4 Φεβ 2009

Κωνσταντίνου Χολέβα:Σκέψεις για τα θρησκευτικά και την εξομολόγηση


Τα ζητήματα πού αφορούν στην Παιδεία δεν απασχολούν μόνον τους εκπαιδευτικούς. Απασχολούν και πρέπει να απασχολούν όλους μας: ως γονείς, ως φορολογούμενους Έλληνες και ως υπεύθυνους πολίτες, οι όποιοι απαιτούμε να εφαρμόζεται το Σύνταγμα της χώρας. Και αυτό το Σύνταγμα στο άρθρο 16, παρ. 2, ορίζει ότι σκοπός της Παιδείας είναι ή ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, η ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνειδήσεως και η διάπλαση τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Στο πλαίσιο αυτό κάθε Ορθόδοξος Χριστιανός δυσαρεστείται όταν ακούει ορισμένες δυναμικές μειοψηφίες, οι όποιες θέλουν να μετατρέψουν το μάθημα των Θρησκευτικών από ομολογιακό, δηλαδή βασισμένο στην Ορθόδοξη Πίστη, σε θρησκειολογικό, δηλαδή να παρουσιάζει ένα συνονθύλευμα γνώσεων περί όλων των θρησκευμάτων πού υπάρχουν στον κόσμο.
Κορυφαίες μορφές της Εκκλησίας και της εκπαιδεύσεως, όπως ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος και ο πρώην Πρύτανις του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γ. Μπαμπινιώτης έχουν δημοσίως και σαφώς ταχθεί κατά του θρησκειολογικού μαθήματος και κατά του δήθεν «ουδετερόθρησκου» σχολείου.
Στις ήμερες μας οι οπαδοί του θρησκειολογικού μαθήματος χρησιμοποιούν δύο νέα επιχειρήματα, τα όποια θα αποδείξουμε ότι δεν ευσταθούν.Το πρώτο επιχείρημα είναι, όπως ισχυρίζονται, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση τάσσεται κατά του ομολογιακού και υπέρ του θρησκειολογικού περιεχομένου του μαθήματος. Πρόκειται για διαστρέβλωση της αληθείας.
Ή Ευρωπαϊκή Ένωση ουδέποτε ησχολήθη με το θέμα αυτό, άλλωστε τα θέματα Εκκλησίας και Παιδείας τα αφήνει να ρυθμισθούν από κάθε κράτος-μέλος. Εκείνο πού επικαλούνται ορισμένοι είναι ένα κείμενο του Συμβουλίου της Ευρώπης, το όποιο δεν είναι όργανο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, αλλά αποτελείται από 46 χώρες και έχει στόχο να προστατεύει τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πέρσι η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέδωσε μίαν απλή σύσταση, δηλαδή κείμενο χωρίς υποχρεωτικό χαρακτήρα, σχετική με τη διδασκαλία θρησκευτικών γνώσεων στα σχολεία. Ή σύσταση αυτή ουδέν το νέο κομίζει για την Ελλάδα, διότι αναφέρεται κυρίως σε χώρες πού δεν διδάσκουν θρησκευτικό μάθημα (Γαλλία και ορισμένες πρώην κομμουνιστικές χώρες) και τις καλεί να λάβουν μέριμνα για να εντάξουν το μάθημα στο σχολικό πρόγραμμα.
Όσον αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουμε ξεκάθαρη εικόνα του τι πιστεύει για τα Θρησκευτικά αν ρωτήσουμε τους Ευρωυπαλλήλους πού στέλνουν τα παιδιά τους στα Ευρωπαϊκά σχολεία των Βρυξελλών. Στα σχολεία αυτά, τα όποια χρηματοδοτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, το μάθημα των Θρησκευτικών διδάσκεται από την Α’ Δημοτικού και μάλιστα με ομολογιακό περιεχόμενο. Δηλαδή για τα Ορθόδοξα παιδιά έρχεται ορθόδοξος θεολόγος, κληρικός ή λαϊκός, επιλεγόμενος από την Ορθόδοξη Εκκλησία και αμειβόμενος από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τα παιδιά των ρωμαιοκαθολικών υπαλλήλων έρχεται ρωμαιοκαθολικός διδάσκων κ.λπ. Αν κάποιοι γονείς έχουν συνειδησιακούς λόγους κατά των Θρησκευτικών (π.χ. άθεοι, θρησκευτικώς αδιάφοροι) τότε επιλέγουν την εναλλακτική λύση πού λέγεται μάθημα Ηθικής και έχει κοινή ύλη για όλα τα παιδιά. Δεν τίθεται, λοιπόν, θέμα θρησκειολογικού μαθήματος. Ή επιλέγεις ομολογιακά Θρησκευτικά ή παρακολουθείς Ηθική.

Ένα δεύτερο επιχείρημα πού ακούγεται από τους οπαδούς του θρησκειολογικού μαθήματος είναι ότι μας το επιβάλλει η προσαρμογή μας στις σύγχρονες Συνθήκες περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όμως αν διαβάσει κανείς το Α’ Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Διεθνούς Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Παιδιού θα δει ότι «παν κράτος εν τη ασκήσει των αναλαμβανομένων ύπ’ αυτού καθηκόντων επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως έξασφαλίζωσιν την μόρφωσιν και την έκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως προς τάς Ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις». Είναι προφανές ότι η διάταξη αυτή απορρίπτει κάθε ιδέα περί θρησκειολογικού μαθήματος. Άλλα και ο Συνήγορος του Πολίτη στη χώρα μας, στη διαμεσολάβηση του ύπ’ αριθμ. 2141 του 2005 περί της Εξομολογήσεως στα Σχολεία, παραδέχεται ότι με βάση το ελληνικό Σύνταγμα και τις Διεθνείς Συμβάσεις «στους στόχους της πολιτείας, τους επιδιωκομένους δια της σχολικής εκπαίδευσης, συγκαταλέγεται η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης όσων, τουλάχιστον, ελλήνων πολιτών τυγχάνουν μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας» και αποσαφηνίζει ότι το μάθημα των Θρησκευτικών δεν υπάρχει λόγος να είναι θρησκειολογικό, αλλά μπορεί κάλλιστα να είναι ομολογιακό, αρκεί να αφήνει περιθώριο για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών.
Ο Συνήγορος δεν θεωρεί θεμιτή τη διδασκαλία κατηχητικού τύπου στα σχολεία, άλλα νομίζω ότι στις τελευταίες δεκαετίες δεν υπάρχει τέτοιο περιεχόμενο στα βιβλία των Θρησκευτικών. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ούτε ή Ευρώπη ούτε ο Συνήγορος του Πολίτη ζητούν την αλλαγή του μαθήματος από Ορθόδοξο ομολογιακό σε θρησκειολογικό. Επειδή όμως, αναφέρθηκα στη Διαμεσολάβηση του Συνηγόρου του Πολίτη για την Εξομολόγηση στα σχολεία, θα ήθελα να σχολιάσω δύο σημεία της πού με βρίσκουν αντίθετο.
Σέβομαι τους εκλεκτούς νομικούς πού στελεχώνουν τις υπηρεσίες του Συνηγόρου, αλλά και οι κρίνοντες κρίνονται. Το πρώτο σημείο λέγει: «Ή τέλεση του μυστηρίου της εξομολόγησης μέσα στο σχολικό χώρο αποκλίνει από τον ομολογιακό χαρακτήρα της αφύπνισης της θρησκευτικής συνείδησης με καθαρά γνωστικά εργαλεία». Βλέπουμε ότι η απαγόρευση της εξομολόγησης βασίζεται στο σκεπτικό ότι το σχολείο καλλιεργεί μόνο γνώσεις και τίποτε άλλο. Νομίζω ότι η άποψη αυτή ξεφεύγει από τον πραγματικό σκοπό της Παιδείας, όπως τον ορίζει το Σύνταγμα και όπως τον διδάσκει επί αιώνες η Εκκλησία, η Φιλοσοφία και η Παιδαγωγική. Αν καλλιεργείς μόνον γνώσεις χωρίς ήθος τότε σε τι θα διαφέρει ο άνθρωπος από ένα ρομπότ και από έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή; Από τον Πλάτωνα και τον Μέγα Βασίλειο και από τους νεωτέρους παιδαγωγούς μαθαίνουμε ότι το σχολείο πρέπει να διαπλάθει ολοκληρωμένες προσωπικότητες, όχι μόνον δια των γνώσεων, αλλά κυρίως δια της διδασκαλίας της αρετής. Άρα το επιχείρημα του Συνηγόρου ότι αναπτύσσεται η θρησκευτική συνείδηση μόνον με ξερές γνώσεις χωρίς βίωμα, χωρίς συμμετοχή στα μυστήρια, φοβούμαι ότι πάσχει πολλαπλώς.
Επίσης δεν κατανοώ πως θεμελιώνεται μία άλλη επιφύλαξη του Συνηγόρου. Λέγει ότι «κάποιος μαθητής μη συμμετέχοντας στη διαδικασία της εξομολόγησης, μπορεί να αποκαλύπτει τις θρησκευτικές τον πεποιθήσεις, οπότε θέτει σε διακινδύνευση. .. το απόρρητο των προσωπικών τον δεδομένων».
Πρώτον, θυμίζω ότι για κάθε Χριστιανό, αλλά και για κάθε δημοκρατικό πολίτη, απόρρητο είναι και πρέπει να είναι το περιεχόμενο της εξομολογήσεως, όχι το γεγονός ότι εξομολογείται.
Δεύτερον, δεν βλέπω πώς αποκαλύπτει προσωπικά δεδομένα ο μη προσερχόμενος στην εξομολόγηση, αφού κάλλιστα μπορεί να υπάρχουν και πιστοί Ορθόδοξοι μαθητές πού δεν εξομολογούνται στο σχολείο, άλλα στον Ναό. Άρα η μη προσέλευση στο μυστήριο εντός του σχολείου ουδένα στιγματίζει. Άλλωστε ο Συνήγορος γνωρίζει πολύ καλά ότι οι αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι μαθητές δικαιούνται να απαλλαγούν από το μάθημα των Θρησκευτικών και με τον τρόπο αυτό δηλώνουν σαφώς ότι δεν είναι Ορθόδοξοι. Φυσικά δεν υπήρξε ποτέ καμμία αρνητική συνέπεια γι’ αυτούς. Άρα πως τεκμηριώνεται ο δήθεν κίνδυνος δημοσιοποιήσεως προσωπικών δεδομένων από τον μη εξομολογούμενο; Είναι προφανές ότι η Διαμεσολάβηση του Συνηγόρου δεν πείθει στο σημείο αυτό.
Πάντως πρέπει να παραδεχθούμε ότι το κείμενο του Συνηγόρου του Πολίτη περί Εξομολογήσεως είναι γραμμένο με επίγνωση των συνθέτων παιδαγωγικών πτυχών του ζητήματος και τονίζει ότι μπορεί και να κάνει λάθος σε ορισμένα σημεία. Ζητεί δε να του αναφερθούν τα τυχόν αντίθετα επιχειρήματα. Δυστυχώς τα επιχειρήματα αυτά δεν ακούσθηκαν ποτέ. Άντ’ αυτών εμφανίσθηκε μία Εγκύκλιος πού απαγορεύει την Εξομολόγηση, η οποία γινόταν διακριτικά στα Σχολεία με τη συναίνεση καθηγητών, γονέων και μαθητών. Ας ελπίσουμε ότι υπάρχει περιθώριο και καλή διάθεση για να επανεξετασθεί το όλο ζήτημα.
Πηγή: το βιβλίο «Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ» του Κωνσταντίνου Χολέβα ΠΡΟΤΥΠΕΣ ΘΕΣΣΑΛΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΡΙΚΑΛΑ, ΑΘΗΝΑ 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου