23 Μαΐ 2015

Ερμηνευτική ανάλυση της αποστολικής περικοπής της Κυριακής των Αγίων Πατέρων. (14ον) - (Αρχιμ. Παύλου Δημητρακόπουλου)



ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Ερμηνευτική ανάλυση της αποστολικής περικοπής της Κυριακής των Αγίων Πατέρων.
Εν Πειραιεί τη 23η Μαΐου 2015.
(14ον)
Συνεχίζοντες τα ερμηνευτικά σχόλια στις Πράξεις, προχωρούμε στην ερμηνευτική ανάλυση της αποστολικής περικοπής της Κυριακής των αγίων Πατέρων. Είναι μια περικοπή από το 20ο κεφάλαιο των Πράξεων, στίχοι 16-18, 28-36. Στην περικοπή αυτή ο ευαγγελιστής Λουκάς μας παραθέτει ένα απόσπασμα από την τελευταία, αποχαιρετιστήρια ομιλία την οποία απηύθυνε ο απ. Παύλος στους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου, καθ’ όν χρόνον βρισκόταν στην Μίλητο. Στις γραμμές που ακολουθούν προχωρούμε σε σύντομη ερμηνευτική ανάλυση της περικοπής.  
   
16 «Έκρινε γαρ ο Παύλος παραπλεύσαι την Έφεσον, όπως μη γένηται αυτώ χρονοτριβήσαι εν τη Ασία· έσπευδε γαρ, ει δυνατόν ην αυτώ, την ημέραν της πεντηκοστής γενέσθαι εις Ιεροσόλυμα». Οαπ. Παύλος βρίσκεται προς το τέλος της τρίτης αποστολικής του περιοδείας. Με το επιτελείο του, τους συνεργάτες του και τους μαθητές του επιστρέφει από την Ελλάδα, διά μέσου της Ασίας με τελικό προορισμό τα Ιεροσόλυμα. Επειδή όμως δεν θέλει να χρονοτριβήσει, γι’ αυτό σπεύδειπρος την Μίλητο, παραμερίζοντας την Έφεσο, όπου θα περίμενε κανείς εκεί πρώτα πρώτα να πάει, αφού η μεγάλη αυτή πόλις υπήρξε το σπουδαιότερο ιεραποστολικό κέντρο του Παύλου στη Μικρά Ασία. Ωστόσο προβλέπει ότι η επίσκεψή του στην Έφεσο θα καθυστερήσει την πορεία του. Μπορεί, καθόλου απίθανο, ένα νέο κίνημα των εκεί φανατικών στοιχείων των Ιουδαίων και άλλων, να δημιουργήσουν όχι μόνο καθυστέρηση, αλλά και μεγαλύτερα εμπόδια. Ένας άλλος λόγος ήταν ότι επειγόταν να φτάσει στα Ιεροσόλυμα ει δυνατόν την ημέρα της Πεντηκοστής. Ένας ακόμη σοβαρότατος λόγος ήταν, ότι είχε μαζί του έναν πολύτιμο θησαυρό, τα χρήματα που συγκέντρωσε από τον έρανο στην Ελλάδα, τα οποία έπρεπε να μεταφερθούν με ασφάλεια στα Ιεροσόλυμα, για την αντιμετώπιση του μεγάλου κοινωνικού προβλήματος των χριστιανών της Ιουδαίας. Ήδη την εβδομάδα των αζύμων, δηλαδή το πάσχα των Εβραίων, βρισκόταν στους Φιλίππους. Από εκεί επεσκέφθη την Τρωάδα, όπου παρέμεινε μικρό χρονικό διάστημα, στην συνέχεια την Άσσο, την Μυτιλήνη, την Σάμο και τελικά έφθασε στην Μίλητο.
17 «Από δε της Μιλήτου πέμψας εις Έφεσον μετεκαλέσατο τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας». Από εκεί,  από την Μίλητο, ο Παύλος έστειλε απεσταλμένους στην Έφεσο, για να καλέσουν τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου, ώστε όλοι να συναχθούν στην Μίλητο, διότι εκεί ο Παύλος ήθελε να τους ομιλήσει. Έχουμε δηλαδή, θα λέγαμε, ένα ιερατικό συνέδριο στην Μίλητο, όπως και σήμερα γίνονται κατά καιρούς και κατά τόπους σε διάφορες Μητροπόλεις ιερατικά συνέδρια, όπου αναπτύσσονται διάφορα σοβαρά θέματα ποιμαντικής κυρίως φύσεως, για την ενημέρωση και  τον καταρτισμό των πρεσβυτέρων προς εξάσκηση του ποιμαντικού τους έργου.
18 «Ως δε παρεγένοντο προς αυτόν, είπεν αυτοίς· Υμείς επίστασθε, από πρώτης ημέρας αφ ης επέβην εις την Ασίαν, πως μεθ' υμών τον πάντα χρόνον εγενόμην». Ο λόγος του Παύλου που επακολουθεί στη συνέχεια είναι μια από τις ωραιότερες και συκλονιστικότερες ομιλίες του. Είναι η τελευταία, αποχαιρετιστήρια ομιλία του προς τους πρεσβυτέρους, τα πνευματικά του τέκνα, την οποία θα μπορούσε κανείς να παραβάλλει με την αποχαιρετιστήρια ομιλία του Κυρίου προς τους μαθητές του και την αρχιερατική του προσευχή, κατά τον μυστικό δείπνο, το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης. Ο λόγος αυτός είναι στην ουσία μια ποιμαντική διδασκαλία, ένα πολύτιμο εγχειρίδιο ποιμαντικής για όλους τους ποιμένες, όχι μόνον της Ασίας, αλλά όλης της ανά την οικουμένην Εκκλησίας και όχι μόνο της εποχής εκείνης, αλλά και κάθε εποχής μέχρι των ημερών μας. Και τούτο, όχι μόνον διότι ο λόγος του αποστόλου είναι λόγος θεόπνευστος, αλλά και διότι εδώ ο Παύλος ομιλεί με τρόπο απλό, δυνατό και πρακτικό. Αρχίζει τον λόγο του όχι με θεωρίες αόριστες και υποδείξεις ακαθόριστες, αλλά με αναμνήσεις. Τους θυμίζει αυτά που είδαν,που άκουσαν, που έζησαν κοντά του. Είδαν πως ο ίδιος εποίμανε, και πώς εργάσθηκε. Γνώρισαν την αγάπη του για τον Κύριο, την αγάπη του για τους πιστούς, την αγωνία του για την σωτηρία τους. Γνώρισαν το ευαγγέλιο, το οποίο τους πρόσφερε. Όλα όσα τους δίδαξε, τα βεβαίωσε και τα απέδειξε με την ίδια του την ζωή, την οποία τώρα προβάλλει σ’ αυτούς ως παράδειγμα προς μίμηση. Είναι μεγάλο πράγμα, μεγάλη υπόθεση, να μπορεί ένας διδάσκαλος, ένας ποιμένας, να προβάλλει στα πνευματικά του τέκνα τον εαυτό του ως παράδειγμα έμπρακτης αρετής και να καλεί αυτά ως μάρτυρες της αρετής του. Όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος: «αύτη διδασκάλου αρετή, όταν των οικείων κατορθωμάτων μάρτυρας έχει τους μαθητευομένους».
28 «Προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω, εν ω υμάς το Πνεύμα το άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιεποιήσατο δια του ιδίου αίματος».Στο σημείο αυτό της ομιλίας του τους εφιστά την προσοχή τόσο στον εαυτό τους όσο και σ’ όλο το ποίμνιο. Αν για όλα τα ζητήματα της παρούσης ζωής χρειάζεται προσοχή, ώστε να αντιμετωπιστούνορθά, πολύ περισσότερο χρειάζονται προσοχή, εκείνοι που ασκούν ποιμαντικό έργο μέσα στην Εκκλησία. Και τούτο διότι αναλαμβάνουν μια μεγάλη ευθύνη, ένα μεγάλο και βαρύ έργο, την διαποίμανσητην σωτηρία ψυχών. Κανένα έργο μέσα στην Εκκλησία δεν είναι τόσο δύσκολο και τόσο υπεύθυνο, όσο το έργο της ποιμαντικής διακονίας. Γι’ αυτό και οι άγιοιΠατέρες της Εκκλησίας μας από βαθειάσυναίσθηση του βάρους της ευθύνης απεύφευγαν να αναλάβουν εκκλησιαστικά αξιώματα και μόνο όταν εβεβαιούντο ότι αυτό είναι το θέλημα του Θεού και ότι θα έχουν πλούσια την Χάρητου Θεού, η οποία θα τους ενισχύσει να φέρουν εις πέρας το δύσκολο αυτό έργο, τότε μόνο συγκατετίθεντο, να δεχθούν το αξίωμα της ιερωσύνης. Αυτό δε ακριβώς το μεγάλο βάρος της ευθύνης,που έχουν αναλάβει οι πρεσβύτεροι, καθώς και το γεγονός ότι μια μέρα θα κληθούν να δώσουν λόγο στον Θεό για τον τρόπο με τον οποίο άσκησαν την ποιμαντική τους διακονία, έχει εδώ υπ’ όψιν του ο απ. Παύλος, γι’ αυτό και τους εφιστάτην προσοχή πρώτα στον εαυτό τους και μετά στο ποίμνιο. Οφείλουν να αγωνίζονται με ζήλο τον καλόν αγώνα της πίστεως, να καλλιεργούν τον εαυτό τους, να ελέγχουν τις πράξεις και τα λόγια τους, να αγρυπνούν, να νηστεύουν, να προσεύχονται μετά δακρύων, τόσο για τον εαυτό τους, όσο και για το ποίμνιο, συνεχώς να αγιάζονται και να προκόπτουν στην αρετή. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να ωφελήσουν και να βοηθήσουν και το ποίμνιότους. Δεν έχουν καμιά ευθύνη ούτε για την πολιτική, ούτε για τα εθνικά μας θέματα, ούτε για τις άλλες εγκόσμιες υποθέσεις της παρούσης ζωής. Γι’ αυτά άλλοι έχουν την ευθύνη και άλλοι θα λογοδοτήσουν στον Θεό. Το ίδιο το άγιο Πνεύμα τους κατέστησε επισκόπους. Πιο μπροστά στο στίχο 17, μας είπε, ότι κάλεσε τους πρεσβυτέρους να έρθουν από την Έφεσο στη Μίλητο, ενώ τώρα τους αποκαλεί επισκόπους. Τι συμβαίνει λοιπόν; Ποιό ήταν το εκκλησιαστικό αξίωμα που είχαν; Του πρεσβυτέρου ή του επισκόπου; Την απάντηση στο πρόβλημα μας την δίνει ο ιερός Χρυσόστομος και οι περισσότεροι από τους ερμηνευτές, οι οποίοι μας εξηγούν, ότι την εποχή εκείνη οι πρεσβύτεροι λέγονταν και επίσκοποι. Λέγονταν πρεσβύτεροι, λόγω της μεγαλύτερης ηλικίας των, επίσκοποι δε διότι επισκοπούσαν,ήταν οι άγρυπνοι φύλακες και προστάτες του ποιμνίου. Αργότερα, τον 2ο αιώνα, στην εποχή του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου οι δύο αυτοί όροι ξεχωρίζουν και αποκτούν την σημασία που έχουν σήμερα. «Ην περιεποιήσατο δια του ιδίου αίματος». Το ρήμα περιποιούμαι σημαίνει αποκτώ, κερδίζω για τον εαυτό μου. Ο Χριστός έκανε την Εκκλησία δική του, όχι μεάλλο τρόπο, αλλά με την θυσία του, με το αίμα του. Δεν έδωσε μια διαταγή να σωθεί ο κόσμος, όπως με μια διαταγή δημιούργησε τον κόσμο, αλλά έσωσε τον κόσμο με έναν επώδυνο τρόπο, με τη θυσία του. Το αίμα του Χριστού ως ανθρώπου είναι και αίμα Θεού, λόγω της υποστατικής ενώσεως των δύο φύσεων και λόγω της αντιδόσεως των ιδιωμάτων των δύο φύσεων.
29 «Εγώ γαρ οίδα τούτο, ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου»·Το «γαρ» συνδεει αιτιολογικά όσα είπε στον προηγουμενο στίχο, με αυτά που λέει στον παρόντα. Δηλαδή ο Παύλος καλεί σε επαγρύπνηση και προσοχή τους πρεσβυτέρους, διότι το ποίμνιό τους διατρέχει έναν έσχατο κίνδυνο. Με τον φωτισμό του αγίου Πνεύματος ομιλεί προφητικά και προβλέπει αυτά που θα γίνουν στο μέλλον. Γνωρίζω, τους λέει, πολύ καλά ότι μετά την αναχώρησή μου, θα εισβάλλουν στο ποίμνιο λύκοι βαρείς. Όπως οι λύκοι εισβάλλουν στη μάνδρα των προβάτων, έτσι θα εισβάλλουν στην πνευματική μάνδρα της Εκκλησίας σαν άλλοι λύκοι οι αιρετικοί, οι πολέμιοι τουέργου της Εκκλησίας. Εδώ χαρακτηρίζει τους αιρετικούς όχι απλώς ως λύκους, αλλά ως λύκους βαρείς, δηλαδή σκληρούς, άγριους και επί πλέον «μη φειδόμενους του ποιμνίου», δηλαδή που δεν θα λυπηθούν το ποίμνιο. Όπως οι λύκοι ορμούν στα πρόβατα και τα κατασπαράζουν, έτσι και οι αιρετικοί. Ένας λύκος όταν μπεί σε μια μάνδρα, μπορεί να μη φάει 50 πρόβατα, αλλά μπορεί να θανατώσει και τα 50, ρουφώντας λίγο αίμα από το καθένα. Το έργο λοιπόν των αιρετικών θα είναι καταστροφικό και τίποτε περισσότερο. Μοιάζει με έναν που μπαίνει σ’ ένα κατάστημα και αφού κλέψει, όσα πράγματα μπορέσει, βάζει φωτιά στα υπόλοιπα και φεύγει. Ιδιαίτερα επίκαιρος ο λόγος του αποστόλου στην εποχή μας, όπου ένα πλήθος αιρετικών με επί κεφαλής τους οικουμενιστές, πατριάρχες και επισκόπους, αλωνίζουν κυριολεκτικά την Εκκλησία. (Συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου