4 Ιαν 2013

Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος, «Πώς φωτίσει ο λύχνος το φώς; Πώς χειροθετήσει ο δούλος τον δεσπότην;»



«Πώς φωτίσει ο λύχνος το φώς; Πώς χειροθετήσει ο δούλος τον δεσπότην;»
Ένα από τα κατ’ εξοχήν εμπνευσμένα τροπάρια της εορτής των Θεοφανείων είναι το ιδιόμελο δοξαστικό της πρώτης Ώρας της ακολουθίας των Μεγάλων Ωρών, που ψάλλονται την παραμονή της εορτής. Στο τροπάριο αυτό ο θεοφώτιστος υμνο-γράφος (ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Σωφρόνιος) παρουσιάζει τον Κύριον να έρχεται στην έρημο του Ιορδάνου, εκεί όπου ο Πρόδρομος εβάπτιζε τον λαόν βάπτισμα μετανοίας. Έρχεται προς αυτόν και ζητά να τον βαπτίσει, Εκείνος που δεν εγνώρισε ποτέ αμαρτία. Τα νερά του Ιορδάνου ανεγνώρισαν τον δημιουργό τους και εφοβήθησαν, ο δε Πρόδρομος ίσταται «σύντρομος», γεμάτος φόβο και τρόμο ενώπιον του Κυρίου, καθώς συνηδειτοποιεί με άνωθεν πληροφορία υπό του αγίου Πνεύματος, ότι ο Ιησούς δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος, ένας από τους πολλούς, που μέχρι τότε είχαν έρθει, προκειμένου να βαπτιστούν, αλλά ο υιός του Θεού ο αναμενόμενος Μεσσίας, τον οποίον προανήγγειλαν οι προφήτες. Κατανοεί την χαώδη απόσταση, που τον χωρίζει από Αυτόν και δεν τολμά να υπακούσει στην εντολή Του. Βλέπει την μηδαμηνότητα και ελαχιστότητά του απέναντι στο μεγαλείο της θεανδρικής προσωπικότητος Εκείνου και παραιτείται του εγχειρήματος. 

Εκφράζει αντιρρήσεις: «Πώς φωτίσει ο λύχνος το Φώς;». Πώς είναι δυνατόν το φτωχό και αδύνατο φως του λυχναριού, να φωτίσει το φώς του ήλιου; Εγώ είμαι ένα απλό λυχνάρι, εσύ είσαι το Φώς του κόσμου, ο ήλιος της Δικαιοσύνης. «Πώς χειροθετήσει ο δούλος τον Δεσπότην;». Πώς είναι δυνατόν ο δούλος να χειροθε-τήσει τον Δεσπότην; Εγώ είμαι δούλος σου, διότι είμαι δημιούργημά σου. Εσύ είσαι ο Δεσπότης μου, διότι είσαι ο δημιουργός μου και δημιουργός των πάντων. Εσύ είσαι ο Λόγος, εγώ η φωνή, εσύ ο Νυμφίος, εγώ ο νυμφαγωγός. Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ και να αγιασθώ από σένα και όχι εσύ από μένα.
Με την παρά πάνω φράση ο υμνογράφος αποκαλύπτει όλο το βάθος της ταπεινώσεως του Προδρόμου, που τον αναδεικνύει αντάξιο μιμητή της ταπεινώσεως του Χριστού. Ο Πρόδρομος υπήρξε, μπορούμε να πούμε, μετά την Θεοτόκο το κατ’ εξοχήν σκεύος της εκλογής του Θεού, αφωρισμένος εκ κοιλίας μητρός, για να διακονήσει στο σχέδιο της ενσάρκου Θείας Οικονομίας. Υπήρξε ο μοναδικός προφήτης, για το έργο του οποίου ομίλησαν πολλούς αιώνες πιό πριν άλλοι προφήτες, όπως ο προφήτης Ησαΐας και ο προφήτης Μαλαχίας. Κατ’ εντολήν του Θεού έρχεται στην έρημο του Ιορδάνου και ως όργανο του Θεού κηρύττει μετάνοια και βαπτίζει βάπτισμα μετανοίας, γι’ αυτό και το έργο του έχει μεγάλη καρποφορία. Κατά χιλιάδες έσπευδε ο λαός προς αυτόν, για να τον ακούση και να βαπτιστή. Είχε αποκτήσει φήμη μεγάλου προφήτου και απολάμβανε μεγάλης τιμής και σεβασμού από τον λαό. Πολλοί υποψιάζονταν, ότι αυτός είναι ο Μεσσίας –Χριστός. Αυτό φαίνεται από όσα διηγούνται οι ευαγγελιστές και μάλιστα από κάποιο διάλογο, τον οποίο διασώζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης (1,19-27), που είχε ο Πρόδρομος με κάποιους ιερείς και λευΐτες από τα Ιεροσόλυμα, που είχαν έρθει ως απεσταλμένοι των αρχιερέων, προκειμένου να τον ανακρίνουν. Αυτοί λοιπόν του έθεσαν ξεκάθαρα το ερώτημα: Εσύ ποιός είσαι; Είσαι ο Μεσσίας, που περιμένουμε, ή κάποιος άλλος; Τι γνώμη έχεις για τον εαυτό σου και το έργο σου; Και αυτός ομολόγησε ενώπιον πάντων, ότι δεν είναι ο Χριστός. Τους διέλυσε μια τέτοια υποψία. Δηλαδή όχι μόνον δεν σπεύδει, να σφετεριστεί το μεσσιανικό αξίωμα, που ανήκει στο Δεσπότη του Χριστό, αλλά με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο απορρίπτει την τιμή, που του προσφέρουν. Δεν παρασσύρεται από το πάθος της κενοδοξίας και από  την πρόσκαιρη δόξα του κόσμου. Και δεν αρκείται μόνον μέχρις εδώ. Ούτε κάν τολμά να συγκρίνει τον εαυτό του με τον Χριστό. Αισθάνεται την άπειρη απόσταση, που τον χωρίζει από αυτόν και δεν θεωρεί τον εαυτό του άξιο να λύσει τον ιμάντα των υποδημάτων του. Να θεωρηθή δηλαδή ως ο τελευταίος δούλος του. Ούτε πάλιν τολμά να συγκρίνει το έργο του με το έργο του Χριστού. Διότι αυτός μεν βαπτίζει με νερό, ενώ Εκείνος θα βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο.
Όταν αργότερα ο Χριστός, άρχισε πλέον το δημόσιο έργο του, για ένα διάστημα εβάπτιζε και Αυτός  μέσω των μαθητών του τους προσερχομένους προς Αυτόν στα νερά του Ιορδάνου. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τον φθόνο των μαθητών του Προδρόμου, οι οποίοι με πολλή θλίψη κάποια μέρα του ανήγγειλαν, ότι ο λαός πλέ-ον τον εγκατέλειψε και όλοι πηγαίνουν προς τον Χριστόν. Τότε ο Πρόδρομος, ως αληθινός ποιμένας και διδάσκαλος και ως ταπεινός δούλος του Δεσπότου Χριστού, προσπαθεί με πολλή επιδεξιότητα και σοφία, να τους θεραπεύσει από το πάθος: «Ο έχων την νύμφην νυμφίος εστί. Ο δε φίλος του νυμφίου ο εστηκώς και ακούων αυτού, χαρά χαίρει διά την φωνήν του νυμφίου. Εκείνον δει αυξάνειν εμέ δε ελαττούσθαι.» (Ιω.3,29-30). Χρησιμοποιεί τον δεσμό του γαμβρού και της νύμφης για να παραστήσει τον δεσμό του Χριστού με τους πιστούς, τα μέλη της Εκκλησίας. Ο φίλος του νυμφίου είναι ο νυμφαγωγός, ο κουμπάρος, αυτός που παίρνει την νύμφη από το χέρι και την φέρνει στο γαμβρό. Με την φράση αυτή ο Πρόδρομος υπονοεί τον εαυτό του, διότι το έργο που του ανέθεσε ο Θεός ήταν έργο μεσίτου και νυμφαγωγού. Να οδηγήσει δηλαδή τον λαό, που αποτελεί την πνευματική νύμφη προς τον πνευματικό νυμφίο, τον Χριστό και να γίνει έτσι πρόξενος και διάκονος του πνευματικού γάμου του Χριστού με τις ψυχές των ανθρώπων. Ο Πρόδρομος όχι μόνον δεν ελυπήθη, αλλά απεναντίας χάρηκε με υπερβολική χαρά, όταν είδε τον λαό να τρέχη προς τον Χριστόν. Χάρηκε, διότι το έργο και η αποστολή, που του ανέθεσε ο Χριστός ήρθαν εις αίσιον πέρας και έφεραν το ποθούμενο αποτέλεσμα. Εκείνος πρέπει τώρα προοδευτικά όλο και περισσότερο να αποκτά με την όλη του αγία και αναμάρτητη ζωή, με τα θαύματα και την διδασκαλία του, φήμη και λαμ-πρότητα και δόξα, ενώ αυτός αντιθέτως θα πρέπει προοδευτικά να παραμεριστεί και εκμηδενιστεί, ώστε όλοι πλέον να πλησιάσουν και προσκολληθούν στον Χριστό. Το δικό του έργο, η δική του αποστολή, έχει τώρα πιά φθάσει στο τέρμα της. Από δω και μπρός αρχίζει πλέον το έργο του Χριστού, που είναι ασυγκρίτως ανώτερο από το δικό του.
Το συμπέρασμα όσων παρά πάνω αναφέραμε, αγαπητέ φίλε αναγνώστα, είναι ότι εκείνο, που προ πάντων εχαρακτήριζε την ζωή του Προδρόμου ήταν η βαθειά ταπείνωση. Η ταπείνωση είναι η βάση και το θεμέλιο όλων των αρετών, η προϋπόθεση κάθε πνευματικής προκοπής και αναβάσεως. Όχι μόνον ο Πρόδρομος άλλα όλοι οι άγιοι έφθασαν στην  αγιότητα, επειδή απέκτησαν ταπείνωση. Δεν υπάρχει ούτε ένας άγιος χωρίς πραγματική ταπείνωση, διότι το Πνεύμα το Άγιο είναι αυτό, που διδάσκει την ταπείνωση σ’ όλους τους αγίους. Όταν ο Θεός αρχίζει να συνεργάζεται με μιά ψυχή και να κατεργάζεται τον αγιασμό της, τότε το πρώτο μάθημα που την διδάσκει είναι η ταπείνωση. Φωτίζει δηλαδή την ψυχή κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να έλθη σε επίγνωση του εαυτού της, να αποκτήσει αυτογνωσία. Την βοηθά να συναισθανθή την αμαρτωλότητά της, την αδυναμία της, τα δεσμά των παθών, στα οποία είναι δεμένη. Και όταν αργότερα, με πολλούς αγώνες, φθάσει σε μέτρα αρετής και άλλα πνευματικά κατορθώματα, την συγκρατεί από τον κίνδυνο της υπερηφανείας, ώστε να μην εκπέσει του αγιασμού. Από αυτήν λοιπόν την ταπείνωση έχουμε ανάγκη, πρωτίστως και κυρίως όλοι μας και αυτήν ας ευχηθούμε να μας δώσει ο Κύριος. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου