16 Μαρ 2015

Η λιτότητα, ο λιτός και ο άλλος λυτός.


βαρουφάκηςΔανάη


Η λιτότητα, ο λιτός και  ο άλλος  λυτός.
Στην επικαιρότητα βρέθηκε η έννοια της λιτότητας, αφενός μεν ως κεντρικό σύνθημα, «Τέρμα στη λιτότητα», του κόμματος που κέρδισε τις εκλογές, και αφετέρου διότι ο τερματισμός της λιτότητας αποτελεί επιδιωκόμενο στόχο στη διαπραγμάτευση με τους εταίρους στην Ε.Ε. Κι όμως ο νέος Υπουργός Οικονομικών κατά την τελετή παράδοσης - παραλαβής του Υπουργείου είπε: «Είμαστε υπέρ του λιτού βίου… Oι Έλληνες δημιουργούσαν, όταν ζούσαν λιτά …». Υπέρ του λιτού βίου, αλλά κατά της λιτότητας! Η φαινομένη αντίφαση με ώθησε στην ενασχόληση με τις λέξεις λιτότητα, λιτός και την ομόηχη λυτός.

Λιτότητα, διαβάζομε στο Λεξικό της Ν.Ε. Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, «είναι ιδιότητα του λιτού». Ποιος λοιπόν είναι ο λιτός; Λιτός μπορεί να είναι ο βίος∙ πολλοί φιλόσοφοι διήγον βίον λιτόν, τουτέστιν αρκούνταν αυτοβούλως στα απαραίτητα, ήταν ολιγαρκείς. Λιτή επίσης ήταν η ζωή των Σπαρτιατών· λιτό ασφαλώς ήταν το φαγητό τους και γενικά λιτή η διατροφή τους. Και σήμερα υπάρχουν οι λιτοδίαιτοι, στους οποίους δεν συναντώνται ούτε υπέρβαροι ούτε παχύσαρκοι. Ο λιτός κάποτε μπορεί να είναι συνώνυμο και του επιθέτου φτωχικός, «χωρίς όμως να φτάνει στην κακομοιριά, τη μιζέρια», όπως σημειώνεται στο ανωτέρω λεξικό. Σε κάθε περίπτωση ο λι- τός βίος δεν χάνει την αξιοπρέπεια. Στον αντίποδα ο τρυφηλός, ο πλούσιος και πολυτελής βίος.
Λιτός, χωρίς στολίδια δηλαδή, χαρακτηρίζεται και ο δωρικός ρυθμός σε σχέση με τον ιωνικό και τον κορινθιακό. Για λιτή γραμμή γίνεται λόγος και στην ενδυμασία. Το λιτό ντύσιμο είναι απλό, απέριττο.
Δεν ξέρω αν και η απουσία γραβάτας στις επίσημες συναντήσεις, ως συμβολισμός, θέλει να δείξει απλότητα. Σίγουρα το ακριβό και επιμελώς ατημέλητο ντύσιμο δεν είναι στοιχείο του λιτού βίου. Μάλλον σε στείρο ετσιθελισμό παραπέμπουν.
Λιτή, απέριττη, μπορεί εισέτι να χαρακτηρισθεί η διατύπωση κάποιου, όπως λιτό και απέριττο χαρακτηρίζεται το ύφος ενός συγγραφέα. Το ένα (ν) στο Γιάννης ασφαλώς δεν υπάγεται σε αυτό. Στον αντίποδα το περίτεχνο ύφος, το επιτηδευμένο. «Η φύση έχει την πολυτέλεια να είναι υπερβολική. Ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι λιτός μέχρι και στη τελευταία λεπτομέρεια», υποστηρίζει ο Γερμανός ζωγράφος klee.
Αφού λοιπόν ο λιτός συνδέεται με την ολιγάρκεια, την απλότητα και το απέριττο, γιατί να μην είμαστε υπέρ του λιτού, σε εποχές μάλιστα «ισχνών αγελάδων»; Αλλά αφού είμαστε υπέρ του λιτού βίου, ο οποίος μάλιστα είναι αιτία δημιουργίας, γιατί στρεφό μαστε κατά της λιτότητας, η οποία είναι η ιδιότητα του λιτού;
Στον χώρο της τέχνης η λιτότητα - στην λογοτεχνία, στην αρχιτεκτονική, στη γλυπτική, στη ζωγραφική, στην ενδυμασία, στην επίπλωση - σημαίνει απλότητα και απουσία του περίτεχνου, του στολισμού και του επιτηδευμένου. Γνωστό επιπλέον ως σχήμα λόγου και το σχήμα λιτότητας: Δεν ακούσθηκαν και λίγα για τη διαπραγμάτευση∙ ακούσθηκαν, με άλλα λόγια, πολλά. Αξιοπρόσεκτη η διαφορά στη νοηματική απόχρωση των δύο φράσεων, που φαίνονται νοηματικά ίδιες.
Αλλά και ως τρόπος ζωής η λιτότητα παλαιότερα θεωρούνταν αρετή και, ως συνώνυμη της ολιγάρκειας, συμπορευόταν με το μέτρο και την οικονομική αυτάρκεια. Στην εποχή όμως «των παχιών αγελάδων» το πνεύμα λιτότητας, ως ασύμφορο στα ποικίλα οικονομικά συμφέροντα που προπαγάνδιζαν την υπερκατανάλωση, παρουσιάσθηκε ως ξεπερασμένο και αναχρονιστικό. Η υπερκατανάλωση, με τη συνακόλουθη σπατάλη, έδινε την αίσθηση άνεσης και κοινωνικής υπεροχής. Το μέτρο χάθηκε, το χρήμα που εισέρευσε δεν αξιοποιήθηκε για ανάπτυξη, σπαταλήθηκε στην κατανάλωση, και ακο- λούθησαν μέτρα λιτότητας.
Η λιτότητα στο χώρο της πολιτι- κής είναι «μορφή οικονομικοκοινωνικής πολιτικής σε περίοδο ύφεσης, κατά την οποία περιορίζονται στο ελάχιστο οι ανάγκες και οι περιττές δαπάνες του κράτους, με σκοπό τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, τη σταθεροποίηση και την ανάκαμψη της οικονομίας» (Λεξικό της Ν.Ε. Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη) .
δεν σχετίζεται επ’ ουδενί με τη μιζέρια και την κακομοιριά, αλλά η μνημονιακή λιτότητα συνδέεται με περικοπή μισθών και συντάξεων, με συνεχή επιβολή φόρων, με ανεργία, με μετανάστευση, με φτωχοποίηση του μισού πληθυσμού. Ποιος λοιπόν μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν αισθάνεται ταπεινωμένος αυτός που έχασε την εργασία του και συνεπώς τη δυνα- τότητα βιοπορισμού και προσέρχεται σε συσσίτιο; Βέβαια, τούτος ο λαός ξέρει να δίνει από το υστέρημά του, να μοιράζεται και να συμπαραστέκεται στους αναγκεμένους και είναι αξιέπαινος. Δεν παύουν όμως τα συσσίτια να παραπέμπουν στην Κατοχή, και μάλιστα χωρίς να έχει προηγηθεί πόλεμος! Ο ελληνικός λαός ταπεινώθηκε σε καιρό ειρήνης από την αβελτηρία των πολιτικών, τους οποίους ο ίδιος εξέλεγε. Αυτό δεν είναι λιτότητα, είναι εξαθλίωση! Επειδή δε οι πολιτικοί πολλά δεν λένε με το όνομά τους – είναι σκληρή η αλήθεια! -, ονόμασαν κατ’ ευφημισμό την εξαθλίωση, στην οποία βύθισαν εκα- τομμύρια Ελλήνων, λιτότητα!
Η μνημονιακή λιτότητα, που την τελευταία πενταετία στοίχειωσε στον τόπο μας και έφερε σε απόγνωση πολλούς και όλοι την αντιμάχονται δεν είναι ελεύθερη επιλογή του πολίτη, αλλά επιβεβλημένη πολιτική στην πολύπλοκη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία και προσδιορίζεται ποικιλοτρόπως. Ακούμε λοιπόν συχνά για μέτρα λιτότητας, που σημαίνουν σκληρούς οικονομικούς περιορισμούς, θεσπισμένους από την Πολιτεία στις πλάτες, και ερήμην, των πολιτών. Γίνεται λόγος για αυστηρή και σκληρή λιτότητα, για μονομερή λιτότητα, αφού κάποιοι στερούνται τα πάντα, ενώ την ίδια ώρα άλλοι αυξάνουν τα πλούτη τους. Ακούσαμε από τον Υπουργό Οικονομικών και για «πυραμιδική λιτότητα», διότι την κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας η λιτότητα δεν την αγγίζει. Έτσι, μια ακόμη λέξη στο χώρο της πολιτικής πτώχευσε εννοιολογικά.
Τούτος ο λαός, που πάντα ήταν φτωχός, μα περήφανος και φιλόξενος, ξέρει καλά τι σημαίνει λιτός βίος και λιτότητα. Ναι, χρησιμοποιούσε τις οικονομίες του για να σπουδάσει τα παιδιά του και καμάρωνε! Αυτά όμως δεν έχουν σχέση με ό,τι ονομάζουν λιτότητα οι πολιτικοί και με αυτό που βιώνει σήμερα ο λαός.
Ομόηχο του λιτός το άλλο επί- θετο λυτός, που, ως ρηματικό επί- θετο του λύω, σημαίνει ό, τι και η μετοχή λυμένος. Λυτά, λυμένα δηλαδή, άφηνε τα ζώα του ο γεωργός μετά τη δουλειά για βοσκήσουν. Λυτά αφήνει η κοπελιά τα μακριά μαλλιά της. Βάζει λυτούς και δεμένους, χρησιμοποιεί δηλαδή κάθε μέσο, αυτός που θέλει οπωσδήποτε να πετύχει κάτι.
Το πρώτο λιτός είναι λιτό και στη σύνθεσή του· συντίθεται με τη δίαιτα και προκύπτει ο λιτοδίαιτος. Το δεύτερο, ως ρηματικό επίθετο του λύω που συντίθεται με πολλές προθέσεις, έχει πλούσια σύνθεση. Ο βίος λοιπόν μπορεί να είναι λιτός αλλά μπορεί να είναι και έκλυτος, παραδομένος στα πάθη. Η διατύπωση μπορεί να είναι λιτή, αλλά η άποψη μπορεί να είναι απόλυτη. Το φαγητό μπορεί να είναι λιτό, και το αλάτι διαλυτό, ευδιάλυτο στο νερό, ενώ το πρόβλημα μπορεί να είναι άλυτο ή δυσεπίλυτο και το μυστήριο αξεδιάλυτο. Λιτές οι γραμμές σε ένα σχέδιο, αλλά ακατάλυτες οι αξίες. Υπέρ του λιτού βίου τάσσεται ο υπουργός, αλλά δεν ξέρω πόσο λυτά είναι τα χέρια του απέναντι στους δανειστές, πόση άνεση μπορεί να έχει απέναντί τους ως εκπρόσωπος κράτους υπερχρεωμένου.
Κοντολογίς ο λιτός βίος δεν είναι ξένος προς το λαό μας και η λιτότητα εκτός της πολιτικής δεν έχει τίποτε το μεμπτό. Στο χώρο της πολιτικής η λιτότητα, στη σημερινή της μορφή, είναι ευφημισμός της οικονομικής εξαθλίωσης. Γι’ αυτό τα μέτρα λιτότητας δημιουργούν αναστάτωση και προκαλούν αντιδράσεις. Παρά ταύτα η γλώσσα μας μάς εκπλήσσει ευχάριστα με τις ομόηχες λέξεις, και εν προκειμένω με ομόηχα επίθετα λιτός και λυτός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου