6 Νοε 2008

Όταν οι ΗΠΑ χαρακτήριζαν “αθεμελίωτη δημαγωγία” το “Μακεδονικό


Όταν οι ΗΠΑ χαρακτήριζαν “αθεμελίωτη δημαγωγία” το “Μακεδονικό
*********************************************************************

“Οποιαδήποτε συζήτηση περί μακεδονικού έθνους, μακεδονικής μητέρας πατρίδας ή μακεδονικής εθνικής συνείδησης αποτελεί αθεμελίωτη δημαγωγία που δεν αντιστοιχεί σε εθνική ή πολιτική πραγματικότητα και ιδεολογικό μανδύα για την εκδήλωση επιθετικών διεκδικήσεων εις βάρος της Ελλάδας”

ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΣΤΑΤΙΝΙΟΥΣ Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Δεκέμβριος 1944

Του Άγγελου Ν. Βάσσου
Εδώ και σχεδόν τέσσερα χρόνια, από τον Νοέμβριο του 2004, δύο ημέρες μετά τις τελευταίες αμερικανικές εκλογές, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούν τον όρο “Μακεδονία” στις διμερείς σχέσεις τους με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Κι όμως, σε ντοκουμέντο του 1944 (όταν δηλαδή ανέκυψε για πρώτη φορά θέμα με την ονομασία της γειτονικής περιοχής) υπογεγραμμένο από τον τότε αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, το οποίο παρουσιάζει σήμερα η “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”, το όλο ζήτημα χαρακτηρίζεται ως “αθεμελίωτη δημαγωγία”. Μέχρι και το 1944, η βορείως των ελληνικών συνόρων περιοχή της τότε Γιουγκοσλαβίας ήταν γνωστή στους κατοίκους της και σε όλους τους γείτονές της ως “Βαρντάρσκα Μπανιοβίνα” (Vardarska Banjovina).

Ήταν αυτή ακριβώς τη χρονιά που ο στρατάρχης Τίτο, στο πλαίσιο των βλέψεών του για έξοδο της χώρας του στο Αιγαίο, αποφάσισε μονομερώς τη μετονομασία της συγκεκριμένης περιοχής, δημιουργώντας τη “Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας”, στο πλαίσιο της τότε Γιουγκοσλαβίας.
Σήμερα, οι Αμερικανοί σπεύδουν να αναγνωρίσουν τη γείτονα χώρα ως “Μακεδονία”, χρησιμοποιώντας το όνομα αυτό στις διμερείς σχέσεις και σε διεθνή φόρα. Κι όμως, όταν ετέθη για πρώτη φορά το ζήτημα, το 1944, ο τότε αμερικανός υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Ρούζβελτ, Έντουαρντ Ράιλι Στατίνιους (ο οποίος είχε υπηρετήσει στην ίδια θέση και στην κυβέρνηση του επόμενου προέδρου, Χάρι Τρούμαν), σε εμπιστευτικό σημείωμά του (με ημερομηνία 26 Δεκεμβρίου 1944) προς τις αμερικανικές διπλωματικές αποστολές στη Βαλκανική δεν δίσταζε να αποκαλέσει το όλο θέμα “αθεμελίωτη δημαγωγία”.


ΤΙ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΤΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ


“Το υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθεί με ιδιαίτερη ανησυχία τις αυξανόμενες φήμες για άσκηση προπαγάνδας και για ημιεπίσημες δηλώσεις υπέρ μιας αυτόνομης Μακεδονίας, που εκπορεύονται κυρίως από τη Βουλγαρία αλλά και από Γιουγκοσλάβους Παρτιζάνους και άλλες πηγές και οι οποίες αφήνουν υπαινιγμούς ότι στο ενδεχόμενο σύστασης ενός τέτοιου κράτους θα περιλαμβανόταν και έδαφος που ανήκει στην Ελλάδα. Αυτή η κυβέρνηση”, επισημαίνει στην επιστολή του προς τους αμερικανούς πρέσβεις και προξένους στη Βαλκανική ο Στατίνιους, “πιστεύει ότι οποιαδήποτε συζήτηση περί μακεδονικού έθνους, μακεδονικής μητέρας πατρίδας ή μακεδονικής εθνικής συνείδησης αποτελεί αθεμελίωτη δημαγωγία, που δεν αντιστοιχεί σε εθνική ή πολιτική πραγματικότητα.

Παράλληλα, αντιμετωπίζει (σ.σ.: η κυβέρνηση των ΗΠΑ, το 1944) τη σημερινή αναβίωσή της ως ιδεολογικό μανδύα για την εκδήλωση επιθετικών διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας. ”Η εγκεκριμένη πολιτική αυτής της κυβέρνησης”, συνεχίζει ο τότε επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, “συνίσταται στην άρνηση οποιασδήποτε προσπάθειας αναβίωσης του μακεδονικού ζητήματος ως έχοντος σχέση με την Ελλάδα.

Το ελληνικό τμήμα της Μακεδονίας κατοικείται σε μεγάλο βαθμό από Έλληνες και οι έλληνες πολίτες αντιτίθενται σχεδόν ομόφωνα στη δημιουργία μακεδονικού κράτους. Ισχυρισμοί περί σοβαρής ελληνικής συμμετοχής σε οιονδήποτε τέτοιον αναβρασμό μπορούν να θεωρηθούν εκ προοιμίου ψευδείς.

Αυτή η κυβέρνηση θα θεωρήσει υπεύθυνες κάθε κυβέρνηση ή ομάδα κυβερνήσεων που ανέχονται ή ενθαρρύνουν απειλητικές ή επιθετικές ενέργειες μακεδονικών δυνάμεων κατά της Ελλάδας”. Εκθεση ΟΗΕ “Προσπάθεια ενορχηστρωμένη από Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία” Τον ρόλο Βουλγαρίας και Γιουγκοσλαβίας στην υποδαύλιση του λεγόμενου “Μακεδονικού” αποκαλύπτει έκθεση επιτροπής που συγκροτήθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του διεθνούς οργανισμού “Αν και αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου οι δυνάμεις κατοχής του Άξονα είχαν εκδηλώσει υποστήριξη προς ένα μακεδονικό αυτονομιστικό κίνημα, σε μια προσπάθεια να υποδαυλίσουν προστριβές μεταξύ των βαλκανικών κρατών, είναι εξίσου σαφές ότι, μετά τον πόλεμο, οι κυβερνήσεις της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας, μέσα από ομιλίες κρατικών αξιωματούχων τους αλλά και με αρθρογραφία στον Τύπο, αναζωπύρωσαν και υποστήριξαν τις αποσχιστικές τάσεις των Σλαβομακεδόνων”: αυτό είναι ένα από τα κύρια συμπεράσματα έκθεσης προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, την οποία συνέταξε και υπέβαλε στις 27 Μαΐου 1947 η “Επιτροπή έρευνας για σειρά περιστατικών στα ελληνικά σύνορα”, ένα όργανο που είχε συσταθεί με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας (Σ.Α.) του Οργανισμού στις 19 Δεκεμβρίου 1946, αποτελούμενο από εκπροσώπους των 11 μελών του Σ.Α.

Η Επιτροπή διέθετε 27μελή γραμματεία, με την προεδρία της να εναλλάσσεται κυκλικά κάθε εβδομάδα μεταξύ των μελών της. Παράλληλα, περιελάμβανε εκπροσώπους ορισμένους από την Ελλάδα, τη Γιουγκοσλαβία, την Αλβανία και τη Βουλγαρία, οι οποίοι θα συμμετείχαν στις συνεδρίες της όποτε αυτό κρινόταν απαραίτητο, ακριβώς όπως οι πρέσβεις των εν λόγω χωρών παρουσιάζονταν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κάθε φορά που χρειαζόταν. Συνολικά, ενώπιον της συγκεκριμένης Επιτροπής παρουσιάστηκαν 256 μάρτυρες ή καταθέσεις, 79 εκ των οποίων από την Ελλάδα, 22 από την Αλβανία, 33 από τη Βουλγαρία και 60 από τη Γιουγκοσλαβία.

Πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 30 επιτόπιες αυτοψίες στις τέσσερις εμπλεκόμενες χώρες, είτε από την ίδια την επιτροπή, είτε από μία από τις 7 υποομάδες που συγκροτήθηκαν στο πλαίσιό της.
Με δεύτερη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, στις 18 Απριλίου 1947, η Επιτροπή προχώρησε στη σύσταση (στις 30 Απριλίου) υποεπιτροπής με έδρα τη Θεσσαλονίκη και αντικείμενο να ερευνήσει περιστατικά παραβίασης των ελληνικών συνόρων από τις 22 Μαρτίου 1947 και μετά, όπως επίσης και να εξετάσει αν υπήρξαν περιπτώσεις αγνόησης στοιχείων που είχαν παρουσιαστεί ή που θα μπορούσαν να είχαν παρουσιαστεί στην ίδια την Επιτροπή.

Η τελική έκθεση, η οποία προετοιμάστηκε από δύο ομάδες, υπό την προεδρία του Κινέζου Δρ. Βουνστς Κινγκ και του Κολομβιανού Φρανσίσκο Ουρούτια, περιελάμβανε σειρά συμπερασμάτων, τα οποία υιοθετήθηκαν από την Αυστραλία, το Βέλγιο, την Κίνα, την Κολομβία, τη Συρία, τη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
“Στην επιτροπή παρουσιάστηκαν μάρτυρες”, τονίζεται στην τελική έκθεση, “οι οποίοι κατέθεσαν ότι στη Γιουγκοσλαβία δρούσε οργάνωση γνωστή ως NOF (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο), ένας από τους στόχους της οποίας ήταν να αποσπάσει την ελληνική Μακεδονία από την Ελλάδα και να την ενσωματώσει στην Ομοσπονδία της Γιουγκοσλαβίας. Αυτοί οι μάρτυρες κατέθεσαν ότι η δραστηριότητα της NOF καθοδηγούνταν από τα κεντρικά γραφεία της στα Σκόπια και, στη διάρκεια της πλέον έντονης περιόδου δραστηριοποίησής της, από ένα ειδικό Γραφείο Αιγαίου στη Μπίτολα (Μοναστήρι). Το πρόγραμμα της NOF περιελάμβανε την άσκηση προπαγάνδας υπέρ του μακεδονικού κινήματος.

Σε μια προσπάθεια να δικαιολογηθεί η ύπαρξη της οργάνωσης υπό την επωνυμία NOF, υποστηρίχθηκε ότι στην πραγματικότητα δεν αποτελούσε τίποτα περισσότερο από το όνομα του ελληνικού ΕΑΜ μεταφρασμένο στα Σλαβικά. Τόσο οι γιουγκοσλάβοι, όσο και οι βούλγαροι αντιπρόσωποι αρνήθηκαν, ωστόσο, ότι η NOF εμπλεκόταν σε δραστηριότητες του είδους που κατήγγειλε η ελληνική πλευρά.

Παρά το ότι ορισμένοι μάρτυρες κατέθεσαν στην επιτροπή ότι δεν είχαν ακούσει γι΄ αυτή την πλευρά της δράσης της NOF, οι αναφορές για σχέση της οργάνωσης με το μακεδονικό κίνημα ήταν τόσο πολλές και τόσο συνεπείς μεταξύ τους, ώστε να αφήνουν ελάχιστη αμφιβολία επʼ αυτού του θέματος μεταξύ των μελών της επιτροπής”.
Και καταλήγει το σχετικό απόσπασμα της έκθεσης, το οποίο έχει στη διάθεσή της η “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”: “Από την έρευνα της Επιτροπής κατέστη κάτι περισσότερο από σαφές ότι και η Βουλγαρία υποστήριξε το κίνημα για ένωση των τριών τμημάτων της Μακεδονίας ως δημοκρατίας εντός των ορίων της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Ήδη από τις 16 Νοεμβρίου 1946, άρθρο στην επίσημη κομμουνιστική εφημερίδα «Rabotnichesko Delo» καλωσόριζε τη δημιουργία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας εντός της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας, υποστηρίζοντας ότι η ένωση και άλλων τμημάτων του μακεδονικού έθνους μπορεί να πραγματοποιηθεί αποκλειστικά στη βάση αυτής της δημοκρατίας.

Μια τέτοια ενοποίηση είναι προς το συμφέρον της μελλοντικής ειρηνικής ανάπτυξης της Βουλγαρίας, σε στενή συνεργασία με τη Γιουγκοσλαβία”...
Ομολογία Σκοπιανών “Δεν υπήρχαμε ως κράτος πριν τον 19ο αιώνα” Εθνικιστικοί κύκλοι των Σκοπίων, μαζί με μέλη της σκοπιανής διασποράς, επιχειρούν συστηματικά τα τελευταία χρόνια να “περάσουν” στο παγκόσμιο κοινό την άποψη ότι είναι οι πραγματικοί κληρονόμοι της “ιστορικής Μακεδονίας”, εμφανίζοντας μάλιστα χάρτες που, πέραν της σημερινής πΓΔΜ, περιλαμβάνουν εδάφη που ανήκουν στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία. Υποστηρίζουν, μάλιστα, ότι τα “ιστορικά σύνορα” της περιοχής που επιχειρούν να οικειοποιηθούν έχουν διαμορφωθεί εδώ και περισσότερο από δέκα αιώνες και ότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, Ελλάδα και Βουλγαρία καταπατούν σήμερα εδάφη που από... καταβολής κόσμου ανήκουν στο “μακεδονικό έθνος”.
Κι όμως, τους ανιστόρητους ισχυρισμούς των Σκοπιανών, οι οποίοι επιχειρούν να βγάλουν πρόγονό τους και τον… Μέγα Αλέξανδρο, διαψεύδουν ακόμη και οι ίδιοι οι ακαδημαϊκοί κύκλοι της γειτονικής χώρας.

Έτσι, σε βιβλίο με τίτλο “Η Μακεδονία και οι σχέσεις της με την Ελλάδα”, που εκδόθηκε στη γειτονική χώρα το 1993 και το οποίο υπογράφουν, μεταξύ άλλων, δεκατρείς ακαδημαϊκοί των Σκοπίων, αναφέρεται ρητά ότι “…η σύγχρονη έρευνα σε γενικές γραμμές συμφωνεί για τον γεωγραφικό προσδιορισμό της περιοχής της Μακεδονίας: είναι μια χώρα που βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα της Βαλκανικής, συνορεύοντας με τη Σερβία, τη Βουλγαρία, την Ελλάδα και την Αλβανία. Αυτά τα γενικά σύνορα περικλείουν μια περιοχή έκτασης 67.000 τετρ. χλμ. και οριστικοποιήθηκαν μόλις τον 19ο αιώνα, όταν η Μακεδονία δεν υπήρχε καν ως κράτος”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου