15 Μαΐ 2015

Ερμηνευτικά σχόλια στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής τουΤυφλού.(1ον) (Αρχιμ. Παύλου Δημητρακόπουλου)



Ερμηνευτικά σχόλια στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής τουΤυφλού.
Εν Πειραιεί τη 15η Μαΐου 2015.
(1ον)
Η ευαγγελική περικοπή της Κυριακής του Τυφλού είναι μια περικοπή από το 9ο κεφάλαιο του κατά Ιωάννην ευαγγελίου, στίχοι 1-38. Αναφέρεται στη  θεραπεία ενός εκ γενετής τυφλού, τον οποίο ο Κύριος εθεράπευσε κατά τον χρόνο της παραμονής του στην Ιερουσαλήμ, όπως επίσης και στην θαρραλέα ομολογία του θεραπευθέντος ενώπιον των Ιουδαίων, πράγμα το οποίο δείχνει  τον φωτισμό όχι μόνο των σωματικών οφθαλμών του, αλλά και των ψυχικών. Στις γραμμές που ακολουθούν προχωρούμε σε σύντομη ερμηνευτική ανάλυση της περικοπής.  

«Και παράγων είδενάνθρωπον τυφλόν εκ γενετής, και ηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες, ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος η οι γονείς αυτού, ίνα τυφλός γεννηθή;» (9,1-2). Ολόκληρο το 9ο κεφάλαιο αφιερώνει ο Ευαγγελιστής στην διήγηση του θαύματος του εκ γενετής τυφλού, το οποίο περιγράφει με λεπτομέρειες, τόσον εξ αιτίας της μοναδικότητος του είδους του, όσον και εξ αιτίας της θαυμαστής παρρησίας και ομολογίας του πρώην τυφλού.
Ο Κύριος αφού έφυγε από το ιερό του ναού, περνώντας με ένα θαυμαστό τρόπο από ανάμεσά τους και δίνοντας τόπο στην φονική μανία τους, βαδίζει μέσα στούς δρόμους της πόλεως με σκοπό να συναντήσει τον εκ γενετής τυφλό. Ήταν ένας τυφλός που είχε την τύφλωση από την ημέρα της γεννήσεώς του. Δεν είδε ποτέ το φως του ηλίου, δεν γνώρισε ποτέ τον κόσμο που τον περιέβαλλε. Έρχεται ο Κύριος αυτόκλητος προς τον τυφλό, γιατί δεν ήταν δυνατόν να έρθει εκείνος προς αυτόν.  Έρχεται να τον θεραπεύσει χωρίς να του το ζητήσει ο τυφλός,  διότι γνώριζε, ως Θεός, ότι ο τυφλός θα εκτιμούσε δεόντως την δωρεά και θα πίστευε σ’ αυτόν. Και αυτό βέβαια φάνηκε μετά το θαύμα. Μόλις τον αντίκρυσε, έριξε σπλαχνικά το βλέμμα του προς αυτόν, πράγμα που κίνησε την προσοχή των μαθητών, οι οποίοι του θέτουν το ερώτημα: Διδάσκαλε, ποιός αμάρτησε, αυτός η οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί τυφλός; Δηλαδή σαν να του έλεγαν: Προηγουμένως, όταν θεράπευσες τον παράλυτο του είπες: «τώρα έγινες καλά πρόσεχε στο εξής να μη αμαρτάνεις». Σ’ εκείνον δηλαδή η αρρώστια της παραλυσίας του ήταν καρπός της πρώην αμαρτωλής ζωής του. Σ’ αυτόν εδώ τον τυφλό τι έχεις να πεις; Εδώ ποιός αμάρτησε, για να έρθει σαν αποτέλεσμα η τύφλωση, ο ίδιος η οι γονείς του; Πως ήταν δυνατόν όμως να αμαρτήσει ο τυφλός προτού να γεννηθεί; Αυτό ήταν αδύνατον.  Αν πάλι αμάρτησαν οι γονείς του, γιατί να τιμωρηθεί για τις αμαρτίες των γονέων του ο τυφλός; Αυτό θα ήταν άδικο. Άλλωστε ο ίδιος ο Θεός λέγει με σαφήνεια στην Παλαιά Διαθήκη «δεν θα πεθάνει ο υιός εξ αιτίας των αμαρτιών του πατέρα του» (Δευτ. 24, 16).  Ο καθένας δηλαδή θα τιμωρηθεί για τις δικές του και μόνο αμαρτίες.
«Απεκρίθη Ιησούς, ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ’ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ» (9, 3 ). Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες οι σωματικές ασθένειες είναι καρπός και αποτέλεσμα αμαρτωλής και άσωτης ζωής. Εδώ όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.  Ούτε πάλι οι αμαρτίες των γονέων του έγιναν η αιτία για να γεννηθεί τυφλός. Τότε γιατί γεννήθηκε τυφλός; Για να φανερωθεί η δόξα του Θεού. Δηλαδή η τύφλωση του τυφλού στάθηκε αφορμή να φανερωθεί με το θαύμα η δόξα του Θεού, διότι η δόξα του Θεού μπορούσε να φανερωθεί και με άλλο τρόπο, χωρίς να υπάρχει η ανάγκη του τυφλού. Με τα λόγια αυτά ο Κύριος θέλει να μας διδάξει, ότι ούτε η σωματική υγεία είναι πραγματικό αγαθό,  όταν δεν την χρησιμοποιούμε προς δόξαν Θεού, ούτε η σωματική αναπηρία είναι πραγματικό κακό, όταν μας οδηγεί στη μετάνοια και τον αγιασμό, αλλά το κάθε ένα από αυτά γίνεται καλό, η κακό ανάλογα με τη στάση που θα πάρουμε απέναντι σ’ αυτά, προς ωφέλεια, η προς  ζημία της ψυχής μας.  Έτσι η σωματική τύφλωση όχι μόνο δεν έβλαψε τον τυφλό, αλλά και πολύ τον ωφέλησε, αφού έγινε αιτία να ανοίξουν οι ψυχικοί του οφθαλμοί και να πιστεύσει στο Χριστό. Αντίθετα σε τίποτε δεν ωφέλησε η υγεία των σωματικών οφθαλμών τούς Γραμματείς και Φαρισαίους, αφού άφησαν τις ψυχές τους να κυριεύσει ο φθόνος, που τούς τύφλωσε πνευματικά. Τελικά το μόνο πραγματικό κακό είναι η αμαρτία, γιατί αυτή μας χωρίζει από το Θεό.
«Εμέ δει εργάζεσθαι τα έργα του πέμψαντός με έως ημέρα εστίν. έρχεται νυξ ότε ουδείς δύναται αργάζεσθαι» (9, 4). Ήρθα στον κόσμο αυτόν, λέγει ο Κύριος, για να εκτελέσω όλα εκείνα τα έργα, τα οποία, επειδή είναι θεοπρεπή, είναι ακριβώς τα ίδια με τα έργα του πατέρα μου.  Τα έργα αυτά φανερώνουν, ότι έχω ίση δύναμη με τον πατέρα μου. Ποιά ήταν αυτά τα έργα; Όλα όσα ο Κύριος έκαμε για τη σωτηρία του ανθρώπου. Έργα του Ιησού μεταξύ άλλων ήταν και τα θαύματά του, τα οποία βλέποντας οι άνθρωποι χειραγωγούνταν στο να πιστεύσουν σ’ αυτόν και να βρουν τη σωτηρία τους. Κατ’ εξοχήν δε έργο του ήταν ο σταυρός και η ανάσταση, με τα οποία έφερε εις πέρας τη σωτηρία των ανθρώπων. Όλα αυτά τα θεοπρεπή έργα έπρεπε να φέρει εις πέρας μέσα στα στενά χρονικά πλαίσια της επιγείου ζωής του. Όλον τον χρόνο της επιγείου ζωής του παρομοιάζει με το χρονικό διάστημα μιας ημέρας. Επειδή συνήθως το διάστημα της ημέρας έχει καθιερωθεί από τούς ανθρώπους ως καιρός εργασίας, ενώ το διάστημα της νύχτας ως καιρός αναπαύσεως, γι’ αυτό και η παρούσα ζωή παρομοιάζεται με το διάστημα της ημέρας, ενώ η μετά θάνατον με τη νύχτα.
 Μέσα στο διάστημα της ζωής αυτής καλείται ο άνθρωπος να εργαστεί δραστήρια όλα εκείνα τα έργα, με τα οποία θα επιτύχει τη σωτηρία του. Εν όσω ακόμη ζει καλείται να καταβάλει κόπους και ιδρώτες ασκητικούς για τη νέκρωση των παθών και την κατόρθωση των αρετών. Όταν έρθει ο θάνατος, τότε αρχίζει η νύχτα της μετά θάνατον ζωής, στην οποία ο άνθρωπος δεν μπορεί πια να εργαστεί τα έργα της πίστεως και της αγάπης. Τότε δεν ισχύουν ούτε οι κόποι, ούτε η μετάνοια.
«Όταν εν τω κόσμω ω, φως ειμί του κόσμου» (9, 5 ).Ο Χριστός είναι το πνευματικό φως όλης της κτίσεως, που φωτίζει και ζωογονεί τις ψυχές των ανθρώπων, όπως το φως του ήλιου ζωογονεί και φωτίζει όλη τη γη.  Τα θαύματά του γίνονται φως για τις ψυχές μας γιατί μας βοηθούν να πιστεύσουμε σ’ αυτόν. Η διδασκαλία του πάλι γίνεται και αυτή φως, γιατί γνωρίζουμε με ακρίβεια, πως πρέπει να ζήσουμε για να επιτύχουμε τη σωτηρία μας. Εκείνος που τον ακολουθεί δεν θα περπατήσει στο σκοτάδι της αμαρτίας, αλλά θα έχει το φως της ζωής. Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου για όλες τις γενεές των ανθρώπων και όχι μόνο όταν ήταν σωματικώς παρών στη γη.
«Ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος και επέχρισε τον πηλόν επί τούς οφθαλμούς του τυφλού και είπεναυτώ, ύπαγε νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ, ο ερμηνεύεται απεσταλμένος. απήλθενουν και ενίψατο, και ήλθε βλέπων» (9, 6-7 ). Αφού είπε ότι πρέπει να εργάζεται τα θεοπρεπή εκείνα έργα, που τον αποδεικνύουν ίσον με τον πατέρα του, έρχεται τώρα να επιβεβαιώσει με έργο τον λόγο του. Φτύνει κάτω στο χώμα και δημιουργεί πηλό και μ’ αυτόν αλείφει τα μάτια του τυφλού. Με την πράξη του αυτή θέλει να μας διδάξει, ότι αυτός είναι ο δημιουργός του Αδάμ.  Διότι όπως τότε από το χώμα έπλασε τον άνθρωπο, έτσι τώρα με πηλό έπλασε τούς οφθαλμούς του τυφλού.  Χρησιμοποιεί το πτύσμα για να δηλώσει, ότι η δύναμη που βγήκε από το στόμα του με το πτύσμα, θεράπευσε τον τυφλό.  Θεραπεύει τον τυφλό με ένα παράδοξο τρόπο, βάζοντας λάσπη στις κόγχες των ματιών. Δηλαδή με μια πράξη που θα τύφλωνε έναν που έχει υγιείς οφθαλμούς. Με τον τρόπο δε αυτό κάνει λαμπρότερο το θαύμα. Αλλά και μας διδάσκει μια μυστικότερη αλήθεια:
 Όταν ο Κύριος αρχίζει να θεραπεύει τούς οφθαλμούς της ψυχής μας, πριν από όλα μας κάνει να συναισθανθούμε και να συνειδητοποιήσουμε έντονα την πνευματική μας τύφλωση. Κατόπιν σιγά-σιγά μας φωτίζει τούς ψυχικούς οφθαλμούς. Στη συνέχεια ο Κύριος αποστέλλει τον τυφλό στην κολυμβήθρα, και του δίδει την εντολή να πλυθεί, για να δοκιμάσει την πίστη και την υπακοή του. Ο τυφλός πίστευσε και υπάκουσε, αν και δεν εγνώριζε, ποιός ήταν αυτός που του έβαλε τη λάσπη και του έδωσε την εντολή.  Δεν άφησε αμφιβολίες να κυριεύσουν την ψυχή του. Δεν είπε μέσα του: Εάν η λάσπη θα με θεραπεύσει, τι χρειάζεται το νερό της κολυμβήθρας; Εάν πάλι με θεραπεύσει η κολυμβήθρα τι χρειάζεται η λάσπη; Και μήπως τόσες φορές που πλύθηκα, τι βγήκε; Με τη λάσπη ζητά να με θεραπεύσει; Αυτή περισσότερο τυφλώνει.  Τίποτε από αυτά δεν σκέφθηκε, αλλά έκανε υπακοή και σ’ αυτά, που του φαινόταν παράλογα. Έτσι ο τυφλός γίνεται σ’ όλους μας παράδειγμα πίστεως και υπακοής.
Ο Χριστός θα θεραπεύσει την ψυχική μας τύφλωση εφ’ όσον και εμείς συνεργασθούμε μ’ αυτόν. Εφ’ όσον υπακούσουμε στις εντολές του και κάνουμε ό,τι εξαρτάται από μάς. Αν δεν υπάκουε ο τυφλός, δε θα θεραπευόταν. Θα έμενε μέχρι τέλους τυφλός. Και εμείς αν δεν υπακούσουμε στις εντολές του, δεν θα επιτύχουμε ποτέ την θεραπεία της ψυχής μας.
«Οι ουν γείτονες και οι θεωρούντες αυτόν το πρότερον ότι τυφλός ην, έλεγον, ουχούτόςεστιν ο καθήμενος και προσαιτών; άλλοι έλεγον ότι ούτός εστιν. άλλοι δε ότι όμοιος αυτώεστιν. εκείνος έλεγε ότι εγώ ειμι» ( 9, 8-9 ). Το αποτέλεσμα της υπακοής του τυφλού ήταν, ότι το θαύμα έγινε. Μόλις έπλυνε τα μάτια του, αμέσως ανέβλεψε. Ένα τέτοιο μεγάλο θαύμα, μοναδικό στο είδος του, δεν ήταν δυνατόν να διαφύγει την προσοχή εκείνων που τον γνώριζαν,  αφ’ ενός μεν των γειτόνων του, και αφ’ ετέρου εκείνων που τον έβλεπαν καθώς περνούσαν από το δρόμο, όπου καθόταν και ζητιάνευε. Τούς φάνηκε τόσο παράδοξο το θαύμα, ώστε δυσκολεύονται να τον αναγνωρίσουν. Άραγε είναι ο γνωστός εκείνος τυφλός, που τον γνώριζαν μέχρι τώρα, η μήπως είναι κάποιος άλλος, που τον μοιάζει καταπληκτικά; Έτσι δημιουργήθηκε διχογνωμία και διαφωνία μεταξύ τους για το αν είναι αυτός ο πρώην τυφλός, η όχι. Την απορία τους λύνει ο ίδιος ο τυφλός, το πιο αξιόπιστο πρόσωπο, αφού ήταν αυτόπτης μάρτυς του θαύματος. Βεβαιώνει κατηγορηματικά, ότι αυτός είναι ο πρώην τυφλός.  Ο τυφλός αυτός ήταν ένας φτωχός ζητιάνος πεταμένος στην άκρη του δρόμου. Και όμως ο Ιησούς έδειξε την φιλανθρωπία και την αγάπη του και σ’ αυτό ακόμη το τόσο άσημο πρόσωπο.  (Συνεχίζεται).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου