20 Ιουν 2009

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ. Η διδασκαλία των Θρησκευτικών.

῾Η διδασκαλία τῶν Θρησκευτικῶν σήμερα ἔχει καταστεῖ καί εἶναι οὐσιαστικά μεῖζον πνευματικό καί ἰδεολογικό πρόβλημα τῆς ῾Ελληνικῆς Παιδείας, ἀλλά καί βασικό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀγωγῆς καί θρησκευτικῆς καλλιέργειας.
Πράγματι, ζοῦμε τό δρᾶμα, συχνά, μιᾶς ὄχι νηφάλιας συζήτησης γιά τήν ποιότητα καί τό εὖρος τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας, ἀλλά μιᾶς ἔντονης ἀντιπαράθεσης, πού προκαλοῦν δύο παρατάξεις, ὅταν ἡ καθεμιά φαίνεται νά ἀμφισβητεῖ τίς προθέσεις τῆς ἄλλης καί ἐπιθυμεῖ τή βίαιη ἐπικράτησή της.
Θά θέλαμε νά ξεπεραστοῦν οἱ ἰδεολογικές προκαταλήψεις καί οἱ ἐπιπόλαιες προσεγγίσεις ἀπό κύκλους πού ἀγνοοῦν κατά βάθος τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ἐκκλησιαστική κοινότητα, ἀλλά καί εὐχόμαστε οἱ θεολόγοι μας καί ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί νά ἀναζητήσουν ἐκεῖνο τόν τρόπο ἐπικοινωνίας καί σχέσεων, πού θά εἶναι ὁ καλύτερος, ὁ πιό διαλεκτικός καί βαθιά πνευματικός, ὥστε νά πείσουν καί τούς ἀδιάφορους ἤ ἀντιτιθέμενους ἀπό ἄγνοια, γιά νά σεβαστοῦν καί αὐτοί τό πνεῦμα τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας στό Σχολεῖο.
Οἱ τελευταῖοι, ἴσως, θά μποροῦσαν νά διαπιστώσουν μέ βαθύτερη μελέτη ὅτι οἱ ὑπερασπιστές τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας (τῆς ᾿Ορθοδοξίας) δέν εἶναι κατ’ ἀνάγκην ὀπαδοί μιᾶς συντηρητικῆς, ρηχῆς ἤ ἀντιδραστικῆς ἰδεολογίας ἀλλά θαυμαστές καί διάκονοι ἑνός Εὐαγγελίου καί μιᾶς ᾿Ορθόδοξης ᾿Εκκλησίας, ἐλευθερίας, δικαιοσύνης καί εἰρήνης γιά τήν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κοινωνίας.
Τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν μποροῦμε νά τό προσεγγίσουμε, σταδιακά, μέ πολλούς τρόπους, πού ὁ καθένας τους εἶναι ἀναφαίρετος, γιά νά καταλήξουμε στή σωστή στάση ἀπέναντί του· νά ἐπιλέξουμε κατ’ ἀρχήν βάσει κριτηρίων τήν κατάλληλη κάθε φορά ὕλη (θέματα, ἑνότητες, πρόγραμμα σπουδῶν) καί νά ἐφαρμόσουμε τή γονιμότερη καί δημιουργική μέθοδο διδασκαλίας. Καί ἐδῶ ὡς μέθοδο δέν ἐννοῶ κάτι τό ἐντελῶς διαδικαστικό ἤ ἁπλά τεχνικό, ἀλλά τή βαθύτερη ὑπαρξιακή συμμετοχή, μιά οὐσιαστική στάση ἀπροκατάληπτης ἔρευνας καί ζωῆς γι’ αὐτά πού θά διδάξουμε, θά «δείξουμε» στούς νέους.
Αὐτά σημαίνουν ὅμως, ὅτι ἔχουμε πολύ ὑπεύθυνη ἀντίληψη γιά τόν ὁλοκληρωμένο ἄνθρωπο (πνευματικό καί κοινωνικό), ὅτι τήν παιδεία μας τήν ἐντάσσουμε (γιά νά ἀποκτήσει βαθύτερο νόημα) στήν εὐρύτερη ἱστορική μας παράδοση (τή διαμόρφωση τοῦ πολιτισμοῦ μας) καί ὅτι σεβόμαστε ὡς Πολιτεία καί ᾿Εκκλησία, τόσο τόν μαθητή καί τούς γονεῖς ὅσο καί τόν διδάσκοντα.

᾿Εκκλησιαστική καί συνταγματική σκοπιά

᾿Από ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική σκοπιά τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν στό Σχολεῖο εἶναι ἀπαραίτητο, ὅπως καί ἡ «παιδιόθεν» ἐκκλησιαστική ἀγωγή μέσα στήν οἰκογένεια καί ἰδιαίτερα στό χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας (μέ τή συμμετοχή σέ ὅλα τά δρώμενα καί μυστήρια), ὅπου βιώνεται ἡ κοινή πίστη καί ἡ λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ τῆς ᾿Αγάπης καί ὅπου οἱ νέοι εἰσάγονται στή ζωή τῆς ᾿Ενορίας καί τῆς Κοινότητας.
᾿Από συνταγματική καί νομική ἄποψη τό μάθημα εἶναι μέσα στούς σκοπούς τῆς Παιδείας, πού προβλέπονται ρητά ἀπό το Σύνταγμα (1976-1985-2001) καί τόν Ν. 1566/85, καί ἔχει ὑποχρεωτικό χαρακτήρα. Δέν μπορεῖ κανείς νά αὐθαιρετεῖ, νά μή διδάσκει τό μάθημα καί νά παραβιάζει τό Σύνταγα κατά τήν ἰδεολογία του ἤ τήν ἄγνοιά του.
Βεβαίως, ἡ διεξαγωγή τοῦ μαθήματος δέν πρέπει νά ἀρκεῖται μόνο στή συνταγματική ἐπιταγή, γιατί ἡ βαθύτερη οὐσία του εἶναι τό ἦθος τῆς ἐλευθερίας, ἡ ἐλεύθερη γνώση καί προσέγγιση τῆς θείας διδαχῆς καί τό ἄνοιγμα τῆς ψυχῆς μέ πίστη καί ἀγάπη πρός τούς ἄλλους καί τό Θεό.
῞Ομως, αὐτή ἡ ἐλευθερία δέν σημαίνει ἄρνηση τῆς ὑποχρεωτικότητας. Σημαίνει ἀκριβῶς καταξίωση τῆς δυνατότητας τῆς ἐλευθερίας πού παρέχει τό Σύνταγμα, ὥστε κάθε νέος νά εἰσάγεται, νά στοχάζεται καί νά βιώνει τά θρησκευτικά γεγονότα μέ ἀφετηρία τήν παράδοση, γιατί ἀποτελοῦν πανανθρώπινο χαρακτηριστικό.
῾Η ᾿Ορθοδοξία δίνει ἕνα βαθύτερο καί ὑψηλότερο νόημα στή ζωή τοῦ νέου ἀνθρώπου. Δείχνει ἕνα δρόμο θέωσης καί ἀγάπης, πού ἐμπνέει γιά πνευματικούς καί κοινωνικούς ἀγῶνες. Θά συντελέσουμε νά ἀπεμπολήσει ὁ νέος αὐτό τό ἀγώνισμα τῆς ὕπαρξης;

᾿Επιλογή τῆς ὕλης

῾Υπάρχει, ἐξάλλου, τό πρωταρχικό πρόβλημα τῆς ἐπιλογῆς τῆς ὕλης (τοῦ προγράμματος σπουδῶν), πού ἔχει σχέση μέ πολλές παραμέτρους· μέ τό περιεχόμενο τῆς χριστιανικῆς (ὀρθόδοξης) ἤ γενικά τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας, μέ τήν ὡριμότητα καί τήν ψυχολογία τῶν μαθητῶν (παιδαγωγική ἄποψη), μέ τήν κατάσταση τῆς σημερινῆς κοινωνίας, μέ τή στάση τῶν γονέων ἤ τήν ἄγνοιά τους· ἀκόμη καί μέ τήν πολεμική πού ἀσκεῖται ἔξω ἀπό τήν ᾿Εκκλησία.
Οἱ καταλληλότεροι θεολόγοι, παιδαγωγοί καί κοινωνιολόγοι, χωρίς ἰδεολογικές παρωπίδες, ὀφείλουν νά ἀναζητήσουν τήν πρέπουσα ὀργάνωση καί σύνθεση τοῦ προγράμματος.
Στο σημερινό μας σημείωμα θά ἀφήσουμε ἔξω ἀπό τό σχολιασμό μας, τό χαρακτήρα καί τούς εἰδικούς στόχους τοῦ μαθήματος, ὅπως ὁμολογιακός, γνωστικός, βιβλικός, πολιτιστικός, θρησκειολογικός, ηθικός κ.λπ., πού ἀποτελοῦν θέμα πρωταρχικῆς σημασίας, ἀλλά καί ἀντικείμενο ὀξείας ἀντιπαράθεσης καί ἀμφισβήτησης.

Κατάλληλοι δάσκαλοι καί καθηγητές. Πρόσωπα καί μέθοδοι

Σέ κάθε περίπτωση δέν μπορεῖ νά παραθεωρηθεῖ ἡ κορυφαία ἀνάγκη, οἱ δάσκαλοι καί καθηγητές νά ἐκπαιδευτοῦν καί νά ἐπιμορφώνονται γιά τό πολύ ὑπεύθυνο καί λεπτό αὐτό ἔργο τῆς διδασκαλίας, μέ ὅποιο περιεχόμενο ἁρμόζει καί μέ ὅποια δεοντολογία.

«Μέγιστον τό μάθημα».

Γιά τήν παιδεία τῶν δασκάλων τοῦ μαθήματος, πρωταρχικά τῶν θεολόγων, πρέπει καί ἡ Ποιμαίνουσα ᾿Εκκλησία νά ἐκφράζει σοφά καί συγκροτημένα τίς προτάσεις της, καθώς καί οἱ παιδαγωγοί, ἀλλά καί οἱ πολύπλευρα πεπειραμένοι «διδακτικοί» ἐπιστήμονες, ὥστε οἱ θεολόγοι μας νά εἶναι πιό εὐαίσθητοι καί διακριτικοί ἀπέναντι στήν ψυχολογία (γνωστική ἐξέλιξη καί συναισθηματική ἀνάπτυξη) καί ἐλευθερία τοῦ μαθητῆ καί πιό ἐνήμεροι σχετικά μέ τίς γνώσεις, τήν ἄγνοια ἤ τίς προκαταλήψεις τῶν γονέων.
Εἰδικά στό Δημοτικό Σχολεῖο, ἐφόσον τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν παρουσιάζει πολλές δύσκολες προσεγγίσεις (ἐπιστημονικές, πνευματικές, κοινωνικές, ψυχολογικές), ἀλλά καί ἐπειδή πολλοί δάσκαλοι δεν διδάστηκαν σε πανεπιστημιακό ἐπίπεδο Θεολογία (ὀρθόδοξη) καί Θρησκειολογία καθώς καί τήν ἀντίστοιχη Διδακτική, εἶναι ἀνάγκη νά διδάξουν καί οἱ θεολόγοι.
Γιατί εἶναι εἰδικοί ἐπιστήμονες, πού κατά τεκμήριο πρέπει νά ὑπερβαίνουν τόσο τίς ἰδεολογικές προκαταλήψεις ὅσο καί τίς μονομερεῖς προσεγγίσεις λόγω ἀγνοίας. (Βλ. καί Κ. Δεληκωνσταντῆ· ῾Η νέα γενιά τῶν δασκάλων καί τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, στό περ. ΣΥΝΑΞΗ, τ. 93 (2005), σ. 67-81).
Δέν θά σχολιάσω εὐρύτερα σ’ αὐτό μου τό ἄρθρο τίς ἀπόψεις τῶν λεγομένων συνηγόρων τοῦ πολίτη, πού φαίνεται πρόσφατα... ὑποκαθιστοῦν ἤ ἑρμηνεύουν τό Σύνταγμα κατά τό δοκοῦν ὡς «ἀνεξάρτητη ἀρχή» καί οἱ διασταλτικές ἑρμηνεῖες τους χαρακτηρίζονται ἀπό ἰδεολογική μονομέρεια.

«Τρυφερή ἡλικία» καί ἐλευθερία

᾿Επιγραμματικά μόνον θά σχολιάσω τήν ἄποψη κάποιων δασκάλων (!) ὅτι «δέν ἐπιτρέπεται στήν τρυφερή ἡλικία τῶν μικρῶν μαθητῶν νά τούς διδάξουμε θρησκευτικά στό σχολεῖο μας, γιατί θά τούς ἐπηρεάσουμε ἰδεολογικά, παραβιάζοντας τή θρησκευτική κατά τό Σύνταγμα ἐλευθερία».
᾿Ασφαλῶς ἐδῶ πρόκειται γιά λανθασμένη προσέγγιση, ἄν δέν πρόκειται γιά σκόπιμη διαστρέβλωση. Τό Σύνταγμα κάνει λόγο τόσο γιά καλλιέργεια τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνειδήσεως ὅσο καί γιά σεβασμό τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καί τῶν ἄλλων ἐθνῶν-λαῶν.
῾Επομένως, δέν εἶναι ἀναγκαία ἡ ἀντίθεση θρησκευτικῆς καλλιέργειας καί θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Τουναντίον τό βαθύτερο νόημα τῆς πίστεως εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου («ἐπ’ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε») καί ὄχι ἡ βία καί ὁ ἐκφοβισμός) («ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον»). Κάθε ἀγωγή καί διδασκαλία καί εἰδικώτερα ἡ θρησκευτική σέ κάθε κοινωνία γίνεται «παιδιόθεν» στήν οἰκογένεια καί ἔπειτα στό Σχολεῖο (καί τήν θρησκευτική ὁμάδα ἤ κοινότητα) πρακτικά, βιωματικά καί κατά παράδοση ἀλλά καί μέ ἐλεύθερη συζήτηση.
῾Η καλή ἀγωγή καί διδαχή ἀπό γονεῖς καί δασκάλους ἤ κληρικούς ὀφείλει νά γίνεται μέ διάκριση, ἀγάπη καί σεβασμό πρός τόν νέο ἄνθρωπο, χωρίς βία, φόβο καί φανατισμούς. ῾Η θρησκευτική ἀγωγή ὅμως δέν κινεῖται στό κενό...
Οἱ φωτισμένοι δάσκαλοι καί παιδαγωγοί ἔχουν τήν εὐθύνη καί τό χρέος νά ἀσκήσουν παιδεία (μέ γνώσεις, μέ παραδόσεις, με το παράδειγμα, με ἐρωτήματα), πού σέβεται τήν ἐλευθερία τῶν ἄλλων.
῾Ο ἀγώνας γιά τήν προσωπική, πνευματική ἐλευθερία εἶναι ἔργο ζωῆς, πού δέν τρέφεται μέ προκαταλήψεις μηδενισμοῦ, ἀλλά μέ συνεχῆ ἄσκηση πάνω στίς παραδόσεις καί μέ τή μεταμόρφωσή τους σέ νέα ζωή («᾿Ιδού ποιῶ πάντα καινά»). «Θέλει ἀρετήν καί τόλμην ἡ ἐλευθερία».

Θανάσης Κουρταλίδης
Πηγή: «Χριστιανική»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου