18 Μαΐ 2015

Ερμηνεία Παλαιάς Διαθήκης (ΙΔ΄) – (Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμία)



           IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
Δημητσάνα, Δευτέρα 18 Μαΐου 2015
(Ἡ ἑρμηνεία παρά τήν συντομία της καί τήν ἁπλότητά της εἶναι ἐπιστημονική)
Ἡ ἐργασία αὐτή προσφέρεται στούς ἀναγνῶστες σέ συνέχειες ἑκάστη Δευτέρα καί Παρασκευή διά ἐξεύρεση λαθῶν ἐκ μέρους τους καί ἐνημέρωσή μας πρός διόρθωση, πρίν ἀπό τήν τελική δημοσίευση τοῦ ἔργου.
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)

Ὁ Ἰωσήφ, μή μπορώντας πλέον νά συγκρατήσει τά δάκρυα, ἔδωσε ἐντολή νά φύγουν ἀπό μπροστά του ὅλοι οἱ Αἰγύπτιοι καί φανέρωσε ποιός εἶναι στούς ἀδελφούς του, οἱ ὁποῖοι ἐξεπλάγησαν (στίχ. 1-4). Εἶπε δέ σ᾽ αὐτούς νά μή λυποῦνται γιά τήν πράξη τους νά τόν πωλήσουν ὡς δοῦλο, ἐπειδή ἡ περιπέτειά του ἦταν μέσα στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ λαοῦ τους ἀπό τόν λιμό. Γιατί θά ἀκολουθοῦσαν ἀκόμη ἄλλα πέντε ἔτη λιμοῦ καί δέν θά ὑπῆρχε τροφή γιά νά ζήσουν (στίχ. 5-8). Τούς κάλεσε δέ νά σπεύσουν νά ἐπιστρέψουν στόν πατέρα τους καί νά κατέβουν ὅλοι μαζί στήν Αἴγυπτο γιά νά ζήσουν ἐκεῖ (στίχ. 9-13).
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
45,1Τότε ὁ Ἰωσήφ δέν μποροῦσε πιά νά κρατήσει τόν ἑαυτό του μπροστά σ’ ὅλους τούς ἀκολούθους του καί εἶπε: «Διῶξτε ὅλους ἀπό μπροστά μου». Ἔτσι δέν ἔμεινε κανένας μαζί μέ τόν Ἰωσήφ, ὅταν αὐτός ἀποκαλυπτόταν στούς ἀδελφούς του. 2Τότε αὐτός ἔκλαψε μέ δυνατό κλάμα· καί τόν ἄκουσαν ὅλοι οἱ Αἰγύπτιοι, τό πληροφορήθηκε δέ καί ὁ οἶκος τοῦ Φαραώ.
3Καί εἶπε ὁ Ἰωσήφ στά ἀδέλφια του: «Ἐγώ εἶμαι ὁ Ἰωσήφ. Ζεῖ ἀκόμα ὁ πατέρας μου;». Ἀλλά οἱ ἀδελφοί δέν μποροῦσαν νά τοῦ ἀπαντήσουν· γιατί ταράχθηκαν.δ 4Καί εἶπε ὁ Ἰωσήφ στούς ἀδελφούς του: «Πλησιάστε με». Καί αὐτοί πλησίασαν. Καί τούς εἶπε: «Ἐγώ εἶμαι ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀδελφός σας, πού πουλήσατε στήν Αἴγυπτο. 5Ἀλλά τώρα μή λυπεῖστε καί μήν κακίζετε τούς ἑαυτούς σας, γιατί μέ πουλήσατε ἐδῶ· διότι γιά διατήρηση τῆς ζωῆς (σας) μέ ἔστειλε ὁ Θεός ἔμπροσθέν σας· 6γιατί τοῦτο εἶναι τό δεύτερο ἔτος κατά τό ὁποῖο ἡ πείνα κυριαρχεῖ στήν γῆ· ἀλλά εἶναι ἀκόμα ἄλλα πέντε χρόνια, στά ὁποῖα δέν θά ὑπάρχει οὔτε σπορά οὔτε συγκομιδή. 7Ὁ Θεός, λοιπόν, μέ ἔστειλε ἔμπροσθέν σας, γιά νά ἐξασφαλίσω γιά σᾶς διαδοχή στήν γῆ καί νά θρέψω μεγάλο ἀριθμό ἀπογόνων σας.
8Ἑπομένως δέν μέ στείλατε σεῖς ἐδῶ, ἀλλά ὁ Θεός· καί μέ ἔκανε ὡς πατέρα τοῦ Φαραώ καί κύριο ὁλόκληρου τοῦ οἴκου του καί ἄρχοντα ὅλης τῆς χώρας τῆς Αἰγύπτου.
    9Σπεύσετε, λοιπόν, ἀνεβεῖτε στόν πατέρα μου καί νά τοῦ πεῖτε: “Τά ἑξῆς λέγει ὁ υἱός σου Ἰωσήφ· Ὁ Θεός μέ ἔκανε κύριο ὁλόκληρης τῆς Αἰγύπτου· ἔλα, λοιπόν, κάτω σέ μένα καί μή μείνεις (ἐκεῖ). 10Θά κατοικήσεις στήν γῆ Γεσέμ τῆς Ἀραβίαςε καί θά εἶσαι κοντά μου ἐσύ, τά παιδιά σου, τά ἐγγόνια σου, τά ποίμνιά σου, οἱ ἀγέλες σου καί ὅλα ὅσα ἔχεις. 11Καί θά φροντίσω γιά τήν ἐκεῖ συντήρησή σου· ὥστε ἐσύ καί τά παιδιά σου καί ὅλα ὅσα ἔχεις νά μή χαθοῦν, γιατί ἀπομένουν ἀκόμα πέντε χρόνια πείνας. 12Νά, βλέπουν οἱ ὀφθαλμοί σας καί οἱ ὀφθαλμοί τοῦ ἀδελφοῦ μου τοῦ Βενιαμίν ὅτι σᾶς μιλάω μέ τό ἴδιο μου τό στόμα (δηλ. σᾶς μιλάω μέ οἰκειότητα). 13Ἀναφέρετε, λοιπόν, στόν πατέρα μου ὅλη τήν δόξα μου στήν Αἴγυπτο καί ὅλα ὅσα εἴδατε καί σπεύσετε νά φέρετε τόν πατέρα μου ἐδῶ».
14Καί ἀφοῦ ἔπεσε στόν τράχηλο τοῦ ἀδελφοῦ του Βενιαμίν ἔκλαψε πάνω του· καί ὁ Βενιαμίν ἔκλαψε στόν τράχηλό του. 15Φίλησε δέ ὅλους τούς ἀδελφούς του καί ἔκλαψε ἀγκαλιάζοντάς τους. Ἔπειτα δέ ἀπό αὐτά οἱ ἀδελφοί του μίλησαν μαζί του.
δ. «Πρό αὐτοῦ», προσθέτει τό Ἑβρ.
ε. Τό «Ἀραβίας» λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
45,1-28. Ὁ Ἰωσήφ γνωρίζεται στά ἀδέλφια του. 45,1-15. Οἱ δύο παραδόσεις, ἐλωχιμική καί γιαχβική, συνδυάζονται σ᾽ αὐτή τήν περικοπή. 45,3. Ἐταράχθησαν γάρ. Φόβος τῶν ἀδελφῶν, οἱ ὁποῖοι φοβήθηκαν μία ἐκδίκηση, βλ. 50,15 ἑξ. 45,5 ἑξ. Οἱ στίχ. 5-8  δίνουν μέ τόν στίχ. 50,20 τό κλειδί τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰωσήφ, βλ. σχόλ. εἰς 37,2. 45,7-8. Οἱ στίχ. αὐτοί παρουσιάζουν τό κεντρικό θέμα τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰωσήφ: Τά γεγονότα κατευθύνονται ἀπό τό χέρι τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἀπό ἀνθρώπινες προθέσεις καί σκοπούς. Ὁ Θεός κατά τήν ἀγάπη Του βγάζει καλό ἀπό τό κακό. Γιατί τά ἀδέλφια τοῦ Ἰωσήφ, χωρίς νά τό γνωρίζουν, ἐξεπλήρωσαν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. 45,7. Διά τοῦ Ἰωσήφ ὁ Θεός διετήρησε τήν ζωή («εἰς γάρ ζωήν ἀπέστειλέ με ὁ Θεός», στίχ. 5. 50,20), ὄχι μόνο τήν ζωή τῶν βασανιζομένων  ἀπο τήν πεῖνα Αἰγυπτίων, ἀλλά ἐπίσης καί τοῦ «καταλείμματος» («ὑπολείπεσθαι ὑμῖν κατάλειμμα»), δηλαδή, τῆς οἰκογένειας πού θά φέρει εἰς πέρας τήν ὑπόσχεση πού δόθηκε στόν Ἀβραάμ (12,2-3. 50,24). 45,8. Ὡς πατέρα Φαραώ. «Πατήρ» εἶναι ἕνας τίτλος τοῦ ἄρχοντος, Ἡσ. 9,6. 22,21 (σύγκρ. μέ Α´ Μακ. 11,32). Ἐσθ. 3,13ζ. 8,12λ. 45,10. Ἐν γῇ Γεσέμ. Περιοχή ἀνατολικά τοῦ Δέλτα τοῦ Νείλου. Ἡ περιοχή αὐτή εἶναι ἡ σημερινή Wadi Tumil, μία στενή μερίδα βοσκότοπου στό Δέλτα. Ἀφοῦ οἱ μετανάστες θά ἦταν πλησίον τοῦ Ἰωσήφ («ἔσῃ ἐγγύς μου»), ὑποτίθεται ὅτι ἡ ἕδρα τοῦ Φαραώ θά ἦταν στήν περιοχή τοῦ Δέλτα. Ἔτσι πραγματικά μαρτυρεῖται κατά τήν περίοδο τῶν Ὑκσώς (βλ. σχόλ. εἰς 41,39-41).
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ὁ Φαραώ, μόλις ἔμαθε περί τοῦ ἐρχομοῦ τῶν ἀδελφῶν τοῦ Ἰωσήφ, εἶπε σ᾽ αὐτόν νά τούς καλέσει νά ἔλθουν καί νά ἐγκατασταθοῦν μόνιμα στήν Αἴγυπτο.
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου
45,16Ἔφτασε φήμη στόν οἶκο τοῦ Φαραώ, ὅτι ἦλθαν οἱ ἀδελφοί τοῦ Ἰωσήφ. Τότε χάρηκε ὁ Φαραώ καί οἱ αὐλικοί του. 17Καί εἶπε ὁ Φαραώ στόν Ἰωσήφ: «Πές στούς ἀδελφούς σου: Κάνετε ὡς ἑξῆς· Φορτῶστε τά ζῶα σας καί ἐπιστρέψτε στήν γῆ Χαναάν, 18καί ἀφοῦ πάρετε τόν πατέρα σας καί τίς οἰκογένειές σας ἐλᾶτε σέ μένα· καί θά σᾶς δώσω ὅλα τά ἀγαθά τῆς Αἰγύπτου καί θά τρῶτε ὅ,τι καλύτερο ἔχει ἡ χώρα. 19Καί ἐσύ δῶσε (σ’ αὐτούς) τήν ἑξῆς ἐντολή: Πάρετε ἅμαξες ἀπό τήν γῆ τῆς Αἰγύπτου γιά τά παιδιά σας καί τίς γυναῖκες σας· πάρετε τόν πατέρα σας καί ἐλᾶτε. 20Καί μή λυπηθεῖτε γιά τά ἀντικείμενά σας (πού θά ἀφήσετε ἐκεῖ), γιατί ὅλα τά ἀγαθά τῆς Αἰγύπτου θά εἶναι δικά σας».
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
45,16-20. Κατά τίς αἰγυπτιακές πηγές δέν ἦταν σύνηθες γιά τόν Φαραώ νά ἐπιτρέπει στούς Ἀσιάτες νά ἐγκαθίστανται στή Αἴγυπτο σέ περίοδο πείνας. Ἄρα τώρα ἔχουμε στήν Αἴγυπτο τήν ἐποχή τῶν Ὑκσώς.
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ὁ Ἰωσήφ ἀπέστειλε τούς ἀδελφούς του πίσω στόν πατέρα τους Ἰακώβ μέ πλούσια δῶρα, συμβουλεύοντάς τους νά μήν διαπληκτίζονται στήν ὁδό γιά τό παλαιό τους ἁμάρτημα ἐναντίον του (στίχ. 21-24). Ὁ δέ Ἰακώβ, ἄν καί στήν ἀρχή δέν πίστεψε στόν λόγο τῶν παιδιῶν του, μόλις εἶδε τά πλούσια δῶρα τοῦ Ἰωσήφ, βεβαιώθηκε γιά τό γεγονός καί μέ ἀνανεωμένο τό φρόνημά του ἀποφάσισε νά ταξιδέψει στήν Αἴγυπτο (στίχ. 25-28).
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
45,21Ἔτσι καί ἔκαναν οἱ υἱοί Ἰσραήλ. Ὁ Ἰωσήφ ἔδωσε σ’ αὐτούς ἅμαξες σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ βασιλέως Φαραώ·ζ ἀκόμα τούς ἔδωσε ἐφόδια γιά τό ταξίδι τους. 22Στόν καθένα ἔδωσε διπλῆ στολή· στόν Βενιαμίν δέ ἔδωσε τριακόσια χρυσά νομίσματαη καί πέντε στολές γιά νά ἀλλάζει. 23Καί στόν πατέρα του ἐπίσης ἔστειλε τά ἴδια (στολές καί χρήματα) καί δέκα ὄνους φορτωμένους ἀπό ὅλα τά ἀγαθά τῆς Αἰγύπτου καί δέκα ἡμιόνους φορτωμένες μέ τρόφιμα γιά τό ταξίδι. 24Ὕστερα ἀπέστειλε τούς ἀδελφούς του καί ἀναχώρησαν· καί εἶπε σ’ αὐτούς: «Μή διαπληκτίζεσθε καθ’ ὁδόν».
25Ἀνέβηκαν, λοιπόν, αὐτοί ἀπό τήν Αἴ­γυπτο καί ἔφτασαν στήν γῆ Χαναάν, στόν πατέρα τους Ἰακώβ· 26καί τοῦ εἶπαν: «Ὁ υἱός σου ὁ Ἰωσήφ ζεῖ καί αὐτός εἶναι ὁ ἄρχοντας σ’ ὁλόκληρη τήν χώρα τῆς Αἰγύπτου». Ὁ Ἰακώβ ἐξεπλάγη καί δέν τούς πίστεψε.
27Ὅταν ὅμως εἶπαν σ’ αὐτόν ὅλα ὅσα τούς εἶπε ὁ Ἰωσήφ καί εἶδε τίς ἅμαξες, πού ἔστειλε ὁ Ἰωσήφ γιά νά τόν μεταφέρουν, ἀναζωογονήθηκε ὁ Ἰακώβ ὁ πατέρας τους. 28Καί εἶπε ὁ Ἰσραήλ: «Θαυμαστό πράγμα (συμβαίνει) σέ μένα,θ ἄν ζεῖ ἀκόμα ὁ Ἰω­σήφ ὁ υἱός μου. Θά μεταβῶ νά τόν δῶ προτοῦ νά πεθάνω».
ζ. Τό «τοῦ βασιλέως» λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
η. «Ἀργύρια», λέει τό Ἑβρ.
θ. Κατά τό Ἑβρ.: «Καί εἶπεν ὁ Ἰσραήλ: “Ἀρκεῖ”!».
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
45,24. Μή ὀργίζεσθε ἐν τῇ ὁδῷ. Τό κείμενο δέν λέγει περισσότερα, γι᾽ αὐτό ἡ ἔννοια τῆς ἔκφρασης εἶναι ἀβέβαιη. Σημαίνει μήν ἀνησυχεῖτε; Μή φοβεῖσθε; Μή διαπληκτίζεσθε;
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Στόν δρόμο γιά τήν Αἴγυπτο ὁ Ἰακώβ προσέφερε θυσία στήν Βηρσαβεέ (στίχ. 1), ὅπου ὁ Θεός μέ ὅραμα νυχτερινό τόν ἐνίσχυσε, βεβαιώνοντάς τον γιά τήν θεία βοήθεια στήν Αἴγυπτο καί γιά τό εἰρηνικό του τέλος κοντά στόν Ἰωσήφ (στίχ. 2-4). Ἔτσι ὅλη ἡ οἰκογένεια τοῦ Ἰακώβ, μέ τά ὑπάρχοντά τους, κατέβηκαν στήν Αἴγυπτο (στίχ. 5-7).
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
46,1Ἀφοῦ Ἰσραήλ ἀναχώρησε μέ ὅλα τά ὑπάρχοντά του, ἔφτασε στό Φρέαρ τοῦ Ὅρκου (τήν Βηρσαβεέ) καί πρόσφερε θυσία στόν Θεό τοῦ πατέρα του Ἰσαάκ. 2Μίλησε δέ ὁ Θεός στόν Ἰσραήλ μέ ὅραμα τήν νύχτα καί εἶπε: «Ἰακώβ, Ἰακώβ». Καί αὐτός εἶπε: «Ὁρίστε»! 3Καί εἶπε (ὁ Θεός) σ’ αὐτόν: «Ἐγώ εἶμαι ὁ Θεός τῶν πατέρων σου·α μή φοβηθεῖς νά κατεβεῖς στήν Αἴγυπτο· γιατί θά σέ καταστήσω ἐκεῖ μέγα ἔθνος. 4Ἐγώ ὁ ἴδιος θά κατεβῶ μαζί σου στήν Αἴγυπτο καί Ἐγώ βεβαίως θά σέ ἐπαναφέρω· ὁ Ἰωσήφ μέ τά χέρια του θά σοῦ κλείσει τά μάτια». 5Καί ἀναχώρησε ὁ Ἰακώβ ἀπό τό Φρέαρ τοῦ Ὅρκου (τήν Βηρσαβεέ)· μετέφεραν δέ οἱ υἱοί τοῦ Ἰσραήλ τόν πατέρα τους καί τά παιδιά τους καί τίς γυναῖκες τους στίς ἅμαξες, πού ἔστειλε ὁ Ἰωσήφβ γιά νά τόν μεταφέρουν.
6Ἀφοῦ δέ ἔλαβαν τά ὑπάρχοντά τους, ὅλα ὅσα ἀπέκτησαν στήν χώρα Χαναάν, ἦλθαν στήν Αἴγυπτο ὁ Ἰακώβ καί μαζί του ὁλόκληρη ἡ οἰκογένειά του. 7Μαζί του ἦταν οἱ υἱοί του καί οἱ ἔγγονοί του· οἱ θυγατέρες του καί οἱ ἔγγονές του. Ὅλους τούς ἀπογόνους του τούς ἔφερε στήν Αἴγυπτο.
α. Κατά λέξη ἀπό τό Ἑβρ.: «Ἐγώ εἶμαι ὁ Θεός, ὁ Θεός τοῦ πατέρα σου».
β. «Ὁ Φαραώ», λέει τό Ἑβρ.
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
46,1-27. Μετοίκηση τοῦ Ἰακώβ στήν Αἴγυπτο. 46,1-7. Δύο παραδόσεις ἔχουν ἐναρμονισθεῖ σ᾽ αὐτή τήν περικοπή: Κατά τήν Γιαχβική παράδοση φεύγει ὁ Ἰακώβ ἀπό τήν Χεβρών, ὅπου τόν εἶχει ἀφήσει ἡ παράδοση αὐτή (37,14) καί κατά τήν Ἐλωχιμική παράδοση φεύγει ἀπό τήν Βηρσαβεέ. 46,1. Ἀπό τήν Χεβρών (37,14) ὁ Ἰακώβ πῆγε πρῶτον στήν Βηρσαβεέ, ἡ ὁποία συνεδέετο μέ τόν Ἰσαάκ (26,23-25). – Τῷ Θεῷ τοῦ πατρός αὐτοῦ Ἰσαάκ. Βλ. στίχ. 3 καί σχόλ. εἰς 26,24. 46,2-4. Ἡ κατάβαση στήν Αἴγυπτο, ἡ ὁποία ἦταν μεγάλης σημασίας γιά τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ, ὑποκινήθηκε ὄχι μόνο ἀπό τήν ἐπιθυμία τοῦ Ἰακώβ νά δεῖ τόν ἀγαπητό του υἱό, τόν Ἰωσήφ (45,28), ἀλλά καί ἀπό τήν θεία ἀποκάλυψη τῆς νυκτός (στίχ. 2). 46,2. Αὐτή εἶναι ἡ τελευταία θεοφάνεια τῆς πατριαρχικῆς ἐποχῆς. Ὁ Θεός διατάσσει τόν Ἰακώβ νά κατέλθει στήν Αἴγυπτο (ἤδη στήν προοπτική τῆς Ἐξόδου, στίχ. 4), ὅπως εἶχε διατάξει τόν Ἀβραάμ νά πορευθεῖ πρός τήν Χαναάν, 12,1. 46,3. Ὅπως σέ προηγούμενη εὐκαιρία (28,13-15), πρίν ὁ Ἰακώβ ἀφήσει τήν χώρα τῆς ὑπόσχεσης γιά νά πάει σέ ξένη χώρα, ὁ Θεός ἀνανέωσε τήν ὑπόσχεσή Του ὅτι θά τόν κάνει ἕνα μεγάλο ἔθνος (12,2. 18,18) στήν Αἴγυπτο (Ἐξ. 1,7· βλ. στίχ. 4). 46,4. Μόνο τό σῶμα τοῦ Ἰακώβ ἐπέστρεψε ἀπό τήν Αἴγυπτο (50,4-14). Ἐν τούτοις, κατά τήν Ἑβραϊκή συλλογική σκέψη, οἱ λόγοι ἐδῶ τοῦ Θεοῦ στόν Ἰακώβ «ἀναβιβάσω σε εἰς τέλος» ἐκπληρώθηκαν, γιατί ὁ πατέρας ἔζησε στά πρόσωπα τῶν υἱῶν του.
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Οἱ στίχ. αὐτοί περιέχουν τά ὀνόματα ὅλων τῶν ἀρρένων μελῶν τῆς οἰκογενείας τοῦ Ἰακώβ (υἱῶν καί ἐγγονῶν), πού κατέβηκαν μαζί του στήν Αἴγυπτο.
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
46,8Αὐτά εἶναι τά ὀνόματα τῶν υἱῶν τοῦ Ἰσραήλ, οἱ ὁποῖοι εἰσῆλθαν στήν Αἴγυπτο μαζί μέ τόν πατέρα τους Ἰακώβ.γ Ἰακώβ καί οἱ υἱοί του· πρωτότοκος τοῦ Ἰακώβ ἦταν Ρουβήν. 9Οἱ υἱοί τοῦ Ρουβήν ἦταν: Ὁ Ἐνώχ, ὁ Φαλλούς, ὁ Ἀσρών καί ὁ Χαρμί. 10Οἱ υἱοί τοῦ Συμεών ἦταν: Ὁ Ἰεμουήλ, ὁ Ἰαμείν, ὁ Ἀώδ, ὁ Ἰαχείν, ὁ Σαάρ καί ὁ Σαούλ, ὁ υἱός τῆς Χαναανίτιδας. 11Οἱ υἱοί τοῦ Λευΐ ἦταν: Ὁ Γηρσών, ὁ Καάθ καί ὁ Μεραρί. 12Οἱ υἱοί τοῦ Ἰούδα ἦταν: Ὁ Ἤρ, ὁ Αὐ­νάν, ὁ Σηλώμ, ὁ Φαρές καί ὁ Ζαρά. Ὁ Ἤρ ὅμως καί ὁ Αὐνάν πέθαναν στήν γῆ Χαναάν. Καί οἱ υἱοί τοῦ Φαρές ἦταν ὁ Ἐσρών καί ὁ Ἰεμουήλ. 13Οἱ υἱοί τοῦ Ἰσσάχαρ ἦταν: Ὁ Θωλά, ὁ Φουά, ὁ Ἰασούβδ καί ὁ Ζαμβράμ. 14Οἱ υἱοί τοῦ Ζαβουλών ἦταν: Ὁ Σερέδ, ὁ Ἀλλών καί ὁ Ἀχοήλ.ε 15Αὐτοί ἦταν οἱ υἱοί πού γέννησε ἡ Λεία στόν Ἰακώβ στήν Μεσοποταμία τῆς Συρίας,ζ ὅπως καί τήν θυγατέρα του Δείνα. Ὁ συνολικός ἀριθμός τῶν υἱῶν του καί τῶν θυγατέρων του ἦταν τριάντα τρεῖς.
16Οἱ υἱοί τοῦ Γάδ ἦταν: Ὁ Σαφών, ὁ Ἀγγίς, ὁ Σαυνίς, ὁ Θασοβάν, ὁ Ἀηδείς, ὁ Ἀροηδείς καί ὁ Ἀρεηλείς.η 17Οἱ υἱοί τοῦ Ἀσήρ ἦταν: Ὁ Ἰεμνά, ὁ Ἰεσσουά, ὁ Ἰεούλ,θ ὁ Βαριά καί ἡ Σάρα ἡ ἀδελφή τους. Οἱ υἱοί δέ τοῦ Βαριά ἦταν ὁ Χοβόρ καί ὁ Μελχιήλ. 18Αὐτοί εἶναι οἱ υἱοί τῆς Ζελφᾶς, τήν ὁποία ἔδωσε ὁ Λάβαν στήν Λεία τήν θυγατέρα του. Αὐτούς γέννησε στόν Ἰακώβ, δεκαέξι ψυχές.
19Οἱ υἱοί τῆς Ραχήλ, τῆς γυναίκας τοῦ Ἰακώβ, ἦταν ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Βενιαμίν. 20Γεννήθηκαν δέ στόν Ἰωσήφ στήν γῆ τῆς Αἰγύπτου ὁ Μανασσῆς καί ὁ Ἐφραίμ, τούς ὁποίους γέννησε σ’ αὐτόν ἡ Ἀσεννέθ, ἡ θυγατέρα τοῦ Πετεφρῆ, τοῦ ἱερέα τῆς Ἡλιουπόλεως.ι Υἱός τοῦ Μανασσῆ ἦταν ὁ Μαχίρ, πού γέννησε σ’ αὐτόν ἡ παλλακή (του) Σύρα· υἱός δέ τοῦ Μαχίρ ἦταν ὁ Γαλαάδ. Οἱ υἱοί τοῦ Ἐφραίμ, τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Μανασσῆ ἦταν: Ὁ Σουταλαάμ καί ὁ Ταάμ. Υἱός τοῦ Σουταλαάμ ἦταν ὁ Ἐδέμ.κ 21Υἱοί τοῦ Βενιαμίν ἦταν ὁ Βαλά, ὁ Χοβώρ καί ὁ Ἀσβήλ. Υἱοί δέ τοῦ Βαλά ἦταν ὁ Γηρά, ὁ Νοεμάν, ὁ Ἀγχίς, ὁ Ρώς, ὁ Μαμφίμ καί ὁ Ὀφιμίν. Υἱός τοῦ Γηρά ἦταν ὁ Ἀράδ.λ 22Αὐτοί εἶναι οἱ υἱοί τῆς Ραχήλ, πού γέννησε στόν Ἰακώβ. Συνολικά δέκα ὀκτώ ψυχές.μ
23Υἱός τοῦ Δάν ἦταν ὁ Ἀσόμ. 24Υἱοί τοῦ Νεφθαλείμ ἦταν ὁ Ἀσιήλ, ὁ Γωυνί, ὁ Ἰσσάαρ καί ὁ Συλλήμ. 25Αὐτοί ἦταν οἱ υἱοί τῆς Βαλᾶς, τήν ὁποία ἔδωσε ὁ Λάβαν στήν Ραχήλ τήν θυγατέρα του. Αὐτούς γέννησε αὐτή στόν Ἰακώβ. Συνολικά ἑπτά ἄτομα.
26Συνολικά τά ἄτομα πού προῆλθαν ἀπό τόν Ἰακώβ καί πῆγαν μαζί του στήν Αἴγυπτο, χωρίς τίς γυναῖκες τῶν υἱῶν του, ἦταν ἑξήντα ἕξι. 27Καί οἱ υἱοί (μέ τά ἐγγόνια) τοῦ Ἰωσήφ, πού γεννήθηκαν σ’ αὐτόν στήν Αἴγυπτο ἦταν ἐννέα.ν Συνολικά ὅλα τά πρόσωπα τοῦ οἴκου τοῦ Ἰακώβ, πού εἰσῆλθαν μαζί του στήν Αἴγυπτο, ἦταν ἑβδομήντα πέντε.ξ
γ. Ἡ φράση «ἅμα Ἰακώβ τῷ πατρί αὐτῶν», λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
δ. «Ἰώβ», λέει τό Ἑβρ.
ε. «Ἰαχλεήλ», κατά τό Ἑβρ.
ζ. «Στήν Παδάν-Ἀράμ», λέει τό Ἑβρ.
η. Κατά τό Ἑβρ.: «Καί οἱ υἱοί τοῦ Γάδ· Σιφών καί Ἁγγί, Σουνί καί Ἐσβών, Ἠρί καί Ἀροδί καί Ἀριηλί».
θ. «Ἰεσουΐ», κατά τό Ἑβρ.
ι. «Τῆς Ὤν», κατά τό Ἑβρ.
κ. Τό β´ μισό τοῦ στίχ. («ἐγένοντο δέ οἱ υἱοί Μανασσῆ... Ἐδέμ») λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
λ. Ὁ στίχ. 21 κατά τό Ἑβρ.: «Καί οἱ υἱοί τοῦ Βενιαμίν ἦταν ὁ Βελά καί ὁ Βεχέρ, καί ὁ Ἀσβήλ, ὁ Γηρά καί ὁ Νααμάν, ὁ Ἠχί καί ὁ Ρώς, ὁ Μουπίμ καί ὁ Οὑπίμ, καί ὁ Ἀρέδ».
μ. Στό Ἑβρ. τά ὀνόματα ἀριθμοῦνται εἰς 14.
ν. «Δύο», λέει τό Ἑβρ.
ξ. Κατά τό Ἑβρ. «ἑβδομήκοντα».
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
46,8-27. Ὁ Ἱερατικός συγγραφεύς παρεμβάλλει ἐδῶ ἕνα πίνακα τῆς οἰκογενείας τοῦ Ἰακώβ, ὁ ὁποῖος δέν ἀφοροῦσε ἀρχικά στήν κατάβαση στήν Αἴγυπτο. Ἡ περικοπή αὐτή προερχόμενη ἀπό μία χωριστή Ἱερατική παράδοση, περιέχει ἕνα κατάλογο τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰακώβ, βασιζόμενο στόν παραδοσιακό ἀριθμό 70 κατά τό Ἑβραϊκό. Πολλά ἀπό τά ὀνόματα τῶν ἀρχηγῶν τῆς προγονικῆς φυλῆς βρίσκονται εἰς Ἀριθμ. κεφ. 26. 46,27. Στόν ἀριθμό 70 τοῦ Ἑβραϊκοῦ κειμένου περιλαμβάνεται ὁ Ἰωσήφ καί τά δυό του παιδιά τά γεννηθέντα στήν Αἴγυπτο, ὅπως καί ὁ ἴδιος ὁ Ἰακώβ. Αὐτό συμφωνεῖ μέ τά χωρία Ἐξ. 1,5 (κατά τό Ἑβρ.) καί Δευτ. 10,22. Οἱ Ο´ ὅμως ὁμιλοῦν περί 75 ἀπογόνων, τό ὁποῖο συμφωνεῖ μέ τό Πράξ. 7,14 καί ὑποστηρίζεται ἀπό τά χειρόγραφα τῆς Νεκρᾶς θαλάσσης. Ὁ ἀριθμός αὐτός περιλαμβάνει πιθανόν καί τούς μετέπειτα 5 ἀπογόνους τοῦ Ἰωσήφ, τά τέκνα τοῦ Ἐφραίμ καί τοῦ Μανασσῆ. 
(Προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς)
Ὁ Ἰακώβ συναντᾶ ἐπιτέλους, βαθύτατα συγκινημένος, τόν ἀγαπημένο του υἱό Ἰωσήφ (στίχ. 28-30), ὁ δέ Ἰωσήφ συμβουλεύει τούς ἀδελφούς του τί νά ποῦν στόν Φαραώ ὅταν τούς καλέσει νά παρουσιαστοῦν μπροστά του (στίχ. 31-34).
(Μετάφραση τοῦ κειμένου τῆς περικοπῆς,
τό ὁποῖο παραλείπουμε ἐδῶ πρός ἐξοικονόμηση χώρου)
46,28Ἀπέστειλε δέ ( Ἰακώβ) τόν Ἰούδα πρό αὐτοῦ πρός τόν Ἰωσήφ, γιά νά τόν συναντήσει στήν πόλη τῶν Ἡρώων, στήν γῆ Ραμεσσῆ.ο 29 Ἰωσήφ δέ ἀφοῦ ἔζευξε τά ἅρματά του ἀνέβηκε σέ συνάντηση τοῦ πατέρα του Ἰσραήλ στήν πόλη τῶν Ἡρώων·π καί ὅταν συναντήθηκε μέ αὐτόν ἔπεσε στόν τράχηλό του καί ἔκλαψε μέ πολύ κλαυθμό. 30Καί εἶπε ὁ Ἰσραήλ πρός τόν Ἰωσήφ: «Τώρα ἄς πεθάνω, ἀφοῦ εἶδα τό πρόσωπό σου! Πραγματικά ζεῖς ἀκόμα».
31Εἶπε δέ ὁ Ἰωσήφ πρός τούς ἀδελφούς τουρ: «Ἐγώ θά ἀνεβῶ νά εἰδοποιήσω τόν Φαραώ καί νά τοῦ πῶ· “οἱ ἀδελφοί μου καί ἡ οἰκογένεια τοῦ πατέρα μου, πού κατοικοῦσαν στήν γῆ Χαναάν, ἦλθαν πρός ἐμένα. 32Οἱ δέ ἄνθρωποι εἶναι ποιμένες, ἀσχολοῦνται μέ τά κτήνη· καί ἔφεραν τά ποίμνιά τους καί τίς ἀγέλες τους καί ὅλα ὅσα ἔχουν”. 33Ὅταν, λοιπόν, σᾶς καλέσει ὁ Φαραώ καί σᾶς πεῖ, “Ποιά εἶναι ἡ ἀσχολία σας;” 34νά τοῦ ἀπαντήσετε: “Εἴμαστε ἄνθρωποι κτηνοτρόφοι οἱ δοῦλοι σου καί ἐμεῖς καί οἱ πατέρες μας ἀπό τήν μικρή μας ἡλικία μέχρι τώρα”. Ἔτσι θά κατοικήσετε στήν γῆ Γεσέμ τῆς Ἀραβίας·σ γιατί στούς Αἰγυπτίους εἶναι μισητοί οἱ ποιμένες.
ο. Τό Ἑβρ. λέγει στόν στίχ. 28: «Ἀπέστειλε δέ τόν Ἰούδα μπροστά ἀπό αὐτόν πρός τόν Ἰωσήφ, γιά νά κατεβεῖ πρό αὐτοῦ στήν Γεσέν· καί ἦλθαν στήν γῆ Γεσέν».
π. «Στήν Γεσέν», λέει τό Ἑβρ.
ρ. «Καί πρός τόν οἶκο τοῦ πατρός του», προσθέτει τό Ἑβρ.
σ. Τό «Ἀραβίας» λείπει ἀπό τό Ἑβρ.
(Σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια τῆς περικοπῆς)
46,28-47,12. Ὁ Ἰακώβ καί οἱ υἱοί του ἐγκαθίστανται στήν Αἴγυπτο. 46,28. Τόν Ἰούδα ὁ Ἰακώβ «ἐπέστειλεν ἔμπροσθεν αὐτοῦ», γιατί αὐτός ἦταν ὁ ἀρχηγός στήν ὁμιλία  (37,26. 43,3-10. 44,18-34). – Εἰς γῆν Ραμεσσῆ. Βλ. σχόλ. εἰς 45,10. 46,31-34.  Ἐπιθυμώντας νά ἔχει τούς συγγενεῖς του πλησίον του στό Δέλτα ὁ Ἰωσήφ, τούς συμβούλευσε νά ποῦν ὅτι εἶναι βοσκοί. Ἀφοῦ δέ ἡ ἀσχολία αὐτή ἦταν βδελυκτή στούς Αἰγυπτίους (στίχ. 34), ὁ Φαραώ θά ἔβλεπε τόν σοφό Ἰωσήφ κάπου ἰδιαίτερα στήν Γεσέμ. 46,34. Βδέλυγμα γάρ ἐστιν Αἰγυπτίοις πᾶς ποιμήν... Τήν φράση αὐτή, ἡ ὁποία φαίνεται ὡς παράξενη μέ τά προηγούμενα (βλ. στίχ. 1. 3), θέλησαν νά τήν ἑρμηνεύσουν ἀπό τό μῖσος τῶν Αἰγυπτίων πρός τούς Ὑκσώς, τούς «βασιλεῖς ποιμένες». Αὐτή ὅμως ἡ ἐξήγηση τῆς λ. «Ὑκσώς», δέν προηγεῖται τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου