21 Σεπ 2010

Μετάσταση Ιωάννου του θεολόγου

του Αρχιμανδρίτη Ιωήλ Κωνστάνταρου

Την μετάσταση του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου εορτάζει την Κυριακή η Αγία μας Εκκλησία, γι’ αυτό και το Αποστολικό ανάγνωσμα που θα ακούσουμε στους Ιερούς μας Ναούς, αποτελεί τμήμα της Α΄ Καθολικής του επιστολής.

Πριν περάσουμε στο καθ’ αυτό Ιερό κείμενο, να τονίσουμε κάτι για αυτή την ίδια την επιστολή. Το Ιερό αυτό κείμενο, γράφτηκε από τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη, εξ’ αφορμής του κινδύνου, τον οποίο δημιουργούσαν στην Εκκλησία οι ψευδοδιδάσκαλοι ,οι οποίοι και χαρακτηρίζονται ως πρόδρομοι και όργανα του αντιχρίστου, και αποκαλούνται από τον ίδιον τον Ιωάννη και αυτοί αντίχριστοι.

Με την επιστολή του αυτή, την οποία πιθανότατα συνέγραψε στην Έφεσο, κατά τον ίδιο περίπου χρόνο κατά τον οποίο συνέγραψε και το ιερό Ευαγγέλιο, ως κύριο σκοπό του έθεσε το να στηρίξει τους Χριστιανούς, τα πνευματικά του τέκνα, στην αληθινή πίστη και στην αδιάσπαστη επικοινωνία με αυτούς που γνώρισαν και ζούσαν την αυθεντική πίστη του Χριστού. «Μετά των αυτοπτών του Λόγου της ζωής».

Η συγκεκριμένη Αποστολική περικοπή, αποτελεί ένα θεολογικό αριστούργημα, προβάλλοντας μεταξύ των άλλων την μοναδική και ανυπέρβλητη αγάπη του Θεού προς εμάς. Είναι δε τόσο υψηλά τα νοήματα του Θεοπνεύστου Ευαγγελιστού, που πραγματικά μας καταλαμβάνει δέος από τον πρώτο κιόλας στίχο: «Θεόν ουδείς πώποτε τεθέαται. Εάν αγαπώμεν αλλήλους, ο Θεός εν ημίν μένει και η αγάπη αυτού τετελειωμένη εστίν εν ημίν» (Α' Ιωαν. δ' 12) Δλδ. Ποιος είναι στη φύση του και στην ουσία του ο Θεός, κανείς δεν τον έχει δει ποτέ. Και όμως ο αόρατος και ανώτερος πάσης κατανοήσεως Θεός, εάν αγαπώμεθα μεταξύ μας, μένει μέσα μας και την αγάπη του προς εμάς, την αισθανόμαστε τέλεια και πλήρη στο εσωτερικό μας!

Και τα καταγράφει αυτά ο άνθρωπος που έζησε επί τρία έτη κοντά στον Ιησού και τον αγάπησε όσον ουδείς άλλος. Γι’ αυτό άλλωστε και ένας εκ των υψηλών του τίτλων είναι «ο μαθητής της αγάπης», «ο μαθητής, ον ηγάπα ο Ιησούς» (Ιωάννου ΚΑ' 20). Και τούτο διότι ο Ιωάννης, ο υιός του Ζεβεδαίου, δεν είχε κρατήσει απολύτως τίποτε για τον εαυτόν του. Με μια μοναδική, τρυφερή, αγνή αγάπη, είχε δοθεί ολοκληρωτικά στον Κύριο, γι’ αυτό και ξεκάθαρα ομολογεί: «Και ημείς εγνώκαμεν και πεπιστεύκαμεν την αγάπην ην έχειν ο Κύριος εν ημίν...» (Α' Ιωαν. δ'16), δλδ. και εμείς έχουμε γνωρίσει δια της Χριστιανικής μας εμπειρίας και έχουμε πιστεύσει την αγάπη την οποία έχει προς εμάς ο Θεός. (Τρανό παράδειγμα αυτής της αγάπης, είναι η ενανθρώπισης του Υιού Του).

Το να θελήσει κανείς να περιγράψει την αγάπη του Θεού στον άνθρωπο και μάλιστα στον άνθρωπο αυτό που έχει πιστέψει σ’ Αυτόν και αγωνίζεται συνειδητά μέσα στο χώρο του Σώματός Του, δηλ. της Εκκλησίας, να ζήσει την Ευαγγελική ζωή, τούτο φίλοι μου είναι σαν να προσπαθεί κανείς με ένα απλό μολύβι στο χέρι, να μεταφέρει στο χαρτί την θερμότητα, το φως και την ζωή που χαρίζει στην πλάση ο ήλιος!...

Πράγματι, η αγάπη του Θεού, έχει τόση δύναμη και χάρη απερίγραπτη, που όταν φτάσει τις ανώτερες βαθμίδες της τελειότητας, ως αντάλλαγμα έχει να εξαφανίζει τον φόβο!

Ξεκάθαρος και στο σημείο αυτό ο Ευαγγελιστής που ο ίδιος ανήλθε στην υψηλή κορυφή της αγάπης του Θεού: «Φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ' η τελεία αγάπη, έξω βάλλει τον φόβον, ότι ο φόβος κόλασιν έχει, ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη» (Α' Ιωαν. δ'18), δλδ. Όποιος αγαπάει δεν φοβάται. Η τελεία αγάπη διώχνει τον φόβο. Γιατί ο φόβος σχετίζεται με την τιμωρία και όποιος φοβάται την τιμωρία δείχνει, πως δεν έχει φτάσει στην τέλεια αγάπη.

Αλλ' ας μη νομίσει κανείς ότι είναι δικό μας, ανθρώπινο το κατόρθωμα.

Ούτε πάλι να θεωρήσουμε ότι εμείς κάνουμε το πρώτο βήμα στην γνωριμία μας και στην αγάπη προς τον Θεό. Πώς είναι δυνατόν άλλωστε να γίνει αυτό, αφού η αγάπη του Θεού είναι όχι μόνο μια ανακάλυψις ή μια κατάστασις, αλλά είναι μια δωρεά και αποκάλυψις του Θεού, προς τον καλοπροαίρετο άνθρωπο.

Πρώτος κάνει την πρόσκλησή του ο Θεός. Ο Πατήρ δι Υιού εν Αγίω Πνεύματι, μας προσκαλεί, και κατόπιν εμείς ανταποκρινόμαστε θετικώς, μέσα στο πλαίσιο της προσωπικής μας ελευθερίας και της φυσιολογικής μας καταστάσεως, απαντούμε το ναι στην μοναδική αυτή πρόσκληση της θείας αγάπης: «Ημείς αγαπώμεν αυτόν, ότι αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α' Ιωαν. δ' 19) δλδ. Εμείς οι Χριστιανοί αγαπούμε τον Θεό, επειδή αυτός πρώτος μας αγάπησε και προηγήθηκε με την αγάπη του προς εμάς.

Είθε αδελφοί μου να κατανυγεί η σκληρή μας καρδιά στις συγκλονιστικές αυτές θείες αλήθειες, και να απαντήσουμε στην πρόσκληση του Θεού, μέσω του συνειδητού αγώνα στην αποδοχή των θείων δογμάτων και του Εκκλησιαστικού ήθους με το προσωπικό μας Ναι. «Λάλει Κύριε και ο δούλος σου ακούει».

«Ναι, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε» (Ιωαν. κα' 15).

Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου