8 Σεπ 2018

Πολλά τα συγχαρητήρια για τις Πρέσπες, τόσα που θα έπρεπε να μας ανησυχήσει

Πολλά τα συγχαρητήρια για τις Πρέσπες, τόσα που θα έπρεπε να μας ανησυχήσει
Με ένα χωρίς προηγούμενο μπαράζ θετικών δηλώσεων και συγχαρητηρίων για τη συμφωνία των Πρεσπών, η «διεθνής κοινότητα» επιχειρεί να «σπρώξει» τα διαδικαστικά βήματα που έχουν συμφωνηθεί ώστε να εγκριθεί και να τεθεί σε εφαρμογή η συμφωνία που θα τερματίσει(;) τη διένεξη ανάμεσα στην ΠΓΔΜ και την Ελλάδα για το αποκαλούμενο «ονοματολογικό», δηλαδή τον σφετερισμό του ιστορικού ονόματος «Μακεδονία» από ένα σλαβικό φύλλο που εγκαταστάθηκε στην περιοχή των Βαλκανίων 900 περίπου χρόνια μετά τον Μέγα Αλέξανδρο…

Του ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Για το θέμα έχουν γραφτεί πολλά και έχουν συζητηθεί περισσότερα. Τα εκατέρωθεν επιχειρήματα έχουν καταγραφεί αναλυτικά, ο καθένας έχει λιγότερο ή περισσότερο διαμορφώσει την άποψή του. Άρα αντικείμενο του σημερινού σχολίου δεν είναι η ουσία της υπόθεσης, εάν συνιστά η όχι έναν αποδεκτό η μη συμβιβασμό ανάμεσα στις δυο πλευρές.
Σε μια πιο «ψυχολογική» προσέγγιση της υπόθεσης στο σημείο που έχει φθάσει, το ερώτημα είναι να σκεφτεί κανείς το κίνητρο πίσω από αυτή τη μαζική… παράκρουση που έχει πάθει όλη η υφήλιος και δίνει στους εμπλεκόμενους συγχαρητήρια. Από τον «πλανητάρχη» Τραμπ και τον υπουργό του επί των Εξωτερικών, μέχρι σειρά Ευρωπαίων ηγετών, εθνικών ή «Κοινοτικών» και τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, για να αναφερθούν μόνο μερικοί…
Η εμπειρία από την παρατήρηση της «διεθνούς ζωής» και των συναρπαστικών για τις διαρκείς απρόβλεπτες εναλλαγές της, καθιστά αδύνατο να προσπεράσει κανείς το αιφνιδιαστικό ενδιαφέρον για την επιτυχή ολοκλήρωση της διαδικασίας που θα «κλειδώσει» στους Σκοπιανούς το «Βόρεια Μακεδονία», αλλά και «μακεδονική» γλώσσα και ταυτότητα.
Είναι συμβατά με τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα όλα αυτά τα συγχαρητήρια; Διότι με βάση τον «κανόνα» ότι καθένας ξεχωριστά φροντίζει για την εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος, οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι επιτυχής ολοκλήρωση της διαδικασίας και επικύρωση της συμφωνίας, εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα όλων όσοι συγχαίρουν προκαταβολικώς, επιχειρώντας να υποβοηθήσουν τους άμεσα εμπλεκόμενους να ολοκληρώσουν τα προβλεπόμενα από τη συμφωνία.
Μιλώντας πάντα… θεωρητικά, για να μας συγχαίρουν μαζικά, σημαίνει και ότι ανησυχούν πολύ μήπως κάτι στραβώσει στην πορεία, είτε στην Ελλάδα είτε στην ΠΓΔΜ και η συμφωνία παραπεμφθεί στις καλένδες.
Η «δραματική προειδοποίηση» του Μάθιου Νίμιτς ότι θα χρειαστούν δεκαετίες πολλές για μια νέα ευκαιρία, πολύ μας θύμισε τον προσφάτως μακαρίτη πρώην γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν και το ομώνυμο σχέδιό του για την Κύπρο, την «τελευταία ευκαιρία» όπως έσκουζαν οι χρήσιμοι ηλίθιοι εκείνης της συγκυρίας.
Αυτοί οι συγκεκριμένοι, παρότι διαψεύσθηκαν παταγωδώς, ουδέποτε έκαναν αυτοκριτική, με τους πιο «φωνακλάδες» που είχαν μάλιστα χρηματοδοτηθεί για να βρίσκονται επιτόπου στη νήσο και να προπαγανδίσουν τα περί «τελευταίας ευκαιρίας» να έχουν μάλιστα επιβραβευθεί έκτοτε με σημαντικά και πολύ καλά αμειβόμενα πόστα.
Το ζητούμενο είναι όμως ότι ενώ πολλοί μιλούν αυτή την εποχή και εικάζεται ότι το πράττουν με γνώμονα αυτό που θεωρούν δικό τους εθνικό -ή πιο «συλλογικό» σε επίπεδο Δύσης- συμφέρον, εάν το ίδιο πράττει και η ελληνική πλευρά.
Πάλι υπάρχουν ασφαλώς και οι δικοί μας «βασιλικότεροι του βασιλέως». Κάποια στιγμή ίσως ανταμειφθούν και αυτοί, όπως στην Κύπρο με το Σχέδιο Ανάν», για το ότι ήταν… «φορείς οράματος» τη στιγμή που άλλοι μεμψιμοιρούσαν. Το μόνο σίγουρο είναι, ότι η συμφωνία έχει διχάσει την ελληνική κοινή γνώμη.
Οι «αρχιτέκτονες» της συμφωνίας, όπως ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, προφανώς θεωρούν ότι η συμφωνία εξυπηρετεί το ελληνικό εθνικό συμφέρον, ιδίως εάν αυτό εξεταστεί υπό το πρίσμα της «μεγάλης εικόνας», αυτό της διαδικασίας αναδιάταξης και των νέων υπό διαμόρφωση ισορροπιών στην περιοχή της Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Αυτό αναμένεται να οδηγήσει εν καιρώ στην ανάδυση μιας νέας «αρχιτεκτονικής ασφαλείας» (“security architecture” όπως θα αναφέρουν οι εκθέσεις εξειδικευμένων κέντρων διεθνούς πολιτικής) και οι υποστηρικτές της συμφωνίας εν Ελλάδι επιδιώκουν η χώρα μας να έχει συγκεκριμένο ρόλο σε αυτή τη «διευθέτηση» που θα ρυθμίσει τις ισορροπίες της περιοχής για κάμποσες δεκαετίες…
Είναι μία λογική. Το ερώτημα που θέτουν οι αντίπαλοι της συμφωνίας, αφορά τη γραμμή των υποχωρήσεων και των παραχωρήσεων, του κόστους που είναι σώφρων να αναλάβει η ελληνική πλευρά για να «αμειφθεί» με τον ρόλο που της επιφυλάσσουν οι ισχυροί και η συγκυρία.
Διότι οι «διευθετήσεις» θα «ρυθμίσουν» την περιοχή μας για μεγάλο, αν και απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Κάποια στιγμή θα έρθει η ώρα για κάτι νέο. Σήμερα μπορεί να είναι ο «αποκλεισμός» της Ρωσίας και οι υδρογονάνθρακες της Ανατολικής – και όχι μόνο – Μεσογείου που δημιουργούν την αίσθηση του επείγοντος σε ευρωπαϊκές και υπερατλαντικές πρωτεύουσες. Αύριο μπορεί να είναι κάτι άλλο.
Τότε είναι πιθανό να θυμηθούμε ξανά το παρελθόν. Να θυμηθούμε την ελληνική ολιγωρία της δεκαετίας του 1950, παρότι ήταν γνωστή και η επιθυμία και τα κίνητρα δημιουργίας – κατασκευής «μακεδονικής εθνότητας» από τον στρατάρχη της Γιουγκοσλαβίας, τον Γιόσιπ Μπροζ Τίτο.
Τότε είναι πιθανό να υπάρχει κάτι άλλο που θα εξυπηρετεί διαφορετική στόχευση. Εάν, το τονίζουμε, εάν, υπάρξει κάτι άλλο που για τον οποιονδήποτε λόγο θα εξυπηρετείται από την ύπαρξη ενός ελεγχόμενου κράτους που θα ενσωματώνει τα εδάφη του αλυτρωτικού «μακεδονικού οράματος», είναι λογικό ή παράλογο να πιστεύει κανείς ότι ο αμοραλισμός και ο κυνισμός της διεθνούς πολιτικής θα αναζητήσει μια νέα «διευθέτηση» αξιοποιώντας όλα όσα θα συμβάλλουν στην επίτευξη του μελλοντικού αντικειμενικού σκοπού;
Ποιες θα είναι οι συνέπειες για την ελληνική ασφάλεια; Μήπως έχουμε ξεχάσει πόσες φορές άλλαξε σύνορα η χώρα μας στην πολυτάραχη Ιστορία της; Αυτές είναι διαδικασίες που μπορεί να επωάζονται για πολλές δεκαετίες και αξιοποιούν του χρήσιμους ηλίθιους κάθε ιστορικής περιόδου που αναλαμβάνουν να απαξιώσουν όλους όσοι διαισθάνονται ότι ίσως κάτι δεν πάει καλά όταν το επίμαχο ζήτημα εξεταστεί μακροσκοπικά.
Με απλά λόγια, αναλογιζόμενοι τα πολλά συγχαρητήρια που ακούμε κι εμείς και οι γείτονές μας, ας προσθέσουμε στη σκέψη μας το αν όλοι τους και καθένας ξεχωριστά, έχουν καμιά ιδιαίτερη «σκασίλα» για το περιεχόμενο του όρου «μακεδονική ταυτότητα» και «μακεδονική γλώσσα».
Όπως έχει γραφτεί στο παρελθόν στο DP, το δικό μας στρατηγικό επίπεδο, για τους άλλους μπορεί να είναι τακτικό, άρα η ανοχή τους είναι πολύ μεγαλύτερη, αρκεί να εξυπηρετείται ο αντικειμενικός σκοπός. Εκεί που εσύ χάνεις δυνητικώς πολλά και ιδιαιτέρως κρίσιμα για τη μελλοντική ασφάλειά σου, ο άλλος ασχολείται μόνο με το αν αυτό που πρκύπτει είναι συμβατό τακτικό βήμα στο πλαίσιο της δικής τους στρατηγικής…
Κι έχουν δίκιο οι άνθρωποι, αφού εάν γνώμονας είναι το εθνικό συμφέρον του καθενός, τότε δεν έχουν λόγο να ασχοληθούν ή τουλάχιστον εάν κάτι «στραβώσει» μακροπρόθεσμα, οι συνέπειες δεν θα είναι τόσο βαριές για τις δικές τους χώρες. Θα είναι όμως δυνητικά βαρύτατες για την Ελλάδα…
Άρα, η μεθοδολογία σκέψης του ενός, δεν προσφέρεται ως οδηγός για τη μεθοδολογία σκέψης του άλλου. Σκεφτήκαμε στην Ελλάδα αυτόνομα τις παραμέτρους και τις διαστάσεις του προβλήματος; Σκεφτήκαμε ελληνοκεντρικά;
Ή μήπως «μαγεμένοι» από ένα μέλλον που θα εξασφαλίσει κάτι απτό στην Ελλάδα για ορισμένες δεκαετίες, καταλήξαμε να είμαστε επισπεύδουσα πλευρά και να κινούμαστε ταχύτερα ακόμα και από αυτούς που σήμερα δείχνουν τόσο μεγάλη ανυπομονησία για την επιτυχή κατάληξη του εγχειρήματος;
Επισπεύδουσα πλευρά, με αποτέλεσμα να χάσουμε την ευκαιρία να κερδίσουμε αυτό το κάτι παραπάνω που θα έκανε την ποιοτική διαφορά και θα καθιστούσε τη συμφωνία λιγότερο αμφιλεγόμενη και περισσότερο ασφαλή για το μακροπρόθεσμο μέλλον της χώρας. Τη στιγμή μάλιστα που η διεθνής κοινότητα δεν επικέντρωνε σε εμάς την πίεση…
Διότι όπως την ολιγωρία της δεκαετίας του 1950 τη βρήκαμε μπροστά μας περισσότερο από μισό αιώνα αργότερα, φανταζόμαστε άραγε μετά από άλλον μισό ή έναν αιώνα, κάποιοι άλλοι να γράφουν στο μέλλον για την ολιγωρία του 2018 και την ψευδαίσθηση ότι επιλύθηκε ένα πρόβλημα, ενώ απλώς θα έχει συμβάλει στην ανάδυση εξόχως προβληματικών για την ασφάλεια της χώρας καταστάσεων, σε ένα άλλο περιφερειακό περιβάλλον ασφαλείας, το οποίο πάλι θα χρειάζεται «ρύθμιση»;
Ας αποφύγει λοιπόν η ελληνική πλευρά τον πειρασμό της εμπλοκής σε μεγαλόστομες δηλώσεις υπερθεματίζοντας σε ό,τι αφορά τη συμφωνία. Διότι όταν ο πρωθυπουργός αναφέρει ότι πέραν κάποιων λίγων «εθνικιστών» (σ.σ. τεράστιο «φάουλ» η εξίσωση όσων διαφωνούν με αυτό που οι ίδιοι ορίζουν ως εθνικισμό και θα καταβληθεί σοβαρό κόστος) η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων θα στηρίξει τη συμφωνία, είναι σα να αποδέχεται την ανάγκη να διενεργήσει δημοψήφισμα.
Στα Σκόπια θα το διαπιστώσουν στην πράξη. Ο λαός θα αποφανθεί. Στην Ελλάδα δεν θα συμβεί το ίδιο με τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Κι ας είναι ηλίου φαεινότερον ποια είναι η γενική διάθεση της ελληνικής κοινωνίας. Ας είναι τουλάχιστον όλοι πιο προσεκτικοί και μετριοπαθείς όταν μιλούν εξ ονόματος λαών…

2 σχόλια:

  1. Τα ένοχα και αμαρτωλά συγχαρητήρια που συνέλεξε η κυβέρνηση της προδοσίας αποκαλύπτουν το μέγεθος της εξαρτήσεώς της από τον ξένο παράγοντα.
    Ουδέποτε ελληνική κυβέρνηση μέχρι τώρα αποδείχθηκε τόσο δουλόφρων απέναντι στους ξένους όσο η σημερινή.
    Πρόδωσε ασύστολα τη Μακεδονία μας αγνοώντας προκλητικά το φρόνημα και τη θέληση εν προκειμένω της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού όπως αυτή αποτυπώθηκε σε σωρεία σχετικών δημοσκοπήσεων.
    Το στίγμα της προδοσίας θα κηλιδώνει αιωνίως τα ονόματά τους.
    Λ.Ν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Έχουμε μπλέξει άσχημα. Από τα δεξιά η μεθοδευμένη πτώχευση για να ελεγχθεί η περιοχή από τους φιλέλληνες, από τα αριστερά η Τουρκιά που λατρέυει την ελληνική και χριστιανική κουλτούρα, από τα βόρεια το Τιτοστάν που ερωτεύτηκε τη κόμη του Μεγαλέξανδρου, από τα νότια ο λίβας των εισβολών από επενδυτές με τις ευλογίες των εγχώριων, και μέσα στα τείχη οι κοτζαμπάσηδες εξυγιαίνουν το φρούριο από τις λιγοστές οικονομίες του, στελνοντάς ταις στα Ελβετικά θέρετρα και στις ζεστές θάλασσες του κόλπου του Μεξικού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή