21 Φεβ 2015

Κυριακής της Τυροφάγου - Η νυξ προέκοψεν



Ἀπόστολος: Ρωμ. ιγ´ 11 – ιδ´ 4
Ρωμ. 13,11         Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν.
Ρωμ. 13,11                 Και αυτά θα τα πράττωμεν, έχοντες υπ' όψιν μας την προσωρινότητα και βραχύτητα της παρούσης ζωής· και ότι ακόμη είναι πλέον ώρα να εξυπνήσωμεν από τον ύπνον της πνευματικής ραθυμίας, που μας κάνει νωθρούς δια τα καλά έργα. Διότι τώρα είναι πιο κοντά η ημέρα της σωτηρίας και απολυτρώσεώς μας, παρ' όσον ήτο τότε που επιστεύσαμεν.
Ρωμ. 13,12         ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός.
Ρωμ. 13,12                Η νύχτα, δηλαδή η παρούσα ζωη, που ομοιάζει με νύχτα, έχει πλέον προχωρήσει· η δε ημέρα της μελλούσης ζωής και της εκδημίας μας προς τον ουρανόν επλησίασε. Ας αποθέσωμεν, λοιπόν, και ας πετάξωμεν από την ψυχήν μας και την ζωήν μας τα έργα του σκότους και ας ενδυθώμεν, σαν φωτεινά όπλα, τα έργα της αρετής.

Ρωμ. 13,13         ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίτας καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ,
Ρωμ. 13,13                Ας ζώμεν και ας φερώμεθα με ευπρέπειαν και σεμνότητα, όπως εκείνος, που περιπατεί κατά το διάστημα της ημέρας και τον βλέπουν οι άνθρωποι. Οχι με αμαρτωλά φαγοπότια και μέθας, ούτε με πράξεις αισχράς και εξευτελιστικάς ούτε με φιλονεικίας και ζηλοφθονίας.
Ρωμ. 13,14         ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.
Ρωμ. 13,14                Αλλά, σαν πολυτιμότατον φέρεμα της ψυχής σας, ενδυθήτε τον Κυριον Ιησούν Χριστόν, ώστε να ζήτε εν τω Χριστώ και ο Χριστός να ζη εις σας· και μη φροντίζετε δια τας ικανοποιήσεις των ατάκτων και παρανόμων επιθυμιών της σαρκός.
 Ρωμ. 14,1          Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν.
Ρωμ. 14,1                  Εκείνον τον αδελφόν, που είναι αδύνατος κατά την πίστιν (και προσέχει περισσότερον τους εξωτερικούς τύπους, όπως είναι π,χ. η διάκρισις των φαγητών σύμφωνα με τον μωσαϊκόν Νομον) πρέπει να τον δέχεσθε και να τον αγκαλιάζετε με στοργήν, χωρίς να συζητήτε και να επικρίνετε τας αντιλήψστου.
Ρωμ. 14,2          ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει.
Ρωμ. 14,2                  Αλλος μεν πιστεύει, ότι έχει το δικαίωμα να τρώγη όλα τα φαγητά· ο ασθενής όμως κατά την πίστιν τρώγει λάχανα, διότι φοβείται μήπως μολυνθή από τα άλλα φαγητά και χάση την ψυχήν του.
Ρωμ. 14,3          ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο.
Ρωμ. 14,3                  Εκείνος που έχει φωτισμένην πίστιν και τρώγει από όλα, ας μη καταφρονή και εξευτελίζη ως ολιγόπιστον και στενοκέφαλον τον άλλον. Και εκείνος πάλιν που δεν τρώγει από όλα, ας μη κατακρίνη τον άλλον· διότι και αυτόν ο Θεός τον έχει δεχθή και προσλάβει εις την Εκκλησίαν του.
Ρωμ. 14,4          σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
Ρωμ. 14,4                  Επειτα συ ποίος είσαι που κατακρίνεις ξένον δούλον; Εάν στέκεται η εάν πίπτη, είναι υπεύθυνος απέναντι του Κυρίου του. Συ τον κατακρίνεις, αυτός όμως (εάν καταφύγη στον Θεόν) θα σταθή. Διότι ο Θεός έχει την δύναμιν να στήση και να στερεώση αυτόν εις την πίστιν.
   Στον καιρό της ελευθεριότητας, σε χρόνους που η αμαρτία σαν έννοια παράβασης νόμων ηθικών χάνει μεγάλο μέρος της σημασίας της, έρχεται ο Απόστολος  Παύλος να μας επαναφέρει στην εν Χριστώ ζωή, εφ’ όσον θέλουμε να λεγόμαστε χριστιανοί και έτσι ουσιωδώς να αισθανόμαστε.
Προσεγγίζοντες την έναρξη της κατ’ εξοχήν κατανυκτικής περιόδου του λειτουργικού χρόνου της Εκκλησίας μας που είναι η Μεγάλη Σαρακοστή, οφείλουμε σαν Χριστιανοί να προσαρμόσουμε ανάλογα και την δική μας προς εαυτούς και αλλήλους συμπεριφορά.
  Ο Χριστιανισμός είναι ένα αγώνισμα, μια αρένα που μέσα της αγωνιζόμαστε όχι με θηρία ή μονομάχους, αλλά με τον έσω άνθρωπο, που λόγω της πεπτωκυΐας φύσεώς του αναζητά εφήμερους τρόπους καταξίωσής του. Και το άσχημο στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι αυτή η καταξίωση είναι τόσο εφήμερη και περιστασιακή όσο η αλληλοδιαδοχή του νυχθημέρου.
    «Η νυξ προέκοψεν η δε ημέρα ήγγικεν», βροντοφωνάζει ο Απόστολος των εθνών. Θα το λέγαμε σήμερα με τη λαϊκή φράση, απευθυνόμενοι σε εκείνους που αμέριμνοι εφησυχάζουν και κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου, «ξυπνήστε μην κοιμάσθε». Ο ύπνος σαν φυσική ανάγκη ξεκούρασης από τον κάματο της ημέρας, είναι αναγκαίος. Ο ύπνος όμως ο πνευματικός, ο εφησυχασμός, η ακηδία, η ραθυμία και η αδιαφορία είναι τόσο επικίνδυνος και χιμαιρικός όσο η βεβαιότητα του ονείρου.
   Στα έργα του σκότους ο Απόστολος κατατάσσει όλα εκείνα που ομολογουμένως κάθε νουνεχής αποφεύγει να διαπράττει υπό το φως της ημέρας, την άσκοπη σπατάλη για την ικανοποίηση του στομαχιού και του φάρυγγα, την υπερβολική οινοποσία, την ακόλαστη ζωή.  Όλα αυτά ίσως να είναι η αιτία και το αποτέλεσμα των διαφόρων οικονομικών προβλημάτων για τα οποία και τόσος λόγος γίνεται σήμερα, αλλά και τόσα άλλα ζητήματα δημιουργούν, όχι μόνο καταναλωτικά αλλά και κοινωνικά.
   Μήπως είναι λίγα τα οικογενειακά δράματα και οι ενδοοικογενειακές διενέξεις εξ αιτίας της μέθης; Μήπως είναι μια αφορμή και αιτία τα διαλυμένα νοικοκυριά, οι διαμελισμένες οικογένειες, τα απροστάτευτα παιδιά και τα παραμελημένα γηρατειά;
  Βέβαια το κύριο θέμα που απασχολεί τον Απόστολο Παύλο δεν περιορίζεται στη διαμόρφωση κοινωνικών δομών και μόνο. Ο Παύλος θεολογεί και δεν κοινωνιολογεί. Το αν αυτά που θέλει να πει ενέχουν και αυτά τα στοιχεία, δεν παύει από το να τονίζει το έσχατο και κύριο μήνυμά του που είναι η θέωση. Το να ξανάβρει ο πεπτωκός άνθρωπος τον χαμένο του Παράδεισο, την πρόσωπο προς πρόσωπο επικοινωνία με τον Θεό, με τη δυναμική που δίνει η θυσία του Σταυρού αλλά και η ελπίδα του Αναστημένου Χριστού. 
   Η αρμονία του πρώτου ανθρώπου, προτού αμαρτήσει, τόσο με την άλογη φύση όσο και με την έλλογη ήταν δεδομένη. Η αμαρτία και τα παρεπόμενά της είναι εκείνη που θολώνει τον νου του ανθρώπου, που ενδόμυχα αισθανόμενος το λάθος των επιλογών του αναζητά στο έρεβος την χαμένη του προσωπικότητα και κρίνει τους γύρω του με  τέτοια διάθεση όπως η κολοβή αλεπού που την συνέλαβε ο ιδιοκτήτης του ορνιθώνος και της έκοψε την ουρά και, κατά την λαϊκή παροιμία, θεωρούσε το άνουρο σαν μόδα. Μέσα από την κρίση αυτή διαφαίνεται μια προσπάθεια εγωπαθής είτε για να προβληθούμε είτε να μειώσουμε τους άλλους, πλην όμως και στις δύο περιπτώσεις η συνιστώσα είναι η έλλειψη της αγάπης και της αρμονικής συμβίωσης μέσα στην κόλαση της αμαρτίας.

Μ.Φ.Ν.Θ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου