Παναγιώτατε,
Μακαριώτατοι Άγιοι Αδελφοί,
Μακαριώτατοι Άγιοι Αδελφοί,
Πιστεύω
πως εκφράζω το κοινό συναίσθημα όλων, λέγοντας πως κάθε επίσκεψή μας στην
Κωνσταντινούπολη συνιστά μιαν ιδιαίτερη ευλογία για μας. Ακόμα και για τις
Εκκλησίες της πρώτης χιλιετίας, που δεν έχουμε σχέση θυγατρός προς μητέρα με
την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά σχέση αδελφών, η παρουσία μας στο
Οικουμενικό Πατριαρχείο ευαισθητοποιεί τις λεπτότερες χορδές της καρδιάς μας.
Κατανοούμε
πως στην Πόλη αυτή αλλά και σε πόλεις της άμεσης δικαιοδοσίας της Εκκλησίας της
Κωνσταντινουπόλεως συνήλθαν όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι. Εδώ κατωχυρώθη το
δόγμα της Εκκλησίας∙ εδώ εθριάμβευσεν η Ορθοδοξία∙ εδώ κατηργήθη η πλάνη.
Αισθανόμαστε
και σήμερα τη σκέπη της Υπερμάχου Στρατηγού να εφαπλούται επί την Πόλιν και
τους πιστούς της. Αναμιμνησκόμαστε πλήθους θεοσημειών. Μεταρσιωνόμαστε από την
αίσθηση της παρουσίας νέφους αγίων Ιεραρχών, Ομολογητών και Νεομαρτύρων, που
αγίασαν τους χώρους τούτους.
Ακόμα
και με τη σημερινή δύσκολη πραγματικότητα συνειδητοποιούμε τη μεγάλη αλήθεια
της πίστεώς μας ότι «φέρομεν τόν θησαυρόν τῆς πίστεως ἡμῶν ἐν ὀστρακίνοις
σκεύεσι (της κοσμικής αδυναμίας), ἵνα ἡ ὑπερβολή τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ
ἐξ ἡμῶν».
Ευχαριστούμε,
Παναγιώτατε, για την πρόσκλησή Σας για την παρούσα σύναξη, και για τον πιο πάνω
λόγο. Τη δημιουργία δηλαδή των σπάνιων αυτών συναισθημάτων μέσα μας.
Ευχαριστούμε και για τη δυνατότητα που μας δίνετε, για επικοινωνία όλων των
Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών και της ανταλλαγής απόψεων για κρίσιμα
προβλήματα της Εκκλησίας και της όλης ανθρωπότητος.
Και
είναι, όντως, πρωτοφανής η κρίση που μαστίζει τον σημερινό κόσμο. Η υποχώρηση
των πνευματικών αξιών έναντι των υλικών, η παράδοση του ανθρώπου στην απλή
χρήση μηχανών των οποίων δεν κατανοεί τη λειτουργία, τον κατάντησε άβουλο όν,
χωρίς νόηση και χωρίς κριτική σκέψη. Σε καιρούς οικονομικής ευμάρειας ο
άνθρωπος εξαντλείτο στην επιδίωξη όσον το δυνατόν μεγαλύτερου εισοδήματος και
μεγαλύτερων υλιστικών απολαύσεων. Μα και σήμερα, στην εποχή της οικονομικής
κρίσης, ο μακράν του Θεού παραπαίων άνθρωπος, δεν αγωνίζεται για την υπέρβαση
του ευδαιμονιστικού τρόπου ζωής, αλλά στοχεύει στην ανάκτηση όσων υλιστικών
απολαύσεων απώλεσε. Και γι’αυτούς τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως θρησκείας, ή και
άνευ θρησκείας, οφείλουμε ως πνευματικοί ηγέτες να προβάλουμε πορεία ζωής.
Ως
Χριστιανοί αντιμετωπίζουμε προβλήματα που άπτονται σήμερα της ίδιας της
επιβίωσης του Χριστιανισμού σε χώρους ανέκαθεν χριστιανικούς. Τον περασμένο
αιώνα οργανώθηκε και επετεύχθη εκδίωξη των Χριστιανών από τη Μικρά Ασία, τις
Εκκλησίες των Αποστολικών χρόνων, από την κατεχόμενη Κύπρο, όπου ο
Χριστιανισμός εκηρύχθη από το πρώτο ήμισυ του πρώτου μ.Χ. αιώνος, από το
Κοσσυφοπέδιο, από την Ανατολική Θράκη. Στον αιώνα μας, και στις μέρες μας, ο
Χριστιανισμός απειλείται με εξαφάνιση από τις αρχαίες κοιτίδες του στη Μέση Ανατολή
και στην Αίγυπτο. Τρομοκρατικά κτυπήματα εις βάρος των Χριστιανών έχουμε και
στην Ευρώπη, στη Ρωσία, σε Αφρικανικές χώρες. Όσο και αν κάποιες κυβερνήσεις
και κάποιοι Οργανισμοί διαμαρτύρονται, επιβάλλεται και η δική μας
παρέμβαση. Η δική μας διαμαρτυρία έχει άλλη βαρύτητα. Θα επισημάνει την
ειδοποιό διαφορά της πνευματικής ελευθερίας, της ανοχής και της καταλλαγής που
επαγγέλεται ο Χριστιανισμός, έναντι κάθε μισσαλόδοξης θρησκευτικής και εθνικής
έξαρσης που αναφύονται μακράν των αρχών του. Γι’ αυτό και οφείλουμε να
παρέμβουμε στην απαράδεκτη αυτή κατάσταση, που βρίσκεται σε εξέλιξη πλησίον
μας.
Διαφορές
και προβλήματα παρουσιάζονται, δυστυχώς, ως μη ώφειλε, και μεταξύ μας, μεταξύ
των Ορθοδόξων. Στην άρση αυτών των διαφορών, στην επίλυση των προβλημάτων και
στη διακήρυξη της ενότητάς μας καλούμαστε σήμερα. Από τη στάση μας θα φανεί η
εντιμότητά μας, θα καταδειχθεί η προσήλωση στις αρχές μας, θα κριθεί η
ανάληψη της ευθύνης από τον καθένα μας. Και θα ήθελα να μου επιτραπεί να
καταθέσω κάπως αναλυτικά τις απόψεις μου, λόγω και της τριαντάχρονης
εμπλοκής μου, εκ μέρους της Εκκλησίας μου, στις πανορθοδόξους διασκέψεις, καθώς
και της βαθειάς μου αγωνίας από τους κινδύνους που απειλούν και την Εκκλησία
και την πατρίδα μου.
Συμφωνώ
τόσο με τον Παναγιώτατο, όσο και με άλλους αδελφούς, που υποστηρίζουν την
ανάγκη για την όσο το δυνατόν ταχύτερη σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου της
Ορθοδοξίας. Θυμάμαι, ως δόκιμος ακόμα μοναχός, τη χαρά και την ευφορία των
παλαιοτέρων για την αναμενόμενη τότε, το 1961, οσονούπω σύγκληση της Μεγάλης
Συνόδου, μετά την Πανορθόδοξο διάσκεψη της Ρόδου. Εμακάριζαν τους εαυτούς τους
οι άνθρωποι εκείνοι γιατί θα έβλεπαν να πραγματοποιείται, ύστερα από αιώνες
πολλούς, κάτι που πολλοί άλλοι «ἐπεθύμησαν ἰδεῖν καὶ οὐκ εἶδον». Τα χρόνια
παρήλθαν, το ίδιο και γενεές ανθρώπων, χωρίς το όραμα να πραγματοποιείται. Η
αναβολή για τόσα χρόνια έκανε παρωχημένα και τα θέματα που προετοιμάζαμε για τη
Σύνοδο. Όπως έλεγε και ο μακαριστός μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων η ταχύτητα
μεταβολής των πραγμάτων είναι τόσον μεγάλη που την σήμερον διαδέχεται όχι η
αύριον αλλά η μεθαύριον. Εις τους έξω, τους μη Ορθοδόξους, αυτή η μακροχρόνια
αναβολή σημαίνει αδυναμία. Αλλά και για μας δεν σημαίνει το ίδιο; Όλοι είμαστε
μάρτυρες της αδυναμίας μας να ξεπεράσουμε τον εθνικισμό μας, τον εθνοφυλετισμό
μας.
Δεν
μπορέσαμε να μιμηθούμε ούτε τους Ρωμαιοκαθολικούς ούτε τους Μουσουλμάνους σ’
αυτόν τον τομέα. Νοιώθουμε δέσμιοι της εθνικής καταγωγής μας, θέτοντας σε
δεύτερη μοίρα την Ορθοδοξία μας. Η συμφωνία π.χ. στην οποία καταλήξαμε για τη
διασπορά και τις επισκοπικές συνελεύσεις δεν είναι και ό,τι το καλύτερο από
απόψεως Εκκλησιολογίας. Είναι αντανάκλαση της προσήλωσης μας στις εθνικές
Εκκλησίες μας. Δεν κάνω μάθημα σε κανένα. Ούτε και θεωρώ κανέναν ως πρόσωπο
μειωμένης αντιλήψεως. Επισημαίνω με πόνο το πρόβλημα, επαναλαμβάνοντας και το
αγωνιώδες ερώτημα του Αποστόλου Παύλου «Μεμέρισται ὁ Χριστός;»
Η αδυναμία συμφωνίας για την υπογραφή του τόμου της Αυτοκεφαλίας, από την άλλη, δεν μας αφήνει εκτεθειμένους στα μάτια και των δικών μας πιστών, του Ορθοδόξου λαού, αλλά και των ξένων;
Η αδυναμία συμφωνίας για την υπογραφή του τόμου της Αυτοκεφαλίας, από την άλλη, δεν μας αφήνει εκτεθειμένους στα μάτια και των δικών μας πιστών, του Ορθοδόξου λαού, αλλά και των ξένων;
Έχω
την αίσθηση ότι υποβόσκει και μια άλλη διαφορά ως προς την σύγκληση της Μεγάλης
Συνόδου: Ποια θα είναι η αντιπροσώπευση κάθε Εκκλησίας; Ουδείς αγνοεί ότι
κάθε επίσκοπος εκπροσωπεί την τοπική του Εκκλησία. Ούτε και παραθεωρείται η
άποψη ότι σε μια τέτοια Σύνοδο θα ΄πρεπε όλες οι τοπικές Εκκλησίες να
αντιπροσωπεύονται. Όταν όμως τα θέματα που θα παρουσιαστούν θα είναι ήδη
συμφωνημένα ως προς τη λύση τους, σε τι θα μειονεκτεί η Σύνοδος με μικρότερη
εκπροσώπηση; Η σημερινή μας Συνάντηση με την κάθε Εκκλησία να εκπροσωπείται με
ίσον αριθμό επισκόπων μειώνει τις αποφάσεις μας; Έχω την εντύπωση ότι η
παρουσία όλων των Επαρχιούχων επισκόπων της Ορθοδοξίας θα επιφέρει ένα χάος χωρίς
να προσθέτει ο,τιδήποτε ουσιαστικό. Γι’αυτό και εισηγούμαι κάθε Εκκλησία να
αντιπροσωπευθεί από τον Προκαθήμενο της, τον οποίον να πλαισιώνουν 12
επίσκοποι. Στην Εκκλησία ουδέποτε τα κριτήρια ήσαν αριθμητικά. «Οὗ γάρ εἰσι
δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ» εκεί βρίσκεται και ο
ίδιος. Πολλές φορές, εξάλλου, οι πολλοί επλανήθησαν, ενίοτε δε ένας και μόνος
εβάστασε την αλήθεια.
Ίσως
κάποιος να ισχυρισθεί ότι υποστηρίζω τη θέση αυτή επειδή η Εκκλησία μου δεν
διαθέτει πολυπληθή Σύνοδο. Δηλώνω την ειλικρινή πρόθεσή μου να αποποιηθώ άλλων,
δικαιολογημένων διεκδικήσεων της Εκκλησίας της Κύπρου, όπως είναι το αίτημά μας
για αποκατάσταση της θέσεώς μας στα Δίπτυχα, μέσα στα πλαίσια της αμοιβαίας
μετακίνησης όλων προς μια συμφωνία που να δηλώνει την ενότητά μας.
Επικροτώ
την εισήγηση για εμπλουτισμό του καταλόγου των θεμάτων με τα οποία θα ασχοληθεί
η Μεγάλη Σύνοδος με επίκαιρα θέματα που απασχολούν τους πιστούς, όπως είναι τα
ποικίλα θέματα Βιοηθικής (τεχνολογίες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής,
μεταμοσχεύσεις ιστών και οργάνων, ευθανασία), η εκτός γάμου τεκνογονία,
γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα κλπ.
Θα
πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να τοποθετηθούμε και σε θέματα χαλαρότητας των ηθών
τα οποία όλο και περισσότερο προβάλλουν σήμερα οι εκκοσμικευμένες, Χριστιανικές
ως επί το πλείστον, κυβερνήσεις του θεωρούμενου ως προηγμένου κόσμου και στα
οποία η αντίδραση της Εκκλησίας είναι μέχρι τώρα υποτονική. Όταν π.χ.
θεσπίζεται από κυβερνήσεις όχι μόνον η απλή συμβίωση ετεροφύλων ατόμων αλλά και
ο «ομοφυλικός γάμος», θα πρέπει η Εκκλησία ξεκάθαρα να πάρει θέση και να
καταδικάσει την ομοφυλοφιλία.
Ο
Απόστολος Παύλος είναι σε τούτο ξεκάθαρος: «...οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι....
οὔτε αρσενοκοῖται.... βασιλείαν Θεοῦ κληρονομήσουσι...» (Α΄Κορ. 6, 9-10).
Και η Παλαιά Διαθήκη διδάσκει ότι «ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν ὁ Θεός». Η
ανάθεση σε Χριστιανούς επιστήμονες περιωπής, της μελέτης του θέματος και
παρουσίασης των επιστημονικών πορισμάτων τους, ώστε αυτά να πλαισιωθούν
και με την Αγιογραφική κατοχύρωση, θα πρέπει να είναι μια από τις επιδιώξεις
των προπαρασκευαστικών συναντήσεων για τη Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδοξίας.
Πιστεύω,
ακόμα, πως θα πρέπει να μας απασχολήσει και το θέμα της θέσης των γυναικών στην
Εκκλησία. Μεγάλες χριστιανικές ομολογίες, όπως οι Αγγλικανοί, έχουν εισαγάγει
τη χειροτονία γυναικών. Θα πρέπει Αγιογραφικά και Πατερικά να κατοχυρώσουμε τη
θέση μας και να μελετήσουμε σοβαρά, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραμέτρους του
θέματος, την επαναφορά του θεσμού των διακονισσών στην Εκκλησία.
Θα
ήθελα, πριν τελειώσω, να θίξω και το θέμα της προεδρίας την μελλούσης να
συνέλθει Μεγάλης Συνόδου, το οποίο διαισθάνομαι ότι πιθανόν να αποτελέσει
σημείο τριβής.
Μπορεί
οποιοδήποτε σώμα να συνέλθει χωρίς Πρόεδρο; Μπορεί να υπάρξει συλλογική
προεδρία χωρίς τη δημιουργία χαώδους κατάστασης; Ένας θα πρέπει να έχει την
ευθύνη της σύγκλησης σε συνεδρία, της παρουσίασης των θεμάτων, της παροχής και
της αφαίρεσης του λόγου στους συνέδρους, της επιβολής της τάξεως. Σκεφτείτε τις
τοπικές μας συνόδους. Στην απουσία μας δεν ορίζουμε κάποιο που θα προεδρεύει;
Και να μην είχαμε, λοιπόν, Πρώτον, θα τον αναζητούσαμε. Πρώτον έχουμε. Τον
επέβαλε η ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας κατά τους διαρρεύσαντας αιώνας. Αν
κάποιοι από μας νομίζουμε ότι κάπου αυτός εκτρέπεται, οφείλουμε με ειλικρίνεια
να το αναφέρουμε για να αναζητήσουμε τη θεραπεία, να τον ανακαλέσουμε σε τάξη.
Αν,
οι κάποιες αντιρρήσεις προέρχονται από τις δύσκολες καταστάσεις στις οποίες ζει
σήμερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επαναλαμβάνω τη διαπίστωση του Απ.
Παύλου: «Ἔχουμε τόν θησαυρόν ἡμῶν ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν». Η δύναμη δεν
προέρχεται από το περιβάλλον, ούτε από τα εξωτερικά. Προέρχεται εκ του Θεού,
του οποίου «ἡ δύναμις ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Εξ άλλου οφείλουμε
να αναλογιστούμε τη γρήγορη αλλαγή και την αστάθεια των εγκοσμίων. Οι επιθέσεις
ακραίων φανατικών μουσουλμανικών στοιχείων, ο αυξημένος ρυθμός
πολλαπλασιασμού τους σε χώρες σήμερα, κατά πλειοψηφία Χριστιανικές και
Ορθόδοξες, εύκολα μπορούν να ανατρέψουν τις σημερινές καταστάσεις. Έχουμε και
εμείς στην Κύπρο σχετική πείρα, την οποία απευχόμαστε για οποιανδήποτε άλλη
Εκκλησία.
Άγιοι
Αδελφοί,
κατανοώ
ότι έχω μακρηγορήσει και ότι σας καταπόνησα. Ένοιωθα όμως την πίεση από τους
Προκατόχους μας που κοιμήθηκαν με το όραμα της Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας,
καθώς και από τους πιστούς μας, που αναμένουν να αρθούμε πάνω από τους
μικροϋπολογισμούς και τους εθνικισμούς μας. Εύχομαι όπως ο Θεός μας φωτίσει
προς ευόδωση των εργασιών της συσκέψεώς μας.
Γιατί να προτείνει ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου να μην συμμετέχουν στη Μεγάλη Σύνοδο με ψήφο όλοι οι επαρχιούχοι επίσκοποι; Ποιον εξυπηρετεί αυτό; Γιατί να φιμώνεται η φωνή των επισκόπων;
ΑπάντησηΔιαγραφή