Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΠΑΙΔΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ
Ορθόδοξη αγωγή και θρησκειολογική γνώση
Γράφει ο Θ.
Κοινωνός
Μέ τήν ἐλπίδα ὅτι θά μπορέσουμε νά
προσεγγίσουμε, σέ ἄλλη εὐκαιρία, μέ πιό συστηματική καί συγκεκριμένη ἀναφορά τό
κρίσιμο θέμα τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος, περιοριζόμαστε σήμερα σέ μερικές εἰσαγωγικές
σκέψεις καί ἐρωτήματα, πού, πιθανόν, θά φωτίσουν τήν παιδαγωγική καί ἐθνική
διάστασή του, πέρα ἀπό τήν κυρίως σωτηριολογική. Κατ’ ἀρχήν, σημειώνουμε ὅτι ὁ
τίτλος τοῦ μαθήματος «Θρησκευτικά» γιά τόν ἑλληνικό λαό τοῦ 19ου αἰώνα, ὅταν
καθιερώθηκε, δέν ἦταν ἐπιτυχής καί θά ἔπρεπε νά ἀντικατασταθεῖ μέ ἄλλον, ὅπως «᾿Ορθόδοξη»
ἤ, ἔστω, «Χριστιανική ᾿Αγωγή». Αὐτό σημαίνει ὅτι τό περιεχόμενό του δέν εἶναι
μόνον γνωστικό (γνωσιακό), ἀλλά κυρίως ἕνας τρόπος παιδείας καί ἀσκήσεως
ψυχοσωματικῆς «πνευματικῆς»,
ὅπως ἡ «Σωματική ᾿Αγωγή» (Γυμναστική), ὅπου
δέν κυριαρχεῖ ἡ θεωρία (χρήσιμη βέβαια) ἤ μιά ψιλή πίστη ἀλλά ἡ πράξη, ἡ βίωση,
πού ὁλοένα φωτίζεται ἀπό τό λόγο καί τό πνεῦμα, καθώς ὡριμάζει ὁ νέος ἄνθρωπος.
Προαπαιτούμενα
Γιά νά προσδιοριστεῖ ἐπιτυχέστερα ἀπό τήν ἄποψη
τῆς πίστης καί ἀπό τήν ἄποψη τῆς γνώσης τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν στήν ῾Ελλάδα,
θά πρέπει νά ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν ὁρισμένες προϋποθέσεις, πού στό σημερινό σημείωμα
δέν μποροῦμε νά ἀναλύσουμε. ῎Εχουμε χρέος, ὅμως, νά μή ξεκινήσουμε ἀπό μιά
συγκεχυμένη ἰδέα περί παγκοσμιοποιήσεως καί «ἐκσυγχρονισμοῦ», ἀλλά ἀπό μιά
φιλοσοφία ζωῆς, πού ἔχει σχέση μέ τήν ῾Ιστορία μας, μέ τήν πίστη τῶν Πατέρων
μας, μέ τήν πολιτιστική καί ἐθνική μας παράδοση. Αὐτή δέν σχηματίστηκε, βέβαια
τυφλά, ἐν κρυπτῷ καί ἀπομονωμένη ἀπό τά ἄλλα ἔθνη. ᾿Εξελίχθηκε, ἀσφαλῶς, σέ
σχέση καί κάποτε σέ ἀντίθεση μέ αὐτά, ὅταν κινδύνευε ἡ ὕπαρξη τῶν ῾Ελλήνων καί ἡ
κρατική τους ὑπόσταση, δηλαδή ἡ ζωή καί ἡ ἐλευθερία τους. Συνήθως, ὅμως, ὅταν ὁ
ἑλληνικός λαός ἤ οἱ ῞Ελληνες τῶν ἀνεξάρτητων κρατῶν-πόλεων (παλαιότερα) ἤ οἱ
πάροικοι μετανάστες μακράν τῆς πατρίδας ἤ οἱ κάτοικοι τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων
στήν ὑπόδουλη χώρα βρίσκονταν σέ περίοδο ἀνόδου καί ἀνάπτυξης, εἶχαν μιά
πολιτιστική ἐπικοινωνία μέ ἀλλοεθνεῖς, μέ ἀλληλεπιδράσεις, ὥστε οἱ περισσότεροι
῞Ελληνες νά εἶναι ἀνοιχτοί στούς ἄλλους (ξένους) λαούς ἤ τά ἔθνη. Καί στό
Βυζάντιο (τή Ρωμανία), μέ τήν ἔντονη ὀρθόδοξη παράδοση, ὑπῆρχε ἀνοχή στούς ἀλλοθρήσκους
καί διάλογος πού ἀξιοποιοῦσε καί τήν κλασσική ἀρχαιοελληνική φιλοσοφία καί
παιδεία, ἡ ὁποία δέν ἔλλειψε ἀπό τό ἑλληνικό Γένος καθ’ ὅλη τή μακρά περίοδο τῆς
῾Ιστορίας του.
Αὐτά, σέ σχέση μέ τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν,
σημαίνουν ὅτι ἡ πολιτιστική μας παράδοση δέν κινεῖται τυφλά σέ μιά ἐθνικιστική
μονομανία (αὐτή χαρακτηρίζει μόνο ἀκραίους παγανιστές ἤ ἰδεολόγους τοῦ
Χιτλερισμοῦ καί τοῦ Φασισμοῦ), ἀλλά ἡ ἐθνική μας συνείδηση εἶναι κατά κανόνα
στενά δεμένη μέ τή φιλάνθρωπη παιδεία καί τήν πίστη στό Εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης
καί τῆς ἀλληλεγγύης, πού δίδαξε ὁ Θεάνθρωπος Χριστός.
Χριστιανική ᾿Αγωγή καί ῾Ελληνορθόδοξη
πολιτιστική παράδοση
Γιά τή διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν
Θρησκευτικῶν πρέπει νά ἀποσαφηνίσουμε σέ ποιούς ἀπευθυνόμαστε σήμερα. ᾿Εφ’ ὅσον
ἀπευθυνόμαστε σέ ἑλληνόπαιδες, γονεῖς τῶν ὁποίων εἶναι χριστιανοί ὀρθόδοξοι,
μποροῦμε νά διαμορφώσουμε ἕνα μάθημα (ἀγωγή) μέ χριστιανική στόχευση καί
σύμφωνα μέ τήν ἑλληνορθόδοξη πολιτιστική μας παράδοση. ᾿Εφ᾿ ὅσον ὅμως, σέ
κάποια σχολεῖα καί περιοχές ὑπάρχουν πολλά παιδιά ἀλλοθρήσκων ἀλλοδαπῶν, οἱ
γονεῖς τῶν ὁποίων ἀρνοῦνται αὐτή τή διδασκαλία καί ἀγωγή, τότε ἡ Πολιτεία ὀφείλει
νά ἀντιμετωπίσει τό πρόβλημα μέ ἄλλο τρόπο, ἀνάλογο μέ ἐκεῖνο πού ἀντιμετωπίζουμε
ἐμεῖς οἱ ῞Ελληνες (καί ᾿Ορθόδοξοι) τούς μετανάστες μας στό ἐξωτερικό (ποικίλες
σχολικές μονάδες καί μαθήματα Γλώσσας, ῾Ιστορίας καί Θρησκευτικῶν γιά παιδιά τῆς
χώρας καταγωγῆς (῾Ελλάδας) ἐκτός τοῦ προγράμματος τῶν σχολείων τῆς χώρας ὑποδοχῆς).
Αὐτά τά προγράμματα, μέ δυσκολίες βέβαια, ἐφαρμόζονται κάποια ἀπογεύματα ἤ τό
Σάββατο καί συνδυάζονται μέ ἐκδηλώσεις γιά τούς γονεῖς, σέ συνεργασία μέ τίς
κοινότητες καί τίς «ἐνορίες» τῶν μεταναστῶν (῾Ελλήνων ἤ ξένων, ἀνάλογα). Λύση
δέν ἀποτελεῖ μιά διδασκαλία μέσου ὅρου ἤ «χρυσῆς» τομῆς, γιατί ἀλλοιώνεται τό
μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν. ῎Αλλο διδαχή πίστεως καί ἀγωγή ὀρθόδοξης χριστιανικῆς
παράδοσης καί ἄλλο κοινωνιολογική καί θρησκειολογική ἐνημέρωση καί γνώση. ᾿Ενδιαφέρουσα
καί ἡ φωτισμένη θρησκειολογική μάθηση (δηλαδή χωρίς προκαταλήψεις καί ἰδεολογικές
ἀγκυλώσεις). Αὐτή, ὅμως, ἔχει ἄλλους στόχους καί κυρίως ἀφορᾶ μεγαλύτερες ἡλικίες
μαθητῶν. Βέβαια, ὑπό προϋποθέσεις, μπορεῖ νά συμβάλει στή μείωση τῶν φανατισμῶν,
ἐφ’ ὅσον ἀκολουθήσει ἤρεμες, ἀνοικτές, γνωστικές καί ἐπιστημονικές
προσεγγίσεις. Εἶναι δυνατόν ὅμως νά «ὑποκρύπτει» κάποτε, ἀνάλογα μέ τούς ὑπουργούς,
τούς συγγραφεῖς καί τούς δασκάλους, στοχευμένη ὑπονόμευση τῆς χριστιανικῆς ἤ ὀρθόδοξης
πίστης. Εἶναι γνωστές, ἐξ ἄλλου, τούς τελευταίους αἰῶνες, δοξασίες ἀλλά καί ὀργανωμένες
μυστικά κινήσεις πού, ὑπηρετώντας παγκοσμιοποιητικά οἰκονομικά συμφέροντα ἤ καί
ἑωσφορικές πίστεις, ἐργάζονται στόν τομέα τῆς διεθνοῦς πολιτικῆς, δεσμεύοντας
πολιτικές ἡγεσίες, εὐλύγιστες καί ὑποτακτικές. Σέ κάθε περίπτωση, ἄλλο
θρησκευτική-χριστιανική ἀγωγή καί ἄλλο θρησκειολογικές γνώσεις.
῞Ενα ἄλλο εἰδικό πρόβλημα στή συνάφεια αὐτή
εἶναι καί ἡ ὑποχρέωση τῆς ἑλληνικῆς Πολιτείας ἀλλά καί ἡ ἀνάγκη τῶν μεταναστῶν
στή Χώρα μας νά γνωρίσουν (ὄχι νά κατηχηθοῦν) τή χριστιανική καί ἑλληνορθόδοξη
πολιτιστική παράδοση στόν τόπο μας, ἐφ’ ὅσον θέλουν καί ἐπιβάλλεται νά ἐνταχθοῦν
στήν κοινωνία μας καί νά συνεργαστοῦν μαζί μας, ἑρμηνεύοντάς μας σωστά. Κάτι ἀνάλογο
ὅμως, ἕως ἕνα βαθμό, ὀφείλουμε νά κάνουμε καί ἐμεῖς, ἔστω ἀρκούμενοι στό
σεβασμό πρός τίς παραδόσεις τους, ἐφ’ ὅσον δέν συνδυάζονται μέ ἐθνικιστικές ἤ
θρησκευτικές βίαιες πράξεις.
᾿Ιδεολογική στράτευση πρίν καί σήμερα
Στή βελτίωση, ἐξ ἄλλου, τῆς ἀντιμετώπισης
τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στήν ῾Ελλάδα θά συντελοῦσαν καί ἄλλες
προϋποθέσεις, πού συχνά ἀγνοοῦμε ἤ περιορίζουμε τή σημασία τους, ἐνῶ προκαλοῦν
μεγάλες ἐντάσεις καί προκαταλήψεις κυρίως σέ «ἐπιθετικούς» ἤ στρατευμένους ἰδεολογικά
τῆς χριστιανικῆς ἤ «διαφωτιστικῆς»παράταξης. ῞Οπως ἀναφέρουμε, δέν θά
προχωρήσουμε σέ ἀναλύσεις. ῾Υπενθυμίζουμε ὅμως ὅτι, κυρίως παλαιότερα, ἡ
χριστιανική διδασκαλία τῆς αὐτοθυσίας, τῆς δικαιοσύνης καί τῆς ἀγάπης συνδέθηκε
μέ κομματικές σκοπιμότητες συγκεκριμένου προσανατολισμοῦ, πού ἐκμεταλλεύονταν
τό θρησκευτικό συναίσθημα λόγῳ συμφερόντων καί, ἑπομένως, χρησιμοποιοῦσαν μία
γλῶσσα φανατισμοῦ καί ὄχι οἰκοδομῆς. Παράλληλα, κοντά στούς ἀφοσιωμένους ἱεράρχες,
ἐκλέγονταν καί ἄλλοι λόγῳ τῆς ἐπεμβάσεως πολιτειακῶν καί πολιτικῶν παραγόντων,
παρά τίς ἀποφάσεις τῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι ἐξέπεμπαν στήν κοινωνία
κομματικοπολιτικά καί ὄχι χριστιανικά μηνύματα, δεσποτικό καί ὄχι λειτουργικό
καί ἀγαπητικό ἦθος.
Διδασκαλία καί ᾿Εκκλησία
᾿Εξ ἄλλου, κάποτε δέν ἦταν ἡ πρέπουσα ἡ ἐπιστημονική
καί παιδαγωγική ἤ διδακτική κατάρτιση τῶν θεολόγων καθηγητῶν, πέραν τῆς ἰδιαίτερης
πνευματικῆς τους παιδείας, ὥστε νά προκαλεῖται ἀρνητική ἐντύπωση στήν κοινωνία.
Πάντοτε, βέβαια, ὑπῆρχαν καί οἱ ἐκλεκτοί θεολόγοι, πού κέρδιζαν μέ τήν πίστη
καί τήν ἀγάπη τους ἀκόμη καί τούς γονεῖς τῶν μή ὀρθόδοξων ἤ ἀλλόθρησκων μαθητῶν.
Δέν μποροῦμε ἀκόμη νά ἐκτιμήσουμε σέ ποιό βαθμό ἦταν ὀρθή, συνεπής καί ἀνάλογα
μέ τίς συνθῆκες τῆς ἐποχῆς, ἡ μέριμνα τῆς ᾿Εκκλησίας (ἐκκλησιαστικῆς Διοίκησης)
γιά τήν προετοιμασία τῶν δασκάλων-καθηγητῶν τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἤ τῶν
ἱεροκηρύκων καί τῶν ἱερέων γιά τήν καρποφορία τοῦ θείου κηρύγματος. ῾Η ἱστορία
τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου μετά τήν ᾿Επανάσταση, μέ τή Βαυαροκρατία καί τίς
προτεσταντικές ἐπιδράσεις ἀλλά καί τήν ἀρχαιολατρία μέ κάποιες παγανιστικές ἐπιρροές
ἤ δυτικοῦ τύπου ὀρθολογιστικές προσεγγίσεις, ἐπηρέασε τήν ἐξέλιξη τοῦ μαθήματος
τῶν Θρησκευτικῶν, ὥσπου ὁ πολιτικός καί ὁ θρησκευτικός διχασμός τῶν ῾Ελλήνων
(Βενιζελικοί-᾿Αντιβενιζελικοί, δεξιοί θρησκευόμενοι-ἀριστεροί ἄθεοι, μέ ὅλες
τίς ἑκατέρωθεν ὑπερβολές καί προκαταλήψεις ἤ γενικεύσεις), καθώς καί ἡ
Δικτατορία (μέ τό «῾Ελλάς ῾Ελλήνων Χριστιανῶν») προκάλεσαν, μέ καθυστέρηση, τό
σημερινό ἀδιέξοδο καί τήν ἔλλειψη οὐσιαστικοῦ διαλόγου.
᾿Ασφαλῶς, ἡ εὐθύνη τῶν προηγούμενων
Κυβερνήσεων καί τῆς παρούσας εἶναι μεγάλη. ᾿Ανάλογη εἶναι καί ἐκείνη τῆς ᾿Εκκλησίας
(τῆς Διοίκησης κυρίως), διότι ὀφείλει ὑπό τή σκέπη της νά γίνει νηφάλιος, κατά
τό δυνατόν, διάλογος μεταξύ τῶν θεολόγων διαφόρων τάσεων, χωρίς κομματικές ἤ ἐξωελλαδικές
παρεμβάσεις.
Καί μιά σκέψη ἀκροτελεύτια καί πρόταση
πρός τούς Ποιμένες τῆς ᾿Εκκλησίας μας καί τούς ἀσκητές Μοναχούς μας, νά
στοχαστοῦν πῶς θά μποροῦσε στό ὄνομα τῆς ᾿Αγάπης καί τῆς ᾿Ελευθερίας νά
σχεδιαστεῖ τό μάθημα-διδαχή-ἄσκηση στό χριστιανικό-ὀρθόδοξο ἦθος καί στήν ἑλληνορθόδοξη
παράδοσή μας σέ δύο παράλληλα «προγράμματα». ῞Ενα μόνο στό χῶρο τοῦ Σχολείου
καί ἄλλο στό χῶρο τοῦ Σχολείου καί τῆς ᾿Ενορίας. ῾Η θρησκευτική ἀγωγή τοῦ νέου ἀνθρώπου
ἀρχίζει, βέβαια, στήν οἰκογένεια, συνεχίζεται στό Σχολεῖο, ἀλλά ὁλοκληρώνεται
στή σύναξη τῶν πιστῶν, στούς χώρους τῆς λατρείας καί τῆς ᾿Ενορίας, δηλαδή τῆς ἴδιας
της κοινωνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου