30 Απρ 2012

Απόστολος Β. Νικολαΐδης, Θεολογικά και ηθικά ζητήματα ως προς την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και τις Μεταμοσχεύσεις


ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΗΘΟΥΜΕΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ
Ἀποστόλου Β. Νικολαΐδη
Καθηγητῆ τῆς Κοινωνιολογίας τῆς Θρησκείας καί τῆς Κοινωνικῆς Ἠθικῆς στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν
Θέλω καταρχήν νά σᾶς ευχαριστήσω γιά τήν πρόσκληση νά μετάσχω ὡς εἰσηγητής  σ’ αὐτή τήν πολύ ένδιαφέρουσα Ἡμερίδα ἐκπροσωπώντας τήν Ἐπιτροπή Βιοηθικῆς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἄκουσα μέ προσοχή τούς προλαλήσαντες καί θά ἔχω τήν εὐκαιρία νά τοποθετηθῶ ἀπό πλευρᾶς Χριστιανικῆς Ἠθικῆς σέ δύο Κεφάλαια τῆς Βιοηθικῆς, αὐτό τῆς Ὑποβοηθούμενης Ἀναπαραγωγῆς καί τό ἄλλο τῶν Μεταμοσχεύσεων. Θέλω νά σημειώσω για λόγους δεοντολογίας, ὅτι ὅσα θά ἀκολουθήσουν εἶναι εἰλημμένα ἀπό τό Βιβλίο μου ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΕΣΗ ΣΤΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗ, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2006, σ. 155 ἑξ. καί 200 ἑξ.   

1. ΥΠΟΒΟΗΘΟΥΜΕΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ
α) Θεολογικά ζητήματα
            1. Ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖ ὅτι ἡ ζωή εἶναι δωρεά τοῦ Θεοῦ. Σέ ἄλλους προσφέρεται καί σέ ἄλλους ὄχι. Ὅποιος πιστεύει κάτι τέτοιο, αὐτός χρησιμοποιεῖ ὄχι μόνο τήν παιδοποιΐα, ἀλλά καί τήν ἀτεκνία ὡς χάρισμα καί ὡς πεδίο ἄσκησης καί σωτηρίας. Ὅποιος ὅμως δέν συμβιβάζεται μέ μιά τέτοια ἀντίληψη, ἔχει τή δυνατότητα νά προσπαθήσει γιά μιά ὑπέρβαση τῶν φυσικῶν δυσκολιῶν εἴτε μέ τήν προσευχή, μιά πρακτική συνήθη ὄχι μόνο στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά καί στήν Καινή, εἴτε μέ τήν καταφυγή στήν ἐπιστήμη.    
            2. Ἡ τεχνητή γονιμοποίηση εἶναι συνήθως μιά προσπάθεια τῆς ἐπιστήμης νά ἀποκαταστήσει τήν στερημένη δυνατότητα τῶν ἀνθρώπων γιά τήν ἀναπαραγωγή τῆς ζωῆς. Ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει λόγους νά παρεμποδίζει μιά τέτοια προσπάθεια πού εἶναι καλή καί χρήσιμη καί γιά τή ζωή καί γιά τούς ἀνθρώπους, ἀρκεῖ αὐτή ἡ προσπάθεια νά μή στρέφεται ἐναντίον τῆς ζωῆς καί νά μή δημιουργεῖ περισσότερα καί δυσεπίλυτα προβλήματα ἀπό ὅσα λύνει. 
            3. Ἡ Ἐκκλησία στέκεται ἐπιφυλακτική κάθε φορά πού γίνεται προσπάθεια μετάβασης ἀπό τό φυσικό στό τεχνητό, ὄχι γιά λόγους δογματικῆς ἀποστροφῆς, ἀλλά γιά τίς παρενέργειες αὐτῆς τῆς ὑποκατάστασης. Ἄν τό ζητούμενο σέ μιά συζυγική ἐρωτική σχέση εἶναι ἡ ἄρρηκτη ἑνότητα καί τελείωση τῶν συζύγων, αὐτό ἡ τεχνητή γονιμοποίηση ἀδυνατεῖ νά τό διασφαλίσει. Ἡ τεχνητή λήψη σπέρματος καί ὠαρίου, ἡ τεχνητή γονιμοποίηση, ἡ ἐμφύτευση, ἡ δανεική μήτρα δείχνουν τό μέγεθος τῆς φυσικῆς καί ἀκολούθως τῆς συζυγικῆς ἀλλοτρίωσης.
            4. Ἡ δυνατότητα ἀλλοτρίωσης καί διάσπασης τῆς συζυγικῆς ἑνότητας εἶναι πολύ πιθανή στήν περίπτωση τῆς ἑτερόλογης γονιμοποίησης. Ὅταν δηλαδή σπέρμα ἤ ὠάριο εἶναι κάποιου ἄλλου γνωστοῦ ἤ ξένου στούς δύο ἤ στόν ἕνα ἀπό τούς δύο. Γι' αὐτό καί δέν διστάζει ἡ Ἐκκλησία νά κάνει λόγο γιά μοιχεία καί νά προειδοποιήσει γιά πιθανές αἱμομιξίες.  Καί ἄν δέν διασπᾶται ἡ σχέση τῶν συζύγων, εἶναι ὁρατός ὁ κίνδυνος ψυχολογικῶν τραυμάτων ἄλλοτε σέ βάρος τῆς πατρότητας καί ἄλλοτε σέ βάρος τῆς μητρότητας. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού ἡ Ἐκκλησία ἀδυνατεῖ νά ἀποδεχθεῖ τήν ἑτερόλογη γονιμοποίηση, ἐνῶ θά στεκόταν μέ κατανόηση ἀπέναντι στήν ὁμόλογη. Ὅσοι βέβαια ἀσκοῦν κριτική σέ μιά τέτοια μεροληπτική στάση ὑπογραμμίζουν ὅτι, ἄν δεχθοῦμε αὐτό πού λέγει ἡ Ἐκκλησία, ὅτι δηλαδή θά προχωροῦμε μόνο σέ ὁμόλογη καί θά ἀπορρίπτουμε τήν ἑτερόλογη, τότε δέν λύνουμε τό πρόβλημα, ἀφοῦ οἱ περισσότερες περιπτώσεις ἀδυναμίας τῆς φυσιολογικῆς γονιμοποίησης ὀφείλονται στήν ἀκαταλληλότητα τοῦ σπέρματος καί ὄχι τοῦ ὠαρίου[1].
            5. Ἡ ὑποβοηθούμενη ἀναπαραγωγή καί ἰδιαίτερα ἡ μέθοδος τῆς ἐξωσωματικῆς γονιμοποίησης ἔχει ἐπιπλοκές στήν ὑγεία τῆς γυναίκας καί στήν τύχη ὄχι μόνο τοῦ κυοφορούμενου ἐμβρύου, ἀλλά καί τοῦ παιδιοῦ πού θά γεννηθεῖ καί ἰδιαίτερα σέ ψυχολογικό ἐπίπεδο. Γιατί εἶναι γνωστό πόσο σημαντική εἶναι γιά τήν ψυχοσύνθεση τοῦ παιδιοῦ ἡ ψυχολογική κατάσταση τῶν γονέων κατά τή σύλληψη καί ἡ κατάσταση τῆς γυναίκας πού τό κυοφορεῖ. Περισσότερο προβληματική εἶναι ἡ ψυχολογική κατάσταση τοῦ παιδιοῦ, ὅταν κάποια στιγμή μάθει ἤ αἰσθανθεῖ ξένο σῶμα στήν οἰκογένεια.
            6. Ἡ Ἐκκλησία στέκεται ἐπιφυλακτικά καί στό ἐνδεχόμενο τῆς μεταθανάτιας γονιμοποίησης ἀπό καταψυγμένο σπέρμα τοῦ συζύγου γιά λόγους πού συνδέονται μέ τή συνέχιση τοῦ ὀνόματος τῆς οἰκογένειας. Τό παιδί στήν περίπτωση αὐτή δέν εἶναι καρπός τῆς ἀγάπης, ἀλλά καρπός τῶν σκοπιμοτήτων. Χαρακτηρίζει δέ αὐτή τή συμπεριφορά ὡς ἐγωισμό. Δέν ἔχει ὅμως λόγο ἀπόρριψης τῆς μεταθανάτιας γονιμοποίησης στίς περιπτώσεις πού ὁ σύζυγος εἴτε πρόκειται νά ὑποβληθεῖ σέ χημειοθεραπεῖες πού ἀπειλοῦν τή δυνατότητα γονιμοποίησης, εἴτε πρόκειται νά φύγει σέ πόλεμο. 
            6. Μεγάλη σημασία ἔχει γιά τήν Ἐκκλησία ἡ τύχη τῶν περιττῶν ἐμβρύων. Γονιμοποιοῦνται πολλά ὠάρια. Ἀπό αὐτά δύο ἤ τρία ἐμφυτεύονται καί τά ὑπόλοιπα ἤ πετιοῦνται ἤ καταψύχονται ἤ χρησιμοποιοῦνται γιά πειραματισμούς ἤ δωρίζονται σέ ἄλλα ζευγάρια. Ἐπιτρέπεται ἡ καταστροφή τους; Ὅσοι συμφωνοῦν μέ αὐτή ἔχουν τό ἴδιο σκεπτικό μέ τίς ἀμβλώσεις. Τά ἔμβρυα δέν ἀποτελοῦν αὐτόνομες προσωπικότητες, ἀλλά μέρος τοῦ σώματος τῆς γυναίκας, ἑπομένως μποροῦν νά καταστραφοῦν. Ὅσοι διαφωνοῦν χρησιμοποιοῦν τό ἀντίθετο ἐπιχείρημα. Τά ἔμβρυα ἔχουν δικαίωμα στή ζωή, ἐπειδή διαθέτουν αὐτοτέλεια καί εἶναι δυνάμει ἀνθρώπινα πρόσωπα. Ἡ καταστροφή τους ἰσοδυναμεῖ μέ φόνο. Πρέπει νά γίνει ὅμως σεβαστή καί ἡ ἀντίρρηση ὅτι μέ αὐτό τό σκεπτικό θά ἔπρεπε νά γίνεται λόγος γιά τεράστια ἀνθρωποθυσία κάθε φορά πού ἀπό τά πολλά γονιμοποιημένα ὠάρια ἕνα μόνο ἐμφυτεύεται στή μήτρα, ἐνῶ τά ἄλλα ἀποβάλλονται μέ τήν ἐμμηνορρυσία[2]. 
            Ἐπιτρέπεται ἡ δωρεά ἐμβρύων σέ ἄτεκνα ζευγάρια; Ὅσοι ἀπαντοῦν καταφατικά κάνουν λόγο γιά μιά χρηστή πράξη, ἀφοῦ δέν συνδέεται μέ κάποιο οἰκονομικό ἀντάλλαγμα καί ἐπιπλέον ἀποφεύγεται ἡ καταστροφή τους. Ὅσοι ἀντιτίθενται θεωροῦν ὅτι τά ἔμβρυα δέν ἀποτελοῦν περιουσιακά στοιχεῖα πού θά μποροῦσε κάποιος νά τά διαχειριστεῖ, ὅπως θά ἤθελε.
            Τό πρόβλημα τῶν περιττῶν ἔμβρύων φαίνεται νά λύνεται μέ μιά νέα μέθοδο πού εἶναι γνωστή ὡς "ἐνδοκυτταροπλασματική ἐμφύτευση" σπερματοζωαρίου, πού διευκολύνει τή γονιμοποίηση ἑνός μόνο ὠαρίου ἀπό ἕνα καί μόνο σπερματοζωαρίου.
            7. Σέ ὅσους ἔχουν ἐπιφυλάξεις ἤ ἀντιστρατεύονται τήν ὑποβοηθούμενη ἀναπαραγωγή καί ἰδιαίτερα πρός τήν Ἐκκλησία ἐκφράζεται τό ἐπιχείρημα ὅτι μέχρι πρότινος εἶχαν γεννηθεῖ μέ ἐξωσωματική γονιμοποίηση 1.000.000 παιδιά ἀπό ζευγάρια πού θά εἶχαν μείνει ἄτεκνα [3]. Θά προτιμοῦσε ἡ Ἐκκλησία νά μήν εἶχαν γεννηθεῖ;
            8. Ἀνεξάρτητα ἀπό τόν τρόπο πού γεννιοῦνται, ὅλα τά παιδιά εἶναι ζωντανές εἰκόνες καί δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι ἀντιμετωπίζονται. Ὁ τρόπος πού γεννιοῦνται δέν ἀποτελεῖ κριτήριο γιά διακρίσεις, ἀποκλεισμούς καί δαιμονοποιήσεις.   
β) Ἠθικά ζητήματα
            Τά ἠθικά προβλήματα ἔχουν σχέση μέ τά κίνητρα, τά μέσα καί στούς σκοπούς πού ὁδηγοῦν στήν τεχνητή ἀναπαραγωγή.
            1. Ὅταν τό κίνητρο εἶναι ἡ λαχτάρα γιά τήν ἀπόκτηση παιδιῶν καί τή συνέχιση τῆς ζωῆς, τότε τό κίνητρο ἔχει ἠθική ἀξία, πού παραβλάπεται ὡστόσο καί κατά περίπτωση ἀπό τήν προσφυγή σέ ἀνήθικα μέσα. Ἀπό τήν πλευρά τῆς Χριστιανικῆς Ἠθικῆς τίθενται σ' αὐτό τό σημεῖο μερικές ἐναλλακτικές λύσεις, ἔτσι ὥστε νά διασφαλίζεται τόσο ἡ ἀποφυγή ἀνήθικων μέσων ὅσο καί ἡ ἁρμονική συζυγική σχέση. Ἄν κάποιος δέν εἶναι σέ θέση νά σεβαστεῖ καί νά ἀποδεχθεῖ τήν ὑπάρχουσα φυσική κατάσταση, δηλαδή τήν ἀτεκνία, καί νά τήν θεωρήσει ὡς μιά ἄλλη δυνατότητα καλλιέργειας καί τελείωσης τῶν συζύγων, ἰσότιμη καί ἰσάξια πρός τήν τεκνοποιΐα, ἔχει τή δυνατότητα τῆς υἱοθεσίας. Ἡ υἱοθεσία εἶναι μέν μιά τεχνητή μορφή συγγένειας, ὡστόσο ἀποτελεῖ ἕναν ἐξευγενισμένο τρόπο ὑποκατάστασης τοῦ φυσικοῦ καί ἕναν χριστιανικό τρόπο οἰκειοποίησης τοῦ πνευματικοῦ. Πρόκειται γιά δοκιμασμένη πρακτική στήν ἱστορία, τήν Ἠθική καί τή Θρησκεία. Σήμερα ἐμφανίζεται καί ὡς ἕνας τρόπος διαφυγῆς ἀπό τό δίλημμα τῆς ἄμβλωσης. Προβάλλεται δηλαδή ὡς ἐπιχείρημα γιά τήν ἀποφυγή της.
            Ὡστόσο καί ἡ ἐπιλογή τῆς υἱοθεσίας δέν εἶναι ἄμοιρη ἠθικῶν προβλημάτων. Τίθενται τά ζητήματα α) τῶν κινήτρων. Πρόκειται γιά ἰδιοτελή κίνητρα, ὅπως ἡ ἀνάγκη κληροδότησης ἤ ποικίλης στήριξης τῶν ὑποψηφίων γονέων ἤ γιά μιά ἔκφραση ἀγάπης πρός τή ζωή καί τόν ἄνθρωπο, προεκτάσεις τῆς ἀγάπης πρός τό Θεό; β) τῆς χρήσης τῶν πρός υἱοθεσίαν βρεφῶν. Λογίζονται ὡς πρόσωπα ἤ ὡς ἀντικείμενα πρός χρήση ἤ μέσα γιά κάποιους σκοπούς;[4]         
            2. Ἡ ἀναπαραγωγή τῆς ζωῆς δέν εἶναι αὐτοσκοπός οὔτε ἀξία καθεαυτή. Συνδέεται μέ προϋποθέσεις καταξίωσής της καί διασφάλισης τῆς κοινωνίας τῶν προσώπων. Ἡ νέα ζωή δέν εἶναι ἕνα ἁπλό μέσο ἱκανοποίησης τῆς ἐπιθυμίας ἤ μέσο κοινωνικῆς καταξίωσης τῶν γονέων ἤ ἐργαλεῖο γιά τήν συνέχιση τοῦ ὀνόματος καί τήν ἐναπόθεση τῆς κληρονομιᾶς ἤ μέσο τεχνητῆς διατήρησης μιᾶς συζυγίας πού εἶναι κατακερματισμένη. Ἡ νέα ζωή καταξιώνεται, ὅταν ἡ γέννησή της ἀπελευθερώνεται ἀπό ἰδιοτελεῖς σκοπιμότητες, ὅταν εἶναι καρπός τῆς ἐλεύθερης ἀπόφασης τῶν συζύγων. Ὅταν οἱ σύζυγοι συνεργοῦν, δημιουργοῦν οἱ ἴδιοι καί δέν στέκονται ἁπλοί παθητικοί παρατηρητές στή γέννηση τῆς ζωῆς.    
            3. Μεγάλα ἠθικά προβλήματα προκύπτουν, ὅταν ἡ ἐπιλογή τῆς τεχνητῆς ἀναπαραγωγῆς ἔχει ὡς κίνητρο τόν ἔλεγχο τῶν γεννήσεων, τόν προκαθορισμό τοῦ φύλου ἤ τόν προκαθορισμό σωματικῶν καί διανοητικῶν χαρακτηριστικῶν. Στήν περίπτωση αὐτή ἡ παραγωγή τῆς ζωῆς γίνεται τό μέσο γιά ρατσιστικές συμπεριφορές πού βλάπτουν ἄτομα, οἰκογένειες καί κοινωνίες.            
            4. Ἠθικά ἀπαράδεκτη εἶναι ἡ ἀποδέσμευση τῆς ἀναπαραγωγῆς ὄχι μόνο ἀπό τήν ἐρωτική καί συζυγική ζωή, ἀλλά καί ἀπό τήν ἀνάγκη τῆς ὀργανικῆς σχέσης παιδιοῦ καί μητέρας πού ἀναπτύσσεται κατά τή διάρκεια τῆς κυοφορίας, κάτι πού γίνεται μέ τήν χωρίς λόγο ἀνάθεσή της σέ μιά δανεική μήτρα, καί μάλιστα γιά λόγους πού συνδέονται μέ τήν ἐπιθυμία γιά χειραφέτηση τῆς γυναίκας, γιά διευκόλυνση τῆς ἐπαγγελματικῆς σταδιοδρομίας, γιά ἐξασφάλιση μιᾶς ἄνετης καί ἀνεύθυνης ζωῆς καί γιά διατήρηση τῆς σωματικῆς της ὡραιότητας. Πρόκειται γιά μιά ἀνατροπή τῶν ἀξιῶν μέ κύριο χαρακτηριστικό τήν ἀπαξίωση τῆς συζυγίας καί τῆς οἰκογενειακῆς ἑνότητας. Εἶναι φανερό ὅτι μιά τέτοια συμπεριφορά ἀφαιρεῖ ἀπό τό παιδί πού ἑτοιμάζουν ἄλλοι τή δυνατότητα μιᾶς ὑπεύθυνης καί ἀγαπητικῆς κοινωνίας καί τή δυνατότητα νά αἰσθάνεται οἰκεῖο καί ὄχι ξένο, ἄνθρωπος καί ὄχι προϊόν τῶν ἐργαστηρίων. Γιατί, πῶς μπορεῖ νά οἰκοδομηθεῖ μιά οἰκειότητα καί ἀγαπητική κοινωνία σέ μιά οἰκογένεια, ὅταν τό παιδί ἔχει νά ἐπιλέξει γονεῖς μεταξύ πέντε ἀτόμων [5] πού συνεργάστηκαν γιά νά τό φέρουν στή ζωή; Ποιός μπορεῖ νά τό πείσει ὅτι μητέρα του δέν εἶναι αὐτή πού τό κυοφόρησε καί τό γέννησε, ἀλλά μιά ἄλλη πού ἔδωσε τό ὠάριό της καί ἐπιστράτευσε μιά ἄλλη μητέρα ἀντί γιά τήν ἴδια; Πῶς αἰσθάνεται τό παιδί, ἄν τελικά καταστεῖ ἀνεπιθύμητο λόγω πιθανῶν γενετικῶν ἀνωμαλιῶν καί ἀσθενειῶν; Σ' αὐτά τά ἐρωτήματα μπορεῖ νά ἀπαντοῦν οἱ συνεργάτες κάπως εὔκολα, ὄχι ὅμως καί τό παιδί. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ δημιουργία δικτυακῶν τόπων συνάντησης παιδιῶν ἀπό διαφορετικές μητέρες ἀλλά ἀπό ἑνιαῖο σπέρμα πού τίς ἐξασφάλισαν ἐπί πληρωμῆ οἱ τράπεζες σπέρματος. Πρόκειται γιά παιδιά τοῦ πατέρα δότη ὑπ' ἀρθμ. 150 ἤ οἰκογένεια τοῦ δότη 401. Ὁ πατέρας εἶναι ἕνα ἄγνωστο σπέρμα ἑνός ἄγνωστου καί ἀπρόσωπου δότη πού τόν ἐκπροσωπεῖ ἕνας ἀριθμός, πού γιά νά τόν ἀποκτήσει ἡ πελάττισα πλήρωσε 150-600 δολάρια στήν τράπεζα, ἐνῶ ἡ τράπεζα πλήρωσε στόν δότη 100 δολάρια[6].     
            5. Τέλος, ἠθικό γιά τή Χριστιανική Ἠθική εἶναι ὅ,τι δέν τραυματίζει καί δέν ἀχρηστεύει τήν κοινωνία ἀγάπης πρός τό Θεό καί τό συνάνθρωπο. Μέ τό ἴδιο κριτήριο μποροῦν νά ἀποτιμήσουν ἠθικά τή στάση τους καί ὅλοι οἱ ἐμπλεκόμενοι στήν ἐπιλογή τῆς ὑποβοηθούμενης ἀναπαραγωγῆς. Ἔτσι κρίνεται, ἄν ἡ προσφυγή στήν τεχνητή ἀναπαραγωγή γίνεται ἀπό ἀγάπη πρός τό Θεό, πρός τό σύντροφο καί πρός τή νέα ζωή ἤ ἀπό τήν ἀνάγκη ἱκανοποίησης ἐγωιστικῶν καί εὐδαιμονιστικῶν ἐπιθυμιῶν. Ἄν τελικά ἡ νέα ζωή εἶναι προέκταση τῆς ἀγάπης καί ὄχι προϊόν συναλλαγῆς καί ἀντικειμενοποίησης.    
2. ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ
α) Θεολογικά ζητήματα [7]
            1. Ἡ Ἐκκλησία τοποθετήθηκε θετικά στό ζήτημα τῶν μεταμοσχεύσεων, ὑπογραμμίζοντας ὅτι ἡ πράξη εἶναι θεάρεστη [8]. Βάση αὐτοῦ τοῦ σκεπτικοῦ ἀποτελεῖ ἡ ἀρχή τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης. Ὡστόσο αὐτή ἡ ξεκάθαρη θέση προϋποθέτει ὅτι δέν πλήττεται ὁ δότης. Ἑπομένως σέ κάθε περίπτωση προηγεῖται ἡ ἀνάγκη διατήρησης στή ζωή τοῦ δότη. Θεολογικά ἡ ἀσέβεια πρός τό νεκρό σημαίνει ἀσέβεια πρός τήν ἴδια τή ζωή [9]. Γι' αὐτό προέχει γιά τήν Ἐκκλησία ἡ προστασία τοῦ δότη καί ὁ σεβασμός τοῦ θανάτου τοῦ δότη [10]. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ἀποδοχή ἀναφέρεται σέ μεταμοσχεύσεις διπλῶν ὀργάνων ἤ ἱστῶν. Σέ κάθε περίπτωση ἡ Ἐκκλησία κατανοεῖ τίς μεταμοσχεύσεις μόνο σέ σχέση πρός βασικές ἠθικές ἀρχές, ὅπως ἡ ἀγάπη, ἡ ἀνιδιοτέλεια, ὁ σεβασμός, ἡ ἀνωτερότητα καί ἡ ἀκεραιότητα [11]. Ἡ ἀναφορά σ' αὐτές τίς ἀρχές ἀποτελεῖ καί τή βάση ὑπέρβασης τῆς ἀντίρρησης πού ἀναφέρεται στήν ἀπόλυτη προτεραιότητα τῆς ἱερότητας τῆς ζωῆς, κάτι πού θά ἐπέτρεπε νά χρησιμοποιεῖται τό ἀνθρώπινο σῶμα ὡς ἕνα "δυνητικό ἀπόθεμα ἀνταλλακτικῶν" [12]. Τονίζεται δέ ὅτι "ἡ μεγαλύτερη πράξη ἀγάπης πού μπορεῖ νά κάνει ἕνας ἑτοιμοθάνατος ἀσθενής συνίσταται στήν προσφορά ζωτικῶν ὀργάνων του σέ ἄλλους, γιά νά παρατείνουν ἤ νά βελτιώσουν τή ζωή τους" [13].    
            2. Εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἡ θεολογία θά εἶχε κάθε λόγο νά ἀπαγορεύει τήν λήψη ὀργάνων ἀπό τόν λεγόμενο ἐγκεφαλικά νεκρό καί πού μετά τή λήψη καί ἐξαιτίας τῆς λήψης ζωτικῶν ὀργάνων θά κατέληγε στό θάνατο. Στήν περίπτωση αὐτή εἶναι ἕτοιμη νά μιλήσει γιά φόνο. Ἔτσι ἄλλωστε δικαιολογεῖται καί ἡ ἐπιμονή της νά γνωρίζει, ἄν ὁ ἐγκεφαλικά νεκρός εἶναι πραγματικά νεκρός, ἀναμένοντας τό ὁριστικό πόρισμα τῆς Βιοϊατρικῆς [14],  ἀλλά καί ὁ χαρακτηρισμός τοῦ ἐγκεφαλικά νεκροῦ ὡς ἀσθενοῦς καί ὄχι ὡς νεκροῦ [15]. Ἀλλά ἀπό νεκρούς ἀνθρώπους μεταμόσχευση δέν μπορεῖ νά γίνει. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία κατηγορεῖται ὅτι παραμένει μόνο σέ φιλανθρωπικά αἰσθήματα καί εὐχολόγια. Ὡστόσο ἔφθασε στό σημεῖο νά ἀποδέχεται τόν ἐγκεφαλικό θάνατο ὡς τό ὁριστικό τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς [16]. Κρατᾶ ὅμως μερικές ἐπιφυλάξεις πού ἀναφέρονται στήν ἱερότητα τῶν στιγμῶν τοῦ θανάτου καί στήν εὐαισθησία ὅσων δυσκολεύονται νά ἀποδεχθοῦν ἄλλες εἰκόνες ἀπό ἐκεῖνες πού παραδοσιακά γνώριζαν. Ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες προβληματίζονται ἀκόμη γιά τήν μετακίνηση πού ἔγινε ἀπό τήν καρδιά ὡς κέντρο τῆς ζωῆς στόν ἐγκέφαλο, παραπέμποντας μάλιστα στήν καρδιακή προσευχή πού στηρίζεται στή λειτουργία τῆς καρδιᾶς [17]. Ἐδῶ θά μποροῦσε κάποιος νά διερωτηθεῖ, τί θά συνέβαινε στήν περίπτωση πού σέ κάποιον  ὀρθόδοξο μεταμοσχευόταν ἡ καρδιά ἑνός ἀλλόθρησκου. Πρέπει ὡστόσο νά διευκρινίσουμε ὅτι ὅλες οἱ ἀναφορές τῶν Πατέρων στήν καρδιά ὡς τό κέντρο τῶν πνευματικῶν λειτουργιῶν δέν ἀφοροῦν στή σαρκίνη καρδιά, ἀλλά στήν πνευματική ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή στήν ψυχή. Ἡ κοινωνία μέ τό Θεό ἤ ἡ ἀκοινωνησία μπορεῖ νά ἐνεργοποιεῖται τόσο μέ φυσικές ὅσο καί μέ τεχνητές καρδιές.   
            3. Προβληματική θεολογικά εἶναι καί ἡ περίπτωση πού κάποιο ἄτομο θελήσει νά θυσιάσει τή δική του ζωή γιά νά σώσει κάποια ἄλλα, προσφέροντας δικά του μοναδικά ζωτικά ὄργανα. Ἐπανέρχεται ἐδῶ τό ἐρώτημα, ἄν ἡ ζωή τοῦ ἀνήκει γιά νά μπορεῖ νά τή διαθέτει ὅπου θέλει ἤ θά πρέπει κάτι τέτοιο νά ἀνατίθεται στό Θεό. Ἄλλοι στέκονται θετικά καί ἄλλοι ἀρνητικά. Τά ἰσχυρότερα ἐπιχειρήματα εἶναι μέ τό μέρος ὅσων δέχονται ὅτι ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τή ζωή γιά νά μπορεῖ νά τήν προσφέρει στούς ἄλλους [18]. Στήν περίπτωση αὐτή ὁ ἄνθρωπος μιμεῖται τό Χριστό πού ὄχι μόνο ἑρμήνευσε τό περιεχόμενο τῆς ἀγάπης ὡς μιά κίνηση καί ἑτοιμότητα γιά θυσία τῆς οἰκείας ζωῆς ὑπέρ τῆς φίλων [19], ἀλλά τό ἐφάρμοσε καί ὁ ἴδιος.  Μέ τό μέρος της ἔχει αὐτή ἡ πλευρά τή συμπάθεια πού ἔδειξε ἡ Ἐκκλησία κατά καιρούς σέ ὅσους θυσιάστηκαν γιά τό ἔθνος. Ἀντίθετα στέκονται βέβαια ὅσοι θεωροῦν ὅτι μιά τέτοια συνειδητή κίνηση τοῦ ἀνθρώπου ταυτίζεται μέ τήν ἀλτρουϊστική αὐτοκτονία, γιά τήν ὁποία θά κάνουμε ἰδιαίτερο λόγο.  
            4. Συντρέχει ὅμως αὐτός ὁ λόγος; Ἡ λήψη ἀπό ἕναν ἐγκεφαλικό νεκρό μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς πράξη αὐτοθυσίας; Καί μέ δεδομένο ὅτι ἐκεῖνος δέν εἶναι σέ θέση νά ἀποφασίσει, μπορεῖ νά γίνει ἀποδεκτή ἡ ἀπό πρίν ἐκφρασθεῖσα συγκατάθεση; Μήπως καθοδόν ἔχουν ἀλλάξει οἱ διαθέσεις του καί παρέμεινε μόνο ἡ δήλωση; Περισσότερα προβλήματα παρουσιάζει βέβαια ἡ "εἰκαζομένη συναίνεση", ἀφοῦ μεταξύ τῆς εἰκαζομένης καί τῆς ἴδιας τῆς συναίνεσης ὑπάρχει μεγάλη ἀπόσταση.
            5. Δεκτική εἶναι θεολογικά ἡ ἐπεξεργασία καί χρησιμοποίηση τόσο τῶν ἐνήλικων βλαστοκυττάρων ὅσο καί τῶν κυττάρων πού λαμβάνονται ἀπό τόν πλακοῦντα μετά τή γέννηση τοῦ παιδιοῦ γιά τήν παρασκευή μοσχευμάτων. Ἀρκεῖ γιά τή λήψη τῶν τελευταίων νά μήν προκαλοῦνται ἀμβλώσεις ἤ νά μήν ἐμπορευματοποιοῦνται.  Δέν ἀποδέχεται ὅμως τήν καλλιέργεια τῶν ἐμβρυϊκῶν βλαστοκυττάρων, ἐπειδή θεωρεῖ ὅτι διαπράτεται φόνος, ὅταν καταστρέφονται οἱ βλαστοκύστεις.  
            6. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ξεπεράσει τίς ἀντιρρήσεις πού ἐκφράστηκαν στά πρῶτα στάδια τῶν μεταμοσχεύσεων καί πού ἀναφέρονταν στήν ἀνάγκη διατήρησης τῆς ἀκεραιότητας τοῦ σώματος ἐν ὄψει τῆς ἀνάστασης τοῦ σώματος. Πρόκειται γιά ἕνα ἀπόλυτα σαθρό καί ἀνόητο ἐπιχείρημα πού χρησιμοποιήθηκε περισσότερο γιά νά ἐκφραστεῖ ἡ ἀντίθεση σέ κάτι πού παραδοσιακά ἴσχυε καί λιγότερο γιά νά ἀκυρώσει τήν οὐσία τῆς μεταμοσχευτικῆς πράξης. Γιατί, ἄν ἴσχυε αὐτή ἡ ἄποψη, τότε θά ὑπῆρχε πρόβλημα ἀνάστασης μέ ὅσους κάηκαν ἤ τούς ἔγιναν τροφή τῶν ψαριῶν ἤ τῶν ἄγριων θηρίων. Ἐξάλλου γιά ποιά σωματική ἀκεραιότητα γίνεται λόγος, ὅταν τό σῶμα γίνεται βρῶμα τῶν σκωλήκων καί καταλήγει ὡς χῶμα κατά τό "χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν ἀπελεύσῃ". 
            7. Δέν ἔχει κανένα λόγο ἡ Ἐκκλησία νά μήν συγκατατεθεῖ στίς "ξενομεταμοσχεύσεις", μεταμοσχεύσεις μέ ὄργανα ζώων. Ἀποτελεῖ ἄλλωστε βασική θεολογική ἀρχή ὅτι σκοπός τοῦ φυσικοῦ κόσμου εἶναι ὁ ἄνθρωπος καί οἱ ἀνάγκες του. Ἑπομένως ἡ φιλάνθρωπη χρήση τοῦ κόσμου εἶναι μιά θεάρεστη πράξη καί ἐντάσσεται στή γενικότερη ἀντίληψη γιά τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Οἱ κίνδυνοι πού θά μποροῦσαν νά προκύψουν ἀπό μιά τέτοια χρήση δέν εἶναι ὑπόθεση τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἔχει λόγους ἀπαγόρευσής της, ἀλλά τῆς Βιοϊατρικῆς. Θεολογικά ἐπιλήψιμο εἶναι τό νά παίζει κάποιος μέ τούς νόμους τῆς φύσης ἤ νά τούς παραβιάζει [20]. Δέν θά μποροῦσε π.χ. νά ἀποδεχθεῖ τή δημιουργία χίμαιρων, δηλαδή τήν ἐμφύτευση ἀνθρώπινων κυττάρων σέ βλαστοκύστεις ζώων [21].
            8. Ὡς προβληματική γιά τήν διατήρηση τῆς ἀξιοπρέπειας τοῦ ἀνθρώπινου σώματος ἀντιμετωπίζεται ἡ ἐξασφάλιση μοσχευμάτων ἀπό τήν μέθοδο κατασκευῆς ὀργάνων καί ἱστῶν τῆς λεγόμενης θεραπευτικῆς κλωνοποίησης. Καί αὐτό γιατί θυμίζουν κάτι ἀπό ἀνταλλακτικά μηχανῶν καί αὐτοκινήτων.      
            9. Τό προέχον γιά τή Θεολογία καί τήν Ἐκκλησία εἶναι νά μήν ὁδηγηθεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ προμηθεϊκά καί ἑωσφορικά αἰσθήματα πού θά τοῦ ἐνίσχυαν τήν αἰώνια αἴσθησή του ὅτι θά μποροῦσε νά σκέπτεται καί νά ἐνεργεῖ ὡς Θεός ἤ ὡς ἀθάνατος. Γιατί ἐκφράστηκε ὁ φόβος γιά τήν ἐμπέδωση ἑνός αἰσθήματος ἐπίγειας ἀθανασίας μέ τεράστιες συνέπειες γιά τήν πνευματική ζωή [22]. Ὁ κίνδυνος αὐτός εἶναι τόσο ὁρατός, ὥστε νά ἐντοπίζεται καί ἀπό τήν πολιτική ἡγεσία. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ἡ ὑπουργός ὑγείας τῆς Γερμανίας περιόρισε τό νόμο γιά τή μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων, ἀπαγορεύοντας τή χρήση ἐμβρυϊκῶν βλαστοκυττάρων καί ἐπιτρέποντας μόνο τήν καλλιέργεια καί μεταμόσχευση ἐνήλικων βλαστοκυττάρων, μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι "οἱ ἐρευνητές δέν θά πρέπει νά φέρουν τόν μανδύα τοῦ δημιουργοῦ" καί ὅτι "ἡ ἔρευνα στά βλαστοκύτταρα θά κλόνιζε τήν ἰσορροπία μεταξύ τῆς δεοντολογίας στή θεραπεία καί τῆς δεοντολογίας στήν προστασία τῆς ζωῆς" [23]. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι καί οἱ ΗΠΑ κράτησαν τήν ἴδια στάση ἀλλά γιά ἄλλο λόγο. Ὁ Πρόεδρος Μπούς ἐξέλαβε τήν κατεψυγμένη βλαστοκύστη ὡς ἔμβρυο καί ταύτισε τή χρησιμοποίηση τῶν κυττάρων της ὡς φόνο ἐμβρύου [24].   
            10. Τέλος τό ζητούμενο γιά τήν Ἐκκλησία ἀπό ὅλη αὐτή τή διαδικασία τῶν μεταμοσχεύσεων δέν εἶναι τόσο ἡ δυνατότητα παράτασης τῆς βιολογικῆς ζωῆς τοῦ λήπτη, ὅσο ἡ αὔξηση καί ἡ ἐνεργοποίηση τῶν προϋποθέσεων γιά τή μετοχή δότη καί λήπτη μέσα ἀπό τή διαδικασία τῆς μεταμόσχευσης στή ζωή τοῦ Θεοῦ. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή ἡ Ἐκκλησία ζητεῖ τίς ἀνάλογες ἠθικές,  νομικές καί ἄλλες πρακτικές ἐγγυήσεις.
β) Ἠθικά ζητήματα
            Ἡ ἠθική ἀποτίμηση τῶν μεταμοσχεύσεων ἀναφέρεται στά κίνητρα, στίς δυνατότητες, στά μέσα, στή χρήση καί στούς σκοπούς. Τά ἐρωτήματα αὐτά ἀφοροῦν στό δότη, στόν λήπτη καί στούς μεσάζοντες.  
            1. Ζητήματα ὡς πρός τόν δότη. Οἱ δότες μοσχευμάτων μπορεῖ νά εἶναι ξένοι καί ἄγνωστοι, μπορεῖ ὅμως νά εἶναι καί συγγενεῖς. Αὐτή ἡ διάκριση ἔχει σημασία γιά τήν ἀξιολόγηση τῶν ἠθικῶν κινήτρων. Ἀπό τήν ἄποψη τῆς κατάστασης τῶν δοτῶν, αὐτοί διακρίνονται σέ δότες πού βρίσκονται στήν κατάσταση τοῦ ἐγκεφαλικά νεκροῦ (νεκροί δότες) καί δότες πού βρίσκονται κανονικά στή ζωή (ζῶντες δότες). Καί αὐτή ἡ διάκριση εἶναι πολύ σημαντική γιά τό σύνολο σχεδόν τοῦ ἠθικοῦ προβληματισμοῦ σχετικά μέ τίς μεταμοσχεύσεις.
            Ἐνδεικτικές γιά τήν ἠθική ἀποτίμηση τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ δότη εἶναι οἱ ἀπαντήσεις πού συνήθως δίνει στό ἐρώτημα, ἄν θά ἤθελε νά εἶναι δωρητής ζωῆς. Οἱ ἀπαντήσεις εἶναι ἐπηρεασμένες ἀπό τό φόβο ἀφαίρεσης πρίν εἶναι πραγματικά νεκρός ἤ μήπως οἱ γιατροί ἐπιταχύνουν τό θάνατό του, ἀπό τήν ἀπόκρουση κάθε σκέψης θανάτου, ἀπό τήν ἀπροθυμία τῶν γονέων, ἀπό θρησκευτικές πεποιθήσεις καί μάλιστα ἀπό τήν πίστη ὅτι θά πρέπει τό σῶμα νά πάει στήν ἄλλη ζωή ἀκέραιο [25].
            Τό πρῶτο ἠθικό ζήτημα πού ἀφορᾶ στόν δότη εἶναι ἡ ἐλεύθερη συγκατάθεση. Ὁ δότης δέν προβαίνει στήν πράξη ὑποτασσόμενος σέ θρησκευτικές, παραδοσιακές-οἰκογενειακές, συνειδησιακές καί ἄλλες ἐσωτερικές ἤ ἐξωτερικές πιέσεις. Σέ καμιά περίπτωση δέν παραβιάζεται τό αὐτεξούσιο οὔτε καί γιά τόν πιό ἅγιο σκοπό. Θά πρέπει νά θεωρεῖται μάλιστα ἀκατάλληλος γιά δότης ὅποιος εἶναι ἐπιδεκτικός λόγω χαρακτήρα σέ πιέσεις. Τό ἴδιο ἀκατάλληλος κρίνεται καί ὅποιος διακατέχεται ἀπό τό σύνδρομο τοῦ καλοῦ σαμαρείτη ἤ κυριαρχεῖται ἀπό αἰσθήματα ἐνοχῆς, τά ὁποῖα προσπαθεῖ νά ξεπεράσει μέ τήν συγκατάθεση στήν ἀφαίρεση ὀργάνων [26]. Μέ τό ἴδιο σκεπτικό πρέπει νά θεωρεῖται ἀκατάλληλος ὁ κατάδικος πού ἐπιδιώκει μέσω τῆς δωρεᾶς ὀργάνων τή μείωση τῶν ποινῶν ἤ τῆς θητείας του στή φυλακή, γιατί ἐκτός ἀπό τήν ἰδιοτέλεια καί τήν ἀνελευθερία τοῦ δότη, δημιουργοῦνται οἱ προϋποθέσεις γιά νά μετατρέπονται δυσπραγοῦντες ἄνθρωποι σέ ἀντικείμενα κοινωνικῆς ἐκμετάλλευσης [27].  
             Ἑπομένως σέ καμιά περίπτωση δέν ἀφαιροῦνται ὄργανα ἀπό κάποιον πού ὄχι μόνο ἀρνήθηκε κατηγορηματικά κάτι τέτοιο, ἀλλά καί πού δέν τό δήλωσε ξεκάθαρα καί κάτω ἀπό ἀπολύτως ἐλεύθερες συνθῆκες καί ἔχοντας ἀκέραια λειτουργοῦσα τή συνείδηση. Γιά τήν ἀκεραιότητα τῆς πράξης καί τήν πρόληψη δυσάρεστων συνεπειῶν κρίνεται σκόπιμη ἡ διασφάλιση ἐγγυήσεων γιά τήν ἐνεργοποίηση τῆς δυνατότητας ἀλλαγῆς τῆς ἀπόφασής του μέχρι τή στιγμή τῆς ἐπέμβασης. Εἶναι σαφές ὅτι αὐτή ἡ ἀπόφαση δέν ὑποκλέπτεται.    Ἔτσι παραμένει ἠθικά μετέωρη ἡ ἐπίκληση τῆς "εἰκαζόμενης συναίνεσης", ἀκόμη καί ἡ αὐθαίρετη συγκατάθεση τῶν συγγενῶν στήν περίπτωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου. Στίς περιπτώσεις αὐτές ἀχρηστεύεται ἡ βούληση καί ὁ ρόλος τοῦ δότη [28].
            Ὑπάρχει ὅμως καί μιά ἄλλη ἐκτίμηση πού ἐκθειάζει τό ρόλο τῶν συγγενῶν καί τούς ἀποδίδει δικαιώματα καί ὑποχρεώσεις. Ὁ νεκρός εἶναι ἤδη στά χέρια τους. Αὐτοί καλύπτουν τά ἔξοδα, βρίσκονται στό κρεβάτι τοῦ πόνου, ἀγωνιοῦν γιά τήν τύχη τοῦ δικοῦ τους ἀνθρώπου, λαμβάνουν κρίσιμες ἀποφάσεις γιά τήν τύχη τοῦ ἀσθενοῦς. Εἶναι ἐπίσης αὐτοί πού βιώνουν τόν πόνο τοῦ χωρισμοῦ καί ταυτόχρονα συνειδητοποιοῦν καί τίς εὐθύνες πού προκύπτουν ἀπό αὐτή τή σχέση. Κάτω ἀπό αὐτές τίς συνθῆκες καί μέ δεδομένο τόν πόνο τοῦ ἀποχωρισμοῦ καί τό ψυχικό κόστος πού προκύπτει ἀπό αὐτόν καί τήν ἱερότητα  τῶν συγγενικῶν δεσμῶν ἰδιαίτερα στή χώρα μας, αὐτοί εἶναι οἱ πραγματικοί δότες ὅταν ἀποφασίζουν νά ἐπιτρέψουν τήν ἀφαίρεση ὀργάνων, καί ὄχι ὁ νεκρός. Ἕνα τέτοιο σκεπτικό μπορεῖ νά δικαιολογήσει ἠθικά καί θεολογικά τήν ἐπιστράτευση τῆς εἰκαζόμενης συναίνεσης γιά τήν ἀφαίρεση τῶν ὀργάνων [29].     
            Ἡ ρητή καί συνειδητή συναίνεση τοῦ δότη ἔχει πολύ μεγάλη σημασία γιά τόν ἴδιο καί τήν πνευματική του ὠφέλεια: Συνειδητοποιεῖ τό γεγονός τοῦ θανάτου καί τό συνδυάζει μέ τόν ἑαυτό του. Ἐννοεῖ ὅτι κανείς δέν εἶναι σέ θέση νά τόν προβλέψει καί ἄρα πρέπει νά εἶναι συνεχῶς ἕτοιμος γι' αὐτό. Ἔρχεται στή θέση αὐτῶν πού ἀντιμετωπίζουν τό πρόβλημα τοῦ θανάτου καί τοῦ γεννιέται ἡ διάθεση νά συμπαρασταθεῖ. Ἔτσι συνειδητοποιεῖ ὅτι τελικά ὁ δέν εἶναι ὁ λήπτης ὁ ἀποδέκτης τῆς προσφορᾶς του ἀλλά ὁ ἴδιος. Αἰσθάνεται ὅτι εἶναι μακάριος ἐπειδή δίνει καί ὄχι ἐπειδή παίρνει [30].  
            Τό δεύτερο βασικό ζήτημα εἶναι τό κίνητρο. Προσφέρει τά ὄργανά του ἐπειδή τοῦ περισσεύουν, ἐπειδή δέν τά χρειάζεται πλέον, ἀφοῦ ἔτσι καί ἀλλιῶς θά τοῦ εἶναι ἄχρηστα, ἐπειδή διακατέχεται ἀπό ἀλτρουϊστικά αἰσθήματα, ἐπειδή τόν δένουν συγγενικοί δεσμοί, ἐπειδή ἐπενδύει στήν ὑστεροφημία, ἐπειδή θά λάβει ἀντιμίσθιο ὑλικό ἤ πνευματικό, ὅπως ἡ διασφάλιση τῆς εὐγνωμοσύνης τοῦ λήπτη ἤ ἡ ἀπόκτηση τοῦ παραδείσου, ἤ ἐπειδή θεωρεῖ ὅτι ἡ πράξη του εἶναι μιά φυσιολογική συνέπεια τῆς κοινωνίας ἀγάπης πού τόν συνδέει μέ τό Θεό;
            Ἀπό πλευρᾶς Χριστιανικῆς Ἠθικῆς τό τελευταῖο κίνητρο εἶναι τό πιό ἠθικό, ἄρα τό πιό θεάρεστο, ἄν μάλιστα λάβουμε ὑπόψη, αὐτό πού εἰπώθηκε γιά τό βασικό ζητούμενο ἀπό θεολογική πλευρά πού εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἀχρηστεύονται τά ἄλλα κίνητρα πού ἔχουν μέν ἀνθρωποκεντρικό χαρακτήρα, ἀλλά δέν στεροῦνται ἠθικότητας μέ ἐξαίρεση ἐκεῖνο πού ἀναφέρεται στήν ἐμπορευματοποίηση τῆς προσφορᾶς του, δηλαδή τῆς ἀντιμισθίας. Εἶναι πάντως πολύ σημαντικό νά σημειωθεῖ ὅτι τό σκεπτικό τῆς προσφορᾶς ὀργάνων ἀπό ζῶντες δότες ἤ ἀπό συγγενεῖς στήν περίπτωση πού ὁ δότης δέν εἶναι σέ θέση νά ἀποφασίσει, δέν συνδέεται σέ καμιά περίπτωση μέ μιά ἰδιαίτερη καί ἀρρωστημένη δέσμευση τοῦ λήπτη. Τό ἴδιο ἀνήθικη εἶναι καί ἡ μεταμόσχευση ὀργάνων μεταξύ τῶν συζύγων μέ ἄμεσο στόχο τή δέσμευση τοῦ ἄλλου στή συζυγία καί τήν ὑπέρβαση τῆς κρίσης τοῦ γάμου τους.   
            Τό ζήτημα διασφάλισης ὅτι ἡ προσφορά τοῦ δότη δέν θά γίνει ἀντικείμενο ἐμπορικῶν καί ἄλλων συναλλαγῶν, ἔτσι ὥστε νά εἶναι ἀπαγορευτικός σ'αὐτή, δέν ἀφορᾶ σύμφωνα μέ τή Χριστιανική Ἠθική τόν  δότη ἀλλά τόν λήπτη ἤ τίς ὁμάδες διαχείρισης. Γιά τόν δότη μετρᾶ κυρίως τό κίνητρο τῆς προσφορᾶς του καί ὄχι πῶς θά χρησιμοποιηθεῖ αὐτή ἀπό τούς ἐμπλεκόμενους. Κάθε προσφορά τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἀπολύτως ἀπροϋπόθετη γιά νά λογίζεται ὡς προσφορά καί ἀγάπη. Ἡ σκόπιμη πράξη δέν μπορεῖ νά σχετίζεται μέ τήν ἀγάπη, γιατί δέν ἔχει τό στοιχεῖο τῆς ἐλευθερίας καί δέν ἐπενδύει στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
            Σ' αὐτή τή συνάφεια τίθεται καί ἕνα ἄλλο, ἀρκετά χρησιμοθηρικό, ἠθικό ἐρώτημα ὑπέρ τῆς ἀφαίρεσης ὀργάνων. Τί ὠφελεῖ περισσότερο: νά ἀφεθοῦν ἀσθενεῖς ἤ ἀνεγκέφαλα νεογνά νά πεθάνουν μέ φυσικό θάνατο καί μαζί τους νά πεθάνουν καί τά ὄργανα ἤ νά παραμείνουν τεχνητά στή ζωή μέχρι νά ἀφαιρεθοῦν ὄργανα πού θά σώσουν ἄλλους ἀνθρώπους καί μάλιστα παιδιά; Εὐκολότερη φαίνεται πάντως ἡ υἱοθέτηση τῆς δεύτερης πρότασης ὅταν πρόκειται γιά ἀνεγκέφαλα νεογνά, ἰδιαίτερα γιά τή νομική πλευρά τοῦ ζητήματος, γιατί θεωρεῖται πώς δέν εἶχαν οὔτε ἔχουν οὔτε πρόκειται νά ἔχουν αὐτοσυνειδησία [31].
            Τό τρίτο ἐπίσης σημαντικό ζήτημα ἀναφέρεται καί πάλι στούς ζῶντες δότες καί σχετίζεται μέ τόν ὑπολογισμό τῶν συνεπειῶν τῆς πράξης τους, ὥστε νά μήν ἐμφανίζονται παλινδρομήσεις καί δημιουργοῦνται ψυχολογικά προβλήματα. Αὐτός ὁ ὑπολογισμός δέν ἀποτελεῖ ἕνα ἠθικό ἀντικίνητρο ἄρνησης ἀφαίρεσης μοσχευμάτων, ἀλλά μιά βάση δοκιμασίας τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀποφασιστικότητας τοῦ δότη. Ὁ δότης πρέπει νά εἶναι ἕτοιμος νά ἀποδεχθεῖ καί τίς συνέπειες τῆς ἐπιλογῆς του, πού καθώς λέγεται σχετίζονται μέ ψυχολογικά καί ἠθικά προβλήματα. Στό σημεῖο αὐτό σημαντικό ρόλο παίζει ἡ λεπτομερής καί ὑπεύθυνη ἐνημέρωση τῶν ἀνθρώπων πού πρόκειται νά γίνουν δότες.            
            2. Ζητήματα ὡς πρός τόν λήπτη. Ὁ λήπτης δέν στέκεται παθητικά στήν ὅλη διαδικασία, ἀλλά ἀποτελεῖ ἕνα ἐνεργό ὑποκείμενο, ἕτοιμο νά κοινωνήσει μέ τό Θεό πού τοῦ ἔστειλε τό μόσχευμα, μέ αὐτόν πού τό πρόσφερε, μέ τούς γιατρούς πού τό μετέφεραν καί τό ἐνεργοποίησαν. Αὐτή ἡ κινητικότητα δέν ἐπιβάλλεται, ἀλλά ἀποτελεῖ μιά φυσική ἀντίδραση στό θαῦμα παράστασης τῆς ζωῆς του. Συνειδητοποιεῖ ὅτι αὐτό ὀφείλεται στή θυσία κάποιου πού συχνά ταυτίζεται μέ τό θάνατό του. Κάποιος ἔφυγε ἀπό τή ζωή γιά νά ζήσει αὐτός. Αὐτή ἡ συναίσθηση ἀποτελεῖ τήν καλύτερη προϋπόθεση γιά νά ὁδηγηθεῖ στό νόημα τῆς ζωῆς πού ἐντοπίζεται στήν ἀγάπη, τήν ἀλληλεγγύη καί τή φιλανθρωπία πού δέν ὑπάρχουν ἀπό μόνα τους, ἀλλά ἐνεργοποιοῦνται ἀπό τήν κοινωνία μέ τό Θεό [32].  
            Ὡστόσο ἡ ἠθική αὐτοδέσμευση τοῦ λήπτη γιά τήν ἔκφραση εὐγνωμοσύνης πρός τόν δότη ἤ τούς συγγενεῖς του, ἄν ἐκεῖνος δέν ζεῖ, δέν μπορεῖ νά μεταφράζεται σέ ἀρρωστημένη καί προβληματική ἐξάρτηση, ἔτσι ὥστε νά βλάπτεται ἡ αὐτονομία στή λήψη ἀποφάσεων γιά τή ζωή του.
            Ὅλα αὐτά ἀπουσιάζουν στήν περίπτωση τῆς ἐμφύτευσης τῶν τεχνητῶν ὀργάνων [33]. Ἡ ζωή μηχανοποιεῖται καί ἀποξενώνεται ἀπό τίς κοινωνικές ἀναφορές της. Ἡ ἐμφύτευση τεχνητῶν ὀργάνων εἶναι ἀπαγορευτική στή μετάγγιση αἰσθημάτων ἀγάπης καί συναλληλίας [34]. Ἀποσυνδέει τούς ἀνθρώπους καί τούς καλλιεργεῖ αἰσθήματα αὐτάρκειας καί αὐτονομίας. Κατά τόν ἴδιο τρόπο μποροῦμε νά ἀποτιμήσουμε καί τίς "ξενομεταμοσχεύσεις". Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος ἀλλοτρίωσης τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων καί αὔξησης τῆς καταδυνάστευσης καί παράχρησης τῆς φύσης.
            3. Ζητήματα ὡς πρός τούς διαχειριστές τῶν μεταμοσχεύσεων. Συχνά ἐκφράζεται μιά δυσπιστία πρός ὅσους διαχειρίζονται τήν ὑπόθεση τῶν μεταμοσχεύσεων. Καί ἀναφερόμαστε στήν ὁμάδα πού λαμβάνει τό μόσχευμα, καί στήν ὁμάδα πού τό ἐμφυτεύει. Δέν εἶναι τυχαία ἡ ἀπαίτηση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά ἐπιβληθεῖ ὁ ἀγγειογραφικός ἔλεγχος καί νά γίνεται βιντεοσκόπηση τῶν ἐξετάσεων πού ἀφοροῦν στή διαπίστωση τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου, ὅπως γίνεται ἀλλοῦ [35], ἀλλά καί ἡ ἐπιβαλλόμενη παρουσία δύο τουλάχιστον γιατρῶν, ἔτσι ὥστε νά διασφαλίζεται ἡ ἀντικειμενικότητα στή διάγνωση.  
            Ἠθικά προβλήματα δημιουργεῖ ὁ τρόπος χρήσης τῆς μεταμοσχευτικῆς πράξης. Συχνά χρησιμοποιεῖται ἡ ἐν λόγω πράξη γιά προσωπικούς ἐγωισμούς [36] ἤ γιά ἀνταγωνισμούς μεταξύ γιατρῶν καί ἰατρικῶν κέντρων.
            Ἔχει ἐπίσης σημασία ὁ τρόπος πού συμπεριφέρονται οἱ γιατροί τόσο κατά τήν ἀφαίρεση ὅσο καί κατά τήν ἐμφύτευση. Συμπεριφέρονται ὡς ὑπηρέτες τῆς ζωῆς μέ σεβασμό στό ἀνθρώπινο πρόσωπο ἤ ὡς θεοί καί ἀντί τοῦ Θεοῦ καί μέ ἀσέβεια σάν νά πρόκειται γιά ἀνθρώπινα πτώματα;  
            Ἠθικό ζήτημα ἐγείρεται ἀπό τήν ἀγορά καί τήν πώληση ὀργάνων. Κάθε σχετική ἐμπορική δραστηριότητα ἀποτελεῖ πέρα γιά πέρα ἀνήθικη πράξη, γιατί δείχνει ἔλλειψη σεβασμοῦ στή ζωή, στό ἀνθρώπινο πρόσωπο, καί προσβολή τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας.
            Ἠθικό ζήτημα ὑπάρχει καί στίς περιπτώσεις πού ὑπάρχει μεροληψία καί ὑπεισέρχονται ἄλλοι παράγοντες στή διαχείριση τῶν ὀργάνων. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ζητεῖται ἐπιμόνως καί ἔχει καθιερωθεῖ ἡ ὕπαρξη ἑνός κέντρου, ὅπου θά τηρεῖται ἡ σειρά ἀνάλογα μέ τήν καταλληλότητα τοῦ ὀργάνου, τό βαθμό διακινδύνευσης τῆς ζωῆς, οἱ ὑγειονομικές προοπτικές καί δυνατότητες καί ὁ χρόνος ἀναμονῆς, καί δέν θά γίνονται ἐξαιρέσεις γιά κανέναν λόγο. Στή ζωή ἔχουν ὅλοι τό ἴδιο δικαίωμα ἀνεξάρτητα ἀπό τήν κοινωνική θέση, τό οἰκονομικό ὑπόβαθρο ἤ τό πολιτικό ἀξίωμα.      
            Γιά νά μήν ὑπάρχουν ἠθικά προβλήματα καί δυσάρεστες συνέπειες  στό κεφάλαιο τῶν μεταμοσχεύσεων διατυπώθηκαν οἱ ἀκόλουθες ἀσφαλιστικές δικλεῖδες:
            α) Ἡ δόση μοσχεύματος νά γίνεται ἀπό γνήσια ἀγάπη καί ἀπό ἑτοιμότητα γιά θυσία. Ποτέ ἀνελεύθερα καί φυσικά μακριά ἀπό νομοθετήματα πού νά τήν ἐπιβάλλουν στήν περίπτωση τῆς μή ξεκάθαρης ἀρνητικῆς δήλωσης τοῦ δότη [37]. Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ περίπτωση, κάποιος νά δήλωσε ρητά τήν ἐπιθυμία του νά εἶναι δωρητής ὀργάνων καί νά μήν τό θέλουν οἰ δικοί του. Τότε τί γίνεται;
            β) Οἱ λῆπτες νά εἶναι συγγενεῖς καί καλοί φίλοι, γιατί ὅσο ἀπομακρύνεται κάποιος ἀπό τούς στενούς συγγενεῖς τόσο αὐξάνεται ἡ πιθανότητα ἐκμετάλλευσης τοῦ δότη.
            γ) Νά μή κινδυνεύει ἡ ὑγεία τοῦ δότη.
            δ) Νά εἶναι γνωστές στόν δότη ἐκ τῶν προτέρων ὅλες οἱ συνέπειες μιᾶς τέτοιας ἐπιλογῆς.
            ε) Νά ὑπάρχει δυνατότητα ψυχολογικῆς ὑποστήριξης.
            στ) Νά ἀποκλείεται κάθε μορφή ἐμπορευματοποίησης τῶν μοσχευμάτων. Ἁπλῶς εἶναι ἠθικό καί ἀναγκαῖο νά διασφαλίζεται ἡ δωρεάν ἰατρική βοήθεια, ὅταν αὐτή χρειαστεῖ [38].     



[1] Γ. ΚΟΥΜΑΝΤΟΥ, "Βιολογία καί οἰκογένεια", http://www.bioethics.org.gr/11_a.html 24.1.2006.
 [2] Βλ. Ν. ΜΑΤΣΑΝΙΩΤΗ, «Πότε ἀρχίζει ἡ ζωή», http://www.bioethics.org.gr/11_a.html 24.1.2006,  σ. 4.
 [3] Στό ἴδιο, σ. 5.
 [4] Βλ. σχετικά R. KOKSBERGEN (Hrsg.), Adoption. Grundlagen, Vermittlung, Nachbedeutung, Beratung, Freiburg in Br. 1993. W. BECHINGER/ B. WACKER (Hrsg.), Adoption und Schwangerschaftskonflicht, Idstein 1994.
 [5] Γονεῖς πού προστρέχουν στήν τεχνητή γονιμοποίηση, γυναίκα πού προσφέρει τό ὠάριο, ἄνδρας πού προσφέρει τό σπέρμα, γυναίκα πού προσφέρεται ὡς δανεική μητέρα. Γ. ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗΣ, Χριστιανική Ἠθική ΙΙ, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 587 κάνει λόγο γιά "πολυγονεϊκό παιδί" καί γιά "κατατεμαχισμό μητρότητας καί πατρότητας».
 [6] Βλ. τό σχετικό δημοσίευμα στό ΒΗΜΑ 15.1.2006, σ. Α26.
 [7] Βλ. μεταξύ ἄλλων ΚΛΑΔΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ἐκδ.), Ἐκκλησία καί μεταμοσχεύσεις, Ἀθῆναι 2002, σ. 251 ἑξ., 337 ἑξ. Π. Ι. ΜΠΟΥΜΗ, Μεταμοσχεύσεις, Ἀθῆναι 1999, σ. 38 ἑξ. 
 [8] Πράξη 397/16-6-1971 τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
 [9] ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, "Ἐκκλησία καί μεταμοσχεύσεις", σ. 4.
 [10] Στό ἴδιο, σ. 5.
 [11] Στό ἴδιο, σ. 5.
 [12] Ι. ΜΠΡΕΚ, ὅ.π., σ. 17.
 [13] Στό ἴδιο, σ. 17.
 [14] Βλ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, "Ἐκκλησία καί μεταμοσχεύσεις", σ. 3.
 [15] Λ. ΤΣΙΟΥΤΣΙΚΑ/ΣΤ. ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΥ/ΔΑΜΑΚΗΝΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Μεταμοσχεύσεις καί ἐγκεφαλικός θάνατος: Θεολογικἠ καί ἰατρική παρέμβασις», ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ 2004, σ. 533.
 [16] ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, "Ἐκκλησία καί μεταμοσχεύσεις», σ. 4.
 [17] Στό ἴδιο, σ. 4.
 [18] Ν. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ἐλεύθεροι ἀπό τό γονιδίωμα, Ἀθήνα (χ.χ.), σ. 318.
 [19] Ἰωάν. 15, 13. Ὁ Ν. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ παραπέμπει εὔστοχα στό περιστατικό τοῦ Γεροντικοῦ πού ἀναφέρεται στή διάθεση τοῦ ἀββᾶ Ἀγάθωνα νά ἀλλάξει τό δικό του σῶμα μέ τό σῶμα ἑνός λεπροῦ, ὥστε νά ἀποδείξει τήν τέλεια ἀγάπη (ὅ.π., σ. 335).
 [20] Ν. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ἐλεύθεροι ἀπό τό γονιδίωμα, σ. 355.
 [21] Γιά χίμαιρες καί ὑβρίδια βλ. H.-L. GÜNTHER/ R. KELLER (Hrsg.), Fortpflanzungsmedizin und Humangenetik, Tübingen 1991. P. BRANDT (Hrsg.), Zukunft der Gentechnik, Basel 1997, σ. 93 ἑξ. B. SILL (Hrsg.), Bio- und Gentechnologie  in der Tierzucht, Stuttgart 1996. Ι. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Μεταμοσχεύσεις ἱστῶν καί ὀργάνων, Ἀθήνα 1998, σ. 373 ἑξ. 
 [22] Βλ. Ν. ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗ, "Θεολογική προβληματική τῶν μεταμοσχεύσεων", ΚΛΑΔΟΥ ΕΚΔΟΣΕΩΝ...ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ἐκδ.), Ἐκκλησία καί μεταμοσχεύσεις, σ. 252.
 [23] ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΒΙΟΗΘΙΚΗΣ, "Γερμανία: Καμία ἀλαγή στόν νόμο γιά τά βλαστοκύτταρα", http://www.bioethics.gr 24.1.2006.
 [24] Βλ. σχετικά Ν. ΜΑΤΣΑΝΙΩΤΗ, ὅ.π.
 [25] Βλ. Ν. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ἐλεύθεροι ἀπό τό γονιδίωμα, σ. 312-313.
[26] Τήν ἐν λόγω παράμετρο συνάντησα στήν Εἰσήγηση τοῦ J. Gründel μέ θέμα: "Theologisch-ethische Aspekte zur Transplantationsmedizin” στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν τό 1995.  
 [27] Εἰσήγηση τοῦ J. Gründel μέ θέμα: "Theologisch-ethische Aspekte zur Transplantationsmedizin” στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν τό 1995. 
 [28] Ν. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ἐλεύθεροι ἀπό τό γονιδίωμα, σ. 323.
 [29] Βλ. στό ἴδιο, σ. 327.
 [30] Στό ἴδιο, σ. 323 ἑξ.
 [31] Βλ. Ε. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ, "Εὐθανασία", ΣΥΝΑΞΗ 68/1998, σ. 36.
 [32] Βλ. καί Ν. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ἐλεύθεροι ἀπό τό γονιδίωμα, σ. 321.
 [33] Βλ. περισσότερα στό ἴδιο, σ. 350 ἑξ.
 [34] Στό ἴδιο, σ. 325.
 [35] ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, "Ἐκκλησία καί μεταμοσχεύσεις", σ. 5.
 [36] Στό ἴδιο, σ. 6.
[37] Βλ.καί τό κείμενο τῆς ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΒΙΟΗΘΙΚΗΣ, "Τελευταία Εἰσήγηση: Νομοθετική ἀντιμετώπιση τῶν μεταμοσχεύσεων", http://www.bioetics.gr 18.1.2006.
[38] Οἱ ἀνωτέρω προϋποθέσεις λήφτηκαν ἀπό τήν Εἰσήγηση τοῦ J. Gründel μέ θέμα: "Theologisch-ethische Aspekte zur Transplantationsmedizin” στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν τό 1995.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου