Απόστολος:
Εβρ. θ΄ 11-14
Ευαγγέλιο:
Μάρκ. ι΄ 32-45
«Και γαρ ο Υιός
του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι αλλά διακονήσαι και δούναι την ψυχήν αυτού
λύτρον αντι πολλών». (Μαρκ. ι΄ 45).
Είναι
η τελευταία φορά που ο Κύριος ανεβαίνει στα Ιεροσόλυμα πριν από το πάθος, για
τούτο και ενημερώνει τους μαθητές του και μάλιστα με λεπτομέρεια για τα
αναμενόμενα δραματικά γεγονότα. «Ακούτε» τους έλεγε, «ανεβαίνουμε στα
Ιεροσόλυμα και ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στους αρχιερείς και στους
γραμματείς. Αυτοί θα τον καταδικάσουν σε θάνατο και θα τον παραδώσουν στους
εθνικούς. Θα τον περιγελάσουν, θα τον μαστιγώσουν, θα τον φτύσουν και θα τον
θανατώσουν. Ύστερα από τρεις μέρες όμως θα αναστηθεί».
Ο
Κύριος, λοιπόν, οδηγείται εκουσίως – με την θέληση του, προς το Πάθος.
«Παραδοθήσεται», τους είπε. Η αγάπη του Θεού επέβαλε αυτή την αναγκαιότητα και
εξηγεί μάλιστα και το λόγο στη συνομιλία που είχε με το Νικόδημο: «Ούτω γαρ
ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμο, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο
πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. γ΄ 16). Τόσο
πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στο θάνατο το μονογενή του Υιό για
να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ' αυτόν αλλά να έχει ζωή αιώνια.
«Εκούσιον»
το πάθος, αλλά με στόχο τη σωτηρία του ανθρώπου. Μάλιστα αν και η σταυρική
θυσία καλύπτει όλους τους ανθρώπους, εν τούτοις αυτή δεν προσφέρεται
αναγκαστικά σε όλους, αλλά μόνο σ’ αυτούς που θα πιστέψουν.
«Εκούσιο»,
λοιπόν, το πάθος, αλλά και «εκούσια» η σωτηρία. Βεβαιώνει ο Κύριος: «Εγώ τίθημι
την ψυχήν μου, ίνα λάβω αυτήν, ουδείς αίρει αυτήν απ’ εμού, αλλ’ εγώ τίθημι
αυτήν απ’ εμαυτού εξουσίαν έχω θείναι αυτήν, και εξουσίαν έχω πάλιν λαβείν
αυτήν• ταύτην εντολήν έλαβον παρά του πατρός μου» (Ιωάν. ι΄ 17-18). Δηλαδή,
«γιατί εγώ θυσιάζω τη ζωή μου, ώστε να την ξαναπάρω. Κανείς δε μου την παίρνει,
αλλά εγώ από μόνος μου την προσφέρω, Από μένα εξαρτάται να την ξαναπάρω. Αυτήν
την εντολή έλαβα από τον πατέρα μου».
Όπως
«εκούσιο» υπήρξε το πάθος, «εκούσια» πρέπει να είναι και η σωτηρία. Αν και η
εκούσια σταυρική θυσία του κυρίου υπερκαλύπτει τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων,
αφού ο Χριστός «υπέρ πάντων απέθανεν» (Β΄ Κορ. ε΄ 15), εντούτοις σήμερα κάνει
λόγο για «λύτρον αντί πολλών». Όμως, ποίοι είναι εκείνοι για τους οποίους είπεν
ο Κύριος ότι η θυσία του είναι «λύτρον αντί πολλών;» Είναι όλοι εκείνοι που όχι
μόνο θα πιστέψουν σ’ Αυτόν αλλά και θα λάβουν μαζί μ’ αυτόν την χάριν και την
αλήθειαν του (Ιωάν. α΄ 17). Και εξηγεί ο Ιωάννης: «Όσοι δε έλαβον αυτόν έδωκεν
αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού»
(Ιωάν. α΄ 12). «Σ’ όσους όμως τον δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ αυτόν έδωκε το
δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού».
Όμως,
ενώ ο Κύριος προετοιμάζει τους μαθητές του για τούτο το σημαντικό γεγονός, τόσο
για τη δική τους ζωή, όσο και όλου του κόσμου γενικότερα, και ότι «ούτω
γέγραπται και ούτως έδει παθείν» (Λουκ. κδ΄46), εν τούτοις οι μαθητές του
βρίσκονται στο δικό τους κόσμο. Αυτοί όχι μόνο δεν κατανοούν την τραγική θέση
του Διδασκάλου τους, αλλά και προβάλλουν παράλογες και εγωιστικές απαιτήσεις.
Σε αντίθεση με το Διδάσκαλο τους που ταπεινώνει τον εαυτό του «γενόμενος
υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. β΄ 8) αυτοί ζητούν
πρωτεία εξουσίας. Δυο από αυτούς, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης ζητούν από τον Ιησού
όταν θα εγκαταστήσει την ένδοξη βασιλεία του, όπως καθίσουν ο ένας στα δεξιά
του και ο άλλος στα αριστερά του. Δε ζητούσαν υπηρεσία και έργα σ’ αυτή τη
βασιλεία, αλλά μόνο τιμές που θα τους εξύψωναν πάνω από τους άλλους μαθητές.
Οι
μαθητές βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση τόσο με το γεγονός της σταυρικής θυσίας
του Διδασκάλου τους, όσο και ιδιαίτερα με την ουσία και το περιεχόμενο της
βασιλείας του, που είναι βασιλεία προσφοράς και θυσίας και όχι τάσεις υποταγής
και εκμετάλλευσης των άλλων ανθρώπων. Η άσκηση απόλυτης εξουσίας και η
καταδυνάστευση είναι χαρακτηριστικό των αρχόντων και των ηγετών των εθνών. «Σ’
εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος
ανάμεσα σας πρέπει να γίνει υπηρέτης σας, και όποιος από σας θέλει να είναι
πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων. Γιατί και ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για
να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρο
για όλους».
Αν
κάποιος θέλει να διακριθεί και να ξεχωρίσει από τους άλλους υπάρχει τρόπος μέσα
από την προσφορά και την αγάπη. Ο δρόμος της διάκρισης και άρα και της
πραγματικής προόδου είναι ο δρόμος της διακονίας. Αυτός ο τρόπος ζωής
χαρακτήριζε και τη ζωή των πρώτων Χριστιανών. Είναι τρόπος φιλανθρωπίας και
αγάπης. Για τούτο και οι πρώτοι χριστιανοί που κλήθηκαν από τους Αποστόλους να
συντονίσουν και να διεκπεραιώσουν αυτό το έργο της φιλανθρωπίας ονομάστηκαν
«διάκονοι», έχοντας σαν πρότυπο τους, τον Ιησού, ο οποίος όπως τόνισε σήμερα
στους μαθητές Του δεν ήρθε για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει. «Ουκ
ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι». Σήμερα, δυο χιλιετίες μετά, σαν
Χριστιανισμός αλλά και σαν Χριστιανοί, ο καθένας μας ξεχωριστά, πόσο κοντά ή
πόσο μακριά βρισκόμαστε από αυτή τη διακονία; Σαν Εκκλησία, σαν οικογένεια,
αλλά και σαν κοινωνία πόσο κοντά ή πόσο μακριά, βρισκόμαστε από το έργο αυτό
της διακονίας; Όποιο αξίωμα, όποια θέση κι αν κατέχουμε το υπηρετούμε σωστά
δίνοντας έτσι ένα σωστό πρότυπο στους γύρω μας; Αν η εικόνα που εκπέμπουμε
στους γύρω μας είναι η εικόνα του ανθρώπου που θέλει να τον υπηρετούν και όχι
να υπηρετεί, τότε όσο πιο σημαντική είναι η θέση που κατέχουμε, τότε τόσο και η
ζημιά που προκαλούμε είναι μεγαλύτερη. Ας γίνουμε «αφέντες» του εαυτού μας και
όχι των παιδιών μας και γενικά του οικογενειακού και κοινωνικού μας
περιβάλλοντος.
Δυστυχώς,
αδελφοί μου, χάσαμε την αξιοπιστία μας οι μεγαλύτεροι προς την νεώτερη γενιά.
Χάσαμε το σεβασμό, επειδή χάσαμε τον αυτοσεβασμό. Ο σεβασμός κερδίζεται, δεν
επιβάλλεται. Δυστυχώς κάποιοι λαοί το μόνο πρόσωπο του Χριστιανού που μπόρεσαν
να συναντήσουν είναι εκείνο του δυνάστη, του εκμεταλλευτή. Αντί της αγάπης
γνώρισαν την καταπίεση και το μίσος. Μια εικόνα πολύ γνώριμη στις μέρες μας που
στο όνομα της οικονομικής κρίσης οδηγεί καθημερινά συμπατριώτες μας στην
εξαθλίωση και σε εργασιακό «μεσαίωνα». Η οικονομική κρίση θα περάσει, η ηθική
κρίση όμως όχι, γιατί τα αίτια είναι βαθύτερα. Αν θέλουμε να ξεπεράσουμε την
κρίση ας μη σταθούμε στην ευημερία των αριθμών, αλλά ας προχωρήσουμε στη
βελτίωση της ποιότητας ζωής των συνανθρώπων μας. Και βελτίωση της ποιότητας
ζωής δεν μπορεί να υπάρξει ενόσω οι άνθρωποι δε βελτιώνουμε την ποιότητα του
εσωτερικού μας κόσμου. Ας αγωνιστούμε να το επιτύχουμε. Αμήν.
Θεόδωρος Αντωνιάδης –Μητροπόλεως
Πάφου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου