14 Φεβ 2023

Ο Οσιομάρτυρας Δαμιανός ο Νέος [μάρτυρας της κυριακάτικης αργίας]



Ο Οσιομάρτυρας Δαμιανός ο Νέος (14/2/1568)
[μάρτυρας της κυριακάτικης αργίας]
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ: ΤΟ 1423 η Λάρισα και όλη η Θεσσαλία, επί σουλτάνου Μουράτ του Β’, με τον Οθωμανό στρατηγό Τουραχάν υπέκυψε οριστικά στο Τουρκικό ζυγό. Έτσι, για τους Έλληνες άρχισαν στερήσεις, ταπεινώσεις, απειλές, αρπαγές. Ο λαός, ταπεινωμένος, πονεμένος, ταλαίπωρος, ραγιάς λαός! Χωρίς τα κοσμικά του στηρίγματα. Μόνο με αναμνήσεις και ελπίδες. Εν τούτοις, κάτι είχε να τον στηρίζει.
Ταπεινό, ίσως, και ασήμαντο στην εκτίμηση πολλών. Και όμως αποφασιστικό για την επιβίωση του. Βάλσαμον δια τους πόνους του. Πνοή ζωής για τα όνειρα και τις προσδοκίες του. Ήταν η Ορθόδοξη Εκκλησία! Οι κληρικοί και οι μοναχοί της Εκκλησίας του. Ανέτειλαν και οι μάρτυρες της Πίστεως του. Αυτοί τονπαρηγορούσαν, τον φώτιζαν, τον συγκινούσαν, τον κρατούσαν στη ζωή, και, όταν ήλθε το πλήρωμα των καιρών, τού έδωσαν και την ελευθερίαν του. Οι όσιοι, οι άγιοι, οι μάρτυρες ήταν οι μεγάλοι ευεργέτες του δούλου Γένους! Ο άγιος οσιομάρτυς Δαμιανός ήταν ένας από αυτούς.

ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ: Ο Δαμιανός γεννήθηκε γύρω στο 1500 από γονείς ραγιάδες! Είχαν περάσει περίπου εκατόν χρόνια δουλείας του Γένους στους Τούρκους. Το χωριό του, το Μυρίχοβο, της επαρχίας Καρδίτσας, Φαναρίου τότε, κατοικούνταν από λίγους αγρότες. Το μόνο πλούσιο που διέθεταν οι γονείς του Δαμιανού ήταν η ευσέβεια τους. Και από αυτήν κάθε στιγμή προσέφεραν στον μικρό γιο τους, τον Δαμιανό. Η ψυχή του παιδιού δέχτηκε την καλλιέργεια της θεοσέβειας, στην οποίαν ήταν, παρά την αγραμματοσύνην τους, επιδέξιοι οι ταπεινοί γονείς του. Το παιδί προόδευε, προέκοπτε στη σοφία και την ηλικία με τη Χάρη του Θεού. Μπορούσε να το διακρίνει ο καθένας ότι θα αυτός θα γινόταν κάτι παραπάνω από το συνηθισμένο. Στο Μυρίχοβον ήταν υπόδειγμα δια τους νέους.
ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΖΩΗ: Ο ευλαβής νέος ήταν ένας από εκείνους στους οποίους ο Θεός έδωκε το χάρισμα της αγάπης της μοναχικής ζωής. Ήρθε λοιπόν κάποτε στο Άγιο Όρος ο Δαμιανός, άγνωστο ακριβώς σε ποια ηλικία. Πάντως νέος. Παρουσιάστηκε στην ιερά Μονήν Φιλόθεου, δήλωσεν υποταγή, εκάρη και ενεδύθη το μοναχικόν σχήμα. Ο περίφημος και θαυματουργός όσιος Διονύσιος, ο εν Ολύμπω, διέπρεψεν ως ασκητής στη Μονήν αυτή και ήταν ηγούμενος της περί το 1520 μ.Χ. Αν σκεφτούμε, ότι ο Διονύσιος καταγόταν από την περιοχή του Δαμιανού, δεν αποκλείεται η φήμη της αγιότητας του και το παράδειγμα του να τον ήλκυσαν στην Μονή αυτήν. Ύστερα από ένα χρονικό διάστημα, η εσωτερική ορμή για μεγαλύτερη άσκηση, έφερε τον Δαμιανόν κοντά σ΄έναν ερημίτη του Όρους, που ωνομοζόταν Δομέτιος. Πολύπειρος ο Δομέτιος στην άσκηση, δέχθηκε να χειραγώγησει και τον ενθουσιώδη Δαμιανό στην σκληρή και για τους λίγους προορισμένη αυστηρή ασκητική ζωή. Φαίνεται πως ήταν στο σχέδιον του Θεού αυτό. Ο άνδρας, που επρόκειτο να αναλάβει ένα σκληρό και επίπονο έργο, του του οποίου επισφράγισμα θα ήταν το μαρτύριο, έπρεπε προηγουμένως να ασκηθεί σε κάθε είδος σκληραγωγίας, την πείνα, τη δίψα, τις αγρυπνίες, τις στερήσεις και την κακοπέραση.
Τρία έτη αργότερα, μέσα στο ερημητήριό του, ακούει ο όσιος Δαμιανός μία μυστηριώδη και θεία φωνήν να του λέει: “Δαμιανέ, ου μόνον το εαυτού δει σε ζητείν,
αλλά και το των ετέρων, κατά τον θείον Απόστολον”. Η φωνή αυτή υπενθύμιζεν στον ασκητήν την προτροπήν του απ. Παύλου προς τους Κορινθίους (Α’ ι’ 24), που είναι οδηγία προς κάθε χριστιανόν “μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος”. Και αυτό σημαίνε: «Δεν πρέπει να αναζητάς μόνο το συμφέρον σου αλλά και των άλλων».
ΕΠΑΝΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ: Έτσι, ο όσιος Δαμιανός ξεκίνησε ένα πρωί με τις ευχές του γέροντα και των άλλων συνασκητών του για τη Θεσσαλία. Ήρθε πρώτα και περιόδευε τα χωριά του Ολύμπου, που βρίσκονταν κοντά στην κοιλάδα των Τεμπών, και κήρυττε επανευαγγελίζοντας τους «ραγιάδες». Θα πρέπει να προκάλεσε αίσθηση η παρουσία του αγνώστου αυτού Αγιορείτου στους κατοίκους της περιοχής. Όψη ασκητική, πρόσωπο οστεώδες, χρώμα ωχρό, κουκούλι, “σχήμα” με το σημείον του Σταυρού και τις λέξεις ΙΣ ΧΣ N1 ΚΑ, ζώνη δερμάτινη στη μέση, κομποσχοίνι στο χέρι και σταυρός, κομβοσχοίνιο μέγα στο σώμα εις σχήμα Χ, όπως τότε ήταν η μοναχική συνήθεια, παρουσιαστικόν ατημέλητο, διατροφή αυστηρά λιτή! Και το κήρυγμα του; Προφητικό, κήρυγμα μετανοίας. Ο λόγος έπεφτε όπως η βροχή στην ξηρή γη. Άκουγαν οι ραγιάδες και ξυπνούσε η συνείδηση και επηρεάζονταν και διώρθωναν την ζωή τους.
Όμως, δυστυχώς στην κοινωνία δεν υπάρχουν μόνον καλοπροαίρετοι, επιδεκτικοί θείου λόγου. Υπάρχουν και κακοί, πονηροί και διεστραμμένοι άνθρωποι. Κάποιοι λοπόν «Χριστιανοί» τον αποκαλούσαν πλάνο και τον κατέτρεχαν. Ο ίδιος δεν απαντούσε στις κατηγορίες ενθυμούμενος το ρηθέν από τον Κύριο: “Ει εμέ έδιωξαν, και υμάς διώξουσιν ει τον λόγον μου ετήρησαν, και τον υμέτερον τηρήσουσιν” (Ιω. ιε’ 20). Όμως, για να ειρηνεύσουν οι αμφισβητίες, αναχώρησε περιοδεύοντας σε χωριά της Όσσας, κηρύττοντας θείο Λόγο. Κυνηγημένος όμως κι από 'κει δίδαξε στα χωριά των Αγράφων, απ' όπου και καταγόταν. Φαίνεται, ότι στα χωριά των Αγράφων βρήκε πιο επιδεκτικό κόσμον και ο λόγος του θεού, το κήρυγμα του, ήταν περισσότερον ευπρόσδεκτο. Σ΄ αυτά τα ορεινά μέρη ο κόσμος θρήσκευε, εκκλησιάζονταν, κρατούσε την Πίστιν του. Έτσι εξηγείται και γιατί η προσπάθεια του Ιεραποστόλου δεν ήταν εδώ να επαναφέρει στην ορθήν Πίστη τον κόσμο, αλλά να τους ενίσχυσει στο “εμμένειν”, να παραμείνουν σταθεροί, στην ορθή πίστη. Εκεί, κατά την παράδοση, έκτισε την Μονή Παναγίας Πελεκητής. Παρά ταύτα, από πουθενά δεν λείπει ο διάβολος και τα όργανά του. Για τον λόγο αυτό, ύστερα από λίγον καιρό, και εκεί έγινεν ανεπιθύμητος! Και “επεί κάκει πλάνος και ψευδομόναχος ωνομάσθη παρά τίνων, καταλιπών και ταύτας τας κώμας, δια το ατάραχον εις τον Κίσσαβον αύθις επανήλθε”, σημειώνει ο βιογράφος του. Επανήλθεν στην Όσσα και τη Νοτιοανατολική της πλευρά. Εκεί, περί το 1450, σε υψόμετρο 950μ., ήρθαν Έλληνες από το Βαθύρεμα της Αγιάς, εξαιτίας της καταπίεσης και το διωγμό των Τούρκων επήλυδων από το Ικόνιον [Κονιαραίων], αφήνοντας την εύφορη γην τους στους κατακτητές, για να κτίσουν νέο χωριό, την Σελίτσανην (Ανατολήν), μακριά από τις ενοχλήσεις των αδίστακτων Ισλαμιστών Τούρκων. Στο χωριό αυτό λοιπόν βρήκε ο Ιεραπόστολος επιδεκτικές ψυχές. Εκεί, παρέμεινε εργαζόμενος, ενώ βρήκε πόρους, ώστε να κτίσει ένα μοναστήρι, τον Τίμιο Πρόδρομο.
Στη Μονή που το κτίσιμό της περατώθηκε γύρω στο 1550, και στο ασκηταριό του πήγαιναν πολλοί κάτοικοι των γύρω χωριών για να ακούσουν τα κηρύγματά του και να πάρουν τη συμβουλή του. Η Ι. Μονή ήταν ένα μικρό κοινόβιο με λίγους ευλαβείς μοναχούς. Εκεί μοιρασμένο το 24ωρο σε προσευχές, εργασία, μελέτη και λίγη ανάπαυση, σύμφωνα με τις δυνατότητες των συμμοναστών του. Με τη διάκρισή του, δεν επέβαλλε φορτία βαρύτερα από τις δυνάμεις τους στους άλλους, που δεν ήσαν εξασκημένοι. Οι έμπειροι μοναχοί έχουν διάκρισιν. Ο βιογράφος του γράφει για το ασκηταριό του: “ιδία δ’ αυτός ώκει μικρόν από της μονής, προς νότον, εν τινι σπηλαίω παρά τω παραρρέοντι χειμάρρω υπό τον εκεί κρημνόν, τους καθ’ εαυτόν αγώνας εν τούτω ανύων”, [ιερομ. Διονύσιος Παπαδόπουλος]. Σώζεται ακόμη σήμερα ο χώρος αυτός της ασκήσεως του Αγίου. Κάτω ακριβώς από την τοποθεσίαν, που οι ντόπιοι την ονομάζουν “Δογαντζή”.
ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΕΡΙ ΚΥΡΙΑΚΗΣ - ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ: Δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια έμεινε ο Όσιος στην Ι. Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Στις αρχές του 1568, ενώ δίδασκε στη Βουλγαρινή (Έλαφο) συνελήφθη από Οθωμανούς, που τον έστειλαν στο μουλά (δικαστή) της Λάρισας με την κατηγορία ότι εμπόδιζε τους Χριστανούς να πουλάνε και να αγοράζουν τις Κυριακές, (η Κυριακή για το οθωμανικό κράτος δεν ήταν αργία, αντίθετα Σάββατα και Παρασκευές, ιερές μέρες για Εβραίους και Μουσουλμάνους, δεν οργανώνονταν αγορές). Φαίνεται, ότι οι Τούρκοι κατά παράδοση, την ημέρα της Κυριακής την είχαν καθιερώσει σαν ημέρα για τις αγοραπωλησίες, τις λαϊκές αγορές και εμποροπανηγύρεις τους. Μάλιστα, η λέξις Pazar στην τουρκική, είναι το όνομα της ημέρας, που εμείς ονομάζουμε Κυριακή! Ακριβώς, επειδή κατά την ημέρα Ρazar (Κυριακήν) οι Αγαρηνοί διεξήγαν το εμπόριον των. Όμως, θέλοντας οι Τούρκοι να επιβάλουν την συνήθειά τους στους Έλληνας, ήταν σαν να αποσκοπούσαν στο να βεβηλώσουν την αγιότερη μέρα των Χριστιανών. Και να 'ξερε ο Όσιος ότι σήμερα, χωρίς Τουρκοκρατία, καταργήθηκε η αργία της Κυριακής, έτσι απλά! Κι αυτό είναι ένα μέτρο που αποδομεί την ελληνική κοινωνία, αποϊεροποιεί τη ζωή των Ελλήνων και καταργεί την Κυριακή ως ημέρα αφιερωμένη στό Θεό. Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, πιστός στη διδασκαλία του Δαμιανού, έλεγε δύο αιώνες αργότερα: «Πρέπει να χαιρώμεθα περισσότερο την Κυριακή, που είναι η Ανάστασις του Χριστού μας. Να εργαζώμεθα τις έξι ημέρες για τα μάταια, γήινα και ψεύτικα, και την Κυριακὴ να πηγαίνουμε στην εκκλησία και νὰ στοχαζώμεθα αμαρτίες, θάνατο, κόλαση, παράδεισο, την ψυχήν μας καὶ όχι να εργαζόμεθα και να πραγματευόμεθα. Το κέρδος της Κυριακὴς είναι κατηραμένο, βάνετε φωτιὰ και κατάρα στὸ σπίτι σας και όχι ευλογίαν» (Διδαχ.Δ’). Όμως οι κοσμικοί στο φρόνημα άρχοντες, σήμερα ούτε καν προβληματίζονται, αφού η ζωή τους περιστρέφεται γύρω από δείκτες και αδιαφορούν αν ο λαός λιμοκτονεί.
Χρηματιστήρια, τράπεζες, χρυσός, μοναδική μέριμνά τους. Εγκλωβισμένοι στην παγίδα του κακού εκλαμβάνουν τον πλούτο ως δρόμο ευτυχίας. Σήμερα, τύποις «χριστιανοί» άρχοντες του κόσμου τούτου διαγράφουν από τη ζωή μας την ημέρα της Κυριακής.
ΜΑΡΤΥΡΙΟ: Στη Λάρισα ο Όσιος Δαμιανός ξυλοκοπήθηκε άγρια, του φόρεσαν βαριές αλυσίδες σε λαιμό και πόδια, ενώ ρίχτηκε στη σκοτεινή φυλακή. “Τύψας πρώτον σφοδρώς και αλύσεις βαρείας τω τραχήλω και τοις ποσί τούτου περιθείς προσέταξε τη ειρκτή τούτον ριφθήναι”, διαβάζουμε στο συναξάρι του Οσίου. Για 15 μέρες υποβαλλόταν σε συνεχή βασανιστήρια για να αρνηθεί την πίστη του. Τι μπορεί να σκεφτόταν ο όσιος στις ώρες της αναμονής του πριν την αναχώρησή του για τον ουρανό; Ίσως, το αγαπητό του Μυρίχοβο. Εκεί, μαζί με τους καλούς συγχωριανούς του, ήταν και οι ταπεινοί και ευλαβείς γονείς του! Ο θεός να τους ανάπαυσει! Δεν ζούσαν πια. Σε λίγο θα τους αντάμωνε στην δόξα του Παραδείσου. Έπειτα η σκέψη του θα φτερύγιζε πάνω από τις δασώδεις περιοχές τουΆθωνα με τις ιερές Μονές του.
Θα έφερνε στα μάτια του σεβάσμιες μορφές, τους συνασκητές του, τον όσιον Δομέτιον. Έπειτα πάλιν, θα θυμόταν τα ταπεινά χωριουδάκια που περιόδευσε στην κοιλάδα των Τεμπών κι’ εκείνα τα σκαρφαλωμένα στ΄ Άγραφα και την Όσσα.  “Κύριε”, θα έλεγε μέχρις τις τελευταίες του επίγειες στιγμές, “κάμε εκείνος ο θείος σπόρος του λόγου Σου να βλάστησει, να καρπίσει στις καρδιές των ακροατών μου, των δούλων σου! Και συγχώρησε, θεέ μου, εκείνους που με εχθρεύονταν και με κατεδίωκαν”. Ύστερα πάλι θα μονολογούσε: “Η καλή μου Σελίτσανη! Το καλό μου Μοναστήρι με τους ορφανούς καλογήρους του!… Κύριε Ιησού, μην άρεις την Χάρη και την ευλογία Σου από επάνω τους!” Κάπως έτσι μέσα στη σκοτεινή φυλακή του ο Όσιος, με προσευχές και δάκρυα χαροποιού πένθους, έγραφε τον επίλογον της όσιας και αγίας ζωής του. Τελικά, ο Τούρκος Διοικητής ξαναζήτησε τον Όσιο και τον έφεραν εμπρός του. Τον βρήκε περισσότερο καταβεβλημένο. Περίμενε, όμως, να τον δει και στο φρόνημα “πεσμένον”. Έκαμε τις συνηθισμένες σε αντίστοιχες περιπτώσεις προσπάθειες να τον μεταπέισει. Με κολακείες, υποσχέσεις, δώρα και τα παρόμοια, του ζητούσε να αρνηθεί το Χριστό και να ασπασθεί το Ισλάμ! Ήλθεν η σειρά του ασκητή να μιλήσει απαογοητεύοντας τον Αγαρηνό. “Ο δε του Χριστού μάρτυς γενναίως ανταπεκρίθη: μη μοι γένοιτο, έφη, τον Χριστόν μου και θεόν αρνήσασθαι, αλλά και πυρ και αγχόνην και πάσαν άλλην βάσανον υπέρ αυτού δέξασθαι προαιρούμαι”, είπε. Τελικά, ο δικαστής, εξαγριωμένος από την υπομονή του Αγίου, διέταξε την 14η Φεβρουαρίου 1568, να τον κρεμάσουν στη “φούρκα”. Οι δήμιοι τον κρέμασαν σε ένα μεγάλο δέντρο που υπήρχε τότε στην περιοχή Ξυλοπάζαρο της Λάρισας (στην αρχή της οδού Βενιζέλου, προς το ποτάμι). Καθώς όμως κάποιος βάρβαρος Οθωμανός, για να υποφέρει ο μάρτυς περισσότερο, τον χτύπησε με τσεκούρι στο κεφάλι, κόπηκε το σκοινί. Στη συνέχεια, ημιθανής, ρίχτηκε στην πυρά. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, όλα είχαν τελειώσει. Τη στάχτη του την έριξαν στον Πηνειό. Φοβούνταν οι Οθωμανοί και το λείψανο του Αγίου, επειδή γνώριζαν την τιμὴ που απονέμουν οι Χριστιανοὶ στα Άγια Λείψανα. Ήξεραν ότι η ύπαρξή τους θὰ διαιώνιζε τὴν μνήμη του Αγίου. Κι αυτὴ την μνήμη ήθελαν να εξαλείψουν. Δεν το κατόρθωσαν. Έτσι έλαβε ο Οσιομάρτυρας Δαμιανός τον στέφανο του Μαρτυρίου. “Των Λαρισαίων τα πλήθη σκιρτά και χόρευε· ιδού γαρ ο γενναίος ραβδισμούς και ύβρεις και βασάνους εν μέσω εχθρών, τον Χριστόν ουκ ηρνήσατο, αλλ’ ανδρικώς πάντα φέρων Δαμιανός μέχρι τέλος, εστεφάνωται”.
Απολυτίκιο: Ευφράνθητι σήμερον, η εν Κισσάβω Μονή, και Λάρισα σκίρτησον, Δαμιανού η σεπτή πανήγυρις, πάρεστι, δεύτε ουν και συμφώνως, εν αυτή τω Σωτήρι, άσωμεν εν αινέσει, τούτον ανευφημούντες, αυτού ταις ικεσίαις, όπως σωζώμεθα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου