8 Μαΐ 2010

Σκέψεις για τη μετάφραση των κειμένων της λατρείας

του Αρχιμανδρίτη Χρίστου Κυριαζόπουλου

Πρίν κἄν ἀρχίσουμε νά συνειδητοποιοῦμε τί σημαίνει γιά τόν κα θένα μας καί γιά τήν πατρίδα μας ἡ οἰκονομική κρίση στήν οποία ἀρχίζουμε νά διολισθαίνουμε καί ποιές οἱ πιθανές μελλοντικές παρενέργειές της στίς ποικίλες πτυχές τοῦ ἐθνικοῦ ἀλλά καί τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου, βρεθή κα με αἴφνης ἐνώπιον ἑνός ἄλλου μείζονος προβλήματος. Κάποιες φωνές, μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία, ζητοῦν ἐπι μόνως καί ἐπειγόν ως τή μετάφραση τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων. Πιστεύουν μᾶλλον πώς, ἄν αὐτό συμβεῖ, θά γεμίσουν οἱ ναοί ἀπό κόσμο, καί ἰδιαίτερα ἀπό νέους ἀνθρώπους. Σέ ὧρες πού ἡ ἐθνική σύμπνοια εἶναι ἀναγκαία ὅσο ποτέ, ἀνοίγουν ἕνα ἐσωτερικό μέτωπο ἐντάσεων καί συγκρούσεων. Μήπως ἄραγε προτίθενται νά θέσουν ὁσονούπω ἐπίτάπητος καί ἄλλα θέματα ἐνώπιον τῶν ὁποίων τά ζητήματα τά σχετικά μέ τή γλώσσα θά ὠχριοῦν; Γιά τό θέ μα τῶν μετα φρά σεων θά ἐκθέσουμε ταπεινά ἐλά χι στες σκέψεις.

Εἶναι εὔλογο τέτοιες προτάσεις, ὅταν μάλιστα ἐντέχνως συνοδεύονται ἀπό φλύαρα καί ὑπερφίαλα φραστικά καρυκεύματα καί ὕβρεις σέ βάροςἐκείνων πού τολμοῦν να διαφωνήσουν μαζί τους, ἀπό ποῦ ἄραγε οἱἄνθρωποι αὐτοί ἀντλοῦν ὅλη αὐτή τήν ὑπεροψία; -νά βρίσκουν ἀπήχησησέ πολλούς καλοπροαίρετους πιστούς. Ποιός δέν θά ἤθελε νά κατανοεῖ ὅλα ὅσα ἀκούει στήν ἐκκλησία! Ὅμως εἶναι τοῖς πᾶσιγνωστό ὅτι ἡ μετάφραση δέν ὁδηγεῖ αὐτο μάτως στήν κατανόηση κανενός κειμένου, πολλῷ μᾶλλον κειμένων λειτουργικῶν, μέ βαθύτητα θεολογική καί λεπτές δογματικές διατυπώσεις. Οἱ παλαιότεροι θά θυμοῦνται τις πολύωρες ἀναλύσεις τῶν λογοτεχνικῶν κειμένων στο σχολεῖο καί οἱ νεώτεροι γνωρίζουν ὅτι στό μάθημα τῆς λογοτεχνίας γυμνασίου καί λυκείου οἱ περισσότερες ἐρωτήσεις τῶν ἐξετάσεων, προφορικῶν καί γρα πτῶν, ἐλέγχουν τήν κατανόηση τῶν κειμένων. Κειμένων, φυσικά, γραμμένων στή δημοτική γλώσσα. Οἱ φιλόλογοι μποροῦν νά μᾶς βεβαιώσουν πόσο δυσκολεύονται σήμερα οἱ περισσότεροι μαθητές τῆς Γ΄ Λυκείου στήν κατανόηση ἑνός κάπως δύσκολου δοκιμίου, κι ἄς εἶναι γραμμένο σέ ἁπλούστατη δημοτική. Ἡ ἑρμηνεία και ἡ κατανόηση τῶν ἁγιογραφικῶν καί λειτουργι κῶν κειμένων εἶναι, κατά μείζονα λόγο, πάντοτε ἀναγκαία. Σ’ αὐτήν στοχεύουν τά ἑρμηνευτικά βιβλία πού, δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχουν ἐν ἀφθονίᾳ καί ὁλο ένα κυκλοφοροῦν καινούργια. Ἀρκεῖ νά τά μελετοῦμε. Σ’ αὐτήν ἀποβλέπει καί τό κήρυγμα καί ὁ ἐν γένει ποικιλότροπος διδα κτι κός λόγος τῆς Ἐκ κλησίας.

Τά Εὐαγγέλια εἶναι γραμμένα σέ πολύ ἁπλά ἀρχαῖα ἑλληνικά. Ὅταν στη θεία λειτουργία διαβάζονται χωρίς κανένα λάθος καί εὐκρινῶς, πιστεύουμε πώς εἶναι ἀπολύτως κατανοητά ἀπό ὅλους. Ἡ ἑλληνιστική κοινή, τῆς ὁποίας, ὡς γνωστόν, ἡ Καινή Διαθήκη ἀποτελεῖ τήν ἁπλούστερη μορφή, ἀγαπήθηκε καί μιλήθηκε μέσα σέ λιγότερα ἀ πό σαράντα χρόνια ἀπό τόν θάνατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου - ἔργο βέβαια τῆς Θείας Προνοίας - ἀπό μύριους ἀλλόγλωσσους λαούς τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Μεσογείου ὡς καθημερινή τους γλώσσα. Ὡρισμένοι φρονοῦν πώς οἱ Νεοέλληνες οὔτε τήν ἀγαποῦμε οὔτε εἶναι γλώσσα μας. Κάνουν τραγικό λάθος!

Στήν ἴδια ἁπλή, σχετικά, γλώσσα εἶναι διατυπωμένα τά εἰρηνικά, οἱ συναπτές, ἡ ἐκτενής, τά πληρωτικά. Ἡ ἐπανάληψη τά καθιστᾶ πιό προσιτά. Οἱ εὐχές, πλουσιώτατες σέ νοήματα, θά ἄξιζε νά ἀναλύονται ἀπό τούς ἁρμοδίους. Ἡ ὑποβολή καί ἡ ποιητική χροιά εἶναι σ’ αὐτές ἰδιαίτερα ἔντονη, γεγονός πού δυσκολεύει τή μετάφρασή τους.

Τά ἀποστολικά ἀναγνώσματα εἶναι ἐπίσης εὐκολονόητα κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἀπαγγέλλονται βέβαια ἐμμελῶς, ἴσως κάπως περισσότερο ἀπό τά Εὐαγγέλια, ἀλλά δέν παύουν νά εἶναι ἀναγνώσματα. Αὐτό δέν πρέπει νά τό ξεχνοῦν οἱ ἱεροψάλτες μας. Καί βέβαια πρίν τά διαβάσουν νά εἶναι ἄριστα προετοιμασμένοι.

Θεωροῦμε ἐντελῶς περιττή τήν ἀνα φορά σέ μιά πιθανή μετάφραση τῶν ὑμνογραφικῶν κειμένων. Αὐτά εἶναι ποιήματα, μέσα στά ὁποῖα συμπλέκονται μέλος, δύσκολη μετρική καί ὑψηλή δογματική θεολογία τῆς ὁποίας ἡ ἀκρίβεια θά κινδυνεύσει μέ τή μετάφραση νά δια κυβευθεῖ. Ἐδῶ δέν νομίζου με πώς μπορεῖ κἄν νά τεθεῖ θέμα συζητή σεως.

Δέν ἀποτελεῖ, ἐξάλλου, ἀξιόπιστο ἐπιχείρημα τό γεγονός ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες μετέφρασαν κάποτε στή σλαβική τά ἐκκλησιαστικά κείμενα καί τά μεταφράζουν καί σήμερα στίς γλῶσσες τῶν λα ῶν μεταξύ τῶν ὁποίων δραστηριοποιοῦνται ἱεραποστολικά. Γιά τούς λαούς αὐτούς ἡ ἑλληνική ἦταν καί εἶναι μιά ξένη γλώσσα. Γιά μᾶς προφανῶς καί δέν εἶ ναι!

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ άγιος Νικόδημος ὁ Ἁγι ορείτης καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἅγιοι Πατέρες τῶν ὑστεροβυζαν τινῶν χρόνων καθώς καί τῶν ὕστερων χρόνων τῆς τουρκοκρατίας δέν μετέφρασαν τά ἱερά κείμενα γιά λα τρευτική χρήση - ἄν καί θά τούς ἦταν εὔκολο - κι ἄς ἦταν καί τότε δυσνόητα γιά τούς πολλούς. Μόνον τά ἑρμήνευσαν. Καί οἱ ἑρμηνεῖες τους εἶναι πολύτιμες καί αὐθεντικές.

Τά λειτουργικά, ἀλλά καί ἄλλα κείμενα πού ἀναγινώσκονται συχνά στήν Ἐκκλησία, οἱ τακτικά ἐκκλησι αζόμενοι ἄνθρωποι, κι ὅταν ἀκόμη εἶναι ὀλιγογράμματοι, δέν ἀδυνατοῦν νά τά κατανοήσουν. Ἡ ἐπανάληψή τους καί ὁ συνδυασμός τους μέ ἄλλα παρεμφερῆ ἀκούσματα τούς βοηθοῦν νά συλλάβουν τό γενικό νόημα. (Ἔτσι δέν συμβαίνει κι ὅταν κάποιος γλωσσομαθής διαβάζει ἕνα ξενόγλωσσο κείμενο δυσκολώτερο ἀπό τίς δυνατότητές του;) Οἱ μοναχοί μάλιστα καί οἱ φωτισμένοι ἄνθρωποι εἶναι πολύ συχνά σέ θέση νά ἐμβαθύνουν καί σέ δύσκολα νοήματά τους, κι ἄς μήν εἶναι ἐγγράμματοι, κάτι πού εἶναι δύσκολο σέ μή ἐκκλησιαζόμε νους μορφωμένους. Ὅποιος ἀμφιβάλλει περί αὐτοῦ, μπορεῖ νά κάνει μια μι κρή σχετική ἔρευνα.

Οἱ ἱερεῖς μποροῦν νά βεβαιώσουν ὅτι κατά τίς ἱεροπραξίες εὐσεβεῖς ἄνθρωποι ὀλίγων γραμμά των διαβάζουν τούς ἀποστόλους καί κατανοοῦν τά ἄλλα ἀνα γνώσμα τα πολύ καλύτερα ἀπό τούς πολύ μορφωμένους οἱ ὁποῖοι δέν ἐκκλησιάζονται καί γι’ αὐτό τούς λείπει ἡ ἐξοικείωση καί ἡ σχετική ἐν τῇ πράξει παιδεία. Ὅλοι ἐπίσης γνωρίζουμε πώς τά νήπια καί τά βρέφη πού οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς τους τά παίρνουν μαζί τους κάθε Κυριακή στήν Ἐκκλησία ἀπολαμβάνουν φρόνιμα καί μέ συναίσθηση τή θεία λειτουργία.

Ἡ θεία λειτουργία δέν εἶναι ἁπλά καί μόνο μιά τελετή στήν ὁποία παριστάμεθα καί προσπαθοῦμε λογικῶς νά κα τανοήσουμε. Εἶναι περιοχή μυστηρίου τό ὁποῖο χάριτι Θεοῦ βιώνουμε. Ἔχουμε συνηθίσει οἱ Ἕλληνες τή γλώσσα της καί μᾶς ἀρέσει καί μᾶς ἀνεβάζει πνευματικά. Τή θεωροῦμε κάπως καί τήν αἰσθανόμαστε ὡς ἀναπόσπαστο μέρος τῆς λατρείας τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Καί στό κάτω κάτω ἡ Ἐκκλησία μέ τή λατρεία της εἶναι ὁ μόνος θεσμός πού συνεχίζει ἀκόμη νά μᾶς διδάσκει τίς διαχρονικές μορφές τῆς γλώσσας μας μέ τρόπο φυσικό καί ἀβίαστο και εὔληπτο. Θά μπορούσαμε νά ἐπιχειρηματολογήσουμε ἐπ’ αὐτοῦ, ἀλλά δέν εἶναι τοῦ παρόντος. Ἄς μή τή σχετικοποιοῦν οἱ διαφωνοῦντες οὔτε ὑπερβολικά νά ὑποτιμοῦν τήν ἀξία της οὔτε νά τήν εὐτελίζουν. Θά εἶναι πάντοτε πρωταρχικό στοιχεῖο ὄχι μόνο τοῦ πολιτισμοῦ μας ἀλλά καί τοῦ πολιτισμοῦ ὅλων τῶν χριστιανικῶν λαῶν. Μνημεῖο, ἐν τέλει, ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος! Ἄς μᾶς ἀφήσουν, ἐπί τέλους, νά τή χαιρόμα στε.

Ἔχουμε, γιά νά τό ποῦμε ἀπερίφραστα, τήν αἴσθηση πώς αὐτοί πού μέ πάθος καί ἔπαρση ὑποστηρίζουν τόν μονόδρομο τῆς μετάφρασης τῶν ἱερῶν κειμένων ἀκολουθοῦν τή λογική ἐ κείνων πού κατήργησαν ἐν μιᾷ νυκτί τό πολυτονικό, ἀσκώντας τότε ἕνα δημόσιο καί βίαιο ἐξαναγκασμό, πού κατήργησε μιά ιστορική παράδοση αἰώνων, καθώς καί ἐκείνων πού κάποτε καμάρωσαν πώς «ἔθαψαν» τήν καθαρεύουσα - ὡς δυνατότητα διδασκα λίας - «θάβοντας» μαζί της κι ἕνα θησαυροφυλάκιο λογοτεχνίας καί ἐπιστημονικῆς γνώσης. Εἶναι κρίμα πού στή διδακτική πράξη ὁδεύουν πρός κατάργηση ὁ Κάλβος, ὁ Βιζυηνός, ὁ γλυκύτατος Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Θά ἦταν κρίμα μας μεγαλύτερο ἄν ὑ περφίαλοι ἐξοβελίζαμε ἀπό τήν ἐκκλησιαστική καί τήν ἐθνική μας ζωή τούς ἁγίους Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, Βασίλειο τόν Μέγα, Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, Ρωμανό τόν Μελωδό, Κοσμᾶ τόν Μελωδό, Ἀνδρέα τόν Κρήτης, Κασσιανή τήν ὁσία καί τόσους ἄλλους κορυφαίους δημιουργούς μας, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν πνευματικά ἀναστήματα τοῦ παγκόσμιου πολιτισμοῦ. Θά ἦταν σάν νά ἀπεμπολούσαμε οἱ Νεοέλληνες τόν ἑαυτό μας.

Θεωροῦμε περισσότερο ἀπό βέβαι οπώς ἄν γίνει τό λάθος καί τεθεῖ ἐπισήμως ἕνα τέτοι ο θέμα πρός διάλογο, θά μπεῖ ἡ Ἐκκλησία σ’ ἕνα φαῦλο κύκλο ἀτέρμονων συζητήσεων, προτάσεων, πειραματισμῶν, διαφωνιῶν καί ἀντεγκλήσεων καί θά προκύψουν πολλά, ἴσως και τελεί ως ἀπρόβλεπτα προβλήματα, τά ὁποῖα δέν θα θέλαμε οὔτε νά φαντασθοῦμε. Θά πρέπει νά ἀναλογισθεῖ ὁ καθένας πολύ σοβαρά τίς προσωπικές του εὐθύνες γιά τήν ἀ πώλεια τῆς εἰρήνης τῶν ψυ χῶν καί τόν σκανδαλισμό και τή διαίρεση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Πιστεύου με ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος, τῆς ὁποίας ἡ ἁρμοδιότητα εὐθέως τίθεται ὑπό ἀμφισβήτηση ἀ πό ὡρισμένους ὑπέρμαχους τῆς ἀλλαγῆς, δέν θά ὑποκύψει στίς πι έσεις οἱ ὁ ποῖες τῆς ἀσκοῦνται.

Ἄς συνεχίσουμε νά ἐργαζόμαστε ὅλοι μαζί, μηδενός ἐξαιρουμένου, γιά τήν καλύτερη κατανόηση τῶν κειμένων τῆς λατρείας ἀπό ὅλους τους πιστούς. Τό ἐγχείρημα δέν εἶναι εὔκολο, ἀλλά ἀποτελεῖ χρέος τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Κύριος θά βοηθήσει πλούσια. Ὅταν πονᾶ ε τά μάτια μας, δέν τά βγάζουμε. Πασχίζουμε νά τά θεραπεύσουμε. Ἄς ἀγαπήσουμε σάν τά μάτια μας τήν ἐκκλη σι αστική μας γλωσσική παράδοση. Ὁ ἀσκός τοῦ Αἰό λου ἀνοίγει εὔκολα. Τό πρόβλημα εἶναι πώς δύσκολα κλείνει.

Ἀρχιμανδρίτης

Χρίστος Κυριαζόπουλος

Ph. D. Βυζαντινῆς Ἱστορίας

M. Sc. Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας

πρ. Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων

Ἀνατολικῆς Θεσσαλονίκης

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΑΣΙ

1 σχόλιο:

  1. "Ὅταν πονᾶε τά μάτια μας, δέν τά βγάζουμε. Πασχίζουμε νά τά θεραπεύσουμε."

    Να μου επιτρέψετε, σεβαστέ πατέρα, να διαφωνήσω. Όταν πονάνε τα μάτια μας τα βγάζουμε. Ξέρουμε πώς να το κάνουμε, τα βγάζουμε σιγά-σιγά, όμορφα και καλά. Σχεδόν ανώδυνα.

    Ιδού η μέθοδος:

    Σε άλλες μητροπόλεις όπου προΐστανται προοδευτικοί (και όχι μουχλιασμένοι) επίσκοποι θα γίνεται με εμβόλιμες μικρές παρεμβάσεις, οι οποίες ολοένα θα πυκνώνουν και σε άλλες, πάλι, θα επικρατεί η μούχλα (κατά τους προοδευτικούς) και η οπισθοδρόμιση.

    Έτσι λοιπόν ασυναισθήτως θα διολισθήσουμε στην αποδοχή της προοδευτικότητας, όπως ακριβώς ασυναίσθητα και πειθήνια δεχόμαστε τις ευλογίες και τις μνημονεύσεις των οικουμενιστών. Πρωτίστως να κυριαρχεί και να επικρατεί η αγάπη, η οποία "πάντα στέγει, πάντα ελπίζει και ουδέποτε εκπίπτει". Την πρόοδο βεβαίως, όχι όμως και την συντήρηση της εν αποσυνθέσει (κατά τους προοδευτικούς) Παράδοσης. Έχουμε άλλωστε και το παράδειγμα του Ιούδα Μακκαβαίου. Ας μην μπω, όμως, σε λεπτομέρειες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή