ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Ἑβρ. στ´ 13-20
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Μᾶρκ. θ´ 17 – 31
Ἦχος πλ. δ´.– Ἑωθινόν: Η´
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΙΑΖΟΜΕΝΟΥ ΝΕΟΥ
Ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς, μετὰ τὴ Μεταμόρφωσή Του,
κατέβηκε ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβώρ, ἔτρεξαν πολλοὶ νὰ Τὸν συναντήσουν. Τὸν
πλησίασε τότε κι ἕνας πονεμένος πατέρας καὶ Τοῦ εἶπε: Διδάσκαλε, Σοῦ ἔφερα τὸν
γιό μου, ποὺ ἔχει καταληφθεῖ ἀπὸ πονηρὸ πνεῦμα καὶ τὸν ἔχει ἀφήσει ἄλαλο.
Μάλιστα ὅταν τὸν κυριεύει, τὸν ρίχνει κάτω, τὸν
κάνει νὰ βγάζει ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα καὶ νὰ τρίζει τὰ δόντια του, καὶ τὸν ἀφήνει
ἀναίσθητο! Εἶπα πρὶν στοὺς μαθητές Σου νὰ βγάλουν τὸ δαιμόνιο αὐτό, ἀλλὰ
δὲν μπόρεσαν.
Γυρίζει τότε ὁ Κύριος καὶ μὲ τόνο ἐπιτιμητικὸ
λέγει: «ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;»·
ὦ ἄνθρωποι, εἴδατε τόσα θαύματα καὶ παραμένετε ἄπιστοι! Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί
σας; Ἕως πότε θὰ σᾶς ἀνέχομαι;... Φέρτε μου ἐδῶ τὸ παιδί.
Μεγάλη ἀναστάτωση εἶχε προκαλέσει ἡ ἀδυναμία τῶν
μαθητῶν τοῦ Κυρίου νὰ θεραπεύσουν τὸ παιδί. Ὁ πατέρας ἦταν ἀνήσυχος. Ὁ κόσμος σὲ
ἀπορία. Οἱ Γραμματεῖς, ποὺ δὲν ἔχαναν εὐκαιρία νὰ κατηγορήσουν τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς
μαθητὲς Του, φαίνεται ὅτι βρῆκαν εὐκαιρία νὰ πετάξουν λόγους πικροὺς καὶ
βλάσφημους. Κι ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ποὺ εἶδε ὅλη αὐτὴ τὴν ταραχή, δὲν μποροῦσε παρὰ
νὰ ἐκφράσει τὴ θλίψη του μπροστὰ στὴν ἀπιστία ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων.
Ἀλλὰ ἂν ὁ Κύριος μίλησε μὲ αὐστηρότητα στοὺς ἀνθρώπους
τῆς γενιᾶς Του ποὺ ἔμεναν ἄπιστοι παρὰ τὰ θαύματα ποὺ εἶχαν δεῖ, τί θὰ ἔλεγε στὴ
δική μας γενιά; Ἄραγε τί πίστη θὰ ζητοῦσε ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς χριστιανούς, ποὺ ἔχουμε
γνωρίσει τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴ χάρη τῶν
ἁγίων Μυστηρίων καὶ τὴν ἐμπειρία ἀναρίθμητων θαυμάτων;... Ὅταν ἀπολαμβάνουμε
τόσες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ λυγίζουμε στὴν πρώτη δυσκολία καὶ
νὰ ἀπελπιζόμαστε;...
Κι ὅμως, παρὰ τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ὀλιγοπιστία μας ὁ
Κύριος μακροθυμεῖ. Μᾶς ἀνέχεται καὶ περιμένει τὴ μετάνοιά μας, ἐνῶ Ἐκεῖνος
συνεχίζει νὰ στέλνει πλούσιες τὶς χάριτες καὶ τὶς εὐλογίες Του. Ὅπως φάνηκε καὶ
στὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ὅταν ζήτησε νὰ Τοῦ φέρουν τὸ παιδὶ γιὰ
νὰ τὸ θεραπεύσει.
Ὁδήγησαν λοιπὸν μπροστά Του τὸν ταλαίπωρο νέο. Τότε
τὸ πονηρὸ πνεῦμα ἄρχισε νὰ ταράζει μὲ φοβεροὺς σπασμοὺς τὸ νέο, ὁ ὁποῖος ἔπεσε
καὶ κυλιόταν στὴ γῆ βγάζοντας ἀφροὺς.
–Ἀπὸ πότε συμβαίνει αὐτό;... ρώτησε ὁ Κύριος.
«Παιδιόθεν», ἀπάντησε ὁ πατέρας καὶ συνέχισε: Πολλὲς φορὲς μάλιστα τὸν ἔριξε
στὴ φωτιὰ καὶ στὸ νερό! Ἂν λοιπὸν μπορεῖς νὰ κάνεις κάτι, λυπήσου μας καὶ
βοήθησέ μας...
–Ἐὰν ἐσὺ μπορεῖς νὰ
πιστέψεις, ὅλα εἶναι δυνατὰ σ’ ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει, ἀποκρίθηκε ὁ Κύριος.
Κλαίγοντας τότε ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ, φώναξε
δυνατά: «πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ», πιστεύω ὅτι ἔχεις τὴ δύναμη νὰ
μὲ βοηθήσεις. Βοήθησέ με ν’ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ τὴν ὀλιγοπιστία μου.
Τότε ὁ Κύριος πρόσταξε αὐστηρὰ τὸ δαιμονικὸ πνεῦμα:
Πνεῦμα ἄλαλο καὶ κουφό, Ἐγὼ σὲ διατάζω, βγὲς ἀπ’ αὐτὸν καὶ μὴν ξαναμπεῖς
ποτὲ πιὰ μέσα του!
Καὶ τὸ πονηρὸ δαιμόνιο, ἀφοῦ κραύγασε δυνατὰ καὶ συντάραξε τὸ
παιδί,
βγῆκε.
Ὁ νέος ἔγινε σὰν νεκρὸς· πολλοὶ νόμιζαν ὅτι πέθανε. Ὁ Χριστὸς ὅμως
τὸν ἔπιασε ἀπ’ τὸ χέρι καὶ τὸν σήκωσε ὄρθιο.
Ὅταν, λίγο ἀργότερα, ὁ Κύριος μπῆκε σὲ κάποιο
σπίτι, Τὸν πλησίασαν ἰδιαιτέρως οἱ μαθητές Του καὶ Τὸν ρώτησαν: Γιατί ἐμεῖς δὲν
μπορέσαμε νὰ βγάλουμε τὸ πονηρὸ πνεῦμα; Κι Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε: «τοῦτο τὸ γένος
ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ»· αὐτὸ τὸ εἶδος τοῦ
δαιμονίου δὲν βγαίνει μὲ τίποτε ἄλλο παρὰ μὲ προσευχὴ ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ
νηστεία.
Ἔπειτα ἔφυγαν ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ διέσχισαν τὴ Γαλιλαία ἀπὸ
τὴ δυτικὴ ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου. Καὶ καθὼς ὁ Κύριος ἦταν μόνος μὲ τοὺς μαθητές
Του, τοὺς μιλοῦσε προφητικὰ γιὰ τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάστασή Του κι ἔτσι προετοίμαζε
τὶς ψυχὲς τους γιὰ τὰ συγκλονιστικὰ αὐτὰ γεγονότα.
Ἂς σταθοῦμε ὅμως στὴν ἀπάντηση τοῦ Κυρίου, ὅταν οἱ
μαθητὲς Τὸν ρώτησαν γιατί δὲν μπόρεσαν νὰ θεραπεύσουν τὸ παιδί: Γιὰ τέτοιες
δύσκολες περιπτώσεις, χρειάζεται προσευχὴ καὶ νηστεία, εἶπε. Αὐτὰ εἶναι τὰ
πανίσχυρα ὅπλα ποὺ μᾶς προτείνει ὁ Χριστὸς στὸν πόλεμο κατὰ τοῦ πονηροῦ: Πρῶτα,
θερμὴ προσευχή, διότι αὐτὴ φανερώνει τὴν πίστη καὶ τὴν ἐξάρτησή μας ἀπὸ τὸν
παντοδύναμο Θεό. Καί παράλληλα, νηστεία, ἡ ὁποία ταπεινώνει τὴν σάρκα καὶ ἐξυψώνει
τὸ πνεῦμα πρὸς τὸν ἅγιο Θεό.
Ἰδιαίτερα αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς,
ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νὰ ἐφοδιαστοῦμε μὲ αὐτὰ τὰ πνευματικὰ ὅπλα,
προκειμένου νὰ ἀντιμετωπίζουμε νικηφόρα τὶς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ. Ἂς μὴν ἀπελπιζόμαστε
λοιπόν, ἂν βλέπουμε ὅτι ὁ ἀγώνας εἶναι δύσκολος καὶ ὁ ἐχθρὸς ἰσχυρός. Ἂν ἀκολουθήσουμε
τὸν λόγο τοῦ Κυρίου καὶ καταφεύγουμε ταπεινὰ στὴν προσευχὴ καὶ στὴ νηστεία, εἶναι
βέβαιο ὅτι θὰ ξεπερνοῦμε κάθε πειρασμό.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου