9 Δεκ 2013

Επέστρεψα από την κόλαση


juliana

Του Cole Moreton
Μετάφραση-Επιμέλεια: Ελένη Ζήνωνος
«Μπορείτε να με κτυπήσετε με οτιδήποτε και μπορώ να το αντέξω», λέει με βεβαιότητα η Τζουλιάνα Buhring. Με το πρόσωπο κρυμμένο πίσω από μεγάλα γυαλιά του ήλιου, όπως καθόμαστε σε μια καφετέρια στη Νάπολη, το αναφέρει, λες και αυτό της προκαλεί πλήξη και ανία. Και ίσως να είναι έτσι. Είναι μια γυναίκα που έχει ζήσει σε πολλές χώρες, μερικές φορές σαν φυγάς. Σε ηλικία μόλις 31, έχει ήδη υποστεί φρικαλεότητες που άλλους θα τους τσάκιζαν. Ωστόσο, κάθεται εδώ πίνοντας καφέ και αναζητώντας περισσότερο κίνδυνο.

«Οι άνθρωποι μού λένε: Θα πρέπει να πληγώθηκες πολύ από αυτά που σου έχουν συμβεί.  Νομίζω έγινα πολύ πιο δυνατή, πολύ πιο σκληρή, πολύ πιο ικανή ν’ αντιμετωπίσω τη ζωή από ό,τι ο μέσος άνθρωπος». Απομακρύνει το βλέμμα της για λίγο. «Σύντομα θα μάθουμε αν αληθεύει αυτό, έτσι δεν είναι;».
Ούτε όσα υπέφερε, ούτε η δύναμη της είναι εμφανής στην αρχή. Έχει την εμφάνιση νευρωτικής νεαρής γυναίκας. Είναι κόρη Άγγλου, αλλά η σχεδόν Αμερικάνικη προφορά της, δίνει μια ένδειξη για το πού μεγάλωσε. Μόνο όταν απομακρύνει το πέπλο που καλύπτει τη ζωή της, μπορείς να δεις το βάθος των εμπειριών και την απαξίωση στα μάτια της.
Σπάνια μιλά γι’ αυτό, αλλά η Τζουλιάνα γεννήθηκε σε μια καταστροφική λατρεία (acult). Πρόκειται για την πλέον διαβόητη σέκτα της σύγχρονης εποχής: την «Οικογένεια Αγάπης» ή «Παιδιά του Θεού» όπως ονομαζόταν. Πέρασε την παιδική της ηλικία περιορισμένη σε καταυλισμούς περιφραγμένους με ψηλούς τοίχους, σε κοινόβια όπου τα μέλη μοιράζονταν και είχαν κοινά τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων των ανθρωπίνων υπάρξεων...
Η παιδική κακοποίηση άρχιζε από πάρα πολύ μικρή ηλικία (3 ετών...). Χωρίστηκε από τους γονείς της, τρομοκρατήθηκε και ξυλοκοπήθηκε. Αλλά, τελικά δραπέτευσε και μαζί με τις αδελφές της έγραψαν το βιβλίο «Ποτέ χωρίς την αδελφή μου» (NotWithoutMySister), το οποίο συνέτεινε στην κατάρρευση της οργάνωσης. Τώρα διατηρεί φροντιστήριο Αγγλικής γλώσσας στη Νάπολη. Αλλά η Τζουλιάνα χρειάζεται περισσότερα. «Θέλω να δω μέχρι πού μπορώ να φτάσω, ψυχικά και σωματικά. Θέλω να βιάσω τον εαυτό μου στο έπακρον, να δω μέχρι πού φτάνουν τα όριά μου, οι αντοχές μου. Φαίνεται ότι «ευδοκιμώ» στον πόνο. Μπορείς να με πεις μαζοχίστρια. Έχω επιβιώσει μέσα από εμπειρίες που κάποιοι δεν θα άντεχαν, αλλά ξέρω ότι είμαι σε θέση να προχωρήσω ακόμα περισσότερο. Θέλω να δω μέχρι πού μπορώ να φτάσω».
Η Τζουλιάνα αναφέρεται στην προσπάθειά της να γίνει η πρώτη γυναίκα που θα κάνει μόνη της το γύρο του κόσμου με ποδήλατο, με αφετηρία και τέρμα τη Νάπολη της Ιταλίας σε λιγότερο από 140 μέρες. «Οι αντιξοότητες ενισχύουν την αποφασιστικότητα μου», λέει.
Γιατί να το κάνει αυτό; «Γιατί όχι;» απαντά. Αλλά, η απάντηση βρίσκεται βαθύτερα, στη μέχρι σήμερα ζωή της: Ο πατέρας της Τζουλιάνα ήταν γιος αξιωματικού του Βρετανικού στρατού. Εγκατέλειψε τη σχολή θεάτρου και εντάχθηκε στην οργάνωση «Παιδιά του Θεού» στο Λονδίνο, την οποία γνώρισε μέσω της φιλενάδας του. Η σέκτα του έδωσε μέσο έκφρασης ως ταλαντούχος ηθοποιός και διακρίθηκε σ’ αυτή. «Λάτρευε τον αρχηγό της DavidBerg», λέει η Τζουλιάνα.
Ο πατέρας της νυμφεύτηκε το 1974 μιαν Αγγλίδα, μέλος της σέκτας και απέκτησαν τρία παιδιά, αλλά τότε διατάχθηκαν από τον αρχηγό να χωρίσουν, επειδή, όπως λέει η Τζουλιάνα, ο αρχηγός ήθελε να μονοπωλεί τη φιλία του πατέρα της. Οι αρχηγοί της οργάνωσης «Παιδιά του Θεού» ήσαν Αμερικανοί, (αυτό εξηγεί την παράξενη προφορά της Τζουλιάνα), αλλά τα μέλη προέρχονταν από όλα τα μέρη του κόσμου. Στη συνέχεια ο πατέρας της νυμφεύτηκε μια Γερμανίδα και απέκτησαν τέσσερα παιδιά, συμπεριλαμβανομένης της Τζουλιάνα που γεννήθηκε το 1981 σ’ ένα κοινόβιο της οργάνωσης «Παιδιά του Θεού», στην Ελλάδα. Αλλά, γι’ ακόμα μια φορά, είπαν στον πατέρα της ότι έπρεπε να εγκαταλείψει τη σύζυγό του.
«Το δόγμα της οργάνωσης ονομαζόταν ‘Μία σύζυγος’. ΄Ελεγε ότι όλοι ήσαν παντρεμένοι μεταξύ τους εν Χριστώ, σαν μια μεγάλη οικογένεια» υποστηρίζει η Τζουλιάνα, η οποία στη συνέχεια χωρίστηκε από τη μητέρα της σε ηλικία τριών χρόνων. «Θυμάμαι πολύ ζωντανά εκείνη τη μέρα. Άκουσα το αυτοκίνητο να ξεκινά και κατέβηκα τρέχοντας τις σκάλες. Το είδα να φεύγει και μέσα βρισκόταν η μητέρα, ο αδελφός και η αδελφή μου.  Νόμισα ότι με ξέχασαν και φώναζα, «περιμένετε! έρχομαι». Η μητέρα μου έκλαιγε. Με χαιρέτησε κουνώντας το χέρι της και μου έστειλε ένα φιλί στα δάκτυλα της. Η ετεροθαλής αδελφή μου Celeste, που ήταν μαζί μου, με τράβηξε πίσω και είπε, «όχι, πρέπει να πάνε κάπου για λίγο». Ποτέ δεν μου είπαν ότι με εγκατέλειπαν. Απλώς δεν επέστρεψαν ποτέ».
Ο DavidBerg πίστευε ότι τα παιδιά των οπαδών του θ’ αποτελούσαν μια «καθαρή», «αγνή» γενιά. «Μας μετέφεραν με πλοία σε καταυλισμούς που έμοιαζαν με στρατόπεδα εκπαίδευσης, για να τσακίσουν το ηθικό μας. Για παράδειγμα, μας έβαζαν κολλητική ταινία στο στόμα για ένα μήνα, ή μας είχαν στην απομόνωση και μας έδιναν μόνο σούπα.  Μας έβαζαν να σκάβουμε χαντάκια και πάλι να τα γεμίζουμε. Και φυσικά πολύ ξύλο». Η φυσική κακοποίηση ήταν αμείλικτη για όσους επαναστατούσαν. Κάποιοι κατέρρευσαν.  Αυτή όμως όχι. «Όλα αυτά γίνονταν για να μάθουν τα παιδιά να έχουν ατσαλένια θέληση.  Αν δεχόσουν όσα σου έκαναν, δεν μπορούσαν να σε τσακίσουν».
Η οργάνωση «Παιδιά του Θεού» (ChildrenofGod) έγινε διαβόητη τη δεκαετία του 70’, λόγω των ανάρμοστων πρακτικών προσηλυτισμού που ακολουθούσε (πορνεία). Ο «Νόμος της Αγάπης» διακήρυττε ότι, ό,τι κάνεις από αγάπη, είναι εντάξει στα μάτια του Θεού.  Αυτό συμπεριλάμβανε τη μοιχεία, αιμομιξία και παιδοφιλία.
Ενώ έμπαινε στην εφηβεία, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ακολούθησαν μια σειρά από επιδρομές- αιφνιδιαστικούς ελέγχους στους καταυλισμούς της Οικογένειας (Family) σε διάφορες χώρες. «Τότε οι αρχηγοί μας είπαν ότι θα έπρεπε να διακόψουμε τις σχέσεις παιδιών με ενηλίκους, όχι επειδή τις θεωρούμε λανθασμένες, αλλά επειδή οι «Συστημίτες» (Systemites), η κυβέρνηση, θα πάρει τα παιδιά αν δεν το κάνουμε».
«Οι περισσότεροι έφηβοι δεν πιστεύαμε ούτε μια λέξη από το δόγμα της οργάνωσης μέχρι τότε, αλλά όταν είσαι νεαρός, ο φόβος του αγνώστου σε κρατά μέσα. Πώς να φύγεις χωρίς χρήματα, χωρίς μόρφωση, χωρίς επιδεξιότητες, χωρίς τίποτε».
Άλλαζαν τα ονόματα των παιδιών ή δεν τα καταχωρούσαν καθόλου και μερικές φορές μετακινούσαν μυστικά τα παιδιά για ν’ αποφύγουν τις αρχές ή συγγενείς που τους έψαχναν. Μάθαιναν να εξαρτώνται από τον αρχηγό της ομάδας. «Μετά τις επιδρομές, ένα μεγάλο μέρος της σωματικής κακοποίησης σταμάτησε. Ωστόσο, η ψυχολογική κακοποίηση ήταν πολύ έντονη.  Ό,τι κακό γινόταν, έφταιγες εσύ. Το καλό ήταν από την ομάδα ή τον Θεό. Μέχρι να φτάσω στην εφηβεία, ήμουν πολύ θυμωμένη, γεμάτη μίσος για τον εαυτό μου και πεπεισμένη ότι για όλα έπρεπε να φταίω εγώ.
Η Τζουλιάνα παρέμεινε στην οργάνωση μέχρι που έγινε 23 χρόνων. Μέχρι τότε, ζούσε στην Ουγκάντα και μεγάλωνε τα μικρότερα παιδιά του πατέρα της. (Είχε 15 παιδιά από επτά γυναίκες). «Έμεινα τόσο πολύ, γιατί δεν ήθελα ν’ αφήσω τους μικρούς αδελφούς και αδελφές μου». Στη συνέχεια ήλθε ένα σκάνδαλο που συγκλόνισε την «Οικογένεια». Ο Νταβιντίτο, ο υιοθετημένος γιος του ιδρυτή της οργάνωσης, πυροβόλησε και σκότωσε τη νταντά του και στη συνέχεια αυτοκτόνησε.  Άφησε ένα βίντεο στο οποίο εξηγούσε ότι αυτή ήταν η εκδίκηση του για την κακοποίηση που είχε υποστεί και ότι το έκανε για λογαριασμό όλων εκείνων που είχαν υποφέρει τα ίδια.
«Η μητέρα του είπε ότι είχε δαιμονιστεί και καλύτερα που πέθανε. Θύμωσα τόσο πολύ. Είπα στους αρχηγούς μας, «γιατί προσπαθείτε να προσποιείστε ότι τίποτε από όλα αυτά δεν έχει συμβεί; συνέβηκε σε μένα, συνέβηκε σε όλους μας». Δεν άντεχα πλέον, ούτε στιγμή εκείνους τους άθλιους. Έτσι μάζεψα τα πράγματά μου και έφυγα». Αυτό σήμαινε ότι άφηνε τα αδέλφια της πίσω της. «Θυμούμαι που έκλαιγα όλη νύχτα, νοιώθοντας ότι τους είχα εγκαταλείψει. Αλλά ήξερα ότι θα μπορούσα να τους βοηθήσω περισσότερο, από έξω». Πρώτα, έπρεπε να μάθει να ζει ανεξάρτητη. «Όταν φεύγεις για πρώτη φορά, βιώνεις μια ευφορία, όπως να ελευθερώνεσαι από τη φυλακή. Μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι έχεις εξαπατηθεί...».
Η Τζουλιάνα πήγε στην Αγγλία για να συναντήσει τις δύο ετεροθαλείς αδελφές της, τη Κριστίνα και τη Σελέστε που ήδη είχαν αρχίσει νέα ζωή, μορφώθηκαν και εργάζονται. Μαζί, ξεκίνησαν να γράφουν ένα βιβλίο. «Στην αρχή ήταν ένα είδος θεραπείας. Χρειαζόμουν να βρω τον εαυτό μου και ν’ αντιληφθώ τί μου είχε συμβεί. Στην αρχή, υπήρχε οργή.  Αντιλαμβάνεσαι ότι οι γονείς σου σε εξαπατούσαν για πολύ καιρό, στη συνέχεια αντιλαμβάνεσαι ότι και εκείνοι εξαπατήθηκαν από τους αρχηγούς της ομάδας. Την πραγματική ευθύνη τη φέρει η ηγεσία».
Στις 21 Δεκεμβρίου 2012, η JulianaBuhring έγινε η πρώτη γυναίκα που έκανε το γύρο του κόσμου ποδηλατώντας και τερμάτισε στη Νάπολη της Ιταλίας ύστερα από 152 μέρες μοναχικό ταξίδι.
juliana2
Η Juliana Buhring φθάνει στη Νάπολη στο τέλος του ταξιδιού της
Μια από τις καλύτερες στιγμές του ταξιδιού, συνέβη σε μεγάλο υψόμετρο. «Θυμάμαι, είχα ανέβει στην κορυφή ενός πολύ ψηλού βουνού στην Ελλάδα, ύστερα από μια πραγματικά σκληρή προσπάθεια και βρέθηκα πάνω από τα σύννεφα. Κατέβηκα το βουνό ποδηλατώντας.  Σχεδόν πετούσα, με το ηλιοβασίλεμα στα μάτια μου και μουσική στα αυτιά μου. Ήταν το ωραιότερο συναίσθημα στον κόσμο. Ποτέ δεν έχω αισθανθεί πιο ζωντανή», ανέφερε η Τζουλιάνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου