24 Σεπ 2010

Η αγάπη του Θεού. ( Κυριακή Α΄ Λουκά)

ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ

To αποστολικό αυτό ανάγνωσμα έχει επιλεγεί προς τιμήν τοΰ αγίου Ιωάννου του εύαγγελιστού, τήν μετάσταση του οποίου τιμά σήμερα ή Εκκλησία μας. Είναι ένα απόσπασμα άπό τήν πρώτη επιστολή του, όπου ό Μαθητής της αγάπης μας περιγράφει τό μυστήριο της αγάπης του Θεού. Γράφει: Κανείς δέν έχει δει ποτέ ποιος είναι στήν ουσία του ό Θεός. Και όμως, έάν έμείς αγαπάμε ό ένας τόν άλλον, ό Θεός πού εΐναι αόρατος καί άπερινόητος, μένει μέσα μας- κι έμεΐς αισθανόμαστε την αγάπη του τέλεια μέσα μας. Άπ' αυτό τό σημείο γνωρίζουμε ότι μένουμε σ' Αυτόν και Αυτός σέ μας: άπό τό ότι μας έχει δώσει τό Άγιον Πνεϋμα του. Κι επιπλέον έμείς οι Απόστολοι έχουμε δει μέ τά μάτια μας καί μαρτυρούμε ότι ό Πατήρ έστειλε τόν Υιό του ώς σωτήρα τοΰ κόσμου και εκδήλωσε έτσι σέ μας τήν τέλεια αγάπη του. Όποιος πιστεύει καί ομολογεί μέ όλες του τις δυνάμεις ότι ό Ίησούς εΐναι ό Υιός του Θεού πού έγινε άνθρωπος, ό Θεός μέ νει μέσα του, κι αυτός μένει ενωμένος μέ τόν Θεό. Κι έμείς έχουμε γνωρίσει μέ τή χριστιανική μας πείρα και έχουμε πιστέψει στήν αγάπη πού μας έχει ό Θεός. Τρανό δείγμα αυτής τής αγάπης εΐναι ή ενανθρώπηση τοΰ Yioύ του. Ό Θεός είναι αγάπη, και «ό μένων έν τη αγάπη έν τω Θεώ μένει και ό Θεός έν αύτώ»- εκείνος πού μένει στήν αγάπη του και τήν άσκεί, μένει ενωμένος με τον Θεό, και ό Θεός μένει μέσα σ' αυτόν.

Άπ' όλα λοιπόν αυτά πού μας λέει ό αγαπημένος μαθητής του Χριστού, κατανοούμε ότι ή αγάπη δέν εΐναι απλώς μία αρετή ή έστω ή μεγαλύτερη αρετή. Αλλά εΐναι ό αναγκαίος όρος γιά νά γνωρίσουμε τόν Θεό και νά ζήσουμε μαζί Του. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Διότι πώς μπορούμε νά ζήσουμε μέ τόν Θεό τής αγάπης, όταν δέν Του μοιάζουμε; Πώς νά απολαύσουμε τις πνευματικές εμπειρίες τής αγάπης του, όταν μέσα μας φωλιάζουν τά πάθη τής κακίας; Γιά νά ζήσουμε μέ τόν Θεό, πρέπει νά έχουμε στήν ψυχή μας τά χαρακτηριστικά τής αγάπης του. Μόνο τότε θά μπορέσουμε νά Τόν γνωρίσουμε και νά ζήσουμε αληθινό μαζί Του. Έτσι θά γευόμαστε τή θεία αγάπη σέ τέτοιο βαθμό, ώστε καθημερινά θά αισθανόμαστε τήν καρδιά μας νά πλημμυρίζει άπό χαρά και ειρήνη. Θά βλέπουμε νά διαλύονται τά σκοτάδια των πειρασμών και τών δοκιμασιών μας, νά απομακρύνεται κάθε αγωνία άπό τή ζωή μας. Διότι στά βάθη τής καρδιάς μας θά είναι ό ίδιος ό Θεός, ό Όποιος «αγάπη εστί». Τότε θά επιθυμούμε διακαώς νά φύγουμε άπό αύτη τή ζωή γιά νά ζούμε αιωνίως μέ τόν λατρευτό μας Κύριο.

ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΦOBOΣ

Στη συνέχεια ό απόστολος Ιωάννης γράφει ότι τό σημάδι γιά νά καταλάβουμε ότι ή αγάπη έφθασε σέ τέλειο βαθμό μέσα μας, είναι τό νά περιμένουμε άφοβα, μέ θάρρος, τήν ήμερα τής Κρίσεως. Και θά έχουμε τήν παρρησία αυτή εκείνη τήν ήμερα, διότι μέ τήν αγάπη γινόμαστε όμοιοι μέ τόν Κριτή, πού θά μας κρίνει. Όπως δηλαδή είναι τώρα ό Χριστός στον ουρανό γεμάτος αγάπη, έτσι γινόμαστε κι έμείς στόν κόσμο· δηλαδή γεμάτοι αγάπη ανάμεσα στόν κόσμο αυτόν, πού δέν έχει τήν αγάπη. Διότι όποιος αγαπά δέν φοβάται τόν Κριτή νιώθοντας ένοχος γιά τις αμαρτίες του, γιά τις όποιες θα δώσει λόγο. Άλλα «ή τελεία αγάπη έξω βάλλει τόν φόβον». Απομακρύνει άπό τήν ψυχή μας κάθε φόβο και ιδιαιτέρως τόν φόβο τής αιωνίου Κολάσεως. Διότι ό φόβος αυτός βασανίζει τόν άνθρωπο πού αισθάνεται ένοχος, και αποδεικνύει ότι αυτός δέν έχει γίνει τέλειος στήν αγάπη. Έμείς ομως oi πιστοί αγαπούμε τόν Θεό, επειδή Αυτός πρώτος μας αγάπησε.

Στο δεύτερο αυτό τμήμα του ιερού αναγνώσματος ό απόστολος Ιωάννης μας λέει ότι τό σημάδι πού δείχνει σέ ποιό βαθμό πνευματικής τελειώσεως έχουμε φθάσει, είναι ή αγάπη. Μιά αγάπη πού διώχνει κάθε φόβο άπό μέσα μας. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Διότι όταν είμαστε αρχά ριοι στήν πνευματική ζωή, ζούμε διαρκώς μέ τό φόβο της Κολάσεως. Επειδή πέφτουμε εύκολα στήν αμαρτία, γεμίζουμε μέ τύψεις και ένοχες, κι αυτό μας ταλαιπωρεί και μας βασανίζει. Όσο ό μως περισσότερο αγαπούμε τόν Κύριο, τόσο περισσότερο θέλουμε νά τηρούμε τις εντολές του- όχι διότι φοβόμαστε τήν Κόλαση, άλλα επειδή δεν θέλουμε νά Τόν στερηθούμε ποτέ. Γι' αυτό και κάνουμε καθετί για νά μήν Τόν χάσουμε. Ή μεγάλη μας αγάπη προς Αυτόν μας κάνει νά μισούμε τήν αμαρτία, νά θέλουμε νά νεκρώνουμε καθημερινά τόν παλαιό άνθρωπο και νά ζοΰμε δι αρκώς όπως θέλει ό Κύριος μας.

Επιπλέον όταν κάποιον τόν αγαπού με, δέν τόν φοβόμαστε. Κι όταν αγαπού με αληθινό τόν Θεό, πού μας αγαπά μέ άπειρη αγάπη, δέν είναι δυνατόν νά αισθανόμαστε τρόμο μπροστά Του. Τόν σεβόμαστε βέβαια ώς Θεό μας. Άλλά δέν Τόν τρέμουμε όπως οί άνθρωποι της Παλαιάς Διαθήκης, ή όπως θά Τόν τρέμουν ατή Δευτέρα Παρουσία όσοι Τόν πολέμησαν ή Τόν περιφρόνησαν. Όταν αγαπούμε τόν Θεό, φεύγει άπό πάνω μας κάθε αγωνία και φόβος. Δέν φοβόμαστε ούτε τόν θάνατο, οϋτε τή μέλλουσα Κρίση, άλλά τήν περιμένου με μέ προσδοκία και θάρρος. Διότι αν υπομονούμε νά ατενίσουμε τό πρόσω πο του λατρευτού μας Κυρίου και νά ζούμε αιώνια μαζί Του σέ μία κοινωνία αγάπης τέλειας και παντοτινής.

Μιά τέτοια αγάπη είχε και ό ευαγγελιστής της αγάπης άγιος Ιωάννης ό Θεολόγος. Αγάπησε μέ μοναδική αγάπη τόν Χριστό και αγαπήθηκε άπό Αυτόν. Και σ' όλη του τή ζωή μέ τό παράδειγμα και μέ τή διδασκαλία του αυτό κήρυττε διαρκώς: «αγαπάτε αλλήλους».

«Ο ΣΩΤΗΡ» Τεῦχος 2007 1-9-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου