ἱερεμίου [Ἑβρ. 48] θεωροῦνται ὡς δύο ἐπεξεργασμένα κείμενα τῆς ἰδίας προφητείας περί τῆς περιφρονημένης Μωάβ (Γεν. 19,30-37), ἡ ὁποία κεῖται κατά γῆς ὑπό τά πλήγματα ἑνός ἰσχυροῦ εἰσβολέως (πιθανόν τοῦ βασιλέως τῆς Ἀσσυρίας), βλ. στίχ. 1-9. Ἀπό τούς ἑρμηνευτές δέν γίνεται παραδεκτή ἡ ἡσαΐεια προέλευση τῶν ποιημάτων τῶν κεφ. μας. Μερικοί νομίζουν ὅτι πρόκειται γιά παλαιότερες προφητεῖες τοῦ Ἡσαΐου, οἱ ὁποῖες ἐφαρμόζονται σ᾽ αὐτήν τήν ἐποχή (βλ. τό συμπέρασμα σέ πεζό λόγο τῶν στίχ. 13-14). Ἄλλοι ὅμως χρονολογοῦν τά ἐδῶ ποιήματα ἤ μερικά ἀπό αὐτά σέ ἐποχή μετέπειτα τοῦ Ἡσαΐου. 15,1 ἑξ. Ἡ ἐρήμωση ἔφθασε σέ ὅλη τήν χώρα τῆς Μωάβ, πού οἱ κύριες πόλεις της μνημονεύονται στούς στίχ. 1-4, ἀναφερόμενες γενικά ἀπό τόν Νότο πρός Βορρᾶ, ἀπό τήν Κίρ μέχρι τήν Ἐσεβών καί Ἐλεαλή, στά βόρεια τῆς Νεβώ καί τῆς Μεδεβά. 15,5-9. Οἱ στίχ. περιγράφουν τήν φυγή τῶν κατοίκων πρός τόν νότο. Ἡ μνεία τῆς Σηγώρ (ἑβρ. «Τσω῾άρ») στόν στίχ. 5 πιθανόν νά γίνεται γιά νά ὑπενθυμίσει τήν φυγή τοῦ Λώτ, τοῦ προγόνου τῶν Μωαβιτῶν (Γεν. 19,22.23). 15,8. Τά νέα τῆς καταστροφῆς φθάνουν μέχρι τήν χώρα τῶν Ἀμμωνιτῶν. 15,9. Ρεμμών. Ἑβρ. «Διμών», εἶναι ἴσως παραλλαγή τοῦ «Διβών»,  βλ. στίχ. 2, λεγόμενο ἐδῶ «Διμών», γιατί ὑπενθυμίζει τήν ἰδέα τοῦ αἵματος, ἑβρ. «ντάμ».
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ἡ σκηνή ἐδῶ ἀλλάζει καί μεταφέρεται στήν μωαβίτιδα πόλη Σελλά, ὅπου εἶχαν συγκεντρωθεῖ οἱ φυγάδες Μωαβῖτες. Αὐτοί ἀπό ἐκεῖ στέλνουν «ἀρνί» ἤ «ἀρνιά» στόν βασιλέα τῆς Ἰουδαίας (βλ. στίχ. 1 κατά τό Ἑβρ.), ὡς τόν κεκανονισμένο φόρο τους σ᾽ αὐτόν (βλ. Δ´ Βασ. 3,4) καί, περιγράφοντάς του τήν οἰκτρή τους κατάσταση (στίχ. 2), τοῦ ζητοῦν προστασία καί καταφύγιο στήν χώρα του (στίχ. 3.4α). Γιά νά κάνουν ἀκουστό ἀπό τούς Ἰουδαίους τό αἴτημά τους οἱ Μωαβῖτες παρουσιάζονται ἐδῶ ὅτι ἔχουν τήν ἰδία προσδοκία μέ αὐτούς, ὅτι δηλαδή καί αὐτοί ἀναμένουν τόν ἀπόγονο τοῦ Δαυΐδ δίκαιο κριτή, τόν Μεσσία (στίχ. 5). Αὐτή ἡ μεσσιακή ἐλπίδα τῶν Μωαβιτῶν πρέπει νά δημιουργήθηκε σ᾽ αὐτούς κατά τά χρόνια πού ἦταν ὑπό τήν κυριαρχία τοῦ Δαυΐδ, ἀλλά καί ἀργότερα, ὅταν ἤρχοντο στίς στέψεις Ἰουδαίων βασιλέων, θά ἄκουαν στούς σχετικούς ἐνθρονιστήριους λόγους περί τοῦ ἰδανικοῦ Βασιλέως καί Κριτοῦ, τοῦ ἀπό τήν γεννεά τοῦ Δαυΐδ ἀναμενομένου Μεσσία. Τό αἴτημα ὅμως τῶν Μωαβιτῶν ἀπερρίφθη ἀπό τούς Ἰουδαίους, λόγω τῆς ἀλαζονείας τους καί λόγω τῆς διπλοπροσωπίας τους (στίχ. 6).
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
16,1 Θά ἀποστείλω (τούς καταδιωκομένους Μωαβῖτες)
 σάν ἑρπετά στήν γῆ·
(ἄς καταφύγουν στήν Ἰουδαία, γιατί)
δέν εἶναι τό ὄρος τῆς θυγατρός Σιών
 ἔρημος βράχος (ὅπως τό περιφρονοῦν).
2 Θυγατέρα τῆς Μωάβ, θά γίνεις σάν ἕνα μικρό πουλί,
πού πάρθηκε ἀπό ἁρπακτικό πετεινό·
Ἀλλά ἐσύ (πόλη) Ἀρνῶν, θά πάθεις τά περισσότερα. 
3 (Πρός τήν Ἰουδαία:) Φρόντισε,
γίνε γιά πάντα προστασία (τῆς Μωάβ) στό πένθος της·
φεύγουν μεσημβρινή ὥρα, σάν σέ σκοτάδι.
Ἔχασαν τά λογικά τους, μήν τούς περιφρονήσεις.
4. Θά παροικήσουν σέ σένα οἱ ἐξόριστοι τῆς Μωάβ·
(δέξου τους, γιατί) θά σοῦ γίνουν προστασία ἀπό τόν διώκτη σας·
διαλύθηκε ἡ συμμαχία σου,
καί χάθηκε ὁ ἄρχοντας
πού καταπατοῦσε τήν γῆ.
5 Θά στηθεῖ ἕνας θρόνος μέ ἔλεος
καί θά καθήσει σ᾽ αὐτόν, στήν σκηνή τοῦ Δαυΐδ,
κριτής μέ ἀλήθεια, πού θά ζητεῖ τό δίκαιο
καί θά ἀποδίδει δικαιοσύνη.
6 (Οἱ Ἰουδαῖοι:) Ἀκούσαμε τήν ὑπερηφάνεια τῆς Μωάβ,
εἶναι πολύ ὑβρίστρια.
Ἀπέκοψες τήν ὑπερηφάνειά της,
οἱ μαντεῖες σου (Μωάβ) δέν θά εἶναι καλές. α
α. Ἐπειδή τό Ἑβραϊκό κείμενο τῆς περικοπῆς αὐτῆς σημειώνει σημαντικές διαφορές, διά τοῦτο παραθέτουμε καί αὐτό:
16,1 Στεῖλτε ἀρνί πρός τόν ἄρχοντα τῆς γῆς ἀπό τήν Σελλά, διά τῆς ἐρήμου, πρός τό ὄρος τῆς θυγατέρας τῆς Σιών. 2 Σάν πετόμενα πτηνά τά διωγμένα ἀπό τήν φωλιά ἔτσι εἶναι οἱ θυγατέρες τῆς Μωάβ στίς διαβάσεις τοῦ Ἀρνών. 3 Δῶσε μας συμβουλή, πᾶρε μιά ἀπόφαση. Κᾶνε τήν σκιά σου βαθειά σάν νύκτα στό καταμεσήμερο. Κρῦψε τούς φυγάδες, μή προδώσεις τούς πλανώμενους. 4 Ἄφησε οἱ Μωαβῖτες φυγάδες νά μείνουν κοντά σου, γίνε τό καταφύγιό τους ἀπό τόν καταστροφέα. Ὁ καταπιεστής θά ἐκλείψει, ἡ καταστροφή θά παύσει, ὁ ἐπιδρομέας θά ἀφανισθεῖ ἀπό τήν γῆ. 5 (Τότε) θά στερεωθεῖ ἕνας θρόνος βασισμένος στήν ἀγάπη καί θά καθήσει σ᾽ αὐτόν ἕνας μέ πιστότητα, ἕνας ἀπό τόν οἶκο τοῦ Δαυΐδ, κριτής πού ζητᾶ τό δίκαιο καί εἶναι γρήγορος στό νά ἀποδώσει τήν δικαιοσύνη. 6 Ἀκούσαμε γιά τήν ὑπερηφάνεια τῆς Μωάβ, γιά τήν πολλή της ὑπερηφάνεια καί ἀλαζονεία, γιά τήν ὑπεροψία της καί τήν αὐθάδειά της, ἀλλά οἱ κομπασμοί της εἶναι μάταιοι.  
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
16,1. Δύσκολο κείμενο καί διαφόρως ἑρμηνευόμενο. Φαίνεται ὅτι οἱ Μωαβῖτες, ἀπειλούμενοι ἀπό κάποια ἐπιδρομή, ζητοῦσαν νά τεθοῦν ὑπό τήν προστασία τοῦ βασιλέως τοῦ Ἰούδα καί νά βροῦν σ᾽ αὐτόν καταφύγιο. Τό «ἀρνί», γιά τό ὁποῖο ὁμιλεῖ κατά τό Ἑβρ. ὁ στίχ. μας, ἦταν σημεῖο ὑποταγῆς, βλ. Δ´ Βασ. 3,4. Μεταφράζοντας ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος «στεῖλε, Κύριε, τό ἀνώτατο Ἀρνίο τῆς γῆς» προτείνει γι᾽ αὐτήν τήν περικοπή μία μεσσιανική ἑρμηνεία. – Πέτρα. Τό ἀντίστοιχο Ἑβρ. κείμενο ὁμιλεῖ γιά τήν Σελλά, ἡ ὁποία ἑρμηνεύεται «βράχος» καί μερικές φορές ταυτίζεται πράγματι μέ τήν σημερινή Πέτρα, κειμένη στήν χώρα τῆς Ἐδώμ. Οἱ φυγάδες ἔστειλαν ἀπό τήν προσωρινή τους διαμονή ἔκληση πρός τήν Ἱερουσαλήμ γιά βοήθεια. 16,3. Βουλεύου. Οἱ στίχ. 3-4α ἀναφέρουν τήν ἱκεσία τῶν φυγάδων τῆς Μωάβ, πού ζητοῦν ἀπό τούς Ἰουδαίους νά τούς δεχθοῦν. Γιά νά στηρίξουν τό αἴτημά τους, ἐκφράζουν στούς στιχ. 4β-5, πού ἀκολουθοῦν, τήν ἐμπιστοσύνη τους στό μέλλον τοῦ Ἰσραήλ, κυρίως στήν σταθερότητα τοῦ θρόνου τοῦ Δαυΐδ, θεμελιωμένου στίς ὑποσχέσεις τίς ὁποῖες πολύ συχνά κήρυττε ὁ Ἡσαΐας. 16,4α. Ὁ ἄρχων ἀπώλετο. Ἡ πρόταση αὐτή καί κατά τό Ἑβρ. φαίνεται ὡς ἀσύνδετη μέ τό προηγούμενο νόημα, γι᾽ αὐτό καί προτείνουν νά τήν νοήσουμε ὡς «μέχρι νά ἐκλείψει ὁ κατακτητής, μέχρι νά παύσει ἡ καταστροφή». Δηλαδή, ζητοῦν οἱ φυγάδες Μωαβῖτες προστασία καί καταφύγιο στήν χώρα τοῦ Ἰούδα (στίχ. 3.4α) μέχρις ὅτου φύγει ὁ ἐπιδρομέας πού εἰσέβαλε στήν γῆ τους. Καμμία ὅμως μαρτυρία κειμένου δέν εὐνοεῖ αὐτή τήν ἑρμηνεία. 16,6. Ὁ στίχ. αὐτός φαίνεται ὅτι μεταφέρει τήν ἀπάντηση τῶν Ἰουδαίων στούς Μωαβῖτες. Λόγω τῆς ὑπερηφανείας τῆς Μωάβ, ἀπορρίπτεται ἡ αἴτησή της.
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ἡ περικοπή αὐτή ἐδῶ εἶναι ἕνας ἄλλος πάλι θρῆνος γιά τήν Μωάβ. Μποροῦμε ὅμως νά ποῦμε ὅτι ἡ περικοπή μας εἶναι συνέχεια τοῦ πρώτου θρήνου τοῦ κ. 15, ὁ ὁποῖος διακόπηκε ἀπό τήν περικοπή 16,1-6, στήν ὁποία, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως, οἱ Μωβῖτες ζήτησαν βοήθεια ἀπό τούς Ἰουδαίους γιά τήν συμβάσα εἰσβολή τοῦ ἐχθροῦ. Στήν περικοπή μας οἱ Μωαβῖτες θρηνοῦν γιά τήν καταστροφή τῆς ὄμορφης χώρας τους, γιά τήν τέλεια ἐρήμωσή της (στίχ. 7.9.11). Χάθηκαν οἱ σταφιδόπιττες τῆς Κίρ Ἀρέσεθ (στίχ. 7), μαράθηκαν τά λιβάδια τῆς Ἐσεβών καί τά ἀμπέλια τῆς Σιβμά· τά ποδοπάτησε ὅλα ὁ κατακτητής (στίχ. 8). Σώπασαν καί τά τραγούδια τῆς χαρᾶς πού ἀκούονταν κατά τόν τρυγητό (στίχ. 10). Ἄς μή προσεύχεται ἡ Μωάβ στούς ὑψηλούς τόπους, γιατί δέν πρόκειται νά εἰσακουσθεῖ (στίχ. 12). Ἡ ἀρχαιολογία μαρτυρεῖ τήν συμβάσα καταστροφή, γιατί στήν Ἐσεβών βρέθηκαν καταστραμένα πιεστήρια σταφυλιῶν. 
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
16,7 Θά κλαύσει μέ κραυγές ἡ Μωάβ,
ὅλοι στήν Μωαβίτιδα χώρα θά θρηνήσουν γοερά.
Ὅσοι ὅμως κατοικοῦν τήν Σέθ θά φροντίσεις γι᾽ αὐτούς
καί δέν θά ἐντραπεῖς.
8 Οἱ πεδιάδες τῆς Ἐσεβών θά πενθήσουν
οἱ ἀμπελῶνες τῆς Σεβαμά.
(Ἀσσύριοι) πού καταπίνετε τά ἔθνη
καταπατῆστε τούς ἀμπελῶνες της μέχρι τήν Ἰαζήρ.
Μή κάνετε συνθήκη (μαζί της),
προχωρεῖτε πρός τήν ἔρημο.
Οἱ ἀπεσταλμένοι (πρέσβεις τους) ἐγκαταλείφθηκαν,
διάβηκαν τήν ἔρημο.
9 Γι᾽ αὐτό θά κλαύσω γιά τούς ἀμπελῶνες τῆς Σαβαμά
σάν τόν κλαυθμό τῆς Ἰαζήρ.
Ἐσεβών καί Ἐλεαλή κατέρριψαν τά δένδρα σου,
γιατί θά καταπατήσω στήν σοδειά τοῦ θέρους καί τοῦ τρυγητοῦ
καί ὅλα θά καταπέσουν.
10 Ἡ εὐφροσύνη καί ἡ χαρά θά ἀφαιρεθεῖ ἀπό τούς ἀμπελῶνες σου,
δέν θά χαίρονται καθόλου στούς ἀμπελῶνες σου
καί δέν θά πατοῦν καθόλου οἶνο στούς κάδους,
γιατί ἔπαυσε (ὁ τρυγητός).
11 Γι᾽ αὐτό καί ἡ καρδιά μου θά ἠχήσει σάν κιθάρα γιά τήν Μωάβ
καί τά ἐντός μου τά ἀνακαίνισες σάν τεῖχος.
12 Καί θά συμβεῖ πρός ἐντροπή σου
(γιατί κοπίασε ἡ Μωάβ γιά τούς βωμούς)
τό ὅτι θά εἰσέλθει στά εἴδωλά της, γιά νά προσευχηθεῖ,
ἀλλά αὐτά δέν θά μποροῦν νά τήν σώσουν. α
α. Ἐπειδή τό Ἑβραϊκό κείμενο τῆς περικοπῆς αὐτῆς σημειώνει σημαντικές διαφορές, διά τοῦτο παραθέτουμε καί αὐτό:
16,7 Γι᾽ αὐτό οἱ Μωαβῖτες θρηνοῦν γιά τήν Μωάβ, θρηνοῦν ὅλοι μαζί γιά τήν Μωάβ. Θρῆνος καί κλάμματα γιά τίς σταφιδόπιττες τῆς Κίρ Ἀρέσεθ.  8 Τά λιβάδια τῆς Ἐσεβών μαραίνονται, καί τά ἀμπέλια τῆς Σιβμά ἐπίσης. Οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν ποδοπάτησαν τά ἐκλεκτά ἀμπέλια, πού ἔφταναν μέχρι τήν Ἰαζήρ καί ξαπλώνονταν μέχρι τήν θάλασσα. 9 Γι᾽ αὐτό θρηνῶ, ὅπως θρηνεῖ ἡ Ἰαζήρ γιά τίς ἀμπέλους τῆς Σιβμά. Ἐσεβών καί Ἐλεαλή σέ βρέχω μέ τά δάκρυά μου. Ἡ πολεμική κραυγή ξέσπασε πάνω στούς θερινούς σου καρπούς καί στόν θερισμό σου. 10 Ἡ χαρά καί ἡ ἀγαλλίαση ἔφυγαν ἀπό τήν δενδρόφυτο γῆ σου, δέν ἀκούονται ἄσματα οὔτε φωνές στούς ἀμπελῶνες σου, κανένας πατητής δέν πατάει οἶνο στούς ληνούς σου, σίγησα τίς χαρούμενες φωνές. 11 Ἡ καρδιά μου κλαίει γιά τήν Μωάβ σάν κιθάρα καί τά σωθικά μου γιά τήν Κίρ Ἀρές. 12 Καί θά συμβεῖ, νά δοῦν τούς Μωαβῖτες, νά ἔλθουν κουρασμένοι στούς ὑψηλούς τόπους γιά νά προσευχηθοῦν, ἀλλά δέν θά ὠφεληθοῦν.
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
16,6-12. Μία περιγραφή τῆς καταστροφῆς, ἰδιαίτερα τῆς καταστροφῆς τῶν ἀμπελώνων (βλ. καί Ἱερ. 31 [Ἑβρ. 48] 29-33)16,7. Κίρ - Ἀρέσεθ, ὅπως καί ἡ Κίρ Ἀρές (στίχ. 11) πρέπει νά ταυτισθεῖ μέ τήν Κίρ Μωάβ (Κεράκ) (15,1· βλ. Δ´ Βασ. 3,25). – Τά γεωγραφικά ὀνόματα πού ἀκολουθοῦν, ἀπό τήν Ἐσεβών μέχρι τήνἘλεαλή, εἶναι συγκεντρωμένα στήν περιοχή βορείως στήν Μωάβ, εὐνοϊκή γιά τόν οἶνο. 16,9-10. Οἱ στίχ. αὐτοί περιγράφουν τήν καταστροφή τήν προξενηθεῖσα ὑπό τοῦ εἰσβολέως σέ καιρό θερισμοῦ. 16,9. Κατά τό Ἑβρ. πρόκειται γιά τήν κραυγή τῶν τρυγητῶν. Κατ᾽ ἄλλους πρόκειται γιά τήν κραυγή τοῦ πολέμου, ἀλλά οἱ ἀκόλουθοι στίχ. εὐνοοῦν τήν πρώτη ἑρμηνεία.
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Οἱ δύο αὐτοί στίχ. εἶναι μία προσθήκη σέ πεζό λόγο γραμμένη, ἡ ὁποία, ὅπως φαίνεται, θέλει νά βεβαιώσει τήν προφητεία περί τῆς Μωάβ καί νά ἀναγγείλει τήν πολύ σύντομη ἐκπλήρωσή της (βλ. 15,1 ἑξ.): Σέ τρία ἔτη! Πρόκειται περί ἀκριβοῦς ὑπολογισμοῦ.
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
16,13 Αὐτή εἶναι ἡ προφητεία πού ἐλάλησε ὁ Κύριος γιά τήν Μωάβ, πού τήν εἶπε πρίν ἀπό πολύ καιρό. 14 Καί τώρα λέγω: Σέ τρία ἔτη, ἔτη μισθωτοῦ (πού λογαργιάζει καλά), θά ἀτιμασθεῖ ἡ δόξα τῆς Μωάβ μέ ὅλο τόν μεγάλο της πλοῦτο· θά ἀπομείνει λιγοστή καί ὄχι ἔντιμη. α
α Κατά τό Ἑβρ. κείμενο ἡ περικοπή μας ἔχει:
16,13 Αὐτός εἶναι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, πού ἐλάλησε γιά τήν Μωάβ, πρίν ἀπό πολύ καιρό. 14 Ἀλλά τώρα ὁ Κύριος λέγει: «Σέ τρία ἔτη, ἀριθμουμένων ὡς ἔτη μισθωτοῦ, ἡ δόξα τῆς Μωάβ θά περιφρονηθεῖ καί ὅλος ὁ μέγας πληθυσμός της· καί αὐτοί πού θά ἐπιζήσουν, θά εἶναι πολύ λίγοι καί ὄχι ἰσχυροί».
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)

16,14. Αὐτή ἡ προσθήκη σέ πεζό λόγο μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωση μιᾶς παλαιᾶς προφητείας, τῆς ὁποίας ἐδῶ ἀναγγέλλεται ἡ ἀκριβής ἐκπλήρωση, βλ. σχόλ. εἰς 15,1. Ἐν τρισίν ἔτεσιν ἐτῶν μισθωτοῦ. Σέ σύντομο διάστημα, παρά τήν μεσολαβήσασα εὐημερία, ἡ Μωάβ πάλι θά ἐρημωθεῖ. Ὁ χρόνος ἐκπληρώσεως τῆς προφητείας θά εἶναι πολύ σύντομος, τρία ἔτη, διότι τόσο διαρκοῦσε ἡ ὑπηρεσία τοῦ μισθωτοῦ (βλ. Δευτ. 15,18, ὅπου λέγεται γιά ὑπηρεσία ἕξι ἐτῶν, πού τήν λέγει διπλῆ ἀπό τήν ἀπαιτουμένη γιά ἕνα μισθωτό ἄνδρα). Ὁ ἴδιος ὅρος περιόδου τριῶν ἐτῶν ὑπηρεσίας εὑρίσκεται στόν Κώδικα τοῦ Χαμουραμπί (J. Prichard, Ancient Near Eastern Texts 170-171,117). ἔκφραση δέ «ἐτῶν μισθωτοῦ» σημαίνει γενικά χρόνο ἀκριβῶς ὅσος ὁρίζεται γιά τόν μισθωτό ἐργάτη καί ὄχι «περίπου», διότι μισθωτός ἐργάτης ὑπολογίζει ἀκριβῶς τόν χρόνο τῆς ἐργασίας του

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου