24 Ιουν 2013

«Τά τῆς Χάριτος ρεῖθρα»



Καθ᾽ ὅλη τὴν χαρμόσυνη περίοδο τῶν πενήντα ἡμερῶν τοῦ «Τριωδίου τῶν ἀνθέων» (Πεντηκοσταρίου), τὴν ἀναστάσιμη υμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας διατρέχει τὸ ὑγρὸ στοιχεῖο.
Σύμπτωση ἢ ἐπιδίωξη; Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἐποχὴ τὰ χιόνια στὰ βουνὰ λιώνουν καὶ οἱ πηγὲς ἀναβλύζουν ἄφθονα νερά. Ἡ κτίση ὅλη ἀρδεύεται πλουσιοπάροχα καὶ σφύζει ἀπὸ θαλερότητα καὶ ζωή. Χλοερὸς τάπητας καλύπτει τὴν γῆ, ἀνθῶνες ἀνατέλλουν καὶ δένδρα εὐσκιόφυλλα χαρίζουν ἄνεση, ἀνακούφιση, ἀναψυχή. Ποτάμια καὶ χείμαρροι ποτίζουν τὸ πρόσωπο τῆς γῆς, τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ Ἐκκλησία μᾶς προτρέπει νὰ ὑμνολογήσσυμε τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο ὡς τὴν Ζωοδόχο Πηγὴ (Παρασκευὴ τῆς Διακαινησίμου), καὶ στὶς μετέπειτα Κυριακὲς νὰ ἐνθυμηθοῦμε τὴν κολυμβήθρα στὴν Προβατικὴ πύλη τῶν  Ἱεροσολύμων (Παραλύτου), τὸ φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ καὶ τὸ «ὕδωρ τὸ ἀλλόμενον εἰς ζωὴν αἰώνιον» (Σαμαρείτιδος, Ἰω. δ´ 14), τὴν πηγὴ τοῦ Σιλωὰμ (Τυφλοῦ). 

Ἐπίσης τὴν Τετάρτη τῆς Μεσοπεντηκοστῆς στὸ ἀπολυτίκιο ψάλλουμε «διψῶσάν μου τὴν ψυχὴν εὐσεβείας πότισον νάματα», ἐνῶ τὴν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς ἀκοῦμε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου «ἐάν τις διψᾶ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσoυσιν ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. ζ´ 37-38).
«Ποταμοὶ …. ὕδατος ζῶντος», ἐνῶ ἡ κτίση ἔχει μεθύσει ὅλη ἀπὸ τὴν ποτιστικὴ καὶ ἀναζωογονητικὴ ἐνέργεια τῶν ποταμίων ὑδάτων.
Ἆραγε σύμπτωση;
«Οἱ τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενoι» ἅγιοι Πατέρες ἔτσι τὸ ὅρισαν. Ὥστεἀπὸ τὶς προσλαμβάνουσες παραστάσεις διὰ τῶν σωματικῶν αἰσθητηρίων νὰ μποροῦμε νὰ ἀναγόμαστε στὰ πνευματικὰ σημαινόμενα τῶν ἡμερῶν τῆς περιόδου αὐτῆς.
Ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς ποὺ ἐκθέτει τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου περὶ ποταμίων ὑδάτων, ἀμέσως προσθέτει ὡς ἐπεξήγηση τὰ ἑξῆς: «τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος οὗ ἔμελλoν λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη» (στίχ. 39). Ἡ δαψιλὴς ἔκχυσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν κόσμο πραγματοποιήθηκε ἔπειτα ἀπὸ τὸ σταυρικὸ πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση καὶ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ δυνάμει αὐτῶν. Ἂν δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν σταυρωνόταν, ἂν ἡ ἀπολυτρωτικὴ θυσία του δὲν ὁλοκληρωνόταν, τότε δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ρεύσει ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν κόσμο. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Κύριος προσέφερε ἐπὶ σταυροῦ τὴν ἀπολυτρωτικὴ θυσία Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, γι᾽ αὐτὸ τώρα ἐμεῖς μποροῦμε νὰ μετέχουμε τῶν ἀπείρων δωρεῶν καὶ χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰ ὁποῖα προχέονται σὲ ὅλο τὸν κόσμο, στὴν λoγικὴ καὶ ἄλογη κτίση, δίκην ποταμίων ρευμάτων.
«Ἁγίῳ Πνεύματι ἀναβλύζει τὰ τῆς χάριτος ρεῖθρα, ἀρδεύοντα ἅπασαν τὴν κτίσιν πρὸς ζωογονίαν»1.
Ἀναβλύζουν τὰ διαυγῆ ρεῖθρα τῆς χάριτος τοῦ Πνεύματος σὰν ἀπὸ ἀείροη πηγὴ καὶ κατακλύζουν, πλημμυρίζουν τὸν κόσμο ὅλο. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν ρημάτων «ἀναβλύζει» (ὑμνολογία) καὶ «ρεύσουσιν» (Ἁγία Γραφὴ) δὲν εἶναι τυχαία: Ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν ὑποδηλώνει τὴν δαψίλεια, τὸ πλουσιοπάροχο τῶν χαρίτων, δωρεῶν καὶ ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου τὴν ζωηρὴ καὶ δραστική τους ἐπενέργεια, ὥστε ὄχι μόνο νὰ περιέχουν ἐντός τους τὴν ζωή, ἀλλὰ καὶ νὰ τὴν παρέχoυν παντοῦ ὅπου ὑπερεκχύνονται. «Ἡ γὰρ τοῦ Πνεύματος χάρις, ἐπειδὰν εἰς διάνοιαν εἰσέλθῃ καὶ ἱδρυνθῇ, πάσης πηγῆς μᾶλλον ἀναβλύζει καὶ οὐ διαλιμπάνει, οὐδὲ κενοῦται, οὐδ᾽ ἵσταται»2.
Εἶναι αὐτὸ ἰδιαίτερο χαρακτηριστικὸ τῆς θείας Χάριτος, παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: Ὅταν ἐγκατασταθεῖ στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου, νὰ μὴ στέκεται ἐκεῖ, ἀλλὰ νὰ φεύγει, νὰ ρέει συνεχῶς, νὰ ἐκχέεται καὶ διαχέεται πρὸς τὰ ἔξω, ὥστε νὰ πλημμυρίζει ὅλο τὸν περιβάλλοντα χῶρο. Καὶ ὅπως τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ, ἔτσι παντοῦ γύρω νὰ σκορπᾶ δροσιά, ἀναψυχή, ἀνακούφιση, ὑγεία, ζωὴ θαλερότητα, ὀμορφιά.
Ἐπιπλέον, ἡ παρομοίωση τῆς χάριτος τοῦ Πνεύματος μὲ ποτάμια ὕδατα ἐμπεριέχει καὶ μία ἄλλη θεολογικὴ ἀλήθεια. Τὴν ἀναλύει μὲ ἐνάργεια ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων σὲ Κατήχησή του. Σύμφωνα μὲ τὸν ἱερὸ Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας, «εἷς καὶ ὁ αὐτὸς ὑετὸς (=βροχὴ) κατέρχεται ἐν παντὶ τῷ κόσμῳ, καὶ γίνεται λευκὸς μὲν ἐν κρίνῳ, ἐρυθρὸς δὲ ἐν ρόδῳ, πορφυροῦς δὲ ἐν ἴοις (=στοὺς μενεξέδες) καὶ ὑακίνθοις, καὶ διάφορος καὶ ποικίλος ἐν παντοίοις εἴδεσι· καὶ ἐν φοίνικι μὲν ἄλλος, ἐν ἀμπέλῳ δὲ ἄλλος, καὶ ἐν πᾶσι τὰ πάντα, μονοειδὴς ὤν, καὶ οὐκ ὤν ἄλλος αὐτὸς ἑαυτοῦ». Ἡ βροχὴ εἶναι παντοῦ καὶ πάντοτε ἡ ἴδια, ἀλλὰ ἀναλόγως μὲ τὸ ποῦ πηγαίνει, γίνεται διαφορετικὴ στὸ κάθε εἶδος φυτοῦ ἢ δένδρου ποὺ θὰ τὴν δεχθεῖ. «Οὕτω καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, ἓν ὂν καὶ μονοειδὲς καὶ ἀδιαίρετον, ἑκάστῳ διαιρεῖ τὴν χάριν καθὼς βούλεται», σύμφωνα μὲ τὴν ἰδιοσυγκρασία αὐτοῦ ποὺ τὴν δέχεται καὶ τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχει3.
  «Λοιπόν», καταλήγει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «καὶ σύ, ἀγαπητέ. .. ἐκ τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος ἔχεις νὰ ἀποβάλῃς μὲν τὴν ξηρότητα καὶ μαρασμὸν τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας, νὰ χλοηφορήσῃς δὲ καὶ νὰ ἀνθήσῃς τὴν χλόην καὶ τὰ ἄνθη τῶν ἀρετῶν καὶ νὰ καρποφορήσῃς σωτηρίαν καὶ ζωὴν αἰώνιον. Ὅθεν θέλεις ὁμοιάσεις καὶ σὺ μὲ τὸ ξύλον ἐκεῖνο “τὸ πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων ὃ τὸν καρπὸν αὐτοῦ δώσει ἐν καιρῷ αὐτoῦ, καὶ τὸ φύλλον αὐτοῦ οὐκ ἀπορρυήσεται, καὶ πάντα ὅσα ἂν ποιῇ κατευοδωθήσεται” (Ψαλμ. α´ 3), Μᾶλλον δὲ θέλεις ὁμοιάσεις καὶ σὺ μὲ περιβόλι πεφυτευμενον ἀπὸ διάφορα δένδρα καρποφόρα καὶ ἀειθαλῆ· τοιαύτην γὰρ κατασκευάζει τὴν ψυχὴν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, πρόθυμον, χαροποιόν, χωρὶς λύπην, χωρὶς σατανικὴν ἐπιβουλήν»4.
 Ἐπὶ πενήντα μέρες, κατὰ τὴν περίοδο τοῦ «Τριωδίου τῶν ἀνθέων», αὐτὸ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία συνεχῶς μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι τὰ ρεῖθρα τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀναβλύζουν διαρκῶς, γιὰ νὰ ἀρδεύουν κάθε ψυχὴ πρὸς καρποφορίαν τῶν ἁγίων ἀρετῶν καὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς. Καὶ τὴν ἴδια ὥρα τὰ ποτάμια ρεύματα δὲν λένε νὰ παύσουν νὰ ζωογονοῦν τὸ πρόσωπο τῆς γῆς, ἀπ᾽ ὅπου κι ἂν περνοῦν!…
1. Παρακλητική, Ἦχος δ´, Τῇ Κυριακῇ εἰς τὸν Ὄρθρον, Ἀναβαθμοί.
2. Ἰω. Χρυσooτόμoυ, Ὁμιλ. ΝΑ´ εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιov, 1, ΕΠΕ 13Α, 430.
3. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις Φωτιζoμένων ιϛ´ , 12, ΕΠΕ 2, 184-186.
4. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Νέα Κλῖμαξ, ἐν Κων/πόλει 1844, σελ. 144-145.

 «Η ΔΡΑΣΗ ΜΑΣ»,Ἰούνιος.-Ἰούλιος. 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου