23 Απρ 2014

Γλώσσα, Ιστορία και Ορθοδοξία διατήρησαν την εθνική μας ταυτότητα

«……Γι’ αυτό χτυπούν με λύσσα την Ορθοδοξία και τα θρησκευτικά. Διότι χτυπώντας την Ορθοδοξία και το μάθημα των θρησκευτικών, χτυπούν έμμεσα την ελληνική γλώσσα. Διότι παιδιά που δεν εκκλησιάζονται, που δεν προσεύχονται, που δεν κατανοούν το «πάτερ ημών» δεν είναι δυνατόν να μάθουν να μιλούν και σωστά ελληνικά…»
Γλώσσα, Ιστορία και Ορθοδοξία διατήρησαν την εθνική μας ταυτότητα
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ
Την 1η Ιανουαρίου 1822 η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου εξέδωκε πανηγυρικό κήρυγμα της ανεξαρτησίας του ελληνικού λαού, το εξής: «Εν ονόματι της Αγίας και αδιαιρέτου Τριάδος: Το Ελληνικόν Έθνος, το υπό την φρικώδη οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να υποφέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυρρανίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας κηρύττει σήμερον δια των νομίμων παραστατών του, εις εθνική συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν».

Εκείνο που πρέπει να τονίσουμε ιδιαίτερα είναι η φρικώδης οθωμανική δυναστεία την οποίαν μη δυνάμενον να υποφέρη το Ελληνικόν Έθνος κλπ.
Το ερώτημα που προκύπτει αμέσως είναι: Με αυτά τα δεδομένα, την φρικώδη οθωμανική δυναστεία, ποιοί παράγοντες συντέλεσαν στη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων στους αιώνες της δουλείας; Ήταν η γλώσσα, οι μνήμες από το ιστορικό παρελθόν και η Ορθόδοξη πίστη. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν πριν από λίγα χρόνια οι Ακαδημαϊκοί μαζί με τον ομότιμο καθηγητή Κωνσταντίνο Σβολόπουλο.
Αλλά, η γλώσσα δεν ήταν δυνατόν να διατηρηθεί από μόνη της. Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξε στη διαδρομή της ιστορίας ο βασικότερος πυλώνας διατηρήσεως της ελληνικής γλώσσας. Σε δύσκολους για την πατρίδα μας καιρούς, η εκκλησία διέσωσε την ελληνική γλώσσα και την μετάγγισε σαν λεκτικό αίμα στο τραυματισμένον και αιμοραγούν σώμα του ελληνικού λαού!
Είναι γνωστό ότι τα τέσσερα Ευαγγέλια, τα οποία γράφτηκαν στην «ελληνική κοινή», διέσωσαν και διέδωσαν την ελληνική γλώσσα! Κατά την τουρκοκρατία και κυρίως τους δύο πρώτους αιώνες της, όπου υπήρχαν μόνο κρυφά σχολεία, η «οκτώηχος» και το «ψαλτήρι» ήσαν τα αναγνωστικά ενός υποτιθέμενου δημοτικού σχολείου.
Οι γονείς και οι παππούδες πολλών από εμάς, οι οποίοι πήγαν μόνον λίγες τάξεις στο δημοτικό, επειδή εκκλησιάζονταν συνεχώς κάθε Κυριακή και εορτή, πολλές φορές μάλιστα ψέλνοντας, μάθαιναν τη Θεία Λειτουργία απ’ έξω, «από στήθους», όπως λέμε, και με αυτόν τον τρόπο μάθαιναν και σωστά τα ελληνικά…
Η έκφραση «από στήθους» δηλώνει από μόνη της τον ενστερνισμό, την κατανόηση, που κάνει μία λέξη κτήμα του κάθε ανθρώπου, μέσα του! Η έκφραση «από στήθους» σημαίνει «από μνήμης» και η ορθή μνήμη προϋποθέτει την κατανόηση. Αυτή ήταν και είναι η μεγάλη προσφορά της Εκκλησίας στη διάσωση της ελληνικής γλώσσας στα σκοτεινά χρόνια τεσσάρων αιώνων! Γι’ αυτό χτυπούν με λύσσα την Ορθοδοξία και τα θρησκευτικά. Διότι χτυπώντας την Ορθοδοξία και το μάθημα των θρησκευτικών, χτυπούν έμμεσα την ελληνική γλώσσα. Διότι παιδιά που δεν εκκλησιάζονται, που δεν προσεύχονται, που δεν κατανοούν το «πάτερ ημών» δεν είναι δυνατόν να μάθουν να μιλούν και σωστά ελληνικά…
Είναι γνωστό ότι «μητρική» λέγεται η γλώσσα, την οποία μαθαίνουμε από τη μητέρα μας. Αυτό γίνεται κυρίως με την επανάληψη, η οποία ξεκινάει με την αίσθηση μιας λέξης και καταλήγει στην κατανόηση της έννοιάς της.
Η «μητρική γλώσσα» του κάθε ατόμου λέγεται εθνική. Την μαθαίνει από τη μητέρα του, που ανοίγει τη μητρική αγκαλιά για να προστατέψει το μικρό και αδύναμο παιδί. Έτσι και η «Μάνα Εκκλησία», μαθαίνει τη μητρική γλώσσα στα παιδιά της. Και αυτή είναι η γλώσσα, στην οποία γράφτηκαν τα Ευαγγέλια, η κοινή ελληνική. Αν δε το καταλάβουμε αυτό ανοίγουμε μία ακόμη κερκόπορτα για να επισπεύσουμε την άλωση της γλώσσας μας.
Η μεγάλη προσφορά της Εκκλησίας στα 400 χρόνια της τουρκοκρατίας είναι η διάσωση της Ελληνικής Γλώσσας μέσω των εκκλησιαστικών κειμένων, τα οποία μαθαίνουν «απ’ έξω», αγράμματοι στην πλειοψηφία τους άνθρωποι, χωρίς κανένα πρόβλημα, αφού καταλάβαιναν πολύ καλά τι έλεγαν τα λόγια.
Οι μνήμες από το ιστορικό παρελθόν: Ο ελληνικός λαός σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας είχε επίγνωση, εγνώριζε πολύ καλά το ιστορικό παρελθόν του. Σε κάποιο μοναστήρι ή στο νάρθηκα μιας εκκλησίας άκουσε από κάποιον ιερωμένο λίγα βασικά πράγματα για το ένδοξο παρελθόν των προγόνων του. Τι πρόσφεραν στον παγκόσμιο πολιτισμό οι αρχαίοι Έλληνες. Άλλωστε, απτή απόδειξη έχουμε από το γεγονός ότι οι καραβοκύρηδες εστόλιζαν τα ακρόπρωρα των καραβιών τους με τις μορφές μεγάλων ανδρών της αρχαίας Ελλάδος, όπως του Θεμιστοκλή, του Μιλτιάδη, του Λεωνίδα κ.ά.
Επιβεβαίωση όλων αυτών έχουμε από τον πιο αγνό αγωνιστή του 1821, τον υπέροχο Γιάννη Μακρυγιάννη. Ο αγράμματος αυτός ήρωας, όταν τελείωσε σχεδόν η Επανάσταση, στις 26 Φεβρουαρίου 1829, βρισκόμενος ως φρούραρχος στο Άργος, διορισμένος από τον Καποδίστρια, παρακάλεσε ένα φίλο του να του μάθει τη γραφή του αλφαβήτου. Με τα γράμματα αυτά που έμαθε να γράφει, έγραψε τα «Απομνημονεύματα» του, τα οποία είναι η πιο αγνή μαρτυρία των γεγονότων του μεγάλου Αγώνα 1821-1829.
Παράλληλα αποκαλύπτεται από τα γραφόμενά του, ότι, πριν από την Επανάσταση, σε κάποιο μοναστήρι έμαθε από κάποιον μοναχό ιερωμένο ποιοί ήταν οι προγονοί μας οι αρχαίοι Έλληνες και τι πρόσφεραν στον παγκόσμιο πολιτισμό.
Έτσι, στη σελ. 332 (έκδ. 1957) καταφέρεται κατά των Ευρωπαίων που δεν συμπεριφέρονται καλά στους ήρωες της Επανάστασης και γράφει: «...Και τι σας έκαμεν αυτό τ’ όνομα των Ελλήνων εσάς των γενναίων αντρών της  Ευρώπης, εσάς των προκομένων εσάς των πλούσιων; Όλοι οι προκομένοι άντρες των παλαιών Ελλήνων, οι γοναίγοι όλης της ανθρωπότης, ο Λυκούργος, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής, ο Λεωνίδας, ο Θρασύβουλος, ο Δημοστένης και οι επίλοιποι πατέρες γενικώς της ανθρωπότης κοπιάζαν και βασανίζονταν νύχτα και μέρα μ’ αρετή, με ‘λικρίνειαν, με καθαρόν ενθουσμόν να φωτίσουνε την ανθρωπότη και να την αναστήσουν νάχη αρετή και φώτα, γενναιότητα και πατριωτισμόν...
Μια χούφτα απόγονοι εκείνων των παλαιών Ελλήνων χωρίς ντουφέκια και πολεμοφόδια και τ’ άλλα τ’ αναγκαία του πολέμου ξεσκεπάσαμεν την μάσκαρα του Γκραν Σινιόρε, του Σουλτάνου, οπούχε εις το πρόσωπόν του κι έσκιαζε εσένα τον μεγάλον Ευρωπαίον. Και του πλέρωνες χαράτζι εσύ ο δυνατός, εσύ ο πλούσιος, εσύ ο φωτισμένος, και τον έλεγες Γκραν Σινιόρε, φοβόσουνε να τον ειπής Σουλτάνο. Όταν ο φτωχός ο Έλληνας τον καταπολέμησε ξυπόλυτος και γυμνός και του σκότωσε περίπου από τετρακόσιες χιλιάδες ανθρώπους, τότε πολέμαγε και μ’ εσένα τον χριστιανόν, με τις αντενέργειές σου και τον δόλο σου και την απάτη σου κι εφόδιασμα τις πρώτες χρονιές των κάστρων. Αν δεν τα ‘φόδιαζες εσύ ο Ευρωπαίγος, ήξερες που θα πηγαίναμεν μ’ εκείνη την ορμή...».
Είδαμε πως τα λέει έξω από τα δόντια ο άδολος Μακρυγιάννης στους Ευρωπαίους, οι οποίοι εφοδίαζαν τους Τούρκους στα κάστρα και αργούσαν να παραδοθούν. Αξίζει να ιδούμε πως διηγείται τη γέννησή του: «Πολυφαμελίτες οι γοναίγοι μου και φτωχοί και όταν ήμουνε ακόμα εις την κοιλιά της μητρός μου, μίαν ημέρα πήγε διά ξύλα εις τον λόγκον. Φορτώνοντας τα ξύλα στον νώμο της, φορτωμένη εις τον δρόμο, εις την ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι και γέννησεν εμένα, μόνη της η καημένη και αποσταμένη. Εκιντύνεψε και αυτήνη τότε και εγώ. Ξελεχώνεψε μόνη της και συγυρίστη, φορτώθη ολίγα ξύλα και έβαλε και χόρτα απάνου εις τα ξύλα και από πάνου εμένα και πήγε εις το χωριόν...»!
Ερχόμαστε τώρα στον τρίτο παράγοντα: Την Ορθή Πίστην, την Ορθοδοξία: Είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση το γεγονός ότι η απώλεια της θρησκευτικής ταυτότητος στη διάρκεια της δουλείας εσήμαινε αυτομάτως και την απώλεια της εθνικής ταυτότητος. Όποιος άλλαζε την πίστη του διά της βίας ή εκουσίως τούρκευε ή φράγκευε χωρίς αμφιβολία.
Η Εκκλησία αγωνίστηκε πολύ για να σταματήσουν οι προσχωρήσεις Ορθοδόξων στο Ισλάμ. Ο Νεκτάριος Τέρπος και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα μοναχών που έδωσαν την πνευματική μάχη για να αποτρέψουν τον εξισλαμισμό των ταλαίπωρων Ελλήνων και για να διατηρήσουν την ελληνικότητα της γλώσσας και της εθνικής συνειδήσεως. Οι τουρκόφωνοι Καππαδόκες στη Μικρά Ασία κράτησαν την ελληνική εθνική συνείδηση και ταυτότητα, διότι παρέμειναν πιστά μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Αντιθέτως, οι εξισλαμισθέντες Τσάμηδες της Θεσπρωτίας μαζί με το θρήσκευμα άλλαξαν και την εθνική συνείδηση. Ήταν Έλληνες που προσχώρησαν στον Ισλαμισμό μετά την ατυχή εξέγερση του Διονυσίου Φιλοσόφου (Σκυλοσόφου) το 1611 και αργόερα οι απόγονοί τους έσφαζαν τον Ελληνισμό ως όργανα των Τούρκων και των Γερμανοϊταλών κατακτητών.
Το μαρτύριο των Νεομαρτύρων δείχνει και τη συμμετοχή της Εκκλησίας στην Αντίσταση και την ενότητα του Γένους έναντι του τυράννου.
Ο Άγγλος ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν σε ένα από τα πιο σημαντικά έργα του «Η Μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία» γράφει: «...Ο Ελληνισμός επέζησε γαλουχούμενος από την Εκκλησία, επειδή οι Έλληνες δεν έπαψαν ποτέ να ελπίζουν και να κάνουν σχέδια για την ημέρα που θα αποκτούσαν την ελευθερία τους...».
Ευτυχώς υπάρχουν κάποιοι ξένοι που βλέπουν τα πράγματα καλύτερα από κάποιους Έλληνες...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου