12 Δεκ 2012

Διεθνής εκστρατεία της Δύσης με όπλο το «πολιτικό Ισλάμ»


Την εξαγωγή της «αραβικής επανάστασης», με όπλο το «πολιτικό Ισλάμ», προωθεί η Δύση, σε στενή συνεργασία με το Κατάρ, την Τουρκία και τη Σαουδική Αραβία. Εκτιμάται ότι οι επόμενοι στόχοι, είναι η Ρωσία, η Κεντρική Ασία και η Κίνα.
Η κατάσταση των πραγμάτων στο θέατρο του πολέμου της Εγγύς και Μέσης Ανατολής δεν είναι, ως συνήθως, ενθαρρυντική.  Στο λεξιλόγιο των ειδικών αναλυτών δεν υπάρχει χώρος στην πολιτική αισιοδοξία για το μέλλον της περιοχής. Μιας γεωγραφικής ζώνης, που στην έναρξη της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα βιώνει τόσο έντονες, εκτεταμένες και καταιγιστικές αλλαγές, όπως αυτές που συνέβησαν στην Ευρώπη στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας του εικοστού αιώνα.  
Στηρίζουν το ριζοσπαστικό Ισλάμ
Η «Αραβική Ανοιξη» αναπτύσσεται, περνώντας από το ένα κράτος της περιοχής στο άλλο. Όμως, η ανατροπή των κοσμικών αυταρχικών καθεστώτων δεν οδηγεί σε μια Δυτικού τύπου δημοκρατία, αλλά στην κυριαρχία του πολιτικού Ισλάμ. Τελευταίος σταθμός του «κύματος των αλλαγών», η Συρία. Στη χώρα αυτή ο Εμφύλιος πόλεμος μαίνεται για πάνω από ενάμιση χρόνο και έχει πάρει τα χαρακτηριστικά μιας εθνο-θρησκευτικής σύγκρουσης ανάμεσα στις διαφορετικές κοινότητες. Σε αυτή την αιματηρή αντιπαράθεση, συμμετέχουν ενεργά εξωτερικοί παράγοντες, που εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα. Οι κύριοι οργανωτές και χορηγοί αυτού του πολέμου, είναι το Κατάρ, η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία, με τη στήριξη της Δύσης.
 Η Συρία γίνεται ο κύριος στόχος των «διεθνιστών» εθελοντών του Τζιχάντ (Ιερός πόλεμος), γεγονός που θα επιφέρει σημαντικές γεωπολιτικές επιπτώσεις σε ενδεχόμενη πτώση του καθεστώτος Άσαντ. Είναι πολύ πιθανό, η χώρα να μετατραπεί σε ένα «ασταθές κράτος», ή ακόμα χειρότερα να καταρρεύσει ως κρατική οντότητα.  Ο σχηματισμός μιας ακόμα «ενωμένης αντιπολίτευσης» στη Ντόχα, αναδεικνύει τη συμμαχία μεταξύ Κατάρ, Τουρκίας, ΗΠΑ και Γαλλίας, με τη Σαουδική Αραβία σε ένα ανεξάρτητο ρόλο, στην υποστήριξη των ριζοσπαστικών ομάδων σαλαφιτών στη Συρία.
 Όσον αφορά στη θέση τους των ριζοσπαστών Ισλαμιστών για ειρήνευση, δεν υπάρχει χώρος για συμβιβασμό με το καθεστώς. Οποιαδήποτε πρωτοβουλία, συμπεριλαμβανομένων και των ρωσικών ειρηνευτικών σχεδίων, με στόχο τον τερματισμό των συγκρούσεων στη Συρία, θα μπλοκάρεται και μάλιστα με τον πλέον ανοικτό τρόπο.  Η επίσκεψη του ρώσου υπουργού Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, στην αραβική χερσόνησο έδειξε την έλλειψη προθυμίας των τοπικών ηγεσιών, όχι μόνο να λάβουν υπόψη τους τη θέση της Ρωσίας σχετικά με την κατάσταση στη Συρία, αλλά και ακόμα και να συζητήσουν πιθανή ειρηνευτική διαδικασία με τη Μόσχα.
 Οι τελευταίες εξελίξεις πάντως, επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα της τακτικής της Ρωσίας και της Κίνας, που εμποδίζουν τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) του ΟΗΕ, που στόχο έχουν να ανοίξει ο δρόμος για επέμβαση στη Συρία σύμφωνα με το λιβυκό σενάριο. Αυτό δεν αποκλείει τη δημιουργία μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στα σύνορα με τη Τουρκία, που θα λειτουργεί σαν ένας εδαφικός «θύλακας» που δεν θα ελέγχεται από τη Δαμασκό. Στην περιοχή αυτή, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ως εναλλακτική λύση στην κυβέρνηση Άσαντ, μια επαναστατική κυβέρνηση και κάποια τμήματα του «θύλακα» να λειτουργούν ως χώρος ανάπτυξης των ειδικών δυνάμεων από τη Δύση. Από τη ζώνη αυτή θα μπορούν να ξεκινήσουν επιχειρήσεις κατά του συριακού στρατού, παρακάμπτοντας τα Ηνωμένα Έθνη. 
Κεντρική Ασία και Κίνα
 Η αναγέννηση του πολιτικού Ισλάμ στις χώρες της Μέσης Ανατολής δημιουργεί προϋποθέσεις για την εξάπλωση του πέραν της περιοχής. Έτσι, η πιθανότητα για την οργάνωση μιας «Κεντροασιατικής Ανοιξης» στο Ουζμπεκιστάν και το Καζακστάν, στο σχετικά άμεσο μέλλον, με την εναλλαγή στις ηγεσίες των κρατών αυτών, και με τη χρησιμοποίηση «εθνοτικών» προγεφυρωμάτων (περιοχές με κατοίκους κιργισιανής και τατζίκικης καταγωγής), είναι εξαιρετικά υψηλή. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, το αποτέλεσμα θα είναι η εξάπλωση του «δημοκρατικού εξισλαμισμού» στην κινέζικη αυτόνομη περιφέρεια Xinjiang - Uygur, αλλά και στις ρώσικες περιφέρειες που διέρχεται ο ποταμός Βόλγας και στις παρακάσπιες περιοχές.
 Τεχνικά, για την οργάνωση της «Κεντροασιατικής Ανοιξης» θα προτιμηθεί η πεπατημένη οδός. Πρόκληση αναταραχών και αντιπαράθεση των αντιπολιτευόμενων ισλαμιστών με τις τοπικές αρχές στις κεντρικές περιοχές της Ρώσικης Ομοσπονδίας και στις περιοχές κοντά στα βορειοδυτικά σύνορα της Κίνας, κάτω από τη σημαία της θρησκευτικής ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, με τη στήριξη της «διεθνούς κοινότητας». Σε αυτό το σενάριο, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πυρήνες σαλαφιστών στην Κεντρική Ασία και τη Ρωσία, καθώς και Ουϊγούροι αυτονομιστές στην Κίνα . Είναι η πιο εύκολη λύση, με τη χρηματοδότηση και την υποστήριξη να γίνεται από τα ίδια κέντρα που στηρίζουν την «Αραβική Ανοιξη».
 Η ευκαιρίες για τη μεταφορά της ισλαμικής απειλής στο έδαφος της Ρωσίας, είναι αρκετές. Η επιχειρησιακή κατάσταση στο Βόρειο Καύκασο, ειδικά στο Νταγκεστάν, αλλά και στο Ταταρστάν και στο Μπασκορτοστάν (Μπασκιρία), δεν αφήνει περιθώρια για εφησυχασμό. Οι αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις στο Καζάν, ανέδειξαν το βάθος του προβλήματος. Η συνεργασία με τις κυβερνήσεις της Κεντρικής Ασίας και της Κίνας, είναι επίκαιρη και ιδιαίτερα σημαντική, την παραμονή της αποχώρησης των στρατευμάτων των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν.
Ο ρόλος της Μόσχας
 Η δυνατότητα της άμεσης παρέμβασης της Ρωσίας στα κράτη που παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο στη διάδοση της «Αραβικής Ανοιξης» και της αναγέννησης του πολιτικού Ισλάμ, είναι εξαιρετικά περιορισμένες, αν όχι μηδενικές. Η μόνη χώρα που ενδιαφέρεται για διάλογο με τη Ρωσία, με βάση τα οικονομικά της συμφέροντα, είναι η Τουρκία. Η Άγκυρα, διεξάγει το διάλογο με τους δικούς της όρους και σύμφωνα με τους δικούς της κανόνες, ισορροπώντας ανάμεσα στη Δύση και τις αραβικές χώρες, την Κίνα και τη Ρωσία.
 Οι Μοναρχίες του Κόλπου δείχνουν μια αυξανόμενη εχθρότητα προς τη Μόσχα. Η  ρητορική των έντυπων και των ηλεκτρονικών Μέσων Ενημέρωσης, που ελέγχονται από τις ηγεσίες αυτών των κρατών, θυμίζει την εποχή του πολέμου στο Αφγανιστάν της δεκαετίας του 1980. Με μία εξαίρεση: Τότε φοβούνταν τη Σοβιετική Ένωση. Σήμερα τη Ρωσία, στην καλύτερη περίπτωση την αγνοούν.
 Την ίδια στιγμή, η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν δεν αισθάνεται καμία ευγνωμοσύνη για τη μακρόχρονη στήριξη της Ρωσίας στον ΟΗΕ, ούτε για την ολοκλήρωση -παρά τις διεθνείς πιέσεις- του πυρηνικού σταθμού στο Μπουσέρ. Παρά ταύτα, το ιρανικό λόμπι στη Μόσχα εξακολουθεί να προσπαθεί να βρει στηρίγματα στη Ρωσία στην αντιπαράθεση της χώρας με τη Δύση. Έτσι, σε αντίθεση με τις προσδοκίες των υποστηρικτών της ιρανο - ρωσικής συνεργασίας, το Ιράν εξακολουθεί να επιδιώκει την αναθεώρηση των σφαιρών επιρροής στην Κασπία Θάλασσα, για να μην αναφέρουμε την απαίτηση να πάει σε διεθνή διαιτησία τη Ρωσία, λόγω της άρνησής της στην προμήθεια S-300, μετά τη έγκριση διεθνών κυρώσεων κατά του Ιράν. Κυρώσεις που συγκυριακά ίσως και να βολεύουν τη Ρωσία.
 Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός, GAZPROM, αντιμετωπίζει αυξανόμενη πίεση στην ευρωπαϊκή αγορά από το Κατάρ και την Αλγερία (οι προμήθειες φυσικού αερίου από τις χώρες αυτές έχουν σχεδιαστεί για να μειώσουν την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από τη Ρωσία), οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί στο Ιράν για την εξαγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν αποτελούν πρόβλημα για τη Μόσχα, μάλλον το αντίθετο.
Εβγκένι Σατανόφσκι - Η ΡΩΣΙΑ ΤΩΡΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου