7 Φεβ 2009

Κύπρος: Αντιδρά η Εκκλησία στην προσπάθεια αλλοίωσης της Ιστορίας.


Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου απέδειξε για μια ακόμη φορά τον εθναρχικό της ρόλο στη μαρτυρική μεγαλόνησο. Κατά τη χθεσινή συνεδρία της, ασχολήθηκε μεταξύ άλλων και με γενικότερα θέματα Παιδείας , ειδικότερα δε με τις εντεινόμενες, όπως αναφέρει σε ανακοινωθέν της, συζητήσεις για επιχειρούμενη επέμβαση στη μέχρι σήμερα προσφερόμενη σχολική ύλη στο μάθημα της Ιστορίας.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος επέμεινε ότι επιτροπή συνεδρίασε στο τέλος Αυγούστου και ετοίμασε πρακτικά, στα οποία αμφισβητήθηκε η συμβολή της Εκκλησίας στην επιβίωση του έθνους μέσα στους αιώνες.
Ο Αρχιεπίσκοπος ανέφερε ότι τα πρακτικά αυτά διαβάστηκαν στην Ιερά Σύνοδο και διατυπώθηκαν διάφορες απόψεις. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι η απόφαση της συνόδου να ζητηθεί συμμετοχή δύο αρχιερέων στην επιτροπή για την Ιστορία, «ήταν ομόφωνη, με κάποια επιφύλαξη του μητροπολίτη Μόρφου».
Το ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου αναφέρει:
«Από στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση της Ιεράς Συνόδου και αφορούν εισηγήσεις που έγιναν σε συνεδριάσεις της «Επιστημονικής Επιτροπής για την Ιστορία», φαίνεται πως παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις προχωρεί η υλοποίηση του στόχου για αμφισβήτηση του τρόπου και των αρχών συγγραφής της Ιστορίας μας.
Από τα πιο πάνω στοιχεία αποδεικνύεται ότι επιδιώκεται:

α) Η αμφισβήτηση της συμβολής της Εκκλησίας στην επιβίωση του Έθνους και στην απελευθέρωσή του από τους κατά καιρούς κατακτητές.


β) Η υπόσκαψη του Κλήρου με την κατηγορία ότι ταυτιζόταν με τους κατακτητές.


γ) Η απόδοση στην πλευρά μας εγκλημάτων που δεν έγιναν ή αν έγιναν (πάντως σε πολύ μικρότερη κλίμακα απ’ όσο προβάλλεται) έγιναν από ανεύθυνα στοιχεία σε συνθήκες οργής και αντεκδίκησης και όχι από το συντεταγμένο κράτος.


δ) Η προβολή και η υπερεκτίμηση του ρόλου ομάδων ή οργανωμένων συνόλων στον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-59 και στους άλλους εθνικούς αγώνες.


Η Ιερά Σύνοδος πιστεύει ότι η προσπάθεια αυτή, αν τελεσφορήσει, θα αποβεί ολέθρια για την έκβαση του αγώνα που διεξάγουμε, γιατί μ’ αυτή, ηθελημένα ή αθέλητα επιχειρείται:


α) Υπονόμευση ενός βασικού βάθρου του αγώνα μας. Όταν στο ευρύ κοινό υποσκαφτεί η εμπιστοσύνη προς την Εκκλησία και τους εκπροσώπους της, αίρεται και μιά σημαντική συνιστώσα του αγώνα.


β) Υπόσκαψη της διεθνούς προσπάθειάς μας για απόδοση στην Τουρκία των ευθυνών της για τα εγκλήματα που διέπραξε και δικαιολόγηση της εισβολής της στην Κύπρο.


Η Ιερά Σύνοδος φρονεί ότι είναι και ο χρόνος εντελώς ακατάλληλος για την ανακίνηση αυτού του θέματος. Γι’ αυτό και απευθύνεται προς το Υπουργείο Παιδείας ζητώντας την παρουσία στην Επιτροπή για την Ιστορία δύο Αρχιερέων για να εκφράζεται και να ακούεται η θέση της Εκκλησίας γύρω από τα θέματα αυτά.


Επί πλέον η Ιερά Σύνοδος πιστεύει ότι ο ρόλος της Εκκλησίας στην Παιδεία του τόπου υπήρξε ανέκαθεν πρωταγωνιστικός. Γι’ αυτό και επαναλαμβάνει τις θέσεις της για τους σκοπούς και τους στόχους που πρέπει να έχει η Παιδεία μας:Σκοπός των ελληνικών σχολείων της Κύπρου πρέπει να είναι η πνευματική, συναισθηματική και σωματική ανάπτυξη των μαθητών σύμφωνα με τις αρχές της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας και της Ελληνικής Παράδοσης.


Η εκπαίδευση στα σχολεία μας πρέπει να συμβάλλει στη δημιουργία ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων και να προετοιμάζει τους ελεύθερους, δημοκρατικούς και υπεύθυνους πολίτες με τη δημιουργία καταστάσεων που βοηθούν στην κατάκτηση της γνώσης, στην ανάπτυξη ορθών στάσεων, στην καλλιέργεια δεξιοτήτων, στη σφυρηλάτηση ιδανικών και αρχών, στη συνειδητοποίηση της βαθύτερης σημασίας του ορθόδοξου χριστιανικού ήθους.


Η προσφερόμενη εκπαίδευση πρέπει να διατηρεί άσβεστη τη μνήμη των κατεχομένων σήμερα, από τον τουρκικό στρατό εδαφών μας, να τονώνει το εθνικό και αγωνιστικό φρόνημα των μαθητών, μακριά από πνεύμα σωβινισμού, μισσαλοδοξίας και διχόνοιας.Ταυτόχρονα να ενισχύει την αλληλοκατανόηση με το σύνοικο στοιχείο με στόχο την ειρηνική συνύπαρξη και την συνολική πρόοδο του νησιού μας.


Τα σχολεία μας πρέπει να καλλιεργούν στους μαθητές το αίσθημα αποδοχής, ανεκτικότητας και κατανόησης, προετοιμάζοντας τον αυριανό πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας και τον πολίτη της Ευρώπης, ο οποίος επιδιώκει την ευρωπαϊκή ενοποίηση και την ανάπτυξη πνεύματος φιλίας και συνεργασίας με όλους τους λαούς της γης, για την δημιουργία ενός κόσμου καλύτερου, δίκαιου και ειρηνικού.


Η Ιερά Σύνοδος τέλος επαναλαμβάνει και πάλι ότι λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης γύρω από το εθνικό μας θέμα, εξαιτίας των αδιάλλακτων θέσεων της Τουρκίας, πρέπει όλοι, Κυβέρνηση, Εκκλησία, Κόμματα και Εθνικό Κέντρο να διαβουλευτούμε σοβαρά για τον τρόπο εξόδου από τα αδιέξοδα και δημιουργία προοπτικής επιβίωσής μας στη γη των πατέρων μας με μιά λύση που να κατοχυρώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των νομίμων κατοίκων του τόπου μας.»

Ο υπουργός Παιδείας Ανδρέας Δημητρίου δήλωσε ότι θεωρεί ότι υπάρχει παραπληροφόρηση και άγνοια για το θέμα της Ιστορίας και ότι συνεχίζεται ο θόρυβος για «ένα ανύπαρκτο θέμα».
Ο κ. Δημητρίου ανέφερε ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμιά επιτροπή για την Ιστορία και καμιά έκθεση και διερωτήθηκε πώς η Ιερά Σύνοδος αναφέρεται σε κάτι τέτοιο. Δήλωσε επίσης ότι αναμένει από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Κύπρου «να λειτουργήσει με ενωτικό και καταπραϋντικό τρόπο για το καλό της πατρίδας μας».
Ο κ. Δημητρίου τόνισε ότι δεν αναμένει ότι ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος «θα λειτουργεί ως σκιώδης υπουργός Παιδείας».
Ο Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ Αντρος Κυπριανού εξέφρασε λύπη, επειδή η Ιερά Σύνοδος, πριν ενημερωθεί αντικειμενικά και ολοκληρωμένα για το ποια Επιτροπή θα ασχοληθεί με το θέμα της Ιστορίας, «κατακεραύνωσε τον υπουργό Παιδείας».
Ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Γιαννάκης Ομήρου δήλωσε ότι δεν γίνεται «να παραχαράσσουμε την Ιστορία μόνοι μας και να εξυπηρετούμε την τουρκική προπαγάνδα».



ΤΕΛΙΚΑ Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΟΡΡΙΦΘΗΚΕ.
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΟΜΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΕΥΘYΝΕΙ Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΖΑΜΙΑΣ



ΑΣ ΔΟΥΜΕ ΜΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ :



Πώς... εκσυγχρονίζεται η Ιστορία;
Μια απάντηση του καθηγητή Α. Καζαμία σε ανάλυση του Σάββα Ιακωβίδη
Στις 3 Αυγούστου 2008, δημοσιεύσαμε ανάλυση με τίτλο: «Πώς θα... εκσυγχρονιστεί, λοιπόν, και από ποιους η Ιστορία της Κύπρου;». Ο , ομότιμος καθηγητής στα Πανεπιστήμια του Ουισκόνσιν (ΗΠΑ) και Αθηνών και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, απέστειλε μια μακροσκελέστατη απάντηση, σημείο προς σημείο, σε όσα είχαμε υποστηρίξει. Δεν θα ανταπαντήσουμε. Ο αναγνώστης ας κρίνει ελεύθερα.- Σ.Ι.
Ιδού τι απαντά ο καθηγητής Ανδρέας Καζαμίας:


1. Σ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ-Η Ιστορία της Κύπρου όπως διδάσκεται στα σχολεία μας (προφανώς στα ελληνοκυπριακά σχολεία) δεν είναι εθνοκεντρική.


Α. ΚΑΖΑΜΙΑΣ-Και όμως είναι, όπως έχει διαπιστωθεί από δική μας έρευνα και από τις έρευνες άλλων Κυπρίων επιστημόνων ιστορικών και εκπαιδευτικών.


2. Σ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ-«Ο Α. Καζαμίας έχει μια έκδηλη απέχθεια προς το έθνος-κράτος, προς τον εθνοκεντρισμό και, προπάντων, προς τον ελληνοκεντρισμό της Παιδείας μας. Πιστεύει πως η Παιδεία των παιδιών μας δεν πρέπει να είναι ελληνοκεντρική αλλά να προάγει την κριτική σκέψη, που οδηγεί σε διαφορετικές ερμηνείες των γεγονότων».


Α. ΚΑΖΑΜΙΑΣ-Δεν γνωρίζω σε ποιο κείμενό μου αναφέρεστε όταν κάνετε αυτά τα κριτικά σχόλια, χρησιμοποιώντας, μεταξύ των άλλων, άκομψους και μη επιστημονικούς χαρακτηρισμούς, όπως π.χ. «απέχθεια». Αν τυχόν αναφέρεστε σε αποσπασματικά τσιτάτα, εκτός των συμφραζομένων μου (out of context), σε συνεντεύξεις μου στην τηλεόραση και στον Τύπο, θα ήθελα να σας παραπέμψω ξανά στο κείμενο της διάλεξης που έκανα στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου, στις 26 Μαΐου, 2008.
Εθνοκεντρισμός




Εδώ θα απαντήσω, κατ’ ανάγκη επιγραμματικά, ως εξής:


2.1. Στη συνέντευξή μου στη «Σ» (14.9.2008) νομίζω ότι δίδω μια σαφή ερμηνεία του τι εννοώ με τον όρο «έθνος-κράτος» στην περίπωση του κυπριακού πολιτικού σχηματισμού όπως θεσμοθετήθηκε με τη Συνθήκη της Ζυρίχης το 1960. Στο ίδιο μέρος, ως ιστορικοσυγκριτικός επιστήμονας-μελετητής, διατυπώνω σαφώς και τη «στάση/θέση» μου, όσον αφορά τον «εθνοκεντρισμό» στην εκπαίδευση γενικά, και ειδικότερα στην κυπριακή εκπαίδευση, όπως κοινωνιολογικά και πολιτικο-ιδεολογικά ερμηνεύεται αυτός ο όρος/λόγος.


2.2. Από την παραπάνω εννοιολογική οπτική, αξιολογώ αρνητικά τον «εθνοκεντρισμό» στην κυπριακή εκπαίδευση και παιδεία, όπως έχει διαπιστωθεί ότι αποτυπώνεται και προωθείται στα σχολικά εγχειρίδια της ιστορίας και στο «λανθάνον σχολικό πρόγραμμα» (hidden curriculum) τόσο στο ελληνοκυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα όσο και στο τουρκοκυπριακό.


2.3. Επικρίνοντας τον εθνοκεντρισμό στην κυπριακή εκπαίδευση, δεν εννοώ ότι το ελληνοκυπριακό σχολείο, μέσω του φανερού και του «λανθάνοντος» αναλυτικού προγράμματος, ιδιαίτερα του μαθήματος της Ιστορίας, δεν πρέπει να καλλιεργεί την ελληνική εθνική ταυτότητα. Όπως επισήμανα παραπάνω, υπάρχει διαφορά μεταξύ της εθνοκεντρικής διαπαιδαγώγησης και της εθνικής διαπαιδαγώγησης. Οι δύο εκπαιδευτικές διαδικασίες δεν είναι ταυτόσημες. Ένας από τους στόχους του μαθήματος της Ιστορίας σε όλες τις χώρες/έθνη-κράτη είναι η καλλιέργεια της εθνικής ταυτότητας.


2.4. Συμπερασματικά, λοιπόν, στο προκείμενο θέμα περί εθνοκεντρισμού στη σχολική εκπαίδευση, η δική μου «στάση/θέση» είναι: Η «παιδεία των παιδιών μας» -των Ελληνοκυπρίων παιδιών- μέσω κυρίως του μαθήματος της Ιστορίας, δεν θα πρέπει να είναι «ελληνοεθνοκεντρική», με την προαναφερθείσα έννοια του όρου «εθνοκεντρισμός», αλλά θα πρέπει να καλλιεργεί/να «προάγει» την ελληνική εθνική ταυτότητα. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να καλλιεργεί/να προάγει την κριτική σκέψη.



Η τουρκική εισβολή




3. Σ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ-Ο Κώστας Κατσώνης υποστηρίζει ότι «η τουρκική εισβολή είναι εισβολή, το πραξικόπημα είναι πραξικόπημα, δεν μπορείς να αλλοιώνεις τις λέξεις, γιατί αλλοιώνονται και οι σημασίες των γεγονότων... Εμείς δεν θα καλλιεργήσουμε το φανατισμό και το σοβινισμό και τη μισαλλοδοξία, που ταλαιπωρούν τον τόπο μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα κάνουμε εκπτώσεις από την ιστορική αλήθεια. Εμφανώς, ο καθηγητής Καζαμίας διαφωνεί με τις πιο πάνω ορθές επισημάνσεις Κατσώνη». Και στη συνέχεια, ο κ. Ιακωβίδης παραθέτει ένα τσιτάτο, εκτός των συμφραζομένων, από συνέντευξή μου: «Είναι λάθος, οι Ε/κ να μιλούν για βάρβαρους Τούρκους και τους αιμοβόρους Αττίλες και από την άλλη οι Τ/κ να μιλούν για τους Τούρκους που βρίσκονται σε ειρηνευτική επιχείρηση στο νησί. Η σωστή έκφραση είναι: ‘Κατά την εισβολή έγιναν βαρβαρότητες’».


Α. ΚΑΖΑΜΙΑΣ-Σ’ αυτό το σχόλιο συμπυκνώνονται νοήματα και παρερμηνείες στα όσα έχω πει και γράψει, για ένα θεμελιώδες επιστημολογικό θέμα για το οποίο απαιτείται μια σχετικά μακροσκελής διευκρίνιση. Αυτό το θέμα είναι:Τι είναι Ιστορία και πώς γράφεται και η διδασκαλία της ως μάθημα στη σχολική εκπαίδευση.


3.1. Από τους επιστήμονες ιστορικούς, είναι γενικά αποδεκτό ότι η καταγραφή και η απλή αφήγηση γεγονότων δεν θεωρείται ότι συνιστά «Ιστορία». Η Ιστορία, ως κοινωνική και ανθρωπιστική επιστήμη, προϋποθέτει την ερμηνεία, την εξήγηση και την «ιστόρηση» γεγονότων, δηλαδή την τοποθέτηση γεγονότων στο ιστορικό τους συγκείμενο, την αναζήτηση των σχέσεων «αιτίου-αιτιατού» και τη διερεύνηση των αιτίων που γέννησαν τα γεγονότα.
Επανερμηνεία


3.2. Η ερμηνεία/εξήγηση γεγονότων δεν προσδιορίζεται από τα γεγονότα, αλλά από τον ιστορικό ο οποίος προσεγγίζει και ερμηνεύει τα ιστορικά γεγονότα, το παρελθόν, μέσα από ορισμένα θεωρητικά εννοιολογικά πρίσματα και οπτικές. Η Ιστορία, κατά τον Marc Bloch, το διάσημο ιστορικό των Γαλλικών Annales, «μας επιτρέπει όχι μόνο να καταλάβουμε το παρελθόν, αλλά και το αντίθετο· να καταλάβουμε το παρελθόν μέσα από το παρόν, μέσα από τις διαδοχικές και μεταβαλλόμενες οπτικές, που το προβάλλουμε». Και στη συνέχεια, και πολύ σημαντικά για μας, «με την έννοια αυτή, το παρελθόν δεν είναι ούτε και αυτό εντελώς δεδομένο» αλλά «συνιστά εξίσου αντικείμενο κατασκευής και επανερμηνείας, μέσα από τη λειτουργία της μνήμης, από τη μια, και μέσα από τις αλλεπάλληλες αναγνώσεις των πηγών και τα νέα ερωτήματα, που τους θέτουν οι ιστορικοί, από την άλλη... το παρελθόν φορτίζεται διαφορετικά από τον καθένα, από την κάθε εποχή είτε αρνητικά είτε θετικά... Το παρελθόν είναι εξ ορισμού ένα δεδομένο που τίποτε στο μέλλον δεν μπορεί να αλλάξει. Όμως, η γνώση του παρελθόντος είναι κάτι το προοδευτικό, το οποίο βρίσκεται σε μία διαδικασία συνεχούς μεταμόρφωσης» (Όπως παρατίθεται από την ιστορικό Έφη Αβδελά στο «Ιστορία και σχολείο», Αθήνα, Νήσος, 1998, σελ. 84-85).


3.3. Οι παραπάνω απόψεις του Γάλλου ιστορικού Marc Bloch φέρνουν στο νου τις ρήσεις του φιλόσοφου των επιστημών, Karl Popper, και τους στίχους του Αμερικανο-Άγγλου νομπελίστα ποιητή T.S. Eliot. Κατά τον Popper, «δεν μπορεί να υπάρχει ιστορία του παρελθόντος όπως αυτό πραγματικά συνέβη· μπορεί μόνον να υπάρχουν ιστορικές ερμηνείες, καμιά από τις οποίες είναι τελεσίδικες· και κάθε γενιά έχει το δικαίωμα να διαμορφώσει/να γράψει τη δική της. Όχι μόνον έχει το δικαίωμα να διαμορφώσει τη δική της ερμηνεία, αλλά έχει και καθήκον να το κάνει· γιατί είναι ανάγκη να δοθεί απάντηση σε κάτι. Θέλουμε να ξέρουμε πως τα προβλήματα και τα δεινά μας σχετίζονται με το παρελθόν, και θέλουμε να χαράξουμε τη γραμμή που θα ακολουθήσουμε για τη λύση του τι αισθανόμαστε και τι επιλέγουμε ότι είναι το κύριο έργο μας» (Βλέπε, Karl Popper, The Open Society and its Enemies, 1997, σελ. 268). Και κατά τον ποιητή T.S. Eliot:Time present and time pastAre both perhaps present in time futureAnd time future contained in time past.



Ιστόρηση γεγονότων




3.4. Με γνώμονα τις παραπάνω απόψεις διακεκριμένων επιστημόνων και φιλοσόφων της Ιστορίας, ως ιστορικοσυγκριτικός της εκπαίδευσης και παιδείας, θα ήθελα τώρα να επαναλάβω τη «στάση/θέση» μου για την ιστορική ανάλυση και παρουσίαση των γεγονότων του 1974 στα σχολικά εγχειρίδια, και συνδυαστικά, να απαντήσω στα όσα σχετικά με το παραπάνω κριτικό σχόλιο έχετε γράψει εσείς και ο Κ. Κατσώνης.


α. Σε μια διαφωτιστική ανάλυση, «ιστόρηση» και διδασκαλία των γεγονότων του 1974, που δεν πρέπει να είναι «εθνικιστική κατήχηση», θα πρέπει:


(ι) Πρώτον, να καταγραφούν/αφηγηθούν τα γεγονότα, δηλαδή, η στρατιωτική εισβολή από τους Τούρκους της Τουρκίας, οι πράξεις των εισβολέων και των συνεργατών τους, όπως οι βομβαρδισμοί, οι βιασμοί, οι λεηλασίες, οι καταστροφές και άλλες βαρβαρότητες·


(ιι) Δεύτερον, τα γεγονότα του 1974 να «εξιστοριστούν/ερμηνευτούν» τοποθετώντας το στο «ιστορικό τους συγκείμενο», που προϋποθέτει τη διερεύνηση των συνθηκών και τα αιτίων, που συνέβαλαν και οδήγησαν στην τουρκική εισβολή, και με αξιόπιστη τεκμηρίωση την επίρριψη ευθυνών σε όλους εκείνους -Ελληνοκυπρίους, Τουρκοκυπρίους και άλλους- που με τις πράξεις και τις πολιτικές τους έδωσαν αφορμή στους Τούρκους της Τουρκίας να παρέμβουν στρατιωτικά·


(ιιι) Τρίτον, να παρουσιάζονται οι διαφορετικές ερμηνείες, που έχουν γίνει από τους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους αυτού του γεγονότος. Θα ήθελα να σταθώ λίγο σ’ αυτό το σημείο, γιατί βασιζόμενος σε ένα τσιτάτο «εκτός των συμφραζομένων» μιας σύντομης συνέντευξής μου με δημοσιογράφο στην εφημερίδα «Αλήθεια», έχετε παρερμηνεύσει και κριτικάρει τη «στάση/θέση» μου σχετικά με την ερμηνεία και το σημασιολογικό χαρακτηρισμό της τουρκικής εισβολής. Σε ομιλίες μου και σε συνεντεύξεις πάνω σ’ αυτό το θέμα είχα πει τα εξής:«Από την ελληνοκυπριακή σκοπιά, το ιστορικό γεγονός του 1974 αρθρώνεται ως ‘τουρκική εισβολή’, και σε ορισμένες περιπτώσεις ο λόγος αυτός συνοδεύεται με ιδεολογικά φορτισμένους όρους όπως ‘ο αιμοβόρος Αττίλας’, και πλαισιώνεται με το αιτιολογικό επιχείρημα του ‘διαχρονικού τουρκικού επεκτατισμού’ και του ‘βαρβαρώδους τουρκισμού’ που είναι ‘εγγενές φυλετικό χαρακτηριστικό των Τούρκων’. Από την τουρκοκυπριακή σκοπιά, το ίδιο γεγονός αρθρώνεται ως ‘παρέμβαση’ ή ως ‘επιχείρηση’ και σε ορισμένες περιπτώσεις με τον ιδεολογικά φορτισμένο όρο, ως ‘ειρηνευτική επιχείρηση’, και πλαισιώνεται με το αιτιολογικό επιχείρημα του ‘ελληνικού ιμπεριαλισμού’
Πηγή :http://www.sigmalive.com/simerini/news/local/85348



Β' Μέρος (τελευταίο)


Στη συνέχεια, είχα προσθέσει ότι η καθεμιά απ’ αυτές τις δύο ερμηνείες -η ελληνοκυπριακή και η τουρκοκυπριακή-αρθρώνεται ως η μοναδική και η πιο έγκυρη «ιστορική αλήθεια». Σε καμιά δική μου ιστορική ανάλυση και παρουσίαση δεν έχω ερμηνεύσει τα τουρκικά στρατιωτικά πεπραγμένα το 1974 ότι δεν ήταν «εισβολή» αλλά «ειρηνευτική επιχείρηση», όπως μου έχουν καταλογίσει ορισμένοι αυτοχειροτονηθέντες ερασιτέχνες ιστοριογράφοι. Όμως, ως ιστορικοσυγκριτικός, έχω καταθέσει την άποψη ότι σε μιαν αναθεωρημένη ιστορική αφήγηση των γεγονότων του 1974, θα πρέπει να παρουσιαστούν και οι δύο ερμηνείες, και στη συνέχεια


(iv) Τέταρτον, με την αναδίφηση και εξέταση των διαθέσιμων ντοκουμέντων και άλλων ιστορικών πηγών (π.χ. προσωπικών συνεντεύξεων, εφόσον μιλάμε για «σύγχρονη ιστορία»), να γίνει κριτική αξιολόγηση της αξιοπιστίας εκάστης των δύο ιστορικών ερμηνειών·


(v) Πέμπτον, ο μετεκπαιδευμένος στο νέο παράδειγμα διδακτικής της Ιστορίας δάσκαλος / καθηγητής (βλ. Chara Makriyianni and Charis Psaltis «The Teaching of History and Reconciliation, The Cyprus Review», 19 (1), 2007) να «διδάξει» στους μαθητές ότι η Ιστορία ως γνωστικό αντικείμενο δεν είναι κατήχηση μιας ιστορικής ερμηνείας γεγονότων ως αδιαμφισβήτητης «γνώσης/αλήθειας», αλλά η καλλιέργεια κριτικής σκέψης. Με άλλα λόγια, να κάνει τους μαθητές ιστορικούς.




Ούτε Χριστός ούτε Παναγία




4. Σ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ- «Επίσης, ο κύριος καθηγητής απεχθάνεται εικόνες του Χριστού και της Παναγίας μέσα στις σχολικές αίθουσες, διαφορετικά, λέγει, πρέπει να έχουμε και εικόνες του Μωάμεθ».


Α. ΚΑΖΑΜΙΑΣ- Εδώ έχουμε ένα άλλο τσιτάτο συνέντευξής μου «εκτός των συμφραζομένων». Η αναφορά περί εικόνων του Χριστού, της Παναγίας και του Μωάμεθ έγινε σε απάντηση της ερώτησης της δημοσιογράφου: «Και ποια είναι η άποψή σας για την παρουσία θρησκευτικών συμβόλων στα σχολεία;». Η απάντησή μου ήταν και είναι: «Σε μια ενωμένη Κύπρο όπου η σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού θα είναι πολυπολιτισμική και πολυθρησκευτική (δηλαδή στα δημόσια σχολεία θα φοιτούν μαθητές / μαθήτριες από διάφορα θρησκεύματα, π.χ. Χριστιανοί Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Μωαμεθανοί, Προτεστάντες, ακόμη και άθεοι), δεν θα πρέπει να υπάρχουν εικόνες του Χριστού και της Παναγίας. Όμως, εάν υπάρχουν τέτοια θρησκευτικά σύμβολα, τότε θα πρέπει να υπάρχουν και σύμβολα άλλων θρησκευμάτων, εφόσον ο μαθητικός πληθυσμός συμπεριλαμβάνει και παιδιά άλλων θρησκευμάτων».



Κεμαλισμός - Ατατουρκισμός




5. Σ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ- Ερωτούμε τον κ. Καζαμία: Ας υποθέσουμε ότι εμείς επιτυγχάνουμε την ιστορική λοβοτομή και εθνική αφυδάτωση των παιδιών μας. Οι Τούρκοι θα πράξουν το ίδιο, αρχής γενομένης από την αφαίρεση της ευμεγέθους φωτογραφίας του Ατατούρκ από τα βιβλία τους; Καθόλου! Ο ελληνοκτόνος (συγγνώμη, κ. Καζαμία, για το χαρακτηρισμό, αλλ’ αυτό είναι μια ιστορική πραγματικότητα) Ατατούρκ επιδόθηκε από το 1925 σε μια τεράστια προσπάθεια να προσδώσει ιστορική εντοπιότητα στον τουρκισμό... Αν δεν πιστεύετε, διαβάστε και το βιβλίο «Ιστορία της Τουρκίας»... Λοιπόν, ποιος θα ξαναγράψει την Ιστορία της Κύπρου και των Ελλήνων; Μήπως να αναμένουμε να δούμε την κυρία Ρεπούση επικεφαλής της ομάδας αναθεώρησης της Ιστορίας; Η Παιδεία μας δεν μπορεί παρά να είναι ελληνοκεντρική, είτε αρέσει είτε όχι στον κ. Καζαμία, για έναν κρίσιμο λόγο που αρνείται να δει:


Η ελληνική Παιδεία έχει μια μοναδική και ανεπανάληπτη παγκοσμιότητα και οικουμενικότητα, που φωτίζει αδιαλείπτως την ανθρωπότητα, κάτι που δεν έχει ο ερεβώδης και βαρβαρώδης τουρκισμός, που να πάρει η οργή!


A. KAZAMIAΣ: 5.1. Η προσεκτική ανάγνωση των «στάσεων/ θέσεων» και σχολίων μου στο πρώτο και δεύτερο μέρος αυτού του εκτενούς κειμένου, σε απάντηση των δικών σας «αντι-στάσεων» και ερωτημάτων, καταδεικνύει σαφέστατα ότι τα συμπεράσματά σας για «ιστορική λοβοτομή και εθνική αφυδάτωση των παιδιών μας», για «εξαφάνιση της εθνικής και ιστορικής μας ταυτότητας», για «κατερείπωση της εθνικής μας ιδιοπροσωπίας» είναι ανυπόστατα/αβάσιμα.


5.2. Και βέβαια, από όσα έχω πει παραπάνω και στη διάλεξή μου στις 26 Μαΐου, εξυπακούεται ότι και οι Τουρκοκύπριοι θα πρέπει να «απαλείψουν τα στενά εθνοκεντρικά, μονοπολιτισμικά και κατ’ επέκταση εθνικο-δυ?στικά στοιχεία». Αυτό σημαίνει την απάλειψη στοιχείων του εθνοτουρκοκεντρικού Κεμαλισμού / Ατατουρκισμού.


5.3. Κύριε Ιακωβίδη, η προσπάθειά σας να με «διδάξετε» για τον εθνοκεντρισμό/εθνικισμό του Ατατούρκ και του Τουργκούτ Οζάλ, και να μου υποδείξετε το νόημα και τη σημασία της «ελληνικής Παιδείας», μου φέρνει στο νου το κυπριακό ρητό «έλα παππού μου να σου δείξω τ’ αμπέλια σου!».


α. Προτού μου καταλογίσετε άγνοια για τον τουρκοκεντρικό εθνικισμό και τα πεπραγμένα στο όνομά του, σας παραπέμπω σε δύο δικά μου βιβλία-μελέτες για την Τουρκία, στις οποίες αναλύω διεξοδικά αυτό το θέμα, και τα οποία φέρουν τους τίτλους: EDUCATION AND THE QUEST FOR MODERNITY IN TURKEY, 1966, και THE TURKISH SISYPHUS; ATAT?RK, ISLAM AND THE QUEST FOR EUROPEAN MODERNITY, 2006.


β. Όσο για τις υποδείξεις/δίδαγμά σας σχετικά με το μεγαλείο της Ελληνικής Παιδείας, περιορίζομαι στο ό,τι έχει γράψει Ελληνίδα καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης: «Στο διεθνή χώρο της Συγκριτικής Παιδαγωγικής, ο καθηγητής Ανδρέας Καζαμίας είναι επίσης γνωστός ως ο Έλληνας Συγκριτολόγος όχι μόνο λόγω της καταγωγής του, αλλά και για την ελληνικότητα που διαποτίζει το ερευνητικό και συγγραφικό του έργο, αλλά και για την επιδέξια χρήση αρχαίων ελληνικών μύθων στην ανάλυση σύγχρονων εκπαιδευτικών ζητημάτων και προβλημάτων» (Α. Καζαμίας, Περί Συγκριτικής Παιδαγωγικής ή Προς Έναν Προμηθε?κόν Ουμανισμό στη Νέα Κοσμόπολη, επιμ. Π. Καλογιαννάκη, Αθήνα, Ατραπός, 2008).



«Δεν είναι ελληνοκεντρικό» κράτος η Κύπρος




γ. Στο β, παραπάνω, προσθέτω συναφώς την κρίση/άποψη του Υπουργού Παιδείας, καθηγητή Ανδρέα Δημητρίου, για το φιλοσοφικό υπόβαθρο της Έκθεσης της Επιτροπής των Επτά Πανεπιστημιακών, της οποίας είχα την τιμή να ήμουν πρόεδρος. Σε συνέντευξή του στο Φιλελεύθερο στις 18 Μαΐου, ο καθ. Δημητρίου είπε: «Δεν συμμερίζομαι καθόλου την άποψη ότι στην έκθεση της επιτροπής για τη μεταρρύθμιση υπάρχουν οποιεσδήποτε κατευθύνσεις που να απειλούν την ελληνικότητα της Κύπρου. Στην πραγματικότητα όλη η έκθεση διέπεται από έναν βαθύ ουμανισμό, ο οποίος προκύπτει από την κλασική Ελλάδα. Το ότι μέσα στην έκθεση διατυπώνεται η θέση ότι η Κύπρος είναι ένα ανεξάρτητο κράτος-μέλος της Ε.Ε. και επομένως αυτό πρέπει να γίνει αποδεκτό από την κοινωνία και τη νεολαία μας, δεν νομίζω ότι απειλεί την ελληνικότητά μας».


5.4. «Που να πάρει η οργή!», κ. Ιακωβίδη, θα πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουμε ότι:


α. Το νεοσύστατο κυπριακό κράτος, η Κυπριακή Πολιτεία/Δημοκρατία, ως ανεξάρτητος πολιτικός σχηματισμός, ως πολιτική κοινωνία, και ως πλήρες μέλος της πολυεθνικής, πολυπολιτισμικής Ευρωπα?κής Ένωσης, δεν είναι προέκταση του ελληνικού έθνους-κράτους, ούτε και πολιτισμικά -από την άποψη εθνότητας, θρησκείας και πολιτιστικής παράδοσης- αμιγώς ελληνοκεντρικό.


β. Η Κύπρος, ως πολιτική κοινωνία, αποτελείται από δύο κοινότητες, από Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους. Σ’ αυτήν την ιδιόμορφη πολιτική κοινωνία, το ιδιόμορφο «έθνος-κράτος», οι Τουρκοκύπριοι δεν αποτελούν απλώς μία εθνοθρησκευτική «μειονότητα», όπως π.χ. αποτελούν οι Μωαμεθανοί πολίτες της Ελλάδας ή οι Τούρκοι πολίτες της Γερμανίας, ή οι Ασιάτες πολίτες (Ινδοί, Πακιστανοί, Μπαγκλατεσιανοί) ή ακόμη και οι Κύπριοι πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου.


γ. Επομένως, όταν μιλάτε για την «Παιδεία μας», ότι θα πρέπει να είναι «ελληνοκεντρική», θα πρέπει επίσης να αναφέρεστε στην παιδεία των «Ελληνοκυπρίων», και όχι γενικότερα των «Κυπρίων». Γιατί, «Κύπριοι» θα πρέπει να θεωρούνται και οι συμπατιώτες μας οι Τουρκοκύπριοι.


δ. Ναι, οπωσδήποτε, η σχολική εκπαίδευση των Ελληνοκυπρίων, στο φανερό και το «λανθάνον» σχολικό πρόγραμμα (curriculum), θα πρέπει, μεταξύ των άλλων στόχων της, να καλλιεργεί μια «ελληνοκυπριακή εθνική ταυτότητα». Όχι, όμως, όπως ανέπτυξα παραπάνω, να είναι κατήχηση «ελληνοεθνοκεντρικής» ταυτότητας, με τη σοβινιστική, την ξενοφοβική, τη ρατσιστική και τη μισαλλόδοξη έννοια του όρου «εθνοκεντρισμός».


ε. Σε μια διζωνική, δικοινοτική και, εκ των πραγμάτων, διαπολιτισμική ευρωκυπριακή ομοσπονδία/πολιτεία, η σχολική εκπαίδευση -ως ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους (Louis Althusser), ή ως μηχανισμός διακυβέρνησης (Michel Foucault)- θα πρέπει να προάγει τον πολιτισμικό πλουραλισμό και την παιδεία του πολίτη, την πολιτική διαπαιδαγώγηση όχι μόνο του Ελληνοκύπριου και του Τουρκοκύπριου πολίτη, αλλά και του Ευρωπαίου πολίτη, ακόμη και του «κόσμου πολίτη», όπως θα 'λεγε ο αρχαίος φιλόσοφος Διογένης Λαέρτης· με άλλα λόγια θα πρέπει να προάγει μια πολλαπλή ταυτότητα: Ελληνοκυπριακή στην ελληνοκυπριακή κοινότητα και τουρκοκυπριακή στην τουρκική κοινότητα, αλλά και στις δύο κοινότητες θα πρέπει να καλλιεργείται και η κυπριακή, η ευρωπαική, ακόμη και η «κοσμοπολίτικη» ταυτότητα.



Η αναθεώρηση της Ιστορίας




6. Επιμύθιο:


Ι. Σ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ- Πώς θα... εκσυγχρονιστεί, λοιπόν, και από ποιους η Ιστορία της Κύπρου;


Α. KAZAMIAΣ- Με γνώμονα: Πρώτον, τις παραπάνω «στάσεις/θέσεις» και απόψεις για (α) τον Εθνοκεντρισμό στην κυπριακή σχολική εκπαίδευση -την ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή- ιδιαίτερα στα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας της Κύπρου, (β) την Ιστορία ως Επιστήμη, και (γ) το μάθημα της Ιστορίας ως μηχανισμό για τη διαμόρφωση συλλογικής ταυτότητας και, δεύτερον, την κυπριακή εξαγγελθείσα πολιτική για επαναπροσέγγιση και επανένωση των δύο κοινοτήτων, και για συμφιλίωση των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών, επιβάλλεται η αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός των διδακτικών εγχειριδίων και του αναλυτικού προγράμματος, καθώς και η διδασκαλία της Ιστορίας, στο πλαίσιο, όμως, του μεθοδολογικού και επιστημολογικού «παραδείγματος» ιστοριογραφίας. Μια τέτοια αναθεώρηση/εκσυγχρονισμός της «Ιστορίας της Κύπρου», επ’ ουδενί λόγω θα μπορούσε να αξιολογηθεί από bona fide επιστήμονες ιστορικούς ως «παραποίηση της Ιστορίας».Από ποιους θα «εκσυγχρονιστεί» η Ιστορία της Κύπρου - το αναλυτικό πρόγραμμα και η διδασκαλία της Ιστορίας; Όπως υπαινίσσεται στην Έκθεση των Επτά Πανεπιστημιακών, και όπως ανέφερα στην προαναφερθείσα διάλεξή μου τις 26 Μαΐου, και συμπληρωματικά, όπως πολύ ορθά έχει πρόσφατα επισημάνει και ο Κυπριακός Όμιλος Ιστορικού Διαλόγου και Έρευνας (βλ.www.hisdialresearch.org και Πολίτης της Κυριακής, 3.8.2008), ο εκσυγχρονισμός και η αναθεώρηση της Ιστορίας της Κύπρου θα πρέπει να γίνουν από ομάδες, στις οποίες θα συμμετέχουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι καταξιωμένοι επιστήμονες ιστορικοί και ειδικοί στη διδασκαλία της Ιστορίας.
Πηγή :http://www.sigmalive.com/simerini/news/local/86044

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου