2 Μαΐ 2009

Γιατί το μήνυμα της Αναστάσεως το άκουσαν πρώτες άπ’ όλους οι μυροφόρες;


Άκουσαν πρώτες οι μυροφόρες γυναίκες το «Χριστός ανέστη», διότι τους άξιζε πράγματι να το ακούσουν. και τους άξιζε, διότι αυτές έδειξαν αρετές πού δεν έδειξαν ούτε οι μαθηταί του Κυρίου. Ποιες αρετές έδειξαν;
• Από την πρώτη μέρα πού γνώρισαν τον Κύριο στη Γαλιλαία, έγιναν πιστές μαθήτριες του, τον ακολουθούσαν και δαπανούσαν από τα υπάρχοντα τους για τη συντήρηση εκείνου καθώς και του ομίλου των μαθητών του˙ «ότε ην εν τη Γαλιλαία ηκολούθουν αυτώ» (Μάρκ. 15,41) και «διηκόνουν αύτω εκ των υπαρχόντων αυταίς» (Λουκ. 8,3).
• Την ώρα της θυσίας του, ενώ όλοι είχαν εγκαταλείψει τον Κύριο, ενώ ό μεν Ιούδας τον πρόδωσε για τριάκοντα αργύρια, ενώ ό Πέτρος τον αρνήθηκε εμπρός σε μια υπηρέτρια και μάλιστα με όρκο, ενώ οι άλλοι μαθηταί πλην του Ιωάννου «πάντες αφέντες αυτόν έφυγαν» (Ματθ. 26,56), ενώ όλοι όσους είχε ευεργετήσει καθ’ όλο το διάστημα της δημοσίας δράσεως του πήγαν και ενώθηκαν μαζί με τους εχθρούς και φώναζαν «Άρον άρον, σταύρωσον αυτόν» (Ίωάν. 19,15), μέσα στη γενική αυτή εγκατάλειψη οι μυροφόρες έμειναν πιστές και αφοσιωμένες στον Κύριο. Έμειναν κοντά στον Διδάσκαλο, ζώντας το δράμα από απόσταση τόση όση τους επέτρεπαν οι συνθήκες. ούτε ένα λεπτό δεν αποχωρίσθηκαν από αυτόν. «Ήσαν δε εκεί και γυναίκες πολλαί από μακρόθεν θεωρούσαι, αίτινες ηκολούθησαν τω Ιησού από της Γαλιλαίος διακονούσαι αυτώ˙ εν αίς ην Μαρία ή Μαγδαληνή, και Μαρία ή του Ιακώβου και Ιωσή μήτηρ, και ή μήτηρ των υιών Ζεβεδαίου» (Ματθ. 27,55-56) «και Σαλώμη, αι…και διηκόνουν αυτώ, και άλλαι πολλαί αϊ συναναβάσαι αυτώ είς Ιεροσόλυμα» (Μάρκ. 15,40-41). Βρήκαν το ψυχικό σθένος να μείνουν εκεί, στο Γολγοθά. Είδαν το φρικτό θέαμα. Άκουσαν όλους τους λόγους, πού είπε ό Χριστός επάνω στο σταυρό, άκουσαν και το «Τετέλεσται» Ιωαν. 19,30).
• Άλλα και μετά το θάνατο του δεν αναχώρησαν. Έμειναν θρηνώντας κοντά στο σταυρό. Και μόλις παρουσιάστηκε ό Ιωσήφ ό από Αριμαθαίας και ό Νικόδημος με την άδεια του ενταφιασμού, αυτές έτρεξαν, τους βοήθησαν, τους συνόδευσαν στο μνημείο, και δενέφυγαν από ‘κει παρά μόνο όταν ό ήλιος της δραματικωτέρας αυτής ημέρας έριξε πάνω στη γη τις τελευταίες του ακτίνες.
• Την αγάπη τους όμως, την ανδρεία τους, τη μεγάλη ψυχή τους την έδειξαν κατ’ εξοχήν τη νύχτα της Αναστάσεως, «τη μια των σαββάτων» (Λουκ. 24,1). Τότε, ενώ ήξεραν ότι το μνήμα είναι σφραγισμένο, ότι λίθος μεγάλος και βαρύς φράζει την είσοδο του, ότι ένοπλοι Ρωμαίοι στρατιώτες φρουρούν τον τάφο κ’ έχουν εντολή να χτυπήσουν καθένα πού θα τολμούσε να πλησίαση εκεί, εν τούτοις οι μυροφόρες γυναίκες «λίαν πρωί» (Μάρκ. 16,2), «όρθρου βαθέος» (Λουκ. 24,1), πριν ακόμη ανατείλει ό ήλιος, ξεκινούν να έρθουν στο μνήμα φέρνοντας μαζί τους αρώματα, τα όποια είχαν ετοιμάσει, για να μυρώσουν το σώμα του Χριστού. Κανένας φόβος και καμιά δυσκολία δεν στάθηκαν ικανά να τις εμποδίσουν.
Το μόνο πού τις απασχολούσε ήταν, πώς θ’ αποκυλίσουν τον τεράστιο και ασήκωτο εκείνο λίθο από το άνοιγμα του μνημείου. Μία τέτοια αγάπη, μία τέτοια αφοσίωση, μία τέτοια ανδρεία ήταν δυνατόν να μη δη, να μην εκτιμήσει, να μη βραβεύσει ό Κύριος; Αμοιβή λοιπόν της αγάπης τους ήταν το ότι πρώτες αυτές άκουσαν τη μεγάλη είδηση, το άγγελμα της Αναστάσεως, το «Χριστός ανέστη», από άγγελο Κυρίου.
Επίσκοπος Αυγουστίνος Ν. ΚαντιώτηςΑπό:blogs.sch.gr/kantonopou/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου