26 Οκτ 2025

Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης και Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός

Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης και Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός.

Ένας Μάρτυρας της εποχής των διωγμών υμνείται από έναν Ομολογητή της εποχής της εικονομαχίας.

Βασίλειος Γ. Βοξάκης, Θεολόγος καθηγητής

Ο Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης και ο Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός. Δύο Άγιοι, δύο ολόλαμπροι φωτεινοί αστέρες του νοητού πνευματικού στερεώματος. Δύο Άγιοι που τους εορτάζει η Ορθόδοξος Εκκλησία μας και τους δύο τον Οκτώβριο. Τον Άγιο Θεοφάνη στις 11 Οκτωβρίου και τον Άγιο Δημήτριο στις 26 Οκτωβρίου. Έζησαν σε διαφορετικές εποχές: ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε στο τελευταίο τέταρτο του 3ου αιώνα και μαρτύρησε το 305, ενώ ο Άγιος Θεοφάνης γεννήθηκε το 778 και κοιμήθηκε το 845. Όμως και οι δύο έζησαν σε εποχή διωγμών για την Εκκλησία. 

Ο Μεγαλομάρτυς Δημήτριος έζησε την εποχή που οι ειδωλολάτρες ματαιοπονώντας προσπαθούσαν να σβήσουν τον νοητό ήλιο της Εκκλησίας. Όπως όμως παρατηρεί ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «ευκολώτερον τον ήλιον σβεσθήναι ή την Εκκλησίαν αφανισθήναι». Ο Άγιος Θεοφάνης έζησε την εποχή που ο πονηρός είχε παρασύρει μια ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι μάλιστα νόμιζαν ότι είναι Χριστιανοί, ρίχνοντάς τους στην πλάνη της εικονομαχικής αιρέσεως, προκειμένου να τους στρέψει εναντίον των Ορθοδόξων Χριστιανών. Μάρτυρας αναδείχθηκε με τη Χάρη του Θεού ο Άγιος Δημήτριος, και με τον στέφανο του Ομολογητού αξιώθηκε να στεφανωθεί από την Αγία Τριάδα ο Άγιος Θεοφάνης. Και οι δύο εφάρμοσαν τον λόγο του Κυρίου: «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»1. Με το αίμα του μαρτυρίου έβαψε ο Άγιος Δημήτριος το χώμα της πατρίδας μας και αξιώθηκε να συγκαταλεχθεί ως Μεγαλομάρτυς μεταξύ των Μαρτύρων της Εκκλησίας. Ο Άγιος Θεοφάνης, αν και δεν έφθασε έως του μαρτυρικού θανάτου, καθόλου δεν υστερεί του Αγίου Δημητρίου. Βασανίσθηκε αλλεπάλληλα από τους εικονομάχους και μάλιστα με απίστευτη αγριότητα στιγματίσθηκε στο πρόσωπο με πυρωμένο σίδερο2 – όπως και ο κατά σάρκα αδελφός του ο Άγιος Θεόδωρος ο Γραπτός – εξορίσθηκε, φυλακίσθηκε, συνεχώς ομολογώντας με παρρησία το όνομα του Χριστού και ότι θα τιμάει την εικόνα του και τις εικόνες όλων των Αγίων, που ο Κύριος τίμησε με την αγιοποιό ενέργειά του. Το ότι οι αιρετικοί εικονομάχοι δεν τόλμησαν να τον θανατώσουν δεν μειώνει την ακράδαντη απόφαση του Αγίου Θεοφάνη να μετάσχει και στο μαρτύριο του αίματος αν καλούνταν σε αυτό. Αλλά ας αναφέρουμε ακόμα μία ομοιότητα. Αυτή της πόλεως της Θεσσαλονίκης. Γενέτειρα και τόπος της μαρτυρικής του αθλήσεως η Θεσσαλονίκη για τον Άγιο Δημήτριο. Τόπος εξορίας και φυλακίσεως η Θεσσαλονίκη για τον Άγιο Θεοφάνη. Βεβαίως δεν είναι μόνο οι προαναφερθείσες ομοιότητες μεταξύ των βίων των δύο Αγίων. Όμως θα περιορισθούμε σε αυτές.

            Σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη,3 ο Άγιος Θεοφάνης με διαταγή του αυτοκράτορα Θεοφίλου εξορίσθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και παρέμεινε έως και τον θάνατο του τελευταίου αυτού εικονομάχου αυτοκράτορα. Αλλά και πριν από τον Άγιο Νικόδημο ο ανώνυμος συντάκτης του Συναξαρίου της Κωνσταντινουπόλεως, που ανάγεται στον 10ο αιώνα, αναφέρει ως τόπο εξορίας του Αγίου Θεοφάνη τη Θεσσαλονίκη.4 Η εξορία κατά την περίοδο της εικονομαχίας ανήκε στις συχνότερα επιβαλλόμενες ποινές στους εικονόφιλους. Η διάρκεια της ποινής αυτής συχνά έφτανε σε ισόβια τιμωρία και ο τόπος της εξορίας συχνά αντικαθίσταντο με νέο τόπο, προκειμένου να αυξάνεται η ταλαιπωρία του καταδικασθέντος. Την εξορία συνόδευαν και άλλες ποινές, όπως βασανιστήρια, υποσιτισμός κλπ. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς έφθασε στη Θεσσαλονίκη ο Άγιος Θεοφάνης. Το βέβαιο είναι ότι αυτό συνέβη μετά την κοίμηση του αδελφού του Αγίου Θεοδώρου του Γραπτού, η οποία συνέβη στις 27 Δεκεμβρίου 838 στην Απάμεια (Μουδανιά) της Βιθυνίας.5 Πιθανότατα στις αρχές του 839 διατάχθηκε η αλλαγή του τόπου της εξορίας του Αγίου Θεοφάνους και η μεταφορά του 61 ετών Αγίου στη Θεσσαλονίκη, όπου και παρέμεινε έως το 842, έτος θανάτου του αυτοκράτορα Θεοφίλου.

Το 840 στη Θεσσαλονίκη θα αφιχθεί ως νέος Αρχιεπίσκοπος, ο Λέων ο Φιλόσοφος, γνωστός και ως Λέων ο μαθηματικός. Τοποθετήθηκε σ’ αυτή τη θέση από τον εξάδελφό του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη τον Γραμματικό, φανατικό εικονομάχο, διδάσκαλο και υποκινητή του Θεοφίλου στο θέμα της εικονομαχίας. Παρά την ευρεία μόρφωσή του ο Λέων δεν θα δείξει καμία επιείκεια στον Άγιο Θεοφάνη, ο οποίος ήταν κάτοχος πλούσιας θεολογικής και θύραθεν παιδείας, προκειμένου να μην δυσαρεστήσει τους φίλους του τους εικονομάχους.6 Έτσι λοιπόν ο Όσιος Θεοφάνης θα παραμείνει «σκλάβος και τυραννισμένος».7  

Όντας λοιπόν εξόριστος στην πόλη του Μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτου θέλησε να τον τιμήσει συγγράφοντας εκκλησιαστικούς ύμνους για τη μνήμη του. Συνέταξε τον Κανόνα της εορτής του Αγίου και πιθανότατα και τα στιχηρά προσόμοια τροπάρια των Αίνων του Όρθρου της αυτής εορτής.

Σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ο Άγιος Θεοφάνης «κατάτινας, εμελούργησε τα τροπάρια των Αίνων του Αγίου Δημητρίου … καθώς ο αυτός εμελούργησε Θεοφάνης και τον Κανόνα του Αγίου Δημητρίου»8 Ο Άγιος Νικόδημος, είχε άριστη γνώση της υμνογραφίας και γνώριζε να ψάλλει από στήθους, αλλά και ο ίδιος συνέταξε πολλές ασματικές ακολουθίες, κανόνες και τροπάρια σε Αγίους,9 μάλιστα «εφιλοπόνησε εξ νέους Κανόνας εξαήχους, εις τον Άγιον τούτον Δημήτριον».10 Συνεπώς ο τόσο έμπειρος περί της υμνογραφίας Άγιος Νικόδημος δεν θα συμπεριλάμβανε στις υποσημειώσεις του Συναξαρίου του Αγίου Θεοφάνους αυτή την πληροφορία, αν δεν την έβρισκε αξιόπιστη. Όπως σημειώνει ο ίδιος, αυτό, αν και πολύ πιθανό, δεν είναι όμως απόλυτα εξακριβωμένο. Το ότι όμως προσωπικά ο ίδιος φαίνεται να κλίνει προς την απόδοση των Τροπαρίων αυτών στον Άγιο Θεοφάνη είναι και το ότι προσθέτει σαν στοιχείο που συνηγορεί το γεγονός ότι ο Άγιος έγραψε και τον Κανόνα του Αγίου Δημητρίου στην ίδια Ακολουθία.

Όμως περισσότερο ξεκάθαρα διατυπώνει την προσωπική του άποψη ο Άγιος Νικόδημος περί αυτού του θέματος σε υποσημείωσή του στο Συναξάρι του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου: «Μερικοί λέγουσιν ότι ο Άγιος ούτος Θεόδωρος … εποίησε και τα τροπάρια των Αίνων του Αγίου Δημητρίου … άλλοι δε λέγουσι, και ίσως ορθότερον, ότι τα τροπάρια ταύτα των Αίνων είναι ποίημα Θεοφάνους του Γραπτού, καθώς του αυτού είναι πόνημα και ο Κανών του Αγίου Δημητρίου».11 Ως επιπλέον επιχείρημα προσθέτει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης το γεγονός ότι ο Άγιος Θεόδωρος δεν εξορίσθηκε στη Θεσσαλονίκη για τις άγιες εικόνες. Ως γνωστόν ο Άγιος Θεόδωρος και ο αδελφός του ο Άγιος Ιωσήφ εξορίσθηκαν στη συμβασιλεύουσα, επειδή αντέδρασαν στον αντικανονικό γάμο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΣΤ΄ (780 – 797). Ενώ αντιθέτως ο Άγιος Θεοφάνης βρέθηκε εξόριστος στη Θεσσαλονίκη, επειδή υπερασπιζόταν τις άγιες εικόνες και ήταν εναντίον της αιρέσεως της εικονομαχίας. Στο πρώτο προσόμοιο τροπάριο γίνεται σαφής αναφορά σε «δεινῇ μανίᾳ τῆς αἱρέσεως», δηλαδή της εικονομαχίας και συγκεκριμένα της Β΄ φάσης της (813 – 843). Αντιθέτως επί Κωνσταντίνου ΣΤ΄ – ο οποίος τότε επιτροπευόταν από τη βασιλομήτορα Ειρήνη την Αθηναία – έγινε  το 787 η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος με την οποία τερματίσθηκε προσωρινά η εικονομαχία. Συνεπώς, όταν ο Άγιος Θεόδωρος ήταν στη Θεσσαλονίκη (795 -797), όπου υποτίθεται ότι έγραψε τα στιχηρά προσόμοια αυτά δεν υπήρχαν διώξεις για τους εικονόφιλους, ενώ αντιθέτως οι στίχοι των τροπαρίων αυτών έχουν αρκετές άμεσες και έμμεσες αναφορές σε διώξεις, απειλές, κακοποιήσεις και εξορίες που παραπέμπουν στην αναζωπύρωση της εικονομαχίας. Άρα τα δυο προαναφερθέντα επιχειρήματα, σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, αποτελούν ενδείξεις που υποδεικνύουν ως πιθανότερο συντάκτη των τροπαρίων τον Άγιο Θεοφάνη.

Σύμφωνα με τον καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ Αντώνιο Παπαδόπουλο «τα τροπάρια ταύτα αποδίδονται κατ’ άλλους μεν εις τον Θεόδωρον Στουδίτην, κατ’ άλλους δε εις τον Θεοφάνην Γραπτόν, αμφοτέρους ακμάσαντες κατά την περίοδον της εικονομαχίας και υποστάντας διωγμούς».12

Όπως επισημαίνει η Αλεξάνδρα Ζερβουδάκη «ο έλεγχος της γνησιότητας των στιχηρών ιδιομέλων είναι δύσκολος. Σε αντίθεση προς τους κανόνες, όπου τα στοιχεία που μας βοηθούν στον έλεγχο της πατρότητας είναι αρκετά δε συμβαίνει το ίδιο με τα ιδιόμελα».13

Ο Φώτης Κόντογλου με την αξεπέραστη λογοτεχνική, αλλά και θεολογική πένα του θεωρεί βέβαιο ότι ο Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός «σύνθεσε με κλαυθμό ψυχής αυτά τα τροπάρια».14 Γράφει χαρακτηριστικά: «στη λειτουργία (της εορτής του Αγίου Δημητρίου), θα ψάλλουνε στους Αίνους τα εξαίσια προσόμοια που είναι γεμάτα πόνο και ελπίδα και αγιασμένον ενθουσιασμό. Τάχει συνθέσει ένας από τους γλυκύτερους ποιητές της εκκλησίας μας, ο άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός, ψυχή πονεμένη και καρτερική».15

Τα στιχηρά προσόμοια του Αγίου Δημητρίου στους Αίνους του Όρθρου είναι σε ήχο πλάγιο του Α΄. Όπως παρατηρεί ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο διατελέσας Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Μουσικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως, «οι δύο αδελφοί (Άγιος Θεοφάνης και Άγιος Θεόδωρος) εμέλιζον άσματα, εκλέξαντες δια τα της εξορίας δεινοπαθήματα αυτών τον Πλ. Α΄ ήχον ως συμπαθητικόν και φιλοικτίρμονα».16

Παραθέτουμε εδώ το κείμενο από τα  στιχηρά προσόμοια τροπάρια, που ψάλλονται στους Αίνους του Όρθρου της 26ης Οκτωβρίου και ανυμνούν τον Μεγαλομάρτυρα Άγιο Δημήτριο, τον πολιούχο της Θεσσαλονίκης μας και τόσο αγαπητό Άγιο σε όλον τον Ορθόδοξο κόσμο. Στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να αποδώσουμε στην νεοελληνική τα τροπάρια αυτά, αλλά και να ερμηνεύσουμε θεολογικά και ιστορικά το περιεχόμενο τους.

Δεῦρο Μάρτυς Χριστοῦ πρὸς ἡμᾶς, σοῦ δεομένους, συμπαθοῦς ἐπισκέψεως· καὶ ῥῦσαι κεκακωμένους, τυραννικαῖς ἀπειλαῖς, καὶ δεινῇ μανίᾳ τῆς αἱρέσεως· ὑφ' ἧς ὡς αἰχμάλωτοι, καὶ γυμνοὶ διωκόμεθα, τόπον ἐκ τόπου, συνεχῶς διαμείβοντες, καὶ πλανώμενοι, ἐν σπηλαίοις καὶ ὄρεσιν. Οἴκτειρον οὖν πανεύφημε, καὶ δὸς ἡμῖν ἄνεσιν, παῦσον τὴν ζάλην καὶ σβέσον, τὴν καθ' ἡμῶν ἀγανάκτησιν, Θεὸν ἱκετεύων, τὸν παρέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

Τεῖχος ὠχυρωμένον ἡμῖν, τὰς ἑλεπόλεις τῶν ἐχθρῶν μὴ πτοούμενον, ἐδόθης τὰς τῶν βαρβάρων, ἐπιδρομὰς καταργῶν, καὶ πασῶν τῶν νόσων τὰ συμπτώματα· κρηπὶς ἀκατάβλητος, καὶ θεμέλιος ἄρρηκτος, καὶ πολιοῦχος, οἰκιστὴς καὶ ὑπέρμαχος, ἐχρημάτισας, τῇ σῇ πόλει Δημήτριε· ἣν καὶ νῦν παμμακάριστε, δεινῶς κινδυνεύουσαν, καὶ τρυχομένην ἀθλίως, ταῖς σαῖς πρεσβείαις διάσωσον, Χριστὸν ἱκετεύων, τὸν παρέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

Πᾶσαν τὴν ἀρετὴν συλλαβών, τῶν Ἀθλοφόρων ὁ χορὸς ἀναδείκνυται, ἐντεῦθεν τῆς ἀκηράτου, καὶ μακαρίας ζωῆς, τὴν τρυφὴν ἀξίως ἐκληρώσαντο· ἐν οἷς ἀξιάγαστε, διαπρέπων Δημήτριε, καὶ τῇ μιμήσει, τοῦ Χριστοῦ σεμνυνόμενος, καὶ καυχώμενος, τῇ τῆς λόγχης ἰσότητι, αἴτησαι ἐκτενέστερον, ἡμᾶς τοὺς τιμῶντάς σε, τῶν παθημάτων ῥυσθῆναι, καὶ χαλεπῶν περιστάσεων, θερμῶς ἱκετεύων, τὸν περέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

«Δεῦρο Μάρτυς Χριστοῦ πρὸς ἡμᾶς». Έλα, Μάρτυρα του Χριστού Δημήτριε, κοντά  σ’ εμάς. Ο Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός επικαλείται την ικεσία του Αγίου Δημητρίου προς τον Θεό και την προστασία του στις δύσκολες ώρες της φυλακίσεως και των βασανισμών που βίωνε όχι μόνο εκείνος προσωπικά, αλλά γενικότερα όλοι οι εικονόφιλοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Όμως δεν εκφράζει μόνο τον κάθε πιστό εκείνης της δύσκολης εποχής, αλλά ταυτόχρονα και τους πιστούς όλων των αιώνων. Όπως ο Δαβίδ στο Ψαλτήρι, γίνεται η διαχρονική φωνή κάθε πιστού, έτσι κι ο Άγιος Θεοφάνης γίνεται η φωνή κάθε Χριστιανού που τιμάει και προσφεύγει ικετευτικά στους Αγίους του Θεού και ειδικότερα στον Άγιο Δημήτριο. Τα λόγια του τροπαρίου αποτελούν τη φωνή κάθε ανθρώπου, που αισθάνεται τη μικρότητά του και την αδυναμία του και επικαλείται τις πρεσβείες και την προστασία του Μεγαλομάρτυρα του Χριστού Δημητρίου. 

 «σοῦ δεομένους, συμπαθοῦς ἐπισκέψεως». Γιατί έχουμε ανάγκη από εσένα, Άγιε του Θεού Δημήτριε και από τη γεμάτη συμπάθεια δική σου επίσκεψη. Ο Άγιος Θεοφάνης και όλοι οι εικονόφιλοι εγκαταλειμμένοι, αδικημένοι και βασανισμένοι από τους ισχυρούς του αιώνος τούτου, εξαιτίας των αγώνων τους υπέρ της Ορθοδοξίας, αναζητούν στήριξη, δικαίωση, ανακούφιση από τον Χριστό και τους Αγίους του, καθώς για την τιμή των αγίων εικόνων τους αγωνίζονται και καταδιώκονται. Όμως η φράση αυτή γίνεται παράλληλα και η φωνή κάθε ανθρώπου, που κουρασμένος σωματικά ή πνευματικά προσφεύγει στη στήριξη του Αγίου. Οι «φίλοι του Θεού» οι Άγιοι δεν είναι όπως οι ψεύτικες αρχαιοελληνικές θεότητες γεμάτοι φθόνο και σκληρότητα για το ανθρώπινο γένος. Κάθε Άγιος, και εν προκειμένω ο Άγιος Δημήτριος, είναι γεμάτος συμπάθεια και αγάπη προς τους συνανθρώπους του, τα μέλη της στρατευομένης Εκκλησίας, που αγωνίζονται να φθάσουν στο καθ’ ομοίωσιν, στη θέωση. Όπως ο Τριαδικός Θεός είναι γεμάτος έλεος προς τα πλάσματά Του, ο γι’ Αυτόν μαρτυρήσας Άγιος Δημήτριος, είναι γεμάτος συμπόνια προς τους συνδούλους του ανθρώπους. Είναι πάντα πρόθυμος να βρεθεί κοντά τους και να μεσιτεύσει προς τον Κύριο για την πνευματική τους σωτηρία και για κάθε δίκαιο και ψυχωφελές αίτημά τους.

«καὶ ῥῦσαι κεκακωμένους, τυραννικαῖς ἀπειλαῖς, καὶ δεινῇ μανίᾳ τῆς αἱρέσεως».  Και γλύτωσε εμάς που έχουμε κακοποιηθεί από τις απειλές των τυράννων, και τη φοβερή μανία της αιρέσεως. Αξιοπρόσεκτη είναι η ταπείνωση του Αγίου, ο οποίος δεν παρακαλεί αποκλειστικά για τον εαυτό του, κι ας βρίσκεται ο ίδιος σε δεινή θέση, βασανισμένος, σημαδεμένος με πυρωμένο σίδερο στο μέτωπο, φυλακισμένος και διαρκώς απειλούμενος. Δεν διανοείται καν να εκμεταλλευτεί την παρούσα ευκαιρία και αφού αυτός είναι ο συντάκτης του ύμνου και έχει το δικαίωμα να τον διαμορφώσει λεκτικά έτσι ώστε να ζητάει σ’ αυτόν τη συνδρομή του Αγίου αποκλειστικά μόνο για εκείνον. Αντιθέτως τα τροπάρια που συντάσσει θα είναι μια προσευχή και μια ικεσία για όλα τα μέλη της Εκκλησίας, τα οποία αγωνίσθηκαν και αγωνίζονταν τότε υπέρ της αναστηλώσεως των αγίων εικόνων και συνεπώς υπέρ της Ορθοδοξίας. Ζητάει από τον Άγιο Δημήτριο «ῥῦσαι κεκακωμένους». Δηλαδή τον παρακαλεί να λυτρώσει όλους αυτούς που έχουν υποστεί άπειρες κακοπάθειες από τον άδικο κατατρεγμό και τα βασανιστήρια των εικονομάχων. Αλλά και κατ’ επέκταση να τους σώζει και να τους στηρίζει πνευματικά να μην δειλιάσουν και υποκύψουν από τις πιέσεις και τις ωμότητες των εικονοκλαστών. Να τους ενισχύει, προκειμένου να μη καμφθούν και υποχωρήσουν συμβιβαζόμενοι με την αίρεση.

Η αίρεση που αναφέρεται εδώ, όπως προαναφέραμε, είναι η αίρεση της εικονομαχίας, η οποία κατά τους Πατέρες υπήρξε η συμπερίληψη όλων των μέχρι τότε αιρέσεων. Αυτή η αίρεση διακρίνεται για «δεινῇ μανίᾳ», φοβερή μανία. Και δεν είναι σχήμα υπερβολής ο λόγος αυτός του Αγίου Θεοφάνους. Η Εικονομαχία σαν μια μανιασμένη καταιγίδα εξαπλώθηκε σε όλη τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, προσπαθώντας με περισσή αγριότητα και πείσμα να ξεριζώσει την Ορθόδοξη Παράδοση.  Εικόνες περικαλλείς και θαυματουργές, εικόνες αρχαιότατες, ιερά σκεύη που έφεραν επάνω τους εικόνες, ακόμα και λείψανα Αγίων και Μαρτύρων συγκεντρώνονταν από την Αγία Σοφία της Βασιλεύουσας και από όλους τους ναούς της αυτοκρατορίας και πετιούνταν σε μεγάλους σωρούς. Τις ιερές αυτές εικόνες και τα άγια λείψανα , αφού τα λιθοβολούσαν οι εικονομάχοι, τα παρέδιδαν στο αδηφάγο πυρ. Εικόνες, ψηφιδωτά και τοιχογραφίες, που βρίσκονταν στους ναούς, καταστρέφονταν. Ακόμη και χειρόγραφα καίγονταν, γιατί είχαν μικρογραφίες εικόνων στα φύλλα τους. Η μανία τους για αναζήτηση και καταστροφή εικόνων επεκτεινόταν σε κάθε σπίτι και οπουδήποτε αλλού υποψιάζονταν ότι μπορεί να κρύβονται εικόνες. Η Εικονομαχία όμως δεν στράφηκε μόνο εναντίον των αγίων εικόνων, αλλά και εναντίον του μοναχισμού και της τιμής των Αγίων.

            «ὑφ' ἧς ὡς αἰχμάλωτοι, καὶ γυμνοὶ διωκόμεθα, τόπον ἐκ τόπου, συνεχῶς διαμείβοντες, καὶ πλανώμενοι, ἐν σπηλαίοις καὶ ὄρεσιν». Από αυτή την αίρεση της εικονομαχίας  από την οποία καταδιωκόμαστε ως αιχμάλωτοι και γυμνοί, πηγαίνοντας συνεχώς από τον έναν τόπο στον άλλο και περιπλανώμενοι σε σπηλιές και βουνά. Ο παραπάνω στίχος αποτελεί μία έμμεση βιογραφική αναφορά του Αγίου Θεοφάνους. Περιγράφει τα προσωπικά του μαρτύρια και τη συχνή εναλλαγή των τοποθεσιών όπου στελλόταν εξόριστος. Αλλά παράλληλα η πολύ ζωντανή αυτή εικόνα αντανακλά πιστά τις ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διαβιούσαν οι εικονόφιλοι και τους διωγμούς που υπέστησαν. Στα εκατό χρόνια που διήρκησε η Εικονομαχία πλήθος Μαρτύρων και Ομολογητών θα στεφανωθούν από τον Κύριο με τον στέφανο της Αγιότητας για τους αγώνες τους υπέρ των Αγίων εικόνων.

«Οἴκτειρον οὖν πανεύφημε, καὶ δὸς ἡμῖν ἄνεσιν, παῦσον τὴν ζάλην καὶ σβέσον, τὴν καθ' ἡμῶν ἀγανάκτησιν, Θεὸν ἱκετεύων, τὸν παρέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.»  Σπλαχνίσου μας λοιπόν, ένδοξε, και δώσε σ’ εμάς ανακούφιση· Παύσε τη ζάλη και σβήσε την εναντίον μας αγανάκτηση ικετεύοντας για εμάς τον Θεό, που παρέχει στον κόσμο το μέγα έλεος. 

            Ο Άγιος Θεοφάνης παρακαλεί τον Άγιο Δημήτριο να μας σπλαχνισθεί και να μας προσφέρει ανακούφιση. Όπως επισημαίνει ο Φώτης Κόντογλου, ο Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός «ικετεύει τον άγιο Δημήτριο να γλιτώσει τη χριστιανοσύνη από τους ασεβείς και τυραννικούς ανθρώπους».17 Έχουμε λοιπόν εδώ μια ακόμη έμμεση αναφορά στους εικονομάχους, οι οποίοι βασανίζουν τους εικονόφιλους. Τον εκλιπαρεί να σταματήσει τη ζάλη της εικονομαχίας που ταλαιπωρεί και ταράζει την Εκκλησία. Επίσης με άλλη παρομοίωση καλεί τον Άγιο να σβήσει, όχι μια υλική φωτιά, αλλά την οργή και την άδικη αγανάκτηση, που σαν πυρ κατακαίει τις ψυχές των αιρετικών εικονομάχων. Ο Άγιος Δημήτριος με την παρρησία που έχει ως Μεγαλομάρτυς ενώπιον του Τριαδικού Θεού παρακαλείται να ικετεύει για εμάς Αυτόν που παρέχει στον κόσμο το μέγα έλεος, δηλαδή τη συγχώρηση, την άπειρη αγάπη και τη Σωτηρία. Δηλαδή δια των πρεσβειών του Αγίου Δημητρίου να αξιωθούμε του Παραδείσου.

Ολοκληρώνοντας εδώ την ερμηνεία του πρώτου στιχηρού τροπαριού, ας παραθέσουμε τα παρακάτω λόγια του Φώτη Κόντογλου: «Ἀπὸ τὰ τροπάρια τῶν Αἴνων ποὺ εἴπαμε, τὸ πρῶτο ἔχει περισσότερον πόνο καὶ πάθος καὶ σ᾿ αὐτὸ συνεταίριαξε ὁ ποιητὴς τεχνικὰ τὴ θλίψη του γιὰ τὸ διωγμὸ τῆς ὀρθοδοξίας μὲ τὸ ὑμνολόγημα τοῦ ἁγίου».18

            «Τεῖχος ὠχυρωμένον ἡμῖν, τὰς ἑλεπόλεις τῶν  ἐχθρῶν μὴ πτοούμενον, ἐδόθης τὰς τῶν βαρβάρων, ἐπιδρομὰς καταργῶν».  Δόθηκες (Άγιε Δημήτριε) από τον Θεό σ’ εμάς τους πιστούς, για να αποτελείς το οχυρωμένο τείχος, που δεν φοβάται τις πολιορκητικές μηχανές των εχθρών, τείχος το οποίο αποκρούει τις επιδρομές των βαρβάρων.

Οι «ἑλεπόλεις» ήταν πολυώροφοι ξύλινοι πολιορκητικοί πύργοι με τροχούς, οι οποίοι κινούνταν ωθούμενοι από τη δύναμη ζώων ή και στρατιωτών. Ήταν  συνήθως εξοπλισμένοι με καταπέλτες που εκσφενδόνιζαν μεγάλους λίθους προς τα τείχη για να τα γκρεμίσουν. Για το λόγο αυτό πλησίαζαν προς το τείχος, αλλά και κάποιες φορές προκειμένου να μεταφέρουν τις εχθρικές δυνάμεις τους στις επάλξεις των τειχών και να απωθήσουν τους υπερασπιστές της πόλεως.

Στο σημείο αυτό ο υμνογράφος με τα λόγια του, που αποτελούν μια πολύ παραστατική εικόνα,  ζωντανεύει στη φαντασία των πιστών μια σκηνή πολιορκίας, γνωστή στους ανθρώπους της εποχής του και ιδίως στους Θεσσαλονικείς. Οι «ἑλεπόλεις», πλησιάζουν προς το τείχος, προκειμένου να το κατακρημνίσουν και να απωθήσουν τους αμυνόμενους από τις επάλξεις των τειχών. Ο υμνογράφος  λοιπόν παρομοιάζει τον Άγιο με οχυρωμένο τείχος, το οποίο όμως είναι τόσο ισχυρό, που δεν πτοείται από τις πολιορκητικές μηχανές των εχθρών.

Οι στίχοι μπορούν να ερμηνευθούν ως αναφορά σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Οι Θεσσαλονικείς σε κάθε πολιορκία της πόλεώς τους ανέθεταν τις ελπίδες τους στον Άγιο Δημήτριο, προκειμένου να μεσιτεύσει στον Κύριο για τη διάσωσή τους. Σε πολλά ιστορικά και αγιολογικά κείμενα, όπως οι αφηγήσεις των «Θαυμάτων» του Αγίου Δημητρίου, διαβάζουμε ότι ο Άγιος Δημήτριος σε περιπτώσεις εχθρικών επιθέσεων εμφανιζόταν λαμπροφορεμένος και έφιππος να προστατεύει τα τείχη της Θεσσαλονίκης και να αναγκάζει τους εχθρούς να φύγουν πανικόβλητοι. Όπως παρατηρεί ο Φώτης Κόντογλου, ο Άγιος Θεοφάνης μέσα σ’ αυτά τα στιχηρά προσόμοια αναφέρεται και στη «σωτηρία τῆς θεοσκέπαστης Θεσσαλονίκης, ποὺ καὶ κεῖνον τὸν καιρὸ βρισκότανε σὲ ἀγωνία. Αὐτὰ τὰ τροπάρια ταιριάζουνε πάντα στὶς δεινὲς δοκιμασίες ποὺ πέρασε ἀπανωδιαστὰ ἡ Θεσσαλονίκη ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ ἴσαμε σήμερα.»19

Αλλά οι ίδιοι στίχοι μπορούν να λάβουν και πνευματική ερμηνεία. Ο Άγιος Δημήτριος προσφέρθηκε από τον Θεό σ’ εμάς τους Ορθοδόξους, για να αποτελεί ένα πνευματικό προστατευτικό τείχος, που δεν φοβάται τις πολιορκητικές μηχανές των πονηρών εχθρών, δηλαδή των δαιμόνων. Ένα τείχος που προσφέρει ασφάλεια και πνευματική βοήθεια σε όποιο Χριστιανό τιμάει τον Άγιο και καταφεύγει με την προσευχή του σ’ αυτόν και στρέφει το βλέμμα του στην εικόνα του ζητώντας βοήθεια.

«καὶ πασῶν τῶν νόσων τὰ συμπτώματα». Δόθηκες (Άγιε Δημήτριε) από τον Θεό, σ’ εμάς τους πιστούς, για να θεραπεύεις και όλες τις ασθένειες που συμβαίνουν σ’ εμάς τους ανθρώπους.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει πολύ συγκινητικά ότι ο Άγιος Δημήτριος  κυριολεκτικά άπλωσε επάνω μας την αγάπη του. Και όχι μόνο στις καρδιές μας, αλλά «και επί τα σώματα δια των μύρων, ων εις ημών ευρωστίαν ανίησιν εκ του σώματος».20 Για χάρη λοιπόν της ιάσεως όχι μόνο των ψυχών, αλλά και των σωμάτων των πιστών ο Θεός ευδόκησε να μυροβλύζει το σώμα του Αγίου. Επίσης αξίζει να αναφέρουμε τα παρακάτω που σημειώνει ο καθηγητής Π. Β. Πάσχος : « ὁ Θεός, ποὺ θέλησε νὰ δοξάσει τὸν Ἅγιό του σ’ ὅλο τὸν κόσμο, οἰκονόμησε καὶ ἔβγαινε μύρο ἀπ' τὸ κορμὶ του τόσο πολύ, ποὺ ἔπαιρναν οἱ ντόπιοι καὶ οἱ ξένοι, ὅσοι ἔρχονταν νὰ γιατρευτοῦν καὶ δὲν τελείωνε ποτέ! Τὸ ἔπιναν οἱ χριστιανοί, κι ὅ,τι ἀρρώστια καὶ ἂν εἴχανε γιατρεύονταν. Ὅλοι ἔτρεχαν στὴ Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ τοὺς κάνει καλὰ ὁ ἅγιος Δημήτριος».21

 «κρηπὶς ἀκατάβλητος, καὶ θεμέλιος ἄρρηκτος». Κρηπίδα είναι η βαθμιδωτή βάση και γενικότερα το θεμέλιο. Παρομοιάζεται λοιπόν ο Άγιος Δημήτριος ως «κρηπὶς ἀκατάβλητος», δηλαδή βάση που έχει μεγάλη αντοχή. Αλλά και ως «θεμέλιος ἄρρηκτος», δηλαδή θεμέλιο που δεν μπορεί να υποστεί θραύση, δηλαδή να σπάσει. Με τη χάρη του Θεού η προστασία και η στήριξη που μας παρέχει ο Άγιος Δημήτριος είναι η σταθερή βάση και το θεμέλιο της ζωής σε κάθε πνευματικό «σεισμό» που προξενεί η αμαρτία.

«καὶ πολιοῦχος, οἰκιστὴς καὶ ὑπέρμαχος, ἐχρημάτισας, τῇ σῇ πόλει Δημήτριε». Και πολιούχος, ιδρυτής και υπερασπιστής διατέλεσες  για την πόλη σου, Άγιε Δημήτριε.  Ο «πολιοῦχος» είναι αυτός που προστατεύει μια πόλη. Εδώ ο Άγιος Δημήτριος χαρακτηρίζεται πολιούχος, δηλαδή προστάτης της Θεσσαλονίκης, της πόλεως στην οποία γεννήθηκε, αλλά και την καθαγίασε με το Μαρτύριό του. Κατά την ελληνική αρχαιότητα ο όρος «οἰκιστὴς» σήμαινε τον ιδρυτή μιας πόλεως. Ως γνωστόν η πόλη της Θεσσαλονίκης προϋπήρχε του Αγίου Δημητρίου. Όμως ο Άγιος αναδεικνύεται σε ιδρυτή της πόλεως, διότι συμπληρώνει τα πνευματικά θεμέλια που τοποθέτησε ο Απόστολος Παύλος, τα θεμέλια για μια νέα Θεσσαλονίκη, τη χριστιανική Θεσσαλονίκη. Και «ὑπέρμαχος», δηλαδή υπερασπιστής της πόλεως αναδείχθηκε στο διάβα της ιστορίας, όπως αναφέραμε και παραπάνω. «τῇ σῇ πόλει Δημήτριε» Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς τον ονομάζει ο «ημεδαπός πολιούχος»,22 μια και αποτελεί τον Προστάτη των Θεσσαλονικέων, ο οποίος επιπλέον ήταν και γεννημένος στη Θεσσαλονίκη, καταγόμενος από τις πλέον διαπρεπείς ελληνικές οικογένειες της πόλεως.

«ἣν καὶ νῦν παμμακάριστε, δεινῶς κινδυνεύουσαν, καὶ τρυχομένην ἀθλίως».23 Αυτή την πόλη, που και τώρα φοβερά κινδυνεύει, και ταλαιπωρείται υπερβολικά. Η πόλη αυτή φυσικά δεν είναι άλλη από την Θεσσαλονίκη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κατ’ επέκταση οι πιστοί κάθε εποχής δεν δέονται για την δική τους περιοχή, ιδίως αν αυτή αντιμετωπίζει κάποιον κίνδυνο. Στο σημείο αυτό έχουμε μια ιστορική ένδειξη για το πότε συντάχθηκαν τα τροπάρια αυτά. Γράφθηκαν λοιπόν σε εποχή που η Θεσσαλονίκη αντιμετώπιζε κάποια μεγάλη απειλή και ταλαιπωρούνταν ο πληθυσμός της εξ αιτίας αυτού του κινδύνου.

Ήδη το 832 μ.Χ. η Θεσσαλονίκη είχε δεχθεί σοβαρή απειλή, όταν πολιορκήθηκε από τους Σαρακηνούς χωρίς όμως να αλωθεί. Η πολιορκία αυτή δεν υπήρξε ένα μεμονωμένο πολεμικό γεγονός, καθώς αυτή ήταν μέρος των συχνών αραβικών επιδρομών. Κατά την τρίτη δεκαετηρίδα του ένατου αιώνα το Βυζάντιο αντιμετωπίζει την Αραβική επίθεση σε πολλά μέτωπα στην ξηρά και από την θάλασσα συχνές πειρατικές επιδρομές.24 Ίσως λοιπόν ο κίνδυνος στον οποίο αναφέρεται ο Όσιος Θεοφάνης  να πρόκειται για μια ακόμη Αραβική θαλάσσια επιδρομή. Θα μπορούσε όμως να πρόκειται και για άλλο είδος κινδύνου. Το 840 ο νέος Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, Λέων ο φιλόσοφος, βρήκε την πόλη σε δύσκολη κατάσταση, λόγω της αφορίας της γης εκείνη την εποχή.25

«παμμακάριστε …ταῖς σαῖς πρεσβείαις διάσωσον, Χριστὸν ἱκετεύων, τὸν παρέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος». Φύλαξε την παμμακάριστε αυτή την πόλη με τις πρεσβείες σου, ικετεύοντας τον Χριστό, που παρέχει στον κόσμο το μέγα έλεος. Πώς λοιπόν θα σώσει και θα προστατεύσει την πόλη του ο Άγιος Δημήτριος; Με τις πρεσβείες του, δηλαδή την μεσιτεία του και την ικεσία του, την παράκλησή του προς τον Χριστό, ο οποίος παρέχει στον κόσμο το μέγα έλεος. Εδώ να προσθέσουμε ότι επί αυτοκράτορα Θεοφίλου είχε συγκληθεί στην Κωνσταντινούπολη ψευδοσύνοδος, η οποία αποφάσισε όχι μόνο την καταδίκη των εικόνων, αλλά αποδοκίμαζε και απαγόρευε την επίκληση από τους πιστούς της μεσιτείας των Αγίων. Όμως ο ήδη τιμωρημένος Άγιος Θεοφάνης με αξιοθαύμαστη τόλμη, απόδειξη και καρπό του ότι βίωνε ολόψυχα την διδασκαλία και Παράδοση της Εκκλησίας, συντάσσει τροπάρια στα οποία επικαλείται τις πρεσβείες του Αγίου Δημητρίου.

«Πᾶσαν τὴν ἀρετὴν συλλαβών, τῶν Ἀθλοφόρων ὁ χορὸς ἀναδείκνυται».

Αναδεικνύεται η ομάδα των Αθλοφόρων, αφού συγκέντρωσε όλη την αρετή.

Ως γνωστόν «αθληταί» ονομάζονται οι Μάρτυρες και «άθλησις» το Μαρτύριό τους. Αθλοφόροι είναι οι νικητές, αυτοί που λαμβάνουν τα έπαθλα. Αθλοφόροι είναι και η ομάδα, η χορεία των Μαρτύρων, οι οποίοι στεφανώνονται από το αγωνοθέτη Χριστό, με «τον στέφανον της ζωής».

«ἐντεῦθεν τῆς ἀκηράτου, καὶ μακαρίας ζωῆς, τὴν τρυφὴν ἀξίως ἐκληρώσαντο·» Από την εδώ ζωή έλαβαν επάξια ως κληρονομιά οι Μάρτυρες την απόλαυση της αμόλυντης και μακάριας ζωής του Παραδείσου.

« ἐν οἷς ἀξιάγαστε, διαπρέπων Δημήτριε, καὶ τῇ μιμήσει, τοῦ Χριστοῦ σεμνυνόμενος, καὶ καυχώμενος, τῇ τῆς λόγχης ἰσότητι». Καθώς ξεχωρίζεις ανάμεσα σ’ αυτούς, δηλ. τους Αγίους, αξιομακάριστε Δημήτριε, και μπορείς να υπερηφανευθείς και να καυχηθείς με την ομοιότητα της λόγχης.

Ο Άγιος Θεοφάνης αναφέρεται εδώ στον Χριστομίμητο χαρακτήρα του Μαρτυρίου του Αγίου Δημητρίου. Αξίζει εδώ να αναφέρουμε τι γράφει σχετικά ο Καθηγητής Πατρολογίας Δημήτριος Τσάμης : «μίμηση του Πάθους του Χριστού και πραγματική μετοχή σ’ αυτό θεωρήθηκε από την αρχή ο θάνατος των μαρτύρων της Εκκλησίας όλων των εποχών». Όπως ο Χριστός μας εκούσια θυσιάσθηκε, έτσι και οι Μάρτυρες, που είναι μιμητές Του, με τη θέλησή τους αποδέχονται να βαδίσουν την οδό του Μαρτυρίου με αξιοθαύμαστη γαλήνη και αποφασιστικότητα. Όμως στην περίπτωση του Αγίου Δημητρίου έχουμε κάτι παραπάνω σε σχέση με τα Μαρτύρια των άλλων αγίων. Έχουμε μια ομοιότητα προς το Σταυρικό Πάθος του Κυρίου, για την οποία θα μπορούσε να υπερηφανευθεί και να καυχηθεί ο Άγιος. Λογχίσθηκε επάνω στο Σταυρό ο Κύριος μας, λογχίσθηκε κατά το Μαρτύριό του και ο Άγιος Δημήτριος.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στον Εγκωμιαστικό Λόγο του « Εις τον εν αγίοις μεγαλομάρτυρα και θαυματουργόν και μυροβλήτην Δημήτριον»26  μας καλεί να θυμηθούμε ότι, όπως ο Χριστός λογχίσθηκε στην πλευρά κατά τη Σταύρωσή Του, έτσι και ο Μεγαλομάρτυρας λογχίσθηκε, όμως εκείνος όχι μόνο μία φορά, αλλά στο σώμα του εμπήγησαν πολλές λόγχες. Έτσι ο Άγιος Δημήτριος «πολλαπλασιάζει το της σωτηρίου πάθος πλευράς, τα υστερήματα κατά Παύλον αναπληρών του Χριστού».27 Ο Άγιος Γρηγόριος επικαλείται και από την προς Κολοσσαείς επιστολή του Αποστόλου Παύλου ένα χωρίο,28 για να τεκμηριώσει ότι ο Άγιος Δημήτριος με το είδος αυτό του μαρτυρικού του θανάτου κατά μυστικό τρόπο αναπληρώνει τις θλίψεις του Χριστού, όσες δηλαδή δεν πρόφθασε να πάθει. Και αυτές τις θλίψεις τις προσφέρει υπέρ του σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας.29 Βεβαίως αυτό το δια λογχισμού μαρτύριο του Αγίου φυσικά δεν το εξισώνει ο Άγιος Γρηγόριος με το Σταυρικό Πάθος του Κυρίου, το οποίο αποκαλεί «το της σωτηρίου πάθους πλευράς».30

 «αἴτησαι ἐκτενέστερον, ἡμᾶς τοὺς τιμῶντάς σε, τῶν παθημάτων ῥυσθῆναι, καὶ χαλεπῶν περιστάσεων, θερμῶς ἱκετεύων, τὸν περέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος». Ζήτησε Άγιε Δημήτριε, ακόμα πιο επίμονα, από τον Κύριο, ώστε εμείς που τιμούμε εσένα, να λυτρωθούμε από τα παθήματα και τις δύσκολες περιστάσεις, θερμά ικετεύοντας Αυτόν που προσφέρει στον κόσμο το μέγα έλεος. Ο Άγιος Δημήτριος έχυσε το αίμα του ως έμπρακτη απόδειξη της πίστεώς του στον Χριστό. Ο  Μυροβλύτης Άγιος, όπως όλοι οι Μάρτυρες, θυσίασε την παρούσα φθαρτή ζωή για να μετέχει στην αιώνια, την αληθινή ζωή κοντά στον Τριαδικό Θεό. Έτσι εξασφάλισε την μεγάλη παρρησία που διαθέτει ενώπιον του Κυρίου, μην παύοντας να πρεσβεύει για εμάς «θερμῶς ἱκετεύων, τὸν περέχοντα τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος».

Τα τροπάρια αυτά αναντίρρητα έχουν βγει από την ποιητική γραφίδα ενός σπουδαίου υμνογράφου. Ο Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός επιτυγχάνει μέσα από τα τροπάρια αυτά να αποτυπώσει και να εκφράσει τον πόνο του και τις αγωνίες του, αλλά και την αγάπη του και τους αγώνες του για την Ορθοδοξία, καθώς και τον σεβασμό του προς τον Άγιο Δημήτριο, τον οποίο επιθυμεί διακαώς να υμνήσει . Όχι όμως προβάλλοντας το εγώ του υμνογράφου, αλλά με τέτοιο τρόπο που να εκφράζει κάθε Ορθόδοξη ψυχή. Επιτυγχάνει τα λόγια του, η προσευχή του να γίνουν λόγια και προσευχή του κάθε πιστού, τα τροπάριά του να ψάλλονται από τους μεταγενέστερους και να τα αισθάνονται ως δικά τους. Όχι ως κάτι ξένο, που γράφθηκε πριν από αιώνες, αλλά ως κάτι που τους εκφράζει που το νιώθουν, που το πιστεύουν και το βιώνουν. Όχι ως λόγια που έγραψε κάποιος πριν από αιώνες και τυπικά επαναλαμβάνονται στους ναούς γιατί έτσι πρέπει, αλλά τα αισθάνονται ως δική τους προσευχή και ικεσία του κάθε πιστού προς τον Άγιο Δημήτριο. Αυτό είναι το στοιχείο, που μαζί με τη Χάρη του Θεού εξασφαλίζει τη διαχρονικότητα και αυτών των ύμνων.

  ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

1. Μτθ. 10, 32-33

2. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, Βενετία 1819, τ. Α΄, σελ. 144 -145 και Μπεράτη Θεοδώρου Αρχιμ., Φωστήρες υπέρλαμπροι, Αθήναι1996, σελ.232 -233.

3. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, Βενετία 1819, τ. Α΄, σελ. 145.    

4. Ζερβουδάκη Αλεξάνδρα, Θεοφάνης ο Γραπτός, βίος και έργο, Ρέθυμνο 2002, σελ. 15 και 71.

5. Κατά άλλη άποψη η κοίμηση του αδελφού του Αγίου Θεοδώρου του Γραπτού, συνέβη στις 27 Δεκεμβρίου  841.  

6. Για το αν ο Λέων ο Φιλόσοφος συμμεριζόταν τις εικονομαχικές αντιλήψεις ή όχι, έχουν διατυπωθεί εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις. 

7. Κόντογλου Φώτη, Γίγαντες ταπεινοί, Αθήνα 2000, σελ. 203.

8. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, Βενετία 1819,  τ. Α΄, σελ. 145, υποσ. 2.

9. Κρικώνη Χρίστου, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, Βίος και συγγραφικόν έργον, Αθήναι 2001, σελ. 117- 119  

10. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, Βενετία 1819,  τ. Α΄, σελ. 194, υποσ. 2.

11. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, Βενετία 1819, τ. Α΄, σελ. 260, υποσ. 1.

12. Παπαδόπουλου Αντωνίου, Ο Άγιος Δημήτριος εις την Ελληνικήν και Βουλγαρικήν παράδοσιν, Θεσσαλονίκη 1971, σελ. 39, υποσ. 101.

13. Ζερβουδάκη Αλεξάνδρα, Θεοφάνης ο Γραπτός, βίος και έργο, Ρέθυμνο 2002, σελ. 180.

14. Κόντογλου Φώτη, Γίγαντες ταπεινοί, Αθήνα 2000, σελ. 203.

15. Κόντογλου Φώτη, Γίγαντες ταπεινοί, Αθήνα 2000, σελ. 202.

16. Παπαδόπουλου Γεωργίου, Ιστορική επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής από των αποστολικών χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς (1 – 1900 μ.Χ.), Αθήναι 1904, σελ.58.

17. Κόντογλου Φώτη, Γίγαντες ταπεινοί, Αθήνα 2000, σελ. 203.  

18. Κόντογλου Φώτη, Γίγαντες ταπεινοί, Αθήνα 2000, σελ. 204.

19. Κόντογλου Φώτη, Γίγαντες ταπεινοί, Αθήνα 2000, σελ. 204.

20. PG 151, 548 B.  

21. Πάσχου Παντελή,  Ερως Ορθοδοξίας, Αθήνα 2006, σελ.467.

22. PG 151, 536 B.     

23. Στο δεύτερο προσόμοιο στο σημείο αυτό οι παλαιές εκδόσεις των Μηναίων είχαν τον αρχικό στίχο του τροπαρίου : «ἣν καὶ νῦν παμμακάριστε, δεινῶς κινδυνεύουσαν, καὶ τρυχομένην ἀθλίως, ταῖς σαῖς πρεσβείαις διάσωσον». Όμως αυτός αντικαταστάθηκε σε νεώτερες εκδόσεις από τον στίχο «ἣν λυτρωθείσαν ἔνδοξε, Θεοῦ εὐδοκήσαντος, διὰ παντὸς ἐλευθέραν, ταῖς σαῖς πρεσβείαις διάσωσον», προφανώς λόγω της απελευθερώσεως της πόλεως της Θεσσαλονίκης το 1912 από τον Ελληνικό στρατό.

24. Ζακυθηνού Διονυσίου, Βυζαντινή ιστορία (324 – 1071) Αθήνα 1989, σελ. 171.

25. Καργάκου Σαράντου, Η αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως, Αθήνα 2017, τ. Β΄, σ. 209.

26.  PG 151, 536 – 549 και Βοξάκη Βασιλείου, «Ο εγκωμιαστικός λόγος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά για τον Άγιο Δημήτριο», άρθρο που αναρτήθηκε στο ιστολόγιο Ακτίνες στις 26 Οκτωβρίου 2020.

27.  PG 151, 545  C.

28. Κολ. 1,24.  

29. Τρεμπέλα Παναγιώτου, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, Αθήναι 1992.

30. PG 151, 545 C

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Oι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μη συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Η φωτογραφία μου
Για επικοινωνία : Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: aktinesblogspot@gmail.com