16 Φεβ 2014

Εὐάγγελος Ἀ. Δάκας, Πένθος χαροποιόν




Πένθος χαροποιόν
Φεβρουάριος καί ἀρχή τοῦ Τριωδίου, τῆς εὐλογημένης ἐκείνης λατρευτικῆς περιόδου ἡ ὁποία μέ τόν πλοῦτο τῆς διδαχῆς καί τῶν κατανυκτικῶν ἀκολουθιῶν της θά μᾶς ὁδηγήσει νά προσκυνήσουμε συνειδητά καί μέ συγκλονισμό βαθύ τό πάθος καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. 
 Λέμε συνήθως ὅτι ἡ ἀτμόσφαιρα τοῦ Τριωδίου καί ἰδίως τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ ὁποία ἐντάσσεται ὀργανικά στό Τριώδιο, εἶναι, κατά τήν ἔκφραση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, τό «χαροποιὸν πένθος» ἤ ἡ «χαρμολύπη» (Κλῖμαξ 7). Πρόκειται γιά ἔννοιες οἱ ὁποῖες θυμίζουν ἔντονα, ἀφοῦ ἄλλωστε ἀπό ἐκεῖ πηγάζουν, τόν μακαρισμό τοῦ Κυρίου στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία του γιά τούς «πενθοῦντας»: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται» (Μθ 5,4)· ἤ, ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος ἄλλοτε «Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε» (Λκ 6, 21). Ὅσοι δηλαδή πενθοῦν καί θλίβονται εἶναι μακάριοι, διότι «παρακληθήσονται» καί «γελάσουσι», θά ἀπολαύσουν ἀνάπαυση, στηριγμό καί ἀγαλλίαση. 

 Δέν ἐννοεῖ ἀσφαλῶς ὁ Κύριος τό πένθος τῆς ὀδύνης μέ τήν ὁποία εἶναι ζυμωμένη ἡ καθημερινότητά μας, ἀλλά κάτι ἄλλο, πολύ πιό βαθύ καί θεμελιακό: Μακαρίζει ὅποιον αἰσθάνεται συντριβή μπροστά στήν ὑποδούλωσή του στήν ἁμαρτία καί στήν φθορά, στά «κεράτια τῶν χοίρων» (βλ. Λκ 15,16)· ὅποιον κλαίει γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού πρόδωσε. Διότι μόνο γι’ αὐτό ἀξίζει νά κλαίει κανείς. Αὐτή ἡ συντριβή τῆς μετάνοιας λέγεται «πένθος χαροποιόν», ἐπειδή ὁδηγεῖ μέ ἀσφάλεια στήν ἀνεκλάλητη εὐφροσύνη τῆς καταλλαγῆς (βλ. Β΄ Κο 5,18-20), στό σπίτι τοῦ πατέρα πού προσδοκᾶ τήν ἐπιστροφή μας (βλ. Λκ 15,20). 
 Ὡστόσο, στήν πραγματικότητα ἡ χαρμολύπη δέν εἶναι ἡ ἀτμόσφαιρα ἤ τό κλῖμα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, ἀλλά τό ζητούμενο. Δέν μᾶς προσφέρεται δηλαδή ὡς χάρισμα, ἔτσι ἁπλά, χωρίς προϋποθέσεις, ἀλλά κατακτᾶται μέ ἀγώνα καί προσπάθεια. Ὅλο τό Τριώδιο θά μποροῦσε νά συνοψισθεῖ στήν ἀγωνιώδη κραυγή τοῦ ὑμνωδοῦ τοῦ κοντακίου τοῦ Μεγάλου Κανόνος: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι. Ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν». Διότι σέ τοῦτο στοχεύει αὐτή ἡ ξεχωριστή περίοδος στήν ζωή μας: Νά μᾶς βοηθήσει νά ξυπνήσουμε ἀπό τόν θανατηφόρο ὕπνο τῆς ἁμαρτίας καί τῆς πλάνης πρίν εἶναι ἀργά. Πρίν ὁ θάνατος ὁρίσει ἀμετάκλητα τήν καταδίκη μας. «Εἶναι ὥρα νά ξυπνήσουμε», προειδοποιεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ὁ χρόνος τελειώνει. Ἄς πετάξουμε ἀπό πάνω μας τά ἔργα τοῦ σκότους καί ἄς ντυθοῦμε τά ὅπλα τοῦ φωτός» (βλ. Ρω 13,11-12). Ἀλλά ἡ μεταβολή αὐτή ἀπαιτεῖ κόπο καί γενναιότητα· κερδίζεται, δέν δωρίζεται. Μετάνοια σημαίνει αὐταπάρνηση καί ἡ αὐταπάρνηση χάριν τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου του εἶναι πάντοτε δρόμος τραχύς, σταυρικός (βλ. Μθ 16,24). 
 Ποιά ὅμως εἶναι ἡ λυδία λίθος τοῦ χαροποιοῦ πένθους, ὥστε νά ἀποφευχθεῖ ἡ σύγχυση μέ καταστάσεις πού θυμίζουν ἴσως μετάνοια ἀλλά δέν εἶναι; Πάλι κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, πρῶτος καρπός τῆς χαρμολύπης εἶναι ἡ ἐγκράτεια. Τότε ἡ χαρμολύπη ἔχει ἀλήθεια καί γνησιότητα, ὅταν καρπίζει τήν ἐγκράτεια. Νά, τό πρῶτο οὐσιῶδες κριτήριο.
Ἐγκράτεια σημαίνει νά ὑποτάσσω ἐλεύθερα τόν ἑαυτό μου στό θέλημα καί στίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, νά τόν ζεύω στόν ζυγό του. Ὁ ἐγκρατής μοιάζει μ’ ἕναν ἔμπειρο καί ἱκανό καβαλάρη, πού κρατώντας ἐπιδέξια τά χαλινάρια καθοδηγεῖ τό ἀτίθασο ἄλογό του ὅπου θέλει. Ἤ μ’ ἕναν ἀθλητή, ὁ ὁποῖος γιά νά ἀναδειχθεῖ νικητής ὑποτάσσει κάθε του ἐπιθυμία στό πρόγραμμα σκληρῆς καί αὐστηρῆς προπόνησης. 
 Εἶπα ὅτι τό πένθος καί ἡ συντριβή γιά τήν ἁμαρτία καί ἡ ἀπέκδυσή της μέ τήν μετάνοια ὁδηγοῦν στήν χαρά τῆς καταλλαγῆς, τῆς συμφιλίωσης. Συμφιλιώνεται ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό, ὁ πεπερασμένος καί θνητός μέ τόν ἄπειρο καί ἀθάνατο δημιουργό του. Ὄχι ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου -ὁ Θεός εἶναι μόνον ἀγάπη (βλ. Α΄ Ἰω 4,16)-, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ἐχθρεύεται τόν Θεό. Καί ἐχθρεύεται τόν Θεό ἐπειδή τά ἔργα του εἶναι φαῦλα καί ἡ φαυλότητα ἡ προτίμησή του· «πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ» (Ἰω 3,20).
Ἐκεῖνος ὅμως πού τόλμησε τήν μετάνοια, πού γεύθηκε τήν συγγνώμη καί τήν χρηστότητα τοῦ Κυρίου, πού συμφιλιώθηκε μαζί του, τά πετάει ὅλα πέρα, ὅ,τι κι ἄν κοστίσει. Ἀπό τήν ὥρα τῆς καταλλαγῆς του μέ τόν Ἀληθινό, ἐγκαταλείπει πίσω του σάν σκουπίδι κάθε ψεῦδος· διεφθαρμένη βούληση, ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες, νοοτροπίες ἐγωιστικές καί ἀλαζονικές, «πάντα ἐγκρατεύεται» (Α΄ Κο 9,25), προκειμένου νά μή χάσει ὄχι τό στεφάνι ἑνός σταδίου ἀλλά τό στεφάνι τοῦ οὐρανοῦ. Καί πάλι ὄχι διότι θέλει κάποιο στεφάνι· τόν Χριστό θέλει, αὐτός εἶναι τό βραβεῖο πού ἐπιθυμεῖ, ὅ,τι πιό ποθη-τό του, «τὸ ὄντως ἐφετόν».
  Ἔτσι δικαιώνεται ἡ χαρμολύπη. Ὅλα τά ὑπόλοιπα εἶναι συναισθηματισμοί εὐμετάβλητοι καί παροδικοί, πού δέν μποροῦν νά ἐπιδράσουν σωστικά. Τό Τριώδιο γίνεται ἡ ἀρχή μιᾶς «ἄλλης βιοτῆς», ὄχι μιά ἰδιορρυθμία πού διαρκεῖ δύο μῆνες τόν χρόνο. Διότι δέν ὁδηγεῖ ἁπλῶς στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, σέ μιά γιορτή· κάνει τήν ἀνάστασή του ζωή μας. 
Περιοδικό Απολύτρωσις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου