4 Οκτ 2014

Μητροπολίτης Γόρτυνος Ιερεμίας, Συνοπτική ερμηνεία της Καινής Διαθήκης σε ένα τόμο (1)

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
ΣΕ ΕΝΑ ΤΟΜΟ
(Ὁ ἑνιαῖος τόμος τῆς Καινῆς Διαθήκης, στόν ὁποῖο σκοπεύουμε, θά περιέχει κείμενο, χωρισμένο κατά περικοπάς, μετάφραση κάθε περικοπῆς, σύντομο προλογικό σημείωμα σ᾽ αὐτήν, πού θά δίδει τό νόημά της, παράλληλα χωρία καί σύντομα ἑρμηνευτικά σχόλια, ἀφοῦ πρόκειται γιά συνοπτικό ἔργο. Ἐδῶ, στίς ἑβδομαδιαῖες αὐτές ἀναρτήσεις, θά παρέχουμε μόνο τό προλογικό σημείωμα τῆς περικοπῆς καί τά σχόλια τοῦ ἔργου, γιά νά ἔχουμε τήν κριτική τῶν εἰδικῶν ἑρμηνευτῶν καθηγητῶν πρός διόρθωση τῶν ἐσφαλμένων. 

Τά σύντομα σχόλια ἀλληλοσυμπληρώνονται μέ παραπομπή καί σέ ἄλλα σχετικά σχόλια ἄλλων βιβλίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς, διότι τό ἔργο ἐπεκτείνεται καί στήν Παλαιά Διαθήκη. Τά βοηθήματα τοῦ ἔργου εἶναι διάφορα, κυρίως ὅμως χρησιμοποιῶ ὡς πηγή τά δύο γαλλικά ὑπομνήματα La Bible de Jerusalem (BJ), Traduction Oecumenique de la Bible (TOB) καί βεβαίως τό πελώριο ἔργο τοῦ καθηγητοῦ Παναγιώτου Τρεμπέλα καί τό τρίτομο ἑρμηνευτικό ἔργο ἐπί τῆς Καινῆς Διαθήκης τοῦ ἱεροκήρυκος Νικολάου Σωτηροπούλου.)
ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Ι. ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ (κεφ. 1-2)
Τό γενεαλογικό δένδρο τοῦ Ἰησοῦ (1,1-17)
Προλογικό:
Ἐπειδή ἡ Παλαιά Διαθήκη λέγει ὅτι ὁ Μεσσίας θά κατάγεται ἀπό τόν Ἀβραάμ καί τόν Δαβίδ (βλ. Γεν. 12,3. 22,18. Β΄Βασ. 7,12. Ψαλμ. 88, 5. 131, 11), γι᾿ αὐτό καί στήν περικοπή μας ἐδῶ ὁ Ματθαῖος, θέλοντας νά ἀποδείξει στούς Ἰουδαίους ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ πραγματικός Μεσσίας, ἀποδεικνύει, βάσει ἐγκύρων καταλόγων, τήν ἀπό τοῦ Ἀβραάμ καί τοῦ Δαβίδ καταγωγή του. Ἡ ἐδῶ γενεαλογία τοῦ Ἰησοῦ μᾶς ἀποκαλύπτει τήν ἱστορία τῆς ἐκλογῆς τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ καί γενικώτερα τήν προετοιμασία τῆς ἀνθρωπότητος γιά τόν ἐρχομό Του. – Γιά νά εἶναι εὐκολομνημόνευτος ὁ γενεαλογικός κατάλογος, τόν ὁποῖο μᾶς προσφέρει ὁ Ματθαῖος, τόν χωρίζει σέ τρεῖς σειρές μέ δεκατέσσερα ὀνόματα ἡ κάθε σειρά. 
Σχόλια:
Κεφ. 1-2. Ὁ πρόλογος τοῦ Εὐαγγελίου περιλαμβάνει, μετά τήν γενεαλογία τοῦ Ἰησοῦ (1,1-17), πέντε σκηνές στίς ὁποῖες ἐναλλάσσονται τά ὄνειρα τοῦ Ιωσήφ (1,18-25. 2,13-15. 2,19-23) καί οἱ ἐπεμβάσεις τοῦ Ἡρώδου (2,1-12.16-18). Πρόκειται περί δύο παραδόσεων, ἀπό τίς ὁποῖες ἡ μία ἀφορᾶ τόν Ἡρώδη καί ἡ ἄλλη τόν Ἰωσήφ, καί φαίνονται ἀνεξάρτητες ἡ μία ἀπό τήν ἄλλη κατά τό ὕφος, τήν κατασκευή καί τό περιεχόμενο. 1,1. Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ματθαῖος ἀρχίζει τήν γενεαλογία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τόν ἴδιο τρόπο πού ἀρχίζει ἡ γενεαλογία τοῦ πρώτου ἀνθρώπου («Αὐτή εἶναι ἡ βίβλος γενέσεως τοῦ ἀνθρώπου», Γεν. 5,1) καί θέλει νά ὑποδηλώσει μέ αὐτό ὅτι ἀνοίγοντας ὁ ᾽Ιησοῦς ἕνα τέτοιο βιβλίο παίρνει τήν θέση τοῦ Ἀδάμ (Λουκ. 3,38). Ἐν τούτοις ἡ ἀναφερομένη ἐδῶ ἱστορία δέν εἶναι τῶν ἀπογόνων, ἀλλά τῶν προγόνων: Στόν γενεαλογικό κατάλογο τοῦ Ἰησοῦ περνᾶ ἡ ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ καί βρίσκει τό νόημά της. Γιά τήν σχέση τῆς γενεαλογίας τοῦ Ματθ. μέ τήν γενεαλογία τοῦ Λουκ. βλ. σχόλ. εἰς Λουκ. 3,23.Ὁ Χρυσόστομος (MPG 57,29) καί οἱ ἐξ αὐτοῦ ἐξαρτώμενοι ἑρμηνευτές θεωροῦν τήν ἔκφραση «βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ» ὡς τίτλο ὁλοκλήρου τοῦ βιβλίου, διότι ἡ λέξη «γένεσις»  σημαίνει γενικῶς «ἱστορία». 1,2. Ἐγέννησε. «Ἐγέννησε» κάποιος κάποιον σημαίνει ὅτι μεταβίβασε σ᾽ αὐτόν τήν εἰκόνα του, τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ (Γεν. 5,1-3), διά τοῦ αἵματος (γραμμικές γενεαλογίες, Γεν. 11. Α´ Παρ. 5,27-29), εἴτε διά τῆς υἱοθεσίας (Γεν. 10). Γιά νά παρουσιάσει ὁ Ματθαῖος τήν προέλευση τοῦ Ἀνθρώπου, τόν Ὁποῖο γνωρίζει ἀναστημένο καί παρόντα στήν Ἐκκλησία Του μέχρι τό τέλοςτῶν αἰώνων (Ματθ. 28,16-20), χρησιμοποιεῖ κατ᾽ ἀρχήν τό φιλολογικό βιβλικό εἶδος τῶν γενεαλογιῶν: Ὁ Ἰησοῦς ριζώνει στόν ἐκλεκτό λαό. Ἡ γενεαλογία τοῦ Ματθαίου, ἐνῶ τονίζει τίς ἐπιδράσεις τῶν ξένων γυναικῶν (βλ. στίχ. 3.5.6), ὅμως περιορίζεται στήν ἰσραηλιτική καταγωγή τοῦ Χριστοῦ. Ἡ γενεαλογία ἀποβλέπει στό νά συνδέσει τόν Χριστό μέ τούς κυριωτέρους ἀντιπροσώπους τῶν μεσσιανικῶν ὑποσχέσεων, τόν Ἀβραάμ (τόν πρόγονο τοῦ Ἰσραήλ, βλ. 3,9, καί τόν πρόγονο πολλῶν ἄλλων ἐθνῶν ἐπίσης, βλ. Γεν. 17,4-5) καί τόν Δαυίδ καί τούς βασιλικούς ἀπογόνους τοῦ Δαυίδ (βλ. Β´ Βασ. 7,1 σχόλ. Ἠσ. 7,14 σχόλ.). Ἡ γενεαλογία τοῦ Λουκᾶ, πιό παγκόσμια αὐτή, ἀνέρχεται μέχρι τόν Ἀδάμ, τόν ἀρχηγό τῆς ἀνθρωπότητας. Ἀπό τόν Δαυίδ μέχρι τόν Ἰωσήφ οἱ δύο κατάλογοι ἔχουν ὡς κοινό μόνο δύο ὀνόματα. Αὐτή ἡ ἀπόκλιση μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ εἴτε ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ Ματθαῖος προτίμησε τήν δυναστική διαδοχή ἀπό τήν φυσική καταγωγή, εἴτε ἀπό τήν ἰσοδυναμία τήν τεθεῖσα μεταξύ τῆς νομικῆς (λεβιρατικός νόμος, βλ. Δευτ. 25,5 σχόλ.) καί τῆς φυσικῆς καταγωγῆς. Ὁ συστηματικός χαρακτήρας τῆς γενεαλογίας ὑπογραμμίζεται ἐξ ἄλλου στόν Ματθαῖο μέ τήν κατανομή τῶν προγόνων τοῦ Χριστοῦ σέ τρεῖς σειρές μέ δεκατέσσερα ὀνόματα ἡ κάθε σειρά (βλ. 6,9 σχόλ.), πράγμα πού ὑποχρεώνει νά παραλειφθοῦν τρεῖς βασιλεῖς (Ἄχαζ, Ἰωάς καί Ἀμαζίας) μεταξύ τοῦ Ἰωράμ καί τοῦ Ὀζία, καί νά ὑπολογισθεῖ ὁ Ἰεχονίας δύο φορές (στίχ. 11-12· μέ αὐτό τό ἴδιο ἑλληνικό ὄνομα μπορεῖ νά μεταφρασθοῦν τά δύο παρεμφερῆ στήν ἑβραϊκή ὀνόματα τοῦ Ἰωακίμ καί τοῦ Ἰωαχίμ, Α΄ Παραλ. 3,16). Οἱ δύο κατάλογοι καταλήγουν στόν Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος εἶναι μόνον ὁ νομικός πατήρ τοῦ Ἰησοῦ· αὐτή ὅμως ἡ νομική πατρότητα (μέ τήν υἱοθεσία, τόν λεβιρατικό γάμο κ.ἄ.) ἀρκοῦσε να παράσχει ὅλα τά κληρονομικά δικαιώματα, καί, στήν περίπτωσή μας, τά δικαιώματα τῆς δαυϊτικῆς γραμμῆς. Καί ἡ Μαρία ἀνῆκε στήν ἰδία γραμμή, ἔστω καί ἄν δέν τό μνημονεύουν οἱ Εὐαγγελιστές (βλ. Ζιγαβηνοῦ εἰς MPG 129,125 καί Θεοφυλάκτου εἰς MPG 123,153). 1,3 ἑξ. Στήν γενεαλογία ἐμφανίζονται τέσσερις γυναῖκες: Ἡ Θάμαρ (στίχ. 3), ἡ Ραχάβ (στίχ. 5), ἡ Ρούθ (στίχ. 5) καί ἡ Βηρσαβεέ (στίχ. 6). Καμμιά ἀρχή δέν δικαιολογεῖ τήν περίληψή τους στόν κατάλογο. Ἡ Θάμαρ ἀπάτησε τόν πενθερό της Ἰούδα γιά μιά ἀθέμιτη ἕνωση (βλ. Γεν. 38). Ἡ Ραχάβ ἐθεωρεῖτο ἡ πόρνη τῆς Ἱεριχώ πού προστάτευσε τούς κατασκόπους καί ἔγινε δεκτή στήν ἰσραηλιτική κοινότητα (Ἰησ. Ν. κεφ. 2). Ἡ Ρούθ, ἡ ἡρωίδα τοῦ ὁμωνύμου βιβλίου, ἦταν Μωαβίτιδα καί ἑνώθηκε μέ τήν ἰσραηλιτική κοινότητα. Ἡ Βηρσαβεέ ἦταν ἡ γυναίκα τοῦ Οὐρίου μέ τήν ὁποία ἁμάρτησε ὁ Δαβίδ (στίχ. 6· βλ. Β΄Βασ. 11-12). Τό μόνο κοινό στοιχεῖο καί τῶν τεσσάρων γυναικῶν (πιθανόν ὅμως ὄχι τόσο σαφές αὐτό γιά τήν Βηρσαβεέ) εἶναι ὅτι ὅλες ἦταν ξένες. Μνημονεύοντας ὁ Εὐαγγελιστής τά ὀνόματα τῶν τεσσάρων αὐτῶν γυναικῶν θέλει νά τονίσει τήν παρουσία καί ξένων προσώπων στόν γενεαλογικό κατάλογο τοῦ Ἰησοῦ (μάθημα παγκοσμιότητας) καί τίς συνθῆκες στίς ὁποῖες τά πρόσωπα αὐτά δημιουργήθηκαν (μάθημα χάριτος). 1,16. Τόν Ἰωσήφ τόν ἄνδρα Μαρίας. Οἱ γενεαλογικοί κατάλογοι τοῦ Ἰησοῦ, καί τοῦ Ματθαίου καί τοῦ Λουκᾶ (Λουκ. 3,23), καλοῦν τόν Ἰωσήφ ἔτσι, ἀλλ᾿ αὐτό ἀναφέρεται μόνο στήν νομική πατρότητα. Ἄς παρατηρήσουμε ἐδῶ τήν ἐναλλαγή τῆς διαθέσεως τοῦ ρήματος ἀπό «ἐγέννησε» εἰς «ἐξ ἧς ἐγεννήθη», ἔκφραση μέ τήν ὁποία ὁ Ματθαῖος ὑποδηλώνει τήν παρθενική γέννηση τοῦ Μεσσία. – Χριστός. Εἶναι μετάφραση τῆς ἑβραϊκῆς λ. «μασίαχ», πού σημαίνει τόν χρισμένο. Στό Ἰσραήλ οἱ βασιλεῖς καί οἱ ἱερεῖς ἐχρίοντο μέ ἔλαιο (βλ. Λευιτ. 4,3.5.16. 21,10-12. Α΄ Βασ. 10,1. 16,1-13. Β΄ Βασ. 1,14.16. Ψαλμ. 17,51). 1,17. Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαί... δεκατέσσαρες. 1,14. Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος χωρίζει τήν γενεαλογία του σέ τρεῖς σειρές ἀπό δεκατέσσερα ὀνόματα ἡ κάθε σειρά, 42 ὀνόματα συνολικά. Ἡ ταξιθέτηση τοῦ γενεαλογικοῦ καταλόγου σέ τρεῖς σειρές, ἀπό δεκατέσσερις γενεές ἡ κάθε σειρά, ἔγινε ἐπίτηδες ἀπό τόν συγγραφέα γιά νά εἶναι εὐκολομνημόνευτη (memoria technica). Οἱ τεχνητές αὐτές διαιρέσεις εἶναι ἄνισες, περίπου 750 ἔτη ἡ πρώτη, 400 ἡ δεύτερη καί 600 ἔτη ἡ τρίτη. Ἀλλά γιατί ὁ Ματθαῖος προτιμάει τόν χωρισμό σέ δεκατέσσερις γενεές; Δόθηκαν πολλές ἑρμηνεῖες. (1) Μιά εὔκολη ἀπάντηση εἶναι νά πεῖ κανείς ὅτι ὁ ἀριθμός 14 εἶναι διπλάσιος τοῦ ἱεροῦ ἀριθμοῦ 7. Ἀλλά, ἄν εἶχε τέτοια πρόθεση ὁ Εὐαγγελιστής, θά ἔκανε ἕξι σειρές ἀπό ἑπτά ὀνόματα τήν κάθε σειρά. Ἤ, ἄν ὁ Ματθαῖος ἤθελε νά ἐξάρει τόν ἀριθμό 7, θά ἦταν καλύτερο νά μήν παραλείψει τά ὀνόματα πού παρέλειψε ἀπό τόν γενεαλογικό κατάλογο καί νά κάνει ἑπτά σειρές ἀπό ἑπτά ὀνόματα καθέ σειρά. (2) Εἶπαν ἀκόμα ὅτι ὁ Εὐαγγελιστής προτιμάει τόν ἀριθμό 14, γιατί εἶναι ἡ ἀριθμητική ἀξία τῶν ἑβραϊκῶν γραμμάτων τοῦ ὀνόματος Δαυΐδ (dvd: 4+6+4=14). (3) Κατά τούς ἀποκαλυπτικούς ὑπολογισμούς αὐτῆς τῆς ἐποχῆς, ὁ Ἰησοῦς ἔρχεται στό τέλος τῆς ἕκτης ἑβδομάδος (6 7 = 3 14) (4) Ὡς καλύτερη ἑρμηνεία εἶναι νά ποῦμε ὅτι ὁ Ματθαῖος παρατήρησε τήν γενεαλογία εἰς Ρούθ 4,18-22 (ἐπαναλαμβάνεται καί εἰς Α΄ Παραλ. 2,10-13), ἡ ὁποία δίδει 10 ὀνόματα ἀπό τόν Φαρές μέχρι τόν Δαβίδ. Στόν ἀριθμό αὐτό ἄν προσθέσουμε τόν πατέρα τοῦ Φαρές καί τούς τρεῖς πατριάρχες, ἔχουμε τόν ἀριθμό 14 ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι τόν Δαβίδ. Παίρνοντας τώρα ὁ Ματθαῖος τόν ἀριθμό αὐτό ὡς βάση γιά τίς δύο ἄλλες περιόδους, παραλείποντας καί τρεῖς βασιλεῖς μεταξύ τῶν Ἰωράμ καί Ὀζία, βρίσκει ἕνα βιβλικό πλαίσιο γιά τήν γενεαλογία του. Οἱ γενεές ὅμως τῆς τρίτης σειρᾶς, ἀπό τήν αἰχμαλωσία στήν Βαβυλώνα μέχρι τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι δεκατέσσερις, ἀλλά δεκατρεῖς, ἤ πιθανόν καί δώδεκα, ἄν δέν ὑπολογίσουμε τόν Ἰεχονία δύο φορές, μία φορά στόν στίχ. 11, ὡς τερματίζοντα τήν περίοδο τῶν βασιλέων, καί δεύτερη φορά στόν στίχ. 12, γιατί αὐτός ἀνοίγει τούς ἁπλοῦς βασιλικούς ἀπογόνους. Μάλιστα ἔτσι ὑπολογίζει τήν ἀρίθμηση τῆς τρίτης σειρᾶς ὁ Χρυσόστομος καί ἐρωτᾶ: «Γιατί (ὁ Εὐαγγελιστής) ἀναφέρει δώδεκα γενεές καί λέγει ὅτι εἶναι δεκατέσσερις;» (Στό κατά Ματθαῖον ὁμιλία Δ´, ΕΠΕ 9, 108.13-15. Ὁμοίως βλ. καί ὁμιλία Α´, ΕΠΕ 9,42.9-11). Δόθηκαν διάφορες λύσεις, ἀνεπαρκεῖς ὅμως. Μία σοβαρά λύση εἶναι νά προσθέσουμε στό τέλος τῆς τρίτης σειρᾶς τήν Μητέρα τοῦ Ἰησοῦ, ἡ Ὁποία καί μνημονεύεται. Γιά τήν φράση «Ἰωσήφ τόν ἄνδρα Μαρίας» (στίχ. 16) ὁ Χρυστόστομος λέγει: «Δεικνύς (ὁ Ματθαῖος) ὅτι δι᾽ ἐκείνην καί τοῦτον (τόν Ἰωσήφ)ἐγενεαλόγησεν» (Στό Κατά Μαθαῖον ὁμιλ. Δ´, ΕΠΕ 9. 114.19). Ὁ Χρυσόστομος γιά τήν τρίτη σειρά ὡς πρώτη γενεά νομίζει ὅτι ὁ Εὐαγγελιστής ὑπολογίζει τον χρόνο τῆς αἰχμαλωσίας γενικά καί ὡς τελευταία, 14η γενεά, τόν ἴδιο τόν Χριστό (Στό κατά Ματθαῖον ὁμιλ. Δ´, ΕΠΕ 9, 108.18-20).
Ἡ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (1,18-25)
Προλογικό:
Ὁ προφήτης Ἠσαΐας εἶχε προφητεύσει ὅτι ὁ Μεσσίας θά γεννηθεῖ ἀπό παρθένο (βλ. Ἠσ. 7,14)· γι᾿ αὐτό καί ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος στήν περικοπή μας ἐδῶ λέγει ὅτι καί αὐτό ἀνταποκρίνεται στόν Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθη παρθενικά ἀπό τήν Μαρία. Ἡ παρθένος Μαρία, ἄν καί δέν εἶχε σκοπό τόν γάμο μέ τόν Ἰωσήφ (βλ. Λουκ. 1,34), ὅμως κατά θεῖον σχέδιο ἐμνηστεύθη αὐτόν, γά νά ἀπατηθεῖ ὁ ἀπατεώνας Διάβολος: Ὁ Διάβολος, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε συμφέρον νά γεννηθεῖ ὁ Μεσσίας, γιατί θά τόν συνέτριβε (βλ. Γεν. 3,15), ἄκουσε τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐου, ὅτι ὁ Μεσσίας θά γεννηθεῖ ἀπό παρθένο, καί γι᾿ αὐτό πρόσεχε νά μήν ὑπάρξει παρθένος, ἀλλά ὅλες νά ὑπανδρευθοῦν, ὥστε νά μήν εὑρεθεῖ μητέρα τοῦ Μεσσίου. Ἔτσι, κατά θεία οἰκονομία, ἐμνηστεύθη ἡ παρθένος Μαρία, γιά νά ξεφύγει τῆς προσοχῆς τοῦ Διαβόλου ἡ παρθενία της καί ὁ τοκετός της.
Σχόλια:
1,18. Μνηστευθείσης γάρ... Ἡ ἰουδαϊκή μνηστεία ἦταν μία δέσμευση τόσο στενή καί πραγματική, ὥστε ὁ μνηστήρας ἐκαλεῖτο «σύζυγος» καί πρίν ἀκόμη ἀπό τήν συγκατοίκηση μέ τήν μνηστή του καί δέν μποροῦσε νά ἀποδεσμευθεῖ ἀπό αὐτήν παρά μέ κάποια πράξη διαζεύξεως (στίχ. 19). 1,19. Ἀνήρ δίκαιος. Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Ἰωσήφ συνίσταται στό ὅτι αὐτός δέν θέλει νά καλύψει μέ τό ὄνομά του ἕνα παιδί, τοῦ ὁποίου ἀγνοεῖ τόν πατέρα, ἀλλά καί στό ὅτι, ἐπειδή εἶναι πεπεισμένος γιά τήν ἀρετή τῆς Μαρίας, ἀρνεῖται νά παραδώσει στήν αὐστηρή διαδικασία τοῦ Νόμου (Δευτ. 22,20 ἑξ.) αὐτό τό μυστήριο πού αὐτός δέν κατανοεῖ. Ὁ Χρυσόστομος τήν ἔκφραση «δίκαιος» τήν ἑρμηνεύει «ἥμερος καί ἐπιεικής», βλ. ΕΠΕ 9,128.21, δηλαδή εὐσπλαγχνικός. Βλ. καί Θεοφυλάκτου εἰς MPG 123,156. Καί στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ ἑβραϊκή ἔκφραση «τσεδακά», ἡ σημαίνουσα τήν δικαιοσύνη, ἀποδίδεται ἀπό τούς Ο΄ καί μέ τήν λ. «ἐλεημοσύνη». – Λάθρα. Μέ «ἕνα γράμμα διαζυγίου», ὅπου δέν θά ἀναφερόταν ἡ αἰτία τοῦ χωρισμοῦ, ἀλλά θά γινόταν ὑπαινιγμός σέ μία διαφωνία κατά ἀόριστο τρόπο. Κανένα ὅμως κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δέν μπορεῖ νά δικαιώσει τό «λάθρα» αὐτῆς τῆς ἀποπομπῆς. Ἀντίθετα, γιά νά εἶναι νόμιμη ἡ πράξη, πρέπει νά σφραγισθεῖ μέ μία ἐπίσημη βεβαίωση (Δευτ. 24,1). 1,20. Ἄγγελος Κυρίου. Στά παλαιά κείμενα (βλ. Γεν. 16,7 σχόλ. 16,10. 22,11. 15-16. Ἔξ. 3,2. Κριτ. 6,13. Β΄ Βασ. 24,16), ὁ «Ἄγγελος Κυρίου» ἀντιπροσώπευε κυρίως τόν Ἴδιο τόν Γιαχβέ. Διακριθείς ἀπό τόν Θεό, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν σπουδή στήν ἀγγελολογία (βλ. Τωβίτ 5,4 σχόλ.), παραμένει ὁ τύπος τοῦ οὐρανίου ἀγγελιαφόρου καί ἐμφανίζεται συχνά μέ αὐτό τόν τίτλο στίς εὐαγγελικές διηγήσεις τῆς παιδικῆς ἡλικίας τοῦ Ἰησοῦ: Ματθ.1,20.24. 2,13.19. Λουκ.1,11. 2,9· βλ. ἀκόμη Ματθ. 28,2. Ἰωάν. 5,4. Πράξ. 5,19. 8,26. 12,7.23. – Κατ᾿ ὄναρ. Καί στήν Καινή Διαθήκη, ὅπως στήν Παλαιά (βλ. Σοφ. Σειρ. 34,1-8 σχόλ.), συμβαίνει ὁ Θεός νά κάνει γνωστό τό σχέδιό του μέ ἕνα ὄνειρο: Ματθ. 2,12.13.19.22. 27,19. Πράξ. 16,9. 18,9. 23,11. 27,23. Ὁμοίως ὁ Θεός ἀποκαλύπτει τό σχέδιό του καί μέ ὁράματα: Πράξ. 9,10 ἑξ. 10,3 ἑξ. 11 ἑξ. – Τό γάρ ἐν αὐτῇ γεννηθέν, δηλαδή, «τό παιδί πού συνελήφθη μέσα της». 1,21. Ἰησοῦν. Ἑβρ. «Γιεχωσού῾α», «ὁ Γιαχβέ σώζει». Ἡ λαϊκή ἑρμηνεία τοῦ «Ἰησοῦς» ὡς «ὁ Θεός σώζει» ἐκφράζεται δυνατά στήν Κ.Δ. καί μάλιστα στόν στίχο μας ἐδῶ: «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ...» (βλ. καί Πράξ. 4,22). Ὁ λαός θά σωθεῖ ὄχι ἀπό ἐξωτερικούς ἐχθρούς ἤ φυσικούς κινδύνους, ἀλλά «ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». 1,22. Τοῦτο δέ ὅλον γέγονεν ἵνα... Ὁ τύπος αὐτός καί ἄλλοι παραπλήσιοι συναντῶνται συχνά εἰς Ματθ. 2,5.15.17.23. 8,17. 12,17. 13,35. 21,4. 26,54.56. 27,9· βλ. καί 3,3. 11,10. 13,14 κ.ἄ. Ἀλλά ὁ Ματθαῖος δέν εἶναι ὁ μόνος πού βλέπει ὅτι οἱ Γραφές ἐκπληρώνονται στόν Ἰησοῦ. Ὁ Ἰησοῦς ὁ Ἴδιος διακηρύσσει ὅτι αὐτές ὁμιλοῦν γι᾿ Αὐτόν (βλ. Ματθ. 11,4-6. Λουκ. 4,21.18,31 σχόλ. 24,44. Ἰωάν. 5,39 σχόλ. 8,56. 17,12 κ.ἄ). Ἤδη στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ πραγματοποίηση τῶν λόγων τῶν προφητῶν ἦταν ἕνα ἀπό τά κριτήρια τῆς ἀποστολῆς τους (βλ. Δευτ. 18,20-22 σχόλ.). Ὁ Θεός, εἴτε διά λόγων εἴτε διά γεγονότων, ἀνήγγειλε τά σχέδιά του καί ἡ πίστη τῶν χριστιανῶν ἀνακαλύπτει ὅτι ἡ κατά γράμμα ἐκπλήρωση τῶν κειμένων στό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἤ στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἀποδεικνύει τήν πραγματική ἐκπλήρωση τῶν σχεδίων τοῦ Θεοῦ (βλ. Ἰωάν. 2,22. 20,9. Πράξ. 2,23 σχόλ. 2,31. 34-35. 3,24 σχόλ. Ρωμ. 15,4. Α΄ Κορ. 10,11. 15,3-4. Β΄ Κορ. 1,20. 3,14-16). 1,23. Τό κείμενο τοῦ Ἠσ. παρατίθεται κατά τούς Ο΄, ἐκτός ἀπό τήν ἀνάγνωση «καλέσουσι», τήν ὁποία οἱ Ο΄ ἔχουν «σύ θά καλέσεις» καί τό Ἑβραϊκό κείμενο ἔχει «αὐτή θά καλέσει». Τήν ἀνάγνωση «καλέσουσι...» τήν ἔκανε ὁ εὐαγγελιστής γιά νά προσαρμόσει τήν παράθεση πρός τά συμβάντα, γιατί πραγματικά ὁ Ἰωσήφ δέν κάλεσε ποτέ τό ὄνομα τοῦ Παιδίου Ἐμμανουήλ. ῾Ως ἄλλη ἐξήγηση γιά τήν διαφορετική γραφή μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ Ματθαῖος διασώζει ἄλλη γραφή τοῦ Ἠσ. 7,14 μαρτυρουμένη ἀπό τό Qumran (1Q Isa), τό ὁποῖο ἔχει «θά καλέσουν». – Παρθένος. Ἡ ἀντίστοιχη ἑβραϊκή λέξη τοῦ Ἠσ. 7,14 εἶναι  «ἁλμά», νεαρή κόρη. Ὁ Ματθαῖος χρησιμοποιεῖ τήν ἔκφραση «παρθένος» γιά νά βεβαιώσει τήν παρθενική γέννηση. Οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται τήν παρθενική σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ, ἐπιμένουν στό «ἁλμά» τοῦ Ἑβραϊκοῦ κειμένου, τό ὁποῖο σημαίνει γενικά «νεαρή κόρη». Τήν ἀξιοπιστία ὅμως ἔχει ἡ Μετάφραση τῶν Ο΄, πού ἀποδίδει τήν λέξη μέ τό «παρθένος», βλ. Ζιγαβηνοῦ εἰς MPG 129,132.133. Ἡ γέννηση τοῦ Σωτῆρος ἐγκαινιάζει τήν μεσσιακή ἐποχή τῆς σωτηρίας, στήν ὁποία ἀποβλέπει ὅλη ἡ Παλαιά Διαθήκη. Ἡ ἐποχή αὐτή ἀρχίζει μέ τήν παρθενική γέννηση ἑνός Παιδίου καί ἐδῶ ἔγκειται ἡ δύναμη τοῦ ὑπαινιγμοῦ στό χωρίο τοῦ Ἠσαΐου. Ὁ Ἰησοῦς πραγματοποιεῖ τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ μεταξύ τοῦ λαοῦ του μέ ἕνα ἐντελῶς νέο τρόπο! Γι᾿ αὐτό καί ἡ ἔμφαση τοῦ χωρίου εἶναι στό «Ἐμμανουήλ». 1,25. Οὐκ ἐγίγνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς. Ἡ ἔκφραση εἶναι ἑβραϊσμός, διά τῆς ὁποίας σημαίνεται ἡ παρθενική γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, χωρίς ὅμως νά ὑποδηλώνεται ἀπ᾿ αὐτήν ὅτι μετά ταῦτα ἡ παρθένος Μαρία ἔγινε σύζυγος τοῦ Ἰωσήφ. Ἡ πρόθεση τοῦ Ματθαίου εἶναι νά ἀποκαλύψει τήν παρθενική γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, πού δέν ἦταν γνωστή (βλ. Ματθ. 13,55), νά βεβαιώσει ὅτι ὁ Ἰωσήφ δέν εἶναι ὁ φυσικός πατέρας τοῦ Ἰησοῦ καί ἡ γλώσσα του καθορίζεται ἀπό τόν σκοπό του αὐτό. Τό ὅτι μετά τήν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ δέν ὑπῆρχε συζυγία τῆς Παρθένου Μαρίας καί τοῦ Ἰωσήφ δέν ἦταν ἀνάγκη νά τό γράψει ὁ Εὐαγγελιστής, γιατί ἦταν γνωστό αὐτό στήν Ἐκκλησία, εἶναι δέ ἀσέβεια νά ὑποθέσει κανείς τό ἀντίθετο, ἀκόμη δέ καί νά τό σκεφθεῖ. «Πῶς γάρ ἄν ἥψατο (ὁ Ἰωσήφ) τῆς ἁγίας ἐκείνης, μεθ’ ὅ μάλιστα ἔγνω τόν ἄφραστον ἐκεῖνον τόκον;» (Θεοφύλακτος, MPG 123,160). Περί τῶν λεγομένων «ἀδελφῶν» τοῦ Ἰησοῦ βλ. σχόλιο εἰς Ματθ. 12,46. – Τό πρωτότοκος ὁμοίως σημαίνει τόν πρῶτον γεννηθέντα, χωρίς νά ὑποδηλώνεται ἀπό τήν ἔκφραση ὅτι ὁπωσδήποτε γεννήθηκαν καί ἄλλοι υἱοί· βλ. Ἐξ. 13,2.12. 34,19 Α΄ Βασ. 6,10.14.
Ἡ προσκύνηση τῶν μάγων (2,1-12)
Προλογικό:
Στήν Π.Δ. εἶχε προφητευθεῖ ἐπίσης σέ πολλά της σημεῖα καί ἡ προσκύνηση τοῦ Μεσσία ἀπό τούς Ἐθνικούς (βλ. Ἀριθμ. 24,17. Ἠσ. 42,4. 49,23. 60,5 ἑξ. Ψαλμ. 71,10-15 κ.ἄ.). Ὁ Ματθαῖος βλέπει τήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας αὐτῆς στήν προσκύνηση τοῦ γεννηθέντος Μεσσίου ἀπό τούς Μάγους τῆς Ἀνατολῆς. Ἀλλά ἀπό ποῦ ἔμαθαν οἱ Μάγοι γιά τήν ἀνατολή ἀστέρος κατά τήν γέννηση τοῦ Μεσσία; Ἀπό τήν προφητεία τοῦ μάντεως Βαρλαάμ (βλ. Ἀριθμ. 24,17), τοῦ ὁποίου ἦταν ἀπόγονοι. Ὅμως, ὁ ἀστήρ αὐτός δέν ἦταν συνηθισμένος ἀστήρ, ἦταν ἄγγελος (βλ. Θεοφύλακτο Βουλ. εἰς MPG 123,161). Στήν παράγραφό μας ὁ Ματθαῖος μᾶς λέγει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι Μεσσίας καί γιά τό ὅτι γεννήθηκε στήν Βηθλεέμ (στίχ. 5), γιατί ἔτσι εἶχε προφητευθεῖ γιά τόν Μεσσία (βλ. Μιχ. 5,1).
Σχόλια:
2,1-12: Ἀφοῦ ὁ Ματθαῖος παρουσίασε στό κεφ. 1 τό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ υἱοῦ τοῦ Δαυίδ καί τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, στό κεφ. 2 χαρακτηρίζει τήν ἀποστολή Του ἀπό τήν σωτηρία πού προσφέρει στούς ἐθνικούς· γιατί ἀπ᾿ αὐτούς τώρα ὁ Ἰησοῦς ἑλκύει τούς σοφούς τους πρός τό φῶς Του (στίχ. 1-12). Ὁμοίως στό κεφ. 2 ὁ Ματθαῖος χαρακτηρίζει τήν ἀποστολή τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τά παθήματα τοῦ ἰδίου του λαοῦ, τοῦ Ἰσραήλ, τοῦ ὁποίου αὐτός τώρα ζεῖ τήν πείρα τῶν δεινῶν του: Τήν πρώτη ἐξορία στήν Αἴγυπτο (στίχ. 13-15), τήν δεύτερη αἰχμαλωσία (στίχ. 16-18), τήν ἐπιστροφή τοῦ μικροῦ «Ὑπολοίπου» («νατσούρ» = τό Ὑπόλοιπο· στίχ. 19-23· βλ. σχόλιο εἰς στίχ. 23). Αὐτές οἱ διηγήσεις «ἀγγαδικοῦ» (= διδακτικοῦ) χαρακτῆρος διδάσκουν διά τῶν γεγονότων αὐτό πού ὁ Λουκᾶς (2,30-34) διδάσκει διά τῶν προφητικῶν λόγων τοῦ Συμεών (βλ. Λουκ. 2,34 σχόλ.). 2,1. Ἐν ἡμέραις Ἡρώδου. Μία ἀπό τίς σπάνιες χρονολογικές πληροφορίες, πού μᾶς δίνει ὁ Ματθαῖος, τοποθετεῖ τό γεγονός τῆς περικοπῆς μας στά χρόνια τοῦ Ἡρώδου τοῦ Μεγάλου. Περίπου τό 5 ἤ 4 τό πρίν ἀπό τήν χριστιανική χρονολογία, κατά τήν ὁποία ἀρχίζει κατά λάθος, κάποια χρόνια μετά, ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, βλ. Λουκ. 2,2 σχόλ., 3,1 σχόλ. Ὁ Ἡρώδης ἐβασίλευσε ἀπό τό 37 ἕως τό 4 π.Χ. στήν Ἰουδαία, στήν Ἰδουμαία, τήν Σαμάρεια, τήν Γαλιλαία, τήν Περαία καί ἄλλες περιοχές τῆς πλευρᾶς τῆς λίμνης Hauran. Θέτοντας ὁ Ματθαῖος τόν βασιλέα Ἡρώδη παράλληλα μέ τόν Ἰησοῦ προαναγγέλλει τήν σύγκρουση αὐτοῦ τοῦ ἀληθινοῦ Βασιλέως καί Σωτῆρος τοῦ λαοῦ Του πρός τίς ἐπίσημες ἐξουσίες (1,21. 2,2)! – Κανένα γεγονός, ἀναφερόμενο εἴτε ἀπό τόν Ματθαῖο εἴτε ἀπό τόν Λουκᾶ, δέν ρίχνει φῶς στήν ἐποχή τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἔκφραση «ποιμένες ἀγραυλοῦντες» (Λουκ. 2,8) ὑποδηλώνει μᾶλλον τήν ἄνοιξη παρά τόν χειμώνα ὡς τοιαύτη ἐποχή. Ὁ Χρυσόστομος ὅμως θεωρεῖ τόν χειμώνα ὡς τοιαύτη ἐποχή, βλ. Ὁμιλ. εἰς τήν Γενέθλιον ἡμέραν τοῦ Σωτῆρος, εἰς ΑΑΠ 21,360 Α ἑξ. – Μάγοι. Πιθανῶς ὁ ὅρος χρησιμοποιεῖται μέ τήν εὐρεῖα ἔννοια. Ὑπό τήν λ. «μάγους» μπορεῖ νά νοήσουμε τούς Βαβυλωνίους ἀστρολόγους ἤ τούς Πέρσες ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἤδη ἔλθει σέ σχέση μέ τόν μεσσιανικό Ἰουδαϊσμό. Ἀργότερα ἡ λέξη ἐσήμαινε γενικά τόν εἰδικευμένο σέ ὁποιαδήποτε μυστική γνώση καί δύναμη. Τέλος, ἡ λέξη κατήντησε νά σημαίνει τόν ἀγύρτη. Ὁ Ματθαῖος ἀσφαλῶς δέν χρησιμοποιεῖ ἐδῶ τήν λέξη μέ τήν ἐφθαρμένη της ἔννοια. Τίποτε δέν δεικνύει περί τῶν ἐδῶ μάγων ὅτι πρόκειται περί βασιλέων. – Ἀπό ἀνατολῶν. Μιά τέτοια διήγηση ἀπαιτεῖ νά δώσουμε στήν ἀσαφῆ ἔκφραση «ἀνατολῶν» μία γενική σημασία: Οἱ πρός ἀνατολάς εὑρισκόμενες χῶρες, πού εἶχαν σοφούς ἀστρολόγους. Μᾶλλον θά νοήσουμε τήν Μεσοποταμία, τήν πατρίδα τῆς ἀστρολογίας στόν ἑλληνιστικό κόσμο. 2,2. Ἐν τῇ ἀνατολῇ, μέ κυρία ἔννοια, τήν ἀνατολή τοῦ ἀστέρος. Ὁμοίως καί στόν στίχ. 9. 2,4. Οἱ γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι ὀνομάζονται ἐπίσης «νομοδιδάσκαλοι» (Λουκ. 5,17. Πράξ. 5,34) καί «νομικοί» (Λουκ. 7,30. 10,25 κ.ἄ.), εἶχαν τήν ὑποχρέωση νά ἑρμηνεύουν τίς Γραφές καί ἰδιαίτερα τόν Νόμο τοῦ Μωυσέως, γιά νά ἐξαγάγουν κανόνες συμπεριφορᾶς τοῦ ἰουδαϊκοῦ βίου. Βλ. Β´ Ἔσδρ. 7,6.11 σχόλ. Σοφ. Σειρ. 39,2 σχόλ. Αὐτός ὁ ρόλος τούς ἔδινε γόητρο καί ἐπιρροή μεταξύ τοῦ λαοῦ. Προήρχοντο κυρίως, ἀλλά ὄχι ἀποκλειστικά, ἀπό τούς Φαρισαίους, βλ. 3,7 σχόλ. Ἦταν μέλη τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου (Sanhedrin) μαζί μέ τούς ἀρχιερεῖς καί τούς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ. 2,6. ᾽Ελαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα. Ἡ φράση «ἐν τοῖς ἡγεμόσιν» σημαίνει ἀναφορά, ὡς πρός τί δηλαδή ἡ Βηθλεέμ δέν εἶναι ἐλαχίστη. Δέν εἶναι ἐλαχίστη ἐξ ἐπόψεως τῶν ἡγεμόνων καί μάλιστα τῶν ἡγεμόνων τοῦ Ἰούδα, τῆς  ἰσχυρότερης καί βασιλικῆς φυλῆς. Καί δέν εἶναι ἐλαχίστη, γιατί ἀπό τήν Βηθλεέμ θά προέλθει ἡγεμόνας ὁ ὁποῖος θά κυβερνήσει τόν Ἰσραήλ. 2,7. Ἠκρίβωσε τόν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος. Οἱ Πατέρες θεωροῦν τόν ἀστέρα ἐμφανισθέντα στούς Μάγους πρίν ἀπό τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, βλ. Θεοφυλάκτου εἰς MPG 123,165 καί Ζιγαβηνοῦ εἰς MPG 129,153. Ὁ Ἡρώδης ὅμως πρέπει νά ὑπελόγισε ὅτι ὁ ἀστήρ ἐφάνη ὅταν ἐγεννήθη τό Παιδίον, γι᾿ αὐτό καί διέταξε τήν σφαγή τῶν νηπίων ἀπό δύο ἐτῶν καί κάτω. 2,9. Ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν τό παιδίον. Ἐδῶ φαίνεται σαφῶς ὅτι ὁ ἀστήρ δέν ἦταν συνήθης, ἀλλά θαυμαστός, γιατί φώτιζε καί τήν ἡμέρα καί κυρίως γιατί κατῆλθε ἀπό τό ὕψος του καί στάθηκε πάνω ἀπό τόν τόπο, ὅπου βρισκόταν τό Παιδίον. Βλ. Θεοφυλάκτου, MPG 123,161 καί Ζιγαβηνοῦ, MPG 129,137. 2,11. Χρυσόν καί λίβανον καί σμύρναν. Πλούτη καί ἀρώματα τῆς Ἀραβίας (Ἰερ. 6,20. Ἰεζ. 27,22). Οἱ Πατέρες στά δῶρα τῶν Μάγων βλέπουν συμβολικά τήν Βασιλεία («χρυσόν»), τήν Θεότητα («λίβανον») καί τό Πάθος («σμύρναν») τοῦ Χριστοῦ. Στήν προσκύνηση τῶν Μάγων ἐκπληρώθηκαν οἱ Μεσσιακές προφητεῖες γιά τήν προσκύνηση τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ ἀπό τούς Ἐθνικούς, βλ. Ἀριθμ. 24,17. Ἠσ. 49,23. 60,5 ἑξ. Ψαλμ. 71,10-15. 
Φυγή στήν Αἴγυπτο καί σφαγή τῶν νηπίων τῆς Βηθλεέμ (2,13-18)
Προλογικό:
Μετά τήν ἀναχώρηση τῶν Μάγων ἄγγελος Κυρίου παρήγγειλε στόν Ἰωσήφ νά φύγει μέ τό Παιδίο καί τήν Μητέρα του στήν Αἴγυπτο (στίχ. 13). Στήν πορεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν Αἴγυπτο καί στήν φυγή του πάλι ἀπό τήν Αἴγυπτο, ὁ εὐαγγελιστής βλέπει τήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ στόν προφήτη Ὠσηέ (11,1) «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου» (στίχ. 15). – Bλέποντας ὁ Ἡρώδης ὅτι ἀπατήθηκε ἀπό τούς Μάγους (στίχ. 16), διέταξε νά σφαγοῦν τά νήπια τῆς Βηθλεέμ ἀπό δύο ἐτῶν καί κάτω, γιά νά συμπεριληφθεῖ σ᾿ αὐτά καί ὁ Ἰησοῦς. Γιά τήν σφαγή τῶν νηπίων ἔγινε πολύς θρῆνος καί κλαυθμός τῶν μητέρων τους. Στόν θρῆνο αὐτόν τῶν μητέρων ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος βλέπει (στίχ. 17.18) τήν ἐπανάληψη τοῦ παλαιοῦ ἐκείνου θρήνου τῆς προμήτορος Ραχήλ γιά τήν ἐξορία τοῦ Ἰσραήλ στήν Ἀσσυρία (βλ. Ἰερ. 38,15 Ἑβρ. 31,15).
Σχόλια:
2,13. Καί γιά τήν φυγή στήν Αἴγυπτο καί γιά τήν ἐπιστροφή ἀπ᾿ αὐτήν ἔχουμε πάλι ἐδῶ τήν χρήση τοῦ ὀνείρου. Ἡ φυγή καί ἡ ἐπιστροφή ἀπό τήν Αἴγυπτο εἶναι ἐδῶ ἠχώ τῶν ἱστοριῶν τοῦ Ἰωσήφ (Γεν. 37), τοῦ Μωυσέως καί τοῦ Ἰσραήλ. Ἡ διήγησή μας εἶναι φιλολογικῶς ὁμοία μέ τίς ἐλωχιμιστικές διηγήσεις τῶν ὀνείρων τοῦ Ἀβιμέλεχ (Γεν. 20,3-7), τοῦ Λάβαν (31,24) καί εἰδικώτερα μέ τήν διήγηση τοῦ Ἰακώβ τήν νύκτα τῆς ἀναχωρήσεώς του στήν Αἴγυπτο (46,2-4). Στίς διηγήσεις αὐτές ἀπαντᾶται τό σχῆμα ἐντολή - ἐκτέλεση! Σέ ὄνειρο λαμβάνονται οἱ ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ, πού καθοδηγοῦν τόν λαό Του. Ἴδια ἔννοια καί στίς Πράξεις (16,9. 18,9. 23,11), ἀλλά χωρίς τήν σημείωση τῆς ἐνθάρρυνσης, ὅπως στά ὄνειρα τοῦ Παύλου. – Καί τήν μητέρα αὐτοῦ. Πρίν ἀπό τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ὁ Εὐαγγελιστής καλεῖ τόν μέν Ἰωσήφ «ἄνδρα» τῆς Μαρίας (1,16.19), τήν δέ Μαρία «γυναίκα» τοῦ Ἰωσήφ (1,20.24· βλ. καί Λουκ. 2,5), ἄν καί καθαρά λέγεται ὅτι ἦταν παρθενική ἡ συμβίωση (βλ. 1,25). Μετά ὅμως τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἡ Παρθένος Μαρία λέγεται πάντοτε «Μήτηρ» τοῦ Ἰησοῦ καί ποτέ «γυνή» τοῦ Ἰωσήφ. Αὐτό δηλώνει σαφῶς τήν ἀειπαρθενία τῆς Μαρίας, γιατί ἀφοῦ, κατά τήν μαρτυρία τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, δέν ὑπῆρχε σχέση μέ τόν Ἰωσήφ ὅταν αὐτός λέγεται «ἀνήρ» τῆς Μαρίας καί Αὐτή λέγεται «γυνή» τοῦ Ἰωσήφ, πῶς θά ὑπῆρχε τοιαύτη σχέση, τότε πού ποτέ δέν λέγονται ἔτσι, ἀλλά ἡ Μαρία λέγεται πάντα «μήτηρ» τοῦ Ἰησοῦ; – Φεῦγε εἰς Αἴγυπτον. Ἡ Αἴγυπτος ἦταν τήν ἐποχή ἐκείνη μία ρωμαϊκή ἐπαρχία, γι᾿ αὐτό καί εἶχε γίνει ἕνα φυσικό ἄσυλο γιά τούς φυγάδες τῆς Παλαιστίνης. Ὁ ἀριθμός τῶν Ἰουδαίων πού ἐγκαθίσταντο στήν Ἀλεξάνδρεια καί σέ ἄλλες πόλεις τῆς Αἰγύπτου ἔγινε ἀκόμη μεγαλύτερος στά τελευταῖα χρόνια τῆς τυραννικῆς βασιλείας τοῦ Ἡρώδου. 2,14. Ἡ κατασκευή τῆς διήγησης ἐδῶ ὁμοιάζει μέ τίς διηγήσεις τῆς φυγῆς τοῦ Ἰακώβ (Γεν. 27,43-45), τοῦ Λώτ (Γεν. 19,15) ἤ τοῦ Μωυσῆ (Ἐξ. 2,15)· ἄς ἔχουμε δέ ὑπ᾽ ὄψιν πρό παντός τήν διήγηση τοῦ Ἰεροβοάμ φεύγοντος στήν Αἴγυπτο, τόν παραδοσιακό τόπο τῶν φυγάδων κατά τήν Βίβλο (Γ´ Βασ. 11,40). 2,15β. Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου. Βλ. Ὠσηέ 11,1. Ὁ υἱός λοιπόν τοῦ προφητικοῦ κειμένου ἦταν εἰκόνα τοῦ Μεσσίου. 2,16. Τότε Ἡρώδης ἰδών ὅτι... Ἡ διήγηση αὐτή ἔχει ἕνα προηγούμενο παράλληλο ἀπό τήν νηπιακή ἡλικία τοῦ Μωυσῆ, διατηρηθέν στίς ραββινικές παραδόσεις: Ἀφοῦ, εἴτε διά ὁραμάτων εἴτε διά μάγων, ἀναγγέλθηκε ἡ γέννηση τοῦ νηπίου, ὁ Φαραώ διέταξε νά σφάξουν τά νεογέννητα, βλ. καί Θεοφυλάκτου εἰς MPG 123,169. 2,17-18: Παράθεση τοῦ χωρίου Ἰερ. 38,15 (Ἑβρ. 31,15), τό ὁποῖο ἀναφέρεται στήν ἐξορία τῶν βορείων φυλῶν στήν Ἀσσυρία (722/21 π.Χ.). Πραγματικά, κατά τήν πρώτη ἔννοια τῶν στίχων τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, εἶναι οἱ ἄνδρες τοῦ Ἐφραίμ, ὁ Μανασσῆς καί ὁ Βενιαμίν, πού σφαγιάστηκαν ἤ ἐκπατρίστηκαν ὑπό τῶν Ἀσσυρίων, τούς ὁποίους κλαίει ἡ προμήτωρ τους Ραχήλ, ἡ γυναίκα τοῦ Ἰακώβ. Ἡ Ραμά εἶναι μία τοποθεσία βορείως τῆς Ἰερουσαλήμ, ὅπου ἡ σκηνή ἐθνικῆς θλίψεως (Ἰερ. 47,1 Ο΄ Δαμάν). Τήν ἐφαρμογή πού κάνει ὁ Ματθαῖος μπόρεσε νά τήν φαντασθεῖ ἀπό μία παράδοση, πού τοποθετεῖ τόν τάφο τῆς Ραχήλ στήν περιοχή τῆς Βηθλεέμ, βλ. Γεν. 35,19 ἑξ.  
Ἐπιστροφή ἀπό τήν Αἴγυπτο
καί ἐγκατάσταση στή Ναζαρέτ (2,19-23)
Προλογικό:
Καί στήν ἐπιστροφή τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τήν Αἴγυπτο καί στήν ἐγκατάστασή του στή Ναζαρέτ βλέπει ὁ Ματθαῖος τήν ἐκπλήρωση δύο σχετικῶν μεσσιανικῶν προφητειῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, βλ. Ματθ. 2,15. Ὠσ. 11,1 καί Ἠσ. 11,1. – Ἡ χρονική σειρά τῶν ἀναφερθέντων μέχρι τώρα γεγονότων κατά τήν γνώμη μας ἔχει ὡς ἑξῆς: (α) Ἐμφάνιση τοῦ ἀστέρος πρίν ἀπό τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ· (β) γέννηση τοῦ Χριστοῦ· (γ) προσκύνηση τῶν ποιμένων· (δ) εἰς Ἰεροσόλυμα γιά τόν σαραντισμό· (ε) ἐπιστροφή εἰς Βηθλεέμ· (ε) προσκύνηση τῶν Μάγων· (ζ) φυγή εἰς Αἴγυπτον· (η) σφαγή τῶν νηπίων· καί (θ) ἀπό τήν Αἴγυπτο στήν Γαλιλαία, κατοίκηση εἰς Ναζαρέτ. Βλ. καί Θεοφυλάκτου εἰς MPG 123,172.
Σχόλια:

2,19 ἑξ. Ἡ διήγηση αὐτή εἶναι ἐπηρεασμένη ἀπό τήν ἐξορία τοῦ Μωυσῆ στήν Μαδιάμ (βλ. Ἐξ. 4,19-23). 2,22. Τό βασίλειο τοῦ Ἡρώδου διαιρέθηκε ἀπό τόν Αὔγουστο μεταξύ τῶν τριῶν ἐπιζώντων υἱῶν τοῦ Ἡρώδου. Ἔλαβαν: Ὁ Ἀρχέλαος (υἱός του ἀπό τήν Μαλθάκη, ὅπως καί ὁ Ἡρώδης Ἀντίπας) τήν Ἰουδαία, Σαμάρεια καί Ἰδουμαία (4 π.Χ.-6 μ.Χ.)· ὁ Ἡρώδης Ἀντίπας τήν Γαλιλαία καί τήν Περαία (4 π.Χ.-39 μ.Χ.) καί ὁ Φίλιππος τήν περιοχή τῆς Ἀνατολικῆς καί Βορείου Γαλιλαίας (4 π.Χ.-33/34 μ.Χ). Βλ. 14,3-4. Μάρκ. 6,17-18. Λουκ. 3,1 σχόλ. Στήν ἀπαίτηση τῶν Ἰουδαίων ἀρνήθηκε ὁ Αὔγουστος τόν τίτλο τοῦ βασιλέως γιά τόν Ἀρχέλαο καί ἔδωσε σ᾿ αὐτόν τόν τίτλο τοῦ ἐθνάρχου. Παρέμεινε ἐθνάρχης ἀπό τό 4 π.Χ. μέχρι τό 6 μ.Χ., ὁπότε καθαιρέθηκε γιά τήν κακή του διακυβέρνηση. 2,23. Ναζαρέτ, ἕνα χωρίο γεωργῶν δέκα πέντε μίλια δυτικῶς τῆς Θαλάσσης τῆς Γαλιλαίας (βλ. Λουκ. 2,4. Ἰωάν. 1,46. 7,41.52). – Ναζωραῖος κληθήσεται. Βλ. Ζιγαβηνόν εἰς MPG 129,156. Ναζωραῖος (μορφή υἱοθετηθεῖσα ἀπό τόν Ματθ., τόν Ἰωάν. καί τίς Πράξ.) καί ὁ συνώνυμός του τύπος Ναζαρηνός (μορφή υἱοθετηθεῖσα ἀπό τόν Μᾶρκο· ὁ Λουκᾶς ἔχει καί τίς δύο μορφές) εἶναι δύο μεταγραφές ἑνός ἀραμαϊκοῦ ἐπιθέτου (Nasraya), παραγόμενο ἀπό τό ὄνομα τῆς πόλεως Ναζαρέθ (Nasrath). Τό ἐπίθετο αὐτό ἀποδόθηκε πρῶτα στόν Ἰησοῦ καί χαρακτήριζε μέ αὐτό τήν καταγωγή του (26,69.71· ὁ καταγόμενος ἀπό τήν Ναζαρέτ, 21,11· βλ. Ἰωάν. 1,45. Πράξ. 10,38· ἡ ἔκφραση εἶναι ἰσοδύναμη μέ τό «Γαλιλαῖος», 26,69)· ἔπειτα ἀποδόθηκε στούς ὀπαδούς του (Πράξ. 24,5) καί παρέμεινε στόν σημιτικό κόσμο γιά νά σημαίνει τούς μαθητές τοῦ Ἰησοῦ, ἐνῶ ἡ ὀνομασία «χριστιανοί» (Πράξ. 11,26) ἐπικράτησε στόν ἑλληνορωμαϊκό κόσμο. Δέν γνωρίζουμε σέ ποιές προφητεῖες ἀναφέρεται ὁ ὑπαινιγμός ἐδῶ τοῦ Ματθαίου· ὑποθέτουν ὅτι ἀναφέρεται στό «ναζίρ» τῶν ἐδαφίων Κριτ. 13,5.7 (τούς Ναζιραίους, τούς «ἁγιασμένους», βλ. Θεοφυλάκτου εἰς MPG 123,172) ἤ στό «νέτσερ», «βλαστός», τοῦ Ἠσ. 11,1 ἤ μᾶλλον στό «νατσάρ», «φυλάττω», τοῦ Ἠσ. 42,6. 49,8, ἀπ᾿ ὅπου προέρχεται τό «νατσούρ» = τό Ὑπόλοιπο. Γενικά γίνεται δεκτό ὅτι ὑπάρχει μία ἠχητική ὁμοιότητα.Ὡς πλέον πιθανή φαίνεται ἡ ἑρμηνεία τοῦ Χρυσοστόμου: «Ποῖος προφήτης τοῦτο εἶπε; Μή περιεργάζου, μηδέ πολυπραγμόνει· πολλά γάρ τῶν προφητικῶν ἠφάνισται βιβλίων· και ταῦτα ἐκ τῆς ἱστορίας τῶν Παραλειπομένων ἴδοι τις ἄν» (MPG 57,180).  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου