25 Σεπ 2010

Η κρίση της ελληνικής παιδείας

Γεώργιος Ε. Κρασανάκης

Δέν θά ἦταν ὑπερβολή, ἄν λέγαμε ὅτι ἡ ἑλληνική παιδεία περνᾶ μιά κρίση, ὅτι ἀκολουθεῖ κρίσιμη καί παράκρημνη πορεία. Αὐτό ὁμολογοῦν ὄχι μόνο οἱ ἀντικειμενικοί κριτές, ἀλλά καί οἱ ἄμεσα ἐμπλεκόμενοι στίς διαδικασίες τῆς ἀγωγῆς, γονεῖς καί ἐκπαιδευτικοί. Πολλοί μάλιστα τονίζουν μέ ἔμφαση ὅτι ἡ κατάσταση ἔχει ὑπερβεῖ τά ὅρια τῆς ἀνοχῆς τῆς κοινωνίας. Λένε ὅτι ἡ ἐκπαίδευση νοσεῖ βαριά. Φοβοῦνται μήπως ἡ παιδεία μας ἔχασε τούς βασικούς της προσανατολισμούς.

Ἡ κρίση γίνεται μεγαλύτερη ἤ καί ἐπικίνδυνη ὅσο ἀνερχόμαστε τίς βαθμίδες τῆς ἐκπαίδευσης. Ἡ ἀνησυχία καί ἡ ἀβεβαιότητα γίνονται ὅλο καί πιό ἔντονες. Κατακτήσεις αἰώνων κλονίζονται. Δέν εἶναι μόνο ἡ ἔκδηλη ρευστότητα τῶν γενικῶν ἀρχῶν καί ἀξιῶν τῆς ἐκπαίδευσης πού ἐντυπωσιάζει. Εἶναι καί ἡ προκλητική ἄρνηση δοκιμασμένων παραδοσιακῶν μορφῶν ἀγωγῆς, ἡ ὁποία κρούει τίς πόρτες τῶν σχολείων καί τῶν σχολῶν τῆς χώρας μας.

Ἡ παιδεία μας περνᾶ κρίση, διότι κρίση περνᾶ καί ἡ κοινωνία μας. Οἱ ἀξίες τοῦ τόπου μας δοκιμάζονται ἔντονα ἀπό δυνάμεις ὁλοκληρωτικοῦ μηδενισμοῦ. Ἐπίβουλα καί ἐχθρικά χέρια προσπαθοῦν νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τά παραδοσιακά μας βάθρα. Καί τραβώντας τήν παράδοση ἀπό πάνω μας, τραβοῦν τίς ἴδιες τίς σάρκες μας, ὅπως τό φαρμακερό ἐκεῖνο ὑποκάμισο τό ὁποῖο «περιεβλήθη» ὁ μυθικός ἥρωας, ὁ «καταληφθείς ὑπό δυσανασχέτων ὀδυνῶν» προσπαθώντας νά τό σχίσει. Ὅμως, «μετ᾿ αὐτοῦ ἀπέσπα ἅμα τεμάχια ἐκ τοῦ πληγωθέντος σώματος».

Ἡ κρίση πού περνᾶ ἡ ἑλληνική παιδεία φαίνεται καθαρά στόν προσανατολισμό πού τείνει νά πάρει ἤ πού ἔχει ἤδη πάρει. Φαίνεται στήν ποιότητα τῆς ἀγωγῆς καί τῆς μορφώσεως πού παρέχουν τά ἐκπαιδευτικά μας ἱδρύματα. Φαίνεται στίς θανάσιμες πληγές πού δέχονται ἀπό ἐχθρικές δυνάμεις οἱ ἀστείρευτες πηγές τῆς ἑλληνικότητάς μας, τῆς κλασικῆς καί τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσής μας.

Πολλές φορές ἀγωνιοῦμε γιά τήν ἀπειλή τῆς ἐδαφικῆς μας ἀκεραιότητας, γιά τήν ἀπειλή τῶν χερσαίων, ἐναέριων καί θαλάσσιων δικαιωμάτων τῆς χώρας μας. Ὑπάρχει ὅμως καί μιά ἄλλη μεγάλη ἀπειλή. Εἶναι ἐκείνη τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας, τῶν αἰώνιων ἀρετῶν τῆς φυλῆς μας, ἡ ὁποία ἔλαμψε καί ἀκτινοβόλησε στόν παγκόσμιο ὁρίζοντα.

Στόν κορμό τῆς ὀργανωμένης παιδείας μας πέρασαν ἐπικίνδυνες γραμμές καί ἰδεολογίες, οἱ ὁποῖες προσέβαλαν βάναυσα τήν ἀστείρευτη ζωτική μας ὁρμή, τή διαύγεια τῆς πνευματικῆς μας ὁράσεως, καθώς καί τό φωτεινό καί λαμπρό πρόσωπο τοῦ ἀναπτυσσόμενου Ἕλληνα. Τήν πορεία αὐτή χάραξαν δυνάμεις πού ἀπείλησαν καί ἀπειλοῦν νά κόψουν τόν χαρισματικό λῶρο πού μᾶς συνέδεε μέ τήν ἀρχαία ἑλληνική καί τή χριστιανική γραμματεία, οἱ ὁποῖες ἔθρεψαν ἐπί αἰῶνες τήν ἑλληνικότητά μας καί κράτησαν τόν λαό μας ὄρθιο μπροστά στίς ποικίλες ἐπιβουλές πού δέχθηκε.

Ἀλήθεια, ποιά σχέση μπορεῖ νά ἔχει ὁ σημερινός σκοπός τῆς παιδείας μας μέ τό κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ἤ μέ τό ἑλληνορθόδοξο ἦθος τῶν διακηρύξεων τοῦ Μακρυγιάννη; Κι ἀκόμα, γιατί νά μή συνδέουμε, μέσα ἀπό τούς σκοπούς τῆς ὀργανωμένης Ἐκπαίδευσής μας, τό σύγχρονο μέ τό αἰώνιο; Γιατί νά μήν ἐκπαιδεύουμε πολίτες σύγχρονους μέ ἔντονη τή συνείδηση τῆς ἀποστολῆς τους, ὅπως τήν ἐπιτάσσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ; Γιατί νά μήν θέσουμε ὡς σκοπό τῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν μας τήν κατάκτηση τῆς ἁγιότητας; Ἄλλωστε, αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμός μας (Α΄ Θε 4,3). Μέσα στόν εὐρύ αὐτό σκοπό χωροῦν τά πάντα. Ὁ ἅγιος μπορεῖ νά εἶναι καί σπουδαῖος ἐπιστήμονας, τεχνίτης ἤ ἐργάτης. «Ἐν τῷ μείζονι τό ἔλασσον».

Ἡ κρίση τῆς παιδείας μας δέν φαίνεται μόνο στό σκοπό καί τούς στόχους πού θέτει ἀλλά καί στήν ποιότητα τῆς ἀγωγῆς καί τῆς μορφώσεως πού προσφέρει. Θά ἀναφέρουμε ἕνα συγκεκριμένο παράδειγμα, ἐκεῖνο τῆς γλώσσας, πού ἀποτελεῖ τό κυριότερο χαρακτηριστικό τῆς ἑλληνικότητάς μας.

Δέν θά ὑπερβάλλαμε, ἄν λέγαμε ὅτι ἡ ἑλληνικότητά μας εἶναι ἡ γλώσσα μας. Μαθαίνοντας τήν ἑλληνική γλώσσα βαθαίνουμε τήν ἑλληνικότητά μας. Κι ἀντίθετα, ὅσο πτωχότερη εἶναι ἡ γλωσσική μας κατάρτιση, τόσο μεγαλύτερος εἶναι ὁ κίνδυνος νά χάσουμε τήν ἑλληνικότητά μας. Καλλιεργώντας τή γλώσσα μας, πλησιάζουμε περισσότερο τή φωνή τῶν προγόνων μας, τίς πηγές τῶν ὑδάτων πού πότισαν τό δένδρο τοῦ γένους μας. Καί γλώσσα μας, ἄς τό ὑπογραμμίσουμε, δέν εἶναι μόνο ἡ νεοελληνική ἀλλά καί ἡ ἀρχαία καί ἡ μεσαιωνική. Εἶναι ὁ ἑλληνικός λόγος ἀπό τόν Ὅμηρο μέχρι τόν Σεφέρη καί τούς ἄλλους σύγχρονους δόκιμους ἐκφραστές του.

Αὐτός ὁ ἑλληνικός λόγος, πού ἔγινε καί γίνεται ἀντικείμενο πολλῆς ἀγάπης ἀπό ξένους ἐπιστήμονες καί διδάσκεται ἐπίσημα σέ σχολεῖα καί σέ πανεπιστημιακές σχολές πολιτισμένων λαῶν, ἔγινε ἀντικείμενο ἐχθρικῶν ἐπιβουλῶν στόν τόπο πού τόν γέννησε.

Δέν εἶναι μόνο ἡ περιθωριοποίηση τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Εἶναι καί ἡ κακοποίηση τῆς νέας ἑλληνικῆς, ἡ ὁποία διδάσκεται χωρίς σεβασμό τοῦ συντακτικοῦ καί τῆς γραμματικῆς της, μέ ἀποτέλεσμα τήν ἐλλιπῆ κατάρτιση τῶν μαθητῶν. Τά «μαργαριτάρια» πού βλέπουμε στά γραπτά τους δοκίμια μᾶς πείθουν πώς ἔτσι ἔχουν τά πράγματα. Μικρό δεῖγμα τῆς κατάστασης αὐτῆς ἀποτελοῦν οἱ παρακάτω λέξεις, τίς ὁποῖες σταχυολογήσαμε ἀπό γραπτά δοκίμια φοιτητῶν: «Ἐπιδή, τηλεώραση, καλήτερος, χωρείς, ἐπεικίνδηνος, ηλικό, υλικία, τόρα, γωνεῖς, σκοτόνουν, σχωλεῖο, φενόμενο, πέζω, ίσος, πρώσοπο, ειλικρίνια, συζίτηση, δυστιχώς, επυτιχία».

Ἡ ἀνεπάρκεια τῆς γλωσσικῆς μας παιδείας δέν πρέπει νά ἀποδοθεῖ μόνο στή σχολική ἐκπαίδευση. Ὑπάρχουν καί ἄλλοι παράγοντες πού ἔδρασαν καί δροῦν ἀρνητικά στό μεγάλο αὐτό ἐθνικό μας κεφάλαιο. Δέν εἶναι ὅμως μόνο τά γλωσσικά μαθήματα πού δεινοπαθοῦν. Εἶναι καί τά ἀνθρωπιστικά, καί μάλιστα τά θρησκευτικά. Κάτω ἀπό τήν πίεση καί τή σκληρή περιφρόνηση τῶν ἠθικῶν καί μεταφυσικῶν ἀξιῶν, οἱ νέοι μας θεώρησαν τήν ἠθική καί θρησκευτική ἀγωγή ὡς θέματα ξεπερασμένα. Ἰδιαίτερα περιφρονήθηκαν καί περιφρονοῦνται ἀπό πολλούς τά ὀρθόδοξα δόγματα, τά ὁποῖα εἶναι ζωή καί φῶς. Εἶναι ἡ φλόγα τῆς μυστηριώδους βάτου, πού φλέγεται χωρίς νά καίγεται.

Κοινή εἶναι διαπίστωση ὅτι ἠθική ἀγωγή τῶν μαθητῶν ὅλων τῶν βαθμίδων εἶναι ἀνεπαρκής. Αἰώνιες ἠθικές ἀρχές κρίνονται ὀρθολογικά καί ἀπορρίπτονται. Ὁ ὀρθολογισμός ὅμως δέν μπορεῖ νά θεμελιώσει ἠθικές ἀξίες. Οἱ ἀκατάλυτες καί αἰώνιες ἠθικές ἐπιταγές δέν μπαίνουν σέ ὀρθολογικά καλούπια, ἀλλά ὑφαίνονται ἀπό κάθε ἄτομο μέ πολύ κόπο καί θυσίες πολλές.

Χαράσσοντας τίς γραμμές αὐτές, δέν ἐπιθυμοῦμε νά καλλιεργήσουμε ἕνα πνεῦμα ἀπαισιοδοξίας. Ἀντίθετα, θέλουμε νά προβληματίσουμε καί νά συγκινήσουμε «τούς δυναμένους φέρειν ὅπλα». Κι αὐτοί εἶναι οἱ γονεῖς, οἱ ἐκπαιδευτικοί ὅλων τῶν βαθμίδων, οἱ ἐκκλησιαστικοί καί οἱ πολιτικοί παράγοντες.

Γεώργιος Ε. Κρασανάκης, Καθηγητής Πανεπιστημίου. Περιοδικό «Απολύτρωσις»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου