9 Νοε 2009

Κριτική του Πειραιώς Σεραφείμ κατά των Ρωμαιοκαθολικών


Ανακοίνωση Μητροπόλεως Πειραιώς

Μέ ἀφορμή τήν ἔκδοση ἀπό τά Ρωμαιοκαθολικά ἔντυπα «Ἐνοριακές Καμπάνες» Σύρου, «Τηνιακά Μηνύματα» Τήνου καί «Συνάντηση» Κερκύρας κειμένου ἐπιγραφομένου «’Ανώμαλες αἰσθηματικές καταστάσεις» (Νο 35, Νοέμβριος 2009) καί ὑπογραφομένου ὑπό τοῦ ἐφημερίου τῆς Βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου καί Καρόλου Ρώμης, Raffaello Martinelli καθώς καί τήν Ἀνακοίνωσιν τοῦ Ἐκλαμπροτάτου Ἀρχιεπισκόπου τῶν ἐν Ἀθήναις Ρωμαιοκαθολικῶν κ. Νικολάου Φωσκόλου (ἐφημ. ΑΥΓΗ, 28/10/2009) ἐπιθυμῶ νά ἐνημερώσω τόν φιλόχριστον λαόν τοῦ Θεοῦ ὅτι εἰς μίαν ἐξόχως τραγικήν ἐποχήν κατά τήν ὁποίαν ἡ πιό ἁπτή εἰκόνα καί ἀπόδειξις τῆς ἐπαναστατικῆς ἀνατροπῆς κάθε εἴδους καταπιεστικῆς ἐξουσίας καί βίας ἀλλά καί ἡ πληρεστάτη ἀπόδειξις τοῦ εἶναι τοῦ ἀληθοῦς Θεοῦ πού ἐνσαρκώνουν κατά τρόπον ἀναντίρρητον ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἐπ’ αὐτοῦ ἄφατος θυσία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, θεωροῦνται ἀπό τό λεγόμενο Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων ὅτι ἀντίκεινται εἰς τόν λαϊκόν χαρακτῆρα τῶν Κρατῶν, καί προσβάλλουν τά ἀτομικά δικαιώματα τῶν ἀκολουθούντων ἑτέραν θρησκευτικήν παραδοχήν ἐντός τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἠπείρου πού ὀφείλει τήν πολιτιστική της ἰδιοπροσωπία εἰς τήν χριστιανικήν της ταυτότητα, ἡ ἐμμονή τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Θρησκευτικῆς κοινωνίας νά ἐκδηλώνη τό μίσος της κατά τῆς Ἀδιαιρέτου Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἀνίατον ἰδεοληψίαν πού καταδεικνύει δυστυχῶς τήν παρά τάς θεαματικάς διακηρύξεις καί συνελεύσεις, ὕπαρξιν ἀμεταμελήτου πνεύματος σταθεράς ἀδιαλλαξίας, πού πρέπει τοὐλάχιστον νά προβληματίση τούς ἡμετέρους φιλοπαπικούς κύκλους.
Εἰδικώτερον στήν ἀναφερομένη ἔκδοση πού διανέμεται στούς Ρωμαιοκαθολικούς πιστούς στήν πρώτη παράγραφο ἐξωμοιοῦται τό Ἱ. Μυστήριο τοῦ Γάμου πού τελεῖται εἰς τήν Ἀδιαίρετον Ὀρθόδοξον Καθολικήν Ἐκκλησίαν (γάμος ἑτεροδόξων) μέ τήν ἁπλήν συμβίωσιν καί τόν πολιτικόν λεγόμενον Γάμον καί χαρακτηρίζεται ἀνοικείως ὡς «ἀνώμαλος αἰσθηματική κατάστασις» πού ἐπιφέρει τήν ἄρνησιν τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θρησκευτικῆς κοινότητος νά δεχθῆ τό μέλος της πού συνῆψε ὀρθόδοξον γάμον στά κατ’ αὐτούς μυστήρια τῆς ἐξομολογήσεως καί τῆς Θ. Κοινωνίας καί νά τοῦ παρέξη θρησκευτικήν κηδείαν. Δέν ὑφίσταται θεωροῦμεν εὐγλωττοτέρα διακήρυξις γιά τήν ἀληθῆ πεποίθησιν τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἱεραρχίας διά τήν Ἁγιωτάτην ἡμῶν Ἐκκλησίαν πού ἀποτελεῖ τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ.
Ἀποδεικνύονται προσχηματικές καί φαιδρές αἱ διακηρύξεις περί οἰκουμενισμοῦ τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου ἀλλά καί οἱ κατά καιρούς δηλώσεις τῶν ἐκπεσόντων Ἐπισκόπων τῆς παλαιᾶς Ρώμης ὡς καί αἱ ὑφέρπουσαι καί καινοφανεῖς θεωρείαι περί τῶν δύο δῆθεν «ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν» καί τῶν δῆθεν «δύο πνευμόνων τοῦ Χριστιανισμοῦ».
Ὅσον δέ ἀφορᾶ στήν ἀνακοίνωση τοῦ Ἐκλαμπροτάτου κ. Νικολάου Φωσκόλου ἀναφερομένην εἰς τήν ἀνάγκην ἐπισκευῆς τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Ἁγ. Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς κοινότητος τῶν Ἀθηνῶν ἀνακεκηρυγμένου ὡς μνημείου, πληγέντος ἐκ τῆς σεισμικῆς δοκιμασίας τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν τοῦ ἔτους 1999 καί στήν ἀβελτηρίαν τῶν ἁρμοδίων ὀργάνων τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας κατά τήν ὁποίαν δηλώνει ὅτι δῆθεν ἡ αἰτία τῆς κρατικῆς ἀδιαφορίας «φαίνεται πώς εἶναι ὅτι ὁ Ναός ἀνήκει στήν Καθολική Ἐκκλησία. Γιατί, πῶς ἀλλιῶς νά ἐξηγηθεῖ τό γεγονός ὅτι στό ἴδιο διάστημα ἄλλοι σεισμόπληκτοι Ναοί τῶν Ἀθηνῶν πού ἀνήκουν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐπισκευάστηκαν ἤ ἐπισκευάζονται. Δηλαδή, στήν Ἑλλάδα τοῦ 21ου αἰώνα ἐπικρατεῖ ἀκόμη ἡ νοοτροπία ὅτι οἱ Ἕλληνες Καθολικοί εἶναι πολίτες β΄ κατηγορίας καί ὁτιδήποτε ἀνήκει στήν Καθολική Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας εἶναι «δυτικό», εἶναι «ξένο». Δυστυχῶς, αὐτή εἶναι ἡ δικαιοσύνη καί ἡ ἰσοπολιτεία στήν σημερινή Ἑλλάδα», ἡ ἁρμόζουσα ἀπάντησις εἰς τό σεβαστόν μέλος τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Θρησκευτικῆς κοινωνίας εἰς τήν ὁποίαν ἀνήκει ἡ «Τράπεζα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καί ἡ ἀνά τήν οἰκουμένην ἀπροσμέτρητος οἰκονομική ἐπιφάνεια, δίδεται ἀπό τόν ἐπί δεκαετίες ἐγκαταλελειμένον Καθεδρικόν Ναόν τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν «Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου» τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας, ἀνακεκηρυγμένον καί αὐτόν ὡς μνημεῖον, πληγέντα τόσον ὑπό τῆς σεισμικῆς δοκιμασίας τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν τοῦ ἔτους 1981 ὅσον καί ὑπό τῆς ὁμοίας τοῦ ἔτους 1999, ὡς καί ὑπό τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Ὁμονοίας ἀνήκοντος καί αὐτοῦ εἰς τά μνημεῖα τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν. Τά δέ προστατευτικά ἰκριώματα πού ἔχουν τεθῆ εἰς τόν Καθεδρικόν Ναόν τῶν Ἀθηνῶν τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας δέν χρηματοδοτήθησαν ἀπό τό ἁρμόδιο Ὑπουργεῖον Πολιτισμοῦ ὡς γνωστόν, ἀλλά ἀπό τήν ἀστική ἑταιρεία ΜΕΤΡΟ Α.Ε. ὡς ἀντίδοσις διά τήν χρησιμοποίησιν τῆς Πλατείας Μητροπόλεως.
Τήν δέουσαν ὅμως ἀπάντηση εἰς τόν Ἐκλαμπρότατον καί τάς ἀπαραδέκτους θέσεις του δίδουν ἀκόμη οἱ πλήρως ἐγκαταλελειμένοι ὑπό τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας Ἱ. Ναοί τῆς Μητροπολιτκῆς μου Περιφερείας Ἁγίου Σπυρίδωνος πολιούχου Πειραιῶς, Ἁγίου Νικολάου Πειραιῶς, Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Πειραιῶς τῆς αὐτῆς ἱστορικῆς περιόδου καί τοῦ ἰδίου νομικοῦ χαρακτηρισμοῦ. Ὡσαύτως τήν δέουσαν ἀπάντηση a contrario εἰς τόν Ἐκλαμπρότατον δίδουν τά πολυειδῶς λειτουργούντα ἐντός τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικρατείας ἰδιωτικά ἐκπαιδευτήρια τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θρησκευτικῆς κοινωνίας καί ἡ ἐν μέσαις Ἀθήναις ὑφισταμένη προπαγανδιστική «ἐπιχείρησις» τῆς Οὐνίας.
Ἀποκαλυπτήρια, λοιπόν, γιά τούς ἀμφισβητούντας τήν πραγματικότητα καί τό ἀληθές πρόσωπον τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν.
Πηγή: Ζωηφόρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου